Τρίτη 9 Σεπτεμβρίου 2025

ΑΓΙΟΣ ΚΙΑΡΑΝ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ



ΑΓΙΟΣ ΚΙΑΡΑΝ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ
9 Σεπτεμβρίου 
Υιός πολύτεκνου Ιρλανδού αμαξοποιού ήταν ο άγιος Κίαραν. Μικρός άφησε την πατρική του οικία πηγαίνοντας στην μονή του Κλοράντ, δυτικά του Δουβλίνου. Καθ’ οδόν είχε μαζί του μια αγελάδα για να τρέφεται κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Όταν έφτασε στον προορισμό του έγινε μαθητής του αγίου Φνινιανού [12 Δεκ] ο οποίος ήταν και ο ιδρυτής της μονής. 
Μια μέρα κατά την περίοδο της μαθητείας του, ένας συμμαθητής του δεν είχε βιβλίο και παρακάλεσε το Κίαραν να του δώσει το δικό του. Όταν όμως ήρθε η σειρά του αγίου να εξεταστεί, αυτός γνώριζε μόνο το μισό Ευαγγέλιο και οι συμμαθητές του γελώντας του είπαν πειρακτικά: «Κίαραν-μισός Ματθαίος»! Ο δάσκαλός τους όμως Φιννιανός τους διόρθωσε λέγοντας: «Όχι Κίαραν-μισός Ματθαίος, αλλά Κίαραν μισή Ιρλανδία, επειδή αυτός θα ποιμάνει την μισή Ιρλανδία». Η προφητεία αυτή επαληθεύτηκε, όταν ο Κίαραν μετά την χειροτονία του εις πρεσβύτερον, δοξάσθηκε ως ένας από τους δώδεκα αποστόλους της Ιρλανδίας μαθητές του Φιννιανού. 
Ίδρυσε πολλές μονές στην Ιρλανδία εκ των οποίων η πιο ονομαστή είναι η μεγάλη μονή Κλονμακνόιζ (545). Σε καιρό λιμού ο Κίαραν δεν δίστασε να μοιράσει όλα τα υπάρχοντα της μονής στους φτωχούς, αφήνοντας στην Θεία Πρόνοια την φροντίδα της επιβιώσεως των μοναχών του. 
Πέθανε μετά από σύντομη ασθένεια σε ηλικία μόλις τριάντα τριών ετών εν έτη 549. 
Η μονή Κλονμακνόιζ ανυψώθηκε σε επισκοπή και ύστερα από χίλια χρόνια (1552) καταστράφηκε από τους μεταρρυθμιστές του Ερρίκου Η΄ (1509-1547). Τα ογκώδη ερείπιά της θεωρούνται σήμερα από τα πιο σπουδαία μνημεία του ιρλανδικού λαού. 
Η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του στις 9 Σεπτεμβρίου.

ΠΗΓΗ:ΕΔΩ  


 

Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου 2025

Το Γενέθλιο της Υπεραγίας Θεοτόκου


Το Γενέθλιο της Υπεραγίας Θεοτόκου

Ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο και τον έβαλε στον παράδεισο, για να ασχολείται μόνον με την καλλιέργεια του καλού και την θεωρία του Δημιουργού μέσα από τα έργα Του. Ο φθονερός όμως διάβολος παράπεισε τους πρωτοπλάστους να παραβούν την θεία εντολή και πέτυχε να εκδιωχθούν από τον παράδεισο της τρυφής. Εν συνεχεία ο Θεός διά του Μωυσέως έδωσε τον Νόμο Του στους ανθρώπους και διά των προφητών κατέστησε γνωστό σ’ αυτούς το θέλημά Του, ώστε να τους προετοιμάσει για μια μεγαλύτερη ευεργεσία: την ενσάρκωση του μονογενούς Υιού και Λόγου του Θεού, ο Οποίος θα ελευθέρωνε τους ανθρώπους από τα δίχτυα του πονηρού. Προσλαμβάνοντας την ανθρώπινη φύση μας ο Χριστός, θέλησε να συμμετάσχει στην πεπτωκυία κατάστασή μας κατά πάντα, εκτός από την αμαρτία. Γι’ αυτό και ο Θεός Τού ευτρέπισε μια άμωμη κατοικία, μια παρθενική κιβωτό, την Υπεραγία Θεοτόκο, η οποία αν και υπέκειτο στον θάνατο και στην καταδίκη των προπατόρων μας, είχε εκλεγεί από τον Θεό προ των αιώνων, για να γίνει η νέα Εύα, η Μητέρα του Σωτήρα Χριστού, το αίτιο της απολύτρωσής μας και το πρότυπο της χριστιανικής αγιότητας.
 
Ο πατέρας της ονομαζόταν Ιωακείμ και καταγόταν από το γένος του Νάθαν, υιού του βασιλέως Δαβίδ. Ο Νάθαν γέννησε τον Λευί, ο Λευί γέννησε τον Μελχί και τον Πάνθηρα, ο Πάνθηρας γέννησε τον Βαρπάνθηρα, πατέρα του Ιωακείμ. Η Άννα, γυναίκα του Ιωακείμ, ως εγγονή του Ματθάν, απογόνου του Δαβίδ από τον Σολομώντα, καταγόταν και αυτή από την ίδια βασιλική φυλή. Ο Ματθάν νυμφεύθηκε την Μαρία από την φυλή του Ιούδα και γέννησε τον Ιακώβ, πατέρα του μνήστορος Ιωσήφ, και τρεις κόρες: την Μαρία, την Σοβή και την Άννα. Η Μαρία γέννησε την Σαλώμη την μαία, η Σοβή την Ελισάβετ, μητέρα του Προδρόμου, η δε Άννα την Θεοτόκο Μαρία, που έφερε το όνομα της γιαγιάς της και της θείας της. Επομένως, η Ελισάβετ και η Σαλώμη ήταν ανεψιές της Άννας και ξαδέλφες της Θεοτόκου. 
Για να φανερωθεί η στειρότητα της ανθρώπινης φύσεως πριν από την έλευση του Χριστού, ο Θεός κατ’ οικονομίαν επέτρεψε να μείνουν άτεκνοι ο Ιωακείμ και η Άννα ως τα γεράματά τους. Ο ευσεβής και πλούσιος Ιωακείμ δεν σταμάτησε να προσφέρει διπλά τα δώρα του στον Θεό και να Τον ικετεύει να τους λυτρώσει από το όνειδος της ατεκνίας. Μία εόρτια ημέρα, καθώς πρόσφερε τα δώρα του, κάποιος Ιουδαίος τού είπε: «Δεν σου επιτρέπεται να προσφέρεις τα δώρα σου, διότι δεν έδωσες απογόνους στον Ισραήλ». Ο Ιωακείμ, λυπημένος πολύ, δεν επέστρεψε στο σπίτι του, αλλά σύμφωνα με την παράδοση ανέβηκε στο όρος Χοζεβά για σαράντα ημέρες, προκειμένου να προσευχηθεί και να κλαύσει εκεί ενώπιον του Θεού. Τον ίδιο καιρό και η Άννα μέσα στον κήπο της έχυνε άφθονα δάκρυα και ανέπεμπε θερμές ικεσίες προς τον ουρανό. Ο Θεός «πλούσιος ὢν ἐν ἐλέει καὶ οἰκτιρμοῖς» εισάκουσε τις προσευχές τους και απέστειλε στην Άννα τον αρχάγγελο Γαβριήλ, τον άγγελο της ευδοκίας του Θεού [8 Νοεμ.], για να της αναγγείλει ότι στα γεράματά της θα γεννήσει παιδί, για το οποίο θα μιλά όλη η οικουμένη. Γεμάτη έκπληξη και χαρά η Άννα ανεφώνησε: «Ζῇ Κύριος ὁ Θεός μου· ἐὰν γεννήσω εἴτε ἄρρεν είτε θῆλυ, προσάξω αὐτὸ δῶρον τῷ Κυρίῳ τῷ Θεῷ μου, καὶ ἔσται λειτουργοῦν αὐτῷ πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς αὐτοῦ». Άγγελος επισκέφθηκε και τον Ιωακείμ στο όρος και του είπε να επιστρέψει στο σπίτι του και να χαρεί με την γυναίκα του, διότι ο Θεός θα θέσει τέλος στην λύπη τους. 
Μετά την παρέλευση εννέα μηνών, η Άννα γέννησε και ρώτησε την μαία τι παιδί γεννήθηκε. Αυτή απάντησε: «Θήλυ». Είπε δε η Άννα: «Ἐμεγαλύνθη ἡ ψυχή μου ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ» και ξάπλωσε στοργικά το βρέφος. Όταν συμπληρώθηκαν οι καθορισμένες από τον Νόμο ημέρες του καθαρισμού της, σηκώθηκε, πλύθηκε, θήλασε το παιδί και του έδωσε το όνομα «Μαρία»· το μυστήριο όνομα που προσδοκούσαν οι πατριάρχες, οι κριτές και οι προφήτες, για το οποίο ο Θεός πραγματοποίησε το σωτήριο σχέδιό Του, το αποκεκρυμμένο από κτίσεως κόσμου. 
Ημέρα με την ημέρα η μικρή κόρη μεγάλωνε και κραταιωνόταν. Όταν έγινε έξι μηνών, η Άννα την απέθεσε στην γη, για να δει αν μπορεί να σταθεί όρθια. Η μικρή περπάτησε επτά βήματα και επιστρέφοντας έπεσε στην αγκαλιά της μητέρας της, η οποία την σήκωσε λέγοντας: «Ζει Κύριος ο Θεός μου. Δεν θα περπατήσεις σ’ αυτή τη γη, μέχρι να σε πάω στον Ναό του Κυρίου». Της ξεχώρισε έναν τόπο στον κοιτώνα, όπου τίποτε το κοινό ή ακάθαρτο του κόσμου δεν επέτρεπε να εισέλθει, και κάλεσε αμίαντες παρθένες των Εβραίων να παίζουν μαζί της. 
Όταν η παρθένος έγινε ενός έτους, ο Ιωακείμ παρέθεσε μεγάλο συμπόσιο. Προσκάλεσε τους ιερείς, τους γραμματείς, τα μέλη του Συνεδρίου και όλον τον λαό του Ισραήλ. Προσήγαγε δε την κόρη του στους ιερείς, οι οποίοι την ευλόγησαν λέγοντας: «Ο Θεός των πατέρων μας, ευλόγησε αυτή την παιδούλα και δώσε σ’ αυτή ένα αιώνιο όνομα, το πιο ονομαστό απ’ όλες τις γενιές». Και είπε όλος ο λαός: «Γένοιτο, γένοιτο, αμήν». Την έφερε και στους αρχιερείς και την ευλόγησαν κι αυτοί λέγοντας: «Ο Θεός των υψωμάτων, επίβλεψε σ’ αυτή την παιδούλα και ευλόγησέ την με την πιο έσχατη και μεγάλη Σου ευλογία, που να είναι αδιάδοχη». 
Έπειτα η μητέρα της την πήγε στο άδυτο του δωματίου της, την θήλασε και ύμνησε τον Θεό με την ωδή:

