Τετάρτη 29 Ιουνίου 2022

Ομιλία στην εορτή των κορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου (Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς)


 

ΕΚΦΩΝΗΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ ΚΟΡΥΦΑΙΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ

1. Η μνήμη καθενός από τους αγίους ερχόμενη κατά την εόρτιο ημέρα αυτής, είναι κοινή αφορμή ευφρο­σύνης και στα πλήθη και στις πό­λεις και στους πολίτες και στους πολιτάρχες και γίνεται πρόξενος μεγάλης ωφέλειας σε όλους τους εορτάζοντες. Γιατί λέγει ο σοφός Σο­λομών «η μνήμη του δικαίου συνο­δεύεται από εγκώμια, και όταν εγκωμιάζεται ο δίκαιος ευφραίνονται οι λαοί» (Παροιμ. 10, 7). Γιατί, όπως κατά τη νύχτα, όταν αναφθεί λαμπάδα το φως φέγγει για την ανάγκη και την από­λαυση όλων των παρόντων, έτσι και ο θεάρεστος βίος κάθε αγίου και το μακάριο τέλος του και η δοσμένη χάρη σ’ αυτόν από τον Θεό λόγω της καθαρότητας του βίου, προβαλλόμενος στο μέσον με τη μνήμη σαν κάποιος ολόλαμπρος πυρσός, προσ­φέρει κοινή την πνευματική ευφροσύνη και την ωφέλεια στους συναθροισμένους. Και όπως ακριβώς όταν γίνει ευφορία στη γη δεν ευχαριστούνται μόνον οι γεωργοί, αλλά και όλοι οι άν­θρωποι (γιατί η απόλαυση από τους καρπούς της γης είναι κοινή σε όλους), έτσι και η προς τον Θεό καρποφορία των αγίων με την αρετή δεν ευφραίνει μόνο τον γεωργό των ψυχών, αλλά και όλους εμάς, αφού βρίσκεται μπροστά μας ως κοινή τρυφή και απόλαυση των ψυχών μας. Αλλωστε και όταν είναι ακόμη παρόντες σ’ αυτόν τον βίο οι άγιοι είναι όλοι προτροπή προς την αρετή για όλους εκείνους που τους ακούουν και τους βλέπουν με σύνεση· γιατί είναι έμψυχες εικόνες της αρετής, αυτοκίνητες στήλες κάθε καλού, βιβλία ζωντανά που ομιλούν γι’ αυτά που οδηγούν στα ανωτέρα, και όταν μεταβούν από αυτόν τον βίο με τη μνήμη των καλών σε εκείνους συντηρούν για χάρη μας αθάνατη την από αυτούς ωφέλεια. Η μνήμη επίσης των αγαθών έργων εκείνων είναι εγκώμιο εκείνων, που χρεωστείται βέβαια από εμάς σε εκείνους για την προγενέστερη ωφέλεια, είναι όμως χρήσιμο σε μας και τώρα, για το όφελος που προξενείται σ’ εμάς και τώρα από αυτούς.

2. Δεν προσθέτομε βέβαια κάτι στα αγαθά εκείνων υπενθυμίζοντας τις πράξεις τους. Πώς δηλαδή θα μπορούσαμε να το κάνομε αυτό εμείς που δεν είμαστε ικανοί ούτε την αρετή τους να παραστήσομε ολόκληρη; Γιατί φιλοτιμήθηκαν παρακινούμενοι από τις πάνω από το λόγο αμοιβές που είχε υποσχεθεί ο Θεός, να δεί­ξουν, όσο επέτρεπε η φύση, και τρόπο ζωής που υπερβαίνει κάθε λόγο. Δεν αυξάνομε λοιπόν τα προσόντα αυτών εγκωμιάζοντάς τους, μακριά μια τέτοια σκέψη! αλλά αυξάνομε τα από εκείνους προξενούμενα σε μας αγαθά ανυψώνοντας τους εαυτούς μας προς εκείνους σαν θεοφεγγείς λυχνίες και κατανοώντας και προσδεχόμενοι περισσότερο την από εκείνους προερχόμενη καλλοποιό δύναμη.

3. Αν η μνήμη κάθε αγίου τελείται, για τους λόγους που είπα­με, από εμάς με ύμνους και τα εγκώμια που ταιριάζουν σ’ αυτούς, πόσο περισσότερο πρέπει του Πέτρου και του Παύλου, της κορυ­φαίας ακρότητας του κορυφαίου χορού των Αποστόλων; Αυτοί είναι κοινοί πατέρες και καθοδηγητές όλων εκείνων που φέρουν το όνομα του Χριστού, αποστόλων, μαρτύρων, οσίων, ιερέων, ιεραρχών, ποιμένων και διδασκάλων, και όλων των ποιμαινομένων και διδασκομένων, ως αρχιποιμένες ή και αρχιτέκτονες της κοινής όλων ευσέβειας και αρετής, και «ως φωστήρες στον κόσμο που επέχουν θέση ζωής» (Φιλ. 2, 16), που τόσο πολύ ξεπερνούν σε λάμψη εκείνους που διέλαμψαν με την ευσέβεια και την αρετή τους, όσο υπερβαίνει τους άλλους αστέρες ο ήλιος, ή όσο οι ουρανοί τους ουρανούς, διηγούμενοι την ανώτατη δόξα του Θεού· τόσο πολύ ξεπερνούν το μέγεθος των ουρανών και το κάλλος των αστέρων και την ταχύτητα και των δύο και την τάξη και τη δύναμη, όσο αυτοί φανερώνουν και τα πάνω από την αίσθηση προς αυτά τα υπερουράνια και υπερκόσμια, και αναπέμπουν φως, «στο οποίο δεν υπάρχει παραλλαγή ή αποσκίασμα μετατροπής» (Ιακ. 1, 17), όχι μόνο εξάγοντας από το σκότος στο θαυμαστό αυτό φως, αλλά καθι­στώντας με τη μετάδοση αυτούς που μετέχουν φως και γεννήμα­τα τέλειου φωτός, ώστε και ο καθένας από αυτούς κατά τη μελλο­ντική ένδοξη παρουσία και επιφάνεια του αρχίφωτου και θεάν­θρωπου Λόγου να λάμψει σαν ήλιος.

4. Τέτοιοι φωστήρες έχοντας ανατείλει σήμερα σε μας ο ένας μαζί με τον άλλο λαμπρύνουν την Εκκλησία· γιατί η σύνοδος αυτών δεν προκαλεί έκλειψη, αλλά περίσσεια φωτός· γιατί δεν συμβαίνει, περιπολώντας ο ένας επάνω, να είναι εδραιωμένος στα ύψη, και ο άλλος να είναι χαμηλότερα για να υποσκιάσει τον άλλο, ούτε ο ένας να ηγείται της ημέρας και ο άλλος της νύχτας, ώστε φερόμενος αντίκρυ να πέσει στη σκιά, ούτε ο ένας να εκπέμπει το φως και ο άλλος να παίρνει το φως από εκεί, ώστε να παθαίνει από αυτό αλλοίωση, δεχόμενος άλλοτε αλλιώς τον φωτι­σμό ανάλογα με την απόσταση, αλλά, αφού και οι δύο κατέστη­σαν εξίσου μέτοχοι του Χριστού, της αστείρευτης πηγής, του αιώ­νιου φωτός, απέκτησαν ίσο και το ύψος και τη δόξα και τη λαμπρότητα. Γι’ αυτό και είναι αλληλουχία η σύνοδος των φω­στήρων αυτών, που χορηγεί διπλάσια έλλαμψη στις ψυχές των πιστών.

5. Αλλ’ ο πρώτος αποστάτης που οδήγησε σε αποστασία από τον Θεό και τον πρώτο άνθρωπο, βλέποντας ήδη εκείνον που έπλασε τον Αδάμ πατέρα του γένους των ανθρώπων, να αναπλά­θει ύστερα τον Πέτρο πατέρα του γένους των αληθινά θεοσεβών, και όχι μόνο βλέποντας, αλλά και ακούοντας αυτόν να λέγει προς αυτόν, «συ είσαι Πέτρος, και πάνω σ’ αυτή την πέτρα θα οικοδο­μήσω την Εκκλησία μου» (Ματθ. 16, 18)· αφού έμαθε αυτό ο αρχέκακος από τη φθονερή κακία του πειράζει και τον Πέτρο τον αρχηγό του γένους των θεοσεβών, όπως άλλοτε και τον Αδάμ τον αρχηγό του γένους των ανθρώπων. Γνωρίζοντας όμως ότι αυτός ήταν στολισμένος με σύνεση και πυρωμένος από την αγάπη προς τον Χριστό, δεν τολμά βέβαια την κατά πρόσωπο επίθεση, αλλά παραπλανώντας τον με δόλο κατά κάποιο τρόπο από πλάγια, και μάλιστα από δεξιά, τον πείθει να πράττει πέρα από τα αναγκαία, και κατά τον καιρό του σωτηρίου πάθους, λέγοντας ο Κύριος προς τους μαθητές, «αύτη τη νύχτα όλοι θα χάσουν την εμπιστοσύνη τους προς εμένα» (Ματθ. 26, 31), αυτός πρόβαλε με απείθεια αντίρρηση. Και όχι μόνον αυτό, αλλά έθετε και τον εαυτό του πάνω από όλους, λέγοντας ότι, και αν όλοι σκανδαλισθούν, αλλ’ εγώ όχι. Εγκαταλείπεται λοιπόν περισσότερο από τους άλλους, επειδή κυριεύθηκε από αλαζονεία, ώστε, αφού ταπεινωθεί περισσότερο από τους άλλους, να παρουσιασθεί στον κατάλληλο καιρό λα­μπρότερος, όχι όπως ο Αδάμ που πειράσθηκε και συγχρόνως νικήθηκε και καταποντίσθηκε τελείως, αλλά, αφού πειράσθηκε και παρασύρθηκε για λίγο, νίκησε τον πειράζοντα. Πώς; Με την απευθείας κατάκριση του εαυτού του και τη σφοδρή λύπη και μετάνοια, και με το δραστικό προς εξιλέωση φάρμακο, τα δά­κρυα· γιατί λέγει· «καρδιά συντριμμένη και ταπεινωμένη ο Θεός δεν θα την εξουθενώσει» (Ψαλμ. 50, 12), και η αρεστή στον Θεό λύπη προκαλεί μετάνοια αμετάτρεπτη προς σωτηρία, και «αυτός που σπέρνει την παράκληση με δάκρυα, θα θερίσει με αγαλλίαση τη συγ­χώρηση» (Ψαλμ. 125, 5).

6. Θα μπορούσε όμως κανείς να δει εξετάζοντας αυτόν, ότι όχι μόνο θεράπευσε με τη μετάνοια και το οδυνηρό πένθος την άρνη­ση στην οποία παρασύρθηκε, αλλά και ότι ξερρίζωσε τελείως από την ψυχή του το πάθος εξαιτίας του οποίου εγκαταλείφθηκε περισσότερο από τους άλλους. Και αυτό θέλοντας να δείξει σε όλους ο Κύριος, μετά το σαρκικό πάθος του για χάρη μας και την από τους νεκρούς τριήμερη ανάστασή του, χρησιμοποίησε προς τον Πέτρο τα λόγια που αναγνώσθηκαν σήμερα στο ευαγγέλιο, λέγοντας προς αυτόν «Σίμων υιέ του Ιωνά, με αγαπάς περισσότερο από αυτούς», δηλαδή από τους μαθητές μου. Και πρόσεχε την προς το ταπεινότερο μεταβολή αυτού. Αυτός δηλαδή που πρωτύτερα, και χωρίς να ερωτηθεί, τοποθέτησε πάνω από τους άλλους τον εαυτό του και είπε, «και αν όλοι σε αρνηθούν, όμως όχι εγώ», τώρα ερωτώμενος, εάν τον αγαπά περισσότερο από τους άλλους, συμφωνεί βέβαια ότι τον αγαπά, το περισσότερο όμως παραλείπει να το πει, λέγοντας· «ναι, Κύριε, συ γνωρίζεις ότι σε αγαπώ».

7. Τί λέγει λοιπόν ο Κύριος; Επειδή έδειξε αυτόν ότι ούτε από την προς αυτόν αγάπη εξέπεσε και ότι απέκτησε την ταπείνωση, εκπληρώνει την από παλαιά προς αυτόν υπόσχεση και λέγει προς αυτόν, «ποίμαινε τα αρνιά μου». Πραγματικά, όταν ονομά­ζει οικοδομή το σύνολο αυτών που πιστεύουν σ’ αυτόν υπόσχεται ότι θα τον τοποθετήσει θεμέλιο, λέγοντας «συ είσαι Πέτρος και επάνω σ’ αυτή την πέτρα θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου» (Ματθ. 16, 8). Όταν ο λόγος γίνεται για την αλιεία τον κάμνει αλιέα ανθρώ­πων, λέγοντας «από τώρα θα αλιεύεις ανθρώπους» (Λουκά 5, 10). Όταν πάλι κάνει πρόβατα τους δικούς του τοποθετεί τον Πέτρο ποιμένα, λέγοντας «ποίμαινε τα αρνιά μου, ποίμαινε τα πρόβατά μου» (Ιω. 21, 15-16). Μπορούμε όμως αδελφοί, να αντιληφθούμε και από εδώ, ότι όσο ποθεί τη σωτηρία μας ο Κύριος τόσο περισσότερο και από αυτούς που τον αγαπούν δεν ζητεί τίποτε άλλο, παρά να μας οδηγούν προς τη βοσκή και τη σωτήρια μάνδρα.

8. Ας ποθήσομε λοιπόν και εμείς τη σωτηρία μας και ας δείξομε υπακοή σ’ αυτούς που με έργο και λόγο μας οδηγούν προς αυτήν· γιατί αρκεί να θελήσει καθένας από εμάς να πορευθεί τον δρόμο που οδηγεί προς τη σωτηρία, και ο καθηγητής έφτασε ετοιμασμέ­νος από τον κοινό Σωτήρα, και ο χορηγός της σωτηρίας είναι ετοι­μότατος εξαιτίας της υπερβολικής φιλανθρωπίας του ως αυτό­κλητος, ή μάλλον όντας αυτοπαράκλητος. Και ερωτά τρεις φορές, ώστε αποκρινόμενος εκείνος τρεις φορές, να δώσει την καλή ομο­λογία και με την τριπλή ομολογία να θεραπεύσει την τριπλή άρνηση· και τρεις φορές τον ορίζει επικεφαλής στα αρνιά και τα πρόβατά του, τοποθετώντας κάτω από τον Πέτρο και τις τρεις τάξεις των σωζομένων, τη δουλεία, την μισθοφορία και την υιότητα, ή την παρθενία, τη χηρεία με σωφροσύνη και τον τίμιο γάμο. Αλλά ο Πέτρος, ερωτώμενος πάλι και πάλι αν αγαπά τον Χριστό, στενοχωρήθηκε, λέγει, από τις επανειλημμένες ερωτήσεις επειδή νόμισε ότι δεν τον πίστευε. Γνωρίζοντας όμως τον εαυτό του, ότι τον αγαπά και μη αγνοώντας ούτε και αυτό, ότι γνωρίζεται από αυτόν που τον ερωτά περισσότερο από όσο ο ίδιος γνωρίζει τον εαυτό του, περισφιγμένος κατά κάποιο τρόπο από παντού, δεν ομολογεί μόνο ότι τον αγαπά, αλλά και κηρύττει, ότι ο αγαπώμενος από αυτόν είναι ο Θεός των όλων, λέγοντας· «συ, Κύριε, γνω­ρίζεις τα πάντα, συ γνωρίζεις ότι σε αγαπώ» (Ιω. 21, 17)· γιατί το να γνωρί­ζει τα πάντα είναι γνώρισμα του Θεού των πάντων.

9. Ο Κύριος όμως αφού αυτός έκαμε αυτή την ομολογία από την ψυχή του, όχι μόνο τον χειροτονεί ποιμένα και αρχιποιμένα όλης της Εκκλησίας του, αλλά υπόσχεται ότι θα τον περιζώσει με τόση δύναμη, ώστε να δείξει υπομονή και μέχρι θανάτου, και μάλιστα σταυρικού θανάτου, αυτός που πριν από την υπόσχεση αυτή δεν άντεξε ούτε στην ερώτηση και λαλιά ενός κοριτσιού. «Σε διαβεβαιώνω αληθινά», είπε προς αυτόν, «ότι όταν ήσουν νεώ­τερος» και στη σωματική και στην πνευματική ηλικία, «έζωνες τον εαυτό σου», δηλαδή χρησιμοποιούσες τη δύναμή σου και περ­πατούσες όπου ήθελες, όντας αυτοκίνητος και ζώντας σύμφωνα με την προαίρεση που είχες από τη φύση σου, όταν όμως θα γε­ράσεις φθάνοντας στο άκρο της σωματικής και της πνευματικής ηλικίας, «θα απλώσεις τα χέρια σου»· με τα λόγια αυτά προδηλώνει το δια του σταυρού τέλος του και μαρτυρεί ότι το δέσιμό του πάνω σ’ αυτόν δεν θα γίνει χωρίς τη θέληση του Πέτρου. Θα απλώσεις λοιπόν ο ίδιος τα χέρια σου και άλλος θα σε ζώσει, δη­λαδή θα σε ενδυναμώσει και θα σε φέρει όπου δεν θέλεις φεύγο­ντας από τους ανθρώπους επειδή η φύση δεν θέλει τη διάλυσή της με το θάνατο· γιατί το υπερφυσικό μαρτύριο του Πέτρου δεί­χνει τη σχέση της φύσεώς μας εδώ προς τη ζωή· γιατί εκείνα, λέγει, θα υπομείνεις με καρτερία και με τη θέλησή σου για μένα και τη μαρτυρία μου παίρνοντας δύναμη από μένα, τα οποία επειδή είναι πάνω από τη φύση δεν τα θέλει ως από τη φύση της η φύση.

10. Αλλά ο Πέτρος βέβαια τέτοιος ήταν, όσο μπορούμε από αυτά τα λίγα να γνωρίσομε. Τί ήταν όμως ο Παύλος και ποιά γλώσσα, ή μάλλον ποιές και πόσες θα μπορέσουν να παραστήσουν ακόμα και μέτρια την μέχρι θανάτου καρτερία εκείνου για χάρη του Χριστού; Αυτός καθημερινά πέθαινε, ή καλύτερα ζούσε όντας παντοτινά πεθαμένος αφού δεν ζούσε αυτός πλέον, όπως ο ίδιος λέγει, αλλ’ είχε μέσα του ζώντα τον Χριστό (Γαλ. 2, 20). Για την αγάπη του Χριστού όχι μόνο θεώρησε όλα τα παρόντα σκύβαλα, αλλά και τα μέλλοντα τα τοποθετούσε δεύτερα συγκρίνοντάς τα προς αυτόν γιατί λέγει· «είμαι πεπεισμένος, ότι ούτε ο θάνατος, ούτε η ζωή, ούτε τα παρόντα, ούτε τα μέλλοντα, ούτε ύψωμα ούτε βάθος θα μπορέσει να μας χωρήσει από την αγάπη του Θεού που μας έδειξε μέσω του Ιησού Χριστού» (Ρωμ. 8, 38). Και είχε ζήλο Θεού, ώστε και να ζηλεύει εμάς με ζήλο Θεού. Και σε ποιόν άλλο θα παραχωρήσει τα ίσα, παρά μόνο στον Πέτρο; Ποιός πάλι ήταν ως προς την ταπεί­νωση άκουσε αυτόν πάλι να λέγει για τον εαυτό του· «εγώ είμαι ο ελάχιστος από τους Αποστόλους, τέτοιος που δεν είμαι ικανός να ονομάζομαι απόστολος» (Α’ Κορ. 15, 9).

11. Τί λοιπόν; Αφού είναι ίδιος με τον Πέτρο στην ομολογία, τον ζήλο, την ταπείνωση, την αγάπη, άραγε δεν επέτυχε και τα ίδια έπαθλα από αυτόν που τα πάντα τα χορηγεί με δικαιότατο ζυγό και μέτρο και σταθμά; Γι’ αυτό στον Πέτρο βέβαια λέγει, «συ είσαι Πέτρος, και πάνω σ’ αυτή την πέτρα θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου», ενώ για τον Παύλο τί λέγει προς τον Ανανία; «Αυτός είναι σκεύος εκλογής μου για να μεταφέρει το όνομά μου ενώπιον εθνών και βασιλέων» (Πράξ. 9, 15). Ποιό όνομα; Οπωσδήποτε αυτό με το οποίο ονομασθήκαμε εμείς, την Εκκλησία του Χρι­στού, την οποία ως θεμέλιο βαστάζει ο Πέτρος. Βλέπετε πόση είναι η λαμπρότητα και η ομοτιμία του Πέτρου και του Παύ­λου, και ότι και από τους δύο βαστάζεται η Εκκλησία του Χριστού; Γι’ αυτό και αυτή τώρα απονέμει μία και την ίδια τιμή και στους δύο, εορτάζοντας σήμερα και τους δύο μαζί ομότιμα. Αλλά εμείς, εξετάζοντας το τέλος αυτών, ας μιμηθούμε τον τρόπο ζωής των και αν όχι τα άλλα, τουλάχιστο την από την ταπείνωση και μετάνοια διόρθωση· γιατί τα άλλα βέβαια είναι μεγάλα και υψηλά και ταιριάζουν σε μεγάλους και είναι κατάλ­ληλα προς μίμηση από μεγάλους, μερικά ίσως είναι τελείως αμί­μητα από όλους, η διόρθωση όμως από τη μετάνοια ταιριάζει σε μας περισσότερο παρά σε εκείνους, αφού και καθημερινά διαπράττομε ο καθένας πολλά πταίσματα (Ιακ. 3, 2) και από πουθενά αλλού δεν υπάρχει για μας ελπίδα σωτηρίας, αν δεν αποσπάσομε αυτήν από τη διαρκή μετάνοια.

12. Προηγείται όμως της μετάνοιας η αναγνώριση και κατανόη­ση των δικών μας πταισμάτων, η οποία είναι μεγάλη αφορμή προς εξιλέωση· γιατί λέγει ο Ψαλμωδός προφήτης προς τον Θεό «ελέησέ με, γιατί εγώ γνωρίζω την ανομία μου» (Ψαλμ. 50, 1-2), αποσπώντας με την επίγνωση το έλεος και με την εξαγόρευση και αυτομεψία απο­κομίζοντας τέλεια τη συγχώρηση· γιατί λέγει· «είπα, θα εξαγορεύσω εναντίον μου την ανομία μου προς τον Κύριο, και συ συγχώρη­σες την ασέβεια της καρδιάς μου» (Ψαλμ. 31, 6)· γιατί την επίγνωση των αμαρτημάτων μας ακολουθεί η αυτοκατάκριση, και αυτήν η λύπη για τα αμαρτήματα, την οποία ο Παύλος ονόμασε «λύπη κατά Θεόν» (Β’ Κορ. 7, 10). Αυτήν πάλι την κατά Θεόν λύπη ακολουθεί η με συντριμμέ­νη καρδιά εξομολόγηση και παράκληση προς τον Θεό, και η υπό­σχεση της αποχής στο εξής από τις κακίες· και αυτό είναι η μετά­νοια.

13. Και εξαιτίας αυτού ο Μανασσής εκείνος απαλλάχθηκε από την τιμωρία για τα αμαρτήματά του, αν και βέβαια περιέπεσε σε πλήθος και μέγεθος και βάθος παραπτωμάτων και κυλιόταν σ’ αυτά για περίοδο πολλών ετών (Δ’ Βασ. 21, 1-18). Του Δαβίδ πάλι όχι μόνο εξά­λειψε ο Κύριος το αμάρτημα εξαιτίας της μετάνοιάς του, αλλά και δεν του αφαίρεσε την προφητική χάρη. Αυτήν χρησιμοποιώντας και ο Πέτρος, όχι μόνο σηκώθηκε από την πτώση και επέτυχε τη συγχώρηση, αλλά και του ανατέθηκε η προστασία της Εκκλη­σίας του Χριστού. Αυτήν την προστασία θα βρεις να έχει επιτύχει και ο Παύλος μετά την επιστροφή και την προκοπή και την παρα­πάνω από τους άλλους οικείωση με τον Θεό· γιατί η μετάνοια αν είναι αληθινή και βγαίνει αληθινά από την καρδιά, πείθει τον κάτοχό της να μη συνεχίζει τις αμαρτίες, να μη προσηλώνεται πια στα φθειρόμενα, να μη χάσκει πλέον στις μη καλές ηδονές, αλλά να καταφρονεί τα παρόντα, να αφοσιώνεται στα μέλλοντα, να αγωνίζεται εναντίον των παθών, να επιδιώκει τις αρετές, να δεί­χνει εγκράτεια σε όλα, να επαγρυπνεί με τις προς τον Θεό προσευχές, να απέχει από το κέρδος από αδικίες, να είναι συγχωρητικός προς εκείνους που πταίουν σ’ αυτόν, να είναι ευμενής προς όσους τον ικετεύουν, να είναι προθυμότατος και να κάμπτεται μέσα από την ψυχή του προς όλους εκείνους που χρειάζονται τη βοήθειά του, παρέχοντας από όσα έχει, λόγια, έργα, χρήματα, ώστε με τη φιλανθρωπία να κερδίσει τη φιλανθρωπία και αντί της προς τον πλησίον αγάπης να λάβει την εκ μέρους του Θεού αγάπη και να αποσπάσει την προς τον εαυτό του θεία ευμένεια και να επιτύχει το αιώνιο έλεος και τη θεία ευλογία και χάρη που παραμένει στον αιώνα.

14. Αυτήν εύχομαι να επιτύχομε όλοι εμείς με τη χάρη του μονογενούς Υιού του Θεού, στον οποίο πρέπει δόξα, δύναμη, τιμή και προσκύνηση μαζί με τον άναρχο Πατέρα του και το πανάγιο και αγαθό και ζωοποιό Πνεύμα, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.

