Σάββατο 30 Σεπτεμβρίου 2023

ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ - ΝΕΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

 

ΝΕΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΤΟΜΟΣ Β΄

ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 

ΕΔΩ

Προτιμώμενο πρόγραμμα για την ανάγνωση των αρχείων 
που είναι σε μορφή djvu  είναι το sumatrapdfreader

MHN ΟΚΤΩΒΡIOΣ

MHN ΟΚΤΩΒΡIOΣ 
ἔχων ἡμέρας τριάκοντα μίαν Ἡ ἡμέρα ἔχει ὥρας 11 καὶ ἡ νὺξ ὥρας 13


Υπακοή στον πνευματικό κάνουν μόνοι οι ταπεινοί ...

 
Υπακοή στον πνευματικό κάνουν μόνοι οι ταπεινοί 
Θα σας μιλήσω συγκεκριμένα από τη ζωή μου. Όταν ήμουν στη Γαλλία, κατοικούσα με κάποιον ιερομόναχο, νεότερο από εμένα που τον γνώριζα από πολλά χρόνια. 
Ήταν πολύ έξυπνος, πολύ σοβαρός κλπ., αλλά δεν καταλάβαινε την υπακοή χωρίς να κάνει παρατηρήσεις. Έλεγε στους άλλους:

«Να υπακούσω χωρίς να καταλαβαίνω, είναι ανόητο. Ποιός είναι ο Γέροντας; Δεν λέει “χρησμούς”, δεν είναι “αλάθητος”, όπως ο Πάπας!Είναι απαραίτητο να καταλαβαίνουμε, αν πρέπει να ακολουθήσουμε τον λόγο του ή όχι». 
Αυτό που έλεγε στους άλλους έφθασε κάποτε μέχρις εμένα, και τότε αναγκάσθηκε να με ρωτήσει: 
«Είστε αλάθητος. 
Του απάντησα: 
«Με την ερώτηση αυτή τα ανατρέπετε όλα, δεν κάνετε παρά το δικό σας θέλημα, και βάζετε εσείς τον εαυτό σας πάνω από μένα». 
Αν ο πνευματικός πατέρας ζητά με την προσευχή απάντηση από τον Θεό, αυτή η απάντηση δεν είναι πάντοτε σύμφωνη με τη λογική της καθημερινής ζωής. Ένα πρόσωπο όπως αυτό για το οποίο σας είπα δεν μπορεί να ακολουθήσει αυτό τον λόγο, του φαίνεται ανόητος και δεν θα τον ακούσει. 
«Όταν παίρνουμε πάνω μας το δικαίωμα να κρίνουμε αν ο λόγος του Γέροντα είναι σωστός ή όχι, όπως σας εξήγησα, στην περίπτωση αυτή, εσείς είστε ο κριτής, ακόμη και όταν συμφωνείτε με τον λόγο μου, κατά βάθος δεν ακολουθείτε παρά τη δική σας αντίληψη, το ίδιον θέλημά σας». 
Ο άγιος Βαρσανούφιος λέει ότι σε παρόμοιες περιστάσεις δεν θέλει ούτε να καταδικάσει ούτε να δικαιώσει, αλλά δεν φέρει καμιά ευθύνη γι’ αυτούς που υπακούουν μόνο στην περίπτωση όπου βλέπουν στον λόγο του Γέροντά τους ένα νόημα που τους φαίνεται σωστό και αρνούνται να τον ακολουθήσουν, όταν δεν καταλαβαίνουν τι λέει. 
Είναι εύκολο να καταλάβετε αυτό που θέλω να πω, ότι πρέπει να ακολουθούμε τον λόγο του ηγουμένου ή του πνευματικού χωρίς να τον κρίνουμε; Τί σημαίνει «χωρίς να τον κρίνουμε;». Είναι δυνατόν κάποιο λογικό πρόσωπο να ενεργεί έτσι; Αλλά ακριβώς ο μοναχισμός είναι το σχολείο όπου μπορούμε να πραγματοποιήσουμε το έργο του ανακαινισμού μας με τη μετάνοια, ως το σημείο που να μπορούμε να ακούσουμε με άμεσο τρόπο τον λόγο του Ίδιου του Θεού. 

 


Αγίου Σωφρονίου Σαχάρωφ, 
Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, 
Τόμος Β, 
σελ. 254-255

Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2023

Ορίστε, φοβόμαστε τον εχθρό και τη σφραγίδα του, αλλά οι ίδιοι τον υπηρετούμε με ζήλο.

 

 

Αγαπητέ εν Κυρίω Α.! 

Το αίτημα για προσευχή θα το εκπληρώσω. 
Τι να περιμένουμε τους έσχατους καιρούς, αφού η δική μας έσχατη ημέρα θα έρθει νωρίτερα. Γι' αυτό να ζείτε κατά τον λόγο των αγίων Πατέρων, ενθυμούμενος τη δική σας έσχατη ημέρα. Τότε και το κάπνισμα θα κόψετε και τη σκέψη του ποτού θα διώξετε, αν πράγματι φοβάστε τους έσχατους καιρούς. Γιατί όλο φλυαρία είναι όλοι, αλλά στην πράξη δεν υπάρχει ίχνος φόβου Θεού. Ορίστε, φοβόμαστε τον εχθρό και τη σφραγίδα του, αλλά οι ίδιοι τον υπηρετούμε με ζήλο. 
Ο Θεός να σας δώσει σοφία και να στερεώσει μέσα σας τη μνήμη θανάτου, τον φόβο του Θεού και την ενθύμηση της μετά τον τάφο ζωής.

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΣ ΠΟΥ ΘΑ ΜΑΣ ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΕΙ 
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ (ΜΟΝΗ ΤΩΝ ΣΠΗΛΑΙΩΝ)
Εκδότης ΕΝ ΠΛΩ

Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2023

Περί ψυχής και παθών και καθαρότητας του νου, κατά ερώτηση και απόκριση.