«σω ᾠδὴν Κυρίῳ
τῷ Θεῷ μου,
ὅτι ἐπισκέψατό με
καὶ ἀφείλατο ἀπ’ ἐμοῦ
τὸ ὄνειδος τῶν ἐχθρῶν μου·
καὶ ἔδωκέν μοι Κύριος
καρπὸν δικαιοσύνης αὐτοῦ,
μονοούσιον καὶ πολυπλούσιον
ἐνώπιον αὐτοῦ.
Τίς ἀναγγελεῖ
τοῖς υἱοῖς Ρουβὶμ
ὅτι Ἄννα θηλάζει;
Ἀκούσατε, ἀκούσατε,
αἱ δώδεκα φυλαὶ τοῦ Ἰσραήλ,
ὅτι Ἄννα θηλάζει!»

Απέθεσε εκεί την Μαρία να αναπαυθεί και έφυγε, για να υπηρετήσει τους προσκεκλημένους, που ευφραίνονταν και υμνούσαν τον Θεό του Ισραήλ… 
«Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας», τόμ. 1ος, Σεπτέμβριος, Εκδόσεις “Ίνδικτος”

H Γέννηση της Θεοτόκου (8 Σεπτεμβρίου)


 

π.Αλεξάνδρου Schmemann

Ή ευλάβεια πού δείχνει ή Εκκλησία στην Πανα­γία ριζώνει στην υπακοή της στον Θεό, στην εκούσια επιλογή της να δεχθεί μια πρόσκληση αδύνατη στα ανθρώπινα μέτρα. Ή Ορθόδοξη Εκκλησία ανέκαθεν τόνιζε τη σύνδεση της Παναγίας με τον άνθρωπο και χαίρεται γι' αυτήν και τη θεωρεί ως τον καλύτερο, καθαρότερο και πιο υπέροχο καρπό της ανθρώπινης Ιστορίας και της αναζητήσεως τού Θεού από τον άν­θρωπο, της αναζητήσεως τού έσχατου νοήματος, τού έσχατου περιεχομένου της ζωής τού άνθρωπου. 'Αν στη Δυτική Χριστιανοσύνη ή ευλάβεια προς την Πα­ναγία περιστράφηκε γύρω από την άειπαρθενία της, ή καρδιά της ευλάβειας, της σκέψεως και της αγά­πης της Ορθόδοξης Ανατολής προς την Παναγία, υ­πήρξε πάντοτε ή Μητρότητα της, ή σχέση σαρκός και αίματος πού είχε με τον Ιησού Χριστό. Ή Ανα­τολή χαίρεται πού ό ρόλος τού ανθρώπου είναι βα­σικός στο θειο σχέδιο. Ό Υιός τού Θεού έρχεται στη γη, ό Θεός εμφανίζεται για να λυτρώσει τον κόσμο, γίνεται άνθρωπος για να ενσωματώσει τον άνθρωπο στη θεϊκή του κλήση, και σ' αυτό συμμετέχει ολόκλη­ρη ή ανθρωπότητα. 'Αν αντιληφθούμε πώς ή κοινή φύση τού Χριστού με τη δική μας είναι ή μεγαλύτε­ρη χαρά και το μεγαλύτερο βάθος τού Χριστιανι­σμού, ότι ό Χριστός είναι γνήσιος άνθρωπος κι όχι κάποιο φάντασμα ή κάποιο ασώματο φαινόμενο, ότι είναι κάποιος από μας και παραμένει αιωνίως ενω­μένος μαζί μας μέσω της ανθρώπινης φύσεως Του, τότε ή ευλάβεια προς την Παναγία γίνεται κατανοη­τή , επειδή αυτή τού προσέφερε την ανθρώπινη φύση, τη σάρκα και το αίμα Του. Αυτή δίνει τη δυνατότητα στον Χριστό να ονομάζεται πάντοτε "Υιός τού Άν­θρωπου". 
Υιός τού Θεού, Υιός τού Άνθρωπου... ό Θεός πού κατήλθε κι έγινε άνθρωπος, ώστε να μπορέσει ό άνθρωπος να εξαγιαστεί, να μπορέσει να γίνει κοι­νωνός "θείας φύσεως" (Β' Πέτρου 1, 4), ή, σύμφωνα με την έκφραση των διδασκάλων της Εκκλησίας, να "θεωθεί". Ακριβώς εδώ, σ' αυτή την εξαιρετική απο­κάλυψη της αυθεντικής φύσεως και κλήσεως τού άνθρωπου, βρίσκεται ή πηγή αυτής της ευγνωμοσύ­νης και τρυφεράδας πού περιβάλλει τη Θεοτόκο, ως σύνδεσμο μας με τον Χριστό, και μέσω Αυτού με τον Θεό. Πουθενά δε άλλου δεν αντικατοπτρίζεται αυτό καλύτερα απ' ό,τι στη γέννηση της Θεοτόκου. Σε κανένα όμως σημείο της άγιας Γραφής δεν ανα­φέρεται τίποτε γι' αυτό το γεγονός. Γιατί όμως θα έπρεπε να αναφέρεται; Υπάρχει κάτι το αξιόλογο, κάτι το ιδιαίτερα μοναδικό στη συνηθισμένη γέννηση ενός παιδιού, σε μια γέννα όπως όλες οι άλλες; 'Αν όμως ή Εκκλησία άρχισε να μνημονεύει το γεγο­νός με μια ιδιαίτερη εορτή, αυτό δεν έγινε επειδή ή γέννα καθαυτή ήταν κάτι το μοναδικό ή θαυματουρ­γικό ή ασυνήθιστο γεγονός. Το αντίθετο, μάλιστα. 
Το ότι είναι τόσο συνηθισμένο γεγονός αποκαλύ­πτει μια φρεσκάδα και μια λάμψη όσον άφορα το καθετί πού αποκαλούμε "ρουτίνα" και συνηθισμένο, και δίνει νέο βάθος στις "ασήμαντες" λεπτομέρειες της ζωής του άνθρωπου. Τι παρατηρούμε στην εικό­να της εορτής, όταν την αντικρίζουμε με τα πνευμα­τικά μας μάτια; Πάνω σ' ένα κρεβάτι είναι ξαπλω­μένη μια γυναίκα, ή 'Άννα, σύμφωνα με την εκκλη­σιαστική παράδοση, πού μόλις έχει γεννήσει μια κόρη. Δίπλα της είναι ό πατέρας του παιδιού, ό Ιω­ακείμ, σύμφωνα πάλι με την ίδια παράδοση. Λίγες γυναίκες στέκονται εκεί κοντά, πού πλένουν το νεο­γέννητο για πρώτη φορά. Το πιο συνηθισμένο, δη­λαδή, και απαρατήρητο γεγονός. 'Ή δεν είναι έτσι; Μήπως ή Εκκλησία θέλει, μέσα απ' αυτή την εικόνα, να μας πει πώς ή κάθε γέννα, ή είσοδος κάθε νέου άνθρωπου στον κόσμο και στη ζωή, δεν είναι παρά ένα μέγιστο θαύμα, ένα θαύμα πού διαρρηγνύει κά­θε ρουτίνα, επειδή σημαδεύει την αρχή κάποιου γε­γονότος δίχως τέλος, την αρχή μιας μοναδικής και ανεπανάληπτης ζωής, την αρχή ενός νέου προσώπου; Με κάθε γέννα ό κόσμος δημιουργείται, κατά μία έννοια, εξ αρχής, και προσφέρεται ως δώρο σ' αυτόν το νέο άνθρωπο για να είναι ή ζωή του, ό δρόμος του, ή δημιουργία του.
Κατ' αρχάς, αυτή ή γιορτή δεν είναι παρά ένας γενικός εορτασμός της γεννήσεως του άνθρωπου, και, όπως λέει το Ευαγγέλιο, δεν θυμόμαστε πλέον την αγωνία "διά την χαράν ότι έγεννήθη άνθρωπος εις τον κόσμον" (Ίωάν. 16,21). Δεύτερον, τώρα γνω­ρίζουμε αυτόν τού όποιου την ιδιαίτερη γέννηση και τον ερχομό εορτάζουμε: την Παναγία. Γνωρίζουμε τη μοναδικότητα, την ομορφιά, τη χάρη ακριβώς αυ­τού τού παιδιού, τον προορισμό του, τη σημασία του για μας και για ολόκληρο τον κόσμο. Και τρίτον, γιορτάζουμε όλους όσοι προετοίμασαν τον δρόμο της Παναγίας, πού συνέβαλαν στο να κληρονομήσει τη χάρη και την ομορφιά. Σήμερα πολλοί άνθρωποι μιλούν για κληρονομικότητα, άλλα μόνο με μια αρ­νητική, ύποδουλωτική και αιτιοκρατική έννοια. Ή Εκκλησία πιστεύει σε μια θετική και πνευματική κληρονομικότητα. Πόση πίστη, πόση καλωσύνη, πό­σες γενιές ανθρώπων πού αγωνίστηκαν να ζήσουν την αγιότητα, δεν χρειάστηκαν πριν το δένδρο της ιστορίας μπορέσει να βγάλει ένα τέτοιο υπέροχο και ευωδιαστό λουλούδι -την Παρθένο Παναγία! Γι' αυ­τό ή εορτή της Γεννήσεως της είναι ένας εορτασμός της ανθρώπινης ιστορίας, εορτασμός της πίστεως στον άνθρωπο, ένας εορτασμός τού άνθρωπου. Δυ­στυχώς όμως, ή κληρονομιά τού κακού είναι πολύ πιο ορατή και γνωστή σήμερα. Υπάρχει τόσο κακό γύρω μας, ώστε αυτή ή πίστη στον άνθρωπο, στην ελευθερία του, στη δυνατότητα του να παραδίδει στις μελλοντικές γενιές μια φωτεινή κληρονομιά καλοσύνης έχει σχεδόν εξατμιστεί κι έχει αντικατασταθεί από τον κυνισμό και την υποψία... Αυτός ό εχθρικός κυνισμός και ή αποθαρρυντική υποψία είναι ακρι­βώς ό,τι μας κάνει ν' απομακρυνόμαστε από την Εκ­κλησία, τη στιγμή πού αυτή γιορτάζει, με τέτοια χα­ρά και πίστη, τη γέννηση ενός κοριτσιού, στο όποιο συγκεντρώνεται όλη ή καλοσύνη, ή πνευματική ομορ­φιά, ή αρμονία και ή τελειότητα, πού είναι στοιχεία της γνήσιας ανθρώπινης φύσεως. Μέσα απ' αυτό το νεογέννητο κορίτσι, ό Χριστός -το δώρο του Θεού, ή συνάντηση μαζί Του - έρχεται ν' αγκαλιάσει τον κόσμο. Εορτάζοντας έτσι τη γέννηση της Παναγίας, βρισκόμαστε ήδη στον δρόμο προς τη Βηθλεέμ, κι­νούμενοι προς το χαρμόσυνο μυστήριο της Παναγίας ως Θεοτόκου.  


ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΜΕΜΑΝ 
Η ΠΑΝΑΓΙΑ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΑΚΡΙΤΑΣ

Σάββατο 6 Σεπτεμβρίου 2025

Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ - π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος


Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ
πηγή: εδώ
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία
τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου,
ἐπάνω στό χωρίο τῆς πρός Γαλάτας ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, κεφάλαιο 6ο, στίχοι 11 ἕως 18, στά πλαίσια τῆς ἑρμηνείας τοῦ κηρύγματος τῆς Κυριακῆς, πού ἔγινε τήν Κυριακή στίς 8-9-2013. 
εὐαγγελική περικοπή πού ἀκούσαμε πρίν ἀπό λίγο, μᾶς προετοιμάζει γιά τήν ἐπερχόμενη ἑορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Γι᾽ αὐτό, ἡ Κυριακή ἡ σημερινή πέρα ἀπό τή μεγάλη γιορτή τοῦ Γενεθλίου τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ὀνομάζεται καί Κυριακή πρό τῆς Ὑψώσεως τοῦ Σταυροῦ. Σ᾽ αὐτή τήν προετοιμασία λοιπόν, ἀκούσαμε τά δύο ἀναγνώσματα, πού εἶναι τόσο βαθιά σέ νοήματα, πού θά ἦταν ἀδύνατο λόγοι ὁλόκληροι νά ἀναλύσουν τή θεολογία αὐτῶν τῶν δύο κειμένων. Θά προσεγγίσουμε στοιχειωδῶς τό κείμενο τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Καί τό προσεγγίζουμε προσωπικῶς, εἰδικά γιά τόν ἀπόστολο Παῦλο, γιατί ἐκφράζει τή βαθιά πορεία τοῦ κάθε πιστοῦ, μπροστά στόν κάθε σταυρό πού σηκώνει [κάθε μέρα] μπροστά του. Εἶναι μιά πορεία βαθιά ἐσωτερική, θά λέγαμε πού ἀναλύει τόν ἑαυτό του καί ταυτόχρονα ἐκφράζει τόν κάθε ἄνθρωπο πού μέ κάποιο τρόπο ἔτσι ἤ ἀλλιῶς σηκώνει μεγάλους ἤ μικρούς σταυρούς στή ζωή του. Ν᾽ ἀκούσουμε τήν πορεία αὐτοῦ τοῦ κειμένου πραγματικά, γιά νά ὠφεληθοῦμε βαθύτατα γι᾽ αὐτή τήν προσωπική σταυρική μας πορεία, πού τή ζοῦμε μέσα στό γεγονός τῆς Ἐκκλησίας. 
Τό πρῶτο σημεῖο πού τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει ὅτι ἐγώ ἔχω μονάχα ἕνα καύχημα. Τό καύχημα τοῦ σταυροῦ! Προσέξτε το, ἐδῶ εἶναι ἕνα πολύ βαθύ ξεκαθάρισμα. Ζοῦμε μέσα σέ δεκάδες προκλήσεις γιά νά καυχόμαστε, γιά ὁποιεσδήποτε ἐπιτυχίες μας, γιά ὁποιαδήποτε ἀξιώματα πού ἀποκτήσαμε καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐπιλέγει ἕναν ἄλλο τρόπο, μυστικό τρόπο, ἀλλά τόν τρόπο! Τόν τρόπο πού πραγματικά θεραπεύει. Διαλέγει ἕνα καύχημα. Τά καυχήματα μέ τά ὁποῖα εἴμαστε φορτωμένοι εἶναι δεκάδες τέτοια, μᾶς τά φόρτωσε ὁ κόσμος. Καί ἐμεῖς πολλές φορές παραληροῦμε μέσα ἐκεῖ ἤ πολλές φορές ἀγανακτοῦμε ἤ πολλές φορές ζητᾶμε δικαιώσεις. Καί ξεχάσαμε τό πρωτογενές μέγεθος, πού θά μᾶς κάνει πραγματικά ἐλεύθερους, αὐτό τό καύχημα τοῦ σταυροῦ! Θά λέγατε δέν τό θέλουμε. Χάσατε τήν εὐκαιρία νά ἀποκτήσετε τά πρῶτα βήματα καί τούς πιό οὐσιαστικούς βηματισμούς, γιά τή βαθιά σας προσωπική ἐλευθερία, πού ἄν ἐσεῖς ἐλευθερωθεῖτε, θά ἐλευθερώσετε καί τόν κόσμο πού εἶναι πλάι σας. Εἶναι λοιπόν, ὁ ἀπόστολος Παῦλος πού τό θεωρεῖ καύχημα, ἕνα καύχημα ἔχει μόνο. 
Μέσα ἀπ᾽ αὐτό τό πρῶτο βῆμα τοῦ καυχήματος τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἀναλύει κάτι βαθύτερο, πού κι αὐτό μᾶς ἀφορᾶ. Λέει: «κἀγώ τῷ κόσμῳ ἐσταύρωμαι». Τί σημαίνει ἐγώ «ἐσταύρωμαι τῷ κόσμῳ»; Ποιός τόν σταύρωσε, πέρα ἀπό τά πάθη πού σήκωσε πάνω του, πέρα ἀπό τίς δυσκολίες πού πέρασε, ὅλοι τίς περνᾶμε. Εἶναι ἡ σταύρωση τῶν παθῶν, λένε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀφοῦ δέν ἔχουμε κανένα καύχημα, ἀφοῦ δέν καυχόμαστε γιά τίποτε, ἀφοῦ δέν βαυκαλιζόμαστε γιά τίποτε, ἀκολουθεῖ τό σταύρωμα τῶν παθῶν, τῶν ὁποιωνδήποτε παθῶν. Τά πάθη μᾶς ἐμποδίζουν νά μποροῦμε νά καυχόμαστε γιά τόν σταυρό. Καί τότε λέει γινόμαστε ἐλεύθεροι. Καί ἔρχεται ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί λέει: «κἀγώ τῷ κόσμῳ ἐσταύρωμαι». 
Ὅ,τι εἶναι, ἡ ὕπαρξή του, ἡ ζωή του, ἡ καρδιά του, ὁ νοῦς του, τά χέρια του, τά πόδια του, οἱ αἰσθήσεις του, ὅλα τά σταυρώνει γιά τόν Χριστό. Τίποτε γι᾽ αὐτόν δέν εἶναι ἡ ἡδονή πού θά ἀξιοποιήσει τόν κόσμο γιά νά χαρεῖ κάτι παραπάνω. Ὅλα τά σταυρώνει καί μέσα ἀπ᾽ αὐτό τόν σταυρό, τό ὅλον τῆς ὑπάρξεώς του, τῶν αἰσθήσεών του, εἶπα τόν νοῦ ἤ τήν καρδία καί ὅλες τίς αἰσθήσεις, γίνεται ἐλεύθερος μέσα ἀπό τό πρῶτο βήμα, τό ὁποῖο εἶναι ἀπαλλαγή ἀπό ψεύτικα καυχήματα τοῦ κόσμου. 
Καί συνεχίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος· προσέξτε, ὁδηγώντας ἐμᾶς! Στήν προσωπική μας ἐσωτερική καί μυστική πορεία, σέ μιά βαθιά ἀπελευθέρωση τοῦ εἶναι μας, τό τονίζω, ἀπελευθέρωση τοῦ εἶναι μας! Συνεχίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί λέει κάτι καί πάλι πάρα πολύ οὐσιαστικό, τό ὁποῖο καί αὐτό τό ἔχουμε ξεχάσει, μέσα σ᾽ αὐτόν τόν δρόμο τῆς τελείως παλίνδρομης ἰσορροπίας πού ζοῦμε στή ζωή μας. Λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος μετά ἀπό τό καύχημα πού δέν ἔχει καί μετά ἀπό τόν σταυρό πού σηκώνει πάνω στό σῶμα του, λέει παρακαλῶ, «κόπους μοι μηδείς παρεχέτω». Τί σημαίνει αὐτό; Μή μοῦ φορτώνετε κόπους; Τό λέει αὐτός πού φορτώθηκε τούς κόπους ὅλης τῆς οἰκουμένης νά κηρύξει τό Εὐαγγέλιο; «Κόπους μοι μηδείς παρεχέτω». Ξέρετε, ὅ,τι καί νά κάνετε, κανείς δέν μπορεῖ νά μοῦ φορτώσει κάτι παραπάνω. Τά ᾽κανα ὅλα, κατά τά μέτρα τοῦ Χριστοῦ. «Κόπους μοι μηδείς παρεχέτω». Ὅποιος λέει λοιπόν ξέρετε μέ φορτώνει αὐτός, μέ φορτώνει ὁ ἄλλος, ἄν σήκωσες τόν σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ἄν δέν εἶχες καύχημα, ἄν ταυτόχρονα σταύρωσες τά πάθη σου, κανείς δέν μπορεῖ νά σέ φορτώσει τίποτε. «Κόπους μοι μηδείς παρεχέτω!». 
Καί ὁλοκληρώνει αὐτή τή μυστική ἐσωτερική πορεία ὁ ἀπόστολος Παῦλος, πού τήν κάνει γιά ἐμᾶς πιά, ἁρπάξτε τήν εὐκαιρία καί κάντε το καί ἐσεῖς βηματισμό σας. Τελειώνει μέ μιά φράση καί αὐτή φαίνεται ἀκατανόητη. Λέει: «τά στίγματα τοῦ Κυρίου ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω». «Τά στίγματα τοῦ Κυρίου» πιά «ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω», ὅλα τά ἄλλα ἦταν μιά βαθιά ἐσωτερική πορεία, μιά βαθιά ἀλλοίωση τῆς ψυχῆς του καί μιά μεταμόρφωση τῆς ψυχῆς του. Καί φτάνει στά στίγματα τοῦ σώματός του. Ποιά εἶναι τά στίγματα τοῦ σώματός μου; Ὅ,τι κάνει ἕνας ἄνθρωπος πού βαστιέται στόν Χριστό. Μπορεῖ νά εἶναι τά δάκρυα, τά ὁποῖα χαρακώνουν τό μέτωπό του καί τά μάγουλά του. Μπορεῖ νά εἶναι τά γόνατά του πού ἔχουν λιώσει στήν προσευχή. Μπορεῖ νά εἶναι οἱ νηστεῖες του, αὐτά εἶναι στίγματα τοῦ σώματος. Αὐτή ἡ κόπωση τοῦ σώματος, πού εἶναι εὐλογημένη καί φέρνει ἀνάπαυση, εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς βαθιᾶς ἀσκήσεως. Τί κρίμα πού κάθε μέρα κοπιῶμε γιά τά δεκάδες ψεύτικα πράγματα καί ταραζόμαστε καί ἀρρωσταίνουμε καί δέν κοπιῶμε καί δέν χαράσσουμε τίς παρειές μας, τά γόνατά μας καί ὅλη μας τήν ὕπαρξη ἀπό τά στίγματα τοῦ Χριστοῦ. Καί τότε ἔρχεται ἡ ἀπελευθέρωση καί φαίνεσαι γερασμένος καί ἐξαφανισμένος καί τότε εἶσαι ἐλεύθερος. 
Ἡ ἐλευθερία! Πόση μεγάλη ἀπαίτηση ἡ ἐλευθερία. Πόσοι ἄνθρωποι κάθε μέρα πεθαίνουν, γιατί ψάχνουν μιά ἐλευθερία; Μά ποιά ἐλευθερία ψάχνουν; Πόσες μάχες, πόσοι πόλεμοι, πόσες διαμάχες καθημερινές; Πόσα κορμιά νά πέφτουν στά πεδία τῶν μαχῶν; Καί ἡ ἐλευθερία δέν ἔρχεται, γιατί ἡ ἐλευθερία εἶναι μιά ἄλλη πορεία. Εἶναι πραγματικά αὐτή, ἡ μοναδική πορεία ὅπως τήν ἐκφράζει σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος. 
Γι᾽ αὐτό ὁ πιστός λαός τοῦ Θεοῦ, πού εὐσεβῶς στέκεται μπροστά στά γεγονότα τά ὁποῖα γιορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας, νά ξεπεράσει τά γεγονότα ὡς γεγονότα καί νά μπεῖ στό βάθος τους. Ἔρχεται ἡ γιορτή τοῦ Σταυροῦ. Κυριακή πρό τῆς Ὑψώσεως εἶναι καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς πρότεινε ἕναν πολύ μυστικό ἐσωτερικό δρόμο, τόν δικό του δρόμο, πού εἶναι ὁ δρόμος τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ὁ δικός μας δρόμος. Παρακαλῶ, μήν τόν χάσετε, γιατί ἡ ἐλευθερία θά παραμένει χαραγμένη στό νοῦ σας καί θά εἶναι μιά ἀπαίτηση καί μιά γκρίνια. Ἐλευθερία εἶναι ἄλλο γεγονός, εἶναι ἡ ἐλευθερία πού δίνει ὁ Χριστός μέσα ἀπό τόν βηματισμό πού χάραξε ὁ ἀπόστολος Παῦλος. 
Παρακαλῶ, ἀκολουθῆστε τον καί πραγματικά θά γίνετε ἐλεύθεροι ἄνθρωποι!