Γρηγορίου Παλαμά Έργα, ΕΠΕ, τόμος 10, Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»

Κυριακή 26 Ιουνίου 2022

ΟΙΚΟΙ ΕΙΚΟΣΙΤΕΣΣΑΡΕΣ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΕΝ ΤΩ ΑΓΙΩΝΥΜΩ ΟΡΕΙ ΤΟΥ ΑΘΩ ΔΙΑΛΑΜΨΑΝΤΑΣ ΟΣΙΟΥΣ ΚΑΙ ΘΕΟΦΟΡΟΥΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΗΜΩΝ


ΟΙΚΟΙ ΕΙΚΟΣΙΤΕΣΣΑΡΕΣ
ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΕΝ ΤΩ ΑΓΙΩΝΥΜΩ ΟΡΕΙ ΤΟΥ ΑΘΩ
ΔΙΑΛΑΜΨΑΝΤΑΣ ΟΣΙΟΥΣ ΚΑΙ ΘΕΟΦΟΡΟΥΣ
ΠΑΤΕΡΑΣ ΗΜΩΝ 
Ποίημα Γερασίμου Μοναχού Μικραγιαννανίτου. 
Κοντάκιον. 
Ήχος πλ. δ’. Τη Υπερμάχω.
Ως υποφήτας των ενθέων αναβάσεων
Και συστοιχίαν δωρεών των υπέρ έννοιαν
Τους εν Άθω μακαρίσωμεν θεοφόρους
Τους Οσίους Ιεράρχας τε και Μάρτυρας
Ως ημών καθηγεμόνας και εκφάντορας
Τούτοις λέγοντες, χαίροις δήμε θεόλεκτε. 
Άγγελοι εν τω Άθω, διαφόροις εν χρόνοις, ωράθητε Όσιοι Πατέρες (εκ γ’), και συν τη αγγελική ζωή, καταλλήλοις διαλάμπετε χάρισι, δι’ ών καταφαιδρύνετε, υμάς τους πίστει εκβοώντας. 
Χαίρετε τύποι της εγκρατείας
Χαίρετε λύχνοι της αληθείας
Χαίρετε κανόνες λαμπρών αναβάσεων
Χαίρετε εικόνες αΰλων εμφάσεων
Χαίρετε όμιλε μακάριε των εν Άθω Ασκητών
Χαίρετε σύστημα ισάγγελον ανωνύμων και γνωστών
Χαίρετε ησυχίας ουρανόφωτοι στύλοι
Χαίρετε αληθείας ουρανόβροντα χείλη
Χαίρετε βότρυες της ασκήσεως
Χαίρετε σάλπιγγες της φρονήσεως
Χαίρετε μύσται Χριστού κοινωνίας
Χαίρετε στήλαι λαμπράς αριστείας 
Χαίρετε Πατέρες Όσιοι 
Βίου του ισαγγέλου, ακριβείς χαρακτήρες, ωράθητε εν Άθω Πατέρες, τρόποις τε και θείαις αρεταίς, της μελλούσης λαμπρότητος την έλλαμψιν, εκφαίνοντες εκάστοτε, τοις τω Κυρίω εκβοώσιν.
Αλληλούϊα. 
Γεηράς προσπαθείας, χωρισθέντες Πατέρες, προσήλθετε προθύμως εν Άθω, και βίω αμέμπτω εν αυτώ, προς υπερκόσμια όρη υψώθητε, παιδεύοντες τα κρείττονα, τους βοώντας υμίν τοιαύτα˙ 
Χαίρετε κρίνα της αφθαρσίας
Χαίρετε ρόδα της ευσεβείας
Χαίρε αρχηγέτα υμών Αθανάσιε
Χαίρε Εσφιγμένου βλαστέ Αγαθάγγελε
Χαίρε Πάτερ Αθανάσιε καλλονή Πατριαρχών
Χαίρε Όσιε Ακάκιε νέον άστρον Ασκητών
Χαίρε Βατοπαιδίου ώ Αγάπιε έρνος
Χαίρε Σκήτης Ιβήρων ώ Ακάκιε εύχος
Χαίρε σοφέ Παλαμά Γρηγόριε
Χαίρε λαμπτήρ Ιβήρων Γεώργιε
Χαίρετε ρήτορες δικαιοσύνης
Χαίρετε κήρυκες θεοφροσύνης 
Χαίρετε Πατέρες Όσιοι. 
Δύναμιν αληθείας, και πλούτον θεολογίας, δια πράξεως και θεωρίας, Ιεράρχαι οι θεοειδείς, οι εκ του Άθω ως αστέρες λάμψαντες, εν Χριστώ εθησαύρισαν, τη Εκκλησία εκβοώση˙
Αλληλούϊα. 
Εκ χωρών διαφόρων, εν καιροίς τοις ιδίοις, δραμόντες εν τω Άθω Πατέρες, οία Χριστού άρνες λογικοί, της μυστικής νομής κατηξιώθητε, εκτρέφοντες ταις πράξεσι, τους ευλαβώς υμίν βοώντας˙ 
Χαίρε νοητόν Γερμανέ σέλας
Χαίρε Γεράσιμε θείον γέρας
Χαίρε της Μονής σου δομήτορ Γρηγόριε
Χαίρε Ιβηρίτα Γαβριήλ θεόληπτε
Χαίρε Όσιε Γρηγόριε νηπτικής μυσταγωγέ
Χαίρε Γεδεών αήττητε Καρακάλου αρωγέ
Χαίρε Βατοπαιδίου ο Γεννάδιος θρέμμα
Χαίρε Βουλευτηρίων ο Γερόντιος γέρας
Χαίρε Δομέστικε Γρηγόριε
Χαίρε Διονυσιάτα Γεννάδιε
Χαίρετε σκεύη λαμπρών χαρισμάτων
Χαίρετε βρύσεις ποικίλων θαυμάτων 
Χαίρετε Πατέρες Όσιοι. 
Ζήλω επτερωμένοι, ακροτάτης αγάπης, έθεσθε σ’ αυτούς υπέρ του πέλας, όσοι κτίτορες σεπτών Μονών, ατρύτοις καμάτοις αυτάς δειμάμενοι, ως ιατρεία κρείττονα, προς σωτηρίαν των βοώντων˙
Αλληλούϊα. 
Ήρθη τη ση ελλάμψει, Υπερούσιε Λόγε, απάσης απανθούσης αξίας, η του Άθω Οσία πληθύς, και ταις αρεταίς καλύπτει τα πέρατα, δι’ ών αγιαζόμεθα, οι προς αυτούς βοώντες ταύτα˙ 
Χαίρετε κόσμου οι λαμπαδούχοι
Χαίρετε Άθω οι πολιούχοι
Χαίρε Κουτλουμουσίου Σκήτης Γεράσιμε
Χαίρε Φιλοθεΐτα θείε Δομέτιε
Χαίρε Πάτερ Διονύσιε κτίτωρ της λαμπράς Μονής
Χαίρε Όσιε Δομέτιε Διονυσίω προσφιλής
Χαίρε Μεγίστης Λαύρας Δαμασκηνέ φυτεία
Χαίρε της Φιλοθέου Δαμιανέ λυχνία
Χαίρε Ιβηρίτα Διονύσιε
Χαίρε Εσφιγμενίτα Δαμιανέ
Χαίρετε άμπελοι πράξεων θείων
Χαίρετε άροτρα πόνων αγίων 
Χαίρετε Πατέρες Όσιοι. 
Θαύμασι θεοσδότοις, κοσμηθέντες Πατέρες, ως βίου εναρέτου δοχεία, λαμπρύνετε τον Άθω αεί, τοις υπέρ φύσιν υμών κατορθώμασιν, και μοναστών συστήματα, παιδεύετε Κυρίω ψάλλειν˙ 
Αλληλούϊα. 
Ιεράρχαι και θύται, Όσιοι και οπλίται, Ομολογηταί και Μυροβλύται, πόλιν τον Άθω περιφανή, περί ής δεδοξασμένα λελάληται, πνευματικώς ειργάσασθε, εκ βοώντα υμίν εκ πόθου˙ 
Χαίρετε πάροικοι των ενύλων
Χαίρετε μέτοχοι των αΰλων
Χαίρε Διονύσιε Ρήτορ μακάριε
Χαίρε Αγιαννανίτα Δαβίδ πανάριστε
Χαίρε Όσιε Ευδόκιμε Βατοπαιδινών χαρά
Χαίρε ένδοξε Ευθύμιε Δοχειαρίου ιδρυτά
Χαίρε Βατοπαιδίου Ευθύμιε ποιμενάρχα
Χαίρε Οσιομάρτυς Ευθύμιε Ιβηρίτα
Χαίρε πυρσέ Ιβήρων Ευθύμιε
Χαίρε κλεινέ Ιεράρχα Θεόληπτε
Χαίρετε όρπηκες αθανασίας
Χαίρετε γνώμονες ποιμαντορίας
Χαίρετε Πατέρες Όσιοι. 
Κλήματα ευσεβείας, νέκταρ της αφθαρσίας, αποστάζοντα τοις εν τω Άθω, ώφθηται Οσιοαθληταί, υπέρ Χριστού το αίμα εκχέαντες˙ ώ νυν συνδοξαζόμενοι, εκβοάτε συν τοις Αγγέλοις˙ 
Αλληλούϊα. 
Λάμψαντες εν τω Άθω, πράξει και θεωρία, και πάσης αρετής φωταυγεία, οίαπερ λαμπάδες φαειναί, η των Οσίων χορεία υπέρτιμος, θείω φωτί λαμπρύνετε, τους εκβοώντας υμίν ούτω˙
Χαίρετε άστρα φωτός αδύτου
Χαίρετε πτώσις εχθρού δολίου
Χαίρε Μυροβλύτα Θεόφιλε Όσιε
Χαίρε Δοχειαρίου Θεόφανες πρόβολε
Χαίρε Θεωνά μακάριε Θεσσαλονίκης φωστήρ
Χαίρε Πάτερ Θεοδόσιε Τραπεζούντος ο αστήρ
Χαίρε Λαύρας η νάβλα ηδύφωνε Ιωάννη
Χαίρε κτίτωρ Ιβήρων ομώνυμε Ιωάννη
Χαίρε κλεινέ Ιβηρίτα Ιάκωβε
Χαίρε αυτού ιχνηλάτα Ιάκωβε
Χαίρετε κτίσεως φωταγωγία
Χαίρετε πίστεως λαμπαδουχία 
Χαίρετε Πατέρες Όσιοι. 
Μύρου του ουρανίου, δια βίου αγίου, θησαυρίσαντες τας απορροίας, οι βλύζοντες μύρον θαυμαστώς, από του τάφου Μυροβλύται Όσιοι, πιστών αεί ευφραίνετε, την διάνοιαν των βοώντων˙
Αλληλούϊα. 
Νόμοις της εγκρατείας, ως σοφοί νομοθέται, κοσμήσαντες υμών τα σεμνεία, γην επαγγελίας μυστικής, τον ουρανομήκη Άθω ειργάσασθε, εν ώ ζωήν αθάνατον, καρπούμεθα οι εκβοώντες˙ 
Χαίρετε Λόγου η ευωδία
Χαίρετε κόσμου η θυμηδία
Χαίρε των Ιβήρων λαμπάς Ιερόθεε
Χαίρε του Σωτήρος Λευΐτα Ιάκωβε
Χαίρε Ιωάσαφ ένδοξε Νήφωνος ο μαθητής
Χαίρε Σκήτης της Προμήτορος Ιλαρίων οικητής
Χαίρε Διονυσίου Ιωσήφ Μονής δόμα
Χαίρε των Αποστόλων Κοσμά ένθεον στόμα
Χαίρε ποιμήν ποιμένων ώ Κάλλιστε
Χαίρε τρυφή της Λαύρας Κωνστάντιε
Χαίρετε στάχυες θείων καμάτων
Χαίρετε σύσκηνοι των Ασωμάτων 
Χαίρετε Πατέρες Όσιοι. 
Ξενωθέντες τελείως, των του βίου φροντίδων, χορός Ησυχαστών μακαρίων, κατά μόνας μόνω τω Θεώ, ησύχω νω λατρεύειν ηρετίσασθε, θεοειδείς δε ώφθητε, τη θεία ενώσει βοώντες˙ 
Αλληλούϊα
Όλη λελαμπρυσμένη, αρετών ταις ακτίσι, καθάπερ Εκκλησία εκ μέρους, η εξ Οσίων και Αθλητών, και Ιεραρχών του Άθω συνέλευσις, εκλάμπει εν τοις πέρασι, προς σωτηρίαν των βοώντων˙ 
Χαίρετε δόξης θείας επόπται
Χαίρετε Όσιοι οι θεόπται
Χαίρε της Ζωγράφου Κοσμά θείον κόσμημα
Χαίρε Κουτλουμουσίου Κυπριανέ ήδυσμα
Χαίρε Σκήτης της Προμήτορος Κοσμά κόσμος μυστικός
Χαίρε της αυτής αγλάϊσμα Λουκά Μάρτυς ο κλεινός
Χαίρε Μονής Προδρόμου ώ Λεόντιε άνθος
Χαίρε της αυτής αύθις ώ Μακάριε αύχος
Χαίρε Καυσοκαλυβίτα Μάξιμε
Χαίρε Αγιαννανίτα Μακάριε
Χαίρετε σύνδεσμοι της ομονοίας
Χαίρετε σύσκηνοι θείας ευκλείας 
Χαίρετε Πατέρες Όσιοι. 
Πόλεών τε και νήσων, αρωγοί και χωρίων, ώφθητε Μάρτυρες θεοφόροι, όσοι του Όρους προελθόντες, και τοις εν κόσμω Χριστόν εδοξάσατε, μαρτυρικοίς παλαίσμασι, βοώντες Χριστώ τω Κυρίω˙ 
Αλληλούϊα. 
Ρώμη του Παρακλήτου, αριστεύσαντες πάντες, οι εν τω Άθω θείοι Πατέρες, οδηγείτε ημάς ασφαλώς, προς εναρέτου ζωής κατορθώματα, ως ποδηγέται άριστοι, των εκβοώντων θεοφόροι˙ 
Χαίρετε Όσιοι θεηγόροι
Χαίρετε Μάρτυρες θεοφόροι
Χαίρε Αγιαννανίτα θείε Μητρόφανες
Χαίρε Βατοπαιδίου θρέμμα Νεόφυτε
Χαίρε Όσιε Νικόδημε νηπτικής υφηγητά
Χαίρε ένδοξε Νεόφυτε Δοχειαρίου ιδρυτά
Χαίρε Πατριαρχείας Πάτερ Νήφων η φαύσις
Χαίρε άστρον Νικήτα Σκήτης Αγίας Άννης
Χαίρε Μαξίμου Νήφων συνέκδημε
Χαίρε το νέκταρ Καρεών Νεκτάριε
Χαίρε σοφίας Νικόδημε πλήρης
Χαίρε σοφών διδαγμάτων ο μύστης 
Χαίρετε Πατέρες Όσιοι. 
Σκήτεων ποδηγέται, και Μονών κυβερνήται, και παντός του Όρους ευεργέται, πέλετε Πατέρες ευκλεείς, εν διαφόροις καιροίς διαλάμψαντες, πολυειδέσι πράξεσι˙ και νυν φρουρείτε τους βοώντας˙ 
Αλληλούϊα
Τις αύτη η χορεία, η φαίνουσα εξ ερήμου, η συντεταγμένη ως θάμβος; Η εν τω Άθω παρεμβολή η συγκεκροτημένη θείω Πνεύματι˙ ώ αρμονίας κρείττονος! αλλ’ ούν βοήσωμεν εκ πόθου˙ 
Χαίρετε όρμοι χειμαζομένων
Χαίρετε βάσεις ριπιζομένων
Χαίρε Πάτερ Νείλε πηγή μύρων εύπνοε
Χαίρε Νικηφόρε τω βίω ισάγγελε
Χαίρε Σκήτης της Προμήτορος ώ Νικόδημε τρυφή
Χαίρε της αυτής ανάστημα ώ Νεκτάριε ηδύ
Χαίρε Οσιομάρτυς Ονούφριε Ιβηρίτα
Χαίρε Χριστού οπλίτα Παύλε Αγιαννανίτα
Χαίρε του Άθω Πέτρε ο πρώμαχος
Χαίρε Μονών σου Παύλε ο όρχαμος
Χαίρετε έφοροι των Μοναζόντων
Χαίρετε φύλακες των εκβοώντων 
Χαίρετε Πατέρες Όσιοι. 
Ύμνοις επινικίοις, των εν Άθω Οσίων, υμνήσωμεν τας ανδραγαθίας, των Οσίων και Ησυχαστών, των Ιεραρχών και Αθλοφόρων ομού, των γνωστών και ανωνύμων, βοώντες άπαντες Κυρίω˙ 
Αλληλούια
Φίλοι του Ζωοδότου, και μύσται της Θεοτόκου, ώφθητε θεοφόροι Πατέρες˙ και νυν συν Ασωμάτων χοροίς, της μεγαλοπρεπούς δόξης ετύχετε, υπέρ ημών πρεσβεύοντες, των εκβοώντων υμίν ταύτα˙ 
Χαίρε Προκόπιε Ιβηρίτα
Χαίρε Παχώμιε παθών λύτα
Χαίρε Ρωμανέ εν αθλήσει στερρόψυχε
Χαίρε Συμεών μονοχίτων θεόληπτε
Χαίρε Συμεών και Σάββα τε κλέος Χιλιανταρινών
Χαίρε Σάββα Οσιώτατε δόξα Βατοπαιδινών
Χαίρε Όσιε Σίμων Ασκητά Μυροφόρε
Χαίρε Αγίας Άννης Σάββα λύχνε φωσφόρε
Χαίρε Σάββα και Πάτερ Φιλόθεε
Χαίρε της Λαύρας θείε Φιλόθεε
Χαίρε Φιλόθεε Διονυσιάτα
Χαίρε Χριστοφόρε Μονής ταύτης χάρμα 
Χαίρετε Πατέρες Όσιοι. 
Χάριτος ουρανίου, και φωτός Τρισηλίου, τρυφώντες εν σκηναίς ουρανίοις, ο των γνωστών Οσίων χορός, και η των ανωνύμων θεία συνέλευσις, οι του Άθω πρόβολοι, φρουρείτε αεί τους εκβοώντας˙ 
Αλληλούϊα. 
Ψάλλοντες αιωνίως, τον τρισύνθετον ύμνον, Θεώ τω Τρισηλίω Πατέρες, δέξασθε ημών τους ψελλισμούς, τη συνήθει κεχρημένοι χρηστότητι˙ ότι ου παύομεν πόθω του εκβοάν υμίν απαύστως˙ 
Χαίρετε Λόγου οι κληρονόμοι
Χαίρετε λύχνοι οι φωτοφόροι
Χαίρε των Οσίων χορεία θεόληπτε
Χαίρε των Μαρτύρων στρατεία θεόλεκτε
Χαίρε άθροισμα θεόσοφον ιερών Ιεραρχών
Χαίρε όμιλε πανεύφημε ευκλεών Ησυχαστών
Χαίρε Μυροχευμόνων μυροφόρε χορεία
Χαίρε ιερολόγων ιερά συνοδεία
Χαίρε πληθύς Πατέρων ανώνυμος
Χαίρε Χριστού εν πάσιν ακόλουθος
Χαίρετε πύργοι κυκλόθεν του Άθω
Χαίρετε σκέπη καμού, διο κράζω 
Χαίρετε Πατέρες Όσιοι. 
Ώ Πληθύς μακαρία, των εν Άθω Πατέρων, απάντων Μοναζόντων αλείπται (εκ γ’), μη παύσησθε εφοράν αεί, τόδε το Όρος όπερ ηρετίσασθε˙ ιδού γαρ μετά πίστεως, γεραίρει υμάς και κραυγάζει˙ 
Αλληλούϊα. 
Και αύθις το 
Κοντάκιον.
Ήχος πλ. δ’. Τη Υπερμάχω.
Ως υποφήτας των ενθέων αναβάσεων
Και συστοιχίαν δωρεών των υπέρ έννοιαν
Τους εν Άθω μακαρίσωμεν θεοφόρους
Τους Οσίους, Ιεράρχας τε και Μάρτυρας
Ως ημών καθηγεμόνας και εκφάντορας
Τούτοις λέγοντες, χαίροις δήμε θεόλεκτε.

Δίστιχον.
Πληθύς πολυάριθμε Οσίων Άθω
Γεράσιμον ρύσασθε ροπής Χειρόνων.

Παρασκευή 24 Ιουνίου 2022

Ποιός ν᾽ ἀντέξει τὸ βάρος ἔστω μιᾶς μέρας; Σὲ ποιὸν ν᾽ ἀποταθῶ, μὲ τόσα δεινὰ φορτωμένος;

ΠΟΙΗΜΑ ΞΘ΄ 
[Δέησις πρὸς τὸν Χριστόν]

Δάσκαλε, μὲ περιζώνει τρικυμία φοβερή.
Πνίγεται -τρέξε!- ὁ μαθητής σου.
Μὲ μιά σου λέξη, θὰ πάψει ὁ χαλασμός.
Ποῦ εἶσαι; Ναί, θὰ σ᾽ τὸ πῶ: Μὴν μὲ πιέζεις,
θὰ συντριβῶ κάτω ἀπ᾽ τὸ βάρος τῆς πίκρας.
Ἐλέησες πολλούς, πολὺ χειρότερους
ἀπὸ μένα. Μὴν εἶσαι ἀκριβοδίκαιος μαζί μου.
Βγάλε μου κάτι στὴν ζυγαριά· βγάλε μου
κάτι - ἔστω λίγο. Ποιός ν᾽ ἀντέξει τὸ βάρος
ἔστω μιᾶς μέρας; Σὲ ποιὸν ν᾽ ἀποταθῶ,
μὲ τόσα δεινὰ φορτωμένος;
ΞΘ΄. 
Δέησις πρὸς τὸν Χριστόν.

πιστάτα, κλύδων με δεινὸς ἀμφέπει,
Τὸν σὸν μαθητήν. Ἐξέγειραι, πρὶν θάνω.
Μόνον κέλευσον, καὶ ζάλη τεθνήξεται.
Τολμῶ φράσαι τι· Χριστὲ, μὴ πίεζέ με,
Μηδὲ σβέσῃς με τῷ βάρει τῶν θλίψεων.
Πολλοὺς ἔχεις γὰρ καὶ κακωτέρους ἐμοῦ,
Οὓς ἠλέησας. Μή με κρίνῃς ἀξίως.
Κένου, κένου δὲ τοῦ ταλάντου τὸ πλέον.
Μιᾶς τίς οἴσοι φόρτον ἡμέρας μόνης;
Τίνι προσέλθω τοῖς κακοῖς βαρούμενος;

ΠΗΓΗ:ΕΔΩ 

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2022

Στή Γέννηση τοῦ Ἁγίου Προφήτου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου

Στή Γέννηση τοῦ Ἁγίου Προφήτου Προδρόμου καί Βαπτιστοῦ Ἰωάννου

ΑΓΙΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΣΤΟΥΔΙΤΟΥ

πηγή:εδώ 

α’. κόμα καί ἄν ἔμοιαζε ὁ λόγος μας μέ ἀνοιξιάτικο τραγούδι καλικέλαδου ἀηδονιοῦ, πολύ φτωχά θά κατάφερνε νά ὑμνήσει τή μεγάλη φωνή τῆς ἀλήθειας πού γεννιέται σήμερα. Τώρα ὅμως πού ἡ λαλιά μας εἶναι ἀσθενική καί πολύ κακοφωνή, πῶς νά ὑμνήσει τόν πιό δοξασμένο ἀπό ὅλους τούς Προφῆτες; Πῶς νά ψάλλει αὐτόν πού εἶναι ἡ τιμή καί ἡ δόξα τῶν Ἀποστόλων; Πῶς νά δοξολογήσει αὐτόν πού ἔχει μιά ξέχωρη τιμή ἀνάμεσα στούς μάρτυρες;

Ἐκεῖνο δέ πού μοῦ φαίνεται ἀξιοπρόσεχτο εἶναι τό ὅτι, ὅσον ἀφορᾶ τούς ἄλλους ἁγίους, πλέκει ὁ ἕνας τοῦ ἄλλου τά ἐγκώμια, ὁ πιό ἀξιοτίμητος τοῦ πιό ἀναγνωρισμένου καί ὁ λιγότερο γνωστός τοῦ λιγότερο φημισμένου. Αὐτόν ὅμως πού τώρα ἐμεῖς ἐξυμνοῦμε τόν ἐγκωμίασε, πρίν ἀπ’ ὅλους τούς ἄλλους ἐγκωμιαστές του, ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός καί Θεός, ἡ Ἀλήθεια, λέγοντας: «Δέν ἔχει μέχρι σήμερα γεννηθεῖ μεγαλύτερος προφήτης ἀπό τόν Ἰωάννη τό Βαπτιστή» (Ματθ. 11, II).

Ἀφοῦ λοιπόν τόσο πλούσια καί ἀνυπέρβλητα ἔχει ἐπαινεθεῖ καί ἔχει ἐγκωμιαστεῖ ὁ μέγας Πρόδρομος ἀπό τόν Ὑψιστο Θεό-Λόγο, ἔχει τάχα ἀνάγκη ἀπό τά φτωχά μας λόγια, ἀγαπητοί μου ἀκροατές; Ὄχι βέβαια, δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό τά φτωχά μας λόγια ὁ Τίμιος Πρόδρομος. Ἐμεῖς ὅμως ἀποτολμᾶμε νά ποῦμε δυό λόγια γι’ αὐτόν, γιατί εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά τό κάνουμε ἀπό ὑπακοή στόν πατέρα καί ἡγούμενό μας, ἐκτελώντας ὁπωσδήποτε τήν ἐντολή πού μᾶς ἔδωσε. Συγχρόνως ὅμως θά λάβουμε ἁγιασμό καί Χάρη καί μόνο πού ὁ νοῦς μας θ’ ἀσχοληθεῖ μέ τόν Τίμιο Πρόδρομο.

β’. μπρός λοιπόν, ἄς γιορτάσουμε τήν ἡμέρα. Ἄς πανηγυρίσουμε τό γεγονός τῆς γεννήσεώς του, ὄχι μόνο ὅσοι κατοικοῦν στά περίχωρα, ἀλλά καί ὅλοι ὅσοι περιτριγυρίζουν τόν πνευματικό Ἰορδάνη.

Ἄς μποῦμε βαθιά στό νόημα αὐτοῦ τοῦ παράδοξου μυστηρίου. Ἄς γνωρίσουμε αὐτό πού τόσο ὑπερφυσικά γίνεται σήμερα. Ἄς ἐμβαθύνουμε στά ὅσα ἔχουν συμβεῖ γύρω ἀπό τό πρόσωπο τοῦ Ζαχαρία. Καί ἄς μήν παραλείψουμε νά ἀναφέρουμε ὅλα ἐκεῖνα πού διαδραματίστηκαν στό πρόσωπο τῆς Ἐλισάβετ. Πόσο μεγάλος ὑπῆρξε ὁ Πρόδρομος φαίνεται καί μόνο ἀπό τούς γονεῖς πού εἶχε, γιατί οἱ γονεῖς του δέν ὑπῆρξαν ἄσημοι ἀλλά πολύ περίδοξοι καί ἐπιφανεῖς.

Ὁ μέν Ζαχαρίας, σάν ἄλλος Ἀαρών καί στήν ἡλικία καί στό ἀξίωμα, ντυμένος τήν Ἀρχιερατική στολή —δηλαδή τό περιστήθιο, τήν ἐπωμίδα, τό χιτώνα πού ἔφτανε μέχρι τούς ἀστραγάλους καί τό χιτώνα τόν κροσσωτό, τό διακριτικό σκοῦφο τῆς ἱερωσύνης καί τή ζώνη, πού ἦταν ὅλα καταστόλιστα μέ χρυσάφι καί πολύτιμους λίθους καί ὑάκινθο καί βύσσο— εἰσῆλθε στά Ἅγια τῶν Ἁγίων νά ἱερουργήσει γιατί ἐφημέρευε.

Ἡ δέ Ἐλισάβετ ὑπῆρξε ἴδια στή δόξα μέ τή Σάρρα καί μᾶλλον πιό δοξασμένη ἀπ’αὐτήν, ὡς συγγενής τῆς Θεομήτορος. Αὐτή λοιπόν σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ χαριτώθηκε, ἄν καί ἦταν στείρα, νά γεννήσει ὄχι τόν Ἰσαάκ, πού ὀνομάστηκε δοῦλος τοῦ Θεοῦ (Γέν. 34, 14 καί Δαν. 3, 35), ἀλλά τόν Ἰωάννη πού ἔγινε γνήσιος φίλος τοῦ Χριστοῦ.

Ὤ ἄγονη μήτρα, πού κράτησες μέσα σου τέτοιο παιδί! Ὤ ἄκαρπη γῆ, πού βλάστησες τέτοιο καρπερό στάχυ!

Γι’ αὐτό δέν πρέπει νά διστάσουμε ν’ ἀναφωνήσουμε καί πάλι πρός αὐτήν, μέ καινούργιο τώρα νόημα τά λόγια τοῦ μεγαλόστομου Ἠσαῦ. «Γέμισε τήν καρδιά σου μ’ εὐφροσύνη στείρα, πού δέν ἀπόχτησες παιδιά. Φώναξε μ’ ὅλη σου τή δύναμη ἐσύ πού δέν δοκίμασες ὠδίνες τοκετοῦ» (Ἠσ. 54, 1), γιατί ἔκανες ν’ ἀνθίσει ἀπό τήν ἔρημη μήτρα σου ὁ Ἰωάννης, τό κρίνο τῆς ἁγνότητας, τό τριαντάφυλλο πού εὐωδιάζει ἀπό Ἅγιο Πνεῦμα, τό λιβάδι τῆς ἐγκράτειας, πού μᾶς γεμίζει μέ ἀγαθά, ἡ φωτοδότρα πηγή πού λάμπει κατά τή φανέρωση τοῦ Χριστοῦ πάνω στή γῆ, ὁ Ἰωάννης, ὁ στρατιώτης τοῦ οὐράνιου βασιλιᾶ, πού ὁ Ἴδιος τόν ξεχώρισε καί τόν ὑπέδειξε στό λαό Του, ὁ ἄριστος νυμφαγωγός τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ πρός τόν οὐράνιο Νυμφίο της Χριστό, ὁ ἀκούραστος διαλαλητής καί μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ πού εἶναι ἡ μόνη Ἀλήθεια, ὁ Ἰωάννης, ὁ φλογερός κήρυκας τῆς μετάνοιας, ὁ σαρκωμένος ἄγγελος τοῦ Κυρίου, αὐτός πού φανέρωσε σέ ὅλους τόν Ἀμνό, πού θά σήκωνε πάνω του ὅλου τοῦ κόσμου τίς ἁμαρτίες.

Καί δέν θά μπορέσω μέ ὅ,τι καί νά πῶ νά ἀναφέρω ὅλες τίς ἀρετές του, ἀκόμα καί ἄν ἀραδιάσω ὅλους τούς τίτλους πού τοῦ ἔχουν δοθεῖ. Γιατί τοῦ ταιριάζουν πολλά ὀνόματα καί εἶναι κοσμημένος μέ πάρα πολλές ἀρετές, μιά καί αὐτός ἀξιώθηκε νά πάρει τήν πιό μεγάλη χάρη ἀπ’ ὅλους ἐκείνους πού σφράγισε τό Ἅγιο Πνεῦμα.