Όσιος Ισαάκ ο Σύρος τα σωζόμενα Ασκητικά. 
Λόγος ΠΓ΄: 
Περί ψυχής και παθών και καθαρότητας του νου, κατά ερώτηση και απόκριση.
Ερώτηση. Τι είναι η κατά φύσιν κατάσταση της ψυχής Τι είναι η παρά φύσιν και τι η υπέρ φύσιν;
Απόκριση. Ή κατά φύσιν κατάσταση της ψυχής, είναι γνώση των κτισμάτων του Θεού, των αισθητών και των νοητών. Η υπέρ φύσιν είναι ή κίνηση από την θεωρία της θεότητας. Η παρά φύσιν είναι ή κίνηση μέσα στα πάθη. 
Όπως λέει ο θείος και Μέγας Βασίλειος, όταν ή ψυχή βρεθεί κατά φύσιν, ζει επάνω, ενώ όταν βρεθεί έξω από την φύση, είναι κάτω στη γη. Όταν είναι επάνω, είναι απαθής, όταν όμως κατέβει ή φύση από την τάξη της, τότε τα πάθη βρίσκονται μέσα της. 
Είναι λοιπόν φανερό, ότι τα ψυχικά πάθη δεν είναι εκ φύσεως ψυχικά. Βέβαια η ψυχή, κινείται από τα ψεκτά πάθη που είναι στο σώμα, καθώς επίσης και από την πείνα και την δίψα, τα οποία, επειδή δεν ορίστηκε γι’ αυτά απαγορευτικός νόμος, δεν είναι καθόλου αξιόμεμπτα, όπως τα άλλα που υπόκεινται στην μομφή. 
Μερικές φορές επιτρέπεται από τον Θεό σε κάποιον να πράξει κάτι πού φαίνεται άτοπο και, αντί μομφής και έλεγχου, να αμειφθεί με αγαθές ανταμοιβές, όπως ο προφήτης Ωσηέ πού νυμφεύθηκε μια πόρνη, και ο προφήτης Ηλίας πού από θείο ζήλο φόνευσε, και εκείνοι πού με προσταγή του Μωϋσή σκότωσαν με μαχαίρια τους συγγενείς τους. 
Λέγεται όμως ότι ή επιθυμία και ο θυμός ανήκουν φυσικώς στην φύση της ψυχής, είναι πέρα από την φύση του σώματος, και αυτά είναι τα πάθη της. 
Ερώτηση. Πότε είναι κατά φύσιν ή ψυχή, όταν ή επιθυμία της εξαφθεί από τα θεία, ή όταν βρεθεί στα γήινα και τα σωματικά; Και γιατί εξάπτεται ή φύσις της ψυχής από τον θυμό; Και πώς λέγεται φυσικός ο θυμός; Άραγε γιατί εξάπτεται από κάποια σαρκική επιθυμία, ή από φθόνο και κενοδοξία; από κάτι παρόμοιο ή από κάτι αντίθετο; Ας αποκριθεί ο ομιλητής κι’ εμείς θα ακολουθήσουμε.
Απόκριση. Πολλά λέει ή θεία Γραφή σχετικά με αυτά και πολλές φορές χρησιμοποιεί τις λέξεις μεταφορικά. Μερικές φορές, όρους πού ανήκουν στο σώμα, τους αναφέρει στην ψυχή και επίσης όρους πού ανήκουν στην ψυχή, τους αναφέρει στο σώμα, και δεν κάνει διάκριση σ’ αυτούς. Άλλα οι συνετοί τα καταλαβαίνουν αυτά. Παραδείγματος χάριν, τα λεγόμενα για την θεότητα του Κυρίου λέγονται για το πανάγιο σώμα του, ενώ δεν ταιριάζουν στην ανθρώπινη φύση, και αντιθέτως λέγονται ταπεινά πράγματα για την θεότητα του, αν και ανήκουν στην ανθρωπότητα. Πολλοί, αγνοώντας τον σκοπό των θείων λόγων, ολισθαίνουν εδώ ανεπανόρθωτα. Το ίδιο συμβαίνει και αναφορικά με την ψυχή και το σώμα του ανθρώπου. 
Αν λοιπόν ή αρετή είναι υγεία της ψυχής φυσικώς, τότε τα πάθη είναι αρρώστια της ψυχής, αφού επήλθαν και εισήλθαν στην φύση και της αφαίρεσαν την υγεία. Είναι λοιπό φανερό ότι ή υγεία υπάρχει στην φύση πριν από το συμβάν της αρρώστιας (συμβεβηκότος αρρωστήματος). Και αν αυτά είναι έτσι, όπως και πράγματι είναι, τότε ή αρετή ευρίσκεται φυσικώς στην ψυχή, ενώ όσα έχουν συμβεί (συμβεβηκότα), είναι έξω από την φύση. 
Ερώτηση. Τα σωματικά πάθη φυσικώς αναφέρονται στο σώμα ή κατά συμβεβηκός; Και τα πάθη της ψυχής, πού τα έχει λόγω της σχέσεως της με το σώμα, αναφέρονται σ’ αυτήν φυσικώς ή καταχρηστικώς;
Απόκριση. Τα πάθη του σώματος δεν τολμά κανείς να τα πει καταχρηστικώς. Ως προς την ψυχή όμως, αφού είναι γνωστό και πανθομολογούμενο ότι ή καθαρότητα είναι φυσικώς φυτεμένη στην ψυχή, πρέπει ανεπιφύλακτα να δεχθούμε ότι τα πάθη δεν της ανήκουν φυσικώς με κανένα τρόπο. Διότι ή νόσος έρχεται δεύτερη από την υγεία. Είναι αδύνατο ή ίδια φύση να είναι και αγαθή και πονηρή, ώστε αναγκαστικά ή μία προηγείται της άλλης. Φυσική δε είναι εκείνη πού προϋπάρχει απ’ έξω και κάθε συμβεβηκός και υπεισερχόμενο υπόκειται σε αλλοίωση, ή φύση όμως δεν αλλοιώνεται ούτε μετακινείται. 
Κάθε πάθος πού υπάρχει για ωφέλεια, έχει δωρηθεί από τον Θεό. Τα σωματικά πάθη έχουν τεθεί στον άνθρωπο για ωφέλεια και αύξηση του, καθώς επίσης και τα ψυχικά. Όταν όμως το σώμα αναγκασθεί να εξέλθει από την οικεία κατάσταση του, με την στέρηση των χρειωδών του, και ν’ ακολουθήσει την ψυχή, τότε εξασθενεί και βλάπτεται. Επίσης όταν ή ψυχή, εγκαταλείποντας τα υπάρχοντα της, ακολουθήσει το σώμα, τότε και αυτή βλάπτεται, κατά τον θείο απόστολο πού λέει, «το πνεύμα επιθυμεί αντίθετα προς την σάρκα, και ή σάρκα αντίθετα προς το πνεύμα, διότι αυτά είναι ενάντια μεταξύ τους. » [ἡ γὰρ σὰρξ ἐπιθυμεῖ κατὰ τοῦ πνεύματος, τὸ δὲ πνεῦμα κατὰ τῆς σαρκός. ταῦτα δὲ ἀντίκειται ἀλλήλοις] (Γαλ. 5, 17). 
Κανείς λοιπόν να μη βλασφημεί τον Θεό, με τον ισχυρισμό ότι αυτός έβαλε στην φύση μας τα πάθη και την αμαρτία. Στην πραγματικότητα αυτός έβαλε στις φύσεις όσα αυξάνουν την καθεμιά τους, αλλά όταν ή μια συνδεθεί με την άλλη, τότε δεν βρίσκεται στην δική της κατάσταση, άλλα στην αντίθετη. Αν τα πάθη υπήρχαν φυσικώς στην ψυχή, για ποιο λόγο θα βλαπτόταν απ’ αυτά; Διότι τα ιδιώματα της φύσεως δεν παραβλάπτουν την φύση.
Ερώτηση. Για ποιο λόγο τα σωματικά πάθη, πού αυξάνουν και ενδυναμώνουν το σώμα, βλάπτουν την ψυχή, αν δεν είναι δικά της; Και για ποιο λόγο ή αρετή τιμωρεί το σώμα, άλλα αυξάνει την ψυχή; 
