Τετάρτη 31 Ιανουαρίου 2024

ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ

Μην Φεβρουάριος

έχων ημέρας 28 εί δε έστι δίσεκτον το έτος, 29
η ημέρα έχει ώρας 11, και η νύξ ώρας 13
***




Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2024

Ήταν ένα γεροντάκι που μόλις άκουγε τ’ όνομα της Παναγίας έκλαιγε σαν μικρό παιδί.

ΠΑΝΑΓΙΑ ΑΘΩΝΙΤΙΣΣΑ 
Ήταν ένα γεροντάκι που μόλις άκουγε τ’ όνομα της Παναγίας έκλαιγε σαν μικρό παιδί. Ήταν ένας Καυσοκαλυβίτης που όποτε γύριζε πλευρό τη νύχτα έψελνε το «Ἀξιόν ἐστι». Ήταν ένας Γρηγοριάτης ηγούμενος πού ’χε «φάει» την εικόνα Της από τους πολλούς ασπασμούς. Ήταν ένας Νεοσκητιώτης που παρακαλούσε όποιον έβλεπε να μιλήσει, να γράψει, να εκδώσει ό,τι υπήρχε για την Παναγία. Ήταν ένας μακαρίτης Ιβηρίτης που έπασχε από αγάπη προς την Πορταΐτισσα. Ένας Φιλοθεΐτης έλεγε: «Ἔχομεν βεβαίας τὰς ἐλπίδας εἰς τὴν Γλυκοφιλοῦσσαν» Παναγία· η μάνα των Αγιορειτών. 
Η Παναγία. Πάνω απ’ όλες τις αγίες. Μητέρα του Θεού και των ανθρώπων. Η καλύτερη παραμυθία. Η πιο σίγουρη πρέσβειρα των πιστών. Η πιο ταπεινή, η πιο καλή, η πιο σεμνή, η πιο υπάκουη, η πιο υπομονετική, η σιωπηλή, η γενναία, η πρώτη, η βασίλισσα, η Κυρία, η Έφορος, η Οικονόμισσα, η φωτοφόρος νεφέλη και μανναδόχος στάμνα. 
Χαρά να την αντικρύσεις. Ευχαρίστηση να την επικαλείσαι. Ευλογία να σ’ επισκέπτεται. Ελπίδα βέβαιη να την παρακαλάς. Βοήθεια μεγάλη η σκέπη της. Πού να βρεις τα ωραία λόγια να την εγκωμιάσεις; Πόσο φτωχή είναι η γλώσσα για τα μεγάλα ονόματα; Πόσο έχει φθαρεί η γλώσσα από την κατάχρηση. Έτσι σιωπάς και τα λες όλα. Όπως σιωπηλή ακολουθούσε παντού τον αγαπητό Υιό Της. Μέχρι σταυρού. 
Αθωνίτισσα Θεοτόκε, το ακοίμητο κανδήλι, το αγνό κερί, οι Χαιρετισμοί, η Παράκληση, το Θεοτοκάριο, τα Θεοτοκία δεν σου αρκούν. Μήτε γονυκλισίες και τάματα και προσφορές και κομποσχοίνια. Την καθαρότητα της καρδιάς ζητάς για νά ’λθει ο Υιός Σου και να φέρει θεοτόκες και θεοφόρες ώρες αγίας θεοψίας και φωτοχυσίας… 
Μητέρα του Θεού, μητέρα των ανθρώπων, μητέρα των πονεμένων, μητέρα των αγωνιώντων, μητέρα των θλιβομένων, σύντροφε των μονομάχων του Θεού, των καλογέρων. Όπως και να το κάνουμε είναι ανώτερες ψυχές οι Αγιορείτες, αφού επέλεξαν ν’ αφοσιωθούν μόνιμα στην Αθωνίτισσα Θεοτόκο. 
«Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς»· του «Ἄξιόν ἐστι» του πανσέπτου ναού του Πρωτάτου της πρωτεύουσας των Καρυών· της «Κουκουζέλισσας» της Μεγίστης Λαύρας· της Βατοπεδινής «Ἐσφαγμένης»· της «Πορταΐτισσας» των Ιβήρων· της «Τριχερούσης» του Χιλιανδαρίου· του «Ἀκαθίστου» της Διονυσίου· της «Φοβερᾶς Προστασίας» του Κουτλουμουσίου· της «Γερόντισσας» του Παντοκράτορος· της «Γοργοϋπηκόου» της Δοχειαρίου· της «Μυροβλύτισσας» του Αγίου Παύλου· της «Ὁδηγήτριας» του Ξενοφώντος και, τόσες άλλες, σ’ εκκλησίες και παρεκκλήσια, κελλιά και καλύβια… 
Χαρά του κόσμου κι ελπίδα των απελπισμένων η Παναγία. Για να χαίρεσαι και να ελπίζεις και να μην είσαι στην ορφάνια της μοναξιάς θέλει αγώνα, θυσία και γνώση. Για να ξεσυννεφιάσει η καρδιά θέλει νά ’λθει ο ήλιος της ταπεινοφροσύνης και, πριν απ’ αυτόν, η αυγή της απλότητας και της πραότητας. 
Η Παναγία είχε κυρίως την ταπείνωση, την απλότητα και την πραότητα. Αυτά ήταν αιτία χαράς και δωρεά χαράς σ’ ένα κόσμο που τα έχει μεγάλη ανάγκη. Τα παιδιά της Παναγίας πρέπει νά ’χουν αυτές τις αρετές, για να δώσουν κάτι στον αναμένοντα και πάσχοντα κόσμο. Η λύπη του κόσμου είναι η έλλειψη της χαράς. 
Η Παναγία είναι η χαρά της χαράς μας, που απομακρύνει τον φόβο και την λύπη. 
Πότε θα κατέβουμε πάλι στο θρανίο; «Ὑπεραγία Θεοτόκε, πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν»!... 
Έδωσα κι εγώ σαν παιδί και νέος τις ελπίδες μου, εδώ κι εκεί: σε λογοτέχνες, που βρίσκουν τόσα λόγια· σε ποιητές, πως μπορούσαν να εμπνευσθούν τέτοιους στίχους· σε μεγάλους του κόσμου, μα στο τέλος δεν λυτρώθηκα. 
Μέχρι που λησμονήθηκα και λιμενίσθηκα στο λιμάνι Της και δεν βάσταξα μια ελπίδα δική μου, για μένα. Ήξερα θα χάσω. Με απογοήτευσαν τα βιβλία, οι φίλοι, οι γιατροί κι άλλοι που θα περίμενες ακόμη περισσότερο. 
Πολλοί θέλουν να μάθουν ποιος είμαι, τις σπουδές μου, την καταγωγή μου, τις μελέτες μου, τις σκέψεις μου, τα προγράμματά μου. Αλήθεια, μέσα μου γελάω δυνατά· γιατί αυτά τα ρωτούν στους μεγάλους. Είναι πάντως αλήθεια πως νέος είχα γράψει μια αυτοβιογραφία με πολλές λεπτομέρειες, που ίσως κάποιοι θα την βρίσκανε χρήσιμη, την έσκισα όμως σύντομα. Δεν προσδοκώ αναγνώριση και τιμή. «Την κάθε ελπίδα μου σ’ Εσένα αναθέτω, Παναγία μου»! Παράλαβέ με. Γιάνε μου τα πάθη. Αυτό μόνο ζητώ. Και δεν ταπεινολογώ. Πάρτε συνεντεύξεις από άλλους… 
ΜΩΫΣΗΣ ΜΟΝΑΧΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ
(1952–2014) 
[Μωϋσέως Μοναχού Αγιορείτου (†):
«Αθωνικό Απόδειπνο»,
κεφ. 8ο, σελ. 45–48,
κεφ. 15ο, σελ. 72,
κεφ. 16ο, σελ. 76–78,
εκδόσεις «Αρμός»,
Αθήνα, Φεβρουάριος 1994.]

Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2024

ΑΓΙΟΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ


ΑΓΙΟΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ 

28 Ιανουαρίου

Η ΠΑΡΑΚΛΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΔΩ  

ΛΟΓΟΙ ΑΣΚΗΤΙΚΟΙ 
ΤΟΥ ΑΒΒΑ ΙΣΑΑΚ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ - ΕΔΩ

Ο αββάς Ισαάκ, ο πρίγκιπας των ερημιτών και μέγας διδάσκαλος της μυστικής ζωής, γεννήθηκε κατά το πρώτο ήμισυ του 7ου αιώνα, στον Μπέιτ Κατραγιέ, στην περιοχή του Κατάρ, στην νότια άκρη του Περσικού Κόλπου. Νέος ακόμη εισήλθε μαζί με τον αδελφό του στην Λαύρα του Αγίου Ματθαίου και, αφού προόδευσε αρκούντως στην οδό των αρετών, στην υπακοή και στην γνώση των Αγίων Γραφών, αποσύρθηκε στην ησυχία. Απαλλαγμένος από κάθε δεσμό με τον κόσμο, καθάρισε τον νου του με νηστεία, αγρυπνίες, αδιάλειπτα δάκρυα και προσευχή. Ο αδελφός του όμως εξελέγη ηγούμενος της Λαύρας και δεν έπαυε να τον πιέζει να επιστρέψει στην Λαύρα για την πνευματική ωφέλεια των αδελφών. 
Η φήμη του αγίου αναχωρητή έφθασε ως την Νινευί και οι πιστοί αυτής της ονομαστής πόλης κατόρθωσαν να πείσουν τον καθολικό (αρχιεπίσκοπο) Γιβαρτζή να τον χειροτονήσει επίσκοπο (περί το 648). Ο Ισαάκ υπάκουσε στο θέλημα του Θεού και άρχισε να καθοδηγεί με πολλή σοφία το πνευματικό του ποίμνιο. Δεν είχαν όμως περάσει ούτε πέντε μήνες, όταν δύο πιστοί που τον είχαν παρακαλέσει να λύσει τη διαφορά τους σχετικά με την εξόφληση ενός δανείου, απέρριψαν τις συμβουλές του και του είπαν: «Άσε για την ώρα στην άκρη τις διδαχές του Ευαγγελίου!». Αυτό ήταν αρκετό για να αποφασίσει ο άνθρωπος του Θεού να επιστρέψει πίσω στην έρημο, λέγοντας: «Εάν το Ευαγγέλιο δεν μπορεί να είναι εδώ παρόν, τι ήλθα να κάνω;». Παραιτήθηκε των καθηκόντων του και αποσύρθηκε στο όρος Ματούτ, στην περιοχή του Μπέιτ Χουζάγιε (σημ. Κουρδιστάν), όπου εγκαταβίωναν πολλοί ασκητές και κατόπιν εγκαταστάθηκε στην Μονή Αββά Σαμπούρ, στο όρος Τσουχτάρ (βόρειο Κουρδιστάν). 
Μελετούσε την Αγία Γραφή με τόσο ζήλο και έχυνε τόσα δάκρυα που έχασε το φως του. Αποξενωμένος από τον κόσμο, δεν έτρωγε παρά τρεις άρτους την εβδομάδα με μερικά λαχανικά, χωρίς ποτέ ν’ αγγίζει μαγειρεμένο φαγητό και η καρδία του φλεγόταν από αγάπη για όλους τους αδελφούς του, κάνοντας να αναβλύζουν σαν ζωογόνα νάματα ουράνιες διδαχές, τις οποίες κατέγραφαν οι μαθητές του. 
«Αγαπητοί», έγραφε, «έγινα πια μωρός, γιατί δεν αντέχω άλλο να κρύψω στη σιωπή το μυστήριο του Θεού, αλλά τουναντίον γίνομαι άφρονας για την ωφέλεια των αδελφών!» (Λόγος ΛΗ΄). Με ασύγκριτη τέχνη και λεπτότητα, μοναδική σε όλη την πατερική γραμματεία, περιγράφει όλες τις καταστάσεις της ψυχής που πορεύεται προς την λύτρωση και την ένωσή της με τον Θεό. «Πολλές φορές όταν τα έγραφα όλα αυτά, δεν είχαν δύναμη τα δάχτυλά μου να γράψουν πάνω στο χαρτί, μην αντέχοντας από την πνευματική ηδονή που ερχόταν και πλημμύριζε την καρδιά μου και έπαυε την λειτουργία των αισθήσεων» (όπ.π.). 
Το βιβλίο του αγίου Ισαάκ δεν αποτελεί συστηματική πραγματεία, αλλά είναι μάλλον μια μόνιμη πρόσκληση για προσευχή, ένα εφαλτήριο απ’ όπου η ψυχή φτερουγίζει προς την Βασιλεία του Θεού. Κατά τον αββά Ισαάκ, το πρώτο στάδιο της απελευθέρωσης από την υποδούλωση στον κόσμο και στα πάθη είναι η πίστη. Με την πίστη ο άνθρωπος αφυπνίζεται και αρχίζει τότε το έργο με την αποταγή, την νηστεία, την νίψη, την μελέτη της Αγίας Γραφής, την αγρυπνία και την προσευχή. Με την πίστη, που συνοδεύεται από αυτές τις ενάρετες πράξεις, μπορεί να εισέλθει μέσα του και να βρει στην καρδιά του την θύρα του ουρανού: «Ειρήνευσε μέσα σου και θα ειρηνεύσουν με σένα ο ουρανός και η γη. Κοίταξε να μπεις μέσα στο δωμάτιο που βρίσκεται εντός σου και θα αντικρίσεις μετά και τον χώρο τ’ ουρανού. Το ίδιο και το αυτό είναι το ένα και το άλλο. Με την ίδια είσοδο που θα κάνεις, θα βλέπεις και τα δύο ταυτόχρονα. Η κλίμακα εκείνης της βασιλείας είναι μέσα σου κρυμμένη στην ψυχή σου. Βούτηξε τον εαυτό σου μέσα στον καθαρμό από την αμαρτία και θα βρεις απ’ αυτόν αναβάσεις που μπορείς ν’ ανέβεις» (Λόγος Λ΄). 
Έχοντας ασπασθεί την ησυχαστική ζωή και την σιωπή -η οποία «είναι το μυστήριο του μέλλοντος αιώνος» (Επιστολή Γ΄)- ο μοναχός (αλλά και κάθε αγωνιζόμενος χριστιανός) θα δει να αναδύονται μέσα του χωρίς προσπάθεια θαυμαστά που το ανθρώπινο πνεύμα δεν μπορεί να συλλάβει. Με την κάθαρση της καρδίας θα δυνηθεί να φθάσει και να προοδεύσει αδιάκοπα στην ταπείνωση, την αρετή που αποτελεί την «στολή της θεότητας», διότι αυτήν ακριβώς ενδύθηκε ο Λόγος του Θεού για να γίνει άνθρωπος (Λόγος Κ΄). «Τον ταπεινόφρονα άνθρωπο κανένας δεν τον μισεί, κανένας δεν τον επιπλήττει με λόγια, κανένας δεν τον καταφρονεί. Γιατί αυτόν τον άνθρωπο τον αγαπά ο δικός του ο Δεσπότης Χριστός κι έτσι αγαπιέται απ’ όλους· όλους τους αγαπά κι όλοι τον αγαπούν· όλοι τον θέλουν και όπου κι αν περάσει σαν άγγελο του φωτός τον βλέπουν. Ένας τέτοιος ταπεινός άνθρωπος πλησιάζει τ’ άγρια θηρία και με το που τον βλέπουν αυτά αμέσως ημερεύει η αγριότητά τους και τον πλησιάζουν σαν να είναι αυτός ο κύριός τους, με το κεφάλι κατεβασμένο γλείφοντας τα χέρια και τα πόδια του. Γιατί αισθάνθηκαν σ’ αυτόν τον ταπεινό άνθρωπο εκείνη την ευωδία που έβγαινε από τον Αδάμ πριν την παρακοή» (Λόγος Κ΄). Η ταπείνωση περικλείει όλες τις άλλες αρετές και μας παρέχει την καθαρότητα, η οποία μας κάνει να θεωρούμε τους πάντες καλούς ή αθώους (Λόγος ΜΘ΄). 
Προοδεύοντας στην ταπείνωση ο ησυχαστής θα αποκτήσει εμπειρία των διαδοχικών βαθμών της προσευχής, οι οποίοι οδηγούν από την επώδυνη προσευχή της μετανοίας στα εκούσια δάκρυα και, από εκεί, στα αυθόρμητα και αδιάκοπα δάκρυα που καθαρίζουν και φωτίζουν τον νου και που οδηγούν προς την καθαρά προσευχή. Κατόπιν, όταν φθάσει στην κατάσταση πέραν της προσευχής, πέρα από κάθε κίνηση και φθαρτή πραγματικότητα, τότε θα δει τον Θεό και θα εισέλθει στην Βασιλεία Του. 
Καρπός της προσευχής και σκοπός της, πάντα κατά τον αββά Ισαάκ, είναι η ένωση με τον Θεό εν αγάπη. Μετά από μακρά περίοδο ησυχαστικής βιοτής και μετά από συχνές επισκέψεις της θείας Χάριτος, ο καθαρμένος και ειρηνεμένος άνθρωπος θα γίνει για όλους ζωντανή εικόνα της αγάπης του Θεού και της ευσπλαχνίας Του. 
«Και τι σημαίνει ελεήμων καρδιά;», τον ρώτησαν. Και είπε: «Το να καίγεται κάποιος για όλη την κτίση· για τους ανθρώπους, για τα πουλιά και για τα ζώα, ακόμη και για τους δαίμονες, αλλά και για κάθε κτίσμα. Και μόνο από την μνήμη και την θεωρία τους, χύνουν οι οφθαλμοί του άφθονα δάκρυα. Από την πολλή και σφοδρή ελεημοσύνη που συνέχει την καρδιά του και από την πολλή καρτερία που δείχνει σε όλους, σμικρύνεται η καρδιά με την ταπείνωση και δεν μπορεί να βαστάξει ν’ ακούσει ή ν’ αντικρίσει την παραμικρή βλάβη ή λύπη να γίνεται κάπου στην κτίση. Γι’ αυτό τον λόγο και κάθε ώρα και στιγμή προσφέρει με δάκρυα ευχή για όλα τα άλογα όντα, για τους εχθρούς της αλήθειας, γι’ αυτούς που τον βλάπτουν, να τους λυπηθεί ο Θεός και να τους φυλάξει· το ίδιο συμβαίνει και για κάθε ερπετό στη γη, κι όλα αυτά από την πολλή ελεημοσύνη που κινεί άμετρα την καρδιά του, σύμφωνα με την κατάσταση της ομοιότητας του Θεού στην οποία έχει φτάσει και την οποία βιώνει» (Λόγος ΠΑ΄). 
Από μαρτυρίες ορισμένων χειρογράφων φαίνεται ότι η μνήμη του αγίου Ισαάκ εορταζόταν στο Άγιον Όρος στις 28 Σεπτεμβρίου. Μεταφέρθηκε κατόπιν στις 28 Ιανουαρίου για να συνδεθεί με εκείνη του αγίου Εφραίμ, αλλά τελικά δεν διατηρήθηκε στην ελληνική εκκλησιαστική παράδοση, ενώ μνημονευόταν στην ρωσική Εκκλησία. Ο αββάς Ισαάκ ανήκε στην συριακή Εκκλησία της Ανατολής, η οποία λόγω της απομόνωσής της εν μέσω της περσικής αυτοκρατορίας δεν ακολούθησε τις εξελίξεις του χριστολογικού δόγματος και έμεινε προσκολλημένη στην διδασκαλία του Θεόδωρου Μοψουεστίας, διδασκάλου του Νεστορίου. Μολονότι δεν απείχε από την διδασκαλία του Θεοδώρου, η περσική Εκκλησία ήταν ξένη στην αντίληψη του Νεστορίου περί «δύο υιών» και κατά ακυριολεξία αποκαλείται «νεστοριανή». Πρέπει, εξάλλου, να σημειωθεί ότι τα γραπτά του αββά Ισαάκ δεν φέρουν κανένα ίχνος χριστολογικής αίρεσης και η σπουδαία θέση που κατέχει στην ορθόδοξη παράδοση δικαιολογεί την σεβάσμια μνήμη που του αφιερώνεται. 
Το βιβλίο του αββά Ισαάκ μαζί με την «Κλίμακα» του οσίου Ιωάννου του Σιναΐτου [30 Μαρτ.–Δ΄ Κυριακή Νηστειών] είναι ο απαραίτητος οδηγός κάθε ορθόδοξης ψυχής για να βαδίσει προς τον Θεό με ασφάλεια. Γι’ αυτό και ένας σύγχρονος Γέροντας, ο Ιερώνυμος της Αίγινας (1883-1966), συμβούλευε να μην διστάσουμε ακόμη και να ζητιανέψουμε για να αποκτήσουμε ένα αντίτυπο των έργων του αββά Ισαάκ.
 
