Πέμπτη 3 Ιουλίου 2025

Ο όσιος Ιωάννης της Μόσχας, ο δια Χριστόν σαλός


3 Ιουλίου 2018
Ο όσιος Ιωάννης της Μόσχας, ο δια Χριστόν σαλός 
Καταγόμενος από τη Βολογκντά, ο όσιος Ιωάννης δούλευε από παιδί αμισθί κουβαλώντας νερό σε μια αλυκή. Εκτελούσε την κοπιώδη και άχαρη αυτή εργασία για να δουλαγωγεί τις ορμές της σαρκός νηστεύοντας και προσευχόμενος αδιαλείπτως. 
Εν συνεχεία μετέβη στο Ροστώφ, όπου ασπάστηκε την άσκηση της δια Χριστόν σαλότητος. Ζούσε ημίγυμνος στον δρόμο, μακρυμάλλης και αναμαλλιασμένος, φορώντας στο κεφάλι μια βαρειά μεταλλική κουκούλα, εξ ου και το παρατσούκλι του “χοντροσκούφης”, με το σώμα φορτωμένο αλυσίδες και έναν βαρύ σταυρό κρεμασμένο στον λαιμό του. 
Διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τους μεγάλους μοναχούς των χρόνων εκείνων, τον όσιο Ειρηνάρχη του Ροστώφ [13 Ιαν.] και τον όσιο Θεράποντα της Μόνζα [12 Δεκ.] και αλληλοενθαρρύνονταν στον ασκητικό τους αγώνα, για να προειδοποιήσουν τον λαό για τις μεγάλες συμφορές που έμελλαν να ενσκήψουν στη Ρωσία κατά την Εποχή των Ταραχών (1605-1613) και την πολωνική εισβολή. 
Για τον σκοπό αυτό ο Ιωάννης εγκατέλειψε το Ροστώφ για τη Μόσχα, όπου συνέχισε να ζει με τον ίδιο τρόπο στον δρόμο, χειμώνα-καλοκαίρι, παροτρύνοντας τον κόσμο να μετανοήσει. Έχοντας αποκτήσει την παρρησία των παλαιών προφητών, μετέβη στον Μπόρις Γκοντουνώφ με σκοπό να τον κατηγορήσει για τον φόνο του κληρονόμου του θρόνου και να τον επιτιμήσει για τον τρόπο διακυβέρνησής του. 
Μια μέρα ο όσιος Ιωάννης πήγε στην Καλούγκα και διέτρεξε την πόλη φωνάζοντας: «Σιδερένιες πόρτες, σιδερένιες πόρτες!» Οι κάτοικοι κατάλαβαν ότι επρόκειτο για λόγο προφητικό για κάποια επικείμενη συμφορά που απειλούσε τα αποθηκευμένα γεννήματά τους και γι’ αυτό έσπευσαν να τα σφραγίσουν με μεταλλικές πόρτες. Την επόμενη μέρα μια τρομερή πυρκαγιά ρήμαξε την πόλη, αλλά χάρις στην προειδοποίηση του οσίου πλήθος ψυχών γλύτωσαν και τα αποθέματα σε γεννήματα σώθηκαν. 

 

Επιστρέφοντας στη Μόσχα, ο Ιωάννης θεράπευσε πολλούς. Προειδοποιήθηκε από τον Θεό για την επικείμενη τελευτή του στις 3 Ιουλίου 1589, οπότε μετέβη στα δημόσια λουτρά, απέθεσε τις αλυσίδες που έφερε εκ νεότητος και ραντίστηκε τρεις φορές με κρύο νερό εν είδει νεκρώσιμου καθαρισμού. Έπειτα βάζοντας ως προσκεφάλι τις αλυσίδες του ζήτησε από τους παρευρισκόμενους να τον μεταφέρουν στον ναό της Αγίας Σκέπης της Θεοτόκου (σημ. ναό του αγίου Βασιλείου του Μακαρίου στο Κρεμλίνο), όπου ο πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος είχε ετοιμάσει, κατόπιν αιτήματός του, έναν τάφο κοντά σ’ εκείνον του αγίου Βασιλείου του Μακαρίου [2 Αυγ.] όπου και παρέδωσε την ψυχή του στον Κύριο. 
Κατόπιν αιτήματος του τσάρου Θεοδώρου Ιβάνοβιτς, ο μητροπολίτης του Καζάν και ο επίσκοπος του Ριαζάν, συνεπικουρούμενοι από τον κλήρο του καθεδρικού ναού, ετέλεσαν παρουσία μεγάλου πλήθους την Νεκρώσιμο Ακολουθία του οσίου σαλού. Σημεία εμφανίστηκαν στον ουρανό και μία μεγάλη καταιγίδα ξέσπασε τότε, λίγο αργότερα δε θαύματα έλαβαν χώρα στον τάφο του. 
Με την ανεύρεση των λειψάνων του στις 12 Ιουνίου 1672, το σκήνωμά του ανακαλύφθηκε άφθαρτο.
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 11ος (Ιούλιος)

 

O νέος Οσιομάρτυρας Γεράσιμος εκ Μεγάλου Χωρίου

 