γ’. Τιμοῦμε βέβαια καί τή γενέθλια ἡμέρα τοῦ προπάτορα Ἰσαάκ, τόν ὁποῖο συνέλαβε καί γέννησε στά γηρατιά της ἡ Σάρρα καί γιά τόν ὁποῖο εἶπε: «Ποιός θά φέρει τό χαρούμενο μαντάτο στόν Ἀβραάμ καί θά τοῦ μηνύσει ὅτι ἡ Σάρρα θηλάζει βρέφος;» (Γέν. 21, 7), γεγονός πού πανηγύρισε ὁ Ἀβραάμ μέ μεγάλο συμπόσιο τήν ἡμέρα ταῆς ἀπογαλακτίσεώς του.

Ἐπίσης τιμοῦμε καί τή γενέθλια ἡμέρα τοῦ Σαμψών πού καί αὐτός χαρίστηκε στό Μανωέ ἀπό στείρα μάνα, σύμφωνα μέ τό ξεχωριστό θέλημα καί τήν ξεχωριστή χάρη τοῦ Θεοῦ (Ἰουδ. 13,14). Αὐτός, καθώς λέει ἡ Ἁγία Γραφή, δέν θα ‘πινε κρασί καί οἰνοπνευματώδη ποτά καί δέν θά ‘τρωγε τίποτα ἀκάθαρτο. Θά ἀναδειχνόταν ἀκόμα ἀρχηγός τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ γιά νά τόν σώσει ἀπό τούς ἀλλοφύλους ἐχθρούς του.

Τέλος, προσπερνώντας καί ἄλλων ἁγίων σχετικές περιπτώσεις, θά ἀναφέρω τόν προφήτη Σαμουήλ, τόν ὁποῖο γέννησε ἡ πολυδοξασμένη Ἄννα μέ τόν Ἐλκανά καί τόν ἀφιέρωσε ἀπό βρέφος στόν Θεό. Ἀλλά ὅλοι αὐτοί δέν φτάνουν, ἀγαπητοί μου, τό μεγαλεῖο τοῦ Ἰωάννη. Γιατί ἄλλοι ἀπ’ αὐτούς ἔζησαν πρίν ἀπό τήν παράδοση τοῦ γραπτοῦ Νόμου καί ἄλλοι μετά ἀπ’ αὐτή. Ὁ Ἰωάννης ὅμως, ὁ γιός τοῦ ἱερέα Ζαχαρία καί τῆς ἀξιοθαύμαστης Ἐλισάβετ, τό ἄνθος πού στόλισε τήν εἴσοδο τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο, φύτρωσε καί ἄνθισε στό μεσοδιάστημα τοῦ Νόμου καί τῆς Χάρης. Ἀνέτειλε τό νοητό ἀστέρι, προαναγγέλλοντας τήν ἀνατολή τοῦ Ἡλίου τῆς δικαιοσύνης. Προέτρεξε ὁ στρατιώτης, κηρύττοντας τόν ἐρχομό τοῦ βασιλιᾶ ὁλόκληρης τῆς κτίσης. Ἦρθε ὁ ὁδηγός τῆς Νύμφης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, διαλαλώντας τήν ἐπικείμενη παρουσία τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ. Καί οἱ μέν ἄλλοι προφῆτες προφήτεψαν ἡ θαυματούργησαν ἀρκετά χρόνια μετά τή γέννησή τους, ὁ Τίμιος Πρόδρομος ὅμως πληρώθηκε ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἀναδείχτηκε θαυματουργός ἐνόσω ἀκόμα βρισκόταν στήν κοιλιά τῆς μάνας του.

δ’. Θά κάνω λοιπόν μιά παρομοίωση γιά νά δείξω τή μεγαλοπρέπεια τῆς μορφῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Ὅπως ἕνας βασιλιᾶς, πού βγαίνει μέ πομπή καί βασιλική μεγαλοπρέπεια ἀπό τά ἀνάκτορά του, ἔχει ραβδούχους και ἄλλους πού προπορεύονται μέ σκῆπτρα, μετά ὑπάτους, ὑπάρχους καί ταξιάρχους - τελευταία δέ ἔρχεται ἕνας ἀξιωματικός μέ πολύ μεγάλο βαθμό καί μετά ἀπ’ αὐτόν ἀμέσως ἐμφανίζεται ὁ βασιλιᾶς, ἀστράφτοντας μέσα στό χρυσάφι καί τούς πολύτιμους λίθους - τό ἴδιο φανταστεῖτε ὅτι συνέβη καί μέ τόν ἀληθινό καί μόνο βασιλιᾶ ὁλόκληρης τῆς κτίσης, τόν Χριστό καί Θεό μας. Ὅταν ἐπρόκειτο νά ἔρθει ὁ Χριστός στόν κόσμο σάν ἄνθρωπος, προπορεύτηκαν οἱ πατριάρχες, ὅπως ὁ Ἀβραάμ, ὁ Ἰσαάκ καί ὁ Ἰακώβ. Ἔπειτα ὁ Μωυσῆς, πού ἀξιώθηκε νά φανερώσει τό νόμο τοῦ Θεοῦ στούς ἄνθρωπους, ὁ Ἀαρών καί ὁ Σαμουήλ καί ὅλος ὁ χορός τῶν ἁγίων προφητῶν. Τελευταῖος δέ ἀπό ὅλους ἐμφανίστηκε ὁ Ἰωάννης καί ἀμέσως μετά ὁ Δεσπότης μας Χριστός, γιά τόν Ὁποῖο ὁ Ἰωάννης εἶπε: «Αὐτός πού ἔρχεται μετά ἀπό μένα, εἶναι ἀνώτερός μου, γιατί ὑπῆρξε πρίν ἀπό μένα» (Ἰωάν. 1, 15). Ἔτσι ἀποδείχτηκε ὁ Τίμιος Πρόδρομος ἄν καί τελευταῖος στήν παράταξη, πρῶτος στήν ἀξία καί ἀπό αὐτούς ἀκόμα τούς Προφῆτες καί τούς Ἀποστόλους καί ἀπό ὅλους τούς ἄλλους ἁγίους σπουδαιότερος, σύμφωνα μέ ὅσα κήρυξε ὁ ἀληθινός Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστός. Καί εἶναι πιότερο τιμημένος, γιατί ἦταν τελευταῖος ἀπό τούς προφῆτες καί πρῶτος ἀπό τούς ἁγίους τῆς ἐποχῆς τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἀναπτύσσοντας λοιπόν τήν ἱστορία, ὅπως ἀναφέρεται στό ἱερό Εὐαγγέλιο, ἄς ἀκούσουμε τί ἦταν ἐκεῖνα πού ὁ Γαβριήλ εἶπε στό Ζαχαρία.

ε’. «Φανερώθηκε σ’ αὐτόν», λέει, «ἄγγελος Κυρίου καί παραστάθηκε δεξιά ἀπό τήν Τράπεζα πού ἔκαιγαν τό θυμίαμα. Καί μόλις τόν εἶδε ὁ Ζαχαρίας ταράχτηκε και φοβήθηκε πολύ» (Λουκ. 1, 11-12). Γιατί ἦταν πολύ σεβάσμια καί ἱερή ἡ ὀπτασία καί φοβερός ὁ τόπος πού συνέβη τό γεγονός. Γιατί λέει ἡ Ἁγία Γραφή: «Πόσο φοβερός εἶναι αὐτός ὁ τόπος! Αὐτός δέν εἶναι τίποτε ἄλλο, παρά ἡ ἴδια ἡ κατοικία τοῦ Θεοῦ» (Γέν. 28, 17). Καί δέν εἶναι περίεργο τό ὅτι ὁ ἱερέας, ἄν καί ἦταν δίκαιος, ταράχτηκε καί κυριεύτηκε ἀπό φόβο, ἀφοῦ τό ἴδιο συνέβη καί μέ τόν Δανιήλ τόν «ἄνθρωπο τῶν ἐπιθυμιῶν» (Δαν. 10, 8), πού βλέποντας τόν ἄγγελο θαμπώθηκε καί ἔμεινε ἄφωνος καί ἔπεσε μέ τό πρόσωπο στή γῆ, ἀπό τοῦ ἄγγελου τήν ὑπέρμετρη καί ἀσύγκριτη λαμπρότητα. «Φάνηκε» λέει, «σ’ αὐτόν ἄγγελος Κυρίου». Τί ἔχουν νά μᾶς ποῦν γι’ αὐτό οἱ μισοχριστιανοί πού δέν ἱστοροῦν εἰκόνες τῶν ἁγίων ἀγγέλων; Ἄν ποτέ ἔχει φανερωθεῖ ἄγγελος σέ ἄνθρωπο, τότε ἔχει καί ζωγραφιστεῖ ὅπως ἀκριβῶς καί φανερώθηκε καί ὄχι μέ μορφή διαφορετική. Καί φανερώθηκε μέ τήν ἴδια ἀκριβῶς μορφή πού παρουσιάστηκαν παλιά στό Μωυσῆ, στό ὅρος Σινᾶ, τά Χερουβείμ πού περιστοιχίζουν τό ἱλαστήριο τῆς κιβωτοῦ τῆς Διαθήκης. Ἐάν λοιπόν αὐτό πού οὔτε σῶμα οὔτε ὑλική μορφή ἔχει, δύναται νά περιγραφεῖ - σύμφωνα μέ τήν μορφή πού φανερώθηκε - πῶς δέν θά μπορούσαμε νά ἱστορήσουμε εἰκόνα γιά κάτι πού καί σῶμα ἔχει καί ὑλική μορφή καί προσλαμβάνει διάφορα χρώματα καί ψηλαφιέται σάν τρισδιάστατο ἀντικείμενο, ὅπως εἶναι καί ἡ μορφή τοῦ Σωτήρα μας, ὥστε μ’ αὐτόν τόν τρόπο νά κάνουμε ὁλοφάνερη τή σάρκωσή του, γεγονός πού πρέπει νά μένει ἔξω ἀπό κάθε φαντασία;

Ἄς μή νομίσουν λοιπόν οἱ ἄφρονες ὅτι, ζωγραφίζοντας τή μορφή τοῦ Χριστοῦ, ἀπεικονίζουμε ταυτόχρονα καί τή θεότητά Του, ἡ ὁποία δέν μπορεῖ νά ἐκφραστεῖ, οὔτε νά κατανοηθεῖ ἤ νά περικλειστεῖ, οὔτε νά πάρει σχῆμα, οὔτε θέση, οὔτε ἔκταση, οὔτε μέγεθος, οὔτε κανένα ἄλλο γνώρισμα, ἀπ’ ὅσα εἶναι δυνατόν νά περιγραφοῦν. Γιατί ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄπειρη καί ἀκατάληπτη.

Γι’ αὐτό καί ὅταν ἱστοροῦμε τήν εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μέ τό νά περιγράφουμε τή μορφή Του δέν περιγράφουμε συγχρόνως καί τήν ψυχή Του πού εἶναι ἄυλη καί ἄμορφη - αὐτό εἶναι ἀδύνατον - ἀλλά ἀποδίδουμε χωριστά καί ξεκάθαρα στό ἄυλο καί στό ὑλικό αὐτό πού τοῦ ταιριάζει. Δηλαδή τήν οὐσία τοῦ Θεοῦ πού δέν περιγράφεται, δέν τήν ἀπεικονίζουμε. Εἰκονίζουμε ὅμως τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού δύναται νά περιγραφεῖ, σύμφωνα μέ ὅσα στοιχεῖα μᾶς δίνει τό ἱερό Εὐαγγέλιο.

Ἀλλά ἄς γυρίσουμε στό θέμα μας.

στ’. «Καί τοῦ εἶπε ὁ ἄγγελος·μή φοβᾶσαι Ζαχαρία, γιατί ὁ Θεός δέχτηκε τήν προσευχή σου» (Λουκ. 1, 13). Ἀμέσως μέ τή διαβεβαίωση αὐτή τοῦ ‘διωξε τό φόβο, ὅπως ἀκριβῶς συμβαίνει μέ κάθε ἀγγελική ὀπτασία. Μετά δηλαδή ἀπό τό φόβο πού προκαλεῖ ἡ ἐμφάνιση τοῦ ἀγγέλου, ἀφαιρεῖται ἀπό τόν ἄνθρωπο ἡ δειλία. Ἐνῶ γίνεται ἀκριβῶς τό ἀντίθετο ὅταν ἐμφανίζεται ὁ δαίμονας. Δηλαδή στήν ἀρχή ὁ ἄνθρωπος πού τόν δέχεται εἶναι χαρούμενος καί θαρραλέος, μετά ὅμως ἀπό λίγο γεμίζει ταραχή καί φόβο.

«Μή φοβᾶσαι, εἶπε, Ζαχαρία, γιατί ὁ Θεός δέχτηκε τήν προσευχή σου καί ἡ γυναίκα σου ἡ Ἐλισάβετ θά φέρει στόν κόσμο ἕνα γιό» (Λουκ. 1, 10).

Ὤ ἀξιοεπιθύμητο καί θεόσδοτο παράγγελμα, σύμφωνο μέ τή βαθιά ἐπιθυμία τους! Ὤ ἀγγελοφερμένη ὑπόσχεση, πού εἶσαι καρπός τόσων ἐπίμονων προσευχῶν! Κατάφερε ὁ Ζαχαρίας νά κερδίσει ἐκεῖνο πού ἡ ψυχή του ἐπιθυμοῦσε! Πέτυχε ἐκεῖνο γιά τό ὁποῖο παρακαλοῦσε μέ τόση θέρμη! Βρῆκε ἐκεῖνο πού ζητοῦσε. Βρῆκε, ὄχι ἀπό φυσική συνάφεια ἀλλά ἀπό καρποφόρα προσευχή τό ξανάνιωμα τῆς ἄγονης μήτρας καί τήν ἱκανοποίηση τῆς λαχτάρας της νά κάνει παιδί. Διότι ἡ στείρωσή της δέν ἦταν βέβαια ἐπιτίμιο καί κατάρα τοῦ Θεοῦ - μήν πάει ἐκεῖ τό μυαλό σας - ἀλλά ἦταν προφητικό ἐξάγγελμα μεγάλου μυστηρίου.

Ἔχω τήν ἐντύπωση ὅτι, παρόλο πού ὁ Ζαχαρίας εἶχε παραδοθεῖ σέ πολλή προσευχή καί παρακαλοῦσε τόν Θεό νά λύσει τή στείρωση τῆς Ἐλισάβετ, δέν εἰσακούστηκε ἀμέσως ἀπό τόν Θεό, γιατί δέν ἦταν ἀκόμα ὁ κατάλληλος καιρός. Δέν εἶχε φτάσει ἀκόμα ἡ ἐποχή πού ὁ Χριστός θά σαρκωνόταν. Τότε μόνον νά ἐλπίζεις ὅτι θά ἀπόκτησεις παιδί, Ζαχαρία, ὅταν ἔρθει στή γῆ Αὐτός πού χρόνια προσδοκοῦν καί περιμένουνε τά ἔθνη. Τότε νά περιμένεις πώς ἡ Ἐλισάβετ θά πάψει νά εἶναι στείρα, ὅταν ἔρθει Αὐτός πού εἶναι ἡ ἐλπίδα τῆς οἰκουμένης. Ἐπειδή ὅμως ἦρθε πιά αὐτή ἡ ὥρα, δέξου μέ τήν προαγγελία τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ τῆς καρδιᾶς σου τό ποθούμενο. Σάν ἄλλος ἀετός ξαναπάρε τό νεανικό σου σφρίγος (Ψαλμ. 102, 5). «Γνώρισε, εἶπε ὁ ἄγγελος, τή σύζυγό σου. Γιατί ἔγινε δεκτή ἡ προσευχή σου καί ἡ γυναίκα σου Ἐλισάβετ, θά σοῦ γεννήσει ἕνα γιό καί θά τοῦ δώσεις τό ὄνομα Ἰωάννης». Φανέρωσε ἔτσι ὁ ἄγγελος καί τό ὄνομα πού θά ‘παιρνε τό παιδί, ὄνομα πού καί ἀπό τήν ἴδια τήν ἐτυμολογία του φανερώνει ὅτι τό παιδί θά ἦταν οὐρανόσταλτο.

ζ’. Εἶπε δέ ὁ Ζαχαρίας στόν ἄγγελο - γιατί μιλάει μέ τόν ἄγγελο μέ θάρρος σάν ἴσος πρός ἴσο. «Πῶς θά βεβαιωθῶ γι’ αὐτό, ἀφοῦ ἐγώ εἶμαι γέροντας καί ἡ γυναίκα μου προχωρημένη στήν ἡλικία;» (Λουκ. 1, 18). Ἡ ἀπόδειξη πού χωρίς ἰδιαίτερη σκέψη ζήτησε, γιά τόν τρόπο πού θά γινόταν πατέρας, τοῦ προσάπτει ὡς ἱερέα τό ἁμάρτημα τῆς ἀπιστίας. Αὐτή ἡ ἐρώτηση ὅμως δέν προέρχεται ἀπό τήν ἀπιστία, ἀλλά ἀπό τήν ἀνάγκη ἐξακριβώσεως τῆς ἀλήθειας. Ἔπαθε ἔτσι καί ὁ Ζαχαρίας τό ἴδιο μέ τόν Ἀπόστολο Θωμᾶ. Γιατί δέν ἦταν δικαιολογημένο, προφήτης αὐτός καί γνώστης τῶν θείων πραγμάτων, νά ἀγνοεῖ ὅτι ὁ Θεός μπορεῖ νά ἀνακαινίσει τή φύση, νά ξανανιώσει τά γηρατειά, νά βγάλει ἀπό τό ἀδιέξοδο τόν ἄνθρωπο, νά βρεῖ λύσεις στά προβλήματα, ὅπως ἄλλωστε συνέβη μέ τόν Ἀβραάμ καί τή Σάρρα, μέ τήν Σωμανίτιδα καί μέ τόσες καί τόσες ἄλλες ἀνάλογες περιπτώσεις, πού ἔδειξε τή θαυματουργική Του δύναμη. Ἀλλ’ ὅμως ἐπειδή οἱ χαρούμενες ἀγγελίες, πού μηνύουν τήν πραγματοποίηση τῶν μεγάλων καί ἀσυνήθιστων προσδοκιῶν τῆς ψυχῆς, ὅταν ἀκουστοῦν ἀπροσδόκητα καί ξαφνικά φέρνουν συνήθως ταραχή, γι’ αὐτό καί τώρα ὁ Ζαχαρίας, ἐπειδή ταράχτηκε, τηρεῖ ἐπιφυλαχτική στάση. Καί αὐτό νομίζω ὅτι τό κάνει ὄχι ἐξαιτίας τῆς ἀπιστίας του, ἀλλά γιατί βιάζεται νά φτάσει στήν ἀναμφισβήτητη καί ἀδιάσειστη βεβαιότητα. Καί ἀμέσως σάν νά κυριεύτηκε ἀπό ἀφόρητη χαρά, φωνάζει πρός τόν ἄγγελο καί λέει: «Πῶς θά βεβαιωθῶ γι’ αὐτό πού μοῦ λές»; Μήπως παραλογίζεσαι; Μή καί δέν βγοῦν ἀληθινά αὐτά πού μοῦ ἀναγγέλλεις; Δός μου ἐπίσημη διαβεβαίωση, δός μου χειροπιαστή ἀπόδειξη, ὅπως παλιότερα ἔδωσε ὁ Θεός στόν Ἀβραάμ τό σημεῖο τῆς περιτομῆς, βεβαιώνοντάς τον ἔτσι ὅτι θά γίνει πατέρας πολλῶν ἐθνῶν καί ὅτι θά γεννηθοῦν ἀπ’ τή γενιά του πολλοί βασιλεῖς. Καί ὅπως διαβεβαίωσε πρίν ἀπ’ αὐτόν τό Νῶε μέ τό σημεῖο τοῦ οὐράνιου τόξου, ὅτι δηλαδή δέν θά καταστρέψει μέ κατακλυσμό τή γῆ. Ἀκόμα ὅπως ἔκανε τή ράβδο τοῦ Μωυσῆ νά πάρει μορφή φιδιοῦ καί νά ξαναγίνει ἀμέσως πάλι ραβδί, γιά νά πιστέψουν μ’ αὐτόν τόν τρόπο οἱ Αἰγύπτιοι ὅτι τοῦ φανερώθηκε ὁ Θεός.

η’. Καί ἀποκρίθηκε ὁ ἄγγελος καί τοῦ εἶπε: Νά τό σημεῖο πού ζητᾶς: Θά χάσεις τή λαλιά σου καί δέν θά μπορεῖς πιά νά βγάλεις λέξη, γιατί δέν πίστεψες στά λόγια μου - ἐννοεῖται βέβαια γιατί δέν πίστεψε ἁπλά καί ἀνεξέταστα - πού θά ἐκπληρωθοῦν ὅταν φτάσει ὁ κατάλληλος καιρός. Πῆρε λοιπόν τήν κατάλληλη γιά τήν περίσταση ἀπόδειξη, πού ζητοῦσε ὁ Ζαχαρίας, δηλαδή τή σιγή τῆς φωνῆς του, μιᾶς φωνῆς πού κάποτε θά σταματοῦσε γιά πάντα μπροστά στή ζωντανή καί σαρκωμένη φωνή, τόν Πρόδρομο πού θά γεννιόταν ἀπ’ αὐτόν. Καί ἐνῶ ἔμεινε μέ κλειστό στόμα συνέχισε νά ὑμνεῖ, μέ μυστική πιά φωνή τό Δωρητή τοῦ παιδιοῦ, πού ἔμελλε νά γεννηθεῖ. Ὅταν βγῆκε, λέει ὁ ἱερός εὐαγγελιστής, ἀπό τό ἱερό τοῦ Ναοῦ, «δέν μποροῦσε πιά νά μιλήσει. Καί ἀπ’ αὐτό κατάλαβαν οἱ ἄλλοι ὅτι εἶχε δεῖ κάποιο ὅραμα στό ἱερό, ἐνῶ ὁ ἴδιος προσπαθοῦσε νά ἐξηγήσει μέ νοήματα καί παρέμενε βουβός» (Λουκ. 1, 22). Ἔμεινε κωφάλαλος, πρῶτα-πρῶτα γιά νά μή δέχεται ἐρωτήσεις, γιατί ἀλλιῶς δέν θά μποροῦσε νά μήν πληροφορήσει τούς ἄλλους γιά τό ὅραμα. Ἔπειτα δέ ἐπειδή κατά κάποιο τρόπο εἶχε βγεῖ ἀπό τίς αἰσθήσεις του καί καθώς ἔμεινε κατάπληκτος καί ἐμβρόντητος ἀπό τό ὅραμα πού ἐξακολουθοῦσε νά τό ζεῖ τόσο βαθιά μέσα του, δέν μποροῦσε νά δώσει προσοχή στά κούφια λόγια τῶν ἄλλων. Ἡ σιωπή λοιπόν δέν εἶχε κανένα ἄλλο νόημα, παρά ἦταν μονάχα μιά προφητεία, πού προδήλωνε ὅτι θά γινόταν πατέρας προφήτη. Καί αὐτό ἦταν ἴσως καί σημεῖο τοῦ τέλους τῆς λατρείας τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου, ἀλλά καί σημεῖο τῆς ἀνατολῆς τῆς ἐποχῆς τῆς Χάρης, πού θά ἄρχιζε μέ τό γεγονός τῆς γεννήσεως τοῦ Ἰωάννη.

Προσπερνώντας ὅμως τά ἄλλα σημεῖα πού σχετίζονται μέ τό θέμα μας - γιατί δέν εἶναι οὔτε τῆς ἡμέρας, οὔτε τῆς δυνατότητάς μας - ἄς ἔρθουμε ἀμέσως σ’ αὐτό πού μᾶς ἐνδιαφέρει ἄμεσα.

θ’. Καί συνέβη, ὅπως λέει ὁ ἱερός εὐαγγελιστής, τό ἑξῆς: «Μόλις ἄκουσε ἡ Ἐλισάβετ τό χαιρετισμό τῆς Μαρίας, σκίρτησε ἀπό χαρά μέσ’ τήν κοιλιά της τό βρέφος» (Λουκ. 1, 41).

Ὤ Ἰωάννη, μακαριστό βρέφος, ἀκοίμητο ἔμβρυο! Ἐνῶ ἀκόμα βρισκόσουν στήν κοιλιά τῆς μητέρας σου, πῶς ἔνιωσες τί γίνεται στόν κόσμο; Ἐνῶ ἀκόμα δέν εἶχες τελειωθεῖ πῶς παρουσιάζεσαι ὑπερτέλειος; Πῶς ἔξι μόλις μηνῶν ἔμβρυο, ἐκφράστηκες σάν σοφός γέροντας; Πῶς χωρίς ἀκόμα νά μπορεῖς νά διανοηθεῖς φάνηκες τόσο συνετός; Πῶς μίλησες μέ τόση εὐφράδεια, ἐνῶ ἀκόμα δέν μποροῦσες νά ἀρθρώσεις λέξη; Πές μας, πές μας λοιπόν, πῶς ἐνῶ βρισκόσουν ἀκόμη στή σκοτεινή χώρα τῶν μητρικῶν σπλάχνων, χωρίς νά βλέπεις, χωρίς ν’ ἀκοῦς, χωρίς νά ἔχεις ἀρθρώσει ἀκόμα μιά λέξη, χωρίς νά ἔχεις κάνει ἀκόμα οὔτε ἕνα βῆμα, χωρίς νά ἔχεις ἀκόμα σκάσει τό πρῶτο χαριτωμένο παιδικό χαμόγελο, πῶς βλέπεις τόσο καθαρά ὅσα δέν μποροῦν νά δοῦν οἱ ἄνθρωποι; Πῶς ἔχεις μιά τόσο σοφή γνώση; Πῶς θεολογεῖς; Πῶς σκιρτᾶς χαρούμενα; Γιατί χαίρεσαι τόσο πολύ; Ἀπάντησέ μας, ἀπάντησέ μας, πανθαύμαστε!

Μεγάλο, λέει, τό μυστήριο πού συντελεῖται καί δέν μπορεῖ νά τό συλλάβει νοῦς ἀνθρώπινος αὐτό πού διαδραματίζεται. Ἄν καί εἶμαι ἁπλός ἄνθρωπος ἐπιτελῶ παράδοξα πράγματα, γιά νά φανερώσω Ἐκεῖνον πού πρόκειται ὡς Θεάνθρωπος νά ὑπερβεῖ τούς ὅρους τῆς φύσης. Βλέπω μολονότι εἶμαι ἀκόμα ἔμβρυο, γιατί αἰσθάνομαι κοντά μου νά κυοφορεῖται ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης. Ἔχω τή δυνατότητα νά ἀκούω ἐπειδή γνωρίζω πολύ καλά τά πάντα καί ἐπειδή γεννιέμαι γιά νά εἶμαι ἡ φωνή τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Κράζω μέ ὅλη μου τή δύναμη, γιατί νιώθω νά σαρκώνεται ὁ Μονογενής Υἱός τοῦ Πατρός. Σκιρτάω, γιατί αἰσθάνομαι νά παίρνει ἀνθρώπινη μορφή ὁ Ποιητής ὅλης τῆς κτίσης. Χαίρομαι μέ ὅλη μου τήν ψυχή, γιατί λογίζομαι ὅτι σαρκώνεται ὁ Λυτρωτής τοῦ κόσμου. Σᾶς ἀναγγέλλω τήν ὥρα πού ὁ Θεός ἔρχεται σάν ἄνθρωπος στόν κόσμο. Τρέχω μπροστά, πρίν φτάσει Ἐκεῖνος ἀνάμεσά σας, σάν κορυφαῖος τοῦ δοξολογικοῦ χοροῦ σας καί σάν τόν Δαυίδ λοιπόν σᾶς παραγγέλλω προφητικά: Ἀρχίστε τό τραγούδι, πάρτε καλόηχο τύμπανο, ψαλτήρι καί κιθάρα. Τραγουδῆστε, ψάλτε γι’ Αὐτόν, ὑμνεῖστε ὅλο του τό μεγαλεῖο πού βρίσκεται σέ ὅσα θαυμάσια ἐπιτελεῖ.