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 5ος (Ιανουάριος),
Εκδόσεις «Ίνδικτος».

ΟΣΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΣΥΡΟΣ

ΟΣΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΣΥΡΟΣ 

28 Ιανουαρίου  

Η ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ - εδώ

ΕΡΓΑ ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ - ΕΔΩ 

Το λαμπρό αυτό άστρο της Εκκλησίας ανέτειλε στην Ανατολή, στην πόλη Νίσιβη της Μεσοποταμίας, περί το 306. Νέος ήταν ακόμη όταν ο πατέρας του -ο οποίος ήταν ιερέας των ειδώλων- τον έδιωξε από την οικογενειακή του κατοικία εξαιτίας της συμπάθειάς του για τον χριστιανισμό. Τον δέχθηκε τότε ο άγιος επίσκοπος Ιάκωβος [13 Ιαν.], ο οποίος τον δίδαξε την αγάπη για την αρετή και την αδιάλειπτη μελέτη του λόγου του Θεού. Η μελέτη της Αγίας Γραφής άναψε μέσα του φλόγα που τον έκανε να καταφρονήσει τα αγαθά και τις μέριμνες του κόσμου, για να υψώσει τη ψυχή του προς την απόλαυση των ουρανίων αγαθών. Η πίστη και η εμπιστοσύνη του στον Θεό, ακλόνητες σαν το όρος Σιών, τον οδήγησαν να ασπασθεί ένα θαυμαστό τρόπο ζωής. Διέθετε τέτοια καθαρότητα σώματος και ψυχής, ώστε υπερέβαινε τα όρια της ανθρώπινης φύσης του, μην αφήνοντας ρυπαρό λογισμό να αναφανεί στον ορίζοντα του νου. Στο τέλος της ζωής του, αναγνώριζε ότι δεν είχε πει κακό λόγο για κανένα, ούτε είχε αφήσει να ξεφύγει από το στόμα του μάταιη κουβέντα. 
Απογυμνωμένος από τα πάντα, όπως οι άγιοι Απόστολοι, αγωνιζόμενος την ημέρα κατά της πείνας και τη νύχτα κατά του ύπνου, ενδύοντας τις πράξεις και τους λόγους του με την αγία ταπείνωση του Χριστού, έλαβε από τον Θεό το χάρισμα της κατανύξεως και των αδιάλειπτων δακρύων σε τέτοιο βαθμό, ώστε καταλαμβάνει στη χορεία των αγίων την προνομιακή θέση του «Διδασκάλου της κατανύξεως». Από θαύμα, γνωστό μόνο σε όσους προσφέρουν όλη την ύπαρξή τους θυσία στον Κύριο, οι οφθαλμοί του είχαν μεταμορφωθεί σε δύο αέναες πηγές δακρύων. Για πολλά χρόνια, ουδέ μια στιγμή της ημέρας ή της νύχτας αυτά τα φωτοβόλα νερά, τα καθαρτήρια και αγιαστικά, αυτό το «δεύτερο βάπτισμα των δακρύων», δεν έπαυσαν να τρέχουν από τα μάτια του, μετατρέποντας το πρόσωπό του σε ακηλίδωτο καθρέπτη που αντανακλούσε την παρουσία του Θεού. Θρηνούσε αδιάκοπα τα αμαρτήματά του ή τα αμαρτήματα των άλλων και καμιά φορά, όταν αναλογιζόταν τα όσα θαυμαστά έπραξε ο Θεός για μας τους ανθρώπους, τα δάκρυά του μεταβάλλονταν σε δάκρυα χαράς. Σαν ένας θαυμαστός κύκλος, όπου δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις αρχή και τέλος, οι στεναγμοί του γεννούσαν μέσα του τα δάκρυα, τα δάκρυα γεννούσαν την προσευχή, η προσευχή τη διδασκαλία, που κι αυτή ακόμη τη διέκοπτε νέος θεοστάλακτος θρήνος. Διαβάζοντας τους θαυμάσιους λόγους του περί κατανύξεως ή τις τόσο ρεαλιστικές περιγραφές του για τη Δευτέρα Παρουσία, ακόμη και οι πιο σκληροτράχηλοι δεν μένουν ασυγκίνητοι. Επί γενεές γενεών, έως τις ημέρες μας, η ανάγνωση των έργων του αγίου Εφραίμ φέρνει δάκρυα στα μάτια, ανοίγοντας στους αμαρτωλούς την οδό της μετανοίας και της επιστροφής. 
Λίγο μετά το άγιο Βάπτισμά του -ήταν τότε περίπου είκοσι ετών- ο Εφραίμ εγκατέλειψε τη σύγχυση της πόλης και αποτραβήχτηκε στην έρημο για να συνομιλήσει με τον Θεό στην ησυχία και να ζήσει συντροφιά με τους αγγέλους. Πήγαινε από τόπο σε τόπο, ελεύθερος από κάθε δεσμό, όπου τον οδηγούσε το Άγιο Πνεύμα, για ωφέλεια δική του και των αδελφών. Μετέβη στην πόλη Έδεσσα για προσκύνημα αναζητώντας έναν άγιο άνθρωπο στον οποίο θα μπορούσε να υποταγεί και να ζήσει ως μοναχός. Συναντώντας στον δρόμο του μια πόρνη, προσποιήθηκε ότι αποδέχεται τις φιλήδονες προτάσεις της και, λέγοντάς της να τον ακολουθήσει, την οδήγησε στην κεντρική πλατεία, αντί να αναζητήσει ένα μέρος απόμερο, κατάλληλο για την αμαρτία. Η πόρνη τού είπε: «Γιατί με έφερες εδώ; Δεν ντρέπεσαι να εκτεθείς στα βλέμματα των ανθρώπων;». Ο άγιος αποκρίθηκε: «Δυστυχισμένη! Σε φοβίζει το βλέμμα των ανθρώπων και δεν φοβάσαι το βλέμμα του Θεού, που βλέπει τα πάντα και που θα κρίνει στην έσχατη ημέρα τις πράξεις και τις πιο κρύφιες σκέψεις μας;». Φοβισμένη η γυναίκα μετανόησε και αφέθηκε να οδηγηθεί σε μέρος κατάλληλο για τη σωτηρία της. 