3 Ιουλίου
O νέος Οσιομάρτυρας Γεράσιμος εκ Μεγάλου Χωρίου

Η ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΔΩ  

Ο Οσιομάρτυρας Γεράσιμος γεννήθηκε στο Μεγάλο Χωριό κοντά στην πόλη του Καρπενησίου. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς και φιλόχριστοι. Στο βάπτισμα πήρε το όνομα Γεώργιος. 
Όταν έγινε έντεκα ετών, ο μεγαλύτερος αδελφός του Αθανάσιος τον πήρε μαζί του στην Κωνσταντινούπολη. Όμως ο Αθανάσιος δεν έμεινε για πολύ. Επέστρεψε στο χωριό και άφησε τον Γεώργιο σε έναν συμπολίτη του παντοπώλη, να εργαστεί. Το παντοπωλείο βρισκόταν στην άκρη του Κερατίου κόλπου. 
Μια μέρα το αφεντικό έβαλε στο κεφάλι του μικρού Γεωργίου ένα χάλκινο δίσκο γεμάτο με πήλινους κεσέδες που περιείχαν γιαούρτι. Ήταν παραγγελίες και έπρεπε να πάνε από σπίτι σε σπίτι. Περπατώντας σκόνταψε σε μια πέτρα και γλίστρησε. Τότε έπεσαν και έσπασαν οι κεσέδες. Κάθισε σε ένα πεζούλι κι άρχισε να κλαίει γοερά, γιατί ήξερε πως εξαιτίας της ζημιάς το αυστηρό αφεντικό του θα τον τιμωρούσε. Το σπίτι μπροστά στο οποίο καθόταν ο μικρός Γεώργιος ήταν τούρκικο. Η κυρία του σπιτιού τον άκουσε που έκλαιγε και αμέσως άνοιξε την πόρτα και πήρε μέσα το παιδί. Με χάδια και κεράσματα τον έπεισε να μείνει μαζί της. 
Μετά από δύο μήνες ο Τούρκος σύζυγος έκανε περιτομή στα δυο του παιδιά και ταυτόχρονα με πολλές υποσχέσεις υποβλήθηκε σε περιτομή και ο μικρός Γεώργιος. Ο Τούρκος με τη σύζυγό του υποσχέθηκαν στον Γεώργιο πως θα τον αγαπούν όπως και τα παιδιά τους. Ακόμη του υποσχέθηκαν πως θα τον αφήσουν να πάει στην πατρίδα του να επισκεφτεί τη μητέρα του. Και μ’ αυτές τις υποσχέσεις και τις κολακείες εξαπατήθηκε και έγινε Τούρκος! Έμεινε μαζί τους αρκετά χρόνια. 
Ο σύζυγος όμως της Τουρκάλας υποπτευόταν πως η σύζυγός του και ο Γεώργιος είχαν σχέσεις πονηρές. Γι’ αυτό τον παρέδωσε σε άλλον Τούρκο σαν υπηρέτη. Αυτός τον πήρε μαζί του στις πολλές, λόγω εργασίας, περιοδείες στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. 
Αφού πέρασε λίγος καιρός, συνήλθε ο νέος και ενδόμυχα συναισθάνθηκε το μεγάλο αμάρτημα της εξωμοσίας. Θρήνησε μόνος του γι’ αυτό το λόγο. Δραπέτευσε και επέστρεψε στην πατρίδα του. Εκεί παρέμεινε με τους συγγενείς του τρία χρόνια. Δεν ζούσε με ανέσεις και αδιαφορία. Νήστευε, αγρυπνούσε, πενθούσε με θερμά δάκρυα για τη συμφορά που υπέστη. 
Είχε τη συνήθεια κάθε βράδυ, ενώ όλοι κοιμόντουσαν, να πηγαίνει κρυφά σε ένα ερειπωμένο παρεκκλήσι, μισή ώρα απόσταση, το οποίο ήταν αφιερωμένο στον άγιο Γεώργιο τον Μεγαλομάρτυρα, και να προσεύχεται όλη τη νύχτα. Είχε μια μικρή εικόνα του αγίου και άναβε καντήλι στην κόγχη ενός τοίχου, μπροστά στην οποία προσευχόταν με δάκρυα όλη τη νύχτα ικετεύοντας τον άγιο Γεώργιο να τον φωτίσει και να επιστρέψει στον δρόμο της σωτηρίας. 
Ο Γεώργιος αποφάσισε να γίνει μοναχός. Όταν το ανακοίνωσε στη μητέρα του, αυτή λυπήθηκε και δεν συμφώνησε γιατί ήθελε να τον παντρέψει. Αλλά ο Γεώργιος έφυγε κρυφά και πήγε στο Άγιο Όρος. 
Όταν έφτασε στον Άθω, πήγε στην Ιερά Σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος και συνάντησε τον ενάρετο γέροντα Κύριλλο ιερομόναχο, συμπατριώτη του. Ο Κύριλλος τον δέχτηκε με χαρά και τον κατήχησε στην χριστιανική πίστη. Μετά από ένα χρόνο εκάρη μοναχός, κατά τη δεύτερη Κυριακή των νηστειών, με το όνομα Γεράσιμος. 
Αφού πέρασαν τρεις μέρες, άρχισε να ζητά την άδεια από τον γέροντά του να πάει να μαρτυρήσει. Ο πνευματικός του πατέρας με διδακτικούς λόγους κατήχησε τον Γεράσιμο εμποδίζοντάς τον από το μαρτύριο, λέγοντας ότι η επιθυμία του αυτή είναι εκ δεξιών πειρασμός, για να πέσει σε χειρότερο ολίσθημα. Του έλεγε ακόμη ότι ο καλός μοναχός λαμβάνει στεφάνι ενώπιον του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και λογίζεται ως μάρτυρας. 
