Επιστολή γραμμένη από χέρι παιδικό και νου γεροντικό:
Αγαπητέ κύριε συγγραφέα,
Θέλω να σας ευχαριστήσω από τα βάθη της καρδιάς μου, γιατί στο βιβλίο πού γράψατε με θυμηθήκατε και μάλιστα στην πρώτη σελίδα. Θα καταλάβατε ήδη πως είμαι εκείνο το μικρό παιδάκι, ο Κωνσταντίνος ο γιός του στρατηγού Αλέξιου Στρατηγόπουλου που είχε πάρει την Πόλη από τους Λατίνους το 1260 μ.Χ. Άπ’ ό,τι γνωρίζετε λόγοι πολιτικής σκοπιμότητας οδήγησαν τους εχθρούς του πατέρα μου στο φρικτό ανοσιούργημα της τυφλώσεως μου. Ήθελαν ο πατέρας μου να μην έχει διάδοχο. Έτσι τους βόλευε. Ήθελαν να άρχουν τυφλώνοντας. Εγώ όμως δεν ήθελα να είμαι διάδοχος, μιας και δεν γνώριζα, ούτε και σήμερα γνωρίζω, τι σημαίνει διάδοχος. Εγώ ήθελα να ζώ ως παιδάκι και να λούζομαι στο φως και στην ομορφιά της πλάσης. Καμιά αρχή και εξουσία δεν είναι πιο δυνατή από το φως. Μόνο το φως είναι πιο δυνατό από το φως. Εκείνοι πού με τύφλωσαν πίστευαν πώς σκοτεινιάζοντας τα μάτια θα μπορούσαν να κυριαρχήσουν στον κόσμο. Για λίγο φάνηκε πώς τα κατάφεραν. Για πολύ λίγο, όμως. Και σε μένα φάνηκε στην αρχή τόσο δύσκολο να μη βλέπω το φως. Για πολύ λίγο όμως. Μετά άρχισα να ζώ μέσα στο φως. Σ’ ένα φως που ήταν πιο δυνατό απο το φως. Έτσι ζώ μέχρι τώρα.
Ευχαριστώ, και πάλι που με θυμηθήκατε. Ήταν μεγάλη τιμή για μένα να με ανασύρετε από την αφάνεια και να με παρουσιάσετε. Ούτε τη χρειαζόμουν την προβολή ούτε με πείραζε η αφάνεια. Στον τόπο που ζω, το φως μας προστατεύει από τέτοια παραπτώματα. Είμαστε τόσο φωτεινοί που τίποτε δεν μπορεί να μας προβάλλει περισσότερο και τίποτε δεν μπορεί να μας κάνει αφανείς.
Ήθελα μ’ αυτή μου την επιστολή να ανταποδώσω την αγάπη σας, λέγοντάς σας πώς και σεις τώρα θα περάσετε δύσκολα για λίγο, για πολύ λίγο, μιας και θα προσπαθήσουν, πολύ, να σας τυφλώσουν, αλλά να ξέρετε πως το φως που υπάρχει είναι πιο δυνατό από το φως και η ζωή που ζώ είναι πιο δυνατή απ’ τη ζωή.
Πριν λίγες μέρες, έφυγε απ’ την επίγεια ζωή για την άλλη, την άνω Ιερουσαλήμ, ο παππούλης. Έτσι ήταν μεταξύ των πιστών που αναπαύονταν στο λειτουργικό του χώρο το χαϊδευτικό του.
Ήταν προς το τέλος της δεκαετίας του 80 όταν άκουσα σε μια συζήτηση στην Κρήτη από κάποιον γέροντα! Ότι στα μέρη μας είναι κάποιος παπάς, που έχει κατεβάσει τον ουρανό στην Γη. Χωρίς να μάθω πολλές λεπτομέρειες, μου γεννήθηκε η επιθυμία να τον γνωρίσω. Δεν ήξερα το επίθετο του παρά μόνο το όνομα του. Π. Πάνος. Τρέχα γύρευε. Που ήταν στην Καρδίτσα; Στην μητρόπολη Θεσσαλιώτιδος δεν ήξερα κάποιον με αυτό το όνομα. Περνούσε ο καιρός χωρίς να έχω αποτελέσματα, αλλά ο πόθος μου να γνωρίσω αυτόν τον σύγχρονο ΄΄Άγιο΄΄ δεν έσβηνε. Κάποια φορά πήγα στον ΟΤΕ και έκατσα ένα απόγευμα να ψάχνω στους καταλόγους όλης της γύρω περιοχής για ένα π. Πάνο Τσιώλη (είχα μάθει εν τω μεταξύ το επίθετο) που ήταν στα Βραγκιανά. Δεν ήξερα ότι τα Βραγκιανά που ανήκουν στην Καρδίτσα δεν είναι τα μεγάλα Βραγκιανά της Ευρυτανίας. Δεν βρήκα φυσικά τίποτα. Περνούσαν τα χρόνια και περίπου στο μέσον της δεκαετίας του 90, βρέθηκα κάποια φορά με κάποιον κουμπάρο του και μου είπε: (γιατί ήξερε ότι στις αγρυπνίες που γινόντουσαν