  

Περισσότερες ομιλίες του πατρός Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου είναι διαθέσιμες στην ιστοσελίδα :  www.floga.gr   

 


Αγία Νεομάρτυς Λυγερή η Χιοπολίτις.

Αγία Νεομάρτυς Λυγερή η Χιοπολίτις. 
6 Σεπτεμβρίου.

Ἁγία νεομάρτυς Λυγερή ἡ Χιοπολίτις γεννήθηκε στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰῶνος στό χωριό Ἀνάβατος τῆς Χίου. Ἀνατράφηκε μέ τά νάματα τῆς ὀρθοδόξου ἡμῶν πίστεως, ἐνῶ διακρινόταν γιά τό ψυχοσωματικό της κάλλος, γεγονός πού προκάλεσε τήν ἐρωτική ἓλξη τοῦ Τούρκου τυράννου. Παρά τις ὑποσχέσεις καί τίς πιέσεις του γιά πλούτη καί τιμές, ἡ πάνσεμνος Λυγερή ἒμεινε σταθερή στήν πίστη της καί ἀρνήθηκε τόν γάμο μέ τόν ἀλλόπιστο Ἀγαρηνό. Στίς 6 Σεπτεμβρίου 1822, ἡμέρα ἑορτασμοῦ στόν Ἀνάβατο Χίου τοῦ ἐν Χώναις θαύματος τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, κατέφθασαν στό χωριό οἱ ἀκόλουθοι τοῦ Τούρκου τυράννου. 
Τότε μέσα στήν προκληθεῖσα ἀναστάτωση ἃρπαξαν βίαια καί παρά τήν ἀρνησή της τήν πάνσεμνο Λυγερή γιά νά τήν ὁδηγήσουν σ’αὐτόν. Στή διαδρομή ἡ Λυγερή ἀγκάλιασε μέ ὃλη της τή δύναμη ἓνα δένδρο, διακηρύσσοντας μέ παρρησία ὃτι δέν πρόκειται νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό. Τότε ἓνας ἀκόλουθος τήν ἀποκεφάλισε καί μέ τήν τιμία της κεφαλή ἒφυγε τρέχοντας πρός τήν παραλία Ἐλίντα, ὃπου περίμενε ὁ Τοῦρκος τύραννος. Ἀπό το αἷμα τῆς ἀθληφόρου νεομάρτυρος χάραξε ἡ μητέρα της στά παρακείμενα βράχια τρεῖς σταυρούς, ἐκ τῶν ὁποίων ὁ ἓνας ἒχει διασωθεῖ μέχρι σήμερα. 
«Ουκ έδωκεν ημίν ο Θεός Πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού» (Β΄ Τιμοθ. Α', 8) 
Πολλοί οι χοροί των Αγίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Πολλοί οι δίκαιοι, οι εκλάμποντες ως φωστήρες. Πολλοί οι υπέρ Πίστεως και Πατρίδος αγωνισθέντες και τελειωθέντες. 
Σε αυτούς ανήκει και η Αγία Έθνο - Νεομάρτυς Λυγερή. 
Η δεκαοκτάχρονη ελληνοπούλα Λυγερή, ζούσε στο αγαπημένο της χωριό, τον Ανάβατο της Χίου. Φημιζόταν για το πνευματικό και σωματικό της κάλλος, τόσο, ώστε να προξενήσει την εμφάνιση του πασά, στα 1822, στο χωριό της. Της έταξε πλούτη, δόξα, δύναμη, μα η αγνή νεομάρτυς δεν τα δεχόταν και έστρεφε το βλέμμα της προς τον Ουρανό, στον Νυμφίο της Εκκλησίας. Εκεί θα αποκτούσε δόξα, την επουράνιο Βασιλεία του Θεού. 
Οι πιέσεις εντείνονταν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Και ενώ ακόμη αυτό συνεχιζόταν, κάποια ημέρα, στο πανηγύρι του παλιού χωριού, στις 6 Σεπτεμβρίου 1822, εορτή του «εν Χώναις θαύματος» του Αρχαγγέλου και Ταξιάρχου Μιχαήλ, εκεί που οι χωριανοί γλεντούσαν και χόρευαν, εμφανίστηκαν δέκα υπηρέτες του πασά. Το χωριό αναστατώνεται, οι κάτοικοι κρύβονται. Παντού επικρατεί σιωπή. Και η Λυγερή στέκει ως «Ρόδο το αμάραντο» στο κέντρο της πλατείας και με υπομονή μεγάλη προσμένει τους Τούρκους. Φτάνουν κοντά, ζητούν να τους ακολουθήσει και στην αρνητική της απόκριση, την αρπάζουν και τρέχουν για την Ελίντα, εκεί που ο πασάς πρόσμενε την παρθένο ελληνοπούλα. Η Λυγερή προσεύχεται και παρακαλεί τον Νυμφίο της να διατηρήσει αγνό το σώμα και την ψυχή της, όπως μέχρι τότε. 
Σε μια στιγμή, στο δυσκολότερο σημείο του γκρεμού, κατεβαίνοντας για την Ελίντα, όπως την τραβούσαν και αντιστεκόταν, αρπάζει με τα χέρια της μια αγριοβερυκοκιά, με τόση δύναμη, ώστε να μην μπορεί να φύγει από το δέντρο. 
Οι Τούρκοι την απειλούν με θάνατο και βλαστημούν αφηνιασμένα. Η Λυγερή τους απαντά: «Εγώ Χριστιανή γεννήθηκα και Χριστιανή θα πεθάνω, την πίστη δεν αλλάζω. Παρακάτω δεν πρόκειται να πάω, κάντε μου ότι θέλετε». Στα αυτιά, την καρδιά και το μυαλό της αντηχούν τα λόγια εκείνα του Χριστού «και μη φοβηθήτε από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχή μη δυναμένων αποκτείναι» (Ματθ. Ι΄, 28), αλλά και «τι γάρ ωφελήσει άνθρωπον εάν κερδήση τον κόσμον όλον και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; Ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;» (Μαρκ. Η΄, 35-37). 
Τη στιγμή εκείνη, ένας μαύρος σκλάβος Λαζός, σωστός λύκος, βγάζει το γιαταγάνι και της κόβει το κεφάλι. Το παίρνει και εξαφανίζεται τρέχοντας για την Ελίντα. Μάταια τον κυνηγούν οι χωριανοί της Λυγερής να του το πάρουν. 
Εν τω μεταξύ, το άγιο σώμα της Λυγερής σπαρταρούσε και το καυτό αίμα έβγαινε από το λαιμό της, σαν φλέβα που πότιζε με μαρτυρία Χριστού και Ελλάδας τον μαρτυρικό εκείνο τόπο. Η μητέρα της παίρνει από το αίμα που τρέχει τρεις φούχτες και κάνει τρεις σταυρούς πάνω στα απόκρημνα βράχια. «Υμίν εχαρίσθη το υπέρ Χριστού ου μόνον το εις Αυτόν πιστεύειν αλλά και το υπέρ Αυτού πάσχειν» (Φιλιππησίους Α΄, 29). 
Το κεφάλι της νεομάρτυρος, το πήρε ο πασάς από τον Λαζό και από τη στεναχώρια του τον αποκεφάλισε. Ύψωσε το μαύρο του σημαιάκι στο πλοιάριο και έφυγε για το λιμάνι της Χίου λυπημένος.Η πίστη της, την έσωσε την Λυγερή και της χάρισε την βασιλεία των ουρανών. 
Στο σημείο που θυσιάστηκε υπάρχει μια μάζα λίθων, που δεν γνωρίζει κανείς πως βρέθηκαν εκεί. Μια παράδοση αναφέρει ότι, κάθε βράδυ ρίχνει έναν η Αγία Λυγερή και δημιουργήθηκε ένας σωρός, προς ανάμνησιν του τόπου του μαρτυρίου της. 
Εκεί, υπάρχει και το ημιτελές ναΐδριο της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Ειρήνης, το οποίο επεχείρησε στα μέσα της δεκαετίας του 1970 να κατασκευάσει ο τότε διοικητής του σταθμού της χωροφυλακής των Καρυών αλλά τελικά δεν ευδοκίμησε το εγχείρημα. Μακάρι να ολοκληρωθεί και να αποτελέσει προσκυνηματικό σημείο απόδοσης τιμής και ευλάβειας τόσο προς την Αγία Ειρήνη όσο και προς την Αγία Λυγερή. Και να τελείται η Θεία Λειτουργία την ημέρα της εορτής της. Επίσης, να διαφυλαχθεί και προστατευθεί το σημείο των Σταυρών με το αίμα της Αγίας. Η μνήμη της τιμάται στις 6 Σεπτεμβρίου. Ευχής έργον θα ήταν να συνεορτάζεται, στον Ανάβατο, μαζί με τον Αρχάγγελο και Αρχιστράτηγο Μιχαήλ, την ημέρα μνήμης του «εν Χώναις Θαύματος του». 
Εύχομαι σε όλους να αξιωθείτε να επισκεφθείτε το ιερό εκείνο μέρος, τόπο μαρτυρίου μιας σύγχρονης συμπολίτισσας μας νεομάρτυρος, καθώς επίσης και ο βίος της Αγίας Λυγερής της Χιοπολίτιδος πάντοτε να μας εμπνέει και να αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση, υπό την έννοια της υποχρέωσης κάθε πραγματικού χριστιανού να δίδει ομολογία πίστεως- ομολογία Χριστού κάτω από οιεσδήποτε κοινωνικές, εθνικές και πολιτικές συνθήκες. Ο λόγος του Θεού, η μαρτυρία υπέρ Θεού, είναι αδύνατον να αποσιωπηθεί. «Ο λόγος του Θεού ου δέδεται» (Τιμοθ. Β΄, 9).