Ύστερα από μερικά χρόνια στην Έδεσσα, ο άγιος Εφραίμ αναχώρησε ξανά για την έρημο. Είχε ακούσει να επαινούν τις αρετές του Μεγάλου Βασιλείου [1 Ιαν.], και ο Θεός τού αποκάλυψε σε όραμα ότι ο επίσκοπος Καισαρείας έμοιαζε με πύρινη στήλη που ένωνε τη γη με τον ουρανό. Χωρίς αργοπορία ο Εφραίμ ξεκίνησε για την Καππαδοκία. Έφθασε στην Καισάρεια κατά την ημέρα των Θεοφανείων και εισήλθε στον ναό τη στιγμή που τελούνταν η θεία Λειτουργία. Μολονότι ο ίδιος δεν ήξερε και δεν καταλάβαινε ελληνικά, τον έπιασε θαυμασμός βλέποντας τον μεγάλο ιεράρχη να κηρύττει, γιατί έβλεπε ένα κατάλευκο Περιστέρι καθισμένο στον ώμο του, να του ψιθυρίζει στο αυτί θεϊκά λόγια. Το ίδιο αυτό Περιστέρι αποκάλυψε στον Μέγα Βασίλειο την παρουσία ανάμεσα στο πλήθος του ταπεινού Σύρου ασκητή. Έστειλε τότε αμέσως ανθρώπους να τον βρουν, συνομίλησε λίγο μαζί του στο βάθος του ιερού και απαντώντας στο αίτημά του, ο Θεός παραχώρησε να αρχίσει ξαφνικά ο Εφραίμ να μιλά ελληνικά, σαν να ήταν η μητρική του γλώσσα. Κατόπιν ο Βασίλειος χειροτόνησε τον Εφραίμ διάκονο και τον άφησε να επιστρέψει στην πατρίδα του. 
Την εποχή εκείνη άρχισε μακρά σειρά πολέμων μεταξύ Βυζαντινών και Περσών (από το 338 μέχρι το 387), καθώς και ανελέητοι διωγμοί των χριστιανών σε όλη την Περσία, επειδή θεωρούνταν σύμμαχοι των Ρωμαίων. Μαθαίνοντας στην έρημο τα βάσανα των αδελφών του, ο άγιος Εφραίμ επέστρεψε στη Νίσιβη για τους συνδράμει με τα έργα του και τους λόγους του. Όταν ήταν μικρός, του είχε αποκαλυφθεί η κλήση στην οποία τον καλούσε ο Θεός, βλέποντας σε όραμα να φύεται από το στόμα του μια μεγάλη κληματαριά που απλώθηκε σε ολόκληρη τη γη. Όλα τα πουλιά του ουρανού έρχονταν να καθίσουν πάνω της και να χορτάσουν από τους καρπούς της και, όσο αυτά τσιμπολογούσαν τις ρώγες, τόσο περισσότερο αυτή γέμιζε σταφύλια. Η Χάρη του Αγίου Πνεύματος τον κατείχε τόσο άφθονα, ώστε, όταν απευθυνόταν στον λαό, η γλώσσα του δεν προλάβαινε να προφέρει τις ουράνιες σκέψεις που του ενέπνεε ο Θεός και έμοιαζε να τραυλίζει. Γι’ αυτό απηύθυνε στον Θεό αυτή την ασυνήθιστη προσευχή: «Συγκράτησε, Κύριε, τα κύματα της Χάριτός Σου!». 
Όταν δεν ήταν απασχολημένος με τη διδασκαλία για τη στερέωση της Πίστεως έναντι των ειδωλολατρών και των αιρετικών, έθετε τον εαυτό του ταπεινά στην υπηρεσία όλων, ως αληθινός διάκονος, μιμούμενος κατά πάντα τον Χριστό, ο οποίος έγινε «δούλος» μας. Από ταπείνωση λοιπόν αρνιόταν πάντα να εισέλθει στον βαθμό του πρεσβυτέρου. Οι αρετές του, η προσευχή του, οι καρποί της θεωρίας και της μελέτης, όλα τα χαρίσματα που του παρείχε ο Θεός, δεν τα κρατούσε για τον εαυτό του, αλλά με αυτά κοσμούσε την Εκκλησία, τη Νύμφη του Χριστού, ωσάν με διάδημα χρυσό με πολύτιμους λίθους. Όταν οι Πέρσες πολιόρκησαν τη Νίσιβη (338), η πόλη σώθηκε χάρη στην προσευχή του αγίου Εφραίμ και του αγίου Ιακώβου [13 Ιαν.]. Όμως, ύστερα από διαδοχικούς πολέμους, παραδόθηκε τελικά στον σκληρό ηγεμόνα των Περσών το 363. Αρνούμενος να ζήσει υπό την κυριαρχία των ειδωλολατρών, ο άγιος Εφραίμ και πολλοί άλλοι χριστιανοί έφυγαν τότε για την Έδεσσα. Εκεί πέρασε τα δέκα τελευταία χρόνια του βίου του συνεχίζοντας το έργο της Ερμηνευτικής Σχολής, που είχε ιδρύσει στη Νίσιβη ο άγιος Ιάκωβος, διδάσκοντας στη Σχολή της Έδεσσας, που έφτασε να επονομάζεται «Σχολή των Περσών». Εκεί συνέταξε το μεγαλύτερο μέρος των θαυμαστών έργων του, όπου η γνώση του για τον Θεό και τα άγια δόγματα ενδύεται την υπέροχη στολή μιας ασύγκριτης ποιητικής γλώσσας. Λέγεται ότι συνέθεσε στα συριακά περισσότερους από τρία εκατομμύρια στίχους: ερμηνείες στα περισσότερα βιβλία της Αγίας Γραφής, συγγράμματα κατά των αιρέσεων, ύμνους στον Παράδεισο, στην Παρθενία, στην Πίστη, στα μεγάλα μυστήρια της Σωτηρίας και στις μεγάλες εορτές του έτους. Μεγάλο μέρος από αυτούς τους ύμνους ενσωματώθηκε στη σύνθεση λειτουργικών βιβλίων της συριακής Εκκλησίας, εξ ου η επωνυμία του «Λύρα του Αγίου Πνεύματος» και «Οικουμενικός Διδάσκαλος». Πολλά άλλα συγγράμματα μάς παραδόθηκαν με το όνομά του στα ελληνικά. Αφορούν κυρίως τη συντριβή της καρδίας, την άσκηση και τις μοναχικές αρετές. 
Ο άγιος Εφραίμ οργάνωσε την κοινωνική περίθαλψη της πόλης τον καιρό του λιμού, το 372, και παρέδωσε τη ψυχή του στον Θεό το 373, περιστοιχιζόμενος από μεγάλο αριθμό μοναχών και ασκητών που άφησαν σκήτες, ερήμους και σπήλαια για να παρευρεθούν στις τελευταίες του στιγμές. Τους άφησε μια συγκινητική «Διαθήκη», πλήρη ταπεινώσεως και κατανύξεως, στην οποία ζητάει ικετευτικά από όλους όσοι τον αγαπούν να μην τον τιμήσουν με λαμπρή κηδεία, αλλά να αποθέσουν το σώμα του στην τάφρο την προορισμένη για τους ξένους και να του προσφέρουν αντί για λουλούδια και αρώματα, το στήριγμα των προσευχών τους.
 
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 5ος (Ιανουάριος),
Εκδόσεις «Ίνδικτος».