στην περιοχή πάντα λάμβανα μέρος) να δεις που θα σε πάω σήμερα. Πήγαμε λοιπόν στα μεγάλα Βραγκιανά. Εκεί μέσα στο σκοτάδι (γιατί νύχτα ήταν) είδα αυτόν τον παππούλη να λειτουργεί και ένιωσα την Χάρη του Θεού να γεμίζει το μέρος. Ξημέρωσε και στον καφέ που φτιάξαμε έβλεπα με τα μάτια και την λογική μου έναν απλό άνθρωπο, έναν απλό ιερέα και με τα μάτια της ψυχής μου ένιωθα μια απίστευτη Χάρη να με διαπερνά και να νιώθω σαν στον παράδεισο. Τίποτα δεν επισκίαζε αυτή την αίσθηση ακόμη και το μυαλό μου που έλεγε και έβγαζε λογικά συμπεράσματα δεν λέκιαζε αυτό που ένιωθα. Αυτή η αίσθηση της Χάριτος του Θεού, δεν έλειψε ποτέ από την ΄΄παρέα΄΄ με τον παππούλη, όσα χρόνια κι αν πέρασαν και μάλλον μεγάλωνε παρά μειωνόταν. Έφτανε μια απλή επίκληση του ονόματος του και γέμιζαν τα μάτια μου δάκρυα. Μου γεννήθηκε το ερώτημα, τι είναι Άγιος; Πως φαίνεται στα μάτια μας; Πως ζει ο ίδιος; Αυτά τα ερωτήματα και άλλα που προστέθηκαν στην πορεία, μου φανέρωσε ο καλός και Άγιος Θεός μέσω της ταπεινότητος του παππούλη. Συνέχισα να πηγαίνω στο Βαλάρι τα βράδια περίπου μια φορά το μήνα όπως και στο όρος και κάναμε την ακολουθία. Στην αρχή είμασταν μόνοι μας και σιγά σιγά άρχισε να έρχεται και λίγος κοσμάκος. Έφευγα απ’ το χωριό μου στις 12 και ήμουν εκεί κατά τις 1καί. Κοιμόμουν στο αμάξι και ξυπνούσα όταν ερχόταν ο παππούλης περίπου στις 2:30. Η φήμη του μεγάλωνε με γεωμετρική πρόοδο και όλο και περισσότεροι αναπαύονταν στις ακολουθίες και στα λεγόμενα του. Έζησα την ανέγερση του ξενώνα απ’ την αρχή, όταν έβγαζε πέτρες με τα χέρια του. Να πω κάτι χαρακτηριστικό. Τελειώσαμε την ακολουθία και το πρωί μετά τον καφέ πήγαμε στο λατομείο. Αυτός πάλευε με τους λοστούς και τις βαριές και γω έλεγα ότι θα σβήσω απ’ την κούραση. Εγώ ήμουν τότε 35 και δεν άντεχα όλη αυτή την ταλαιπωρία, μετά το ξενύχτι δουλειά. Τεράστια δύναμη. Το ημερήσιο πρόγραμμα του περιελάμβανε 1 ώρα ύπνο και άντε όταν τον ΄έκλεβε΄΄στην καρέκλα την ώρα του καφέ η του φαγητού. Αυτό το ΄΄κλέψαμε΄΄ όταν είχαμε όλες αυτές τις απορίες για το ποιο είναι το εργόχειρο του όπως λέμε στα πατερικά. Φέραμε έναν ηγούμενο απ’ το Άγιο όρος να τον δει να μας πει. Εκείνος αφού έμεινε στο σπίτι μαζί του το βράδυ, είδε τον παππούλη που κοιμήθηκε στην καρέκλα καμμιά ώρα και μετά σηκώθηκε. Μεγάλος αγωνιστής λέει.
Ο παππούλης ήταν πολύ αγαπητός και η φήμη του έφτασε στα πέρατα της οικουμένης. Έφταναν σ αυτόν άνθρωποι απ’ όλη τη γη, με λογής προβλήματα τα περισσότερα απ’ τα οποία με απλό τρόπο λυνόντουσαν. Κοντά του οι άνθρωποι αλλοιωνόντουσαν. Άλλοι με εθισμούς άλλοι με καθαρά κοσμικό τρόπο ζωής και μακριά της εκκλησίας, έκαναν στροφή και γινόντουσαν παιδιά του Θεού. Σταματούσαν την αμαρτία και έκαναν καινούρια ζωή. Μέχρι και τα σκουλαρίκια απ’ τις μύτες έβγαζαν χωρίς να τους το ζητήσει. Αυτή την επιρροή είχε στους ανθρώπους. Έχω δει με τα μάτια μου πολλά θαύματα, ιαματικά, εξαγωγή δαιμονίων, εξορκισμούς, και ποικίλα προβλήματα που βρήκαν στο πρόσωπο του ίαση και λύση. Να σας μεταφέρω ένα που δείχνει πόσο πολύ μεγάλη ΄΄παρρησία΄΄ είχε και με πόσο απλό τρόπο λειτουργούσε το θαύμα.