Απόκριση. Δεν βλέπεις πώς τα ευρισκόμενα εκτός της φύσεως την βλάπτουν; Διότι κάθε φύση πού προσεγγίζει τα δικά της καταλαμβάνεται από ευφροσύνη. Θέλεις τώρα να μάθεις τι είναι ίδιον καθεμιάς από τις φύσεις αυτές; Πρόσεχε, ότι όσα βοηθούν κάθε φύση είναι ιδιότητες της, ενώ τα βλαβερά σ’ αυτήν είναι ξένα και έρχονται απ’ έξω. Αφού λοιπόν είναι γνωστό ότι τα πάθη των φύσεων τούτων είναι μεταξύ τους ενάντια, επομένως κάθε τι πού βοηθεί το σώμα, του παρέχει και άνεση, ενώ όταν χρησιμοποιηθεί από την ψυχή, δεν θεωρείται φυσικό γι’ αυτήν, εφ’ όσον οι φυσικές ιδιότητες της ψυχής σημαίνουν θάνατο του σώματος, καταχρηστικώς όμως αποδίδεται σ’ αυτήν καν λόγω της ασθενείας του σώματος δεν μπορεί να ελευθερωθεί όσο είναι περιβεβλημένη με αυτό. Διότι φυσικώς έχει κοινωνήσει με τις λύπες του, λόγω της ενώσεως της κινήσεως της με την κίνηση του σώματος κατά την ακατάληπτη σοφία. Άλλα, αν και έχουν κοινωνήσει μεταξύ τους κατ’ αυτόν τον τρόπο, όμως είναι διακεκριμένη ή κίνηση από την κίνηση και το θέλημα από το θέλημα, καθώς και το σώμα από το πνεύμα. 
Η φύση όμως δεν αλλοιώνεται, αλλά ή καθεμιά τους, έστω και αν κλίνει πολύ, είτε προς την αμαρτία είτε προς την αρετή, κινείται με το δικό της θέλημα. Και όταν ή ψυχή υψωθεί από την μέριμνα του σώματος, τότε όλη γενικώς εκδηλώνει τις κινήσεις της δια του πνεύματος, κολυμπώντας στο μέσο του ουρανού μέσα σε ακατανόητα πράγματα. Αλλά και σ’ αυτήν την κατάσταση επιτρέπει στο σώμα να θυμάται τα δικά του. Και αν πάλι το σώμα βρεθεί μέσα στις αμαρτίες, οι διαλογισμοί της ψυχής δεν παύουν να αναπηδούν στην διάνοια. 
Ερώτηση. Τι είναι ή καθαρότητα του νου; 
Απόκριση. Καθαρός στον νου δεν είναι εκείνος πού δεν γνωρίζει το κακό, διότι αυτός θα ήταν κτηνώδης, ούτε εκείνος πού φυσικώς βρίσκεται στην κατάσταση του νηπίου ούτε ό υποκρινόμενος ξένο πρόσωπο. Καθαρότητα του νου είναι αυτή, δηλαδή ο διαλογισμός πού φθάνει στα θεία μετά την εκτέλεση των αρετών. Δεν τολμούμε βέβαια να πούμε, ότι την αποκτά κανείς χωρίς την πείρα των κακών λογισμών, διότι αλλιώς δεν θα ήταν ενδεδυμένος με σώμα. Εμείς βέβαια δεν τολμούμε να πούμε ότι ή ψυχή δεν πολεμείται ή δεν βλάπτεται έως την ώρα του θανάτου ακόμη. Λέγοντας πείρα των λογισμών, δεν εννοώ το να υποταγεί κανείς σ’ αυτούς, αλλά την έναρξη του αγώνος με αυτούς. 
Η κίνηση των λογισμών στον άνθρωπο προκαλείται από τέσσερις αιτίες. 
Πρώτα από το φυσικό θέλημα της σάρκας, δεύτερο από την φαντασία της αισθήσεως των πραγμάτων του κόσμου, πού ακούει και βλέπει, τρίτο από τις προλήψεις και τις παρεκκλίσεις της ψυχής, από όσα έχει στον νου, τέταρτο από τις προσβολές των δαιμόνων πού μας πολεμούν με όλα τα πάθη για τις αιτίες πού αναφέραμε προηγουμένως. 
Γι’ αυτό ο άνθρωπος, δεν μπορεί να μη έχει λογισμούς και πόλεμο όσον καιρό βρίσκεται στην ζωή της σάρκας έως τον θάνατο. 
Κρίνε εσύ ο ίδιος, αν είναι δυνατό να καταργηθεί μια από τις τέσσερις αυτές αιτίες, ή αν είναι δυνατό να μη ζητεί το σώμα τα αναγκαία του και να πιέζεται από την φύση να επιθυμεί κάτι από τα κοσμικά πράγματα. Αν όμως είναι άτοπο να σκεφθεί κανείς κάτι τέτοιο, επειδή ή φύση χρειάζεται αυτά τα πράγματα, λοιπόν τα πάθη κινούνται σε κάθε όν πού φοράει σάρκα, είτε θέλει είτε όχι. 
Γι’ αυτό είναι αναγκαίο κάθε άνθρωπος να προφυλάσσεται, όχι από ένα πάθος, πού κινείται μέσα του φανερά και συνεχώς, ούτε από δύο, άλλα από περισσότερα, αφού φοράει σώμα. 
Εκείνοι πού νίκησαν τα πάθη δια των αρετών, αν και ενοχλούνται από τους λογισμούς και από τις προσβολές των τεσσάρων αίτιων, δεν νικιούνται διότι έχουν δύναμη και αρπάζεται ο νους τους από αγαθές και θείες αναμνήσεις.
Ερώτηση. Τι διαφέρει ή καθαρότης του νου από την καθαρότητα της καρδιάς; 
Απόκριση. Άλλη είναι ή καθαρότης του νου και άλλη της καρδιάς. Ο νους είναι μια από τις αισθήσεις της ψυχής, ενώ ή καρδιά είναι εκείνη πού περικλείει και κρατεί τις εσωτερικές αισθήσεις, και είναι αυτή ή ρίζα. Και αν ή ρίζα είναι αγία, άγιοι είναι και οι κλάδοι. Δηλαδή αν καθαρθεί η καρδιά, προφανώς καθαρίζονται και όλες οι αισθήσεις. 
Διότι ο νους λησμονεί την προηγούμενη διαγωγή και καθαρίζεται, αν δείξει επιμέλεια για την ανάγνωση των θείων Γραφών, ή μοχθήσει λίγο στις νηστείες, τις αγρυπνίες και τις ησυχίες, απομακρυνόμενος από τις αισχρές συνήθειες. Αλλά δεν αποκτά μόνιμη καθαρότητα, διότι όσο γρήγορα καθαρίζεται, τόσο γρήγορα μολύνεται. 
Η δε καρδιά καθαρίζεται με τις πολλές θλίψεις, τις στερήσεις, την απομάκρυνση από την συναναστροφή με όλους τους κοσμικούς και την από κάθε πλευρά απονέκρωση. Όταν όμως καθαριστεί από τα μικρά πράγματα, δεν μολύνεται ή καθαρότητα της, ούτε πτοείται από τους μεγάλους και φανερούς πολέμους, εννοώ τους φοβερούς. Καθ’ όσον απέκτησε δυνατό στομάχι πού μπορεί γρήγορα να χωνέψει κάθε τροφή, πού είναι δύσπεπτη στους ασθενείς. Διότι αυτό λένε οι ιατροί, ότι ή βρώση κρέατος είναι βέβαια δύσπεπτη, άλλα προκαλεί πολλή δύναμη στα υγιεινά σώματα, όταν το στομάχι πού την δέχεται είναι δυνατό. Έτσι κάθε καθαρότητα πού επιτυγχάνεται γρήγορα, σε σύντομο χρόνο και με λίγο κόπο, γρήγορα εξαφανίζεται και μολύνεται. Ή καθαρότητα όμως, πού αποκτάται με πολλές θλίψεις και με πολύ χρόνο, δεν κινδυνεύει από καμιά ασήμαντη προσβολή σε κάποιο μέρος της ψυχής, διότι την δυναμώνει ο Θεός.
Σ’ αυτόν ανήκει ή δόξα στους αιώνες των αιώνων. Γένοιτο.


ΑΓΙΟΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ



ΑΓΙΟΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ

Ο αββάς Ισαάκ, ο πρίγκιπας των ερημιτών και μέγας διδάσκαλος της μυστικής ζωής, γεννήθηκε κατά το πρώτο ήμισυ του 7ου αιώνα, στον Μπέιτ Κατραγιέ, στην περιοχή του Κατάρ, στην νότια άκρη του Περσικού Κόλπου. Νέος ακόμη εισήλθε μαζί με τον αδελφό του στην Λαύρα του Αγίου Ματθαίου και, αφού προόδευσε αρκούντως στην οδό των αρετών, στην υπακοή και στην γνώση των Αγίων Γραφών, αποσύρθηκε στην ησυχία. Απαλλαγμένος από κάθε δεσμό με τον κόσμο, καθάρισε τον νου του με νηστεία, αγρυπνίες, αδιάλειπτα δάκρυα και προσευχή. Ο αδελφός του όμως εξελέγη ηγούμενος της Λαύρας και δεν έπαυε να τον πιέζει να επιστρέψει στην Λαύρα για την πνευματική ωφέλεια των αδελφών.

Η φήμη του αγίου αναχωρητή έφθασε ως την Νινευί και οι πιστοί αυτής της ονομαστής πόλης κατόρθωσαν να πείσουν τον καθολικό (αρχιεπίσκοπο) Γιβαρτζή να τον χειροτονήσει επίσκοπο (περί το 648). Ο Ισαάκ υπάκουσε στο θέλημα του Θεού και άρχισε να καθοδηγεί με πολλή σοφία το πνευματικό του ποίμνιο. Δεν είχαν όμως περάσει ούτε πέντε μήνες, όταν δύο πιστοί που τον είχαν παρακαλέσει να λύσει τη διαφορά τους σχετικά με την εξόφληση ενός δανείου, απέρριψαν τις συμβουλές του και του είπαν: «Άσε για την ώρα στην άκρη τις διδαχές του Ευαγγελίου!». Αυτό ήταν αρκετό για να αποφασίσει ο άνθρωπος του Θεού να επιστρέψει πίσω στην έρημο, λέγοντας: «Εάν το Ευαγγέλιο δεν μπορεί να είναι εδώ παρόν, τι ήλθα να κάνω;». Παραιτήθηκε των καθηκόντων του και αποσύρθηκε στο όρος Ματούτ, στην περιοχή του Μπέιτ Χουζάγιε (σημ. Κουρδιστάν), όπου εγκαταβίωναν πολλοί ασκητές και κατόπιν εγκαταστάθηκε στην Μονή Αββά Σαμπούρ, στο όρος Τσουχτάρ (βόρειο Κουρδιστάν). 
Μελετούσε την Αγία Γραφή με τόσο ζήλο και έχυνε τόσα δάκρυα που έχασε το φως του. Αποξενωμένος από τον κόσμο, δεν έτρωγε παρά τρεις άρτους την εβδομάδα με μερικά λαχανικά, χωρίς ποτέ ν’ αγγίζει μαγειρεμένο φαγητό και η καρδία του φλεγόταν από αγάπη για όλους τους αδελφούς του, κάνοντας να αναβλύζουν σαν ζωογόνα νάματα ουράνιες διδαχές, τις οποίες κατέγραφαν οι μαθητές του. 
«Αγαπητοί», έγραφε, «έγινα πια μωρός, γιατί δεν αντέχω άλλο να κρύψω στη σιωπή το μυστήριο του Θεού, αλλά τουναντίον γίνομαι άφρονας για την ωφέλεια των αδελφών!» (Λόγος ΛΗ΄). Με ασύγκριτη τέχνη και λεπτότητα, μοναδική σε όλη την πατερική γραμματεία, περιγράφει όλες τις καταστάσεις της ψυχής που πορεύεται προς την λύτρωση και την ένωσή της με τον Θεό. «Πολλές φορές όταν τα έγραφα όλα αυτά, δεν είχαν δύναμη τα δάχτυλά μου να γράψουν πάνω στο χαρτί, μην αντέχοντας από την πνευματική ηδονή που ερχόταν και πλημμύριζε την καρδιά μου και έπαυε την λειτουργία των αισθήσεων» (όπ.π.). 
Το βιβλίο του αγίου Ισαάκ δεν αποτελεί συστηματική πραγματεία, αλλά είναι μάλλον μια μόνιμη πρόσκληση για προσευχή, ένα εφαλτήριο απ’ όπου η ψυχή φτερουγίζει προς την Βασιλεία του Θεού. Κατά τον αββά Ισαάκ, το πρώτο στάδιο της απελευθέρωσης από την υποδούλωση στον κόσμο και στα πάθη είναι η πίστη. Με την πίστη ο άνθρωπος αφυπνίζεται και αρχίζει τότε το έργο με την αποταγή, την νηστεία, την νίψη, την μελέτη της Αγίας Γραφής, την αγρυπνία και την προσευχή. Με την πίστη, που συνοδεύεται από αυτές τις ενάρετες πράξεις, μπορεί να εισέλθει μέσα του και να βρει στην καρδιά του την θύρα του ουρανού: «Ειρήνευσε μέσα σου και θα ειρηνεύσουν με σένα ο ουρανός και η γη. Κοίταξε να μπεις μέσα στο δωμάτιο που βρίσκεται εντός σου και θα αντικρίσεις μετά και τον χώρο τ’ ουρανού. Το ίδιο και το αυτό είναι το ένα και το άλλο. Με την ίδια είσοδο που θα κάνεις, θα βλέπεις και τα δύο ταυτόχρονα. Η κλίμακα εκείνης της βασιλείας είναι μέσα σου κρυμμένη στην ψυχή σου. Βούτηξε τον εαυτό σου μέσα στον καθαρμό από την αμαρτία και θα βρεις απ’ αυτόν αναβάσεις που μπορείς ν’ ανέβεις» (Λόγος Λ΄). 
Έχοντας ασπασθεί την ησυχαστική ζωή και την σιωπή - η οποία «είναι το μυστήριο του μέλλοντος αιώνος» (Επιστολή Γ΄) - ο μοναχός (αλλά και κάθε αγωνιζόμενος χριστιανός) θα δει να αναδύονται μέσα του χωρίς προσπάθεια θαυμαστά που το ανθρώπινο πνεύμα δεν μπορεί να συλλάβει. Με την κάθαρση της καρδίας θα δυνηθεί να φθάσει και να προοδεύσει αδιάκοπα στην ταπείνωση, την αρετή που αποτελεί την «στολή της θεότητας», διότι αυτήν ακριβώς ενδύθηκε ο Λόγος του Θεού για να γίνει άνθρωπος (Λόγος Κ΄). «Τον ταπεινόφρονα άνθρωπο κανένας δεν τον μισεί, κανένας δεν τον επιπλήττει με λόγια, κανένας δεν τον καταφρονεί. Γιατί αυτόν τον άνθρωπο τον αγαπά ο δικός του ο Δεσπότης Χριστός κι έτσι αγαπιέται απ’ όλους· όλους τους αγαπά κι όλοι τον αγαπούν· όλοι τον θέλουν και όπου κι αν περάσει σαν άγγελο του φωτός τον βλέπουν. Ένας τέτοιος ταπεινός άνθρωπος πλησιάζει τ’ άγρια θηρία και με το που τον βλέπουν αυτά αμέσως ημερεύει η αγριότητά τους και τον πλησιάζουν σαν να είναι αυτός ο κύριός τους, με το κεφάλι κατεβασμένο γλείφοντας τα χέρια και τα πόδια του. Γιατί αισθάνθηκαν σ’ αυτόν τον ταπεινό άνθρωπο εκείνη την ευωδία που έβγαινε από τον Αδάμ πριν την παρακοή» (Λόγος Κ΄). Η ταπείνωση περικλείει όλες τις άλλες αρετές και μας παρέχει την καθαρότητα, η οποία μας κάνει να θεωρούμε τους πάντες καλούς ή αθώους (Λόγος ΜΘ΄). 
Προοδεύοντας στην ταπείνωση ο ησυχαστής θα αποκτήσει εμπειρία των διαδοχικών βαθμών της προσευχής, οι οποίοι οδηγούν από την επώδυνη προσευχή της μετανοίας στα εκούσια δάκρυα και, από εκεί, στα αυθόρμητα και αδιάκοπα δάκρυα που καθαρίζουν και φωτίζουν τον νου και που οδηγούν προς την καθαρά προσευχή. Κατόπιν, όταν φθάσει στην κατάσταση πέραν της προσευχής, πέρα από κάθε κίνηση και φθαρτή πραγματικότητα, τότε θα δει τον Θεό και θα εισέλθει στην Βασιλεία Του. 
Καρπός της προσευχής και σκοπός της, πάντα κατά τον αββά Ισαάκ, είναι η ένωση με τον Θεό εν αγάπη. Μετά από μακρά περίοδο ησυχαστικής βιοτής και μετά από συχνές επισκέψεις της θείας Χάριτος, ο καθαρμένος και ειρηνεμένος άνθρωπος θα γίνει για όλους ζωντανή εικόνα της αγάπης του Θεού και της ευσπλαχνίας Του. 
«Και τι σημαίνει ελεήμων καρδιά;», τον ρώτησαν. Και είπε: «Το να καίγεται κάποιος για όλη την κτίση· για τους ανθρώπους, για τα πουλιά και για τα ζώα, ακόμη και για τους δαίμονες, αλλά και για κάθε κτίσμα. Και μόνο από την μνήμη και την θεωρία τους, χύνουν οι οφθαλμοί του άφθονα δάκρυα. Από την πολλή και σφοδρή ελεημοσύνη που συνέχει την καρδιά του και από την πολλή καρτερία που δείχνει σε όλους, σμικρύνεται η καρδιά με την ταπείνωση και δεν μπορεί να βαστάξει ν’ ακούσει ή ν’ αντικρίσει την παραμικρή βλάβη ή λύπη να γίνεται κάπου στην κτίση. Γι’ αυτό τον λόγο και κάθε ώρα και στιγμή προσφέρει με δάκρυα ευχή για όλα τα άλογα όντα, για τους εχθρούς της αλήθειας, γι’ αυτούς που τον βλάπτουν, να τους λυπηθεί ο Θεός και να τους φυλάξει· το ίδιο συμβαίνει και για κάθε ερπετό στη γη, κι όλα αυτά από την πολλή ελεημοσύνη που κινεί άμετρα την καρδιά του, σύμφωνα με την κατάσταση της ομοιότητας του Θεού στην οποία έχει φτάσει και την οποία βιώνει» (Λόγος ΠΑ΄). 
Από μαρτυρίες ορισμένων χειρογράφων φαίνεται ότι η μνήμη του αγίου Ισαάκ εορταζόταν στο Άγιον Όρος στις [28 Σεπτεμβρίου]. Μεταφέρθηκε κατόπιν στις [28 Ιανουαρίου] για να συνδεθεί με εκείνη του αγίου Εφραίμ, αλλά τελικά δεν διατηρήθηκε στην ελληνική εκκλησιαστική παράδοση, ενώ μνημονευόταν στην ρωσική Εκκλησία. Ο αββάς Ισαάκ ανήκε στην συριακή Εκκλησία της Ανατολής, η οποία λόγω της απομόνωσής της εν μέσω της περσικής αυτοκρατορίας δεν ακολούθησε τις εξελίξεις του χριστολογικού δόγματος και έμεινε προσκολλημένη στην διδασκαλία του Θεόδωρου Μοψουεστίας, διδασκάλου του Νεστορίου. Μολονότι δεν απείχε από την διδασκαλία του Θεοδώρου, η περσική Εκκλησία ήταν ξένη στην αντίληψη του Νεστορίου περί «δύο υιών» και κατά ακυριολεξία αποκαλείται «νεστοριανή». Πρέπει, εξάλλου, να σημειωθεί ότι τα γραπτά του αββά Ισαάκ δεν φέρουν κανένα ίχνος χριστολογικής αίρεσης και η σπουδαία θέση που κατέχει στην ορθόδοξη παράδοση δικαιολογεί την σεβάσμια μνήμη που του αφιερώνεται.

Το βιβλίο του αββά Ισαάκ μαζί με την «Κλίμακα» του οσίου Ιωάννου του Σιναΐτου [30 Μαρτ. - Δ΄ Κυριακή Νηστειών] είναι ο απαραίτητος οδηγός κάθε ορθόδοξης ψυχής για να βαδίσει προς τον Θεό με ασφάλεια. Γι’ αυτό και ένας σύγχρονος Γέροντας, ο Ιερώνυμος της Αίγινας (1883-1966), συμβούλευε να μην διστάσουμε ακόμη και να ζητιανέψουμε για να αποκτήσουμε ένα αντίτυπο των έργων του αββά Ισαάκ.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ
Ἦχος πλ. α΄. 
Τὸν συνάναρχον Λόγον.
ρετῶν ταῖς ἀκτίσι
καταλαμπόμενος,
τῆς ἐν Χριστῷ πολιτείας
φωστὴρ πολύφωτος,
θεοφόρε Ἰσαὰκ
ὤφθης ἐν Πνεύματι,
καὶ κατευθύνεις ἀσφαλῶς,
σωτηρίας πρὸς ὁδόν,
διδάγμασι θεοπνεύστοις,
τοὺς εὐφημοῦντάς σε Πάτερ,
ὡς τοῦ Χριστοῦ
θεῖον θεράποντα.
 

«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 5ος, Ιανουάριος,
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·

Τη ΚΗ ‘ (28η) του Μηνός Σεπτεμβρίου, μνήμη του οσίου πατρός ημών Χαρίτωνος του ομολογητού και καθηγητού της έρημου.


Όσιος Χαρίτων ο Ομολογητής
Θεοφάνους του Κρητός Καθολικόν Μ. Λαύρας
Ο όσιος Χαρίτων γεννήθηκε και ανατράφηκε στο Ικόνιο της Μ. Ασίας την εποχή του αυτοκράτορος Αυρηλιανού (270- 276). Αρχικά ο Αυρηλιανός δεν φάνηκε εχθρικός προς τους χριστιανούς. Αργότερα όμως, ωθούμενος από τον διάβολο, κίνησε βίαιον διωγμό εναντίον τους. Όταν το αυτοκρατορικό διάταγμα έφθασε στο Ικόνιο, ο Χαρίτων, περιβόητος για την ευσέβεια και τον ζήλο του προς διάδοσιν του Ευαγγελίου, συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες, εδάρη βάναυσα και κατακάηκε στο σώμα με αναμμένες λαμπάδες. Ενώ έφρουρείτο στην φυλακή, αναμένοντας με χαρά την μαρτυρική του τελείωσι, οι διωγμοί κατέπαυσαν και σύντομα επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας έγινε η χριστιανική (313).