ι΄. ρα λοιπόν Ἰωάννη, σηκώθηκες πάνω ἀπ’ τά ἐπίγεια καί ἀξιώθηκες νά ἀντικρύσεις τά οὐράνια; Ξεπέρασες καί αὐτές τίς ἀγγελικές δυνάμεις πού ὑπῆρχαν πρίν ἀπό τή δημιουργία τοῦ ὁρατοῦ κόσμου; Πῶς λοιπόν τιμήθηκες μέ τό ἀξίωμα τῶν ἀγγελικῶν ταγμάτων, ἐνῶ δέν πλάστηκες ἄγγελος; Καί πῶς ἀγέννητος ἀκόμα, μᾶς ἐμήνυσες καί μᾶς προανάγγειλες μέ ἄμεση θεϊκή ἔμπνευση ἐκεῖνο πού καί γιά τούς ἀγγέλους ἀκόμα ἦταν ἄγνωστο καί ἀδίδακτο;

Δέν προσπάθησα ν’ ἀνέβω σέ φανταστικά ὕψη. Οὔτε περπάτησα πάνω στά σύννεφα, οὔτε ξεπέρασα τούς οὐρανούς, οὔτε ἀνέβηκα πιό ψηλά ἀπό τίς τάξεις τῶν φλογερῶν καί ἀσώματων ἀγγέλων. Κανένας ἄς μή φανταστεῖ κάτι τέτοιο. Ἀλλά μάθετε ὅτι Αὐτός πού βρίσκεται πάνω ἀπ’ ὅλα καί μένει στούς Πατρικούς κόλπους μαζί μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, χωρίς νά χωριστεῖ ἀπό τόν Πατέρα καί τό Ἅγιο Πνεῦμα διέφυγε τήν προσοχή - καί αὐτῶν ἀκόμα τῶν πύρινων λειτουργῶν του - καί εἰσῆλθε στή μήτρα τῆς «ἀειπαρθένου» Μαρίας, σάν σέ ἄλλο οὐρανό. Αὐτός λοιπόν, μοῦ φανερώθηκε καί μέ μύησε σ’ αὐτά τά θεϊκά μυστήρια. Εἶμαι λοιπόν κήρυκας τοῦ βρέφους. Διαλαλῶ ὅτι «γεννήθηκε παιδί γιά χάρη μας καί μᾶς δόθηκε σάν δῶρο Αὐτός πού εἶναι ὁ προαιώνιος Θεός», ὅπως λέει καί ὁ μεγάλος προφήτης Ἡσαΐας (Ἡσ. 9, 6). Γεννήθηκα ἀπό μήτρα στείρα, γιατί πρόκειται νά γεννηθεῖ παιδί ἀπό μάνα παρθένο. Πόσο ὑπερφυσικά πράγματα, πόσο παράδοξα θαύματα εἶναι αὐτά, πού χαρούμενα μᾶς μηνύει σήμερα τό ἀγέννητο ἀκόμα βρέφος! Πόσο πρωτοφανῆ μηνύματα θεολογώντας μᾶς προανάγγειλε ὁ γιός τῆς Ἐλισάβετ;

Σκίρτησε ἀπό χαρά λοιπόν ὁλόκληρη ἡ οἰκουμένη, ψάλλε καί ὕμνησε Ἐκκλησία, τά προεόρτια πανηγυρίζοντας, πρίν ἀπό τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, τά γενέθλια τοῦ Ἰωάννη. Γέμισε ἀπό χαρά ὁλόκληρη ἡ κτίση, καθώς δέχεσαι τό μαντατοφόρο τῆς Σαρκώσεως τοῦ βασιλιά τῶν πάντων.

ια’. Μακαριστέ Ἰωάννη, πού εἶσαι μεγαλύτερος ἀκόμα καί ἀπό τούς πιό ἔνδοξους προφῆτες, ὁ πιό ἐπιφανής ἀπό τούς ἀποστόλους, ὁ πιό ἀξιοτίμητος ἀπ’ ὅλους τούς μεγαλομάρτυρες, ὁ κοσμημένος μέ θεία κάλλη ἀρχηγός τῶν ἐρημιτῶν, ὁ ἀγαπημένος φίλος τοῦ πάγκαλου Νυμφίου, τό ἑτοιμασμένο λυχνάρι πού λάμπει τό φῶς ἐκεῖνο, πού μέ λόγια δέν μπορεῖ νά περιγραφεῖ, ὁ ἔμπιστος κήρυκας τοῦ ἄμωμου Ἀμνοῦ, ὁ προσεκτικός ἀκροατής τῆς πατρικῆς φωνῆς, ὁ φημισμένος Βαπτιστής τοῦ Χριστοῦ, ὁ ἀτρόμητος ἔλεγχος τῆς ἁμαρτίας τοῦ Ἡρώδη, ὁ προάγγελος τῆς ζωῆς γιά ὅσους βρίσκονταν στόν Ἅδη, ἡ σάλπιγγα πού σημαίνει τά θεϊκά προστάγματα στήν οἰκουμένη, μίλησέ μας καί τώρα ἀπό τόν οὐρανό, μέ τίς ἱερές πρεσβεῖες σου καί τίς εὐχές τοῦ μακαριστοῦ πνευματικοῦ πατέρα μου καί δεῖξε τήν εὐμένειά σου στό λαό καί στό μικρό σου ποίμνιο πού σέ ὑμνεῖ, συγχωρώντας ταυτόχρονα τό τολμηρό ἐπιχείρημα ἑνός φτωχοῦ, πού στό προσφέρει ὄχι σάν δῶρο, ἀλλά σάν ταπεινό χρέος καί φόρο πού ὀφείλεται ἀπό τιποτένιο δοῦλο, πού προσφέρεται ὅμως μέ πόθο ψυχῆς.

Στόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό πρέπει ἡ δόξα, ἡ τιμή καί ἡ προσκύνηση, καθώς καί στόν Παντοκράτορα Πατέρα καί στό Πανάγιο Πνεῦμα, τώρα καί πάντοτε καί στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

«Θεϊκό Λυχνάρι, ὁ Τίμιος Πρόδρομος»
Ἐκδόσεις ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ
Ἱερᾶς Μονῆς Τιμίου Προδρόμου Καρέα

Σάββατο 18 Ιουνίου 2022

Ἐγὼ ἕναν πλοῦτο ἔχω: τὸν Χριστό.


 

ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΑ ΜΕΝΑ 
[ΠΒ΄. Πρὸς αὐτόν]

Χρυσάφι, ἀσήμι, πλούσια
τραπέζια: τὰ παιχνίδια τῆς ζωῆς.
Μεταξωτά, σοδιές, κοπάδια.
Ἐγὼ ἕναν πλοῦτο ἔχω: τὸν Χριστό.
Κι ἄμποτε ν᾽ ἀνταμώσουμε καὶ νά ᾽ναι
γυμνὴ ἡ ψυχή μου, ἀμόλυντη.
Τὰ ὑπόλοιπα: τοῦ κόσμου.
ΠΒ΄. Πρὸς αὐτόν.

λλοι χρυσὸν, οἵδ’ ἄργυρον, οἵδε τράπεζαν
Τιμῶσι λιπαρὴν, παίγνια τοῦδε βίου.
Ἄλλοι δ’ αὖ σηρῶν καλὰ νήματα, καὶ γύας ἄλλοι
Πυροφόρους, ἄλλοι τετραπόδων ἀγέλας.
Αὐτὰρ ἐμοὶ Χριστὸς πλοῦτος μέγας, ὅν ποτ’ ἴδοιμι
Νῷ γυμνῷ καθαρῶς· ἄλλα τε κόσμος ἔχοι.

 ΠΗΓΗ:ΕΔΩ 

Αποδόσεις του Γιώργου Μπλάνα 
Ο ποιητής Γιώργος Μπλάνας έχει παρουσιάσει πρόσφατα ορισμένες αποδόσεις ποιημάτων του Γρηγορίου Ναζιανζηνού στις ηλεκτρονικές σελίδες του facebook. Αυτές συγκεντρώνουμε και παραθέτουμε εδώ, ενώ υπενθυμίζουμε και την απόδοση ενός άλλου ποιήματος του Γρηγορίου που δημοσίευσε στον ιστότοπο του ηλεκτρονικού περιοδικού μας Νέο Πλανόδιον (ΠΟΙΗΜΑ ΜΑ΄. Πρὸς Μάξιμον) και βρίσκει ο ενδιαφερόμενος εδώ.

Ἡ διαστροφή τῆς ὁμοφυλοφιλίας καί ἡ θεραπεία της κατά τήν Ὀρθόδοξη παράδοση.



Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία
τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου,
πού ἔγινε στά πλαίσια τῶν κατηχητικῶν ἀναλύσεων τῶν Ὅρων κατ᾽ ἐπιτομήν 225, 226 καί 229 τοῦ Μεγάλου Βασιλείου,
στόν Ἱερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου, Δικηγορικῶν Γλυφάδας,
τό Σάββατο 14-01-2006.