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
νθέως ἐνήθλησας, Παρθενομάρτυς κλεινή, αἱμάτων σου ῥεύμασι, τῆς ἀθανάτου Ζωῆς, το Δένδρον ποτίσασα. Πίστει γάρ παριδοῦσα, ἡδονάς ψυχοφθόρους, ἒῤῥηξας τοῦ βελίαρ, τάς ἐπάλξεις θεόφρον, ἡμῖν παρεχομένη σεπτῶς, χαρίσματα ἒνθεα.

* Φορητή εἰκόνα τῆς Ἁγίας νεομάρτυρος Λυγερῆς τῆς Χιοπολίτιδος. Ἒργον τοῦ ἁγιογραφικοῦ οἲκου Βουρδαχᾶ.

6η Σεπτεμβρίου. Τού αγίου νεομάρτυρος ΜΑΞΙΜΟΥ ΣΑΝΤΟΒΙΤΣ τού πρεσβυτέρου



 Τη αύτη ημέρα μνήμη τού αγίου νεομάρτυρος ΜΑΞΙΜΟΥ ΣΑΝΤΟΒΙΤΣ τού πρεσβυτέρου.

Ό άγιος Μάξιμος γεννήθηκε το 1886 στο χωριό Ζντένια της Καρπαθορωσίας (Ρουθηνίας), στα σημερινά σύνορα Πολωνίας και Σλοβακίας, ή οποία πριν από τον Α' Παγκόσμιο πόλεμο υπαγόταν στην Αυστροουγγαρία. Από τα παιδικά του χρόνια διακρινόταν για την πολλή του ευσέβεια. Στο κολλέγιο σηκωνόταν πολύ πρωί, για να διάβαση στο δωμάτιο του την ακολουθία τού όρθρου και να ψάλει διάφορα τροπάρια. Ό πόθος του ήταν να γίνει ιερεύς ή μοναχός. Γι’αυτό, μόλις τελείωσε τα γυμνασιακά μαθήματα, εισήλθε ως δόκιμος σε ουνιτικό μοναστήρι της γενέτειρας του. Απογοητευμένος όμως από τον τρόπο ζωής της αδελφότητος, υστέρα από τρείς μήνες έφυγε κρυφά και μετέβη στην λαύρα του Ποτσάεφ της Βολυνίας (δυτική Ουκρανία), πού ήταν γνωστή τόσο για το αυστηρό τυπικό και την πνευματικότητα της, όσο και για την μαρτυρία της Όρθοδοξίας. 

 

Ενώ ήταν ακόμη δόκιμος, ό μητροπολίτης Κιέβου και Γαλικίας Αντώνιος Χραποβίτσκυ (1863-1936) επισκέφθηκε την λαύρα και ζήτησε από τον Ηγούμενο ένα δόκιμο, με σκοπό να τον χειροτόνη­ση ιερέα, για να εξυπηρετεί τις κοινότητες των Καρπαθίων ορθοδό­ξων, πρώην Ουκρανών ουνιτών. Ό κλήρος έπεσε στον Μάξιμο. Εγ­κατέλειψε κατ' ανάγκην την επιθυμία του να μονάσει και ακολού­θησε τον μητροπολίτη. Παρακολούθησε το ορθόδοξο σεμινάριο στο Ζιτομίρ και μετά τον γάμο του με λευκορωσίδα ό σεβασμιότατος Αντώνιος τον χειροτόνησε ιερέα (1911). Αναλαμβάνοντας αμέσως τα ποιμαντικά του καθήκοντα, επέστρεψε στην πατρίδα του και έτέλεσε στο Κράμπ, κοντά στο χωριό του, την πρώτη ορθόδοξη λει­τουργία μετά την επιβολή της ουνίας στην Καρπαθορωσία (ιη'αι.). Όταν επισκέφθηκε το πατρικό του σπίτι, συνελήφθη και καταδι­κάσθηκε σε βαρύ πρόστιμο και οκτώ ήμερες φυλάκιση. Ό π.Μάξι­μος, ανυποχώρητος, μετά την αποφυλάκιση συνέχισε τις λειτουργίες στα γειτονικά χωριά. 
Ή θαρραλέα του στάση έγινε αφορμή να καταδικασθεί και ό ίδιος αλλά και οι πιστοί πού τον βοηθούσαν. Τον Μάρτιο του 1912 μεταφέρθηκε αλυσοδεμένος σε φυλακή του Λβώφ και επί δύο χρόνια περνούσε από αλλεπάλληλες ανακρίσεις, με την κατηγορία ότι ήταν ορθόδοξος, ότι χρησιμοποιούσε εκκλησιαστικά βιβλία γραμμένα στα ρωσικά και ότι συνεργαζόταν με τους Ρώσους, εχθρούς των Αυ­στριακών. Παρά τις ψευδείς κατηγορίες πού εξαπέλυαν εις βάρος του, τον Ιούνιο του 1914 αθωώθηκε και αυτός και ή συνοδεία του και επέστρεψε στο χωριό του με κλονισμένη υγεία από τις κακο­ποιήσεις, την απομόνωση και τα παντός είδους μαρτύρια. 
Τον Αύγουστο, παραμονή του Α' Παγκοσμίου πολέμου, συνελήφθη πάλι, αυτήν την φορά με την εγκυμονούσα σύζυγο του, τους γονείς του και ορθοδόξους συγχωριανούς του. Με ύβρεις σύρθηκαν όλοι αλυσοδεμένοι στις φυλακές του Γκόρλιτσε. Στις 6 Σεπτεμβρί­ου 1914 τον έβγαλαν από το κελί του και του ανακοίνωσαν, χωρίς εξηγήσεις, ότι είχε καταδικασθεί σε θάνατο. Καθώς του έδεναν τα χέρια και τα μάτια, είπε ήρεμα: «Δεν χρειάζεται’ δεν πρόκειται να φύγω». Τον τουφέκισαν στην εσωτερική αυλή της φυλακής, μπρο­στά στα μάτια των γονέων του. Ό μάρτυς πρόφθασε να φωνάξει «Ζήτω ή Ορθοδοξία!» και έπεσε στο πλακόστρωτο. Ένας από τους φονείς του τον πλησίασε και τον αποτελείωσε με τρείς ριπές, πού τίναξαν τα μυαλά του στους τοίχους της φυλακής.