Ένα φιλικό μου ζευγάρι δεν μπορεί να κάνει παιδιά και χωρίς να το ξέρω κάνουν προσπάθειες με εξωσωματική. Έκαναν κάποιες προσπάθειες και στο τέλος όταν τελείωσαν και τα λεφτά τους, ο γιατρός τους είπε ότι δεν μπορεί να κάνει παιδιά. Είχαν σκάσει στην στενοχώρια και στο κλάμα. Εγώ μόλις το έμαθα, έψαξα να βρω μια ευκαιρία να πάω σπίτι τους. Πήγα λοιπόν και μόλις καθίσαμε μου είπαν το μυστικό με τις εξωσωματικές. Τους επιτίμησα λέγοντας τους ότι ενώ είναι ένα πνευματικό ζευγάρι με μυστηριακή ζωή, δεν έχουν δυνατή πίστη. Τι έπρεπε να κάνουμε λέει; Να το αφήσετε στο Χριστό και εκείνος αν έχει ευλογία, θα το έλυνε. Τους λέω λοιπόν. Ξεχάστε τι σας είπε ο γιατρός και κάντε αυτό που θα σας πω. Θα πάτε στον π. Πάνο. Δεν θα του πείτε περί εξωσωματικής και όπως θα μιλάτε θα τον ρωτήσετε. Πάτερ τι λέτε; Θα κάνουμε παιδάκι; Ότι σας πει θα ισχύει. Γύρισαν λοιπόν χαρούμενοι και προβληματισμένοι γιατί ο παππούλης τους είπε: ναι μωρέ, γιατί να μην κάνετε; και σε 15 μέρες έμεινε έγκυος. Το πρώτο παιδί το ονόμασαν Παναγιώτη. Δύο συστατικά: η υπακοή και ο λόγος του παππούλη για να δοξαστεί το όνομα του Χριστού. Έτσι απλά. Η πίστης όπως είπε ο Χριστός μετακινεί βουνά.
Όταν είχα αποφασίσει να γίνω μοναχός, πήγα και του το είπα και ζήτησα την ευχή του. Με ρώτησε, που θα πας; Και του είπα ότι θα πάω στο όρος που με περιμένουν οι αδελφοί και ο γέροντας. Μου λέει. Μην πας στο όρος. Έχουμε εδώ έξω πολλά μοναστήρια που μπορείς να μονάσεις. Μου είπε δυο τρείς κουβέντες για το πόσο σημαντική είναι η προσφορά των μοναστηριών στον κόσμο και έφυγα. Χωρίς να το καταλάβω, πέρασαν 2-3 χρόνια και κατέληξα εδώ στον Άη Γιάννη στο Παλιούρι. Τώρα καταλαβαίνω πόσο σημαντική είναι η δουλειά που μπορούν να κάνουν οι καλόγεροι στον κόσμο αφού βλέπω εγώ ο αδαής, πώς τρέχουν οι άνθρωποι απ’ το πουθενά στα μοναστήρια.
Δεν μπορώ να σας περιγράψω με λεπτομέρειες τη ζωή του παππούλη που έβλεπα και ζούσα. Το κυριότερο ήταν η μεγάλη του αγάπη για τον Χριστό και την Παναγία μητέρα του και η τρομερή αποφασιστικότητα του που δεν έκανε πίσω με τίποτα. Μια φορά πρέπει να ήταν το 98 πήγαμε στον προφήτη Ηλία και ξεκινήσαμε 10 και το βράδυ. Τελειώσαμε γύρω στις 5 το πρωί και μέσα στο σκοτάδι και στο φως των κεριών φτιάξαμε καφέ (η αδελφή του) και φάγαμε ότι μας είχε ετοιμάσει. Μετά έφυγαν τα αδέλφια του απ’ το μονοπάτι για τα Βραγκιανά και μας είπε να φύγουμε και μείς. Του λέω εσύ που θα πας τώρα; Μου λέει στο Βαλάρι. Και τον πήγαμε με το ζόρι στο σπίτι του. Δεν φοβόταν μέσα στο απόλυτο σκοτάδι; Πως έβλεπε; Το μέρος κρατούσε λύκους και αρκούδες. Τίποτα αυτός. Χαμπάρι δεν έπαιρνε. Τρομερή αποφασιστικότητα θάρρος και τόλμη.
Ο παππούλης έφυγε, αλλά άφησε πίσω του στο ιστορικό χρονικό, τεράστια γράμματα με το πέρασμά του. Η κληρονομιά του δεν θα χαθεί γιατί έχει επενδυθεί στο χρηματιστήριο του Θεού και στις ψυχές όλων αυτών που τον γνώρισαν. Έκανε δύο τεράστιες οικογένειες, μια σαρκική, αφού είχε 9 παιδιά και μια πνευματική, πολύ μεγαλύτερη, αποτελούμενη από χιλιάδες ανθρώπους που τον αγάπησαν και ευεργετήθηκαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Η Βαλαριώτισα, που ξέρει και είδε τους αγώνες του, έκανε δεκτά σχεδόν τα περισσότερα απ’ τα αιτήματα του και αυτά των πιστών που έφταναν στη χάρη της.