Συνεχίζοντας τίς ὁμιλίες μας αὐτές, μετά ἀπό τή σύντομη ἑορταστική διακοπή, νά εὐχηθῶ σέ ὅλους σας καλή κι εὐλογημένη χρονιά νά ἔχετε. Δέν λέμε χρόνια πολλά, πού εἶναι κάτι πολύ σχετικό γιά τά μέτρα τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐφόσον τά χρόνια τά πολλά ἔρχονται σέ μιά, θά ᾽λεγα ἔτσι, διανοητική ἀντιπαλότητα μέ τό στοιχεῖο τῆς αἰωνιότητας, ἀλλά νά ᾽ναι χρόνια εὐλογημένα, πού θά σᾶς ὁδηγήσουν αὐτά τά χρόνια στό χῶρο τῆς αἰωνιότητας. Χρησιμοποιοῦμε τό χρόνο γιά νά φτάσουμε στήν αἰωνιότητα, ὄχι ὁ πολλαπλασιασμός τοῦ χρόνου, πού θά μᾶς κάνει κάτι καλύτερο. Ὅπως λέει καί ἡ Γραφή, «γῆρας τό τίμιον οὐ τό πολυχρόνιον», ἕνας πού καταξιώθηκε ἤ χαριτώθηκε νά ᾽χει χρόνια, πού εἶναι γεροντικῆς ἡλικίας, δέν σημαίνει πού καταξιώθηκε λόγω ἀκριβῶς τῆς χρονικῆς του παρουσίας πάνω στή γῆ, ἀλλά γιά ἐκεῖνο, τό ὁποῖο εἶναι εὐλογημένο κι ἁγιασμένο. Οὐ, λοιπόν, τό πολυχρόνιο, ἀλλά τό εὐλογημένο μετράει γιά μᾶς.
Μέσα ἀπ᾽ αὐτές τίς χρονολογικές εὐχές μας, πού εὐχόμαστε ἀπό τή σχετικότητα τοῦ χρόνου νά πᾶνε στήν ἀπολυτότητα τῆς αἰωνιότητας, νά συνεχίσουμε τίς ἀναλύσεις μας, πού ἔχουν σάν ἐργαλεῖο καί σάν ὄργανο, βέβαια, κείμενα πατερικά, πού εἶναι πάρα πολλά τά κείμενα καί σίγουρα θέλουν πολλές ἀναλύσεις καί πολύπτυχα νά τίς δοῦμε, τῶν Ὅρων κατ᾽ ἐπιτομήν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἀλλά πού πάντοτε συνδυάζουμε αὐτές τίς ἀναλύσεις μέ κάποιο ἐπίκαιρο γεγονός καί μᾶς βοηθοῦν πάντοτε οἱ Ὅροι κατ᾽ ἐπιτομήν γιά νά προσδιορίσουμε καλύτερα τήν ἐπικαιρότητα, πού πάντοτε μᾶς δίνει ἐρεθίσματα καί πάντοτε μᾶς δίνει ἀφορμές, μιά πού εἶναι κάτι ζωντανό ἡ ἐπικαιρότητα καί εἶναι πρός ἀξιοποίηση· καί αὐτό πού λέω πάντοτε, ὅτι ἐμεῖς οἱ χριστιανοί δέν φοβόμαστε τήν ἐπικαιρότητα, ἐπειδή ζοῦμε στόν κόσμο. 
Τό ἐπίκαιρο εἶναι τό ἐπί καιροῦ, εἶναι κάτι πολύ προσωρινό, ἀλλά ἐμεῖς δέν φοβόμαστε τό ἐπίκαιρο, ἀφοῦ καί τώρα, αὐτή τή στιγμή, ζοῦμε ἐπίκαιρα, ζοῦμε αὐτό τό λεπτό, αὐτή τήν ὥρα τῆς ζωῆς μας καί ἡ ἐπικαιρότητα μπορεῖ νά εἶναι τόσο πληθωρική αὐτή τήν ἐποχή, μάλιστα μέ τά μέσα τῆς ἐνημερώσεως, πού πολυποίκιλα γεμίζουν τίς ἀκοές μας καί τό νοῦ καί τήν καρδιά μας μέ τίς τρέχουσες εἰδήσεις, πού μπορεῖ νά γίνουν πληθωρικές καί κουραστικές καί πληθωριστικές καί νά χάσουν τήν ἀξία τους· ἀλλά τολμῶ νά πῶ ὅτι ἐμεῖς οἱ χριστιανοί, ἐπειδή δέν ζοῦμε μανιχαϊκά, ἀλλά ζοῦμε ὀρθόδοξα, ἀξιοποιοῦμε τήν ἐπικαιρότητα μ᾽ ἕναν τρόπο εὐλογημένο, δηλαδή δέν ἀκοῦμε ἁπλῶς γιά νά γεμίσουμε τά αὐτιά μας μ᾽ ἐμπειρίες ἀκοῶν. Ἀκοῦμε γιά ν᾽ ἀκούσουμε τί συμβαίνει στόν κόσμο καί τουλάχιστον νά πάρουμε ἐρεθίσματα ἀπ᾽ αὐτό καί αὐτή εἶναι, θά ᾽λεγα, ἡ ἀποκλειστική δυνατότητα πού μπορεῖ νά ἀκοῦμε τήν ἐπικαιρότητα, εἶναι νά πάρουμε τίς ἀκοές τῆς ζωῆς τοῦ κόσμου καί ὅλα αὐτά νά μετασχηματιστοῦν ἤ σέ μιά πράξη ζωῆς, ἄν εἶναι δυνατό, κάπου νά σταθεῖς πλάι σέ κάποιον ἄνθρωπο ἤ ἀκόμη περισσότερο, ἐφόσον δέν μπορεῖ νά γίνει πράξη ζωῆς ἡ κάθε εἴδηση πού ᾽ρχεται, νά γίνει ἕνα ἀντικείμενο προσευχῆς κι ἔτσι ὁ πόνος, ἡ κραυγή τῆς ἀγωνίας, τῆς πείνας, τῆς δίψας, τῆς καταπιέσεως, τῆς ἀδικίας, πού διατρέχει συνήθως τά δελτία ἐνημερώσεως, πού δέν μπορεῖ νά εἶναι ὡραιοποιημένα, πάνω στήν τραγωδία στέκονται -τά ὡραῖα τά πράγματα εἶναι κρυμμένα πάντοτε, ὅπως οἱ ἅγιοι εἶναι κρυμμένοι πάντοτε- μᾶς δίνουν ἀφορμή γιά πολύ βαθύτερη προσευχή. 
Κι ἔτσι δέν μέ πειράζει ἡ ἐπικαιρότητα κι ἀσχολοῦμαι μέ τήν ἐπικαιρότητα καί τήν ἀξιοποιῶ, κατ᾽ ἐξοχήν, ὅσο ἐπιτρέπει ὁ λειτουργικός μου ὁ χρόνος, γιά νά βάλω μιά μερίδα μέσα στό δισκάριο τῆς προσκομιδῆς, γιά ὅλους τούς πονεμένους τῆς γῆς καί κατ᾽ ἐξοχήν μετά γιά νά μπορῶ νά πῶ ἕνα λόγο, ν᾽ ἀρθρώσω ἕνα λόγο γιά τά πράγματα τοῦ κόσμου ἐξ ἀπόψεως Ὀρθοδοξίας, γιατί ἄν δέν ὑπάρχει ὀρθόδοξος λόγος, ὄχι ὡς ἀντιπαλότητα, ἀλλ᾽ ὡς κατάθεση ἀληθείας, ὅλα τά ἄλλα τά γεγονότα θά διατρέχουν τή ζωή μας καί τίς ἀκοές μας καί μερικά θά τά ἀπορρίπτουμε ἀκριβῶς γιατί πιστεύουμε ὅτι εἶναι ἀντίθετα μέ τήν πίστη μας ἤ μερικά ἄλλα σιγά-σιγά θά τά δεχόμαστε κι ἔρχεται μιά πολύ βαθιά ἀλλοίωση τῆς ζωῆς μας· κι αὐτό γίνεται εἰδικά καί ἀπό τίς νεαρές ἡλικίες, γίνεται μιά συστηματική ἀντικατήχηση, ὅπου τά παιδιά μας σέ λίγα χρόνια θά ζοῦν ἄλλα γεγονότα, γιατί γίνεται μιά συστηματική ἀντικατήχηση. 
Ἐμεῖς, λοιπόν, δέν κάνουμε λόγο ἀπολογητικό, οὔτε ἐπιθετικό λόγο· καταθέτουμε τή μαρτυρία τῆς Ἐκκλησίας μας. Παράδειγμα, ὅλη αὐτή ἡ ἱστορία, ἡ πολύ γνωστή ἱστορία πού εἶναι τραγική γιά τή χριστιανική ἐμπειρία, γιά τήν ὀρθόδοξη ἐμπειρία, τοῦ «γάμου» τῶν ὁμοφυλοφίλων, πού εἶναι ἀπαράδεκτο γιά ὅλους μας, μπορεῖ σιγά-σιγά νά γίνει μιά κοινή συνείδηση. Βλέπετε, πρίν ἀπό μερικές δεκαετίες, οὔτε κουβέντα δέν γινόταν γιά μιά ἐπίσημη παρουσίαση τέτοιων τραγελαφικῶν καταστάσεων καί διαστροφῶν. Σήμερα αὐτό σιγά-σιγά γίνεται ἀποδεκτό καί πρόσωπα ἐπίσημα, ἀρχίζουν νά τό ἀποδέχονται καί ἄς μήν τό ζοῦν οἱ ἴδιοι αὐτό τό γεγονός, τό θεωροῦν μιά ἔκφραση δημοκρατικῆς ἐλευθερίας. Βέβαια, ὁ καθένας κυβερνάει τή ζωή του ὅπως θέλει “κατ᾽ ἐλευθερίαν” καί τό λέει καί ἡ Ἁγία Γραφή, βέβαια μιλάει γιά τό «ἐπ᾽ ἐλευθερίᾳ ἐκλήθητε, ἀδελφοί» ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἀλλά αὐτή ἡ ἐλευθερία εἶναι μιά ἐλευθερία ἡ ὁποία μᾶς ὁδηγεῖ στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὄχι μιά ἐλευθερία πού κάνει τό δικό μας θέλημα. 
Ἀπό ᾽κεῖ θ᾽ ἀρχίσει ἡ θεολογική μου ἡ διαφοροποίηση. Δέν διαφωνῶ ποτέ μέ τίς ἐλεύθερες σκέψεις καί τίς φωνές καί δέν μπορῶ ποτέ νά κάνω καθυπόταξη συνειδήσεων, οὔτε νά κάνω λογοκρισία τῶν συνειδήσεων, ἀλλά, πέρα ἀπ᾽ αὐτό, κανείς δέν μπορεῖ νά κλείσει τό στόμα μου νά λέω ἀλήθειες, γιά γεγονότα, τά ὁποῖα διαστρέφουν τόν κόσμο. Αὐτή εἶναι ἡ ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας μας καί μπορῶ νά κάνω κριτική σέ ὅλο αὐτό τό σύστημα τό διαστροφικό, πού θέλει νά περάσει αὐτή τή διαστροφή πάνω στή ζωή μας καί εἶναι μιά ἀναίρεση οὐσιαστικά, ὄχι μόνο τῆς φύσεως τοῦ ἀνθρώπου, μιά ἀναίρεση τῆς ἴδιας τῆς ψυχολογίας τοῦ ἀνθρώπου. Τό ἀποτέλεσμα ὅλης αὐτῆς τῆς ἱστορίας θά εἶναι καί εἶναι ἤδη -ὅσο διατρέχει τήν ἱστορία μας- πολύ βεβαρημένη ψυχασθένεια μές τή ζωή τοῦ κόσμου, χωρίς νά καταλαβαίνουν γιατί αὐτό συμβαίνει· γιατί ἀκριβῶς διαστρέφονται βασικά ψυχικά δομικά τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. 
Αὐτό μπορῶ νά ἀξιολογήσω σήμερα σάν τραγικότητα, πού μιλᾶνε γιά «γάμο» ὁμοφυλοφίλων, ὅ,τι πιό ἀντιφατικό σάν λέξη, «γάμος» ὁμοφυλοφίλων δέν γίνεται, δέν ὑπάρχει τέτοιο γεγονός. Ὅπου ὁ Θεός ἑνώνει, ἀλλά γιατί ἑνώνει, μέ ποιό σκοπό ἑνώνει, ποιά εἶναι ἡ προοπτική τοῦ «ἑνώνει» καί φυσικά αὐτό τό «ἑνώνω» χρησιμοποιεῖ σάν βασικό του ὄργανο τήν ἀγάπη. Ὁ Θεός εἶναι Τριαδικός Θεός, ἐπειδή εἶναι ἀγάπη ὁ Θεός καί εἶναι ἑνότητα ὁ Θεός, δέν μπορῶ ἀλλιῶς νά τό ἐκφράσω τό μυστήριο τοῦ Θεοῦ. Ἄν μιλᾶμε, λοιπόν, γιά ἕνωση, ἡ μόνη ἔκφραση πού μπορεῖ νά κάνει τήν ἕνωση ἕνωση, εἶναι μόνο ἡ ἀγάπη· ἀλλά ποιός ὅρισε τήν ἀγάπη; Καί ἐπειδή ὁ μόνος ὁρισμός τῆς ἀγάπης μπορεῖ νά δοθεῖ ἀπ᾽ αὐτό πού λέει τό κείμενο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστίν», ὅταν μιλῶ τουλάχιστον ἐγώ γιά ἀγάπη, δέν μπορῶ παρά νά στραφῶ νά ψάξω τόν ὁρισμό τῆς ἀγάπης στό Θεό, δέν ἔχω ἄλλα κριτήρια, δηλαδή. Μπορεῖτε κι ἐσεῖς νά δώσετε ὁρισμούς τῆς ἀγάπης, ἀλλά εἶναι κι αὐτοί ἐλέγξιμοι, πρέπει νά ἐλέγξουμε γιατί τό λέτε ἀγάπη αὐτό. Ἀγάπη λέτε τό βίτσιο σας, τήν ἐπιθυμία σας, τόν ἐγωισμό σας, τήν προβολή σας, αὐτό μπορεῖ νά τό λέτε ἀγάπη, ἀλλά δέν εἶναι ἀγάπη. 
Ἐδῶ λέμε «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστίν» καί ὁ Θεός εἶναι ταπεινός, ὁ Θεός κρύβεται, ὁ Θεός δέν μᾶς καθηλώνει, ὁ Θεός μᾶς φτιάχνει, ὁ Θεός θέλει νά μᾶς σώσει· ἀλλοῦ μπαίνει ἡ ἔννοια τῆς ἀγάπης. Ἔτσι λοιπόν, ἀμέσως οἱ ἔννοιες ἀλλάζουν τελείως καί πρέπει ν᾽ ἀναμετρηθοῦμε μ᾽ αὐτές τίς ἔννοιες. Ἄν λοιπόν ὑπάρχει γάμος χωρίς ἀγάπη, δέν εἶναι γάμος καί ἐφόσον ὁ «γάμος» αὐτός δέν μπορεῖ νά ἔχει ἀγάπη μέ τίποτε, παρά μόνο καταξίωση ἐγωιστικοῦ βίτσιου, τότε ἀκριβῶς δέν μιλᾶμε γιά «γάμο», δηλαδή εἶναι ἀντιφατικές οἱ ἔννοιες, πρέπει νά ψάχνουμε τούς ὁρισμούς. Ἀκόμη κι ἄν δέν ξέρουν τά τῆς Ἐκκλησίας μας, νά κάνουν ἐτυμολογικές ἀναλύσεις. 
Τί σημαίνει ἡ λέξη: «γάμος»; Θά πεῖ κάποιος τό «ἔγημα-γαμέω-γαμῶ» ἀπό τή λέξη αὐτή. Τί σημαίνει αὐτό ὀρθόδοξα; Εἶναι ἁπλῶς μιά σεξουαλική πράξη ἤ εἶναι κάτι πολύ βαθύτερο; Τί εἶναι ἡ ἔννοια τοῦ γάμου στήν ὀρθόδοξη Θεολογία; Εἶναι ἁπλῶς ἡ ὁριζόντια ἔκφραση τῆς πράξεως τῆς σεξουαλικῆς; Καθόλου. Εἶναι μιά πολύ βαθιά ἀγαπητική ἕνωση, ἡ ὁποία κατευθύνεται πρός τό Θεό, καταλήγει στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ· γι᾽ αὐτό βλέπετε κι ἡ σχέση μας μέ τό Θεό εἶναι ἐρωτική κι ὁ ἄνθρωπος ζεῖ ἐρωτικά κατευθυνόμενος στό Θεό κι ἔχοντας αὐτή τήν ἀγαπητική σχέση μέ τό Θεό, μπορεῖ νά ἀγαπήσει μετά. Καί εἶμαι βέβαιος γι᾽ αὐτό, δέν τό λέω φιλοσοφικά, οὔτε θεολογικά, οὔτε τό λέω γιατί θέλω νά κάνω ἀντιπαλότητα,προσωπικά σάν πνευματικός δέν γνώρισα ποτέ κάποιον ἄνθρωπο πού μπορεῖ ν᾽ ἀγαπάει, ἄν δέν ἀγαποῦσε τό Θεό. Ὅλα τ᾽ ἄλλα ἦταν μιά προβολή βίτσιων ἤ ἐπιθυμιῶν ἤ ψευτοαγαπητικῶν διαθέσεων. Ἄν, λοιπόν, μιλοῦν γιά ἀγάπη νά ᾽ρθουν ν᾽ ἀναμετρηθοῦν μέ τήν πράξη τῆς ζωῆς κι ὄχι μ᾽ ἕνα θεολόγο, οὔτε μέ τήν ὀρθόδοξη Θεολογία. 
Μέσα ἀπ᾽ αὐτές τίς προοπτικές, λοιπόν, προσπαθώντας νά ὁρίσω καί δέν χρειάζεται τό αὐτονόητο, νά ὁρίσω θεολογικά τήν ἀντίθεση μέ τό θέμα τοῦ «γάμου» τῶν ὁμοφυλοφίλων, εἶναι ἀντιφατικό, δέν μπορεῖ νά γίνει, δέν εἶναι γάμος. Ἁπλῶς εἶναι μιά συμβατική νομική ἕνωση, ἡ ὁποία ἐπεβλήθη διά τῆς ἐπιβολῆς πολλῶν δυνατῶν τῆς γῆς, οἱ ὁποῖοι ἦταν ὁμοφυλόφιλοι, εἶναι πολύ δεδομένο αὐτό. Ἐπειδή, λοιπόν, ἤθελαν νά καταξιώσουν τόν ἑαυτό τους, τό πέρασαν νομικά δηλαδή, αὐτό εἶναι σίγουρο, ξέροντας τίς ἰσορροπίες τίς μαθηματικές ἀκόμη καί στά κοινοβούλια ἤ τά εὐρωκοινοβούλια, τά ὁποῖα καταξιώνουν τέτοιες καταστάσεις, δέν χρειάζεται νά ζητήσουμε ἀλλοῦ τήν ἱστορία· καί μερικοί ἄλλοι ἀνόητοι ἐν ὀνόματι τῆς δημοκρατικότητας τό ψήφισαν κι αὐτοί μαζί τους. Δηλαδή δέν μέ ἐνδιαφέρει αὐτή τή στιγμή ὁ νόμος. Ὁ νόμος ἁπλῶς εἶναι πρός χρήση, ἄν πρόκειται νά κρατήσει τή νόμιμη τάξη καί νά μή διαστρέψει τόν κόσμο. Ἄν πρόκειται νά διαστρέψει εἶναι νόμος παράνομος, δέν μοῦ λέει τίποτα αὐτό τό πράγμα. Κι ἐπειδή εἶμαι σίγουρος ὅτι μετά ἀπό μερικά χρόνια ἤ δεκαετίες, δέν ξέρω, τό φαινόμενο θά ἐμφανιστεῖ κι ἐδῶ -δέν μπορεῖ, εἴμαστε κι ἐμεῖς μιμητικά ὄντα καί μεταδίδουμε τίς νόσους αὐτές, ὅπως τά ἀποδημητικά πτηνά μεταδίδουν τή γρίπη τῶν πτηνῶν, μεταδίδουμε κι ἐμεῖς αὐτή τή γρίπη τῆς ἀνωμαλίας συνέχεια- θά ᾽ρθει κι αὐτό ἐδῶ πέρα καί πρέπει νά ἔχουμε λόγο θεολογικό καί βασικά θεραπευτικό λόγο, γιά τή διαστροφή πού γίνεται μέσα ἀπ᾽ αὐτό τό γεγονός. 
Νά προσπαθήσω, λοιπόν, χρησιμοποιώντας Ὅρους κατ᾽ ἐπιτομήν, ὅσο μπορῶ νά μπῶ σ᾽ αὐτό τό στοιχεῖο τῆς ἑνότητας καί νά μιλήσουμε γιά ἄλλους Ὅρους, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν ἄμεση σχέση μ᾽ αὐτό τό γεγονός, ἀλλά ἐγώ βρίσκω σ᾽ αὐτή τή θεραπευτική τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, μέσα ἀπό τούς Ὅρους κατ᾽ ἐπιτομήν, αὐτά τά κείμενα πού προσαρμόζονται καί σέ τέτοια φαινόμενα καί τέτοια κείμενα θά χρησιμοποιήσω πιθανῶς γιά νά δώσω πιό βαθιές καί ὀργανωμένες θεολογικές ἀπαντήσεις, σέ τέτοιες διαστροφικές καταστάσεις.
Πρίν ἀρχίσω τήν ἀνάλυση τῶν κειμένων τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, νά πῶ καί πάλι, ὀνομάζω αὐτή τήν πράξη διαστροφή, μιά διαστροφή, γι᾽ αὐτό δέν θά πάψει ποτέ νά εἶναι διαστροφή. Ἀλλά ἕναν πού θά τόν δῶ μπροστά μου, πού ζεῖ αὐτή τή διαστροφή δέν θά τόν πῶ διεστραμμένο, γιατί δέν εἶναι γιά πάντα διεστραμμένος, μπορεῖ νά μετανιώσει. Ὁ διάβολος εἶναι διεστραμμένος, γιατί θά παραμείνει πάντα διάβολος. Ἄρα κάνω μία διαφοροποίηση: ζεῖ μία διαστροφή, ἀλλά εὔχομαι νά μή ζεῖ αὐτή τή διαστροφή συνεχῶς, νά μή διαβολοποιηθεῖ, ὅπου ἡ διαστροφή θά γίνει μόνιμη. Ἀλλά ἐπειδή δέν ξέρω πόσο μόνιμα θά μείνει αὐτή ἡ διαστροφή πάνω του, ἐγώ δέν τόν λέω διεστραμμένο, ὄχι ἁπλῶς νά μήν τόν κατακρίνω, γιατί ἔτσι εἶναι τό πράγμα. Διεστραμμένος ὁριστικά εἶναι ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος ἔχει ἀμετανοησία καί δέν ξέρω τό πρόσωπο πού ἔχω μπροστά μου κατά πόσο θά διατηρήσει αὐτή τήν ἀμετανοησία του ἤ ὄχι σ᾽ αὐτό τό γεγονός, ἀλλά ὁπωσδήποτε ὅμως πρέπει νά πῶ -χωρίς νά φοβᾶμαι τίς λέξεις μου- ὅτι αὐτό εἶναι διαστροφή.
Σηκώνονται σήμερα οἱ ἐκπρόσωποι αὐτῆς τῆς ὄχι συμπαθοῦς τάξεως, ὅπως λένε μερικοί -καθόλου συμπαθής τάξη, δέν εἶναι κἄν τάξη, εἶναι μιά ὁμάδα ἐκφράσεως μιᾶς διαστροφῆς- καί λένε ἐντάξει τί νά κάνουμε, ἀφοῦ ἔτσι εἶναι τά πράγματα, πρέπει νά τό δεχτοῦμε, νά τό δοῦμε μέ συμπάθεια· καθόλου συμπάθεια. Οὔτε ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νά δεῖ μέ συμπάθεια. Τί θά πεῖ μέ συμπάθεια νά δεῖ ἡ Ἐκκλησία, τί νά δεῖ δηλαδή; Ἡ Ἐκκλησία βλέπει τά παιδιά της πού καταστρέφονται. Ποιά συμπάθεια νά δείξει ἡ Ἐκκλησία; Μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία νά συγκαταβεῖ σέ τέτοια τραγικά γεγονότα, νά ἀποδεχτεῖ, δηλαδή, τήν ἀρρώστια ὡς ἀρρώστια; Ἡ Ἐκκλησία θέλει νά θεραπεύσει καί νά φωνάξει, ὑπάρχει ἀρρώστια, πρέπει νά τό γιατρέψουμε. Ἄρα καμία συμπαθητική διάθεση καί καμία συγκατάβαση σ᾽ αὐτή τήν ἁμαρτία. 
Συγκατάβαση στόν ἄνθρωπο γιά νά ὁδηγηθεῖ στή μετάνοια ναί, νά μιλήσω μαζί του ναί, δέν θά τόν διώξω, ἀλλά δέν μπορεῖ νά πεῖ, οὔτε τολμάει νά πεῖ αὐτό πού λένε σήμερα καί διαφημίζουν: εἴμαστε κι ἐμεῖς πολύ καλοί Χριστιανοί, στό Χριστό πιστεύουμε. Ἐντάξει, ἄν πιστεύεις στό Χριστό, ὁ Χριστός δέν εἶναι κάτι ἀφηρημένο, ὁ Χριστός ἐκφράζεται μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία Του καί μέσα ἀπό τή Γραφική Της καί Πατερική Της Παράδοση. Ἄν, λοιπόν, τό Χριστό πιστεύεις καί λές ὅτι εἶσαι καλός Χριστιανός, δέν μπορεῖς νά διαστρέφεις τήν Πατερική Παράδοση γιά τά βίτσια σου! 
Δηλαδή πόσες κουβέντες θά μπορούσαμε νά κάνουμε· γιατί ἔφτασαν σ᾽ αὐτό τό προχωρημένο στάδιο, νά κάνουμε ὀρθόδοξη Θεολογία πάνω σ᾽ αὐτά τά θέματα. Κι ἐδῶ εἶναι ἡ ἀκραία διαστροφή πιά, νά ποῦν ἡ Ἐκκλησία πρέπει νά δεχτεῖ κι αὐτούς τούς συμπαθεῖς ἀνθρώπους. Ὄχι δέν εἶναι καθόλου συμπαθής ἡ διαστροφή αὐτή καί τούς ἀνθρώπους τούς δέχομαι ὄχι ὅμως τή διαστροφή τους καί τούς δέχομαι πρός μετάνοια. Τό νοσοκομεῖο δέχεται ἀνθρώπους πρός θεραπεία, ὄχι γιά νά μείνουν μέσα ἐκεῖ πέρα νά διατηροῦν τήν ἀσθένειά τους καί νά βρίζουν τή θεραπευτική μέθοδο πού χρησιμοποιεῖ τό νοσοκομεῖο. Ἔτσι θέλουν, ἀλλά δέν μποροῦν νά παίξουν μέ τά γεγονότα αὐτά. Νά εἴμαστε σαφεῖς δηλαδή καί δέν μπορῶ νά πέφτω σέ συμπαθητικές, δημοκρατικές ἐκφράσεις. Εἶναι πολύ ἀνόητο νά κάνουμε αὐτή τήν κατάσταση, γιά νά φανοῦμε καλοί μέ τόν κόσμο. Δέν φαινόμαστε καλοί μέ τόν κόσμο. 
Νά δοῦμε, ὅμως, λιγάκι τό Μέγα Βασίλειο, σέ ἄλλα ἐκφραστικά μεγέθη -θά φαίνεται στήν ἀρχή, ὅπως μιλῶ- ἀλλά νά δεῖτε στό σύνολό του, στήν ὁλική του ἔκφραση πῶς δίνει ἀπαντήσεις, ξεκινώντας ἐδῶ ἀπό τό συλλογικό μέγεθος, ἀπό τά μεγέθη τῆς ἑνότητας, πῶς λειτουργεῖται ἡ ἑνότητα μέσα στό χῶρο τῆς Ὀρθοδοξίας. 
Στόν Ὅρο, λοιπόν, 225 -νά διαβάζω καί τό πρωτότυπο τοῦ πρωτοτύπου ἐρωτήματος, εἶναι πολύ μικρό συνήθως- καί παρατηρῶ πάντοτε, διαβάζοντας τή συγκριτική τοῦ κειμένου καί τῆς μεταφράσεως πόσο σπουδαῖο εἶναι νά κατανοεῖς, ὅσο εἶναι δυνατό, κατά τά μέτρα τῆς γνώσεως τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης, νά κατανοεῖς καί τό πρωτότυπο κείμενο κι ἔχει πάντοτε ἄλλο κάλλος καί κρύβει ἄλλες ἑρμηνευτικές δυνατότητες. Νά δῶ τό πρωτότυπο λοιπόν, θά τό μεταφράσω, μή φοβάστε· καί δέν ἔπρεπε νά φοβάστε καθόλου τά ἀρχαῖα Ἑλληνικά ἤ ἀκόμη περισσότερο τή γλώσσα τῶν Πατέρων καί δή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, πού δέν εἶναι καθόλου μιά ἀρχαΐζουσα ἀρχαιοελληνική γλώσσα, ἀλλά εἶναι μιά βατή γλώσσα πού ἔχει πολύ μεγάλο κάλλος καί πολύ σπουδαία ποιητικότητα. 
Λέει τό ἑξῆς στό ἐρώτημά του ὁ Μέγας Βασίλειος: «Τοῦ Κυρίου εἰπόντος, ὅπου ἐάν ὦσι δύο ἤ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τό ἐμόν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν· πῶς τούτου καταξιωθῆναι δυνηθῶμεν;». Ὁ Χριστός, λέει, μᾶς εἶπε, ὅπου εἶναι δύο ἤ τρεῖς μαζεμένοι στό ὄνομά μου, ἐκεῖ εἶμαι ἀνάμεσά τους. Πῶς θά ἀξιωθοῦμε αὐτοῦ τοῦ γεγονότος; Βλέπετε παίρνει ἕνα ἐρώτημα ἑνότητας, ὅπου εἶναι δύο ἤ τρεῖς μαζεμένοι, τό ξέρετε αὐτό, καί εἶμαι ἀνάμεσά τους καί πάνω σ᾽ αὐτό τό δομικό στοιχεῖο τῶν δύο ἤ τριῶν -βλέπετε δύο ἤ τρεῖς, ὄχι ἕνας, ποτέ ἡ μοναδικότητα, ἡ ἀποκλειστικότητα, ὁ ἐγωισμός, ὁ ἀποκλεισμός- οἱ δύο ἤ τρεῖς ὅπου ὁ Χριστός εἶναι ἐν μέσῳ αὐτῶν. 
Πῶς θά ἀξιωθοῦμε αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, πῶς θά τό ζήσουμε; Ἐνῶ ὁ Χριστός εἶναι δεδομένο ὅτι εἶναι ἀνάμεσα στούς δύο ἤ τρεῖς πού εἶναι συνηγμένοι ἐν τῷ ὀνόματί Του, προσέξτε ἐν τῷ ὀνόματί Του, ὄχι δύο ἤ τρεῖς πού εἶναι μαζεμένοι γιά ὁποιονδήποτε ἄλλο λόγο. Ὁ Χριστός πάντοτε εἶναι πανταχοῦ παρών γιατί εἶναι Ἀγάπη, ἀλλά λειτουργεῖ τήν ἑνότητα, ἐφόσον αὐτοί τό θέλουν καί τή θέλουν τήν ἑνότητα ἐν τῷ ὀνόματί Του. Πού σημαίνει γιά νά ὑπάρχει ἑνότητα, πρέπει νά ὑπάρχει Χριστός, ἄν τό θέλουν οἱ ἄλλοι. Ἄν δύο ἤ τρεῖς μαζευτοῦν νά κάνουν μιά συμμορία ἀνομίας -ὁ Χριστός τούς ἀγαπάει κι αὐτούς γιά νά μετανιώσουν καί θά κάνει γι᾽ αὐτούς θεραπευτική- ἀλλά δέν σημαίνει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἐν μέσῳ αὐτῶν γιά νά συγκροτήσει τήν ἑνότητά τους. 
Μπαίνω, δηλαδή, στό δομικό στοιχεῖο τῆς λέξης ἑνότητα, γιά τήν ὕπαρξη κοινωνικῶν ὁμάδων. Ὕπαρξη κοινωνικῶν ὁμάδων ὑπ᾽ αὐτή τήν ἔννοια, πού εἶναι χῶροι βαθιά ἀναπαυτικοί, θεραπευτικοί, ἀπαιτεῖ νά ὑπάρχει ὁ Χριστός καί νά δεχόμαστε τό Χριστό, ὅπως εἶναι, ὄχι ὅπως Τόν θέλουμε ἐμεῖς. Ἄρα ἐγώ δέν μπορῶ νά δεχτῶ ἑνότητα κατ᾽ ἐπίφασιν συλλόγων, ὁμάδων ἐκφραστικῶν, κομμάτων, πεῖτε ὅ,τι θέλετε, πού ἔχουν σκοπούς. Ἄν ὁ σκοπός τους δέν εἶναι τό κατεξοχήν πρόσωπο πού ἑνώνει, ὁ Χριστός, δέν εἶναι ὁμάδες αὐτές. Εἶναι συμπίλημα ἀνόμων, ἐγωιστῶν ἀνθρώπων. Πάρτε το ὅπως θέλετε, εἶναι σύλλογος, εἶναι ὀργάνωση, εἶναι συνεταιρισμός, εἶναι ἑταιρεία, εἶναι κόμμα, πεῖτε το ὅπως θέλετε. Ἄν δέν ἔχει ἐν τῷ μέσῳ τό Χριστό καί δέν δέχεται τίς προθέσεις τοῦ Χριστοῦ, ἑνότητα δέν ὑπάρχει· γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς ὅλα αὐτά διαλύονται, καταστρέφονται καί ὁδηγοῦνται σέ καίριες ἀντιπαλότητες. 