Ελεύθερος πλέον, με τα στίγματα του Κυρίου στο αθλητικό του σώμα, ποθούσε στο εξής να ζήση ως ασκητής «αναπληρώνοντας τα υστερήματα των θλίψεων του Χριστού εν τη σαρκί» του. Στις εκούσιες κακουχίες, τις οποίες επέβαλε στο σώμα του για να το δουλαγωγήση και να το ύποτάξη στο πνεύμα, προστέθηκαν και ακούσιες δοκιμασίες. Καθώς μετέβαινε για να έγκατασταθή στην έρημο του Ιορδανού, περιέπεσε σε ληστάς, οι οποίοι τον απήγαγαν δέσμιον στο κρησφύγετο τους, σε σπήλαιο της ερήμου Φαράν, κοντά στα Ιεροσόλυμα. Κατά θείαν όμως παραχώρηση, οχιά εξέμεσε το δηλητήριο της στο αγγείο πού είχαν το κρασί τους, πίνοντας δε αυτοί από το δηλητηριώδες ποτό βρήκαν όλοι τον θάνατο. Λυτρωμένος ο όσιος Χαρίτων από τα χέρια τους λύθηκε αοράτως από τα δεσμά και, επειδή βρήκε το σπήλαιο εκείνο κατάλληλο για ησυχία, απεφάσισε να παραμείνη. Από τα συναχθέντα χρήματα των ληστών, τα οποία περιήλθαν στην κατοχή του, διεμοίρασε τα περισσότερα στους πτωχούς και στους ερημίτες, που άσκήτευαν κοντά στην Νεκρά θάλασσα. Με τα υπόλοιπα μετέτρεψε το σπήλαιο σε ναό του Θεού και ίδρυσε την πρώτη λαύρα της Παλαιστίνης, την λαύρα της Φαράν. Τον ναό της εγκαινίασε ο επίσκοπος Ιεροσολύμων άγιος Μακάριος (314-333, βλ. 16 Αύγ.). 
Σύγχρονος του μεγάλου Ίλαρίωνος (βλ. 21 Όκτ.), πού από την Αίγυπτο εισήγαγε στην Παλαιστίνη την αναχωρητική μορφή του μοναχικού βίου - μεμονωμένα κελλιά εγκατεσπαρμένα στην έρημο - ο όσιος Χαρίτων ένωσε τους αναχωρητάς υπό κοινή ζωή και διοίκηση, αν και ακόμη ο κοινός αυτός βίος στην Παλαιστίνη είχε υποτυπώδη χαρακτήρα. 
Ενώ ο όσιος ησύχαζε μόνος σε σπήλαιο της Φαράν, αγωνιζόμενος με νηστεία, χαμαικοιτία, ολονύκτιες προσευχές και ψαλμωδίες, έχοντας ως τρυφή το τρίχινο ένδυμα του πού κατέξεε τις μαρτυρικές του πληγές, έγινε φανερός στην περιοχή μέσω των θαυμάτων πού επιτελούσε. Πολλοί προσέτρεχαν στην λαύρα του, για να ταχθούν υπό την χειραγωγία του. Αλλά και από τους Ιουδαίους και τους Έλληνες της περιοχής πολλοί προσήλθαν μέσω αυτού στον χριστιανισμό.

Αυτή ή κοσμοσυρροή τον αποσπούσε από την ησυχία και, επειδή φοβόταν μήπως ή δόξα των ανθρώπων λικμήση σαν το άνεμο τις αρετές πού με κόπους και ιδρώτες είχε αποκτήσει, απεφάσισε να αναχώρηση από την Φαράν. Με κοινή ψήφο της άδελφότητος τους άφησε ώς προεστώτα τον πλέον ενάρετο των μαθητών του και τους έδωσε τις δέουσες νουθεσίες. Τους όρισε να τρώγουν μία φορά την ήμερα, και τότε με εγκράτεια, να προσεύχωνται κατά την ήμερα και κατά την νύκτα τις τακτές ώρες πού ό ίδιος τους είχε παραδώσει, και να είναι ελεήμονες και φιλόξενοι προς τους πτωχούς. Τέλος, τους ευλόγησε και ανεχώρησε. 
Βαδίζοντας οδό μιας ημέρας έφθασε στα μέρη της Τεριχούς. Στην κορυφή Δώκ (άραβ. Δούκ ή Ντούκ) του Σαρανταρίου όρους βρήκε κατάλληλο σπήλαιο και ησύχαζε εκεί, κρυμμένος πολύν καιρό από τους ανθρώπους. Τρεφόταν με τα άγρια χόρτα της ερήμου και ζούσε όλος απορροφημένος από την αδολεσχία του Θεού. Ο Θεός όμως θέλησε να τον χρησιμοποίηση ως όργανο του για τον ευαγγελισμό της περιοχής και τον φανέρωσε στον κόσμο. Πολλοί, θαυμάζοντας τον ισάγγελο βίο του, θέλησαν να τον μιμηθούν, αρνούμενοι το φρόνημα της σαρκός, και ζήτησαν να τους δεχθή υπό την καθοδήγησή του. 
Για τους μαθητάς του αυτούς οικοδόμησε λαύρα, που έμεινε γνωστή από την ονομασία του τόπου ως λαύρα του Δούκα. Ο θόρυβος όμως από την συρροή των ανθρώπων τον ανάγκασε να εγκατάλειψη και αυτήν, για να ζήση μόνος με μόνον τον Θεό. Παρέδωσε στους μαθητάς του τον τρόπο της μοναχικής πολιτείας, τους άφησε άξιον ποιμένα και απεχώρησε. 
Αναζητώντας έρημο τόπο προς τα νότια, κατέφυγε στα σπήλαια της θεκωέ, όπου βρήκε για λίγο την ποθητή του ησυχία. Αλλά και εκεί, εξ αιτίας της φήμης της αγιότητας του, άρχισαν να προσέρχωνται πολλοί, για να γίνουν μοναχοί. Ετσι, ο όσιος Χαρίτων ίδρυσε και τρίτη λαύρα, την οποία στα συριακά ονόμαζαν Σουκά (δύη= αγορά, οικισμός, λαύρα) ή Παλαιά Λαύρα. 
Το ασυγκράτητο πλήθος των νέων μαθητών και των ειδωλολατρών, πού συνέρρεε για να εύφρανθή από το μέλι των λόγων του και να δή αυτην την ζωντανή εικόνα του Χριστού, ανάγκασε τον όσιο να άποσυρθή σε παρακείμενο απόκρημνο σπήλαιο, το «κρεμαστό σπήλαιο», δπως ονομάσθηκε εξ αιτίας του μεγάλου ύψους του από την γη, στο οποίο μόνον με κλίμακα μπορούσε κάποιος ν’ ανεβή. Στο σπήλαιο αυτό ο όσιος έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του. Λόγω του γήρατος όμως και των μακροχρονίων κόπων της ασκήσεως δεν μπορούσε να αυτοϋπηρετήται και να μεταφέρη νερό- προσέτρεξε λοιπόν στον θεό και με την προσευχή του ανέβλυσε από μια πλευρά του σπηλαίου νερό ψυχρό και διαυγέστατο. 
Όταν του αποκαλύφθηκε η ημέρα της προς θεόν εκδημίας του, μετέβη στην πρώτη του λαύρα, στην Φαράν. Εκεί κάλεσε τα λογικά του ποίμνια με τους προεστώτες και τους απηύθυνε την πνευματική του διαθήκη, διά της οποίας υπεδείκνυε την ασφαλή οδό της ενώσεως τους με τον θεό, δηλαδή την άσκησι συνδεδεμένη με την ταπείνωση και την αγάπη προς πάντας. Τέλος, τους ευλόγησε και, χωρίς να ασθενήση, παρέδωσε εν ειρήνη την μακαρία ψυχή του στα χέρια των αγίων αγγέλων.


«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»,
Τόμ. 1ος, Σεπτέμβριος,
Εκδόσεις «Ίνδικτος».

Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 2023

Στην εκστρατεία που προτείνετε, δεν θα συμμετάσχω ... είναι από κείνες που έχουν πολύ εγωισμό, θόρυβο και ελπίδα στον άνθρωπο, όχι στον Θεό

 

Αγαπητέ π. Σ.! 

Στην εκστρατεία που προτείνετε, δεν θα συμμετάσχω. Μου το απαγορεύει το ίδιο το πνεύμα αυτής της δράσης: είναι από κείνες που έχουν πολύ εγωισμό, θόρυβο και ελπίδα στον άνθρωπο, όχι στον Θεό, και συνοδεύονται επίσης με φιλόψογη στάση προς την Ιεραρχία της Εκκλησίας, πράγμα που ξεχειλίζει στις εκφράσεις σας. 
Η επιστολή που τόσο δεν σας άρεσε, δεν είναι παραχάραξη γραμμένη από μένα προς ιδιώτη, έλαβε ευρύτερη δημοσιότητα ανεξάρτητα από μένα, κατά το θέλημα του Θεού, πράγμα που σημαίνει ότι έτσι έπρεπε να γίνει. 
Συγχωρήστε με μεγαλόψυχα, οι μέθοδοι που προτείνετε δεν μου ταιριάζουν στο πνεύμα. 
σελ.58-59

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΣ ΠΟΥ ΘΑ ΜΑΣ ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΕΙ 
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ (ΜΟΝΗ ΤΩΝ ΣΠΗΛΑΙΩΝ)
Εκδότης ΕΝ ΠΛΩ



Πριν τη σφραγίδα του Αντιχρίστου θα έχει σφραγιστεί ο νους με την αμαρτία.


Αγαπητή εν Κυρίω Λ. 
Πράγματι, θα σας πω ότι πρέπει να εμμένουμε στην ευλογία της Ιεραρχίας της Εκκλησίας, διότι στην Εκκλησία υπάρχει νους συνοδικός. Όμως, αν κάποιος έχει τη δυνατότητα προς το παρόν να μην πάρει τις κάρτες, τότε μην τις πάρετε. 
Αλλά δεν ξέρω πώς θα έχει ήσυχη την καρδιά του εκείνο το μέλος μιας οικογένειας που, μόνος αυτός, θα είναι «δίκαιος» (δεν θα έχει πάρει την κάρτα), αλλά συνάμα τρώει το ψωμί, που έχει πάρει με αυτή την κάρτα ένα άλλο αγαπημένο μέλος της οικογένειας (το οποίο και παραδίδεται στην απώλεια). 
Όμως πιστεύω ότι δεν θα δοκιμάσει ο Κύριος τους αγαπώντας Αυτόν και τους πιστούς σε Αυτόν υπεράνω του μέτρου των δυνάμεών τους. 
Τη σφραγίδα θα μπορέσουν να τη βάλουν μόνο σε αυτόν, που αμετανόητα ζούσε μέσα στην αμαρτία και που έχει αποκοπεί με τη ζωή του από τον Κύριο. Πριν τη σφραγίδα του Αντιχρίστου θα έχει σφραγιστεί ο νους με την αμαρτία. 
σελ.55

 

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΣ ΠΟΥ ΘΑ ΜΑΣ ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΕΙ 
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΩΑΝΝΗΣ (ΜΟΝΗ ΤΩΝ ΣΠΗΛΑΙΩΝ)
Εκδότης ΕΝ ΠΛΩ

Βρισκόμαστε πάντοτε μπροστά σε θαύμα, μπροστά στην πράξη της δημιουργίας του κόσμου αυτού, που υπερβαίνει τον άνθρωπο...