Ο Γεράσιμος έκανε υπακοή, όμως έκρυβε μέσα στην καρδιά του τον πόθο του μαρτυρίου. Από την πολλή λύπη αλλοιωνόταν το πρόσωπό του μέρα με τη μέρα. Οι πατέρες της Σκήτης βλέποντάς τον έλεγαν ότι ο Γεράσιμος έπαθε μεγάλο κακό. Ο Γεράσιμος συνεχώς σκεφτόταν πως θα πάρει την ευλογία του γέροντα του. Δεν ήθελε να φύγει χωρίς ευλογία από το Άγιο Όρος. 
Κάποια μέρα λέει “τεχνηέντως” προς τον γέροντά του: 
-Σε ικετεύω, δώσε μου την ευλογία σου να πάω στην πατρίδα, να δω τη μητέρα μου, τους συγγενείς και φίλους, και ελπίζω στον Θεό να μη σε λυπήσω με αυτή μου την αναχώρηση. 
Πατρίδα εννοούσε την άνω Ιερουσαλήμ, μητέρα την Κυρία Θεοτόκο, συγγενείς τούς Μάρτυρες και φίλους όλους τους Αγίους. Ο γέροντάς του πείστηκε και του έδωσε την ευχή του. 
Έφυγε λοιπόν από το Άγιο Όρος και πήγε στην Κωνσταντινούπολη με σκοπό να παρουσιασθεί όπου πρέπει, και να ομολογήσει ότι είναι χριστιανός. Από εκεί έστειλε επιστολή προς τον γέροντά του και τον παρακάλεσε να κάνει παράκληση, γιατί ετοιμάζεται να μαρτυρήσει. Έπειτα πηγαίνει στον πρώτο Τούρκο κύριο του, λέγοντας στους υπηρέτες ότι ήρθε για να φέρει ένα χαρούμενο μήνυμα στον κύριό τους. Και αυτός έδωσε την άδεια να παρουσιασθεί ο Γεράσιμος μπροστά του. Ο Τούρκος τον ρώτησε ποιος είναι και τι θέλει. 
Τότε ο άγιος απάντησε: 
-Εγώ είμαι ο άκακος εκείνος μικρός Γεώργιος, ο οποίος απατήθηκα από τους δολερούς λόγους της γυναίκας σου και τους δικούς σου και δέχθηκα από Χριστιανό να με κάνετε Τούρκο. Γι’ αυτό ήρθα να ομολογήσω ενώπιον σας την αλήθεια. Ότι τότε μεν σαν μικρός και άκακος εξαπατήθηκα. Τώρα όμως γνώρισα το φως από το σκοτάδι, ομολογώ και κηρύττω ότι Χριστιανός είμαι και Χριστιανός θέλω να πεθάνω. 
Ακούγοντας αυτά ο Τούρκος έμεινε εκστατικός. Δεν ήξερε ότι από τότε πολλά είχαν αλλάξει. Νομίζοντας πως έχει να κάνει με τον μικρό Γεώργιο, τον δέχθηκε με λόγια θωπευτικά και τον κράτησε στο σπίτι του για τρεις μέρες προτρέποντάς τον με ποικίλους τρόπους να επανέλθει στην πίστη του Ισλάμ. Αλλά ο άγιος έμεινε σταθερός και ακλόνητος στην πίστη του Χριστού χωρίς καθόλου να σκέφτεται τα επίγεια και πρόσκαιρα αγαθά. 
Ο Τούρκος βλέποντας τα αμετάθετο της γνώμης του αγίου τον παρέδωσε στον Χότζα που κάποτε του είχε κάνει την περιτομή. Και αυτός με πολλούς τρόπους προσπάθησε να πείσει τον άγιο να επανέλθει στο Ισλάμ. Όμως έμεινε νικημένος και ντροπιασμένος. Ο χότζας τον παρέδωσε τότε στον υπουργό στρατιωτικών της Τουρκίας, για να τον τιμωρήσει όπως πρέπει. 
Όταν παρέλαβε αυτός τον άγιο, τον υπέβαλλε σε φριχτά βασανιστήρια επί δεκαπέντε μερόνυχτα. Μετά το πέρας των ημερών αυτών αποφάσισε να καταδικάσει τον μάρτυρα σε θάνατο δι’ αποκεφαλισμού με ξίφος. Τον οδήγησαν στον τόπο του μαρτυρίου. Ο δήμιος τον διέταξε να γονατίσει και αμέσως ο μάρτυρας με μεγάλη χαρά γονάτισε στραμμένος προς την Ανατολή λέγοντας: 
-Μνήσθητί μου, Κύριε, εν τη Βασιλεία σου. 
Το ξίφος έπεσε βαρύ και έκοψε το κεφάλι. Αυτή η αγία κεφαλή παρέμεινε και μετά τον αποκεφαλισμό φαιδρή στην όψη. Το άγιο και μαρτυρικό του σώμα έμεινε γονατιστό σαν να προσεύχεται για ένα τέταρτο και πλέον της ώρας. Κατόπιν έπεσε ήρεμα χωρίς να ταραχθεί ή να τιναχθεί, όπως συμβαίνει σε τέτοιου είδους θάνατο. 
Πλήθος χριστιανών συνέρρευσε στον τόπο του μαρτυρίου. Ο ένας έκοβε μέρος από το ράσο, ο άλλος τραβούσε τρίχες απ’ το κεφάλι του. Αυτά έκαναν πολλά θαύματα στα επόμενα χρόνια. 
Έτσι λοιπόν τελείωσε ο ένδοξος Οσιομάρτυρας και του Χριστού στρατιώτης Γεράσιμος, ο εκ Μεγάλου Χωρίου Καρπενησίου. Δέχθηκε το μαρτύριο στην Κωνσταντινούπολη στις 3 Ιουλίου 1812, ημέρα Τετάρτη, στον τόπο που λέγεται Μπαμπά Χουμαί, κοντά στην πλατεία της Μεγάλης Εκκλησίας, δηλαδή της Αγίας Σοφίας.