Καί ὅπου βλέπετε σέ ὁμαδικές ἐκφράσεις ἀντιπαλότητες καί διαμάχες συνεχεῖς -διαμάχες ἀνθρώπινες μπορεῖ νά ὑπάρχουν, ἀλλά πρέπει νά θεραπεύονται- ἄν ὑπάρχουν συνεχεῖς διαμάχες καί συνεχεῖς ἀντιπαλότητες καί συνεχεῖς διχασμοί διατηρούμενοι, διπολικοί ἤ τριπολικοί διχασμοί, σημαίνει ὅτι ἐκεῖ μέσα δέν ὑπάρχει ποτέ ὁ Χριστός. 
Κατά τ᾽ ἄλλα τά ἀνθρώπινα μπορεῖ νά ὑπάρχουν, ἀνάμεσα σέ δύο καλούς Χριστιανούς μπορεῖ νά ὑπάρχει ἕνας πειρασμός, μιά δυσκολία, μιά μικρή ἀντιπάθεια, ἀλλά αὐτό εἶναι πρός θεραπεία. Ἄν ὅμως αὐτό διατηρεῖται συνεχῶς καί διαιωνίζεται συνεχῶς, τότε ἐδῶ ὑπάρχει δαιμονική κατάσταση, ὅπου ὁ διχασμός εἶναι διαιωνιζόμενος, διαιωνίζεται, βλέπετε, περνάει διά τῶν αἰώνων, δέν ὑπάρχει τίποτα ἀπ᾽ τό Χριστό. Ἄρα βλέπετε καί μόνο πού λέω μερικές κοινωνικές ἀντιπαλότητες καί μόνο πού λέω πολιτική ἀντιπαλότητα στό οἰκονομικό ἐπίπεδο, δεξιοί ἀριστεροί, ἄν αὐτό διαιωνίζεται, εἶναι δαιμονιῶδες. Ἄν ὑπάρχει, δηλαδή, ἕνα ἑνωτικό στοιχεῖο πού θά κάνει νά ξεπεράσουν τήν ἀντιπαλότητά τους πέρα ἀπό τίς ἰδέες. Οἱ ἰδέες μόνες δέν μᾶς χωρίζουν, οἱ ἰδέες εἶναι πρός κατάθεση γιά μιά περαιτέρω διεργασία μέ κουβέντα, μέ συζήτηση. Ἄν, ὅμως, οἱ ἰδέες αὐτές πάντοτε παραμένουν ὡς ὁριστικοποιημένες πράξεις διχασμοῦ, ἐδῶ ὑπάρχει διχασμός, ὑπάρχει δαιμονοποίηση τῆς καταστάσεως καί φυσικά ὄχι παρουσία Χριστοῦ καί ὄχι ἀγάπη. Αὐτό, προσέξτε, τό γεγονός εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο, σέ ὁποιαδήποτε ὁμάδα καί νά τό ἐφαρμόσετε. 
Ἔτσι δέν μπορῶ νά πῶ ὅτι ὑπάρχει αὐτή τή στιγμή, γιά νά ἔρθω, ἄς ποῦμε, στό προκείμενο, γιά νά τό χαριτολογήσω καί λίγο, ἕνας σύλλογος προστασίας τῶν δικαιωμάτων τῶν ὁμοφυλοφίλων. Δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει τέτοιο πράγμα, ὅσο ἑνωτικά στοιχεῖα καί νά ἔχει· καί θά μοῦ πεῖ κάποιος, ὑπάρχει ἕνα Πρωτοδικεῖο πού κάνει τό σύλλογο σύλλογο. Ἀλίμονο ἄν ἡ ἑνότητα χαρακτηριζόταν ἀπό τήν πράξη ἑνός Πρωτοδικείου· θά ἦταν τελείως ἀνόητο νά μπορεῖ ἕνα ὄργανο δικαστικῆς μορφῆς ἤ ἐκφράσεως κάποιας βουλήσεως κάποιου νομοθέτου, νά ἀποκτήσει τή δυνατότητα νά ἑνώνει τούς ἀνθρώπους, δέν γίνεται αὐτό τό πράγμα. Ἡ ἑνότητα ὑπάρχει μόνο ἐν Χριστῷ καί ἐν ἀγάπῃ, μέ τήν ἀγάπη ὅπως τή λέει ὁ Χριστός καί τίποτε ἄλλο. 
Ἔτσι, λοιπόν, τό ἐρώτημα εἶναι πάρα πολύ καίριο, πῶς αὐτό θά μπορέσουμε νά τό ζήσουμε, λέει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἐν μέσῳ δύο ἤ τριῶν. Νά δοῦμε τί λέει ὁ Μέγας Βασίλειος καί ἔχει σημασία γιά ὅλες αὐτές τίς ἄνομες ἑνότητες πού παρουσιάζονται γύρω μας. Ὅλοι κάνουν μιά σύμπηξη μιᾶς ὁμάδας καί οἱ γκάνγκστερ μπορεῖ νά κάνουν ὁμάδα, δηλαδή μαφία εἶναι μιά ὀργανωμένη ὁμάδα, ἀλλά αὐτό δέν ἐκφράζει τίποτα γιά μᾶς. «Οἱ συναχθέντες εἰς τό ὄνομα κάποιου ὀφείλουν ὁπωσδήποτε νά γνωρίζουν τόν σκοπόν αὐτοῦ πού τούς συνήγαγε καί νά ἑτοιμάζονται πρός αὐτόν τόν σκοπόν», λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, πρέπει νά ξέρουν ποιός τούς μάζεψε καί ποιός εἶναι ὁ σκοπός τους. Ἔχει σημασία, ποιός μᾶς μάζεψε, ποιός εἶναι ὁ σκοπός μας. Κι ἐδῶ ἡ συγκεκριμένη περίπτωση εἶναι τό ποιός, ἔχει σημασία, ποιός; Μπορεῖ κάποιος, κατά τά ἀνθρώπινα μεγέθη, νά μᾶς μαζέψει; Τολμῶ νά πάω παρακάτω τό ἐρώτημα, μπορεῖ κάποιος νά γίνει ἀρχηγός; Ἡ ὀρθόδοξη Θεολογία, μέσα ἀπό τή γλώσσα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, λέει ὄχι. Κανείς δέν ἔχει τή δυνατότητα νά μαζέψει καί νά γίνει ἀρχηγός. Ἄν κάποιος ἔχει τό κουράγιο νά κάνει μιά σύναξη ἀνθρώπινη, θά τήν κάνει ὡς παρουσία Χριστοῦ ἀνάμεσα, ἐν τῷ μέσῳ αὐτῶν. 
Βλέπετε τί λέμε, στήν τοπική Ἐκκλησία, ὁ Ἐπίσκοπος ἀκριβῶς συμβολίζει τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ὄχι δέν ἐκφράζει τόν ἑαυτό του. Εἶναι ἀκριβῶς μιά ὁρατή παρουσία ἑνότητος, σημεῖο ἑνότητος τοῦ Χριστοῦ. Ἐν ὀνόματι τοῦ ἐπισκόπου δέν συνασσόμεθα. Τό Χριστό ἐκφράζει καί ἐκφράζει τήν ἑνότητα αὐτή, πού πρακτικά ἐκφράζεται μέσα ἀπ᾽ αὐτή τή σύναξη τήν ἀνθρώπινη. Γιατί ὁ Ἐπίσκοπος καί μετά ὅλο τό τίμιο Πρεσβυτέριο καί ὁ λαός θά ἐκφράσουν τήν ἀγαπητική πρόκληση τῆς ἑνότητας πού ἔρχεται μέσα ἀπ᾽ τό Χριστό. 
Κανείς δέν μπορεῖ νά μαζέψει κανέναν καί νά γίνει ἀρχηγός. Ἀλλά ὅταν ἀκοῦμε καί τή λέξη ἀρχηγός, αὐτός πού μᾶς ἔσωσε, αὐτός ἔκανε αὐτό τό κίνημα, αὐτός ἔκανε αὐτό, ἔκανε τό ἄλλο, εἶναι μιά ἀνόητη φράση καί εἶναι μιά παραχάραξη τῆς ἀγαπητικῆς ἰδιότητας τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖνος μᾶς συνάζει. Ὅ,τι καλό γίνεται, ἐν ὀνόματι κάποιας ἑνότητας ἀνθρωπίνης, γίνεται μόνο ἀπ᾽ τό Χριστό. Θά πεῖτε εἶσαι ἀπόλυτος, γιατί ἀγαπᾶς τό Χριστό καί τά λοιπά. Μά δέν εἶναι αὐτή ἡ ἀπολυτότητα. Νά μοῦ βρεῖτε κάποιον πού μπορεῖ νά ἑνώσει τούς ἀνθρώπους. Πάρτε ὅλα τά συστήματα τῆς ἑνότητας. Μαζεύτηκαν νά κάνουν ὅλοι μιά ἐπανάσταση κι εἶχαν ἀρχηγό. Στήν πορεία νά δεῖτε μετά πῶς διχάστηκαν ὅλοι αὐτοί. Δέν ὑπάρχει οὔτε μία ἱστορική μαρτυρία, πού ἀπό τέτοιες ὁμάδες καλῶν ἐπαναστατικῶν κινημάτων -διαβάστε τήν ἱστορία τῶν ἐπαναστάσεων ἤ τῶν κινημάτων- πῶς ἡ συνέχεια αὐτῶν τῶν κινημάτων μετά ἀπό λίγα χρόνια, δέν χρειάζεται νά πᾶμε σέ μακροχρόνιες διαδικασίες, ἦταν μιά κατάληξη διχασμοῦ τῶν ἴδιων τῶν κινημάτων, πού ἦταν δῆθεν σωτήρια, ἀπολυτρωτικά καί τά λοιπά. Ὅλες αὐτές οἱ μορφές μετά καταλύονται, γιατί ἀκριβῶς εἶναι ἐγωιστικές μορφές καί γιατί καταξιώθηκαν μέσα ἀπό τήν ἡρωική κίνηση κάποιου ἐγωιστοῦ ἀρχηγοῦ. Ἄρα ἡ Ἐκκλησία δέν δέχεται ποτέ ἀρχηγό. Γιατί καί μόνο ἄν δεχτοῦμε τή λέξη ἀρχηγός, πρέπει νά δεχτοῦμε τόν ἄκρως ταπεινούμενο, γιατί ὁ Χριστός εἶναι ὁ πρῶτος ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν καί γιατί εἶναι ὁ ἔσχατος, δηλαδή ἔγινε ἔσχατος ἄχρι θανάτου, θανάτου δέ Σταυροῦ. Ὑπ᾽ αὐτή τήν ἔννοια γίνεται Πρῶτος. Ὁ διακονῶν εἶναι ὁ πρῶτος. Ἐκεῖνος πού διακονεῖ καί πεθαίνει γιά τόν ἄλλο, αὐτός εἶναι ὁ πρῶτος γιά μᾶς, δέν ὑπάρχει ἄλλος πρῶτος. Ἄρα ὅλες οἱ ἄλλες μορφές κινημάτων, τοῦ ἀρχηγοῦ πού ἑνώνει τούς ἀνθρώπους, τοῦ ἐκφραστοῦ ἑνός μέσου, εἶναι ἀνόητες ἐκφράσεις δηλαδή. 
Ἄρα δέν μπορεῖ νά ἐμφανιστεῖ ἕνας σύλλογος νά ὑποστηρίξει τά δικαιώματα κάποιας μορφῆς ἀνομίας. Ὑπάρχει αὐτή ἡ μορφή καί ὑποστηρίζει τά δικαιώματα αὐτά καί θέλει νά τά περάσει σέ ἄλλους χώρους. Καί φυσικά ἄν γίνουν παλινδρομήσεις καί αὐτό δέν τό καταλάβουμε ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί καί τό δεχτοῦμε, δέν σημαίνει ὅτι ἡ Ἐκκλησία θά χάσει, ἐμεῖς χάνουμε δηλαδή. Χάνουμε καί χαλᾶμε τό κάλλος τῆς ὀρθόδοξης Θεολογίας. Ἔτσι, λοιπόν, ἐδῶ πέρα ὑπάρχει ἑνότητα καί ὑπάρχει ὁ σκοπός. 
Ποιός εἶναι ὁ σκοπός; Νά θυμηθεῖτε ἕναν κανόνα, ὑπάρχει στό Πηδάλιο, πού μιλάει γιά τή συνωμοσία καί τήν τυρεία, συνωμοσία ἤ φατρία. Ὁ φατριασμός σημαίνει ἕνας διχασμός, κάποιοι ἔρχονται καί φατριάζονται· καί λέει τό ἑξῆς, κάτι πολύ ὡραῖο πού λέει ὁ κανόνας καί τό ἐπιτείνει ἡ ἑρμηνευτική διάταξη τοῦ μεγάλου ἑρμηνευτοῦ, τοῦ Βαλσαμώνα, πού ἑρμήνευε πολλές διατάξεις στό Πηδάλιο μαζί μέ τόν Ζωναρᾶ. Λέει, λοιπόν, ἐκεῖ: ἄν ὑπάρχει μέσα στό χῶρο τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας μιά ὁμάδα ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἔχουν τούς δικούς τους σκοπούς, ἄς εἶναι καί γιά καλό αὐτοί οἱ σκοποί, αὐτό εἶναι φατρία, εἶναι δαιμονικό· κι ἄν οἱ σκοποί εἶναι πολύ καλοί, ἀλλά ἄν αὐτοί διχάζονται μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία καί δημιουργοῦν ἕνα ρῆγμα μέσα στήν Ἐκκλησία αὐτό εἶναι φατρία, εἶναι διχασμός. Ὅπου ὑπάρχει, λοιπόν, σκοπός ἔστω καί καλός -πόσῳ μᾶλλον ἄν εἶναι καί κακός ὁ σκοπός- μιλάω γιά τόν καλό τό σκοπό, δέν ὑπάρχει ἑνότητα. Ὅποιος ἀποκόπτεται μέσα ἀπό δῶ, νά βγάλει μιά καλή κατάσταση, νά πεῖτε ἐδῶ σέ αὐτή τήν ἐνορία δέν γίνεται καλό φιλανθρωπικό ἔργο κι ἐμεῖς θέλουμε νά κάνουμε μιά δική μας ὁμάδα, θά κάνουμε καλό φιλανθρωπικό ἔργο, θά τό κάνουμε ἔτσι ἀνεξάρτητα, μόνοι μας, εἶναι καλός ὁ σκοπός σας, ἀλλά αὐτό εἶναι φατρία, γιατί ἀποκόπτεσθε περιφρονώντας τούς ἄλλους πού δέν μποροῦν νά κάνουν φιλανθρωπία, ὅσο τή φαντάζεσθε ἐσεῖς. Ἀκριβῶς θά μπεῖτε μέσα στό σῶμα καί θά ἀντέξετε τούς ἄλλους πού δέν ἔχουν νά τό κάνουν ἔτσι τό πράγμα, θά ἀντέξετε τή γνώμη τῶν ἄλλων, γιά νά γίνει ἀκριβῶς μιά ἄλλη ἰσορροπία, ὄχι δημοκρατική ἰσορροπία, νά ἐκφραστεῖ πρώτα ἡ ἑνότητα καί μετά τό καλό τό ἔργο. Ἄν ὑπάρχει καλό ἔργο χωρίς ἑνότητα, δέν κάνουμε τίποτε. 
Ἄρα, λοιπόν, ἐδῶ πέρα ὅλες αὐτές οἱ ὁμάδες τῆς ἀνομίας δέν μποροῦν νά μιλοῦν οὔτε γιά ἑνότητα, οὔτε [να λένε] ὅτι ἔχουν δικαιώματα, πού προβάλλονται μέσα ἀπό ἀνεξάρτητες ὁμάδες, πού θέλουν ἀκόμα νά βοηθήσουν καί τή σκέψη, ὅπως λένε, τῆς Ἐκκλησίας γιά νά γίνει πιό συγκαταβατική καί πιό φιλάνθρωπη. Πιό δαιμονιῶδες πράγμα δέν ἄκουσα. Προτείνουν στήν Ἐκκλησία νά γίνει φιλάνθρωπη, δηλαδή προτείνουν στό χῶρο τοῦ κάλλους τοῦ φωτός, νά γίνει φῶς· μά τό φῶς δέν μπορεῖ νά γίνει πιό πολύ φῶς. Καί δέν μπορεῖ νά τό πεῖ αὐτό ἕνας, ὁ ὁποῖος ζεῖ μιά διαστροφή, ἀφοῦ ἡ διαστροφή του τόν ὁδηγεῖ σέ ἀδυναμία νά ἔχει κάθαρση νοός. Πῶς αὐτός θά μοῦ προτείνει τί εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖο εἶναι τό καλύτερο γιά τούς ἀνθρώπους καί θά προτείνει στήν Ἐκκλησία νά γίνει συγκαταβατική; Ἀπό αὐτό κάτι πιό ἄνομο δέν ἄκουσα. Τί προτείνει δηλαδή, ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι συγκαταβατική; Δέν ἐκφράζει τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ; Δέν συγκαταβαίνει ὁ Χριστός, λοιπόν, μέχρι τόν Ἅδη καί ἡ Ἐκκλησία δέν μαζεύει τόν κάθε πονεμένο καί κουρασμένο καί τόν συγχωρεῖ καί τόν ἀγαπάει; Αὐτοί θά μᾶς τό ποῦν ἄν ἡ Ἐκκλησία εἶναι συγκαταβατική; Γιά νά περάσουν δῆθεν δημοκρατικά μηνύματα; Ποῦ εἶναι ἡ ἑνότητα; Ποῦ εἶναι ὁ Χριστός κι ἄν ὁ Χριστός λέει τέτοια πράγματα; Ποιοί, λοιπόν, εἶναι αὐτοί πού θά τό καταξιώσουν; 
Πρέπει νά ὑπάρχει κάποιος πού μαζεύει καί νά ὑπάρχει ἕνας πού ἔχει ἕνα σκοπό. Δέν ξέρω ὅταν λέμε γιά σκοπούς, τί ἐννοοῦμε σκοπούς. Πέρα ἀπό τό σκοπό τῆς ζωῆς σας, ὁ σκοπός γιατί κάνετε αὐτό, γιατί κάνετε τό ἄλλο, γιατί βρίσκεστε ἐδῶ, γιατί κάνετε αὐτή τήν πράξη. Ἐμεῖς οἱ Χριστιανοί ἕνα σκοπό ἔχουμε. Ὁ στόχος μας εἶναι ὁ Χριστός, σ᾽ Ἐκεῖνον κινούμεθα δηλαδή καί ὁ στόχος μας εἶναι ὅ,τι γίνει νά γίνει ἐν Χριστῷ. Ὅλη ἡ ζωή μας εἶναι μιά χριστολογική παρουσίαση. Δέν ἔχουμε ἰδιαίτερους καί ἀνεξάρτητους στόχους ἐμεῖς. Ὅ,τι καί νά κάνουμε, ἀκόμη καί καλό, ἄν αὐτό τό καλό γίνει χωρίς χριστολογικούς στόχους, χωρίς τόν ἁγιασμό μας καί τόν ἁγιασμό τοῦ κόσμου, δέν ὑπάρχει νόημα νά γίνει. Εἶναι ὁριζόντιο ἔργο, τό ὁποῖο θά καταξιωθεῖ σάν ἐγωισμός μετά, θά καταλήξει ἐγωισμός, προβαλλόμενος ἐγωισμός. Πόσῳ μᾶλλον νά προβάλεις ἐγωιστικά τή διαστροφή σου δηλαδή καί νά λές ἔτσι εἶμαι καί μοῦ ἀρέσει πάρα πολύ αὐτό πού εἶμαι καί δέν ἀλλάζω. Ἐδῶ, λοιπόν, προβάλλεται μόνο ὁ ἐγωισμός σέ αὐτή τήν περίπτωση καί τίποτε ἄλλο.
Ἔτσι, λοιπόν, γιά νά ἀξιωθοῦμε αὐτῆς τῆς χάριτος, ὅπως λέει ὁ Μέγας Βασίλειος «πρέπει ἀκριβῶς νά ξεπεράσουμε πρῶτα κάθε κακία καί κάθε ἀμέλεια, γιά νά ἔχουμε ἑνότητα» λέει «καί νά μποροῦμε νά προτείνουμε στοιχεῖα ἑνότητας στή ζωή τοῦ κόσμου, ὅπου θά ἀποκαλυφθεῖ ὁ Χριστός πού εἶναι τό στοιχεῖο τῆς ἑνότητάς μας». Ἀρχίζει πιά ἐδῶ ὁ Μέγας Βασίλειος κι ὁρίζει τήν κάθαρση καί μιλάει γιά τήν κακία καί τήν ἀμέλεια. «Γιατί», λέει, «ὅπως οἱ κληθέντες ἀπό κάποιον, ἄν μέν ὁ καλέσας ἔχει σκοπό νά θερίσει, παρασκευάζονται γι᾽ αὐτό τό ἔργο». Ἄν σᾶς καλέσει κάποιος νά κάνετε κάποια δουλειά, ξέρετε [ὅτι] αὐτός σᾶς κάλεσε γιά νά θερίσετε. Γι᾽ αὐτό σᾶς καλεῖ νά ᾽ρθεῖτε νά τόν βοηθήσετε. «Ἐάν δέ ἔχει σκοπό νά οἰκοδομήσει, ἑτοιμάζονται οἱ κεκλημένοι γιά νά οἰκοδομήσουν. Ἔτσι καί οἱ κληθέντες ἀπό τόν Κύριο, ὀφείλουμε νά ἐνθυμηθοῦμε τόν Ἀπόστολο πού λέει "παρακαλῶ ὑμᾶς ἐγώ ὁ δέσμιος ἐν Κυρίῳ, νά περιπατῆτε ἀξίως τῆς κλήσεως εἰς τήν ὁποίαν προσεκλήθητε μετά πάσης ταπεινοφροσύνης καί πρᾳότητος, μετά μακροθυμίας, ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ, σπουδάζοντες νά τηρεῖτε τήν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος διά τοῦ συνδέσμου τῆς εἰρήνης. Ἕν σῶμα καί ἕν Πνεῦμα, καθώς καί ἐκλήθητε μέ μία ἐλπίδα τῆς κλήσεως ὑμῶν"». Αὐτό καί μόνο τό κείμενο τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἐδῶ, πού χρησιμοποιεῖται ἀπό τό Μέγα Βασίλειο, εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο γιά νά ὁρίσουμε πιά τά πρακτικά στοιχεῖα τῆς ἀνθρωπολογίας, δηλαδή τοῦ τρόπου ζωῆς τῆς ἑνότητας. Βλέπετε, ἐπαναλαμβάνω τά στοιχεῖα αὐτοῦ τοῦ κειμένου, εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο. Εἴμαστε καλεσμένοι ἀπό τό Χριστό. Πῶς θά ἐκφράσουμε αὐτή τήν ἑνότητα, ἐφόσον εἶναι ὁ Χριστός ἀνάμεσά μας, τί εἶναι ὁ Χριστός γιά μᾶς; Νά, λέει «παρακαλῶ ὑμᾶς». Προσέξτε, ποιά εἶναι ἡ ἰδιότητα τοῦ ἀποστόλου Παύλου; Δέν λέει ἐγώ ὁ πρόεδρος, ὁ τάδε, τάδε, λέει «ὁ δέσμιος ἐν Κυρίῳ». Δέν εἶναι ὁποιοσδήποτε ἐκφραστής κάποιου εἰδικοῦ μεγέθους, κάποιου συλλόγου, κάποιας ὁμάδας, κάποιας ἐπαναστατικῆς κινήσεως, νά δείξει πόσο δυνατός εἶναι. 
Ποιός ἀρχηγός θά τολμοῦσε νά πεῖ: «ἐγώ ὁ δέσμιος ἐν Κυρίῳ», «δέσμιος» καί «ἐν Κυρίῳ», νά πεῖ, κοίταξε ἐγώ εἶμαι δοῦλος Κυρίου, τίποτε ἄλλο. Μποροῦν οἱ ἀπελευθερωτές, πού κάνουν ἀπελευθερωτικά κινήματα καί ἐκφράζουν δῆθεν μοντέρνες ἰδέες καί δημοκρατικές ἰδέες νά ποῦν ὅτι εἶναι δέσμιοι ἐν Κυρίῳ; Σίγουρα μποροῦν νά ποῦν εἴμαστε δέσμιοι τῶν παθῶν μας. Δέν τό λένε ἔτσι, γιατί αὐτό πού κάνουν δέν τό θεωροῦν πάθος δηλαδή. 
Ἔχω ἀκούσει τόσα πολλά αὐτές τίς μέρες καί ἔχει κουραστεῖ πολύ τό μυαλό μου. Χρησιμοποιῶ τήν ὁρολογία τους, γιατί βγαίνουν εὐκαίρως, ἀκαίρως σέ ἐφημερίδες καί κανάλια καί λένε χίλιες ἀνωμαλίες καί δέν σηκώνεται κανείς νά πεῖ τίποτα, γιατί φοβοῦνται μή φανοῦν μή μοντέρνοι δηλαδή. Μά εἶναι δυνατόν; Καί σοβαροί ἄνθρωποι πού ἔχουν ἀντίθεση μέ αὐτή τή διαστροφή, σοβαρότατοι ἄνθρωποι. Τούς ἀκοῦν ἔτσι στά κανάλια χαμογελώντας καί λένε, ἔτσι εἶναι ἡ ζωή, τί νά κάνουμε κι αὐτό εἶναι μιά ἔκφραση, ὁ ἄνθρωπος δημοκρατικά ἐκφράζεται· κι αὐτοί ἐκφράζονται ὡς πρόεδροι σωματείων καί τά λοιπά πού ἐκφράζουν τή διαστροφή. Δέν μπορῶ νά τό ἀνεχτῶ αὐτό τό πράγμα, γιατί ἀκριβῶς πρέπει νά ὑπάρχει ἕνας ἄλλος λόγος καί αὐτός ὁ λόγος δέν περνάει καί γιά νά γελάσουν τό πολύ-πολύ βάζουν ἕναν παπα-Τσάκαλο νά πεῖ κάνα καλαμπουράκι νά γελάσουμε. Καλά κάνει ὁ παπα-Τσάκαλος, τούς γελοιοποιεῖ, ἀλλά ἐμεῖς θέλουμε ἀπαντήσεις. Τόν παππούλη τόν ἀγαπῶ πολύ, γιατί εἶναι μιά ἐλεύθερη φωνή. Λέει τρέλες δηλαδή, ἀπίθανες τρέλες καί μέσα ἀπό τήν τρέλα βγαίνουν πολλά πράγματα. Ἀλλά αὐτοί αὐτό θέλουν, νά πεῖ καί ἡ Ἐκκλησία τό λόγο Της, πού ἡ Ἐκκλησία λέει μιά τρέλα· ἀλλά αὐτοί γελᾶνε, τόν παίρνουν γιά νά γελᾶνε ἐκεῖ, τόν ἔχουν «μαϊντανό» γιά νά γελᾶνε, αὐτή εἶναι ἡ ἱστορία. Ὁ ἄνθρωπος καλά κάνει, πάει νά δώσει μιά μαρτυρία, ἀλλά τό κάνουν γιά νά γελάσουν. Ἄν τολμοῦσε νά πεῖ ἕνα λόγο πιό βαθύ θά τόν πετοῦσαν ἔξω, δέν θά τόν καλοῦσαν φυσικά. Θά γινόταν ἐνοχλητικός, τώρα εἶναι χαριτωμένος. Λένε μερικές διαστροφές καί γιά νά περάσει πιό χαριτωμένα τό παραμύθι τους, ὑπάρχει κι ἕνα γέλιο πού βγαίνει ἀπό ἕναν παπά δηλαδή. Ἐδῶ εἶναι ἡ ἱστορία τῆς διαστροφῆς ἀκόμη περισσότερο. 
«Παρακαλῶ ὑμᾶς ἐγώ ὁ δέσμιος ἐν Κυρίῳ νά περιπατῆτε ἀξίως τῆς κλήσεως». Βλέπετε πῶς περπατοῦμε, ἡ ἑνότητα πῶς χαρακτηρίζεται; Ἐκεῖνος πού ἑνώνει μιά ὁμάδα κι ἔχει κάτι νά φωνάξει μές τήν κοινωνία εἶναι νά περπατήσει ἀξίως τῆς κλήσεως. Νά δεῖς γιατί εἶμαι καλεσμένος ἐδῶ. Δηλαδή εἶσαι καλεσμένος νά φωνάζεις γιά μιά διαστροφή; Νά τή διαφημίζεις παντοῦ δηλαδή; Γι᾿ αὐτό σέ κάλεσε; Ποιός σέ κάλεσε; Εἶσαι αὐτόκλητος. Ἐδῶ λέει νά εἶστε «ἀξίως τῆς κλήσεως», εἴμαστε ὅλοι κεκλημένοι, εἴμαστε κλητοί, κεκλημένοι εἴμαστε ὅλοι. Ἄλλο ἄν εἴμαστε ἐκλεκτοί ἤ ὄχι, ἀλλά εἴμαστε καλεσμένοι τουλάχιστον καί ἀξίως τῆς κλήσεως. Κανείς δέν εἶναι αὐτο-ζωή καί αὐτο-ύπαρξη καί αὐτο-θεωρία. Γιατί κάποιος καλεῖται νά κάνει μιά ἐπανάσταση, νά φέρει κάτι καινούργιο στόν κόσμο; Ποῦ τοῦ ἦρθε στό κεφάλι ἔτσι; Ποιός τόν κάλεσε; Ποιός τοῦ ἔδωσε ἐντολή; Ἔχει πολύ μεγάλη σημασία. Ὁ καθένας μπορεῖ νά πεῖ κάτι καί καλεῖ ἀνθρώπους ἐδῶ. Ποιός σέ κάλεσε; Ποιός εἶσαι ἐσύ; 
Δέν ρωτοῦσαν οἱ Ἰουδαῖοι στόν Πρόδρομο, ποιός εἶσαι ἐσύ; Ποιός σέ ἔβαλε ἐδῶ πέρα νά βαπτίζεις; Ἐν ὀνόματι ποίου βαπτίζεις; Αὐτά τά ἀλλεπάλληλα ἐρωτήματα ἦταν καίρια ἐρωτήματα θεολογικῆς ἱστορίας, τά ὁποῖα μετά τά ἀπηύθυναν στό Χριστό. Ποιός εἶσαι ἐσύ; Κι ἔλεγε, ἐγώ εἶμαι ἐκ τοῦ Πατρός καί τά λοιπά. Ἔλεγε, ἐκ τοῦ Πατρός ἦλθον, ἀπαντοῦσε ὁ Χριστός. Ποῦ νά καταλάβουν ἐκεῖνοι... Αὐτό τό ἐρώτημα εἶναι: Ποιός σέ κάλεσε, ἀπό ποῦ πῆρες ἐντολή; Ἤ θά πεῖς πῆρα ἐντολή ἀπό τόν ἑαυτό μου ἤ θά πεῖς, πῆρα ἐντολή ἄνωθεν. Πάρα πολλοί ἄνθρωποι, ἀκόμη καί πολλοί αἱρετικοί -εἶναι οἱ σύγχρονες αἱρέσεις- ὁμιλοῦν γιά ἄνωθεν κλήσεις, δηλαδή εἶδα τό Χριστό, τήν Παναγία, εἶδα κάποιο πνεῦμα, κάποιον ἄγγελο καί μέ κάλεσε· αὐτά τά ἀνόητα τά πράγματα. Εἶναι μιά ἄλλη κλήση αὐτή, πού ὅταν καλεῖσαι γιά κάτι, καλεῖσαι μέ τόν τρόπο πού καλεῖσαι καί καταξιώνεις αὐτό τό ὁποῖο καλεῖσαι. 
«Περιπατῆτε ἀξίως τῆς κλήσεως εἰς τήν ὁποίαν προσεκλήθητε». Εἶστε προσκεκλημένοι. Πῶς; «Μετά πάσης ταπεινοφροσύνης». Ἡ ταπεινοφροσύνη δέν ἐπιτρέπει αὐτό τό ὁποῖο κάνεις, νά τό φωνάζεις καί νά τό διαφημίζεις. Λές μιά ἀλήθεια καί τίποτε ἄλλο· δέν λές, ἐμεῖς κάνουμε αὐτό καί τά λοιπά καί τά λοιπά καί εἴμαστε αὐτό καί θέλουμε νά σώσουμε τόν κόσμο· καθόλου. 