Μια απλούστατη απάντηση στα "Γιατί Θεέ μου;" 
Κάποιος από εσάς μου υπέβαλε πρόσφατα πολλές ερωτήσεις, στις οποίες δεν είμαι σε θέση να απαντήσω, διότι δεν περιπατούμε «διά είδους», αλλά «διά πίστεως» στη θεότητα του Χριστού (Β 'Κορ. 5,7.) 
Στη Γαλλία, κάποιο μικρό παιδί, που αργότερα έγινε ιερέας, με ρώτησε: 
«Και γιατί αυτό είναι έτσι;».
Μη γνωρίζοντας τί να απαντήσω είπα σοβαρά: 
«Διότι!».
Και το παιδάκι έμεινε ικανοποιημένο με την απάντηση. 
Συχνά και εμείς συναντούμε την πολυπλοκότητα αυτή, όντας ήδη αντιμέτωποι με κάποιο τετελεσμένο γεγονός, ορατό και ψηλαφητό. Και αν κάποιος μας ρωτήσει: «Γιατί αυτό είναι έτσι;», τότε δεν είμαστε σε θέση να δώσουμε απάντηση, διότι βρισκόμαστε πάντοτε μπροστά σε θαύμα, μπροστά στην πράξη της δημιουργίας του κόσμου αυτού, που υπερβαίνει τον άνθρωπο. 
Από τον άνθρωπο εξαρτάται να έρθει σε κοινωνία με τον Θεό για όλη την αιωνιότητα και να κληρονομήσει το πλήρωμα της Θεότητος. Συνεπώς, για την κάθε φορά που συντριβόμαστε από την άγνοια και την αδυναμία μας να κατανοήσουμε, υπάρχει πάντοτε η ίδια απάντηση: Ο Θεός δημιουργεί τον κόσμο σύμφωνα με τις βουλές Του, οι οποίες μας είναι ανεξιχνίαστες. 
Αν γνωρίζουμε τον τελικό σκοπό του Θεού, αν πιστεύουμε στον Χριστό ως τον Δημιουργό μας, ως τον Θεό που είναι Πνεύμα Απόλυτο, Άναρχο, τότε αισθανόμαστε τον εαυτό μας κατά κάποιον τρόπο μέσα στο φως, που μας βοηθά να μη σκοντάψουμε σε διάφορες πέτρες, τραχειές πέτρες κάθε είδους αμφιβολιών. 
Ακολουθώντας τότε τις εντολές του Χριστού, βαδίζουμε ως ένα βαθμό συνετά την πορεία μας. Παρά ταύτα όμως, στην πραγματικότητα, το πάν παραμένει μυστηριώδες.

 

Άγιος Σωφρονίου Σαχάρωφ 
Οικοδομώντας το ναό του Θεού, 
τόμος Γ, σελ. 49-50

Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 2023

Πως μεταβαίνουμε με τον νου σε θεάρεστη σκέψη...


Πως μεταβαίνουμε με τον νου σε θεάρεστη σκέψη... 
Τώρα θα υποδείξω μόνο έναν μικρό πρακτικό τρόπο, πως μεταβαίνουμε με τον νου σε θεάρεστη σκέψη. 
Όταν μας έρχεται οποιαδήποτε σκέψη που δεν αντιστοιχεί στον εύαγγελικό νόμο, λέμε: 
«Κύριε, ίασαί μου τον νουν».
Όταν εμφανίζονται στην καρδιά μας είτε εκνευρισμός είτε οτιδήποτε παρόμοιο, λέμε: 
«Κύριε, ίασαί μου την καρδίαν».
Αυτό προσλαμβάνει γενικό χαρακτήρα πάλης, και εμείς άφωνα αλλά εσωτερικά κράζουμε: 
«Κύριε, ίασαί με όλον... Έλα σε εμένα, που είμαι πεσμένος στη γη, και βγάλε με από τους χαμερπείς λογισμούς και τα πάθη, από τις ευτελείς κινήσεις της καρδιάς μου»! 
Έτσι διεξάγεται η πάλη μας. 
Αγίου Σωφρονίου Σαχάρωφ, 
Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, 
Τόμος Β, σελ. 334

