ΙΓ’
ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΟΙΜΕΝΩΝ
Οι Απόστολοι μετά την Ανάληψιν του Κυρίου επέστρεψαν εις Ιερουσαλήμ, καθώς λέγεται εν τω Ευαγγελίω, μετά χαράς μεγάλης (βλ. Λουκ. κδ’ 52).
Ο Κύριος γνωρίζει ποίαν χαράν έδωκεν εις αυτούς, και αι ψυχαί αυτών έζων αυτήν την χαράν.
Η πρώτη χαρά αυτών ήτο, ότι εγνώρισαν τον Αληθινόν Κύριον Ιησούν Χριστόν.
Η δευτέρα χαρά, ότι ηγάπησαν Αυτόν.
Η τρίτη, ότι εγνώρισαν την αιώνιον, ουράνιον ζωήν.
Και η τετάρτη χαρά, ότι επόθουν την σωτηρίαν του κόσμου, ως την εαυτών.
Τέλος δε έχαιρον, διότι εγνώρισαν το Πνεύμα το Άγιον και είδον πώς Αυτό ενεργεί εντός αυτών.
Οι Απόστολοι περιώδευον ανά την γην και εκήρυττον εις τον λαόν τον λόγον περί του Κυρίου και της Βασιλείας των Ουρανών, αλλ’ αι ψυχαί αυτών επόθουν και εδίψων όπως ίδουν τον ηγαπημένον Κύριον, και δια τούτο δεν εφοβούντο τον θάνατον, αλλά συνήντων αυτόν μετά χαράς· εάν δε ήθελον να ζουν επί της γης, τούτο ήτο μόνον χάριν του λαού, τον οποίον ηγάπων.
Οι Απόστολοι ηγάπων τον Κύριον και δια τούτο δεν εφοβούντο οιαδήποτε παθήματα. Ηγάπων τον Κύριον, ηγάπων και τον λαόν, και η αγάπη αύτη ήρεν απ’ αυτών πάντα φόβον. Δεν εφοβούντο ούτε μαρτύριον, ούτε θάνατον, διό και ο Κύριος απέστειλεν αυτούς εις τον κόσμον, ίνα φωτίσουν τους ανθρώπους.
Και μέχρι του νυν υπάρχουν μοναχοί, οίτινες γεύονται της αγάπης του Θεού και επιδιώκουν αυτήν ημέρας και νυκτός, και ούτοι βοηθούν τον κόσμον δια της προσευχής και των γραφών αυτών. Αλλ’ η μέριμνα αύτη απόκειται κυρίως εις τους ποιμένας της Εκκλησίας, εις τους οποίους εδόθη τοσούτον μεγάλη χάρις, ώστε εάν ηδύναντο οι άνθρωποι να ίδουν το μεγαλείον της χάριτος αυτής, όλος ο κόσμος θα εξεπλήττετο δι’ αυτήν. Ο Κύριος όμως έκρυψεν αυτήν, ίνα μη υπερηφανευθούν οι λειτουργοί Αυτού, αλλ’ ίνα σώζωνται εν τη ταπεινώσει.
Τους επισκόπους ο Κύριος καλεί να ποιμάνουν το ποίμνιον Αυτού και δωρεάν δίδει εις αυτούς την χάριν του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιον Πνεύμα, ως λέγει η Γραφή (Πραξ. κ’ 28), έθεσεν επισκόπους εν τη Εκκλησία και εν Πνεύματι Αγίω ούτοι έχουν την εξουσίαν του δεσμείν και λύειν αμαρτίας. Ημείς δε είμεθα τα πρόβατα του Κυρίου, άτινα Ούτος ηγάπησεν έως τέλους, και έδωκεν εις ημάς αγίους ποιμένας.
Ούτοι, ως διάδοχοι των Αποστόλων και κατά την δοθείσαν εις αυτούς χάριν, οδηγούν ημάς προς τον Χριστόν. Ούτοι διδάσκουν ημάς την μετάνοιαν· ούτοι διδάσκουν ημάς να τηρώμεν τας εντολάς του Κυρίου. Ούτοι κηρύττουν εις ημάς τον λόγον του Θεού, ίνα γνωρίσωμεν τον Κύριον. Ούτοι κατευθύνουν ημάς, ίνα αναβώμεν εις το ύψος του ταπεινού πνεύματος του Χριστού. Ούτοι συγκαλούν εις την αυλήν της Εκκλησίας τα τεθλιμμένα και εσκορπισμένα πρόβατα του Χριστού, ίνα εύρουν αι ψυχαί αυτών εν τω Θεώ ανάπαυσιν.