Παππούλη! Αφού σίγουρα βρήκες παρρησία! Μη μας ξεχνάς να μεσιτεύεις στον Άγιο Θεό για μας όλους που σε αγαπήσαμε.
Η«Σοφία» συμβουλεύει: «Τα μάτια σου να βλέπουν σωστά πράγματα» και «με κάθε φύλαξη να κρατάς την καρδιά σου»· γιατί οι αισθήσεις του σώματος εισάγουν εύκολα στην ψυχή όσα αυτές συλλαμβάνουν. Προστάζουμε λοιπόν από τώρα και στο εξής με κανέναν τρόπο να μη ζωγραφίζονται εκτεθειμένες είτε σε πίνακες είτε με άλλο τρόπο οι ζωγραφιές που σαγηνεύουν την όραση και διαφθείρουν το μυαλό και υποκινούν τα ένστικτα των αισχρών ηδονών κι αν κανείς επιχειρήσει να το κάνει αυτό, να αφορίζεται.
Ο Θεάνθρωπος Κύριος εμακάρισε τους «μη ιδόντες και πιστεύσαντες»[1]. Και διετύπωσε την λύπη Του για κείνους που δεν τους ικανοποιούσε ο λόγος Του και γύρευαν θαύματα. «Εάν μη σημεία και τέρατα ίδητε (είπε στον βασιλικό αξιωματούχο της Καπερναούμ) ου μη πιστεύσητε»[2]. Και πράγματι. Όσοι αφήνουν το λόγο του Θεού, και για να πεισθούν ζητούν θαύματα, είναι να τους λυπάται κανείς!
Η αξίωση τους αυτή προδίνει πόσο μέσα τους κυριαρχεί το σαρκικό φρόνημα• η παχυλή άγνοια• η ζωή-θυσία στην φθορά και την αμαρτία• η έλλειψη κάθε προσπάθειας να μάθουν τον νόμο του Θεού σωστά και να αποκτήσουν τις θεάρεστες αρετές• η αδυναμία της ψυχής τους να ευθυγραμμισθή με το άγιο Πνεύμα και να αισθανθή έτσι την Πρόνοιά Του και την ενέργειά Του στον λόγο Του.
Τα θαύματα προορίζονται κατά κύριο λόγο να πείσουν ανθρώπους, αφωσιωμένους στις μέριμνες του κόσμου• και να τους οδηγήσουν στην πίστη. Οι πεφορτισμένοι με τις βιωτικές μέριμνες, οι προσηλωμένοι στην γη και στις δουλειές τους, δεν έχουν την δύναμη να εκτιμήσουν την αξία του λόγου. Γι’ αυτό ο εύσπλαγχνος Λόγος του Θεού τους προσελκύει κοντά Του, στην σωτηρία που δίνει ο λόγος Του, μέσω ορατών θαυμάτων, που αποτελούν μια υλική, προσιτή στην αίσθησή μας, απόδειξη• και οδηγούν την αδύνατη ψυχή στον παντοδύναμο Σωτήρα Θεόν Λόγο.
Βιβλιογραφία
[1]Ιωάν. 20, 29.
[2]Ιωάν. 4, 18.
Είναι φοβερή φτώχεια, η έλλειψη της αληθινής επίγνωσης του Θεού. Γιατί τότε, παίρνεις τα έργα του διαβόλου για έργα του Θεού.
Η πνευματική κατάσταση των ανθρώπων αποτελεί το υπέδαφος των ιστορικών γεγονότων. Το ορατό σε αυτά στοιχείο δεν είναι αυτό που προέχει. Αυτό είναι εκδήλωση της δυνάμεως που περικλείεται στην ιδέα, στη γνώση. Ο άνθρωπος αγωνίζεται να υλοποιήσει δημιουργικά τη νοερή θεωρία που απέκτησε στη ζωή του. Οικοδομεί το πρόσκαιρο αλλά και στο πνευματικό επίπεδο το αιώνιο είναι του, σύμφωνα με την κατανόηση του σκοπού και του νοήματος της εμφανίσεως του στον κόσμο. Έτσι εξελίσσεται η Ιστορία.
Ο Μωυσής, φορέας της ύψιστης παιδείας της σύγχρονης του Αιγύπτου, δεν αμφέβαλλε ότι η αποκάλυψη που του δόθηκε με ασυνήθιστο τρόπο εκπορευόταν από Εκείνον, ο Οποίος δημιούργησε τον κόσμο, τον ορατό και ψηλαφητό, αλλά και τον αόρατο και νοερό. Με το όνομα του Γιαχβέ, που του αποκαλύφθηκε, προσκάλεσε τον εβραϊκό λαό να τον ακολουθήσει.