Το 1922 ή λάρνακα με το λείψανο του μεταφέρθηκε στο χωριό του Ζντένια και ενταφιάσθηκε δίπλα στην εκκλησία. Έκτοτε ο τάφος του προσελκύει πολλούς προσκυνητές και ή τιμή του ως άγιου εξαπλώθηκε μεταξύ των ορθοδόξων Καρπαθορώσων, ακόμη και μετά τον εκπατρισμό αυτού του λαού, για τον όποιο ο άγιος Μάξιμος έγινε το σύμβολο της εθνικής και θρησκευτικής του ταυτότητος.

 

 Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τόμος Α΄ Σεπτέμβριος εκδόσεις, ΙΝΔΙΚΤΟΣ

ΤΟ ΕΝ ΧΩΝΑΙΣ ΘΑΥΜΑ


ΤΟ ΕΙΛΗΤΑΡΙΟΝ 
ΤΟ ΕΝ ΧΩΝΑΙΣ ΘΑΥΜΑ

Μια από τις θαυματουργικές επεμβάσεις του αρχαγγέλου Μιχαήλ, με την οποία, όπως αναφέρεται και στο απολυτίκιο της παρούσης ημέρας, «διεφύλαξε τὸν ἑαυτοῦ ναὸν ὡς ἄλλην κιβωτὸν καὶ ἠκόντισε πόρρω τὸν ῥοῦν τῶν ποταμίων ῥείθρων», είναι το εν Χώναις θαύμα, που η ανάμνησή του γιορτάζεται στις 6 Σεπτεμβρίου.

Όταν οι άγιοι Απόστολοι ξεκίνησαν για να κηρύξουν το λόγο του Ευαγγελίου σ’ όλη την οικουμένη, ο ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος κατευθύνθηκε αρχικά στην Έφεσο. Δεύτερος σταθμός του ήταν η Ιεράπολη, στα σύνορα Φρυγίας και Λυδίας. 
Κατά την Ιεράπολη υπήρχε η τοποθεσία «Χαιρέτοπος». Εκεί ο άγιος Ιωάννης, αφού δίδαξε και θαυματούργησε, προφήτευσε ότι κάποτε θ’ αναβλύσει πλούσιο αγίασμα, που θα τιμάται στ’ όνομα του αρχαγγέλου Μιχαήλ και θα κάνει πολλά θαύματα.

Έτσι κι έγινε. Το αγίασμα που ανέβλυσε, θεράπευε καθημερινά, με τη δύναμη του αρχαγγέλου, όχι μόνο χριστιανούς αλλά και απίστους. 
Κάποιος ειδωλολάτρης από την Λαοδίκεια είχε μια κόρη βουβή. Ο αρχάγγελος την έκανε καλά με το αγίασμα, κι ο πατέρας της από ευγνωμοσύνη έχτισε εκεί περικαλλή ναό προς τιμήν του Αρχιστρατήγου.

Είχαν περάσει ενενήντα χρόνια από το χτίσιμο του ναού, όταν μια μέρα ήρθε ένα δεκάχρονο παιδί από την Ιεράπολη, με σκοπό ν’ αφιερωθεί στον Ταξιάρχη. Ονομαζόταν Άρχιππος. Παρέμεινε εκεί, διακονούσε στο ναό ως νεωκόρος κι έκανε αυστηρή άσκηση, παρά τη νεαρή του ηλικία. 
Η αγία του ζωή, καθώς και τα καθημερινά θαύματα του αρχαγγέλου, ερέθιζαν τους απίστους. Επιχείρησαν λοιπόν κάποτε να σκοτώσουν τον Άρχιππο και να εξαφανίσουν το αγίασμα. Όταν όμως πλησίασαν, είδαν από μέσα να βγαίνει φωτιά, κι έφυγαν τρομαγμένοι.

Στ’ αριστερά της εκκλησίας έτρεχε ένας ποταμός, ο Χρύσος. Αυτόν σκέφτηκαν οι ειδωλολάτρες να κατευθύνουν πάνω από το αγίασμα, ώστε να αναμειχθεί με το νερό του ποταμού, κι έτσι οι χριστιανοί να μη μπορούν να το χρησιμοποιήσουν.
Πραγματικά, έστρεψαν την κοίτη του Χρύσου πάνω στο αγίασμα, αλλά ξαφνικά το ποτάμι, σαν να σεβάστηκε τη χάρη του αρχαγγέλου, στράφηκε προς τα δεξιά του ναού σε τόση απόσταση, όση είχε πριν προς τ’ αριστερά. Από τότε τα νερά του ακολουθούν την ίδια ροή.

Ύστερα κι απ’ αυτή την αποτυχία τους οι ειδωλολάτρες σοφίστηκαν άλλο τέχνασμα. Στ’ ανατολικά του αγιάσματος πήγαζαν δύο μεγάλα ποτάμια, ο Λυκόστρατος και ο Κούφος. Κατεβαίνοντας, περνούσαν σε μεγάλη απόσταση από τις δύο πλευρές του ναού. Ύστερα ενώνονταν, διέσχιζαν τη Λυκία και χάνονταν στη θάλασσα, απέναντι από τη Ρόδο. 
Αυτά τα δύο ποτάμια σκέφτηκαν να στρέψουν πάνω στο ναό και το αγίασμα, ώστε να μην απομείνει ούτε ίχνος. Ο τόπος προσφερόταν. Ήταν πολύ κατηφορικός και το νερό θα κατέβαινε με μεγάλη ορμή. Έσκαψαν, πελέκησαν ένα βράχο, άνοιξαν τάφρους και χαντάκια και σχημάτισαν φράγμα για να συγκεντρωθεί το νερό. 
Πέρασαν δέκα μέρες. Τότε οι ασεβείς ελευθέρωσαν το φράγμα, και τα νερά των ποταμών όρμησαν με παφλασμό προς το αγίασμα.

Ο Άρχιππος, ανύποπτος, προσευχόταν στο ναό. Καθώς τα νερά πλησίαζαν με ορμή, ακούει μια βροντή και βλέπει τον αρχάγγελο Μιχαήλ να κατεβαίνει μέσα στην εκκλησία και να του λέει με δυνατή φωνή: 
-Άρχιππε, βγες από το ναό πριν σε καταποντίσουν τα νερά!
Ο Άρχιππος βγήκε και, μην αντέχοντας να βλέπει την αστραφτερή όψη του αρχαγγέλου, έπεσε στο έδαφος. Πραγματικά, έμοιαζε με πύρινο στύλο που έφτανε μέχρι τον ουρανό.
-Σήκω! φωνάζει στον Άρχιππο, στάσου στ’ αριστερά μου και μη φοβάσαι!
Αμέσως σηκώνει το χέρι του, σταυρώνει την πέτρα που ήταν ριζωμένη πίσω στην εκκλησία και προστάζει: 
-Μέχρι εδώ θα είναι η κίνησή σου!
Και με το ακόντιο που κρατούσε, χτύπησε δυνατά το βράχο, που άνοιξε μέχρι κάτω βαθιά. Τα νερά τον είδαν και φοβήθηκαν. Στάθηκαν εκεί. 
Πάλι ο αρχάγγελος κάνει το σημείο του σταυρού και διατάζει: 
-Να χωνευτούν τα νερά εδώ! 
Αμέσως έγινε δυνατός σεισμός, και τα νερά των ποταμών χωνεύτηκαν μέσα σ’ εκείνο το φαράγγι. Γι’ αυτό και η τοποθεσία εκείνη ονομάστηκε από τότε «Χώνες». Ο ναός του αρχαγγέλου Μιχαήλ έμεινε ακέραιος, και ο νεωκόρος Άρχιππος δόξασε το Θεό και τον αρχάγγελό Του γι’ αυτή τη φοβερή του θαυματουργία.

 

 

Ἀπολυτίκιον.
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
ς νεφέλη ὡράθης ἐπισκιάζουσα,
Μιχαὴλ Ταξιάρχα, τῷ σῷ ἁγίῳ ναῷ,
ὑετίζων δαψιλῶς ὕδωρ ἀθάνατον·
ὅθεν ὡς ἄλλην κιβωτόν,
διεφύλαξας αὐτόν,
καὶ ῥείθρων τῶν ποταμίων,
τὸν ῥοῦν ἠκόντισας πόρρω,
πρὸς εὐφροσύνην τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Παρασκευή 5 Σεπτεμβρίου 2025

5η Σεπτεμβρίου. Ιερομάρτυρος ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ηγου­μένου της μονής του οσίου Συμεών του Στυλίτου