Τετάρτη 2 Ιουλίου 2025

Στίς 2 Ἰουλίου, τῆς Παναγίας τῶν Βλαχερνῶν


Ο Παρακλητικός Κανών ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΛΑΧΕΡΝΩΝ εδώ

Στίς 2 Ἰουλίου, τῆς Παναγίας τῶν Βλαχερνῶν 


Κοντάκιον 
τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
Ἦχος δ'
Περιβολὴν πᾶσι πιστοῖς ἀφθαρσίας, θεοχαρίτωτε Ἁγνὴ ἐδωρήσω, τὴν ἱερὰν Ἐσθῆτά σου, μεθ' ἧς τὸ ἱερόν, σῶμά σου ἐσκέπασας, σκέπη θεία ἀνθρώπων· ἧσπερ τὴν κατάθεσιν, ἑορτάζομεν πόθῳ, καὶ ἐκβοῶντες κράζομεν πιστῶς· Χαῖρε Παρθένε, Χριστιανῶν τὸ καύχημα.

Ὁ Οἶκος
Τὴν καθαρὰν καὶ ἀληθῆ σκηνὴν τοῦ Θεοῦ Λόγου, τὴν ἔμψυχον νεφέλην, καὶ στάμνον τὴν τοῦ Μάννα, τὴν Θεοτόκον Μαριάμ, πάντες οἱ σωθέντες διὰ τοῦ τόκου αὐτῆς ἐν πίστει μακαρίσωμεν, καὶ τὴν σεπτήν, Ἐσθῆτα προσπτυξώμεθα, ᾗπερ τὸν Δεσπότην περισχοῦσα, ὡς βρέφος ἐβάστασε φορέσαντα σάρκα, δι' ἧσπερ τῶν βροτῶν ἡ φύσις ἐπήρθη πρὸς μετάρσιον ζωὴν καὶ βασιλείαν· ὅθεν γεγηθότες, κραυγάζομεν μεγαλοφώνως· Χαῖρε Παρθένε, Χριστιανῶν τὸ καύχημα.

Τβ' τοῦ αὐτοῦ μηνός, Ἰουλίου, μνήμην ποιούμεθα τῆς ἐν τῇ Ἁγίᾳ σορῷ καταθέσεως τῆς τιμίας Ἐσθῆτος τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἐν Βλαχέρναις, ἐπὶ Λέοντος τοῦ μεγάλου, καὶ Βηρίνης τῆς αὐτοῦ γυναικός.

Στίχοι
Χιτὼν μὲν Υἱοῦ Χριστοφρουροῖς δημίοις.
Ἐσθὴς δὲ Μητρὸς χριστοφρουρήτῳ πόλει.
Δευτερίῃ κατέθεντο σορῷ Ἐσθῆτα Πανάγνου.

Ταῖς τῆς Θεοτόκου ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.

Ἀπολυτίκιον 
τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
Ἦχος πλ. δ'
Θεοτόκε ἀειπάρθενε, τῶν ἀνθρώπων ἡ σκέπη, Ἐσθῆτα καὶ Ζώνην τοῦ ἀχράντου σου σώματος, κραταιὰν τῇ πόλει σου περιβολὴν ἐδωρήσω, τῷ ἀσπόρῳ τόκῳ σου ἄφθαρτα διαμείναντα· ἐπὶ σοὶ γὰρ καὶ φύσις καινοτομεῖται καὶ χρόνος· διὸ δυσωποῦμέν σε, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

πηγή:εδώ


Τρίτη 1 Ιουλίου 2025

π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου - Κυριακή Γ΄ Ματθαίου


ΚΥΡΙΑΚῌ Γ΄ Ματθαίου
στ
’ 22 – 33

 Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία

τοῦ π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, στά πλαίσια τῆς ἑρμηνείας πού ἔγινε στό κήρυγμα τῆς Κυριακής  10 Ιουλίου του 1994 


Τὸ ἡχητικὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν ὁμιλία - εδώ

« λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὀφθαλμός».  

Έτσι άρχισε η Ευαγγελική περικοπή την οποία ακούσαμε πριν από λίγο από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο. Και διαβάζοντας τις ερμηνευτικές αναλύσεις των Πατέρων της Εκκλησίας μας αλλά, ακόμα περισσότερο, και ζώντας σε μια εποχή όπου κυριαρχεί το μήνυμα το οπτικό, μπορώ να καταλάβω πόσο επίκαιρο είναι αυτό το στοιχείο το οποίο ανέφερε ο Χριστός:  «Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός». Και το συνέδεσε με το σκοτάδι ή το φως που έχουμε μέσα μας. Να δούμε λιγάκι τις ερμηνευτικές προοπτικές των Πατέρων και, κατεξοχήν, του Αγίου Νικόδημου του Αγιορείτη, που ασχολήθηκε πολύ με την ανάλυση τη θεολογική των αισθήσεων, για να καταλάβουμε την επικαιρότητα αυτού του μηνύματος του Χριστού. Ειδικά για το σήμερα που, όπως είπα, είναι εποχή των οπτικών ερεθισμάτων.

Το μάτι, όπως όλες οι αισθήσεις, είναι φτιαγμένο από τον Θεό για να μας δίνει τη δυνατότητα να κοινωνούμε με τον έξω κόσμο. Γιατί υπάρχει και ο μέσα κόσμος, ο κόσμος της ψυχής, ο κόσμος ο πνευματικός. Και επειδή ο Θεός μάς έκανε ενιαίους και θέλησε όλα τα ψυχικά μας να εκφράζονται δια σωματικών μεγεθών, επέτρεψε αυτό το έργο να το κάνουν οι αισθήσεις, ως φορείς των μηνυμάτων της ψυχής προς τα έξω ή ως δέκτες των μηνυμάτων που έρχονται από έξω προς τα μέσα.

Έτσι λοιπόν οι αισθήσεις εκφράζουν έναν ρόλο πάρα πολύ ουσιαστικό. Προσλαμβάνουν τα μηνύματα [που έρχονται] απ' έξω, και τα αποτυπώνουν στην ψυχή μας και, την ίδια ώρα, εκφράζουν τον ψυχικό μας κόσμο. Για να δούμε αυτήν την διπλή έκφραση, όπως τα αναλύει πανέμορφα ο Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης, στο κείμενό του περί της φυλακής των αισθήσεων και της αναλύσεως των αισθήσεων. 