Σάββατο 27 Ιανουαρίου 2024

ΑΓΙΟΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ - ΛΟΓΟΙ ΑΣΚΗΤΙΚΟΙ

 

ΑΓΙΟΣ ΙΣΑΑΚ Ο ΣΥΡΟΣ 
ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΣΚΗΤΙΚΩΝ 
ΟΓΔΟΟΣ ΤΟΜΟΣ  


- ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ -  
ΛΟΓΟΙ ΑΣΚΗΤΙΚΟΙ Α' - ΚΣΤ' - ΕΔΩ

 -ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ - 
ΛΟΓΟΙ ΑΣΚΗΤΙΚΟΙ ΚΖ'-ΞΑ' - ΕΔΩ

-ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ- 
ΛΟΓΟΙ ΑΣΚΗΤΙΚΟΙ ΞΒ'-ΠΣΤ' - ΕΔΩ 

ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ - ΕΡΓΑ [7 ΤΟΜΟΙ]

 


ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ 
ΕΡΓΑ
ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
Μετάφραση ΦΡΑΝΤΖΟΛΑΣ Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ 

ΤΟΜΟΣ - Α 
ΤΟΜΟΣ - Β 
ΤΟΜΟΣ - Γ 
ΤΟΜΟΣ - Δ 
ΤΟΜΟΣ - Ε 
ΤΟΜΟΣ  - ΣΤ΄
ΤΟΜΟΣ - Ζ

Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2024

Ο όσιος Κλήμης του Σαγματίου όρους, εγγύς των Θηβών

Ο όσιος Κλήμης του Σαγματίου όρους, εγγύς των Θηβών
26 Ιανουαρίου  
Ο όσιος Κλήμης καταγόταν από ευσεβή οικογένεια των Αθηνών και από μικρός έδειξε τις ευσεβείς διαθέσεις του. Φθάνοντας σε ηλικία τριάντα ετών, απαρνήθηκε τις ματαιότητες του κόσμου και εισήλθε στην Μονή Μυουπόλεως, την οποία είχε ιδρύσει ο όσιος Μελέτιος [1 Σεπτ.] στον Κιθαιρώνα της Βοιωτίας. 
Επί τρία χρόνια υπήρξε πρότυπο μοναχού στην υπακοή και στην ταπείνωση. Αγαπούσε ωστόσο να αποσύρεται για προσευχή στο Σαγμάτιο όρος που βρισκόταν εκεί κοντά. Η προσευχή του ήταν τόσο θερμή, ώστε ένας μοναχός τον είδε μια ημέρα σε έκσταση ενώ το σώμα του αγίου είχε υψωθεί έναν πήχυ πάνω από το έδαφος. 
Επιθυμώντας να αποφύγει τον θαυμασμό των ανθρώπων, ο Κλήμης έλαβε την ευλογία του αγίου Μελετίου να εγκαταβιώσει σε σπήλαιο βαλμένο σαν στύλος σε ένα ακρωτήρι του Σαγμάτιου. Εκεί πέρασε χρόνους πολλούς σε πλήρη απομόνωση από τον κόσμο, όμως η φήμη των αρετών και των χαρισμάτων που είχε λάβει παρά του Θεού προσείλκυσε κοντά του όλο και περισσότερους μαθητές, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν είτε σε σπήλαια τριγύρω είτε στο μονύδριο που βρισκόταν λίγο πιο πέρα, ώστε να ωφελούνται από την διδαχή του. 
Μετά τον θάνατο του οσίου Μελετίου, ο μοναχός που ανέλαβε την ηγουμενία της Μονής Μυουπόλεως απαίτησε να επανέλθει ο ασκητής στην κοινοβιακή ζωή. Καθώς ο Κλήμης αρνιόταν, θυμίζοντας ότι είχε λάβει από τον γέροντα την ευλογία να ζει ως ησυχαστής, ο ηγούμενος τον αφόρισε και παρέδωσε το όνομά του στο ανάθεμα. 
Λίγο καιρό αργότερα ο ηγούμενος αρρώστησε και αναγνωρίζοντας το λάθος του, ζήτησε να τον πάνε στον ασκητή για να τον συγχωρήσει. Καθώς όμως η κατάστασή του δεν επέτρεπε τέτοια μετακίνηση, παρέδωσε την ψυχή του επικαλούμενος την συγγνώμη του αγίου Κλήμεντος. 
Αργότερα η φήμη της αγιότητος τού ερημίτη του Σαγμάτιου όρους έφθασε έως τον αυτοκράτορα Αλέξιο Κομνηνό, ο οποίος πρόσφερε στην υπό διαμόρφωση μονή ένα τμήμα του Τιμίου Ξύλου. 
Όταν έφθασε στο τέλος των αγώνων του, ο όσιος Κλήμης αρρώστησε βαριά, και αφού έδωσε τις τελευταίες παραινέσεις του στους μαθητές του παρέδωσε την ψυχή του εν ειρήνη στον Κύριο (αρχές 12ου αιώνα).
 
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 5ος (Ιανουάριος),
Εκδόσεις «Ίνδικτος».

 

Ο άγιος Δαβίδ ο Ανακαινιστής, βασιλέας της Γεωργίας

 

Ο άγιος Δαβίδ ο Ανακαινιστής, βασιλέας της Γεωργίας 
26 Ιανουαρίου  
Ο άγιος Δαβίδ ήταν μόνον δεκαέξι ετών όταν ο πατέρας του, ο βασιλέας Γεώργιος, παραιτήθηκε του θρόνου υπέρ αυτού (1089). Την εποχή εκείνη οι χριστιανικοί λαοί του Καυκάσου ήσαν υπόδουλοι στους Τούρκους και τους Άραβες. Όμως, χάρη στην σοφία του και την πίστη του, ο βασιλιάς κατάφερε να αφυπνίσει το φρόνημα του λαού του για να απωθήσει τους κατακτητές. 
Μετά μια σειρά επιτυχιών, σημείωσε αναπάντεχη νίκη ενάντια στις ενωμένες δυνάμεις Περσών, Τούρκων και Αράβων στο Ντιντγκόρι (1121). Μπόρεσε τότε να ελευθερώσει το βασίλειο της Αρμενίας και να ανακτήσει από τους Άραβες την Τιφλίδα, πρωτεύουσα του βασιλείου της Γεωργίας. Απελευθέρωσε τους υποδούλους και παλινόρθωσε το βασίλειό του, που αποτελούνταν τότε από τα πριγκιπάτα της Αμπχαζίας, της Καχετίας και του Κάρτλι, και το οποίο γνώρισε επί των ημερών του πρωτοφανή ευημερία και δόξα. 
Αναδιοργάνωσε τον στρατό και την διοίκηση, και συνεκάλεσε Σύνοδο για να θέσει σε τάξη τα εκκλησιαστικά πράγματα και να καθαιρέσει τους ανάξιους κληρικούς. Ανακαίνισε ακόμη και ανοικοδόμησε πολλούς ναούς ανά το βασίλειο, ίδρυσε μονές και ένα πανεπιστήμιο. 
Εμπνευσμένος από τους Ψαλμούς του προφητάνακτος, του οποίου έφερε το όνομα και κατά την παράδοση ήταν απόγονός του, συνέθεσε θαυμαστά πνευματικά ποιήματα, τα «Άσματα της μετανοίας», όπου θρηνεί για την κατακτητική του διάθεση και τα σφάλματα της νιότης του. 
Παρέδωσε την ψυχή του στον Θεό εν ειρήνη το 1125.
 
 
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 5ος (Ιανουάριος),
Εκδόσεις «Ίνδικτος».

Πέμπτη 25 Ιανουαρίου 2024

Πρὸς ἑσπέραν θρῆνος. Συγγραφέας: Γρηγόριος ο Θεολόγος




Σε γέλασα, Λόγε, εσένα την αλήθεια,
ενώ σου είχα τάξει αγνή τη σημερινή μέρα.
Η νύχτα δε με υποδέχτηκε ολοφώτεινο.
Προσευχήθηκα ωστόσο κι αυτό περίμενα.
Είναι όμως που κάπου σκόνταψαν τα πόδια μου,
γιατί ήρθε το σκοτάδι που φθονεί τη σωτηρία. Φάνου και πάλι, Χριστέ μου, και λάμψε φως για μένα.

*** 
 Ἐψευσάμην σε τὴν ἀλήθειαν, Λόγε, 
Σοὶ τὴν παροῦσαν ἡμέραν καθαγνίσας.
Οὐ πάντα φωτεινόν με νὺξ ἐδέξατο.
Ἦ μὴν προσηυξάμην τε καὶ τοῦτ᾽ ὠιόμην·
Ἀλλ᾽ ἔστιν οὗ μοι καὶ προσέπταισαν πόδες.
Ζόφος γὰρ ἦλθε βάσκανος σωτηρίας.
Λάμποις τὸ φῶς μοι, Χριστὲ, καὶ πάλιν φανείς.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος μιλάει για τον γάμο.