Μνήμη του αγίου ιερομάρτυρος ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ηγου­μένου της μονής του οσίου Συμεών του Στυλίτου εν ΜΠΡΕΣΤ – ΑΙΤΟΒΣΚ . 
5η Σεπτεμβρίου.  
Ο άγιος Αθανάσιος γεννήθηκε στην Βίλνα (σημερ. πρωτεύου­σα της Λιθουανίας) της Μικρορωσίας το 1596, τον ίδιο χρόνο πού έγινε στο Μπρέστ-Λιτόβσκ η ψευδοένωση μεταξύ της Ρώμης και ορισμένων Ρώσων επισκόπων. Γιος ευγενούς στην καταγωγή Λιθουανού, αρκετά πτωχού παρά ταύτα, έλαβε ευρεία και σπάνια μόρφωση για την εποχή του. Ήταν κάτοχος πολλών ξένων και αρχαίων γλωσσών και βαθύς γνώστης τόσο των Πατέρων της Εκκλησίας, όσο και των φιλοσόφων και θεολόγων της Δύσεως. 
Για λίγα χρόνια ό άγιος εργαζόταν ως οικοδιδάσκαλος, ώσπου το 1627 εκάρει μοναχός στην μονή του Χουτίν, κοντά στην Όρσα της Μικρορωσίας (σημερ. Λευκορωσία). Ίο προπύργιο αυτό της Ορθοδοξίας, πού έμεινε απείρακτο από τις πολωνικές δυνάμεις κατοχής, διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στο να αντισταθεί ό ορθόδοξος λαός κατά της ρωμαιοκαθολικής προπαγάνδας. Εν συνεχεία ο Αθα­νάσιος συμπλήρωσε την μοναχική του κατάρτιση και σε άλλα ονο­μαστά μοναστήρια. Όταν χειροτονήθηκε ιερεύς, ό μητροπολίτης Κιέβου Πέτρος Μογίλας (1596-1647) του ανέθεσε την ανακαίνιση της μονής του Κουπυάτιτσκ. Μετά από θεία αποκάλυψη, έκανε ένα επικίνδυνο ταξίδι στην Μόσχα, διασχίζοντας εδάφη κατεχόμενα από Πολωνούς, με σκοπό να έκθεση στον τσάρο την κακή στάση των τοπικών άρχων έναντι των ορθοδόξων στις βορειοδυτικές περιοχές της Ρωσίας και να ζητήσει συνδρομή για την ανακαίνιση της μονής του. Με την βοήθεια της Παναγίας επέτυχε στην αποστολή του και άρχισε τις εργασίες. Δύο χρόνια όμως αργότερα αναγκάσθηκε να τις εγκατάλειψη, διότι εξελέγη ηγούμενος της μονής του όσιου Συμεών του Στυλίτου στο Μπρέστ-Λιτόβσκ. 

σελίδα από το ημερολόγιο
του αγίου Αθανασίου
Από τότε αποδύθηκε σε νέο και ακαταπόνητο αγώνα εναντίον της Ουνίας, του προσηλυτιστικού αυτού τρόπου των Λατίνων πού είναι συγκεκαλυμμένος με ορθόδοξα λειτουργικά τυπικά και συνή­θειες. Επί οκτώ χρόνια ό άγιος με την προσευχή, το κήρυγμα και τα συγγράμματα του στηλίτευε και απέρριπτε την ψευδοένωση της Μπρέστ, επανέφερε δε τους πλανηθέντας στην ποίμνη του Χριστού. 
Οι Πολωνοί στρατιώτες και έποικοι βασάνιζαν τους ορθοδόξους πληθυσμούς των κατεχομένων περιοχών με βαρβαρική ωμότητα, αλλά και οι Ιησουίτες ιεραπόστολοι δεν εδίσταζαν να χρησιμοποιή­σουν τις πιο απάνθρωπες μεθόδους, προκειμένου να στερεώσουν την δική τους πίστη στην Μικρορωσια. Ό άγιος αποφάσισε να μεταβεί στον βασιλέα της Πολωνίας Βλαδίσλαο Δ (1632-1648), για να μεσολάβηση, ώστε οι ορθόδοξοι να έχουν πιο ανθρώπινη μεταχείριση. Ό βασιλεύς κάμφθηκε από την παράκληση του και με διάταγμα έθετε τέρμα σε αυτές τις καταχρήσεις της εξουσίας, άλλα οι δημό­σιοι λειτουργοί του δεν το εφήρμοσαν. Στην Βαρσοβία ή κατάσταση των ορθοδόξων ήταν ακόμα χειρότερη. Σε εορτάσιμες ήμερες οι Πολωνοί και οι ουνίτες έβαζαν φωτιά σε ορθόδοξες εκκλησίες γεμάτες πιστούς, όπως και άλλοτε κατά την εποχή των μεγάλων διωγμών. 
Μόνος στον αγώνα, με μόνη παρηγοριά την Παναγία, ό Αθανά­σιος συνέχισε τις προσπάθειες του. Ίο 1643, ύστερα από μία νέα θεία αποκάλυψη, κατέφυγε για δεύτερη φορά στο Συμβούλιο Επι­κρατείας της Πολωνίας. Ενώ κέρδισε την προστασία του κράτους υπέρ του ορθοδόξου ποιμνίου του, ορισμένοι ορθόδοξοι γαιοκτήμονες, φοβούμενοι μήπως ζημιωθούν τα συμφέροντα τους, διέδωσαν ότι ήταν τρελός και κατόρθωσαν να του αφαιρεθεί το αξίωμα, να καθαιρεθεί από την ιεροσύνη και να σταλεί στο Κίεβο για εξέταση. 
 
Παρά τις κακόβουλες προσπάθειες τους ό άγιος δικαιώθηκε και επέστρεψε ως ηγούμενος στο μοναστήρι του, άλλα δεν έμεινε ήσυχος για πολύ* σύντομα ξανάρχισαν οι διωγμοί κατά των ορθοδόξων. Ενώ ετοίμαζε μία αναφορά προς τον βασιλέα της Πολωνίας, συνελήφθη και φυλακίσθηκε προτού την ολοκλήρωση. Αφέθηκε ελεύθερος ύστερα από τρία χρόνια, άλλα το 1648 ό διωγμός συνεχίσθηκε σφο­δρότερος. Ήταν τόσο αιματηρός, ώστε ό λαός της Μικρορωσίας εξεγέρθηκε και απαίτησε την αποχώρηση των πολωνολιθουανικών δυνάμεων και την απόδοση των ρωσικών εδαφών στον τσάρο. Οι πολωνικές αρχές συνέλαβαν αμέσως τους αρχηγούς του κινήματος και τους επιφανέστερους εκκλησιαστικούς ηγέτες. Ό Αθανάσιος φυλακίσθηκε και, παρά τις παντός είδους σωματικές και ηθικές κακώσεις πού υπέστη, τόσο εκ μέρους των δεσμοφυλάκων, όσο και των καθολικών εκκλησιαστικών άρχων, συνέχισε να ελέγχει τους ενωτικούς και να αναθεματίζει την ένωση. Τον βασάνισαν βάζοντας στο σώμα του αναμμένα κάρβουνα, τον έγδαραν και τον έκαψαν ζωντανό. Επειδή ακόμη ανέπνεε, τον τουφέκισαν, νεκρό τον αποκε­φάλισαν και έριξαν το σώμα του σε ένα λάκκο. Το τίμιο λείψανο του βρέθηκε αργότερα άφθαρτο και μέχρι σήμερα επιτελεί θαύματα. 

 

Ταις των σων αγίων πρεσβείες, 
Χρίστε ο Θεός, ελέησον ημάς.
Αμήν.

 

 Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τόμος Α΄ Σεπτέμβριος εκδόσεις, ΙΝΔΙΚΤΟΣ

Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ



Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ
Πατήρ του Τιμίου Προδρόμου

Ο προφήτης Ζαχαρίας καταγόταν από τον οίκο του αρχιερέως Αβιά, απογόνου του Ααρών, και έμενε στα Ιεροσόλυμα με τη γυναίκα του την Ελισάβετ, απόγονο και αυτή του Ααρών. Και οι δύο ζούσαν σύμφωνα με τις θείες εντολές, ήταν δε δίκαιοι και άμεμπτοι ενώπιον του Θεού. Είχαν μείνει όμως άτεκνοι και η ηλικία τους είχε περάσει.

Την ημέρα της μεγάλης εορτής του Εξιλασμού (σημ.: ήταν η δέκατη ημέρα του έβδομου ιουδαϊκού μήνα Τιρσί, ο οποίος αντιστοιχεί προς τα μέσα περίπου Σεπτεμβρίου έως τα μέσα Οκτωβρίου· βλ. Λευϊτ. 16, 29), όταν ο Ζαχαρίας εισήλθε μόνος ως εφημερεύων αρχιερεύς στον Ναό για να προσφέρει θυμίαμα, παρουσιάσθηκε στα δεξιά του Θυσιαστηρίου του θυμιαμάτος ο Αρχάγγελος Γαβριήλ. Εξαστράπτοντας από θείο φως, του ευαγγελίσθηκε ότι ο Θεός εισάκουσε τις προσευχές του και θα του δώσει στα γηρατειά του γιο, ο οποίος θα ονομασθεί Ιωάννης· πρόσθεσε δε και τα εξής: «Αυτός θα είναι γεμάτος με Πνεύμα Άγιο ήδη από την κοιλιά της μητέρας του και θα κάνει πολλούς Ισραηλίτες να επιστρέψουν στον Κύριο και Θεό τους. Θα προπορευτεί στο έργο Κυρίου και θα ετοιμάσει τον λαό για να υποδεχτεί τον Κύριο» (Λουκ. 1, 16-17). 

Ο Ζαχαρίας, έκθαμβος από την οπτασία, απόρησε και δυσπίστησε στο χαρμόσυνο μήνυμα και ο άγγελος του Κυρίου τον παιδαγώγησε με αφωνία μέχρι τη γέννηση και τα ονομαστήρια του Τιμίου Προδρόμου, για να τον διδάξει έμπρακτα να μην αμφιβάλλει ποτέ για τις θείες επαγγελίες.

 

Την όγδοη ημέρα από τη γέννηση του παιδιού, κατά την περιτομή και την ονοματοδοσία του, οι συγγενείς ρώτησαν τον πατέρα του πώς θα το ονομάσει. Ο Ζαχαρίας ζήτησε πλάκα και έγραψε: «Ιωάννης είναι το όνομά του». Αμέσως λύθηκε η γλώσσα του και πλήρης Πνεύματος Αγίου έψαλε με ιερή μέθεξη την προφητική ωδή: «Ας είναι ευλογημένος ο Κύριος, ο Θεός του Ισραήλ, γιατί μας επισκέφθηκε κι έφερε τη λύτρωση στο λαό Του! Για χάρη μας έστειλε έναν δυνατό Σωτήρα από τη γενιά του Δαβίδ, του δούλου Του… Κι εσύ, παιδί μου, θα ονομαστείς και θα γίνεις προφήτης του υψίστου Θεού, γιατί θα προπορευτείς πιο μπροστά από τον Κύριο για να ετοιμάσεις τον θρόνο Του, κάνοντας γνωστή τη σωτηρία στον λαό Του με τη συγχώρεση των αμαρτιών τους, γιατί ο Θεός μας είναι γεμάτος ευσπλαχνία. Έκανε ν’ ανατείλει ένα Φως από ψηλά, για να φωτίσει αυτούς που ζούνε μέσα στο σκοτάδι και κάτω από τη σκιά του θανάτου και να οδηγήσει τα βήματά μας στον δρόμο της ειρήνης» (Λουκ. 1, 5-20· 53-79).