Όσον αφορά τα έξω, τα μηνύματα τα οποία μας έρχονται, μπαίνουν απ' το μάτι, το κατεξοχήν αισθητήριο, όπου αποτυπώνουν τα πράγματα και αποτυπώνονται πάνω στον ψυχικό μας κόσμο. Τα μηνύματα είναι πολυποίκιλα, αρνητικά ή θετικά. Εάν έχουμε μηχανισμούς αντιστάσεως, καλλιεργημένη ψυχή, ψυχή η οποία λειτουργεί πνευματικά κοντά στον χώρο της Εκκλησίας, τότε τα μηνύματα συλλαμβάνται απ' το μάτι, αναλύονται από αυτή την πνευματική μας ζωή, αμύνεται ο οργανισμός και δεν αφήνει να αποτυπωθούν πάνω στην ψυχή.

Αν είμαστε ανερμάτιστοι, αν δεν έχουμε πνευματική ζωή και αν είμαστε αποχαυνωμένοι στο θέμα της προσλήψεως των μηνυμάτων, τα μηνύματα αποτυπώνται πάνω στον ψυχή μας και η ψυχή μας τα αποτυπώνει και αρχίζει μια διεργασία βαθιάς φθοράς και διαβρωτική πάνω στην ψυχή μας. Γιατί ό,τι αποτυπώθηκε, έχει μια δυναμική πάνω στη ψυχή. Τίποτε δεν είναι άσχετο. Τίποτε δεν μπορεί να μείνει και να αφήσει ανεπηρέαστη την ψυχή. Αν λοιπόν προσλάβουμε απνευμάτιστα, χωρίς άσκηση, τα μηνύματα που έρχονται απ’ έξω μας, σε μια εποχή, όπως είπα, οπτικών ερεθισμάτων και μηνυμάτων, αυτά θα δημιουργήσουν βαθύτατες εσωτερικές διαταραχές, που πολλές φορές στο μέλλον, χωρίς να ξέρουμε γιατί, θα γίνουν εμπόδιο για την πνευματική μας πρόοδο, για την  προσευχή μας, για την μετάνοιά μας και για ένα σωρό άλλα πράγματα, τα οποία δεν τα καταλαβαίνουμε τη στιγμή που προσλαμβάνουμε τα μηνύματα, και ακόμη δεν τα καταλαβαίνουμε όταν λειτουργεί μια απελπισία στη ζωή μας - γιατί  λειτουργούν πια με έναν τρόπο ασυνείδητο.

 Έτσι λοιπόν, οι διεργασίες οι ασκητικές που θα γίνουν πάνω στις αισθήσεις μας, και ακόμη περισσότερο, οι εργασίες οι ασκητικές που θα γίνουν πάνω στον οφθαλμό μας, που είναι αυτός ο λήπτης του φωτός, είναι πάρα πολύ ουσιαστικές για την ισορροπία μας την πνευματική και την ψυχική. Αυτό το «Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός», είναι μήνυμα επικαιρότατο (sic) και πρέπει οι χριστιανοί να επικεντρώσουν πραγματικά εκεί πέρα πάρα πολύ τις ασκητικές τους προσπάθειες, γιατί σήμερα ο κόσμος όλος παίζεται πάνω στο οπτικό στοιχείο, στα οπτικά μηνύματα και στην πρόσληψη των πραγμάτων του κόσμου, που έρχονται από τον άλλο. Και έρχεται λοιπόν να γίνει πάνω μας μια κατάληψη, χωρίς να την καταλάβουμε, μια κατάληψη η οποία λειτουργεί μακροχρόνια και λειτουργεί πάρα πολύ ύπουλα. Γι’ αυτό ακριβώς ο Χριστός μετά από λίγο είπε: «Κανείς δεν μπορεί να δουλεύει σε δύο κυρίους, στον Κύριο και στον Μαμωνά»[1].

Και θα έλεγε κάποιος: τι σχέση έχει το μάτι με αυτά που είπες; Και όμως έχει άμεση σχέση! Και λίγο παρακάτω ο Χριστός λέει  το γιατί μεριμνάτε και το μη μεριμνάτε. Και θα έλεγε κάποιος: τι σχέση έχει η αμεριμνησία με τον οφθαλμό; Οι Πατέρες λένε πως έχει άμεση σχέση. Η μέριμνα των πραγμάτων του κόσμου γίνεται γιατί νομίζουμε που είμαστε ξεκρέμαστοι από τα πράγματα της ζωής και πρέπει κάπου να σταθούμε. Και θέλουμε να είμαστε σταθεροί στη ζωή και παίρνουμε τα πράγματα του κόσμου και τα κάνουμε πρώτα, και στεκόμαστε πάνω σε αυτά γιατί έτσι  μας τα προέβαλε ο κόσμος.

     Αν μπορείς να δεις άλλα πράγματα τα οποία προβάλλει ο Θεός, αν μπορείς να καταλάβεις άλλα πράγματα τα οποία προβάλλει ο Θεός, αν μπορείς να καταλάβεις την αγάπη Του και την μέριμνά Του και την πρόνοιά Του για σένα, τότε τα μηνύματα του κόσμου δεν θα  δημιουργήσουν μια τάση προσδέσεως και δουλείας στα πράγματα του κόσμου. Θα είσαι ο άνθρωπος που καταλαβαίνει την αγάπη και την πρόνοια του Θεού και τότε θα δουλεύεις, θα ζεις, θα τρως, θα πίνεις χωρίς να μεριμνάς. Θα ξέρεις πως όλα είναι στα χέρια του Θεού. Αν δεν υπάρχει αυτή η πρόσληψη των μηνυμάτων του Θεού, τότε θα μεριμνάς για τα πράγματα του κόσμου και θα έχεις αγωνία. Γι' αυτό λοιπόν το μάτι και οι διεργασίες που γίνονται πάνω του είναι τόσο ουσιαστικές πάνω μας.