Στῆς ἀκρίβειας τὸν καιρό ἐπαντρεύτηκα κι ἐγὼ... - Ενωμένη Ρωμηοσύνη
Πεθαίνοντας ἡ Γοργονία τῆς ἀφιέρωσε ὁ Γρηγόριος ἕνα συγκινητικό Λόγο, πού μᾶλλον δέ λέχτηκε στήν κηδεία τῆς ἀδελφῆς του. Ὁ Γρηγόριος πῆγε στό Ἰκόνιο ἀργότερα. Προφανῶς σ’ ἕνα ἀπό τά πρῶτα μνημόσυνά της. Τότε εἶπε τό Λόγο τοῦτο. Καί βρῆκε τήν εὐκαιρία, μέ ἀφορμή τό θάνατό της, νά μιλήσει γιά τήν ἅγια ζωή της καί τό γάμο της.
Μέ τό Λόγο του ἤθελε νά διδάξει τούς ἀκροατές γιά πολλά μά καί γιά τό γάμο.
Ἄγαμος ὁ ἴδιος εἶχε ἀντιμετωπίσει παλαιότερα τό πρόβλημα τοῦ γάμου ὡς προσωπικό πρόβλημα. Ἐπειδή ὅμως, πρίν κιόλας γεννηθεῖ, τόν ἀφιέρωσε ἡ μητέρα του στό Θεό κι ἐπειδή μέχρι τό 361 εἶχε πολλά θεῖα σημάδια, ἦταν βέβαιος πώς εἶχε κλήση ἀπό τό Θεό νά ζήσει ὡς ἄγαμος. 
Νά μήν παντρευτεῖ. Γι’ αὐτό καί μέ καύχηση διηγεῖται σέ ποιήματά του πόσο εὔκολα περιφρόνησε τίς ἀπολαύσεις τοῦς γάμου. Τίς φροντίδες τῆς γυναίκας, τίς χαρές τῶν παιδιῶν... ὅλ’ αὐτά τοῦ φαίνονταν μικρά καί κατώτερα, ὅταν τά ’βαζε μπροστά στή παρθενία καί στό βίο τοῦ ἡσυχαστῆ. 
Ὅμως ἡ Γοργονία παντρεύτηκε. Πῆρε ἄντρα ἐθνικό, τόν Ἀλύπιο, κι ἔκανε παιδιά. Τά μεγάλωσε κι ἔζησε σάν ἁγία. Ἀπόκτησε θαυμαστές ἀρετές κι ἔγινε πρότυπο. Τό δίλλημα γεννήθηκε μόνο του. Ὁ γάμος, πού ἤτανε γιά τόν ἴδιο τό Γρηγόριο δρόμο κατώτερος, πῶς εἶχε στή Γοργονία τέτοιο εὐλογημένο ἀποτέλεσμα; Προσπάθησε σύντομα καί ἐπιγραμματικά νά δώσει ἀπάντηση:  
- Δύο εἶναι οἱ δρόμοι τῆς ζωῆς, ἀγαπητοί μου. Τοῦ γάμου καί τῆς ἀγαμίας. Ἡ ἀγαμία εἶναι ἀνώτερη καί θειότερη. Δυσκολότερη καί γεμάτη κινδύνους. Ὁ γάμος εἶναι συγκριτικά κατώτερος μά καί ἀσφαλέστερος, μέ λιγότερους κινδύνους.
Γενικές οἱ σκέψεις αὐτές πού δέν ἐξηγοῦσαν τή πνευματική καρποφορία τῆς Γοργονίας καί τήν εὐτυχία στό γάμο. Κατάλαβε τά ἐρωτηματικά στά μάτια τῶν ἀκροατῶν καί δοκίμασε νά ἐξηγήσει: 
- Αὐτά ἰσχύουν γενικά. Μά ἡ Γοργονία ἤτανε ἀληθινή χριστιανή. Ἀντάξια κόρη τῆς μητέρας μου Νόννας. Γι’ αὐτό σάν μέλισσα ἡ Γοργονία πῆρε ἀπό τά δυό τό πιό καλό κι ἄφησε τό ἐπικίνδυνο. Πῆρε ἀπό τήν ἀγαμία τήν ἀνωτερότητα κι ἀπό τό γάμο τήν ἀσφάλεια, τή σιγουριά. Συγκέρασε δηλαδή γάμο καί ἀγαμία.
Ἀπορίες πλανήθηκαν πάλι στά μάτια τῶν ἀκροατῶν καί γι’ αὐτό συνέχισε: 
- Ὅσο καί νά φαίνεται δύσκολο, ἡ Γοργονία τό πέτυχε. Ὄχι μόνο συγκέντρωσε γάμο καί ἀγαμία. Ἔδειξε ἀκόμα, πώς ἔχουν ἄδικο ἐκεῖνοι πού λένε ὅτι τάχα ὁ γάμος σέ δένει μέ τόν κόσμο καί σέ χωρίζει ἀπό τό Θεό. Ἤ ὅτι ἡ ἀγαμία σέ δένει μέ τό Θεό καί σέ χωρίζει ἀπό τόν κόσμο. Δηλαδή ὅτι τό ἕνα εἶναι ἀπό μόνο του κακό καί τό ἄλλο καλό. Αὐτές εἶναι λαθεμένες ἀντιλήψεις, ἀγαπητοί μου.
Ἔπρεπε ὅμως νά πεῖ καί γιατί αὐτά εἶναι λαθεμένες ἀντιλήψεις:
- Ὁ νοῦς, ἀδελφοί, τό φρόνημα τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ νοῦς πλάθει σάν ζυμάρι τό γάμο καί τή παρθενία καί τά κάνει καλά. Ὁ νοῦς ἐπιστατεῖ κι ὅλα ὁδηγοῦνται στό καλό. Ἀπό μόνο του τίποτα δέν φτάνει στό καλό.
Κατάλαβε ὅτι τά πράγματα μπερδεύονται περισσότερο. Γιατί, ποιός εἶναι αὐτός ὁ νοῦς;
- Γιά παράδειγμα (τούς λέει). Γιά νά μέ παρακολουθήσετε. Ὁ μέγας τεχνίτης, ὁ δημιουργός Λόγος, δηλαδή ὁ Θεός, δημιούργησε καί τά δύο, καί τό γάμο καί τήν ἀγαμία. Γι’ αὐτό καί ὁδηγεῖ στήν ἀρετή καί τόν ἔγγαμο καί τόν ἄγαμο. Ἡ ἀρετή ἔχει σημασία. Αὐτή εἶναι τό κριτήριό μας.
Μέ τό νοῦ της ἡ ἔγγαμη Γοργονία καί τή βοήθεια τῆς Ἐκκλησίας ὁδηγήθηκε στήν ἀρετή. Ἄρα ὁ γάμος δημιουργήθηκε ἀπό τό Θεό καί μπορεῖ νά ὁδηγήσει στήν ἀρετή. Αὐτό ἔχει σημασία.   
Ἤξερε ὅμως ὁ Γρηγόριος ὅτι κυκλοφορούσανε ἀκόμα σ’ ὅλη τή Μικρασία κάποιες ἰδέες περιφρονητικές γιά τό γάμο καί τή συζυγική σχέση. Αὐτές εἴχανε καταδικαστεῖ πρίς ἀπό τριάντα χρόνια σχεδόν. Στή σύνοδο τῆς Γάγγρας. Ἡ Ἐκκλησία ἐκεῖ καταδίκασε ὡς κακόδοξους, ἐκείνους πού βδελύσσονταν τό γάμο καί τούς ἔγγαμους κληρικούς καί λαϊκούς. Τό κακό φρόνημα ὅμως δέν εἶχε λείψει τελείως καί ὁ Γρηγόριος ἔκρινε ὅτι πρέπει νά γίνει πιό σαφής, νά μιλήσει συγκεκριμένα:   
- Ὅποιος , ἀδελφοί, ἔχει τό δεσμό τοῦ γάμου, δέ σημαίνει ὅτι χωρίστηκε ἀπό τά πνευματικά. Οὔτε ὅποια κοπέλλα ἔκανε στό γάμο κεφαλή τόν ἄντρα σημαίνει ὅτι λησμόνησε τήν πρώτη κεφαλή, τό Χριστό. Καί ἡ Γοργονία ἔκανε  αὐτά πού περιμένει ὁ κόσμος. Συμπεριφέρθηκε στό γάμο κατά τό νόμο καί τή βούληση τῆς φύσης, τῆς σάρκας. Ὅσο ἤθελε ὁ νόμος τῆς σάρκας («ὅσον ὁ τῆς σαρκός ἐβούλετο νόμος»), μά καί ὅσο ἤθελε αὐτός πού νομοθέτησε τά τῆς σάρκας, ὁ Θεός. Κι ἐνῶ ἔτσι συμπεριφέρθηκε, ἀφιέρωσε συνάμα τόν ἑαυτό της στό Θεό, ὁλοκληρωτικά. Γι’ αὐτό εἶχε τόση καρποφορία, τόση εὐλογία καί στά οἰκογενειακά καί στά πνευματικά.
Ὁ Γρηγόριος, παρασυρμένος ἀπό τό ἐνδιαφέρον τοῦ ἐκκλησιάσματος καί ἀπό τό θαυμασμό γιά τή ζωή τῆς Γοργονίας, παρουσίασε ἀναλυτικά στή συνέχεια τά ἔργα καί τή συμπεριφορά τῆς καλῆς συζύγου. Μίλησε γιά τίς ἀρετές πού αὐτή μπορεῖ ν’ ἀποκτήσει στό γάμο, ὅπως τίς εἶδε στή Γοργονία. Διηγήθηκε μάλιστα θαυμαστά σημεῖα τῆς ζωῆς της, ἀναφέρθηκε στό ἅγιο τέλος της καί μετά ἐκλεισε τό Λόγο του.  
Δέν ἐπέστρεψε ἀμέσως στή Ναζιανζό. Ἔμεινε γιά λίγο στό Ἰκόνιο. Συμβούλεψε τά παιδιά καί τά ἐγγόνια της, μέ τά ὁποῖα πάντα θά διατηρεῖ σχέσεις. Συναντήθηκε ἀσφαλῶς καί μέ τό ξάδερφό του Ἀμφιλόχιο. Ἤτανε κι αὐτός πολύ μορφωμένος καί περίφημος ἀσκητής, πού ἀργότερα, τό 373, χειροτονήθηκε στό Ἰκόνιο ἐπίσκοπος. Μετά πῆρε τό δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς. Ἀκολούθησε τό καραβάνι μέ δικό του μουλάρι.   
Προχώρησε ἀπό τό Ἰκόνιο νότια, μέχρι τή Λαοδίκεια. Καί ἀπό κεῖ, ὅλο ἀνατολικά, μέχρι τήν Κολωνία, τό Ἀξαράι. Τοῦ ἔμειναν περίπου τριάντα χιλιόμετρα. Μέχρι τή Ναζιανζό τό ταξίδι ἦταν εὐχάριστο. Ἡ περιοχή γνωστή. Ὅλα τοῦ φαίνονταν φιλικά. Τοῦ μιλοῦσαν τά βουνά καί τά δέντρα. Αἰσθανότανε ἀνάλαφρος ὅσο πλησίαζε στόν ὀμφαλό τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, στή Ναζιανζό καί στό οἰκογενειακό κτῆμα τῆς Ἀριανζοῦ, λίγο ψηλότερα.   
Τόν περιμένανε οἱ γονεῖς δακρυσμένοι καί ἀπαρηγόρητοι. Μόλις εἴχανε χάσει τόν Καισάριο. Καί στήν πλάτη τους περίπου ἐνενήνταπέντε χρόνια. Οὔτε λόγος γιά ταξίδι. Δέν μπορέσανε νά εἶναι οὔτε στήν κηδεία τῆς πολυαγαπημένης κόρης, τῆς εὐγενικῆς Γοργονίας. Περιμένανε τόν μεγάλο τους γιό νά τούς μιλήσει, νά τούς ἀνακουφίσει. Ἀρκοῦσε ἡ παρουσία καί λίγα λόγια του γιά νά συνέλθουν οἱ γέροι.  
Ὁ πληγωμένος Ἀετός (Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
(ἀφηγηματικὴ Βιογραφία)
σελ.83-87
Στυλιανοῦ Γ. Παπαδοπούλου Καθηγητή Πανεπιστημίου
Ἔκδοση Δ΄
Ἀποστολική διακονία