Ούτοι προσεύχονται υπέρ ημών προς τον Κύριον, ίνα σωθώμεν πάντες ημείς. Ως φίλοι Χριστού, δύνανται να δυσωπήσουν τον Κύριον, εξαιτούμενοι δια τους ζώντας την ταπείνωσιν και την χάριν του Αγίου Πνεύματος, δια τους νεκρούς την άφεσιν των αμαρτιών, δια δε την Εκκλησίαν την ειρήνην και την ελευθερίαν.
Ούτοι εγνώρισαν τον Κύριον δια Πνεύματος Αγίου και θεωρούν, ως οι άγγελοι, νοερώς τον Θεόν. Ούτοι έχουν δύναμιν να αποσπάσουν και τον ημέτερον νουν από της γης και να καθηλώσουν αυτόν εις τον Κύριον.
Ούτοι θλίβονται, όταν βλέπουν ότι ημείς προσβάλλομεν τον Θεόν, και ούτω παρεμποδίζομεν το Άγιον Πνεύμα να ενοική εν ημίν. Αυτούς βαρύνουν αι θλίψεις όλης της γης, και αι ψυχαί αυτών έλκονται δια της αγάπης του Θεού, και ούτοι εύχονται αδιαλείπτως, ίναι εύρωμεν παράκλησιν εις τας θλίψεις ημών και επέλθη ειρήνη εις όλον τον κόσμον.
Δια την ταπείνωσιν και την αγάπην αυτών προς τον λαόν αγαπά αυτούς ο Κύριος. Υπομένουν μεγάλους κόπους και άθλησιν, και ένεκα τούτου πλουτίζονται δια της συνέσεως των Αγίων, των οποίων τον βίον μιμούνται.
Ο Κύριος τοσούτον ηγάπησεν ημάς, ώστε έπαθεν υπέρ ημών επί σταυρού. Και τα πάθη Αυτού ήσαν τοσούτον μεγάλα, ώστε δεν δυνάμεθα να εννοήσωμεν αυτά, διότι ολίγον αγαπώμεν τον Κύριον. Ομοίως και οι πνευματικοί ημών ποιμένες πάσχουν υπέρ ημών, έστω και αν ημείς πολλάκις δεν αντιλαμβανόμεθα τας οδύνας αυτών. Και όσον μεγαλυτέρα είναι η αγάπη του ποιμένος, τοσούτον μεγαλυτέρα είναι η οδύνη αυτού. Ημείς δε, τα πρόβατα, οφείλομεν να κατανοώμεν τούτο και να αγαπώμεν και να τιμώμεν τους ποιμένας ημών.
Αδελφοί, ας μείνωμεν εν τη υπακοή προς τους ποιμένας ημών, και τότε θα έλθη γενική ειρήνη, και ο Κύριος δια Πνεύματος Αγίου θα μένη μετά πάντων ημών.
Μέγα πρόσωπον ο ιερεύς, ο λειτουργός του αγίου του Θεού Θυσιαστηρίου. Όστις προσβάλλει αυτόν, προσβάλλει το Άγιον Πνεύμα, το ζων εν αυτώ.
Τί να είπωμεν δε περί του επισκόπου; Εις τους επισκόπους εδόθη η μεγάλη χάρις του Αγίου Πνεύματος· ούτοι ετέθησαν υπεράνω όλων και, ως αετοί, αναβαίνουν εις τα ύψη και εκείθεν ατενίζουν εις το ατελεύτητον διάστημα και μετά θεολογικής γνώσεως ποιμαίνουν την ποίμνην του Χριστού.
Το Πνεύμα το Άγιον, ελέχθη, έθετο εν τη Εκκλησία επισκόπους ποιμαίνειν το ποίμνιον του Κυρίου. Και εάν οι άνθρωποι ενεθυμούντο τούτο, θα ηγάπων τους ποιμένας δια μεγάλης αγάπης και θα εχαίρετο η ψυχή αυτών και μόνον επί τη εμφανίσει ποιμένος. Όστις φέρει εντός αυτού την χάριν του Αγίου Πνεύματος, ούτος γνωρίζει περί τίνος λέγω.
Ταπεινός τις και πράος άνθρωπος περιεπάτει μετά της γυναικός και των τριών αυτού παιδίων. Καθ’ οδόν συνήντησαν αρχιερέα τινα, διερχόμενον επί αμάξης, και ότε ο χωρικός μετ’ ευλαβείας υπεκλίθη προς αυτόν, τότε είδε τον ευλογούντα αρχιερέα περιβεβλημένον το πυρ της χάριτος.