     Και αμεριμνησία δεν μπορεί να γίνει αλλιώτικα. Μπορείς να πεις, ακούγοντας το Ευαγγέλιο, «εγώ τώρα θα γίνω αμέριμνος». Αν δεν έχεις ασκητική διάσταση στο μάτι, απλώς θα γίνεις ένα χίπης  και τίποτα άλλο, που θα λες «εγώ είμαι αμέριμνος» και θα έχεις άλλες βαθύτατες αγωνίες. Ο αμέριμνος έχει αμεριμνησία υπό την έννοια ότι αφήνει τα πάντα στα χέρια του Θεού και τα λειτουργεί τα πάντα στη ζωή του κόσμου, γιατί ξέρει που είναι διάκονος του Θεού. [Αλλιώς] θα γίνεις απλώς ένας αλήτης που δεν ξέρει τι κάνει αλλά δεν θα είσαι ο άνθρωπος του Θεού.

 «Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός».  

Και ποιος θα καταλάβει, εκείνη την εποχή που τα έλεγε ο Χριστός, ότι η εποχή του εικοστού αιώνος θα παίζει την ιστορία του, τον πολιτισμό του, πάνω στο μάτια; Γι' αυτό οι χριστιανοί σήμερα, ενθυμούμενοι τον λόγο των Πατέρων, πρέπει να καταλάβουνε πως το μαρτύριο της συνειδήσεως, το σημερινό μαρτύριο - που  δεν είναι μαρτύριο όπως σ’ άλλες εποχές - είναι μαρτύριο συνειδήσεως που έρχεται μέσα από την πρόκληση των αλόγιστων μηνυμάτων, που έρχονται πάνω μας.  Και αυτό το μαρτύριο οι Χριστιανοί πρέπει να το αντιμετωπίσουνε! Γιατί θα λειτουργήσει πάνω τους μαρτυρικά ή διαβρωτικά, και θα τους διασπείρει και θα τους καταστρέψει όλη τους τη ψυχή. Το μαρτύριο λοιπόν της συνειδήσεως σήμερα, αν θέλουν οι Χριστιανοί να το αντιμετωπίσουν, [χρειάζεται] να γίνουν ασκητικοί στο μάτι. Η ζωή της Εκκλησίας, η προσευχή, τα πράγματα του Θεού, αν τους γεμίσουν, τότε τα ερεθίσματα του κόσμου, απλώς, θα είναι απλά μηνύματα, που έρχονται από τα πράγματα του κόσμου και τίποτα άλλο. «Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός».

Αν θέλετε να γίνετε φωτεινοί, αν θέλετε να γίνετε ολοφώτεινοι, αν θέλετε να γίνετε όλο φως, ας αρχίσετε αυτήν τη διεργασία από τον αγιασμό και τον φωτισμό των αισθήσεων. Και όχι απλώς αφηρημένα, και όχι με αφηρημένες διαδικασίες και έννοιες. Οι αισθήσεις λοιπόν, προορισμένες για αγιασμό, θα ανοίξουν το δρόμο της βαθιάς αναπαύσεως και του ολοκληρωμένου δικού σας φωτισμού. Να το ευχηθούμε να γίνει, πραγματικά, για να αντιμετωπίσουμε τα πράγματα του εικοστού αιώνος με άλλα πράγματα. Και να αφήσουμε να φανερωθεί στα μάτια του κόσμου το άλλο οπτικό μήνυμα, το άλλο οπτικό ερέθισμα που είναι: τα πράγματα τα οποία μας προκαλεί ο Θεός, και οι άγιοί Του, να τα ζήσουμε. Και  όχι απλώς να τα ζήσουμε· και να τα δούμε βαθιά, πάρα πολύ βαθιά.


[1] «Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν… οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ»

  

Φιλολογική επιμέλεια κειμένου

Ελένη Κονδύλη

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΝΑΡΓΥΡΟΙ ΚΟΣΜΑΣ ΚΑΙ ΔΑΜΙΑΝΟΣ ΟΙ ΕΚ ΡΩΜΗΣ

 


ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΝΑΡΓΥΡΟΙ ΚΟΣΜΑΣ ΚΑΙ ΔΑΜΙΑΝΟΣ ΟΙ ΕΚ ΡΩΜΗΣ


Οι δύο αυτοί άγιοι έζησαν περί το 284 στη Ρώμη κατά τη βασιλεία του αυτοκράτορα Καρίνου. Αδελφοί κατά σάρκα, πολύ περισσότερο κατά την πίστη και το κοινό φρόνημα, διαλάμποντας μέσα στο σκότος της ειδωλολατρικής πλάνης διά των αρετών και των ανδραγαθημάτων τους, άνοιξαν ένα δρόμο προς τον ουρανό, καθιστώντας εαυτούς οικονόμους της θείας ευσπλαχνίας. Μοίραζαν αφειδώς όλα τα υπάρχοντά τους με γενναιοδωρία, διδάχθηκαν την ιατρική από έναν ειδωλολάτρη περίφημο στην ιατρική του Ιπποκράτη και του Γαληνού, με σκοπό να τεθούν κατά το παράδειγμα του φιλανθρώπου Σωτήρος στην υπηρεσία των ανθρώπων που υπέφεραν. Χρησιμοποιούσαν τα φάρμακα και τις ιατρικές περιθάλψεις μάλλον ως πρόσχημα και στην πραγματικότητα θεράπευαν όλα τα νοσήματα των ανθρώπων, όπως και των ζώων, με την επίκληση του Ονόματος του Χριστού, του Ιατρού των ψυχών και σωμάτων, ο Οποίος «πήρε πάνω Του τις ασθένειές μας και βάσταξε τις νόσους μας» (Ματθ. 8, 17). Αρνούμενοι να λάβουν χρήματα ή προσφορές οποιουδήποτε είδους, προσέφεραν ως αντίτιμο της ιάσεως των σωμάτων την πίστη στον χορηγό της αιώνιας σωτηρίας Χριστό.

