Τὸ ἀναρχο, τὸ ἀπολυτο Εἶναι μας ἀποκαλύφθηκε ὡς Προσωπικό. Αὐτὸ εἶναι τὸ Προαιώνιο γεγονὸς του Εἶναι. Τό πως εἶναι δυνατὸ αὐτὸ τὸ Γεγονὸς θὰ παραμείνει στην αἰωνιότητα ἀπρόσιτο Μυστήριο για ὅλα τὰ κτίστα ὄντα. Ὅταν ὅμως γίνεται λόγος για κτίστα πρόσωπα, ἐννοοῦμε ὅτι αὐτὰ ἔχουν δημιουργηθεῖ «ἐν ἄρχῃ» (Γεν. 1,26) ὡς καθαρῇ δυνατότητα, ποὺ ὀφείλει να πραγματοποιηθεῖ ὡς ἐκεῖνο τὸν βαθμὸ πληρότητος ὅπου τὸ προσωπο γίνεται «καθαρῇ ἐνέργεια». Ὅλη ἡ ὁδὸς αὕτη τῆς «πραγματώσεως» τοῦ προσώπου περνὰ πλέον ὁπωσδήποτε ἀπὸ τὴν συνέργεια Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου. Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ να ἀποκαλυφθεῖ ὡς τὸν ἔσχατο βαθμὸ συναντώντας τὸν Θεὸ καὶ Πατέρα καὶ να ὁμοιωθεῖ ἐντελῶς με Αὐτόν. Μπορεῖ ὅμως ἐπίσης να ἀρνηθεῖ τὸν Δημιουργὸ κατά τις ἀναζητήσεις τοῦ για τὶς μορφὲς καί τις ὁδοὺς τοῦ εἶναι.
Ἐπειδὴ τὸ προσωπο εἶναι ἡ ἀρχή που φέρει μέσα τῆς ὅλο τὸ πλήρωμα, εἶναι φυσικὸ μπροστὰ μας να διανοιχθοὺν ὄλες οἱ ἄβυσσοι τοῦ κόσμου μέ τις θετικὲς καί τις ἀρνητικὲς τοὺς μορφές. Συνεπώς, ὅταν βλέπουμε μέσα μας «διχασμὸ προσωπικότητος», παρουσία καὶ τοῦ οὐρανίου Φωτὸς καὶ τοῦ καταχθονίου σκότους, δεν σκεφτόμαστε ὅτι αὐτὸ εἶναι πραγματικὰ «διχασμὸς» προσωπικότητος ... Ὄχι τὸ φαινόμενο ἀποτελεῖ για μας ἀποκαλύψῃ ὅλων τῶν δυνατοτήτων μας, ἀλλὰ τὸ προσωπο παραμένει ἀπαράλλακτα ἐνιαῖο καὶ δεν ὑπόκειται σὲ καμία «διαίρεση»... Ἀπὸ τὸ Θεῖο Ἀγαθό που ἀποκαλύπτεται ἐνώπιον μας, καὶ μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων γενικά, καὶ μεταξὺ τῶν προσώπων στον γάμο εἰδικότερα.
Μία ἀπό τις πιὸ καταστροφικὲς πλευρὲς τῆς ἐποχῆς μας εἶναι, ὅπως νομίζω, ἡ ὁλοένα αὐξανομένη ἀπωλείᾳ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τῆς χριστιανικῆς συνειδήσεως σχετικά με τὸν ἑαυτὸ τοὺς καί τις διαπροσωπικὲς σχέσεις τούς. Ἐπειδὴ ἐξέπεσαν ἀπὸ τὴν πιστὴ στην Ἀναστάσῃ, καταδικάζοντας τὸν ἑαυτὸ τοὺς σὲ θάνατο ὀμοῖό με τὸν θάνατο τῶν ζῴων, οἱ ἄνθρωποι βυθίζονται στην ἄβυσσο τῆς ἀπογνώσεως. Ὁλο τὸ νόημα τῆς ἐπιγείας ὑπάρξεως συνίσταται γι' αὐτοὺς στο να ἅρπαξουν ὀσο τὸ δυνατὸν μεγαλύτερη μερίδα «ἀπολαύσεων», «εὐχαριστων». Μὲ τὴν ἀπωλείᾳ τῆς προσωπικῆς εἰκόνας τοῦ εἶναί που μας ἀποκαλύφθηκε, οἱ ἄνθρωποι στην ἀπογνώση τοὺς ἔφθασαν ὡς τὴν ἄγρια ἰδέα να ἀνατρέψουν ὅλα ὅσα προυπήρχαν πρὶν ἀπὸ αὖτο τὸ «ταμπού», καὶ να οἰκοδομήσουν νέα, «ἐλευθερη κοινωνία» που να παρέχει τῇ δυνατότητα μεγαλύτερου ἀριθμοῦ ἐμπειριων.