«Μετά πάσης ταπεινοφροσύνης». Αὐτό ἔχουμε νά ποῦμε, τίποτε ἄλλο. «Μετά πάσης ταπεινοφροσύνης». Ποῦ εἶναι ἡ ταπεινοφροσύνη δηλαδή, ὅταν ὁ ἄλλος λέει, εἶναι δική μου ἡ ἐλευθερία, δέν σκέφτεσαι τόν ἄλλο δηλαδή; Τά παιδιά μου δέν τά σκέφτεσαι; Καί τό πολύ-πολύ εἶσαι ἐλεύθερος νά ἔχεις τό βίτσιο σου κρυμμένο, γιατί τό προβάλλεις στούς ἄλλους; Εἶναι ταπεινοφροσύνη αὐτό, νά τό περνᾶς μέ τό ζόρι πάνω στόν ἄλλο; Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη ἱστορία. Ἐδῶ κανονικά οὔτε ἡ Ἐκκλησία -ἄν τῆς ποῦνε, μή μιλᾶς- ἡ Ἐκκλησία στά κανάλια νά μή μιλάει. Ἐκεῖ εἶναι ὁ καημός μας δηλαδή; Κι ἄν ποῦμε κάτι, θά τό ποῦμε ἐν πάσῃ ταπεινοφροσύνῃ, λέγοντας ὄχι τίς ἰδέες μας, νά ποῦμε αὐτό πού λέει ὁ Χριστός μας δηλαδή. Ἄν λές τίς δικές σου ἰδέες εἶναι καθαρός ἐγωισμός. Κανείς δέν ἔχει δικές του ἰδέες μόνος του, γιατί ὁ δωρεοδότης τῶν ἰδεῶν εἶναι ὁ Χριστός. Ποῦ βρίσκεις τίς ἰδέες, δηλαδή; Ἄρα πῆρες τίς ἰδέες τοῦ Χριστοῦ καί τίς διέστρεψες. Μόνο αὐτό ἔχω νά πῶ. Ἄν ἔχεις ἰδέες, ποῦ βρίσκεις τίς ἰδέες; Ποιός σέ ἔφτιαξε νά ἔχεις ἰδέες; Ποιός σοῦ ἔδωσε ἐγκέφαλο καί μυαλό; Τό βρῆκες μόνος σου; Τό ἔφτιαξες μόνος σου; Καί ποῦ κατέβασε αὐτές τίς ἰδέες; Αὐτογενῶς ἦρθαν μέσα; Εἶναι μεγάλα ἐρωτήματα αὐτά, πού πρέπει νά μοῦ τά ἀπαντήσουν, ἐφόσον κινοῦνται, δῆθεν κουλτουριάρικα καί φιλοσοφικά καί κάνουν καί φιλοσοφικό λόγο στά πράγματα -ἐκεῖ καταντήσαμε- πρέπει νά δώσουν ἀπαντήσεις τέτοιες, ὅπως ἐδῶ τά ἐρωτήματα τοῦ ἀποστόλου Παύλου. 
«Μετά πάσης ταπεινοφροσύνης καί πρᾳότητος, μετά μακροθυμίας, ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ». Καί δέν δέχομαι κουβέντες ψεύτικες δηλαδή. Πόσες φορές πού κουβέντιασα -καί μιά φορά ἦταν δημόσια κουβέντα ἀπό κανάλι- ὅταν ἄρθρωσα τέτοιο λόγο μοῦ εἶπαν «μά ἐμεῖς ἀγαπᾶμε, εἴμαστε ἄνθρωποι τῆς ἀγάπης». «Ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ», λέει «ἐμεῖς ἀγαπᾶμε, γι᾽ αὐτό εἴμαστε ὁμοφυλόφιλοι, ἀγαπᾶμε, εἶναι μιά μορφή ἀγάπης». Μά ποτέ δέν σκέφτηκε κάποιος τήν ψυχολογία τοῦ ὁμοφυλόφιλου, πού ὅσο τή μελετᾶς, σέ ἕνα πρακτικό ἐργαστήριο ἐξομολογήσεως, εἶναι μιά κατάσταση ὄχι ἁπλῶς διαστροφῆς, ἀρρωστημένης ψυχοσύνθεσης· δηλαδή, μόνο κατά τά ἀνθρώπινα τά μέτρα, ὄχι τά ἐκκλησιαστικά, θά ἅρμοζε νά εἶναι κλεισμένοι σέ ἕνα ψυχιατρεῖο καί νά τούς κάνουν θεραπεία. Ἄν δεῖς τό βαθύ μίσος πού κρύβουν μέσα γιά τόν ἄνθρωπο. Εἶναι κλεισμένοι σέ μιά ἀγάπη κλειστή τελείως, σέ κάποιο πρόσωπο, καταξιώνοντας τά βίτσια τους, τό ὁποῖο μετά ἀπό χρόνια τό ὁδηγοῦν σέ ἕνα βαθύ μίσος· καί ὅταν ἐκεῖνος ὁ ὁμοφυλόφιλος -μοῦ τόν πέταξε ἐκεῖνος ὁ γνωστός δημοσιογράφος ξαφνικά μπροστά μου, σ᾽ ἕνα παράθυρο καί τόν ἔβγαλε μπροστά μου, ἄρα τό εἶχε προετοιμάσει, μοῦ τήν εἶχε στημένη- μοῦ βγῆκε καί μοῦ λέει «πάτερ, ἐμεῖς ἀγαπᾶμε» ἐγώ τί νά πῶ ἐκείνη τήν ὥρα, ἤξερα ὅτι δολοφόνησε τόν ἐραστή του, τί νά πῶ τώρα, παπάς ἤμουν δηλαδή, νά τοῦ πῶ κάτι; Τ᾽ ἄφησα ἔτσι, ἄς γίνω ρεζίλι -πειράζει;- γιατί σεβάστηκα τό πρόσωπό του, δέν ἤθελα νά τό γελοιοποιήσω σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα μπροστά. 
Αὐτό εἶναι τό σύστημα. Ἀγαπάω. Ποῦ ἀγαπᾶνε; Νά ἀποδείξουν ὅτι ἀγαπᾶνε δηλαδή. Ἡ ἀγάπη ἔχει θυσία, δέν εἶναι βίτσιο, καταξίωση τοῦ προσώπου καί ἁπλῶς νά μελετήσουν πρακτικά. Ἀφοῦ ἡ ἐποχή μας εἶναι τόσο πληθωρική ἀπό ψυχολόγους, ψυχαναλυτές, ψυχοθεραπευτές, νά κάνουν τήν ἀνατομία τῶν ὁμοφυλοφίλων, νά κάνουν μιά μελέτη. Τό μελέτησαν ποτέ τό φαινόμενο; Νά μποῦν βαθιά στήν τομή τῆς ψυχῆς τους, ὅμως. Ἐμένα μοῦ ἐπιτρέπεται λόγῳ τῆς ἰδιότητάς μου νά συναντήσω ἀρκετούς μετανοοῦντες καί μερικούς μή μετανιωμένους, ἀλλά τό ἀποτέλεσμα εἶναι πάντοτε τό ἴδιο. Τό ἀποτέλεσμα εἶναι ἕνα βαθύ μίσος γιά τό γεγονός ἀκριβῶς καί τοῦ ἀγαπημένου προσώπου, ἄχρι καιροῦ, μέχρι νά περάσει ἡ ἰδιότητα τοῦ βίτσιου δηλαδή καί ἡ χρήση τοῦ ἄλλου. Ἐγώ δέν ἔχω ἄλλο στοιχεῖο νά καταθέσω, δέν εἶμαι ἀρκετός ἐγώ, οὔτε ἡ ἐμπειρία μου εἶναι τόσο ἐπαρκής γιά νά καταθέσω μιά πλήρη θεωρία γιά τό πράγμα, ἀλλά καί μόνη ἡ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ ἀντίθεση τῆς Ἐκκλησίας σέ αὐτό τό φαινόμενο, δέν εἶναι ἁπλῶς μιά ἀντίθεση ἠθικοπλαστική. Εἶναι μιά θέση θεολογική καί θεραπευτική βασικότατα. Ἡ Ἐκκλησία ἕνα πράγμα ἐνδιαφέρεται νά κάνει, νά θεραπεύσει τό λαό της, γι᾽ αὐτό εἶπα δέν μιλῶ γιά διεστραμμένο ἄνθρωπο, μιλῶ γιά διαστροφή, σεβόμενος τή δυνατότητα νά θεραπευτοῦν καί αὐτοί. Νά μήν τούς βάλουμε μιά ταμπέλα καί μείνει ἀξεπέραστη αὐτή ἡ ταμπέλα πάνω τους. Αὐτός ὁ σεβασμός ὅμως, πού κάνω, εἶναι θεραπευτικός σεβασμός. Δέν εἶναι ἀντιπαλότητα θεολογική ἤ ἰδεολογική. Καί τότε πῶς ὁ Χριστός θά εἶναι «ἐν μέσῳ ἡμῶν», ἄν δέν ἔχουμε ἀγάπη καί ἁπλῶς ἀγαποῦμε μόνο τόν ἑαυτό μας καί τά βίτσια μας; Αὐτό σημαίνει Χριστός, ἀγάπη, ἀγάπη καί θυσία. 
«Ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ, σπουδάζοντες νά τηρεῖτε τήν ἑνότητα τοῦ πνεύματος, διά τοῦ συνδέσμου τῆς εἰρήνης. Ἕν σῶμα καί ἕν πνεῦμα, καθώς καί ἐκλήθητε μέ μία ἐλπίδα τῆς κλήσεως ὑμῶν». Ἅμα διασπᾶται ὁ κοινωνικός ἱστός μέ αὐτό τό φαινόμενο, πῶς θά γίνει δηλαδή; Ἅμα διαστραφεῖ ὁλόκληρη ἡ ἱστορία τῆς ἑνότητας τοῦ γάμου, τῆς οἰκογένειας καί θά γίνει μιά ὁλόκληρη ἀλλοίωση τῆς συνθέσεως τῆς ἰσορροπίας τοῦ κόσμου, αὐτό δέν εἶναι διχασμός; Αὐτό εἶναι ἑνότητα τοῦ πνεύματος; 
Πρέπει νά ρωτήσω αὐτά τά ἐρωτήματα, δέν εἶναι τί σοῦ ἀρέσει. Τί περνάει στά παιδιά μου, δηλαδή. Μπορεῖ νά γελᾶς, νά χαμογελᾶς, ν᾽ ἀκοῦς τό ἀλ τσαντίρι νιούζ καί νά γελᾶς. Τί θά βγεῖ μετά, ὅμως, αὐτό μέ νοιάζει ἐμένα. Καί ἐδῶ ὑπάρχουν τά παιδιά μου πού ἀκοῦν καί δέν ξέρω γιατί δέν κάνουν ἕνα ρεπορτάζ ἀνάμεσα στούς οἰκογενειάρχες, πού ἔχουν παιδιά. Νά ποῦνε, θέλετε τά παιδιά σας νά γίνουν ὁμοφυλόφιλοι; Τολμᾶνε νά τό κάνουν αὐτό τό ρεπορτάζ; Ποιός μπαμπάς θά πεῖ ναί; Νά τολμήσουν, ἀφοῦ εἶναι, λοιπόν, τόσο τοῦ γκάλοπ, τοῦ ρεπορτάζ καί βγάζουν κάθε βδομάδα ἄν θά πρέπει νά εἶναι αὐτός πρωθυπουργός ἤ ὁ ἄλλος, νά τολμήσουν καί αὐτό νά τό κάνουν. Δέν εἶδα ποτέ νά τό κάνουν καί νά πᾶνε στούς οἰκογενειάρχες, πού ἔχουν παιδιά. Δέν θά πᾶνε, δηλαδή, στόν ἀλ τσαντίρι νιούζ νά τόν ρωτήσουν, αὐτό δέν ἔχει νόημα. Ἔχει σημασία. Τούς προκαλῶ δηλαδή. Δέν ἔχω κάτι ἄλλο νά κάνω, γιατί μιλᾶνε ἀόριστα καί τά σπασμένα, ποιός θά τά μαζεύει μετά; Δέν μᾶς πειράζει· θά τά μαζεύει ἡ Ἐκκλησία, γιά νά μαζέψει ὅλες αὐτές τίς διεστραμμένες καταστάσεις καί τίς ἀρρωστημένες προσωπικότητες. Οὔτε αὐτό θά μᾶς κουράσει. Μακάρι ἡ Ἐκκλησία νά γεμίζει ἀπό ἀνθρώπους, πού θέλουν θεραπεία, ἀλλά γιατί νά διαστρέψουν τά παιδιά μας μέχρι νά γιατρευτοῦν αὐτά. Ποιός ἔδωσε αὐτό τό δικαίωμα; 
Ἐδῶ γίνεται τόση φασαρία, βγαίνει ὁ ἄλλος καί φωνάζει καί λέει, βρῆκα μούχλα μές στό ἀλεύρι καί κάνει ὁλόκληρη φασαρία κάθε βράδυ στήν τηλεόραση. Ἔ, χαλάλι του, ἐντάξει δέν εἶναι καί τίποτα αὐτό, βρῆκε μούχλα στό ἀλεύρι, ἐντάξει, λίγο μούχλα, ἐντάξει. Θά φτιάξει καί πενικιλίνη τό πολύ-πολύ, ἄν θέλω νά γελάσω. Γιά τό ἄλλο κανείς δέν φωνάζει. Εἶναι αὐτή σωστή κοινωνία; Πῶς λένε, ἄ, μούχλα στό ἀλεύρι, ἄ, ἡ ντομάτα, ξέρω ᾽γώ, ἦταν ἔτσι καί κατακρίνουν τούς καταστηματάρχες, θά κλείνουν τά σοῦπερ μάρκετ, καλά κάνει ὁ νόμος. Γιά τό ἄλλο κανείς δέν μιλάει; Μούχλα, δηλαδή, στή ζωή τῶν παιδιῶν μου, πού δέν ξέρω πότε θά τό ξεπεράσουν καί μέ τί κόστος, ἄν θά ἀντέξουν νά ἀνασυνταχθοῦν γιά νά τό ξεπεράσουν τό θέμα καί πάει ἡ ἑνότητα τῆς κοινωνίας πιά. Πᾶνε τά πάντα, δηλαδή, πάει αὐτό τό ὁποῖο λέμε, ὁ Χριστός «ἐν τῷ μέσῳ ἡμῶν», πού εἶναι ἡ μόνη κατάσταση εἰρήνης· καί μετά λέμε κάτι φταίει στήν κοινωνία. Εἶναι δεδομένο. Ἄν δέν πᾶτε στή ρίζα... βλέπω ἐδῶ τρομερή ἐπικινδυνότητα, γι᾽ αὐτό κάνω αὐτή τήν ἀνάλυση τώρα. Βλέπω μιά τραγική ἐπικινδυνότητα, γιά τό μέλλον ὅλης τῆς Εὐρώπης καί ὅλων ἐκείνων, οἱ ὁποῖοι ζοῦν αὐτό τό γεγονός. 
Καί φυσικά νά φωνάξω καί νά πῶ κατ᾽ ἐπίφαση, παρενθετικά, ὅτι δέν ὑπάρχει καμιά θρησκεία στόν κόσμο, καμιά θρησκεία, δέν λέω μόνο ὁ Χριστιανισμός, πού νά δέχεται αὐτή τήν κατάσταση. Ἀκόμη καί οἱ ἄγριοι τῆς ζούγκλας, οἱ ἄγριοι, δηλαδή, πού ἔχουν στοιχειώδη ἔκφραση κοινωνικότητας, δέν εἶναι ἄγριοι οἱ ἄνθρωποι, ἔχουν ἔστω τό σπερματικό λόγο ἀλήθειας, αὐτό τό θεωροῦν μεγάλη διαστροφή, θεωρεῖται ἀπαράδεκτο. Ὑπάρχει μιά συνείδηση βλέπετε, ἕνας κρυμμένος κώδικας καί νόμος μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτά δέν τά μελέτησαν; Καί πῶς μᾶς τό περνᾶνε ἔτσι τό γεγονός τόσο αὐτονόητα πιά καί χαμογελᾶνε. Ἔ, καί τολμοῦν νά ποῦν, καί μερικοί ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας, ἐντάξει, ἡ διαστροφή παντοῦ μπαίνει καί ψεῦτες εἴμαστε οἱ Χριστιανοί πολλές φορές καί ἀνώμαλοι εἴμαστε. Αὐτό ἀλλάζει τό ἦθος τῆς Ἐκκλησίας, τή θεολογία Της, ἐπειδή μερικοί ἔκαναν μερικές διαστροφές, δηλαδή; Εἶναι ἐπιχείρημα αὐτό τό πράγμα; Ἐπειδή τό δικαστικό τό σῶμα εἶχε μερικούς, οἱ ὁποῖοι πούλησαν τή δικαιοσύνη, εἶναι φθαρμένο τό δικαστικό τό σῶμα; Αὐτό εἶναι τό ἐπιχείρημα; Οὔτε αὐτό μοῦ ἀρκεῖ, δηλαδή νά προβάλουν προσωπικότητες, δῆθεν κάποιων κληρικῶν, πού ἔχουν αὐτή τή διαστροφή. Τί νά τό κάνουμε; 
«Ὁ Κύριος, λοιπόν, μᾶς ἐκθέτει τό ὅλο πράγμα σαφέστερον, διά τῆς ὑποσχέσεως πού δίνει σέ κάθε ἄνθρωπο ὅταν εἶπε, ἄν μέ ἀγαπᾶ κάποιος, τόν λόγον μου θά τηρήσει, καί ὁ πατέρας μου θά ἀγαπήσει αὐτόν, καί πρός αὐτόν θά ἔλθωμεν καί μονήν παρ᾽ αὐτῷ θά ποιήσωμεν». Ἐδῶ μᾶς θυμίζει τό στοιχεῖο τῆς ἑνότητας. Πῶς γίνεται πιά αὐτή ἡ ἑνότητα; Ἐπειδή ἀκριβῶς θέλουμε τό Χριστό καί τί λέει ὁ Χριστός. Εἶναι αὐτή πού σᾶς λέω συνέχεια ἡ θεραπευτική δομή τῆς στροφῆς τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου πρός τό Χριστό, ὅπου ἐπειδή σέ Αὐτόν ἀνοίγεσαι καί δέν ἔχεις ἁπλῶς τίς δικές σου ἰδέες γιά νά σώσεις τόν κόσμο, ἀνοίγεσαι σέ Αὐτόν καί ἔρχεται ἡ Ἁγία Τριάδα ὁλόκληρη καί ποιεῖ μονήν. Παραμένει πάνω μας. Κάνει τόπο κατοικητηρίου ἐπάνω μας καί τότε αὐτός ὁ ἄνθρωπος, πού ἡ ζωή του γίνεται κατοικητήριο τῆς Ἁγίας Τριάδας καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μπορεῖ νά κάνει κάτι γιά τόν ἄνθρωπο. Δέν εἶναι, δηλαδή, κανένας λεβέντης, ὁ ὁποῖος θέλει νά ἀλλάξει τόν κόσμο, πού τόν ἀλλάζει μέ τίς δικές του ἀπόψεις· οὔτε κἄν μέ χριστιανικές ἀπόψεις, ἄν δέν τίς ζεῖ τίς ἀπόψεις. Δέν ἀρκοῦν οἱ ἰδέες οἱ χριστιανικές γιά νά σώσουν τόν κόσμο, πρέπει νά ὑπάρχουν οἱ φορεῖς αὐτῶν τῶν πραγμάτων, πού οἱ ἰδέες θά γίνουν πράξη. 
«Καί μονήν παρ᾽ αὐτῷ ποιήσομεν». Εἶναι πολύ σπουδαῖο αὐτό πού εἶπε ὁ Μέγας Βασίλειος καί τότε μπορεῖ νά ἀλλάξει ὁ κόσμος, ὅπως τό ἔκαναν οἱ ἅγιοι. Οἱ ἅγιοι ἀκριβῶς τό δέχτηκαν αὐτό τό γεγονός, ἔκαναν τήν ταπείνωση καί ὅλα αὐτά πού λέει πρίν ἀπό λίγο ὁ ἀπόστολος Παῦλος, μέσα ἀπό τά λόγια τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί ἦρθε ὁλόκληρη ἡ Ἁγία Τριάδα, «ἐγώ καί ὁ πατήρ» λέει «μονήν παρ᾽ αὐτῷ ποιήσομεν» καί κατοίκησε σέ αὐτούς. Καί ἐπειδή ἦταν ἄνθρωποι ἁγιοπνευματικοί πιά, ἄνθρωποι ἐκφραστές τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, μποροῦσαν πιά νά κάνουν κάτι ὀντολογικά γιά τή ζωή τοῦ κόσμου. Νά ἀλλάξει ὁ κόσμος πέρα ἀπό λόγια, πέρα ἀπό ἀντιπαλότητες καί πέρα ἀπό κούφιες ἑνωτικές διαθέσεις. 
Εἶναι σπουδαία αὐτή ἡ ἱστορία πιά. Ἄρα ἡ εὐθύνη ἡ δική μας εἶναι σέ τέτοιες καταστάσεις, πού θέλουν νά φέρουν κάτι νέο στόν κόσμο, νά χαρακτηρίσουν νέες ἑνότητες. Δέν ὑπάρχουν νέες ἑνότητες, εἶναι μιά ἑνότητα τριαδιολογική τῆς ἀγάπης καί τῆς ταπεινώσεως πού περνάει πάνω στή ζωή μας, μέσα ἀπό τό γάμο, μέσα ἀπό τό μοναστήρι. Δέν ὑπάρχουν ἄλλες μορφές ἑνότητας. Νά τό καταλάβουν. Ἄν θέλουν νά φτιάξουν νέες μορφές ἑνότητας, δέν ὑπάρχουν, οὔτε θά βροῦν τίποτε ἄλλο. Εἶναι ὁ γάμος ἤ τό μοναστήρι ἤ ὁ εὐλογημένος ἄνθρωπος πού ἀσκεῖται θεοπρεπῶς καί ἀγαπάει τόν κόσμο, πέρα ἀπό αὐτό ἄν ὑπάρχει ἕνας πού δέν μπόρεσε νά παντρευτεῖ ἤ δέν ἔγινε μοναχός στό μοναστήρι του. Ἄν εἶναι ἄνθρωπος πού ἀγαπάει πραγματικά καί ζεῖ μέσα στόν κόσμο, ἀγαπώντας -αὐτές οἱ ἔκτακτες περιπτώσεις- καί γίνεται μονή παρά τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, αὐτή εἶναι ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου. Δέν ὑπάρχει ἄλλη μορφή ἑνότητας. 
«Ὅπως, λοιπόν, κατοικοῦμε πλησίον Του διά τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν, ἔτσι βρίσκεται καί ἐν μέσῳ τῶν δύο ἤ τριῶν, ἄν ἑτοιμαστοῦμε κατά τό θέλημα Αὐτοῦ». Ἐδῶ πέρα ἐξαντλεῖ πιά τό ἐρώτημα ὁλόκληρο καί λέει ἔτσι εἶναι ὁ Χριστός ἀνάμεσά μας, ὅπου γίνεται ἡ ζωή μας μονή ὁλόκληρη τῆς Ἁγίας Τριάδας καί ὁ Χριστός εἶναι μόνιμα ἀνάμεσά μας καί ἡ προοπτική μας εἶναι τί θέλει ἀπό ἐμᾶς ὁ Χριστός. Δέν θέλουμε τίποτε ἄλλο ἐμεῖς, δέν ἔχουμε ἄλλα θέλω δικά μας. Ὅσες φορές ὁ κόσμος εἶχε δικά του θέλω ἔγινε καταστροφή. Ἀκόμη καί ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας ἄν εἶχαν δικά τους θέλω, χωρίς νά καταλάβουν τί εἶναι τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, καταστροφή ἔκαναν. Ἄν θέλω νά κάνω ἕνα καλό ἔργο καί ξεχνώντας ἄν αὐτό ἔτσι πρέπει νά γίνει, ἄν ἔτσι θά τό ἔκανε ὁ Χριστός, λάθος κάνουν. Ἀφορᾶ τούς πάντες αὐτό τό πράγμα. 
Ἄρα χρειάζεται αὐτό πού ἔλεγα πάντοτε, αὐτή ἡ κάθαρση ἀπό τά πάθη, ὁ φωτισμός τοῦ νοός γιά νά ξέρουμε τί κάνουμε καί τότε γινόμαστε, μέ τή χάρη τοῦ Χριστοῦ, εὐεργέται τῶν ἀνθρώπων· γιατί ἀνοίγουμε τό δρόμο τῆς ἑνότητας καί τῆς ἀναπαύσεως τοῦ κόσμου· αὐτή εἶναι ἡ ἱστορία, ἑνότητα καί ἀνάπαυση. Ἐνῶ ἡ διαστροφή, οὔτε ἀναπαύει τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων ὅλων, οὔτε δημιουργεῖ ἑνότητα, γι᾽ αὐτό εἶναι διαστροφική. Αὐτή εἶναι ἡ ἱστορία ἡ μεγάλη. Ἐνῶ βλέπετε ἡ Ἐκκλησία, μπορεῖ νά ἔχει ἀντιπάλους, πού δέν Τή θέλουν, ἀλλά δέν Τή θέλουν γιά λόγους ἰδεολογικούς. Δέν εἶναι θέμα γιατί ἐκεῖ δέν ἀναπαύτηκαν. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι χῶρος ἀναπαύσεως. Ὅ,τι ὅμως δημιουργεῖ μιά διαστροφή, ὅπου ὁ κόσμος πολύς ἤ λίγος δέν ἀναπαύεται, ἐδῶ δέν εἶναι σωστός τόπος. Ἄλλο δέν θέλω καί ἄλλο δέν ἀναπαύομαι, προσέξτε ἡ λέξη τῶν Πατέρων, ἀναπαύομαι λέει. Ἄλλο δέν θέλω καί ἄλλο δοκίμασα καί δέν ἀναπαύομαι. Ὅποιος δοκιμάσει πραγματικά τήν Ἐκκλησία καί τήν ἔζησε τήν Ἐκκλησία σωστά, ἀναπαύεται πάντοτε κοντά στό Χριστό καί ἐκεῖ εἶναι τό κριτήριο. 
Νά πάω σέ μιά παράλληλη ἀκριβῶς ἔκφραση αὐτοῦ τοῦ γεγονότος, στό ἐρώτημα τό ἑπόμενο, τό 226, πού λέει: «Ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει· ὀνειδιζόμενοι, εὐλογοῦμεν· βλασφημούμενοι, παρακαλοῦμεν· πῶς ὀφείλει νά εὐλογεῖ ὁ ὀνειδιζόμενος ἤ τί νά παρακαλεῖ ὁ βλασφημούμενος;». Ἔ, τώρα σέ αὐτό τό ἐρώτημα τοῦ ἀποστόλου Παύλου, πού εἶναι πάρα πολύ καίριο, πού λέει, ὅλοι αὐτοί μπορεῖ νά βρίζουν τήν Ἐκκλησία, νά κοροϊδεύουν τήν Ἐκκλησία καί λέει, στό πρωτότυπο, ἐμεῖς «λοιδορούμενοι, εὐλογοῦμεν καί βλασφημούμενοι, παρακαλοῦμεν». Ἀκοῦστε τήν ἰσορροπία: «Λοιδορούμενοι, εὐλογοῦμεν», μᾶς κοροϊδεύουν καί τούς εὐλογοῦμε. «Βλασφημούμενοι, παρακαλοῦμεν», μᾶς βλασφημοῦν καί ἐμεῖς προσευχόμαστε. Καί λέει ἐδῶ πέρα ὁ Μέγας Βασίλειος: «πῶς ὀφείλει νά εὐλογεῖ ὁ ὀνειδιζόμενος ἤ τί νά παρακαλεῖ ὁ βλασφημούμενος;». Ὑπάρχει τώρα αὐτή ἡ κατάσταση καί ὁ ἄλλος σοῦ λέει «εἶσαι γελοῖος, εἶσαι ἠλίθιος, εἶναι βλακεία αὐτά τά ὁποῖα κάνετε, εἶναι κουταμάρες αὐτά πού λέτε στόν κόσμο»· καί ἐδῶ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος καί νά εὐλογοῦμεν καί νά παρακαλοῦμεν. Λέει ὁ Μέγας Βασίλειος ἀπαντώντας -βλέπετε ἀρχίζει ἡ θεραπευτική καί αὐτοῦ ἀκόμα πού σέ βρίζει. Γι᾽ αὐτό σᾶς εἶπα πρίν ἀπό λίγο, δέν τούς λέω διεστραμμένους, λέω διαστροφή τήν πράξη τους. Γιά νά ἀρχίσω τήν ἱστορία αὐτή τό «ὀνειδιζόμενοι, εὐλογοῦμεν καί βλασφημούμενοι, παρακαλοῦμεν» καί αὐτό τό ὅτι δέν τόν λέω διεστραμμένο καί ἐλπίζω ὅτι θά μετανιώσει, εἶναι στό χῶρο τοῦ «εὐλογοῦμεν» καί τοῦ «παρακαλοῦμεν». Δέν θεωρῶ ὅτι ἔχει τελειώσει ἡ ζωή του δηλαδή καί εἶναι ὁριστικά ἕνας διαβολοποιημένος ἄνθρωπος· κι αὐτό μιά προσευχή εἶναι κι αὐτό μιά παράκληση εἶναι καί αὐτό εἶναι μιά ἀποδοχή τῆς δυνατότητάς του νά ἀλλάξει ὁλόκληρη ἡ ζωή του. «Γενικῶς», λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, «νομίζω ὅτι ὁ Ἀπόστολος μᾶς διδάσκει ἐδῶ, ἀπό τή δική του ἐμπειρία, ὅτι πρέπει νά εἴμεθα ἀνεξίκακοι πρός ὅλους» προσέξτε πρός ὅλους «καί νά ἀμείβομε μέ ἀγαθά τούς πονηρευομένους, ὥστε αὐτό νά γίνεται ὄχι μόνο μέ τόν ὀνειδίζοντα, ἀλλά καί μέ κάθε πονηρευόμενον, μέ τό νά πληροῦμε τά τῆς Γραφῆς. Μή νικᾶσαι ὑπό τοῦ κακοῦ, ἀλλά νίκα διά τοῦ ἀγαθοῦ τό κακόν. Ἀλλά τό παρακαλῶ», λέει, «θέτει ἡ Γραφή ὄχι κατά τή συνήθη χρήση τῆς λέξεως, ἀλλά πρός ἐνίσχυσιν τῆς καρδίας, ὥστε νά βεβαιωθεῖ περί τῆς ἀληθείας. Ὅπως εἰς τό παρακαλεῖτε τόν λαόν μου λέει ὁ Θεός καί ὁ ἀπόστολος δέ λέει, ἐπιποθῶ νά ἴδω ὑμᾶς γιά νά μεταδώσω σέ ὑμᾶς χάρισμα τι πνευματικόν πρός στήριξιν ὑμῶν. Τοῦτο δέ ἵνα συμπαρακληθῶμεν μεταξύ ἡμῶν διά τῆς κοινῆς πίστεως ὑμῶν καί ἐμοῦ. Καί ὁ Θεός παρεκάλεσεν, ὁ παρακαλῶν τούς ταπεινούς παρεκάλεσεν ἡμᾶς διά τῆς παρουσίας τοῦ Τίτου» λέει στό κείμενο τοῦ ἀποστόλου Παύλου. 
Κάνει μιά πολύ σπουδαία ἐδῶ ἀνάλυση μέ αὐτές τίς δυό λέξεις. Τό πρῶτο εἶναι τό «εὐλογοῦμεν» καί μετά εἶναι τό «παρακαλοῦμεν». Βλέπετε τή δική μας ἀντίδραση ἤ ἀντίσταση, καταθέτουμε λόγο ἀληθείας γιά τά πράγματα, δέν λέμε ἔτσι εἶναι σωστά τά πράγματα πού γίνονται, ἀλλά ἡ πρακτική μας ἔκφραση σέ αὐτούς οἱ ὁποῖοι κάνουν αὐτή τή διαστροφή, τήν ὁποιαδήποτε διάδοση τέτοιων ἐννοιῶν δαιμονικῶν, μπαίνουμε στό «εὐλογοῦμεν» καί «παρακαλοῦμεν». Προτάσσει τό «εὐλογοῦμεν» καί μετά πάει στό «παρακαλοῦμεν». Εἶναι αὐτό καί μιά μικρή κλίμακα μέ δυό σκαλοπάτια. Τό «εὐλογοῦμεν» ἐδῶ πέρα τό ἐξήγησα ὅτι ἐμεῖς δέν ἔχουμε κάτι μαζί μέ αὐτούς τούς ἀνθρώπους καί ἔτσι τούς φερόμαστε μέ καλό τρόπο, δηλαδή δέν τούς κάνουμε κάτι κακό, δέν ἐπιδιώκουμε τό κακό τους. Ἄλλο πού ἔχω αὐτή τή θέση τῶν πραγμάτων, γιατί εἶναι βιβλική θέση καί δέν εἶναι δική μου θέση κι ἄλλο τό ὅτι ἐγώ «εὐλογοῦμεν». Δέν παύω νά εὐλογῶ ὅλο τόν κόσμο. 