Η νέα ύψιστη γνώση, του εξασφάλισε απεριόριστη ισχύ. Με το όνομα του «Γιαχβέ» -«Εγώ ειμι»- πραγματοποίησε πολλά θαυμαστά έργα, εκπλήρωσε εξαιρετικά σημαντική αποστολή, για την οποία και επάξια του ανήκει αθάνατη δόξα. Αυτός οδήγησε την ανθρωπότητα στο ύψος της πιο αληθινής γνώσεως για τον Αιώνιο. Η πίστη του ήταν πάνω από αμφιταλαντεύσεις. Στα προστάγματα του απέδιδε αξία Θείας προελεύσεως - όλα γίνονταν στο Όνομα και με το Όνομα του «Εγώ ειμι» που του αποκαλύφθηκε. Το Όνομα αυτό είναι φοβερό κατά τη δύναμη και την εξουσία Του. Είναι άγιο, Θείο. Σε αυτό εκφράζεται η γνώση για Εκείνον, στην ευδοκία του Οποίου οφείλεται κάθε υπαρκτό στον απέραντο για μας κόσμο. Το Όνομα αυτό ως ενέργεια, που εκπορεύεται από τον Θεό, περικλείει μέσα του την άκτιστη Ενέργεια του Παντοκράτορα: «Εγώ ειμι ο Ών». Το Εγώ είναι το προσωπικό Απόλυτο και το Πρωταρχικό Είναι, η άβυσσος των οικτιρμών, ο φιλάνθρωπος Δεσπότης, ο Βασιλεύς των βασιλευόντων. Κανένας και τίποτε δεν υπάρχει που να υπήρχε πριν από Εμένα ή μετά από Εμένα: Εγώ είμαι η άναρχη Αρχή και το Ατελεύτητο Τέλος. Το Όνομα αυτό είναι το πρώτο ρήγμα για τον άνθρωπο στη ζώσα αιωνιότητα, το πρώτο Φως της γνώσεως Εκείνου του Είναι το Οποίο από κανέναν και από τίποτε δεν προσδιορίζεται, όντας το «Εγώ ειμι», το Πρόσωπο.
Ο Μωυσής, ο γίγαντας της ιστορίας του κόσμου μας, ελευθέρωσε τον εβραϊκο λαό από τον «αιγυπτιακό ζυγό», που αποτελεί τον τύπο όλων των μορφών της δουλείας, των παλαιών και των συγχρόνων. Κατά τη διάρκεια της πορείας στην έρημο αποδείχθηκε ότι ο πρωτόγονος λαός των νομάδων, τους οποίους κατεύθυνε, δεν ήταν ακόμη έτοιμος για την πρόσληψη ενός τόσο μεγάλου Φωτός, παρά τα πολλά θαύματα που πραγματοποιήθηκαν μπροστά στα μάτια τους. Με τον εμφανέστερο τρόπο εκδηλώθηκε η απιστία τους, όταν προσήγγισαν τα όρια της Γης της Επαγγελίας. Ακολούθησε η απόφαση: Όλοι όσοι ανατράφηκαν στην κοσμοθεωρία της Αιγύπτου όφειλαν να αφήσουν τα οστά τους στην έρημο. Αυτοί δεν θα εισέλθουν στον Νέο Κόσμο «δι’ απιστίαν»(Εβρ. 3,16‐19). Κατά τους μακρούς χρόνους των περιπλανήσεων στην έρημο ο Μωυσής θα καταρτίσει νέα γενιά με μεγαλύτερη κατανόηση για τον Αόρατο, ο Οποίος βαστάζει τα πάντα στην παλάμη Του.
Τιμάμε την εξαίρετη μεγαλοφυΐα του Μωυσή, προπαντός ακόμη και για το ότι συνέλαβε την αποκάλυψη που του δόθηκε ως αληθινά αυθεντική, εκ Θεού, αλλά ταυτόχρονα κατανόησε ότι δεν την προσέλαβε σε όλη την πληρότητα της: Κάτι παρέμεινε κεκρυμμένο. Ψάλλει: «Πρόσεχε ουρανέ, και λαλήσω, και ακουέτω η γη ρήματα εκ του στόματος μου»(Δευτ. 32,1). Παράλληλα με αυτό αναζητούσε πληρέστερη γνώση, κράζοντας στον Θεό, εκ βαθέων: «Εμφάνισον μοι Σεαυτόν γνωστώς, ίνα ίδω Σε»(Έξοδ. 33,13). Ο Μωυσής εισακούσθηκε, αλλά έλαβε απάντηση στα όρια της δυνάμεως του: «Εγώ παρελεύσομαι πρότερος σου τη δόξη μου και καλέσω τω Ονόματι μου, Κύριος εναντίον σου … ηνίκα δ’ αν παρέλθη η δόξα μου … σκεπάσω τη χειρί μου επί σε … και αφελώ την χείρα, και τότε όψει τα οπίσω μου, το δε Πρόσωπον μου ουκ οφθήσεται σοι»(Έξοδ. 33,19‐23). Και είπε ο Κύριος προς τον Μωυσή: «Προφήτην εκ των αδελφών σου ως εμέ αναστήσει σοι Κύριος ο Θεός σου, αυτού ακούσεσθε κατά πάντα, όσα ητήσω παρά Κυρίου του Θεού σου εν Χωρήβ τη ημέρα της εκκλησίας λέγοντες· ου προσθήσομεν ακούσαι την φωνήν Κυρίου του Θεού σου και το πυρ τούτο το μέγα ουκ οψόμεθα έτι, ουδέ μη αποθάνωμεν. Και είπε Κύριος προς με· ορθώς πάντα όσα ελάλησαν προς σε· προφήτην αναστήσω αυτοίς εκ των αδελφών αυτών, ώσπερ σε, και δώσω τα ρήματα εν τω στόματι αυτού, και λαλήσει αυτοίς καθ’ ότι αν εντείλωμαι αυτώ· και ο άνθρωπος, ός εάν μη ακούση όσα αν λαλήση ο προφήτης εκείνος επί τω ονόματι μου, εγώ εκδικήσω εξ αυτού»(Δευτ. 18,15‐19).