Ἡ γνώμη μου, ὄχι ὡς «κληρικοὺ» ἀλλὰ ὡς «προσώπου», εἶναι ὅτι ἡ ἀνθρωπότητα δεν γνώρισε τῇ μονογαμίᾳ ἐξαιτίας τῆς πτώσεως τῆς. Για τὸν πεπτωκότα ἀνθρωπο ἡ πολυγαμία εἶναι φυσική. Ἡ χριστιανικὴ μονογαμία εἶναι ὑπερφυσική· εἶναι κλῄσῃ πρὸς τὴν ὑπευθυνοτητα μας για τὴν κατὰ τὸ δυνατὸν βαθυτέρη συναισθήσῃ τῆς προσωπικῆς ἀρχῆς μας. Ἡ προσωπικὴ ἀγάπη, δηλαδὴ ὅταν κάποιος ἀγαπᾷ ἔνα προσωπο συγκεκριμένο, δεν εἶναι ψυχικὴ ἡ φυσιολογική, για να μὴν ποῦμε συνδεδεμένη με τὴν ἀνατομία ἡ, στην καλύτερη περιπτωση, μὲ τὸν ψυχισμό. Ὁ προσωπικὸς γάμος, μιλώντας κυριολεκτικά, δεν ἐπαναλαμβάνεται εἶναι πάντοτε μοναδικός. Τὸ νόημά του ἔγκειται στο να μὴν παραμείνουμε στα ὅρια τῆς φύσεως, ἄλλα στην ἀπὸ κοινοῦ προσπάθεια να γίνουμε «ναὸς» για τῇ λατρείᾳ τοῦ Ἄναρχου Πατρός. Τότε ὁ γάμος γίνεται ὁδὸς πρὸς σωτηρία. Κανένας ἀπὸ μας στῇ δεδομένη μας καταστάσῃ δεν ἀποτελεῖ τελειότητα. Ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη, ὥστε καί με τὴν Ἄνωθεν ἐνέργεια καί με τὴν προσπάθεια μας να ἀναπτυχθοῦμε στῇ γνώση τοῦ Θεοϋ. Ἂν κάποιος μας δεχθεῖ ὅπως εἴμαστε, τότε βεβαίως θὰ δεχθεῖ κάτι, ποῦ πολὺ ἀπέχει ἀπὸ τὴν τελειότητα. Καὶ ἐμεὶς ἐπίσης, ἂν δεχθοῦμε τὸν ἀγῶνα να ζήσουμε ἀπὸ κοινοῦ με τὸ δεδομένο προσωπο, τότε τὸ δεχόμαστε αὖτο ὅπως εἶναι. Συνεπὼς ἀντιμετωπίζουμε τὴν ἀναγκαιότητα ἀμοιβαίων δημιουργικῶν προσπαθειῶν για τὴν ἀποκτήσῃ τῆς ποθούμενης αἰωνίας διαμονῆς ἐν τῷ Θεῷ.
Στην Ἰταλία ἀνέκυψε τὸ ζήτημα για τὸν νόμο σχετικά με τὸ διαζύγιο. Δεν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι καμία ἐγκύκλιος τοῦ πάπα τῆς Ῥώμης δεν πείθει τοὺς ἀνθρώπούς του καιροῦ μας. Μόνο ἐλάχιστοι ἀπὸ αὐτοὺς «προβληματίζονται», ἐνῶ οἱ ὑπόλοιποι βαθμηδὸν θὰ ἐπαναστατήσουν ἐναντίον τῆς ἐξουσίας. Στην ἐκπεσμενη τοὺς καταστάσῃ, ἀποπροσωποποιημένοι ἄνδρες καὶ γυναῖκες, μᾶλλον ἄρρενες καὶ θήλεις, θὰ ὑποδουλωθοὺν στους «νόμους τῆς φύσεως».
Ὁ Γέροντας Σιλουανὸς τηροῦσε τῇ «μέθοδο» να μεταδίδει στον ἀνθρωπο τὶς «βασικὲς ἄρχες», μετὰ τὴν ἀφομοιωση τῶν ὁποίων θὰ μπορέσει ἀνεξάρτητα να βρίσκει λύσεις στις διαφορες βιωτικὲς περιστάσεις. Καὶ ἑγὼ νομίζω ὅτι στην κατὰ Θεὸν ζωὴ μας αὕτη εἶναι ἡ μοναδικὴ ἀληθινὴ ὁδός. Ἐΐναι «ἀντιθέτη» πρὸς τὴν ἐπιστημονική, ἐπαγωγικη μέθοδο. Καὶ αὖτο, διότι ἡ Ἀποκαλύψῃ μας μεταδίδει τὴν προαιώνια ἰδέα τοῦ Θείου Πατρὸς μας για τὸν ἀνθρωπο, καὶ ἐμεὶς βασιζόμαστε στα δεδομένα τῆς Ἀποκαλύψεως, δηλαδὴ πορευόμαστέ με τὴν ἀπαγωγικὴ μέθοδο. Αὖτο δεν σημαίνει ὅτι ἡ ἐμπειρικὴ ἐπαγωγικη γνώση ἀποκλείεται ἐντελῶς στῇ δικὴ μας περιπτωση, ἀλλὰ να γνωρίζουμε ὅτι ἀπὸ μόνη τῆς εἶναι ἐλλιπής.Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ)
ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΖΩΗΣ Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας σελ. 190-194