Εὐλογία τί εἶναι; Μιά θεραπευτική κίνηση τῆς Ἐκκλησίας πρός τό λαό Της. Ὁ Θεός τή δίνει τήν εὐλογία. Εὖ-λόγος. Νά βρεῖ τήν αἰτία του, τήν καλή αἰτία του. Ἄρα ἡ Ἐκκλησία ὁποιονδήποτε βρεῖ ἐδῶ πέρα, νά δίνει μιά διαστροφή πού ἔχασε τήν αἰτία τῆς ζωῆς του, πρέπει νά τόν εὐ-λογήσει. Εὖ-λογῶ. Εὐλογῶ, τοῦ δίνω καλό λόγο, καλή αἰτία. Βλέπετε τήν ἱστορία αὐτή; Δέν παύω δηλαδή νά λέω, εὔχομαι νά βρεῖς τό σκοπό τῆς ζωῆς σου. Αὐτό σημαίνει εὐλογῶ. Ὄχι σέ εὐλογῶ παιδί μου, γιά νά γίνει κάτι καλό στή ζωή σου, νά κερδίσεις χρήματα. Αὐτοί θέλουν νά εὐλογηθοῦν καί ἀπό τήν Ἐκκλησία, γι᾽ αὐτό τό λέω. Ζητοῦν καί ἡ Ἐκκλησία νά τούς εὐλογεῖ τώρα. Γιατί νά σέ εὐλογήσω; Ἐγώ σέ εὐλογῶ, ἀλλά μέ ἄλλο τρόπο. Ἐσύ θέλεις νά σέ εὐλογήσω γιά νά κάνεις νόμο τήν ἁμαρτία σου· κι ἐγώ θέλω νά σέ εὐλογήσω καί σέ εὐλογῶ πάντοτε, γιά νά βρεῖς σκοπό τῆς ζωῆς σου, γιατί ὁ σκοπός τῆς ζωῆς σου μέσα ἀπό τέτοιο πράγμα δέν θά βρεθεῖ. Βλέπετε εἶναι ἄλλη προοπτική. Δηλαδή ἀπαντῶ στήν ἀπαίτησή τους τώρα, πού λένε, ἤδη ἡ ἐκκλησία στήν τάδε χώρα εὐλογεῖ τό «γάμο» τῶν ὁμοφυλοφίλων. Τί εὐλογεῖ; Τούς δαιμονίζει τούς ἀνθρώπους, δέν τούς εὐλογεῖ. Σωστά πράγματα εἶναι αὐτά; Τό εἶπαν, τό λένε συνέχεια, πότε ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία θά γίνει τόσο προχωρημένη, νά εὐλογήσει τούς ὁμοφυλοφίλους. Εἶναι πιά ἔλλειμμα ἐγκεφάλου, δέν μπορῶ νά πῶ κάτι ἄλλο. Δέν θά μοῦ πεῖς ἐμένα τί θά κάνω, ναί ἐγώ σέ εὐλογῶ, δέν εὐλογῶ ὅμως τήν τραγωδία σου· εὐλογῶ τή θεραπεία σου καί εὐλογῶ νά βρεῖς τό δρόμο σου. Λένε ἡ Ἐκκλησία δέν μᾶς εὐλογεῖ, μᾶς θεωρεῖ καταραμένους ἐμᾶς, μᾶς ἀποκλείει· νά ἡ Ἐκκλησία τοῦ ἀποκλεισμοῦ καί τῆς ἱερᾶς ἐξετάσεως. Μά τί λένε; Ὅ,τι τούς κατέβει στό κεφάλι θά λένε; Ναί σέ εὐλογῶ, γιά νά ἀλλάξει τό μυαλό σου καί νά θεραπευτεῖς δηλαδή, νά βρεῖς τόν τρόπο τῆς ζωῆς σου. Νά εὐλογήσω αὐτό τό ὁποῖο σκέπτεσαι; Σάν νά πεῖ τό παιδί σου, μαμά θέλω νά πάω νά κλέψω τσίχλες ἀπό τό περίπτερο, μέ εὐλογεῖς; Τί θά τοῦ πεῖς; Μπράβο παιδάκι μου, σέ εὐλογῶ. Καί θά πεῖ, τί μαμά εἶσαι ἐσύ πού δέν μέ εὐλογεῖς; Καταραμένο μέ θέλεις, ἔ; 
Αὐτή τήν κουβέντα θέλουν καί ὁ λαός πού δέν ξέρει πολλά ἀπό τέτοια πράγματα -θά πρέπει νά ξέρει δυό πράγματα- τά ἀκούει ἔτσι καί λέει «δές ἡ Ἐκκλησία τώρα», «ἔ, ἄνθρωποι εἶναι καί αὐτοί, τί νά κάνουμε;», «ἕνα ἐλάττωμα, ἕνα κουσούρι ἔχουν». Γνωστή ἐκκλησιαστική λέξη. Γιά ἕνα κουσούρι τώρα, γιά ἕνα κουσούρι τώρα; Τί κουσούρι, καλέ; Κουσούρι εἶναι αὐτό; Μιλᾶμε γιά κουσούρι; Διαστροφή τῆς κοινωνίας ὁλόκληρης εἶναι. Εἶναι τόσο μικρό τό ἐλάττωμα; Εἶναι δυνατόν; «Μά ξέρεις εἶναι προσωπικά τά δεδομένα» λέει. Εἶναι προσωπικό τό δεδομένο του, εἶναι μιά δική του ἰδιότητα. Θέλει νά εἶναι ὑπουργός, γραμματέας, καθηγητής πανεπιστημίου καί νά ἔχει καί αὐτό τό κουσούρι. Εἶναι ξέρω νόμος, αὐτός ὁ γνωστός, περί προσωπικῶν δικαιωμάτων. Εἶναι πολύ καλός σέ αὐτό τό ἐπάγγελμα. Ἄ, δέν ἔχω καμιά ἀντίρρηση, παρόλο πού ἔχω νά ἀντείπω καί ἐδῶ κάτι. Ὅτι ἐφόσον ἔχει αὐτό τό κουσούρι δηλαδή, καί εἶναι ἀπό τά προσωπικά δεδομένα πού δέν πρέπει νά παρουσιαστεῖ καί δέν πρέπει νά κολλήσει τό ἔργο του ὡς καθηγητοῦ στήν ἕδρα ἤ ὡς ὑπουργοῦ στό ὑπουργεῖο. Ἕνα πράγμα εἶμαι ἐγώ σίγουρος, ξέροντας τή θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας μας: αὐτός ἔχει θολωμένο μυαλό, ἐφόσον ζεῖ μιά διαστροφή, ἐπειδή εἶναι αὐτό κάτι ἰδιωτικό του. Δέν τό λέει πουθενά, δέν τό δημοσιεύει, δέν τό διαφημίζει ὅπως οἱ ἄλλοι, πού εἶναι οἱ συνδικαλιστές τῆς ἱστορίας αὐτῆς. Καθόλου. Τό κρύβει γιά τόν ἑαυτό του. Δέν μπορεῖ νά εἶναι καλός ὑπουργός οὔτε μπορεῖ νά εἶναι καλός καθηγητής -κατά τά μέτρα τῆς ὁλότητας δηλαδή, τοῦ ὁλοκληρωτικοῦ κοιτάγματος- γιατί δέν ἔχει καθαρό μυαλό. Δέν εἶναι τά πράγματα τόσο ἁπλά.
Φανταστεῖτε δηλαδή νά συζητούσαμε καί νά λέγαμε, ἕνας ἀρχιμανδρίτης ἔχει ἕνα κουσούρι τέτοιο, δέν τό λέει σέ κανένα, τό κρατάει γιά τόν ἑαυτό του· ἔχει τό προσωπικό δικαίωμα νά τό κάνει. Διαστροφή θά ἦταν αὐτό. Κάπου ἀκούστηκε κάτι τέτοιο, κάτι τέτοιο ἀκούστηκε, μέ μιά μικρή ἐγκύκλιο, δέν θέλω νά πῶ πολλά πράγματα. Κάτι, κάτι ἀκούστηκε. Τί θά γίνει δηλαδή; Θά ἔχουν κουσούρια καί αὐτοί; Ἀκόμα πιό βαθύ, ἐάν εἶναι ἐκκλησιαστικό δηλαδή. Εἶναι δυνατό; Ὁ ὑπουργός δέν ἔχει τέτοια δογματική, λέει ἐγώ θά εἶμαι ὑπουργός, θά εἶμαι ἕνας τέτοιος, θά κάνω καλά τό ἔργο μου, θά εἶμαι ὑπουργός τάδε καί τά λοιπά. Δέν γίνεται, δέν ἔχει σταθερό μυαλό. Πόσῳ μᾶλλον νά πεῖ ἡ Ἐκκλησία ἔχω μερικούς ἀρχιμανδρίτες πού ἔχουν κουσούρια τέτοια. Εἶναι προσωπική τους ἐρωτική ζωή, δέν μπορῶ νά τούς πῶ τίποτα. Εἶναι ἀξιόλογοι, εἶναι πολύ καλοί ἱεροκήρυκες, κάνουν πολύ καλό φιλανθρωπικό ἔργο. Μά τί τρέλα εἶναι αὐτή; Εἶναι ἀνόητο τό Πηδάλιο, δηλαδή; -τό ὁποῖο λέει «αὐτός ὁ ὁποῖος ἀνακαλύπτεται νά ἔχει ἕνα τέτοιο πράγμα, καθαιρεῖται γιά τό καλό τοῦ λαοῦ καί γιά τό καλό τῆς ψυχῆς του». Ἡ Ἐκκλησία δέν τιμωρεῖ, τό ξέρετε, ἀπό τό Πηδάλιο αὐτό λέμε. Θέλει νά θεραπεύσει καί τόν ἁμαρτάνοντα καί τόν περίγυρό του, δηλαδή. Δέν εἶναι ἁπλῶς ἕνα κουσούρι πού εἶναι προσωπικό του. Στήν Ἐκκλησία δέν ἔχουμε «εἶναι προσωπικό δεδομένο, ἀφῆστε με νά τό ἔχω· νά ἔχω ἕνα προσωπικό ἐρωτικό βίτσιο καί νά εἶμαι ἕνας πολύ καλός ἱεροκήρυκας». Νά σᾶς λείψει ὁ ἱεροκήρυκας ἀπό τήν ἐνορία σας; Νά σᾶς λείψει αὐτός πού τρέφει τόσους φτωχούς; Νά σᾶς λείψει αὐτός πού εἶναι τόσο καλός σέ τόσα-τόσα καλά; Μά πῶς θά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος; Ἄς μήν ἀκούσουν ὁλόκληρες γειτονιές κήρυγμα· καί νά μή φᾶνε οἱ πεινασμένοι φαγητό, ἄν αὐτός ὁ ἄνθρωπος δέν πρόκειται νά σωθεῖ. Ἔτσι μετρᾶμε; Μέ ἀριθμητικά μέσα; Αὐτό, κάτι πῆγε νά γίνει γύρω ἀπό αὐτή τήν ἱστορία. Καί σηκώθηκε ἕνας ἄλλος ἱεράρχης καί εἶπε: «τί τρέλες λέτε τώρα ἐκεῖ πέρα; Τί θά πεῖτε ἐκεῖ πέρα;». Μιά ἱστορία γιά δραματικές καταστάσεις εἶναι αὐτή, ἀλλά δέν μποροῦμε νά δεχόμαστε αὐτά, τουλάχιστον μέσα στό χῶρο τῆς δικῆς μας ζωῆς καί τῆς Ἐκκλησίας. Δέν ὑπάρχουν ἐδῶ πέρα προσωπικά δεδομένα. Τό Πηδάλιο εἶναι σαφές, εἶναι θεραπευτικό. Ἐγώ δέν θέλω νά τιμωρηθεῖ κανείς, ἀλλά θέλω νά χρησιμοποιηθεῖ τό Πηδάλιο, γιά θεραπεία τοῦ ἁμαρτάνοντος καί τοῦ λαοῦ· αὐτό μήν τό ξεχνᾶμε. Ὅταν ὅλα αὐτά τά ξεχάσουμε, καταλήγουμε πιά σέ τέτοιες κοσμικές καταστάσεις. 
Καί βλέπετε ἦταν τό πρῶτο αὐτό τό στοιχεῖο τό «εὐλογοῦμεν», πού δέν μποροῦμε νά εὐλογήσουμε κανέναν τέτοιο «γάμο» διαστροφικό καί μετά πᾶμε στό ἄλλο τό στοιχεῖο, αὐτό τό στοιχεῖο τό «παρακαλοῦμεν», πού τόσο ὡραῖα τό ἀναλύει ἐδῶ πέρα ὁ ἀπόστολος Παῦλος· πού εἶναι θέμα καρδιᾶς λέει τό «παρακαλοῦμεν», πρός ἐνίσχυσιν καρδίας, ὥστε νά βεβαιωθεῖ περί τῆς ἀληθείας. «Παρακαλεῖτε τόν λαόν μου» λέει ὁ Θεός. Βλέπετε; Νά στερεωθεῖ ὁ λαός στήν καρδιά του, νά ἔχει «παρακαλοῦμεν», νά στερεωθοῦν, νά ἔχουν παράκληση. Παράκλητος εἶναι τό Ἅγιο τό Πνεῦμα. Γι᾽ αὐτό ἐμεῖς τήν ὥρα πού μᾶς διώκουν, τήν ὥρα πού μᾶς ὀνειδίζουν, ἐμεῖς παρακαλοῦμεν. Βλασφημούμενοι, παρακαλοῦμεν. Μᾶς βλασφημεῖ καί ἐμεῖς τί παρακαλοῦμεν; Δέν παρακαλοῦμε, σέ παρακαλῶ μήν βλασφημεῖς, δέν λέμε τέτοιο πράγμα. Ἐμεῖς παρακαλοῦμε νά ἔρθει ὁ Παράκλητος πάνω του κι ὅπως ἔρθει ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά φωτίσει τόν ἄνθρωπο καί νά ἀλλάξει ζωή· γι᾽ αὐτό ἐμεῖς βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν. 
Καί εὐλογοῦμε, λοιπόν, ὄχι τό «γάμο» του καί εὐλογοῦμε τόν ἄνθρωπο νά βρεῖ τό σκοπό τῆς ζωῆς του καί βλασφημούμενοι, πού γελᾶνε μαζί μας γιά τίς ντεμοντέ ἀντιλήψεις πού ἔχουμε -ἔτσι μοῦ εἶπαν κάποιοι «ἔχετε πολύ καθυστερημένες ἰδέες, πάτερ, ἀνήκετε στόν τρίτο αἰώνα». Λέω «κι ἄν ἦταν στόν τέταρτο πείραζε; Θά ἤμουν μέ τόν ἅγιο Χρυσόστομο. Καλά θά ἤμουν καί τότε». Καί μοῦ λέει: «μή μᾶς φέρνεις πιό κοντά στό σήμερα». Μά τί λέτε, καλέ; Τέτοιες τρέλες ἀκούω κάθε μέρα, τέτοιες τρέλες ἀκούω. Καί πῶς περνᾶνε οἱ τρέλες; Μερικά πράγματα θεωροῦνται πιά αὐτονόητα καί ἐμεῖς πού λέμε κάτι ἄλλο μᾶς θεωροῦν ντεμοντέ. Δέν μέ πειράζει νά εἶμαι ντεμοντέ, δέν μέ θίγει καί τό χαίρομαι πάρα πολύ. Ἐξάλλου τά ροῦχα πού βλέπετε εἶναι ντεμοντέ, φοράω τά ράσα τῆς παλιᾶς ἐποχῆς, δέν μέ πειράζει. Εἶμαι δηλωμένος ντεμοντέ. Σύμφωνοι; Ἀλλά ζῶ στή σημερινή ἐποχή καί πρέπει αὐτό πού λένε ἐκεῖνοι εἶναι ντεμοντέ, νά τό κάνω σήμερα βαθιά θεραπευτικό. Καί ἄν ἡ θεραπευτική μου εἶναι πολύ σύγχρονη γιά τίς δεκάδες ψυχασθένειες καί τά γεμάτα ψυχιατρεῖα, νά ρωτήσω: γιατί εἶμαι ντεμοντέ ἐγώ; Ἄν ἔχω θεραπευτικές προτάσεις γιά ὅλους αὐτούς, πού εἶναι μαζεμένοι γύρω στό χῶρο μου, μέ τά χαπάκια καί τό χῶρο τῆς θεραπείας τῆς ψυχασθένειας, νά ρωτήσω, γιατί εἶμαι ἐγώ ντεμοντέ; Ἐπειδή βλέπουν τά ροῦχα μου καί βλέπουν τίς εἰκόνες μου τῆς Ἐκκλησίας μου; Ἐπειδή φέρω μιά βαθιά παράδοση πάνω στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μου; Αὐτό πού κάνουμε σάν πράξη ζωῆς νά ρωτήσουν. Ἄν ἡ Ἐκκλησία δέν ἔκανε τίποτε καί στεκόταν νά συντηρεῖ καί νά διατηρεῖ παραδόσεις, θά εἶχαν δίκαιο ὅτι εἴμαστε ντεμοντέ. Ζοῦμε μέ τρόπους παλιούς, φορᾶμε παλιά ροῦχα, φορᾶμε τά ἄμφια, μιά παράδοση, τή Λειτουργία τοῦ Χρυσοστόμου καί τά λοιπά, αὐτά πού γράφτηκαν πρίν ἀπό δέκα καί δεκαπέντε αἰῶνες, θά ἤμασταν ντεμοντέ. Ὅλα αὐτά τί εἶναι ὅμως; Αὐτό εἶναι ἕνα ἐξωτερικό περίβλημα, μέσα στό ὁποῖο λειτουργεῖται μιά ζωντανή θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐάν αὐτό τό ξεχάσουμε, εἴμαστε ντεμοντέ πραγματικά καί ἐκεῖ αὐτοαναιρούμεθα ἐμεῖς. Μιλᾶμε ἁπλῶς λόγια κουφά, δέν δίνουμε ἀπαντήσεις στό λαό μας, δέν θεραπεύουμε τό λαό μας καί τότε εἴμαστε ντεμοντέ καί δέν ἔχουμε λόγο γιά τά πράγματα. Καί ὅλα αὐτά σᾶς τά λέω γιατί τά ζῶ αὐτές τίς μέρες· «εἶστε ντεμοντέ», «δέν καταλάβατε τίς νέες ἀντιλήψεις», ὅτι σήμερα μιά νέα ἀντίληψη εἶναι ὅτι οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά εἶναι καί ὁμοφυλόφιλοι. Λέω «καί ὁ Θεός ἀφοῦ τό ἤξερε γιατί ἔκανε τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα καί δέν ἔκανε δυό ἄνδρες νά εἶναι ὁμοφυλόφιλοι, γιατί δέν τό ἔκανε αὐτό;». «Ἔ, μή μοῦ λές τώρα πώς τούς ἔφτιαξε ὁ Θεός» λέει. «Ὑπάρχει καί ἡ νέα ἀντίληψη» μοῦ λέει. «Δέν ὑπῆρχε Ἀδάμ καί Εὔα, ἦταν σύμβολα». Ὡραῖα, δηλαδή τά φαντάσματα ἔκαναν τόν Κάιν, τόν Ἄβελ, τίς οἰκογένειες καί τά λοιπά· τά λένε καί θεολόγοι τώρα. Μιά τρέλα ἀπίθανη! Ἀπό ποῦ νά πιάσεις; Ἀπό παντοῦ μπάζει τό πλοῖο δηλαδή! Καί πρέπει νά μαζεύεις τά νερά, ἀλλά τί νά κάνουμε; Τουλάχιστον νά εἴμαστε ντεμοντέ καί νά θεραπεύουμε μέ σύγχρονες μεθοδολογίες, πού δέν τίς ἔχουν ὅλοι οἱ σύγχρονοι θεραπευτές, πού ἀφήνουν τούς ἀνθρώπους γεμάτους μέ χαπάκια νά σέρνονται μεταξύ ψυχιατρείου καί μεταξύ ὕπνου καί ὑπνηλίας. Τίποτα ἄλλο. 
Ἄν ἔχουν ἀπαντήσεις νά μοῦ τό ποῦνε. Ἔτσι, λοιπόν, δέχομαι τόν ὅρο ντεμοντέ καί ὅλα τά σχετικά, τά δέχομαι. Κατά τά ἄλλα ἐπιτρέψτε μου νά φορῶ παπούτσια Clarks καί νά μήν εἶμαι ντεμοντέ, γιά νά πῶ δέν εἶμαι ντεμοντέ. Δέν εἶναι ἔτσι; Κάτι εἶναι κι αὐτό, κάτι, μέ διασώζει καί αὐτό, ἔτσι; Τό ρολόι μου εἶναι Swatch, προσέξτε, μήν τό ξεχνᾶτε αὐτό. Δέν εἶμαι ντεμοντέ ἀπό αὐτό καί μόνο. Δέν μέ σώζει αὐτό, ἀλλά ὁ τρόπος τῆς Ἐκκλησίας πού θεραπεύει τό λαό της· εἶναι τό πιό σύγχρονο καί τό πιό ἐπίκαιρο. Ἔτσι, λοιπόν, ἐμεῖς «βλασφημούμενοι, παρακαλοῦμεν». 
Καί πρίν νά ὁλοκληρώσω τή σημερινή μας ἀνάλυση, νά πῶ κάτι πού ἀφορᾶ ὅλη αὐτή τήν ἱστορία. Γιατί λέει, τό ἀκούσαμε αὐτές τίς ἡμέρες «καλά, τό πολύ-πολύ, ἄν ἔχουν κάποιο πρόβλημα αὐτοί, νά τό ρωτήσουν σέ κάποιον εἰδικό. Ἐσύ λές ὅτι αὐτοί εἶναι προβληματικοί, ἐπειδή ζοῦν μιά διαστροφή. Βεβαίως, ἄν εἶναι ἔτσι, ἄν εἶναι ἔτσι ὅπως τό λές -ἄς ἀκούσουμε καί κάτι ἀπό αὐτό πού λές- ἔ, τότε νά πᾶνε σέ κάποιον εἰδικό καί νά ποῦν αὐτό τό ὁποῖο ἔχουν νά ποῦν. Νά δοῦμε θά τούς πεῖ εἶναι ἔτσι ἤ ὄχι;». Καί ἔρχεται ἐδῶ πέρα ὁ Ὅρος 229, τό ἐρώτημα 229 τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Τό ἐρώτημα εἶναι ὡς ἑξῆς: «Εἰ χρή τάς ἀπηγορευμένας πράξεις ἀνεπαισχυντότερον ἐξαγορεύειν πᾶσιν, ἤ τισί, καί ποίοις τούτοις», εἶναι αὐτές πού εἶναι οἱ πράξεις οἱ ἀπαγορευμένες καί ἀναίσχυντες· νά μπορεῖς νά τίς ἐξαγορεύεις, νά τίς λές. Ἀγορεύω, ἐξ-ἀγορεύω. Ἀγορεύω, λέω ἐξ, ἐκτός, τό βγάζω ἔξω μου, αὐτό σημαίνει ἐξαγορεύω. «Πᾶσιν, ἤ τισί, καί ποίοις τούτοις». Ἄν αὐτό πού ἔχεις μέσα σου καί σοῦ λέει κάποιος εἶναι πάθος καί λές δέν εἶναι πάθος καί λέει, ἄντε, ἄς δεχθῶ τήν κουβέντα σου. Νά πᾶνε νά τό ποῦν σέ ἕναν εἰδικό, λέει. Ἐσύ τί λές, νά τό πεῖ σέ ἕναν εἰδικό; Θά τοῦ πῶ, ὄχι. Γιατί ποιός εἶναι εἰδικός, δηλαδή; Ἐγώ ἀκολουθῶ τό Μέγα Βασίλειο· λέει ὁ μόνος εἰδικός εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος «ἐξαγόρευσις τῶν ἁμαρτημάτων γίνεσθαι ὀφείλει ἐπί τῶν δυναμένων θεραπεύειν, κατά τό γεγραμμένον· ὑμεῖς οἱ δυνατοί, τά ἀσθενήματα τῶν ἀδυνάτων βαστάζειν· τουτέστι, αἴρετε διά τῆς ἐπιμελείας»· θά τό λές αὐτό, θά τό ἐξαγορεύεις, ὅπου ὑπάρχει χῶρος, δυνατότητα θεραπείας. Ὄχι νά τό κουβεντιάσεις, νά πεῖς εἶμαι ἔτσι καί αὐτοί οἱ παπάδες μοῦ λένε ὅτι ζῶ μιά διαστροφή, ἔτσι εἶναι; Τί θά σοῦ πεῖ ὁ ἄλλος; Καί νά σοῦ πεῖ εἶναι κακό πράγμα, πάλι δέν κάνει τίποτα. Μπορεῖ νά θεραπεύσει; Ἐδῶ εἶναι τό ἐρώτημα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. 
Αὐτά μποροῦν νά ἀναλυθοῦν μόνο ἀπό τό χῶρο τῆς θεραπευτικῆς καί ὁ μόνος χῶρος πού ἔχει θεραπευτική εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ὁ μόνος χῶρος. Γιατί καί ἄλλοι ἄνθρωποι, ἄς τό πῶ ἔτσι, ἀνθρώπινα, λογικά σκεπτόμενοι, λένε: «τί πράγματα εἶναι αὐτά πού μᾶς περνᾶνε τώρα;». Κριτική κάνουν· ἔχουν ἐργαλεῖα θεραπείας; Αὐτή εἶναι ἡ ἱστορία. Νά φανταστεῖτε ὅτι ἕνας χῶρος ἰατρικῆς λέει, τί τρέλες εἶναι αὐτές; Ἔχουν τρόπο θεραπείας; Ἐφόσον τό θέμα, προσέξτε, δέν εἶναι σωματικό. Δέν εἶναι σωματικό, δέν εἶναι ὅπως λένε: «ἐμεῖς τό εἴχαμε ἔτσι προκαθορισμένο, εἶναι γενετικός κώδικας», δέν εἶναι αὐτή ἡ ἱστορία. Εἶναι ἐπίκτητο ψυχικό. Πῶς θά τό θεραπεύσουν; Βλέπετε; Οὔτε αὐτοί πού πραγματικά κάνουν μιά κριτική, δέν μποροῦν νά θεραπεύσουν. Ὁ Μέγας Βασίλειος εἶναι καθαρός ἐδῶ καί λέει: «αὐτό μπορεῖ νά ἀναφερθεῖ μόνο στό χῶρο πού μπορεῖ νά γίνει θεραπεία»· καί ἡ θεραπεία ὑπάρχει· καί ἡ θεραπεία γίνεται· καί ἡ θεραπεία εἶναι ὑπαρκτή· καί εἶναι ἐφαρμοσμένη καί ἐφαρμόσιμη. Ὅποιος ἐφαρμόσει ἀκριβῶς τή θεραπευτική τῆς Ἐκκλησίας μας θεραπεύεται· καί μόνο ἄν ξεκινήσει ἀπό τή ρίζα, γιατί εἶναι ἔτσι αὐτός ὁ ἄνθρωπος. Ἀλίμονο ἄν ξεκινήσεις καί πεῖς, εἶναι γενετικός προκαθορισμός, ἔχασες τά πάντα, εἶναι μιά ἱστορία τελειωμένη. Ἀφοῦ εἶναι γενετικός προκαθορισμός, εἶναι προκαθορισμένη ἡ ἁμαρτία του, τόν προκαθόρισε ὁ Θεός. Εἶναι λάθος, εἶναι αἵρεση. Εἶναι μιά ἐπίκτητη κατάσταση διαστροφῆς, ἡ ὁποία θεραπεύεται. Καί θά ξεκινήσεις ἀπό τά κέντρα. Ἐφόσον εἶναι βίτσιο σωματικῆς ἐπιθυμίας, θά ξεκινήσεις ἀπό τό τί εἶναι βίτσιο καί θά ξεκινήσεις ἀπό τά περιφερειακά τά βίτσια τοῦ ἀνθρώπου αὐτοῦ καί θά πᾶς στό κέντρο. 
Ἡ Ἐκκλησία ἔχει θεραπευτική. Ἀρκεῖ νά ἔχει τή σοφία τῆς παραδόσεώς Της καί νά χρησιμοποιήσει τά ὄργανα τῆς θεραπείας. Μή μοῦ λένε ἐμένα, λοιπόν, ἡ Ἐκκλησία μόνο λόγια λέει. Ἔχει θεραπευτική ἡ Ἐκκλησία. Φυσικά θά τό ἐξομολογηθεῖ, ἀλλά πρέπει νά γίνει καί θεραπευτική πάνω στόν ἄνθρωπο αὐτό. Ὑπάρχει τρόπος καί εἶναι ὁ μόνος τρόπος αὐτός πού λέει ἐδῶ ὁ Μέγας Βασίλειος. 
Ἄρα δέν εἶναι θέμα κουβέντας, νά τό κάνεις μιά κουβέντα, νά κάνεις μιά ψυχανάλυση, νά σοῦ βρεῖ ὁ ψυχαναλυτής, γιατί κατέληξες ἐκεῖ· κι ἄν ἀκόμα ὁ ψυχαναλυτής δέχεται ὅτι εἶναι ἐπίκτητο θά ἀρχίσει τίς ἀναλύσεις τώρα, γιατί καί τά λοιπά. Εἶδε μιά πράξη κάποτε, κάποιος τόν πείραξε κάποτε, θά κάνει μιά ἀναδρομή γιά χρόνια, θά κάνει ἀναλύσεις ἐκεῖ πέρα καί τό βρῆκε· καί βρῆκε, παιδάκι μου [ὅτι] κατέληξε ἐκεῖ γιατί συνέβη κάτι στήν ἡλικία πού ἦταν ἑφτά, ὀχτώ, ἐννιά, δέκα χρονῶν. Ἔτσι λέει, ὁ πρόεδρος τῶν ὁμοφυλοφίλων, ὅτι: «κάποιος, κάποτε, μέ πείραξε καί ἐκεῖ κατέληξα». Ὁ ἴδιος δηλαδή ὁμολογεῖ ὅτι εἶναι ἐπίκτητο καί οἱ περισσότεροι αὐτό λένε. Τό ὁμολόγησε αὐτό τό πράγμα. Ὁ ψυχαναλυτής, μπορεῖ νά θεραπεύσει; 
Ἀλλά ἡ ἱστορία εἶναι ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἔχει λόγο καί ὑπάρχει θεραπευτική, ἀρκεῖ νά ξεκινήσει ἀπό: ποῦ εἶναι ἡ ἐπιθυμία καί τό βίτσιο. Ἐκεῖ εἶναι ἡ μεγάλη δουλειά πού κάνει ἡ Ἐκκλησία μας, ἀκριβῶς στήν κάθαρση ἀπό τά πάθη καί ἐκεῖ θά στραφοῦμε, πού εἶναι μιά ἱστορία πολύ παλιά τῆς Ἐκκλησίας μας καί ἔχει συνεχιζόμενο κάλλος· γι᾽ αὐτό δέν ἀκούω καμία κουβέντα σέ αὐτά τά θέματα, δηλαδή εἶμαι ἀπόλυτος, τόσο πολύ, ἐπιτρέψτε μου, νά εἶμαι ἀπόλυτος. Ἀφοῦ βλέπεις ἡ Ἐκκλησία ἔχει λόγο καί ἔχει θεραπεία· ἀρκεῖ νά τό ξέρουμε ὅτι ἔχουμε λόγο. Οὔτε νά λέμε «ἔτσι εἶναι οἱ ἄνθρωποι, τί νά κάνουμε, σήμερα ἐκεῖ καταλήξανε, ἄ, τούς ἄθλιους» καί τά λοιπά. Δέν εἶπα οἱ ἄθλιοι, δέν τούς εἶπα διεστραμμένους. Εἶπα διαστροφή μόνο, προσέξτε, γιατί περιμένω τόν ἄνθρωπο πού εἶναι ἀσθενής νά τόν θεραπεύσουμε. Δέν μπορῶ νά τόν κυνηγάω, νά τόν δέρνω· καί αὐτός πού δέν μετανιώνει, εἶναι μιά προοπτική μετανοίας. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἀνοιχτή σέ αὐτόν τόν ἄνθρωπο, δέν τόν διώχνει. Δέν μπορεῖ νά τόν παντρέψει ὅμως· καί δέν μπορεῖ νά δεχθεῖ ὅτι αὐτός μπορεῖ νά μετέχει στήν Ἐκκλησία, νά μεταλαμβάνει, ἀφοῦ δέν δέχεται Χριστό. Ἀφοῦ δέν θέλει νά θεραπευτεῖ, πῶς θά πάρει Χριστό, πού εἶναι ἀκριβῶς ὁ δρόμος τῆς θεραπείας· φάρμακο ἀθανασίας εἶναι ἡ θεία Κοινωνία. 
Κάπως ἔτσι θέλω νά ὁρίσω αὐτήν τήν ἐπικαιρότητα, ἀξιοποιώντας ὅπως κάνουμε πάντοτε τήν ἀκραία ἐπικαιρότητα καί τοῦ Πηδαλίου, ἀλλά καί τῶν Ὅρων κατ᾽ ἐπιτομήν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί φυσικά νά σᾶς θυμίσω, γιατί μερικοί λένε: «ποῦ τό λέει ἡ Ἁγία Γραφή;». Ἕνα σωρό φράσεις ἔχει ἡ Ἁγία Γραφή γιά τήν ἀρσενοκοιτία ἤ γιά τή μορφή τῆς ὁμοφυλοφιλίας· καί μάλιστα τό τελευταῖο κεφάλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως ἔτσι τελειώνει, ἔξω οἱ μοιχοί, οἱ πόρνοι καί οἱ ἀρσενοκοῖτες. Τό ὁρίζει σάν καίριο σημεῖο διαστροφῆς, μή θεραπευτικῆς, δηλαδή, κοινωνικῆς ἐκφράσεως. Ἕνας ὁ ὁποῖος κλείνεται στόν ἑαυτό του, σέ ἕνα βίτσιο του, δέν μπορεῖ πιά νά ἀγαπήσει, νά ἀφεθεῖ μές στήν κοινωνία, νά καταλάβει τόν ἄλλο καί διαστρέφεται ὅλη ἡ κοινωνία. Δέν εἶναι δικό μου πιά τό βίτσιο, ἀλλάζει μιά ὁλόκληρη ψυχολογία τῆς κοινωνίας. Δέν τό καταλαβαίνετε αὐτό; Δηλαδή, μιά αὔξηση αὐτοῦ τοῦ πάθους, θά φέρει ἀνθρώπους τελείως ἰδιοτελεῖς, πού κινοῦνται μόνο μέ σαρκικές ἐπιθυμίες καί θέλουν νά χρησιμοποιοῦν τούς ἄλλους. Τό ἴδιο πράγμα ὑπάρχει καί στήν ἐλεύθερη σεξουαλικότητα, εἶναι ἴδιο τό μοντέλο, ἴδιο τό μοντέλο εἶναι. Τό ἄλλο ἤδη τό δέχθηκαν οἱ περισσότεροι -γιατί συμβαίνει, ἐντάξει, ἔχει καί δυό γυναῖκες καί τρεῖς, καί τί νά κάνουμε; Φτάνουμε τώρα σέ πιό προχωρημένη κατάσταση, ὅπου τά παιδιά μας διαστρέφονται καίρια καί προβάλλεται συνέχεια αὐτό τό φαινόμενο, σάν μοντέρνο καί νέο φαινόμενο -καί εἶναι οἱ ἄνθρωποι ἔτσι, δέν ἔχουν τίποτε, εἶναι ὑγιεῖς ἄνθρωποι, μπορεῖ νά εἶναι καί καθηγητές καί τά λοιπά. Ἐγώ θά φοβόμουν τό παιδί μου, ἄν εἶχα παιδί, νά τό ἔδινα σέ ἕναν δάσκαλο πού εἶναι ὁμοφυλόφιλος, κι ἄς ἦταν τέλειος δάσκαλος, γιατί θά ἤξερα ὅτι ἔχει θολωμένο μυαλό· τίποτε ἄλλο. 
Δέν εἶναι τά πράγματα τόσο ἁπλά καί αὐτό νά τό σκεφτοῦν πάρα πολλοί ἄνθρωποι καί νά ὑπάρξουν καί ἄλλες φωνές.

Δημοφιλείς αναρτήσεις