Αγία Μαργαρίτα η Νέα Οσιομάρτυς

 

Αγία Μαργαρίτα η Νέα Οσιομάρτυς 
25 Ιανουαρίου
Η μοναχή Μαργαρίτα, ηγουμένη της Ι. Μονής Αγίου Ιωάννου Προδρόμου στην πόλη Μενζελίνσκ, είχε ελληνική καταγωγή. Διακρινόταν για την εξαίρετη μόρφωσή της, τη σύνεση, αλλά και την αυστηρή ασκητική ζωή της. Οργάνωσε το μοναστήρι της κατά τα πρότυπα των παλιών μοναστηριών της Ελλάδος. Μια από τις μοναχές που επέζησε ως τις μέρες μας, η μοναχή Αλεφτίνα, τυφλή στα τελευταία της χρόνια, διέσωσε τις πληροφορίες που καταγράφουμε. Οι μοναχές, με την έμπνευση και καθοδήγηση της ηγουμένης Μαργαρίτας, ζούσαν αυστηρή μοναχική ζωή, τελώντας ανελλιπώς τις ακολουθίες και το μοναχικό τους κανόνα. Όλες εργάζονταν με πνεύμα θυσίας και πολύ φιλότιμο στα διακονήματά τους. Το μοναστήρι είχε πολλούς κήπους με οπωροφόρα δέντρα, λαχανόκηπους, χωράφια, μελίσσια κ.λπ. 
Όπως θυμόταν η μοναχή Αλεφτίνα, όταν το Σεπτέμβριο του 1918 μ.Χ. έφυγαν τα στρατεύματα των «λευκών» από το Καζάν και τις γύρω πόλεις, η ηγουμένη Μαργαρίτα, φοβούμενη τους μπολσεβίκους, αποφάσισε να φύγει προσωρινά μαζί με τους άλλους πρόσφυγες. Έφτασε μέχρι το λιμάνι του ποταμού, όπου οι πρόσφυγες επιβιβάζονταν στα ποταμόπλοια. Εκεί όμως εμφανίστηκε ο άγιος Νικόλαος και της είπε: «Γιατί φεύγεις από το στεφάνι που σε περιμένει»; 
Η ηγουμένη Μαργαρίτα συγκλονίστηκε. Αμέσως πήρε το δρόμο της επιστροφής. Γύρισε στο μοναστήρι και αμέσως κάλεσε έναν ιερέα. Πεπεισμένη πλέον ότι την περιμένει το μαρτύριο, παρακάλεσε τον ιερέα να ετοιμάσει το φέρετρο και τον τάφο της και αν μπορέσει να τη θάψει την ίδια μέρα. Ο ιερέας την άκουσε απορημένος. 
Την επόμενη μέρα κατά τη διάρκεια της θείας Λειτουργίας, ομάδα επαναστατών μπήκαν στο καθολικό του μοναστηριού και τη συνέλαβαν. Η γερόντισσα Μαργαρίτα παρακάλεσε να την αφήσουν να κοινωνήσει. Οι επαναστάτες όμως δεν γνώριζαν τέτοιες ευγένειες. Την έσυραν στον έξω νάρθηκα και χωρίς άλλες εξηγήσεις την εκτέλεσαν ως αντεπαναστάτρια. 
Οι μοναχές λυπημένες παρέλαβαν το σκήνωμά της, τέλεσαν τη νεκρώσιμη ακολουθία και την έθαψαν πίσω από το ιερό του καθολικού. 
Την επόμενη ο ιερέας κατάλαβε τι σήμαινε αυτή η παράξενη παράκληση και επιμονή της ηγουμένης να τη θάψουν την ίδια μέρα. Οι μπολσεβίκοι έφεραν ένα μουσουλμάνο χότζα και τον εκτέλεσαν στο μοναστήρι. Ήθελαν, λοιπόν να τον θάψουν στον ίδιο τάφο με την ορθόδοξη μοναχή. Όμως δεν μπόρεσαν. 
Αργότερα το μοναστήρι έκλεισε και ερήμωσε. Στη δεκαετία του '70 συνέβη ένα θαυμαστό γεγονός. Όπως διηγείται η Μαρίνα Μιχαήλοβνα, η οποία ήταν κόρη ιερέα, οι αρχές αποφάσισαν τότε να σκάψουν κοντά στο ιερό. Δεν γνώριζαν τίποτα για τον τάφο της ηγουμένης Μαργαρίτας. Καθώς έσκαβαν, ξαφνικά βρήκαν άφθαρτο το σώμα μιας μοναχής ντυμένης με το ράσο, το μοναχικό σχήμα και το σταυρό στο στήθος. Φαινόταν ολοζώντανη σαν να κοιμόταν. Το σώμα της δεν έφερε σημάδια φθοράς. Οι εργάτες τρόμαξαν. Δεν πείραξαν το λείψανο. Έκλεισαν γρήγορα τον τάφο και άρχισαν να σκάβουν σε άλλο σημείο. 
Τον ΙΘ' αιώνα, ο μεγάλος στάρετς της Ρωσίας, άγιος Αμβρόσιος της Όπτινα [10 Οκτωβρίου], ο οποίος μεταξύ των άλλων διακρινόταν για το προορατικό του χάρισμα, είχε πει τα εξής: 
«Στην πόλη Μενζελίνσκ θα λειτουργήσει ένα μοναστήρι. Θα αποκτήσει φήμη και δόξα. Όταν θα προΐσταται η πρώτη ηγουμένη θα κτιστεί νέος ναός. Η δεύτερη ηγουμένη θα γίνει μάρτυρας. Και όταν θα έρθει η τρίτη ηγουμένη τότε θα πέσουν οι καμπάνες του μοναστηριού».
Πράγματι η πρόρρηση του αγίου Αμβροσίου εκπληρώθηκε. Το καθολικό του μοναστηριού κτίσθηκε κατά τη διάρκεια της ηγουμενίας της πρώτης ηγουμένης. Η δεύτερη ηγουμένη ήταν η γερόντισσα Μαργαρίτα, η νεομάρτυς. Κατά την διάρκεια της ηγουμενίας της διαδόχου της, το μοναστήρι έκλεισε βίαια, οι μοναχές διώχθηκαν και οι επαναστάτες έριξαν κάτω κι έσπασαν τις καμπάνες του μοναστηριού.