Καθώς η φήμη τους απλώθηκε στα πέρατα, άνθρωποι από όλον τον κόσμο προσέρχονταν να τους βρουν στο χωριό όπου διέμεναν κοντά στη Ρώμη για να ζητήσουν τις προσευχές τους· και όσοι θεραπεύονταν από αυτούς επέστρεφαν στο σπίτι τους φωτισμένοι από την πίστη, διακηρύσσοντας την ευσπλαχνία του Θεού. Η φήμη αυτή γέννησε ωστόσο τον φθόνο και το μίσος των πιο φανατικών ειδωλολατρών της περιοχής, οι οποίοι έσπευσαν να τους καταγγείλουν στον αυτοκράτορα. Με το επιχείρημα ότι η επιτυχία των αγίων έθετε σε κίνδυνο τη λατρεία των θεών που προστάτευαν την αυτοκρατορική εξουσία, τους κατηγόρησαν ότι χρησιμοποιούσαν μαγικές επωδούς για να διαδίδουν τη χριστιανική θρησκεία. Ο μονάρχης ανησύχησε από τα λόγια αυτά και έστειλε στρατιώτες να τους αναζητήσουν στον τόπο όπου συνήθως θεράπευαν τους ασθενείς. Οι ντόπιοι κάτοικοι όμως, έγκαιρα προειδοποιημένοι, πήραν τους αγίους και τους έκρυψαν σε σπήλαιο απρόσιτο μέσα στα βουνά, όπου παρέμειναν πολλές ημέρες, τρεφόμενοι μόνο με τις αδιάλειπτες προσευχές και τους ύμνους που ανέπεμπαν στον Θεό. Εν τω μεταξύ οι στρατιώτες προκειμένου να μην επιστρέψουν άπρακτοι και φοβούμενοι να παρουσιαστούν με άδεια χέρια στο παλάτι, συνέλαβαν άνδρες και γυναίκες ευγενικής καταγωγής, τους έδεσαν και τους οδήγησαν στη Ρώμη. Όταν οι άγιοι Ανάργυροι έμαθαν το νέο αυτό, θεώρησαν απαράδεκτο να υποστούν κακομεταχείριση άλλοι άνθρωποι στη θέση τους και οι ίδιοι να στερηθούν τη δόξα του μαρτυρίου που επιθυμούσαν. Απωθώντας με αποφασιστικότητα όσους ήθελαν με κλαυθμούς και οδυρμούς να συγκρατήσουν τους γιατρούς και διδασκάλους τους, έσπευσαν να προφθάσουν τη συνοδεία. Αφού περπάτησαν νύκτα και μέρα, μόλις διέκριναν τους στρατιώτες φώναξαν: «Είμαστε ο Κοσμάς και ο Δαμιανός, αυτοί που γυρεύετε. Αφήστε ελεύθερους αυτούς που συλλάβατε στη θέση μας και οδηγείστε μας όπου θέλετε!». Κατάπληκτοι οι στρατιώτες υπάκουσαν και την επόμενη μέρα τούς οδήγησαν στον αυτοκράτορα διηγούμενοι όσα συνέβησαν. Καθισμένος σε ψηλό θρόνο, μέσα σε πολυπληθή σύναξη, ο Καρίνος πρόσταξε να παρουσιαστούν οι άγιοι και τους είπε: «Εσείς είστε που απορρίπτετε τους θεούς και όσους τους λατρεύουν και αποδίδετε τις θεραπείες σας με μαγικά μέσα σε έναν κακοποιό λεγόμενο Χριστό, που θανατώθηκε με βίαιο τρόπο;». Ατάραχοι και πλήρεις παρρησίας οι άγιοι αποκρίθηκαν: «Δεν είμαστε ούτε αγύρτες ούτε μάγοι, ω αυτοκράτορα, γιατί εκεί βρίσκεται το έργο των δαιμόνων, αλλά έχοντας αναγνωρίζει ότι Εκείνος τον Οποίο αποκαλείς νεκρό Ιησού, είναι ο μόνος αληθινός Θεός που ήλθε να πάθει εκουσίως, προκειμένου να μας χορηγήσει την αιώνια ζωή διά της Αναστάσεώς Του μετά την τριήμερη ταφή Του, αποστραφήκαμε τη μάταιη λατρεία των ειδώλων και τα νεκρά πράγματα, για να αφιερωθούμε στον ζώντα Θεό. Στο Όνομά Του θεραπεύεται κάθε αρρώστια και οι δαίμονες φεύγουν ανίσχυροι. Δωρεάν θεραπεύουμε, σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου ημών που μας συνέστησε να δίδουμε δωρεάν ό,τι δωρεάν ελάβαμε από Αυτόν (Ματθ. 10, 9). Αυτή είναι η επιστήμη μας και αυτό είναι το φάρμακο των χριστιανών που θεραπεύει και σώζει». Ο ηγεμόνας εξοργισμένος τους διέταξε με απειλή φοβερών τιμωριών να υποταχθούν στην προγονική θρησκεία των Ρωμαίων, σύμφωνα με την οποία οι θεοί είναι εκείνοι που διδάσκουν τις επιστήμες και τις τέχνες στους ανθρώπους, και κυρίως ο μέγας Ασκληπιός, που προΐσταται σε κάθε θεραπεία. Οι άγιοι τού αποκρίθηκαν: «Είμαστε έτοιμοι να υπομείνουμε για τον Χριστό, τον αληθινό Θεό, όσες τιμωρίες μπορείς να επινοήσεις, διότι αντί γι’ αυτές ο Θεός μάς προσφέρει ατελεύτητες απολαύσεις. Και όπως σε μια γιορτή οινοχοούν στους συνδαιτυμόνες το ποτό της βραδιάς,δώσε μας εκτός του θανάτου για τον Χριστό κάποια από τα πάθη που Εκείνος υπέστη για μας. Όσο για σένα, αφού δεν θέλησες να μάθεις με τη λογική αυτό που αφορά την Αλήθεια, να ξέρεις ότι η στρεβλή διάνοιά σου θα μάθει σύντομα στην πράξη». Ένα εξαιρετικά βίαιο ρίγος διέτρεξε όλο το σώμα του αυτοκράτορα και ευθύς, σαν να συντρίβονταν οι σπόνδυλοί του, το πρόσωπό του στράφηκε πίσω, ανίκανο να γυρίσει δεξιά ή αριστερά. Η ομήγυρη έκθαμβη αναφώνησε: «Μέγας Θεός, ο Χριστός!». Και ο ίδιος ο αυτοκράτορας, απαρνούμενος την αλαζονεία του, έβγαλε τον πορφυρό μανδύα και ρίχνοντάς τον στους αγίους τούς ικέτευσε να παρέμβουν για χάρη του. Καθώς εκείνοι του απάντησαν ότι μόνον η πίστη και η ομολογία του Χριστού ως Θεού μπορούσαν να τον θεραπεύσουν, αναφώνησε: «Πιστεύω σ’ Εσένα, Χριστέ, και ομολογώ ότι είσαι Θεός αληθινός!». Μόλις οι άγιοι Ανάργυροι έθεσαν τα χέρια τους πάνω του προσευχόμενοι, ο αυχένας του επανήλθε και η θεραπεία του ηγεμόνα στερέωσε στην πίστη όλους τους παρευρισκομένους. Λίγο αργότερα ο Καρίνος διέταξε την καταστροφή των ειδωλίων και την ανέγερση ναών στο Όνομα του Χριστού, κάλεσε δε τους υπηκόους του να ασπαστούν την Πίστη, τόσο στη Ρώμη όσο και στην υπόλοιπη αυτοκρατορία. Κατόπιν, καλώντας τον επίσκοπο Φήλικα δήλωσε ότι θέλει να λάβει το άγιο Βάπτισμα. Όσο για τους αγίους Αναργύρους, αφού αρνήθηκαν ως συνήθως το χρυσάφι και τα πλούτη που τους προσέφερε ο αυτοκράτορας, επέστρεψαν εν ειρήνη στην κατοικία τους, εξαιρετικά τιμώμενοι από όλους.