Όμως θα ερωτήση τις: «Εάν το Άγιον Πνεύμα έθεσε τους επισκόπους και καθοδηγή αυτούς, δια τί λοιπόν δεν έχομεν ειρήνην και δεν προοδεύομεν»;
Διότι δεν σκεπτόμεθα ορθώς περί της εξουσίας, την οποίαν κατέστησεν ο Θεός, και δια τούτο γινόμεθα ανυπήκοοι. Εάν όμως παρεδιδόμεθα εις το θέλημα του Θεού, τότε ταχέως θα προωδεύομεν, διότι ο Κύριος αγαπά την ταπεινήν, υπήκοον ψυχήν και χειραγωγεί αυτήν ο Ίδιος, την δε ανυπήκοον εν υπομονή και ελέει αναμένει, έως ότου διορθωθή. Ο Κύριος σοφώς διδάσκει την ψυχήν δια της χάριτος Αυτού, ως ο καλός διδάσκαλος ή ο κατά σάρκα πατήρ. Αλλά και ο πατήρ ενίοτε σφάλλει, ο δε Κύριος είναι πάντοτε αληθής. Και ο διδάσκαλος δεν γνωρίζει τα πάντα, ο δε Κύριος είναι Παντογνώστης.
Πάσαι αι συμφοραί επέρχονται εις ημάς, διότι δεν ερωτώμεν τους πνευματικούς πατέρας οίτινες ετέθησαν, ίνα καθοδηγούν ημάς· οι δε ιεράρχαι και πνευματικοί, διότι δεν ερωτούν τον Κύριον πώς πρέπει να ενεργήσουν. Εάν ο Αδάμ ηρώτα τον Κύριον,ότε η Εύα έδωκεν εις αυτόν να γευθή του καρπού, τότε ο Κύριος θα εφώτιζεν αυτόν, και ο Αδάμ δεν θα ημάρτανε. Και δι’ εμαυτόν θα είπω: Πάντα τα αμαρτήματα και τα σφάλματα μου προήλθον, διότι εν καιρώ πειρασμού ή ανάγκης δεν επεκαλέσθην τον Κύριον. Νυν όμως έμαθον να δυσωπώ την αγαθότητα του Θεού, και ο Κύριος, δια των ευχών του πνευματικού, φυλάττει εμέ.
Ομοίως και οι αρχιερείς, καίτοι έχουν το δώρον του Αγίου Πνεύματος, όμως δεν εννοούν ορθώς τα πάντα, και ως εκ τούτου εν ώρα ανάγκης οφείλουν να ζητούν φωτισμόν παρά του Κυρίου. Ούτοι όμως ακολουθούν την ιδίαν αυτών γνώμην, και ούτω προσβάλλουν την ευσπλαγχνίαν του Θεού και σπείρουν σύγχυσιν. Ο Όσιος Σεραφείμ του Σαρώφ έλεγεν ότι, ότε έδιδε συμβουλάς κατά την γνώμην αυτού, συνέβαινον σφάλματα. Τα δε σφάλματα δύνανται να είναι ασήμαντα, δύνανται όμως να είναι και σοβαρά. Ούτω, πάντες ημείς πρέπει να μανθάνωμεν την οδόν προς επίγνωσιν του θελήματος του Θεού. Εάν δεν κοπιάσωμεν, ίνα μάθωμεν τούτο το έργον, ποτέ δεν θα γνωρίσωμεν την οδόν ταύτην.
Ο Κύριος είπεν: «Επικάλεσαι Με εν ημέρα θλίψεως και εξελούμαι σε και δοξάσεις Με» (Ψαλμ. μθ’ 15). Ο Κύριος φωτίζει δια του Αγίου Πνεύματος τον άνθρωπον, χωρίς δε Πνεύματος Αγίου ουδείς δύναται να κατανοή ορθώς. Προ της ελεύσεως του Αγίου Πνεύματος και οι Απόστολοι ούτε ισχυροί ούτε σοφοί ήσαν, και δια τούτο ο Κύριος έλεγεν εις αυτούς:
«Έως πότε ανέξομαι υμών;» (Ματθ. ιζ’ 17).
Ο Κύριος έδωκεν εις την Αγίαν Εκκλησίαν ποιμένας, και ούτοι διακονούν κατά το υπόδειγμα του Χριστού και δια Πνεύματος Αγίου έχουν την εξουσίαν όπως συγχωρούν τας αμαρτίας.
Συ ίσως σκέπτησαι: Πώς δύναται ο δείνα επίσκοπος ή πνευματικός ή ιερεύς να έχη Άγιον Πνεύμα, καθ’ ήν στιγμήν αρέσκεται να τρώγη, και έχει και άλλας αδυναμίας; Εγώ όμως θα είπω εις σε: Τούτο είναι δυνατόν, εάν ούτος δεν δέχηται τους κακούς λογισμούς. Ούτως, και αν έχη ελάττωμα τι, τούτο δεν εμποδίζει την χάριν, να ζη εν τη ψυχή αυτού, καθώς το πράσινον δένδρον, και αν έχη ξηρούς τινάς κλάδους, τούτο δεν παρακωλύει αυτό να φέρη καρπούς. Ή, καθώς τα ζιζάνια δεν εμποδίζουν να βλαστάνη ο σίτος.