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ


ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ
Οι περιπέτειες του μαθητού της αγάπης 
Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος καταγόταν από την Βησθαϊδά της Γαλιλαίας, άσημη κώμη στα παράλια της λίμνης Γενησαρέτ. Ήταν υιός του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης, θυγατέρας του Μνήστορος της Θεοτόκου Ιωσήφ [26-31 Δεκ.]. Γι’ αυτό και ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός θεωρείται κατά σάρκα θείος του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, ως ετεροθαλής αδελφός της μητέρας του Σαλώμης [3 Αυγ.]. Η ευσεβής αυτή γυναίκα ήταν μία από τις Μυροφόρες. 
Ο Ιωάννης μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό του Ιάκωβο [30 Απρ.] βοηθούσαν τον πατέρα τους στο ψάρεμα, ήταν δε συνέταιροι με τους αδελφούς Πέτρο [29 Ιουν.] και Ανδρέα [30 Νοεμ.]. Γαλουχημένοι και οι τέσσερις με την προσδοκία της έλευσης του Μεσσία, στην αρχή, μαζί με άλλους ζηλωτές συμπατριώτες τους, μεταξύ των οποίων ο Φίλιππος [14 Νοεμ.] και ο Ναθαναήλ [22 Απρ.], έγιναν μαθητές του Ιωάννου του Προδρόμου και Βαπτιστού [7 Ιαν.], ο οποίος κήρυττε βάπτισμα μετανοίας στην έρημο της Ιουδαίας κοντά στον Ιορδάνη ποταμό. 
Όταν ο Κύριος, μετά την βάπτιση και την τεσσαρακονθήμερη νηστεία, κατήλθε από το Σαραντάριο όρος στην έρημο, ο Πρόδρομος Τον έδειξε στους μαθητές του Ανδρέα και Ιωάννη, που βρέθηκαν να συζητούν μαζί του, λέγοντας: «Ἴδε ὁ ἄμνος τοῦ Θεοῦ!» (Ιωάν. 1, 29). Και οι δύο τότε ακολούθησαν δειλά τον Χριστό να δουν πού μένει και παρέμειναν κοντά Του την ημέρα εκείνη. Την επομένη, ο Ιωάννης, ο Ανδρέας, ο Πέτρος, ο Φίλιππος και ο Ναθαναήλ επέστρεψαν μαζί με τον Ιησού στην Γαλιλαία. Την άλλη ημέρα Τον ακολούθησαν στην Κανά, προσκεκλημένοι και αυτοί στον γάμο, και από εκεί στην Καπερναούμ, όπου έμειναν κοντά Του λίγες ημέρες. Κατόπιν επανήλθαν στην εργασία τους. Λίγο αργότερα, ενώ ο Ιωάννης και ο Ιάκωβος επιδιόρθωναν τα δίχτυα μέσα στο πλοιάριο μαζί με τον πατέρα τους, ο Κύριος, αμέσως μετά την κλήση του Πέτρου και του Ανδρέα, κάλεσε οριστικά και αυτούς να Τον ακολουθήσουν, για να γίνουν «ἁλιεῖς ἀνθρώπων» (Ματθ. 4, 19). Αυτοί δε ευθύς εγκατέλειψαν τα πάντα και ακολούθησαν τον θείο Διδάσκαλο. Από την ώρα εκείνη ο Ιωάννης δεν αποχωρίσθηκε τον Κύριο καθ’ όλο το διάστημα της επί γης ζωής Του. Τόσο δε αγάπησε την παρθενία, ώστε αυτός μόνος από τους άλλους συμμαθητές του αξιώθηκε να ονομάζεται «παρθένος». 
Ο Ιωάννης με τον αδελφό του Ιάκωβο και τον Πέτρο αποτέλεσαν τον στενότερο κύκλο των μαθητών, τους οποίους έλαβε μαζί Του ο Κύριος στην ανάσταση της θυγατέρας του Ιάειρου, στην Μεταμόρφωση και στην αγωνιώδη του Προσευχή στα ενδότερα του κήπου της Γεθσημανή. 
Αλλά και στον κύκλο αυτό ο Ιωάννης διακρίθηκε για την φλογερή του αγάπη και την ολοκληρωτική του αφοσίωση προς τον Διδάσκαλο. Και τόσο αγαπήθηκε από Εκείνον, ώστε έγινε ο «ηγαπημένος» μαθητής Του. Αυτός, κατά τον Μυστικό Δείπνο, ανέπεσε στο στήθος του Κυρίου και τον ρώτησε: «Κύριε, ποιος είναι αυτός που θα Σε παραδώσει;» (Ιωάν. 21, 20). Και όταν ο Κύριος συνελήφθη, αυτός μόνον από τους δώδεκα Τον ακολούθησε άτρομος και εισήλθε στην αυλή του αρχιερέως (Ιωάν. 18, 15). Και μόνον αυτός παρέμεινε με την Θεοτόκο κάτω από τον Σταυρό. Γι’ αυτό και ο Κύριος είπε στην Μητέρα Του δείχνοντας με το βλέμμα Του τον Ιωάννη: «Γυναίκα, να ο υιός σου!»· στον δε Ιωάννη: «Να, η μητέρα σου!». Και από την ώρα εκείνη ο παρθένος μαθητής παρέλαβε την Παρθένο Μαρία στον οίκο του (Ιωάν. 19, 26-27). 
Όταν οι Μυροφόρες «την πρώτη ημέρα της εβδομάδος, από τα βαθιά χαράματα» (Λουκ. 24, 1) της Κυριακής, ανήγγειλαν στους Μαθητές την Ανάσταση του Κυρίου, ο Ιωάννης πρόλαβε τον Πέτρο τρέχοντας προς το μνημείο και πρώτος αυτός «αφού έσκυψε λίγο από έξω είδε» (Ιωάν. 20, 5) τους νεκρικούς επιδέσμους να είναι εκεί. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας είδε και αυτός στο υπερώο τον Αναστάντα Κύριο και έλαβε, όπως και οι άλλοι Μαθητές, την εντολή να κηρύξει το Ευαγγέλιο σε όλον τον κόσμο. Ήταν παρών στην Ανάληψη του Κυρίου και μαζί με τους υπόλοιπους Αποστόλους δέχθηκε και αυτός κατά την ημέρα της Πεντηκοστής την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος «ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν» (Πράξ. κεφ. 1-2). 
Στην αποστολική Εκκλησία ο Ιωάννης κατείχε εξαιρετική θέση. Με τον αδελφόθεο Ιάκωβο και τον Πέτρο εθεωρούντο οι στύλοι της. Συνδεδεμένος με τον Πέτρο με ισχυρό δεσμό φιλίας, συνεργαζόταν μαζί του στο κήρυγμα του Ευαγγελίου. Κήρυτταν μαζί στις αυλές του ναού, μαζί επίσης ανήλθαν στο ιερό κατά την ώρα της προσευχής, όταν ο Πέτρος θεράπευσε τον χωλό και κήρυξε στο πλήθος. Οι δύο Απόστολοι συνελήφθηκαν και φυλακίσθηκαν από το συνέδριο, αλλά την επομένη απολύθηκαν, ύστερα από απαγορευτικές συστάσεις και απειλές. Αυτοί οι δύο εστάλησαν από τους Αποστόλους στην Σαμάρεια, για να μεταδώσουν στους εκεί βαπτισμένους από τον Φίλιππο χριστιανούς την Χάρη του Αγίου Πνεύματος.
Ο Ιωάννης παρέμεινε στα Ιεροσόλυμα κοντά στην Θεοτόκο, για να την διακονεί έως την κοίμησή της.[1] 
Όταν επρόκειτο να χωρισθούν οι Απόστολοι για να κηρύξουν το Ευαγγέλιο στην οικουμένη, έβαλαν κλήρους με σκοπό να γνωρίσουν σε ποιο μέρος έπρεπε να πορευθεί ο καθένας. Στον Ιωάννη έλαχε ο κλήρος της Μ. Ασίας. Γνωρίζοντας ο άγιος ότι ολόκληρη η περιοχή ήταν βυθισμένη στην ειδωλολατρία, βαρέως δέχθηκε την αποστολή του, διότι ακόμη δεν είχε μάθει να αναθέτει όλη του την ελπίδα στην ακαταμάχητη δύναμη του Θεού. Για να εξαγνισθεί από την ανθρώπινη αυτή αδυναμία, ο Θεός παραχώρησε, ενώ έπλεαν με τον μαθητή του Πρόχορο [28 Ιουλ.] προς τον προορισμό τους, να εγερθεί τρικυμία και το πλοίο να ναυαγήσει. Τα κύματα πέταξαν τον Πρόχορο στις ακτές της Σελεύκειας, μαζί με άλλους ναυαγούς, οι οποίοι τον θεώρησαν μάγο και υπαίτιο του ναυαγίου και τον καταδίκασαν σε θάνατο. Αφού διασώθηκε θαυματουργικά από τα χέρια τους, συνάντησε, ύστερα από πορεία σαράντα ημερών, τον διδάσκαλό του στην παραλιακή πόλη Μαρεώτη, εκεί όπου τον είχε βγάλει η θάλασσα. 
Από την πόλη αυτή πεζοπορώντας έφθασαν στην Έφεσο. Στην αρχή προσελήφθησαν στην υπηρεσία του λουτρού του άρχοντος Διοσκορίδη, υπό την επιστασία της κακότροπης και απάνθρωπης Ρωμάνας, η οποία τους μεταχειριζόταν ως δούλους της. Ύστερα από τρεις μήνες σκληρής εργασίας ο Ιωάννης ανέστησε με την προσευχή του τον γιο του Διοσκορίδη Δόμνο, τον οποίο έπνιξε το ενυπάρχον στο λουτρό ακάθαρτο πνεύμα, και εν συνεχεία ανέστησε και τον ίδιο τον άρχοντα, που είχε πεθάνει από την πολλή θλίψη του για τον πνιγμό του παιδιού του. 
Οι δύο αυτές νεκραναστάσεις καθώς και η εκδίωξη του δαίμονος από το λουτρό σήμαναν την αρχή της αποστολικής δράσης του Ιωάννου στην Έφεσο με πρώτους προσήλυτους την μέχρι τότε σκληρή Ρωμάνα και τους δύο κυρίους της. Από την ημέρα εκείνη ο ψαράς της Τηβεριάδος με τα κηρύγματά του σαγήνευε στα δίχτυα της βασιλείας των ουρανών πλήθος ειδωλολατρών. 
Σε μία μεγάλη πανήγυρη των Εφεσίων προς τιμήν της πολιούχου θεάς Αρτέμιδος, ο Ιωάννης από το λοφίσκο όπου δέσποζε το περίφημο είδωλο έλεγξε τους κατοίκους για την ειδωλομανία τους. Οι Εφέσιοι επεχείρησαν να τον λιθοβολήσουν, αλλά οι πέτρες, κατευθυνόμενες προς το άγαλμα, το συνέτριψαν. Από τον μεγάλο σεισμό που επακολούθησε βρήκαν τον θάνατο διακόσιοι άνθρωποι. Η ανάσταση και των διακοσίων νεκρών με μόνη την προσευχή του Ιωάννου έγινε αιτία να προσέλθουν στον Χριστό την ημέρα εκείνη πολλοί ειδωλολάτρες. Για να ολοκληρώσει το έργο του ο ηγαπημένος μαθητής, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των Εφεσίων προκάλεσε με την προσευχή του και την κατάρρευση του ναού της Αρτέμιδος. Ο δαίμονας, που ενέδρευε εκεί επί διακόσια σαράντα εννέα χρόνια, έφυγε από την πόλη διωγμένος από τον Απόστολο, ενώ οι περισσότεροι λάτρεις του πίστεψαν στον Χριστό. 