Ο ειδωλολάτρης δάσκαλός τους διαπιστώνοντας την πάγκοινη φήμη για τους δύο αδελφούς που συνέχιζαν να επιτελούν αναρίθμητες θεραπείες, βυσσοδομούσε εναντίον τους με δολοφονικές σκέψεις, ενώ υποκρινόταν απέναντί τους στοργικά αισθήματα. Όταν ήρθε ο καιρός να μαζέψει ιατρικά βότανα στο βουνό, σε τόπους απόκρημνους και δυσπρόσιτους, γνωστούς μόνο σ’ αυτόν, πρότεινε στους δύο μαθητές του να τον συντροφεύσουν. Αθώοι και με αγνή καρδιά οι νέοι τον ακολούθησαν, όπως παλιά ο Ισαάκ για να θυσιαστεί από τον πατέρα του (Γέν. 22). Αφού τους χώρισε για να μαζέψουν βότανα σε διαφορετικά μέρη, ο αχρείος γιατρός σήκωσε με τα δυο του χέρια μια βαριά πέτρα και από το ύψος ενός ακρωτηρίου συνέτριψε το κεφάλι ενός των αδελφών, κατόπιν δε, ορμώμενος από δαιμονική λύσσα έτρεξε προς τον δεύτερο και τον λιθοβόλησε συντρίβοντας τα οστά του. Έσκαψε ύστερα λάκκο και έκρυψε τα σκηνώματα των δύο αγίων μαρτύρων και επέστρεψε στο χωριό διαδίδοντας ότι οι δύο αδελφοί αποσύρθηκαν για να αφιερωθούν στον Θεό για κάποιο διάστημα. Πολύ σύντομα οι κάτοικοι διαπίστωσαν ότι η απουσία τους ήταν δυσβάσταχτη και ξεκίνησαν προς αναζήτησή τους στο βουνό. Στον δρόμο συνάντησαν ανθρώπους που μόλις είχαν απελευθερωθεί από ακάθαρτα δαιμόνια με τη βοήθεια θεϊκής δυνάμεως. Οδηγήθηκαν από αυτούς στον τόπο όπου είχε λάβει χώρα το θαύμα αυτό και το καθάρισαν, βρήκαν τα θαμμένα σώματα. Αφού τα εκταφίασαν με ευλάβεια, έγινε η μετακομιδή τους με ευχαριστήριους ψαλμούς και ύμνους και κατατέθηκαν στον ίδιο τάφο. Έκτοτε οι άγιοι Ανάργυροι δεν έπαυσαν να επιτελούν πλήθος θαυμάτων: άλλοι έβρισκαν ίαση τιμώντας τα τίμιά τους λείψανα, σε άλλους φανερώνονταν σε όραμα και για άλλους έφθανε και μόνο η επίκληση του ονόματός τους για να εξασφαλίσουν την ίασή τους.
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 11ος (Ιούλιος)

ΙΟΥΛΙΟΣ- ΝΕΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

 


ΝΕΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΤΟΜΟΣ ΙΑ΄

ΙΟΥΛΙΟΣ 

ΕΔΩ

Προτιμώμενο πρόγραμμα για την ανάγνωση των αρχείων 
που είναι σε μορφή djvu  είναι το sumatrapdfreader

Δημοφιλείς αναρτήσεις