Μετά τη Γέννηση του Χριστού, ο Ζαχαρίας, σύμφωνα με την παράδοση, κήρυττε με παρρησία ότι η Μαριάμ γέννησε όντως τον μόνο και αληθινό Θεό και ότι έμεινε μετά τον θείο και απόρρητο τοκετό πάλι Παρθένος. Μάλιστα, επειδή Της υπέδειξε, με σθένος θείας πληροφορίας, να στέκεται στον Ναό εκεί όπου στέκονταν οι παρθένοι, διήγειρε εναντίον του τη μανία και το μίσος των Εβραίων.

Έτσι, όταν κατά τη φρικτή βρεφοκτονία της Βηθλεέμ [29 Δεκ.] έκρυψε την Ελισάβετ μαζί με τον Ιωάννη -νήπιο τότε δυόμισι ετών- σε ένα σπήλαιο πέραν του Ιορδάνου, τον κατήγγειλαν στον θηριώδη Ηρώδη και τον κατεδίωξαν ως το εσωτερικό του Ναού. Εκεί, τον εφόνευσαν μεταξύ του Ναού και του Θυσιαστηρίου, στον τόπο όπου είχε ορίσει να παρίσταται η Παρθένος μετά την θεοτοκία της. Το αίμα του κύλησε ως το εσωτερικό του θυσιαστηρίου, μαρτυρώντας ενώπιον του Θεού τη μιαιφονία των Εβραίων. Κατόπιν οι ιερείς ενταφίασαν το μαρτυρικό σώμα του στον τάφο των πατέρων του, στα Ιεροσόλυμα.

Από το αποτρόπαιο γεγονός αυτό και εξής, μέσα στον Ναό των Ιεροσολύμων έλαβαν χώρα σημεία και τέρατα, που προμήνυαν προσεχώς την οριστική κατάργηση της λατρείας και του Νόμου. Το επιτίμιο του Θεού ήταν δριμύ και άμεσο: Οι ιερείς έπαυσαν να έχουν οπτασίες θεόπεμπτων αγγέλων· τους αφαιρέθηκε πια το χάρισμα της προφητείας και δεν μπορούσαν πλέον να δώσουν χρησμό από το Δαβίρ (το άδυτο του Ναού), ούτε και να τολμήσουν να επερωτήσουν στο Εφούδ (το άμφιο του Ααρών) και να διασαφηνίσουν στον πνευματικά άμοιρο λαό τα δυσνόητα σημεία των Γραφών και τα απροσπέλαστα μυστήρια του Θεού, για τους οποίους αυτά έγιναν κλειστά και επτασφράγιστα κεφάλαια.

Αυτή η αφήγηση του μαρτυρίου του Ζαχαρία, που αναφέρεται στους Συναξαριστές, βασίζεται στην απόκρυφη παράδοση και στη μαρτυρία αρκετών Πατέρων της Εκκλησίας, επιτρέπει δε την ταύτιση του πατρός του Προδρόμου με τον Ζαχαρία, τον γιο του Βαραχίου, που φονεύθηκε επίσης μεταξύ Ναού και Θυσιαστηρίου. Τούτον τον τελευταίο έφερε ο Χριστός μαζί με τον Άβελ ως παράδειγμα άμεμπτων Δικαίων, οι οποίοι υπήρξαν θύματα της αχαριστίας του λαού (Ματθ. 23, 35) Το πιθανότερο όμως είναι να έκανε εδώ ο Χριστός έναν υπαινιγμό στον Ζαχαρία –όπως ονομάζεται στο Εβραϊκό, ενώ στο κείμενο των Ο΄ αναφέρεται ως Αζαρίας– γιο του ιερέως Ιωδαέ, ο οποίος, επειδή καταδίκασε τις παραβάσεις του λαού, λιθοβολήθηκε με διαταγή του βασιλέως των Ιουδαίων Ιωάς (638-608 π.Χ.) στο προαύλιο του Ναού (Β΄ Παραλ. 24, 20-22).
«Μέγας Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»,
Τόμος 1ος (Σεπτέμβριος),
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·

Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2025

Ο άγιος Γοράζδος επίσκοπος Βοημίας και Μοραβίας-Σιλεσίας




Ο άγιος Γοράζδος επίσκοπος Βοημίας και Μοραβίας-Σιλεσίας

4 Σεπτεμβρίου 
Ο άγιος αυτός νεομάρτυς - κατά κόσμον Ματθαίος Παυλίκ - γεννήθηκε το 1879 στην Μοραβία. Ως ρωμαιοκαθολικός ιερεύς ο π. Ματθαίος ενδιαφέρθηκε αρχικά για τις πηγές του χριστιανισμού των Σλάβων και την ιεραποστολή των αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου [11 Μαΐου] στην Μοραβία. Υπήρξε επίσης ένας από τους δημιουργούς μεταρρυθμιστικού κινήματος στους κόλπους της Καθολικής Εκκλησίας. 
Μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο και την δημιουργία του κράτους της Τσεχοσλοβακίας (1919), εστάλη στην Ρώμη μία αντιπροσωπεία Τσέχων ιερέων, για να ζητήσει την αυτονομία της Εκκλησίας της και την άδεια να τελεί την θεία λειτουργία στην τσεχική γλώσσα. Ο πάπας αρνήθηκε να εκπληρώσει το αίτημά τους. Έτσι, οκτακόσιες περίπου χιλιάδες χριστιανοί, μεταξύ των οποίων και ο π. Ματθαίος, ζήτησαν από τον επίσκοπο του Ορθοδόξου Πατριαρχείου της Σερβίας Δοσίθεο - έναν από τους πιο δραστήριους πρώην ουνίτες Καρπαθορώσους - να τους δεχθεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία. 
Το 1920, ύστερα από επίσκεψη του επισκόπου Δοσιθέου στην Πράγα, ο π. Ματθαίος μετεστράφη στην Ορθοδοξία. Ένα χρόνο αργότερα, μετά από πίεση δέχθηκε να εκλεγεί επίσκοπος Μοραβίας-Σιλεσίας και χειροτονήθηκε από τον πατριάρχη της Σερβίας Δημήτριο (1920-1930), ο οποίος του έδωσε το όνομα του αγίου Γοράζδου [27 Ιουλ.], μαθητού του αγίου Μεθοδίου. 
Πιστός στα πρότυπα των μεγάλων ιεραποστόλων των Σλάβων, επετέλεσε σπουδαίο ποιμαντικό έργο, που συνέβαλε σημαντικά στην αποκατάσταση της Ορθοδοξίας στην Τσεχοσλοβακία, αν και μέγα μέρος εκ των πρωτεργατών του θρησκευτικού κινήματος αποσκίρτησε, επειδή βρήκε πολύ «βαρειές» τις απαιτήσεις της Ορθοδόξου Εκκλησίας. 
Ο επίσκοπος Γοράζδος με μακροθυμία δεχόταν τις επικρίσεις, τις συκοφαντίες και τις διάφορες θλίψεις από εχθρούς, που παρεκώλυαν το έργο του, λέγοντας: «Κάθε αλήθεια δια των θλίψεων δοκιμάζεται». Οργάνωσε πολλές ενορίες στην Μοραβία και στην Βοημία και έκτισε ένδεκα εκκλησίες, στις οποίες οι ακολουθίες εγίνοντο στα τσεχικά, από μεταφράσεις που εκπονούσε ο ίδιος· εξέδωσε στα τσεχικά ένα προσευχητάριο για τον λαό, το ευχολόγιο (τρέμπνικ), μία κατήχηση και διάφορα άλλα εποικοδομητικά βιβλία. Ο Σέρβος πατριάρχης τον περιέβαλλε με πλήρη εμπιστοσύνη και εκτίμηση και ο Γοράζδος έστελνε στην Σερβία πολλούς νέους να προετοιμασθούν για την ιερωσύνη. 
Κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο επτά Τσέχοι αντιστασιακοί δολοφόνησαν τον αντιπρόσωπο του Ράιχ και ζήτησαν άσυλο στην κρύπτη του ορθοδόξου καθεδρικού ναού της Πράγας. Όταν το έμαθε ο άγιος, ανήσυχος πολύ για όλο το ποίμνιό του από ενδεχόμενη προδοσία, ζήτησε αμέσως από τους δύο ιερείς του ναού να τους μεταφέρουν αλλού. 
Οι Ναζί όμως τους ανεκάλυψαν. Οι επτά αντιστασιακοί εκτελέσθηκαν αμέσως, συνελήφθησαν οι δύο ιερείς και οι αρχές κατοχής ήσαν έτοιμες για σκληρά αντίποινα προς όλη την Ορθόδοξη Εκκλησία. Ο επίσκοπος Γοράζδος, προκειμένου να εξαγοράσει τους δύο ιερείς του και να σώσει το ποίμνιό του, έγραψε στις αρμόδιες αρχές: «Θέτω τον εαυτό μου στην διάθεση των αρχών. Είμαι έτοιμος να υποστώ οτιδήποτε, ακόμη και την ποινή του θανάτου». 
Συνελήφθη στις 25 Ιουνίου 1942, βασανίσθηκε και τουφεκίσθηκε στις 4 Σεπτεμβρίου, σφραγίζοντας με το αίμα του τα θεμέλια της Εκκλησίας της Τσεχοσλοβακίας. Παρά την αυτοθυσία του, τα αντίποινα κατά των ορθοδόξων συνεχίσθηκαν· έκλεισαν οι ναοί, και οι ιερείς εστάλησαν σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως στην Γερμανία.

 Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας,  Τόμος 1ος, Σεπτέμβριος. Εκδόσεις Ορμύλια, 

 

Δημοφιλείς αναρτήσεις