Όμως πολλοί Εφέσιοι, ζηλωτές των ειδώλων, δεν συγχώρησαν στον Ιωάννη τις αθρόες αποσκιρτήσεις των συμπολιτών τους από την πίστη στους πάτριους θεούς και με κατακριτική αναφορά προς τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Δομιτιανό (81-96) πέτυχαν να εξοριστεί με τον μαθητή του στην Πάτμο. 
Πριν φύγει ο Ιωάννης είχε συνδεθεί με τους αγίους Βουκόλο [6 Φεβρ.], Πολύκαρπο [23 Φεβρ.] και Ιγνάτιο [20 Δεκ.]. Έτσι, προτού αναχωρήσει για την εξορία του, χειροτόνησε τον Βουκόλο επίσκοπο Σμύρνης με βοηθό του τον Πολύκαρπο. Κατά τον πλου του προς την Πάτμο ο άγιος θεράπευσε από δυσεντερία έναν αξιωματικό της στρατιωτικής φρουράς, η οποία τον συνόδευε· και πριν φθάσουν στο νησί, όλο το πλήρωμα του πλοίου πίστεψε στον Θεό του εξόριστου Αποστόλου και βαπτίσθηκε. 
Στην Πάτμο ο Ευαγγελιστής της αγάπης φιλοξενήθηκε από τον άρχοντα Μύρωνα. Εκεί θεράπευσε τον δαιμονισμένο γιο του Μύρωνα Απολλωνίδη και κέρδισε στον Χριστό όλη την οικογένεια και αυτόν ακόμη τον Ρωμαίο διοικητή του νησιού, γαμβρό του Μύρωνα. Επί τρία χρόνια δεν εξερχόταν από τον οίκο του Μύρωνα. Εκεί θεράπευε, κατηχούσε και βάπτιζε όλους τους προσερχόμενους ένεκα της φήμης των θαυμάτων του. 
Αφού συμπληρώθηκε τριετία και πολλοί είχαν πιστέψει, ο Ιωάννης εξήλθε στην δημόσια δράση, ακολουθούμενος πάντοτε από τον Πρόχορο. Άλλοτε στην αγορά και άλλοτε περιοδεύοντας τις μικρές πόλεις του νησιού, κήρυττε στους κατοίκους, τους θεράπευε από ανίατες ασθένειες, ανέστησε νεκρούς, κατακρήμνισε με την προσευχή του τα ιερά του Απόλλωνος και του Διονύσου, φυγάδευσε από το νησί τα δαιμόνια και με την προσευχή του καταπόντισε στην θάλασσα τον τρομερό μάγο Κύνωπα. Ο λαός στερεώθηκε στην πίστη του Χριστού και ζήτησε να λάβει τον φωτισμό διά του αγίου βαπτίσματος. 
Κατά την παραμονή του στην Πάτμο ο Ιωάννης έλαβε από τον ενενηκονταετή επίσκοπο Αθηνών, τον άγιο Διονύσιο τον Αρεοπαγίτη [3 Οκτ.], επιστολή, στην οποία τον αποκαλούσε «ήλιο του Ευαγγελίου» και του προέλεγε ότι σύντομα θα αφεθεί ελεύθερος. Πράγματι, όταν ο Τραϊνός αναδέχθηκε τον Νέρβα (98), ανακάλεσε από την εξορία τον Ιωάννη στην Έφεσο, αφήνοντας σε μεγάλη θλίψη τους νεοφώτιστους Πατμίους. Με θερμά δάκρυα τον παρακαλούσαν να τους αφήσει τουλάχιστον γραπτό το Ευαγγέλιο της θείας οικονομίας, για να το έχουν παρηγοριά στην ορφάνια τους. Υποκύπτοντας ο Ιωάννης στις παρακλήσεις, ανέβηκε με τον Πρόχορο στο όρος, έξω από την πόλη, και παρέμειναν εκεί νηστεύοντας επί τρεις ημέρες. Την τρίτη ημέρα, ενώ ο θείος Ευαγγελιστής είχε υψωμένο τον νου του προς τον Θεό, έξαφνα μεγάλη αστραπή διέσχισε τον ουρανό και δυνατή βροντή έσεισε όλο το όρος. Ο Πρόχορος έπεσε στην γη σαν νεκρός από τον φόβο του, καθ’ όσον «η τέλεια αγάπη διώχνει έξω τον φόβο» (Α΄ Ιωάν. 4, 18). 
Ακούσθηκε τότε βροντερή φωνή από τον ουρανό: «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος…» (Ιωάν. 1, 1). Ο Ιωάννης υπαγόρευε στον Πρόχορο ό,τι του αποκάλυπτε η φωνή, όπως άλλοτε στο όρος Σινά ο Μωυσής έγραφε τον Νόμο καθ’ υπαγόρευσιν του Θεού (Έξοδ. 19, 16-20· 31, 18), για να παραδώσει το μήνυμα της σωτηρίας όχι όπως τότε μόνον στον εβραϊκό λαό αλλά σε όλα τα πέρατα της οικουμένης[2].
Κάποια Κυριακή, ενώ ο Απόστολος βρισκόταν στο σπήλαιο της Πάτμου προσευχόμενος, ο βράχος του σπηλαίου σχίσθηκε στα τρία και στο μέσον επτά λυχνών εμφανίσθηκε ο Κύριος με μορφή νέου, του Οποίου «το πρόσωπο έλαμπε φωτεινό και αστραφτερό, όπως λάμπει ο ήλιος με όλη του τη λαμπρότητα» (Αποκ. 1, 16). Θέτοντας το δεξί του χέρι επάνω στον Ιωάννη, του είπε: «Μη φοβάσαι! Εγώ είμαι ο πρώτος και ο έσχατος. Εγώ είμαι ο ζωντανός. Με θανάτωσαν, μα να που τώρα ζω για πάντα και εξουσιάζω τον θάνατο και το βασίλειό του. Γράψε, λοιπόν, αυτά που βλέπεις: αυτά που υπάρχουν και ανήκουν στο παρόν και όσα μέλλεται να γίνουν ύστερα απ’ αυτά…» (Αποκ. 1, 17-19). 
Κατόπιν του αποκαλύφθηκαν σε μεγαλοπρεπείς οράσεις όσα θα συμβούν στους έσχατους καιρούς: η εξάπλωση της αμαρτίας, η έλευση του Αντιχρίστου, ο οποίος τελικά θα ριχθεί για πάντα στην κόλαση μαζί με τον διάβολο και τους αγγέλους του, η αναστάτωση του κόσμου, η συντέλεια των πάντων διά του θείου πυρός και, τέλος, ο θρίαμβος του Υιού του ανθρώπου, η ανάσταση πάντων και η τελική κρίση. Η Αποκάλυψις του Ιωάννου, που αποτελεί το τελευταίο βιβλίο της Αγίας Γραφής, κατακλείνεται με το όραμα της κατάβασης επί της γης της επουρανίου Ιερουσαλήμ, της αγίας και αιωνίας Πόλεως, στην οποία σκηνώνει ο Θεός με τους ανθρώπους, ως Νυμφίος «ἡρμοσμένος τῇ νύμφῃ αὐτοῦ». Τέλεια στις αναλογίες της η πόλη αυτή, έμοιαζε με καθαρό χρυσάφι και κρύσταλλο· οι θεμέλιοι του τείχους της πόλεως ήσαν κεκοσμημένοι με λίθους τιμίους και οι δώδεκα πύλες της ήσαν δώδεκα μαργαριτάρια. Και «ναό δεν είδα σ’ αυτή την πολιτεία, γιατί ο ναός της είναι ο Κύριος, ο παντοκράτορας Θεός, και το Αρνίο (ο Χριστός). Τούτη η πολιτεία δεν έχει ανάγκη από ήλιο ούτε από σελήνη για να την φωτίζουν, γιατί την φωτίζει η λαμπρότητα του Θεού, και λυχνάρι της είναι το Αρνίο» (Αποκ. 21, 22-23). 
Το βιβλίο των θείων αποκαλύψεων κλείνει με την προτροπή του ηγαπημένου μαθητού προς τους πιστούς και εραστές του Κυρίου να προσμένουν με ησυχία και προσευχή την έλευσή Του. «Και το Πνεύμα και η Νύμφη (η Εκκλησία) λένε· έλα! Κι αυτός που τ’ ακούει αυτά, ας πει· έλα! Και όποιος διψά ας έρθει να πάρει ύδωρ ζωής δωρεάν. […] Ναι, έρχομαι γρήγορα (μαρτυρεί ο Κύριος). Αμήν, ναι έρχου, Κύριε Ιησού!» (Αποκ. 22, 17· 20). 
Κατά την επιστροφή του στην Έφεσο ο Ιωάννης πέρασε από την πόλη Αγροικία, όπου μεταξύ των άλλων θαυμάτων και ευεργεσιών του μετέστρεψε στην πίστη του Χριστού έναν ευγενή νέο, τον οποίο εμπιστεύθηκε στον τοπικό επίσκοπο. Όταν αργότερα ξαναπέρασε από την πόλη, έμαθε ότι ο νέος είχε γίνει αρχιληστής. Χωρίς να υπολογίσει την γεροντική του αδυναμία, τράπηκε στα δάση και τα βουνά αναζητώντας το απολωλός πρόβατο. Φθάνοντας στο καταφύγιο, παραδόθηκε στους ληστές και κατόρθωσε να επαναφέρει τον νέο στον δρόμο του Χριστού με την μετάνοια. 
Ο ηγαπημένος μαθητής πέρασε ήσυχα την υπόλοιπη ζωή του στην Έφεσο, οδηγώντας στον Χριστό πολλούς ειδωλολάτρες. Λέγεται ότι πενήντα έξι ετών αναχώρησε από τα Ιεροσόλυμα, εννέα χρόνια κήρυττε στην Έφεσο, δεκαπέντε χρόνια στην Πάτμο και είκοσι έξι πάλι στην Έφεσο. Εκοιμήθη σε ηλικία εκατόν πέντε ετών και επτά μηνών. 
Όταν έλαβε πληροφορία από τον Θεό για την κοίμησή του, εξήλθε από την πόλη με επτά μαθητές του, οι οποίοι κατά την εντολή του έσκαψαν τάφο στην άμμο σε σχήμα σταυρού. Κατόπιν τους ασπάσθηκε, ξάπλωσε μέσα και τους είπε να τον καλύψουν ως τον τράχηλο. Τέλος, την στιγμή που ανέτειλε ο ήλιος, του κάλυψαν και το πρόσωπο. Μετά τον ενταφιασμό ο μαθητές θρηνώντας επέστρεψαν στην πόλη και διηγήθηκαν τα γεγονότα. Οι χριστιανοί της Εφέσου έσπευσαν στον τάφο, για να του δώσουν τον τελευταίο ασπασμό· όταν όμως έσκαψαν, δεν βρήκαν το τίμιο λείψανο. Κατά μία ευσεβή παράδοση, ο απόστολος Ιωάννης «μετέστη» στους ουρανούς, όπως και η Θεοτόκος, πραγματοποιώντας την αινιγματική απάντηση του Σωτήρος προς τον Πέτρο: «Εάν Εγώ θέλω αυτός να μείνει στη ζωή μέχρι να έρθω κατά τη Δευτέρα Παρουσία, γιατί σε ενδιαφέρει αυτό εσένα;» (Ιωάν. 21, 22). Ο Κύριος δεν ήθελε να πει μ’ αυτό ότι ο ηγαπημένος μαθητής δεν θα πέθαινε, αλλά ότι του επεφύλασσε κάποιον ειδικό τρόπο, χωρίζοντάς τον από τους άλλους Αποστόλους έως την Δευτέρα Παρουσία. 

[1]Αρχίζουμε από εδώ περίληψη των «Περιόδων του Αποστόλου Ιωάννου»έργο απόκρυφο, που έγινε όμως δεκτό στην αγιολογική παράδοση της Εκκλησίας.
[2]Κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας και τους σύγχρονους ερμηνευτές, το Ευαγγέλιο γράφτηκε στην Έφεσο, έπειτα από την εκεί επιστροφή του Αποστόλου από την εξορία του. Η μεταγενέστερη παράδοση, η οποία αναφέρει ως τόπο συγγραφής την Πάτμο, έχει τις ρίζες της στο απόκρυφο «Πράξεις του Ιωάννου» και προέρχεται μάλλον από σύγχυση του Ευαγγελίου με την Αποκάλυψη. 
Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Τόμος1οςΣεπτέμβριος, Εκδόσεις Ορμύλια

 

Δημοφιλείς αναρτήσεις