Όλος ο Ισραήλ, σύμφωνα με τη διαθήκη αυτή, έζησε κάτω από τον νόμο της αναμονής εκείνου του Προφήτη, για τον οποίο έγραψε ο Μωυσής (βλ. Ιωάν. 5,46)· τον κατεξοχήν Προφήτη (βλ. Ιωάν. 1,21)· τον Μεσσία, ο Οποίος «όταν έλθη Εκείνος αναγγελεί ημίν πάντα»(Ιωάν. 4,25). Και οι άλλοι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης ζούσαν με την προσδοκία και ανήγγειλαν τον ερχόμενο Χριστό· και εμείς ακούμε τον μακραίωνα στεναγμό τους: Έλα, και ζήσε μαζί μας, για να Σε γνωρίσουμε: «Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει, και τέξεται Υιόν, και καλέσουσι το όνομα Αυτού Εμμανουήλ, ό εστι μεθερμηνευόμενον μεθ’ ημών ο Θεός»(Ματθ. 1,23· Ησ. 7,14). Ο από πολλού Αναμενόμενος ήρθε, αλλά με εντελώς απρόσμενο τρόπο: Η Μαριάμ «έτεκεν τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον, και εσπαργάνωσεν αυτόν και ανέκλινεν αυτόν εν τη φάτνη, διότι ουκ ήν αυτοίς τόπος εν τω καταλύματι» (Λουκ. 2,7).«Ιδού άγγελος Κυρίου φαίνεται κατ’ όναρ τω Ιωσήφ λέγων· εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και φεύγε εις Αίγυπτον, και ίσθι εκεί έως αν είπω σοι· μέλλει γαρ Ηρώδης ζητείν το παιδίον του απολέσαι αυτό»(Ματθ. 2,13).«Ήλθεν», αλλά με άκρα πτωχεία και διωκόμενος από τις πρώτες ημέρες.
Στίχοι -Μουσική:Λεωνίδας ΜπαλάφαςΗαγάπη σου δακρύζει σαν μωρό
στο συννεφοσκεπασμένο ουρανό
και τα δάκρυα σταγόνες της βροχής
πέφτουν πάνω στο κατώφλι της ψυχής.Τα παιδιά θέλουν παιχνίδια
τα Χριστούγεννα στολίδια
και η ζωή σου λέει κοίτα το κορίτσι με τα σπίρτα.
Που να σταθείς, να ζεσταθείς
σε ποιά αγκαλιά να κοιμηθείς.Πιο πολύ κρατάει το βράδυ απο την μέρα
κι έναν φίλο μες στον παγωμένο αέρα
για ν'αλλάξεις δυο κουβέντες δεν υπάρχει
λες και όλες οι καρδιές γίνανε βράχοι.Τα παιδιά θέλουν παιχνίδια
τα Χριστούγεννα στολίδια
και η ζωή σου λέει κοίτα το κορίτσι με τα σπίρτα.
Που να σταθείς, να ζεσταθείς
σε ποιά γωνιά να κοιμηθείς.
Ενορχήστρωση:Λεωνίδας Μπαλάφας - Νίκος Ρέτσος
Η ηχογράφηση έγινε στο στούντιο σπίτι και στου Ρέτσου την υπόγα στον Πειραιά.
Μεγάλη συγκέντρωση κατά του υποχρεωτικού εμβολιασμού και των μέτρων διαχωρισμού θα πραγματοποιηθεί την Κυριακή 19 Δεκεμβρίου στο Πάρκο Ελευθερίας (στάση Μέγαρο Μουσικής).
Η συγκέντρωση είναι προγραμματισμένη για τις 2:00 το μεσημέρι, ενώ στη συνέχεια θα ακολουθήσει πορεία προς το Σύνταγμα.