Άπαντα Έργα [11 Τόμοι] του Ἁγίου Γρηγορίου του Θεολόγου

Άπαντα Έργα [11 Τόμοι]
 του Ἁγίου Γρηγορίου του Θεολόγου 
 από τις εκδόσεις Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας
Πατερικαί Εκδόσεις «Αγ.Γρηγόριος ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη

Αγίου Γρηγορίου του ΘεολόγουΤόμος Α
Αγίου Γρηγορίου του ΘεολόγουΤόμος Β
Αγίου Γρηγορίου του ΘεολόγουΤόμος Γ
Αγίου Γρηγορίου του ΘεολόγουΤόμος Δ
Αγίου Γρηγορίου του ΘεολόγουΤόμος Ε
Αγίου Γρηγορίου του ΘεολόγουΤόμος ΣΤ
Αγίου Γρηγορίου του ΘεολόγουΤόμος Ζ
Αγίου Γρηγορίου του ΘεολόγουΤόμος Η
Αγίου Γρηγορίου του ΘεολόγουΤόμος Θ
Αγίου Γρηγορίου του ΘεολόγουΤόμος Ι
Αγίου Γρηγορίου του ΘεολόγουΤόμος ΙΑ

 



Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2024

32. Ὕμνος ἑσπερινός - Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος.


 

32. Ὕμνος ἑσπερινός
Δικὸς ὁ σου ὁ ὕμνος μας αὐτός,
Χριστὲ τοῦ Θεοῦ μας Λόγε,
φῶς ἀπὸ τ᾽ ἄναρχο τὸ φῶς,
ὢ Σύ, ποὺ θησαυρίζεις
τὸ Πνεῦμα καὶ σὲ δόξα μιὰ
τὸ τριπλὸ φῶς μαζεύεις.
Σὺ τὸ σκοτάδι ἐσκόρπισες
καὶ φῶς ἁπλώνεις γύρω,
νὰ πλάσεις ὅλα μὲς στὸ φῶς
καὶ τὴν πρωτέϊσσαν ὕλη
νὰ δέσεις μορφοπλάθοντας
στὴν ἁρμονία τοῦ κόσμου.
Τὸ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου αὐγάζεις σύ
μὲ σκέψη καὶ σοφία,
δίνεις τῆς λάμψης τ᾽ οὐρανοῦ
ἀντιλάμπισμα στὴ γῆ μας
τὸ φῶς, νὰ βλέπει μὲ τὸ φῶς,
καὶ φῶς ὅλος νὰ γίνει.
Μ’ ἀστέρια σὺ τὸν οὐρανὸν
ἀμέτρητα στολίζεις.
Ἥσυχα μέρα καὶ νυχτιὰ
στὴ μιὰ νὰ σκύβει ἡ ἄλλη
ὁρίζεις, τῆς φιλίας τιμὴ
καὶ τῆς ἀδελφοσύνης.
Στὴ μιά, τοὺς κόπους σταματᾶς
τῆς κουρασμένης μέρας,
σ’ αὐτὴ μᾶς κράζεις στὴ δουλειά,
σὲ πράξεις ποὺ σ᾽ εὐφραίνουν,
ἔτσι ἀπ’ τὸ σκότος φεύγοντας
νὰ φτάσομε στὴ μέρα,
τὴ μέρα ποὺ ἡ ἀχάριστη
νυχτιὰ δὲν καταπίνει.
Στὰ βλέφαρά μου ἀνάλαφρον
ἔλα νὰ βάλεις ὕπνο,
ἡ ψάλτρα ἀσάλευτη πολὺ
νὰ μὴ μου μείνει γλῶσσα
κι ἄνεργο τ’ ἀντιδόξασμα
στὸν ὕμνο τῶν ἀγγέλων.
Δίπλα στὴν κλίνη μου ἂν σταθεῖς
γεμίζει ἀπ’ ἅγιες σκέψεις,
τίποτ’ ἀκάθαρτο ἡ νυχτιὰ
τῆς μέρας νὰ μὴ βρίσκει·
κι ἂς μὴ οἱ παγίδες τῆς νυχτός
θροήσουν τὰ ὄνειρά μου.
Χώρια ἀπ’ τὸ σῶμα κι ἡ ψυχὴ
μὲ σὲ κουβέντα ἂς στήσει.
Θεέ μου, Πατέρα καὶ τὸ Γιὸ
καὶ τ’ Ἅγιο Πνεῦμα ἀντάμα.
Δική σου ἡ δόξα κι ἡ τιμὴ
κι ἡ δύναμη γιὰ πάντα. 


ΛΒʹ. Ὕμνος ἑσπερινός.

Σὲ νῦν εὐλογοῦμεν,
Χριστέ μου, Λόγε Θεοῦ,
Φῶς ἐκ φωτὸς ἀνάρχου,
Καὶ Πνεύματος ταμίας,
Τριττοῦ φωτὸς εἰς μίαν
Δόξαν ἀθροιζομένου·
Ὃς ἔλυσας τὸ σκότος,
Ὃς ὑπέστησας τὸ φῶς,
Ἵν’ ἐν φωτὶ τὰ πάντα κτίσῃς,
Καὶ τὴν ἄστατον ὕλην
Στήσῃς μορφῶν εἰς κόσμον,
Καὶ τὴν νῦν εὐκοσμίαν·
Ὃς νοῦν ἐφώτισας ἀνθρώπου
Λόγῳ τε καὶ σοφίᾳ,
Λαμπρότητος τῆς ἄνω
Καὶ κάτω θεὶς εἰκόνα,
Ἵνα φωτὶ βλέπῃ τὸ φῶς,
Καὶ γένηται φῶς ὅλος.
Σὺ φωστῆρσιν οὐρανὸν
Κατηύγασας ποικίλοις.
Σὺ νύκτα καὶ ἡμέραν
Ἀλλήλαις εἴκειν ἠπίως
Ἔταξας, νόμον τιμῶν
Ἀδελφότητος καὶ φιλίας.
Καὶ τῇ μὲν ἔπαυσας κόπους
Τῆς πολυμόχθου σαρκός·
Τῇ δ’ ἤγειρας εἰς ἔργον,
Καὶ πράξεις τάς σοι φίλας,
Ἵνα τὸ σκότος φυγόντες
Φθάσωμεν εἰς ἡμέραν,
Ἡμέραν τὴν μὴ νυκτὶ
Τῇ στυγνῇ λυομένην.
Σὺ μὲν βάλοις ἐλαφρὸν
Ὕπνον ἐμοῖς βλεφάροις,
Ὡς μὴ γλῶσσαν ὑμνῳδὸν
Ἐπὶ πολὺ νεκροῦσθαι.
Μήτ’ ἀντίφωνον ἀγγέλων
Πλάσμα σὸν ἡσυχάζειν.
Σὺν σοὶ δὲ κοίτη εὐσεβεῖς
Ἐννοίας ἐταζέτω,
Μηδέ τι τῶν ῥυπαρῶν
Ἡμέρας νὺξ ἐλέγχῃ,
Μηδὲ παίγνια νυκτὸς
Ἐνύπνια θροείτω·
Νοῦς δὲ καὶ σώματος δίχα
Σοὶ, Θεὲ, προσλαλείτω,
Τῷ Πατρὶ, καὶ τῷ Υἱῷ,
Καὶ τῷ ἁγίων Πνεύματι,
τιμὴ, δόξα, κράτος,
Εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.

Δημοφιλείς αναρτήσεις