Όπως αναφέρουν οι διοργανωτές η συγκέντρωση γίνεται υπέρ της ελευθερίας και της δημοκρατίας και θα συμμετέχουν υγειονομικοί που βρίσκονται σε αναστολή, αλλά και απλοί πολίτες που διαφωνούν με τα μέτρα εκβιασμού.
Στην εκδήλωση θα μιλήσουν αρκετοί επιστήμονες που έχουν δώσει τη δική τους μάχη κατά της υποχρεωτικότητας, ενώ θα μιλήσει και ο κορυφαίος καθηγητής Ιατρικής Μικροβιολογίας και Ανοσολογίας Sucharit Bhakdi.
Christ and his disciples entered the Garden of Gethsemane
Δεν υπάρχει απόλυτο κακό. Κανένα φαινόμενο, όσο ολέθριο και αν φαίνεται, δεν στερείται κάποιας θετικής πλευράς. Συνεπώς, οι συνθήκες της σύγχρονης ζωής στον πλανήτη μας μπορούν και θα όφειλαν να συνεργήσουν για τη φανέρωση στον νου των ανθρώπων της συνειδήσεως για την αναγκαιότητα σφαιρικής θεωρήσεως των κριμάτων όλου του κόσμου· δηλαδή τέτοιας θέσεως, όπου όλοι και το κάθε δραστήριο μέλος της ανθρωπότητος θα συνειδητοποιούσε ότι αποτελούμε μία και αδιαίρετη οικογένεια: «Αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν»(Ματθ. 19,19). Σε κάθε περίπτωση η τραγικότητα της εποχής μας παρακινεί τον ιερέα να προσεύχεται για όλους. Αυτό όμως θα ήταν επιθυμητό να το δούμε σε κάθε χριστιανό. Συμβαίνει μάλλον το αντίθετο: αυξάνει το μίσος, δεν παύουν σε διάφορα μέρη οι αδελφοκτόνοι πόλεμοι. Στεκόμαστε όλοι μπροστά στην απειλή ενός γενικού πολέμου με αποκαλυπτικό χαρακτήρα· την αυτοπυρπόληση της ανθρωπότητος με νέο πυρ, ικανό να αναφλέξει όλη την υλική μάζα του πλανήτη μας. Αντί της ενότητος όλων, βλέπουμε παντού διάσπαση και κατακερματισμό· ακόμη και μικρές φυλές αγωνίζονται σπασμωδικά για την «ανεξαρτησία» τους από την καταδυνάστευση των ισχυρών. Αυτή η αντίθετη προς την οφειλόμενη οργάνωση της κοινής ζωής κίνηση, γεννήθηκε από τις αμαρτίες του παρελθόντος· η προσβολή και η εξουδένωση των αδυνάτων κατά τη διάρκεια των αιώνων έσπειρε τη δυσπιστία και την αποστροφή προς τους κάθε είδους αφέντες. Αυξάνει η εξέγερση των υποδούλων. Δημιουργούνται αυθόρμητα ενάντιες και εγκάρσιες πορείες. Ο ρυθμός των γεγονότων υπερβαίνει τη δυνατότητα των κυβερνώντων όχι μόνο να αναλύσουν, αλλά ακόμη και να συλλάβουν το πραγματικό νόημα των διαδραματιζομένων. Στο σύγχρονο χάος των αντιφάσεων όλοι στέκονται σε σταυροδρόμια: κανένας από τους δρόμους δεν προσφέρει ελευθερία κινήσεως.
Πόσο μου αρέσουν οι άνθρωποι που κρατούν στον ένα ώμο τον Σταυρό και στον άλλο την αγάπη! Κείνοι που πίνουν αδιάκοπα από το ποτήρι της πίκρας και όμως μιλούν πάντα με ωραία λόγια.
Κείνοι που ζούνε σε ένα καμίνι πυρωμένο και όμως τραγουδούν για τον Θεό. Κείνοι που πονούν ίσως στην λάσπη και στις σκληρές πέτρες των δρόμων της ζωής, μα τα μάτια της ψυχής τους είναι στραμμένα στα υπερκόσμια οράματα και στον Θεό!
Μητροπολίτης Κισάμου και Σελίνου Ειρηναίος Γαλανάκης
"Κάθε στροφή προς τον εαυτό μας μειώνει ή και παύει τη διαμονή στο φως της θεότητας και γι' αυτό όποιος γνώρισε την αγάπη του Θεού και συγχρόνως την πίκρα για την απώλεια αυτή αποστρέφεται με οργή καθετί που οδηγεί στην απώλεια αυτή."
Ομιλούντες περί του πληρώματος της πανανθρωπίνης πείρας, είμεθα πεπεισμένοι ότι είναι εφικτή εις τον άνθρωπον υπό οιασδήποτε συνθήκας· ούτω και ο μοναχισμός ως τοιούτος δεν αποτελεί εξαίρεσιν της γενικής καταστάσεως. Εις έκαστον εξ ημών εδόθη η ιδία εντολή· εν άλλοις λόγοις, ουδείς εξ ημών είναι ηδικημένος ενώπιον του Θεού, αλλά πάντες τιμώνται κατ’ ίσον μέτρον. Εις έκαστον εξ ημών εδόθη και το αυτό «ποσόν», εάν δυνάμεθα να εκφρασθώμεν ούτως, δια του οποίου αποκτάται η εσχάτη εφικτή εις τον άνθρωπον τελειότης της αγάπης, το τίμημα της οποίας δια πάντας και δι’ έκαστον είναι το αυτό: να μη φεισθή εαυτού εις τέλος. Τούτο δεν σημαίνει μόνον να «ψωμίσω πάντα τα υπάρχοντά μου και παραδώ το σώμα μου ίνα καυθήσωμαι»(Α’ Κορ. ιγ’ 3), αλλά να αποταχθώ «πάσι τοις εμαυτού υπάρχουσιν»(πρβλ. Λουκ. ιδ’ 33) εν τοις ορίοις του κτιστού μου είναι, εν τω χωρισμώ αυτού από του Θεού, εν τη εγωϊστική μονώσει και αντιθέσει αυτού προς τον πλησίον, τον συνάνθρωπον.
Ίσως είπη τις: Δεν είναι άραγε υπερβολική αξίωσις να λέγωμεν ότι η χριστιανική πείρα εξαντλεί το πλήρωμα της πανανθρωπίνης υπάρξεως; Δεν είναι και η πείρα αύτη, ως και αι άλλαι, απλώς μία εκ των πολλών πλευρών της ατελευτήτως πλουσίας κοσμικής υπάρξεως, ήτις συναποτελείται εκ πολλών σφαιρών πραγματικοτήτων, εφικτών εις το έν ή το άλλο είδος πείρας, επί παραδείγματι, η μία εις την επιστήμην, η άλλη εις την τέχνην, η τρίτη εις την φιλοσοφίαν, η τετάρτη εις τον πανθεϊσμόν, η πέμπτη εις τον χριστιανισμόν κ.ο.κ.; Πραγματευόμενοι περί της εξαντλήσεως των δυνατοτήτων της ανθρωπίνης υπάρξεως, στηριζόμεθα επί της θέσεως ότι η ύπαρξις παντός λογικού κτιστού όντος κινείται μεταξύ δύο ορίων: το έν, η προς τον Θεόν αγάπη έως του καθ’ εαυτού μίσους· το άλλο, η προς εαυτόν αγάπη έως του κατά του Θεού μίσους. Ουδέν των λογικών όντων δύναται να εξέλθη των ορίων τούτων, εν ουδεμιά των πράξεων αυτού. Παν ό,τι τελείται εν τη προσωπική ημών υπάρξει προέρχεται εκ της πνευματικής ημών αυτοδιαθέσεως, ακριβώς εντός των ορίων αυτών, ασχέτως αν αντιλαμβανώμεθα τούτο δια του λογικού, ή αν η αυτοδιάθεσις αύτη τελήται εν τω ακαθορίστω εκείνω βάθει του πνεύματος ημών, οπόθεν εκπηγάζει και αυτή αύτη η λογική ημών σκέψις. Εις τον καθορισμόν και των δύο άλλων ορίων βλέπομεν τας αυτάς λέξεις -αγάπη και μίσος- αλλ’ εις διάφορον λογικήν ακολουθίαν, εις διάφορον συσχετισμόν. Η διαφορά όμως ενταύθα δεν έγκειται μόνον εις της ακολουθίαν, αλλά και εις την βαθείαν σημασίαν αυτών των λέξεων. Εν τη πρώτη περιπτώσει, η αγία και τελεία αγάπη, και το άγιον και τέλειον μίσος. Εν τη δευτέρα, η αμαρτωλός φιλαυτία και το αμαρτωλόν μίσος. Το πρώτον μίσος είναι αποτέλεσμα του πληρώματος της προς τον Θεόν αγάπης, της πλήρους συγκεντρώσεως πασών των δυνάμεων του είναι ημών εις τον Θεόν, μέχρι λήθης εαυτού, μέχρις απροθυμίας στροφής προς εαυτόν. Η απροθυμία αύτη της προς εαυτόν στροφής λαμβάνει κατηγορηματικόν χαρακτήρα, και τότε ορίζεται ως «οργή», είτε ως «μίσος» καθ’ εαυτού. Πάσα προς εαυτόν στροφή μειοί ή και παύει την διαμονήν εις το φως της Θεότητος, και δια τούτο ο γνωρίσας την αγάπην του Θεού και συγχρόνως την πικρίαν της απωλείας αυτής αποστρέφεται εν οργή παν ό,τι οδηγεί εις την απώλειαν ταύτην. Εντελώς διαφόρως δέον όπως ομιλώμεν περί του κατά του Θεού μίσους. Οι αγαπώντες εαυτούς έως του κατά του Θεού μίσους είναι εκείνοι οίτινες «ηγάπησαν μάλλον το σκότος ή το φως»(Ιωάν. γ’ 19).
Το θέμα τούτο υπερβαίνει τας δυνάμεις ημών, και δια τούτο διακόπτομεν τον περί αυτού λόγον.