Τρίτη 5 Δεκεμβρίου 2023

Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΗΓΙΑΣΜΕΝΟΣ

 


Παρακλητικός Κανών στον Άγιο Σάββα τον Ηγιασμένο ΕΔΩ

Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΗΓΙΑΣΜΕΝΟΣ

Ο όσιος και θεοφόρος πατήρ ημών Σάββας, ο άγγελος εν σώματι και της ερήμου της Παλαιστίνης ο πολιστής, γεννήθηκε στο Μουταλάσκη (σημ. Τάλας), μικρό χωριό της Καππαδοκίας, το 439. Ήδη σε ηλικία οκτώ ετών κατενόησε την ματαιότητα των εγκοσμίων και με καρδιά πλήρη θείου έρωτος προσήλθε στην Μονή των Φλαβιανών που ήταν κοντά στην γενέτειρά του. Παρά τις προσπάθειες των συγγενών του να τον απομακρύνουν, ο Σάββας έμεινε στην Μονή και γρήγορα μυήθηκε στην τάξη του μοναχικού βίου και ιδιαίτερα στην εγκράτεια και στην αποστήθιση του Ψαλτηρίου. Μια ημέρα, την ώρα που εργαζόταν στον κήπο, του ήλθε η επιθυμία να φάει ένα μήλο. Μόλις όμως το έκοψε από το δέντρο, αμέσως κατανίκησε τον δαίμονα της γαστριμαργίας πετώντας το μήλο καταγής λέγοντας:  
     «Ὡραῖος ἦν εἰς ὅρασιν 
     καὶ καλὸς εἰς βρῶσιν 
     θανατώσας καρπὸς διὰ τοῦ Ἀδάμ,
     αὐτοῦ προτιμήσαντος 
     τοῦ νοητοῦ κάλλους
     τὸ τοῖς σαρκίνοις ὀφθαλμοῖς 
     φανὲν τερπνὸν
     καὶ τῶν πνευματικῶν ἀπολαύσεων 
     τὴν πλησμονὴν τῆς γαστρὸς 
     τιμιωτέραν θεμένου, 
     δι’ οὗ καὶ ὁ θάνατος 
     εἰς τὸν κόσμον εἰσῆλθεν· 
     μὴ τοίνυν ἀπονεύσω 
     τοῦ κάλλους τῆς ἐγκρατείας 
     ψυχικῶν τινι νυσταγμῶν βαρηθείς· 
     ὥσπερ γὰρ πάσης προηγεῖται ἄνθος, 
     οὕτως ἡ ἐγκράτεια
     πάσης προηγείται ἀγαθοεργίας»
     (βλ. Κύριλλος Σκυθοπολίτης:
     «Βίος τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Σάββα»,
     Φιλοκαλία, ΕΠΕ 5, 195-445).

Και για να κατατροπώσει τελείως τον πειρασμό της ενδόμυχης επιθυμίας, μέχρι τέλους του βίου του δεν έφαγε ποτέ του μήλο. Το μικρό παιδί ήταν τόσο αποφασισμένο και είχε αποκτήσει τόση ωριμότητα, ώστε αφιερωνόταν στους αγώνες της νηστείας και της αγρυπνίας ωσάν έμπειρος ασκητής και υπερέβαινε τους συμμοναστές του στην ταπείνωση, την υπακοή και την εγκράτεια.

Μετά από δέκα χρόνια στην μονή, έλαβε την ευλογία του ηγουμένου να μεταβεί στα Ιεροσόλυμα (456). Πληροφορήθηκε την φήμη του οσίου Ευθυμίου [20 Ιαν.] και με δάκρυα στα μάτια τον ικέτευσε να τον δεχθεί μεταξύ των μαθητών του· ο όσιος γέροντας όμως τον έστειλε πρώτα στο κοινόβιο που διηύθυνε ο όσιος Θεόκτιστος [3 Σεπτ.], διότι δεν συνήθιζε να δέχεται αγένειους νέους μεταξύ των σκληραγωγημένων ασκητών της ερήμου.

Υπόδειγμα ταπείνωσης και αποκοπής του ιδίου θελήματος, ο Σάββας υπό την καθοδήγηση του Θεοκτίστου, αφιέρωνε όλη την ημέρα στην υπηρεσία των αδελφών και περνούσε όλη την νύχτα δοξολογώντας τον Κύριο. Σε τέτοια τελειότητα αρετής είχε φθάσει, ώστε ο άγιος Ευθύμιος τον ονόμασε «παιδαριογέροντα».

Μετά την κοίμηση του Θεοκτίστου (469), ο Σάββας πήρε ευλογία να αποσυρθεί και να ασκητεύσει μόνος σ’ ένα σπήλαιο σε κάποια απόσταση από το κοινόβιο. Τις πέντε ημέρες της εβδομάδας προσευχόταν αδιαλείπτως σε απόλυτη νηστεία, έχοντας ως εργόχειρο το πλέξιμο καλαθιών από φύλλα φοινίκων. Το Σάββατο και την Κυριακή ερχόταν στο κοινόβιο για να εκκλησιαστεί και να φάει στην τράπεζα μαζί με τους αδελφούς. Κατά την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής (από τις 14 Ιανουαρίου έως την Κυριακή των Βαΐων), ο όσιος Ευθύμιος συνήθιζε να τον παίρνει μαζί του στην έρημο «Ρουβά» για να ασκηθεί στις υψηλότερες αρετές, πλησιάζοντας τον Κύριο με σιωπή και μέσα στην απουσία κάθε ανθρώπινης παρηγοριάς. Έφθασε έτσι ο Σάββας στα μέτρα των μεγάλων ασκητών της ευσεβείας και μετά την κοίμηση του οσίου Ευθυμίου αποσύρθηκε οριστικά στην αδυσώπητη έρημο για να αντιμετωπίσει ολομόναχος τον Σατανά και τους δούλους του, οπλισμένος με το σημείο του Σταυρού και την επίκληση του αγίου Ονόματος του Χριστού. 
Μετά τέσσερα χρόνια στην έρημο, ένας άγγελος τον οδήγησε σ’ ένα σπήλαιο στο χείλος μιας ρεματιάς της αριστερής όχθης του χειμάρρου των Κέδρων. Πέρασε πέντε χρόνια (478-483) αφιερωμένος στην προσευχή και στην θεωρία. Κατόπιν, έχοντας πληροφορία από τον Θεό ότι ήταν πλέον καιρός, άρχισε να δέχεται μαθητές. Σε καθέναν έδινε ένα κελλί σ’ ένα από τα πολλά σπήλαια της περιοχής και τους δίδασκε έμπρακτα τις αρετές του μοναχικού βίου. Καθώς οι μαθητές του είχαν φθάσει στους εβδομήντα, εισακούσθηκαν οι προσευχές του αγίου και ο Κύριος έκανε να αναβλύσει μια πηγή στην ρεματιά για την παρηγοριά τους. Για τις κοινές ακολουθίες οι αδελφοί συγκεντρώνονταν σ’ ένα μεγάλο σε σχήμα ναού σπήλαιο, το οποίο ανακάλυψε ο όσιος Σάββας οδηγούμενος από πύρινο στύλο. Η λαύρα μεγάλωνε αδιάκοπα· εκατόν πενήντα ασκητές εγκαταβίωναν εκεί και μεγάλος ήταν ο αριθμός των προσκυνητών που προσέρχονταν για να βρουν την υγεία τους και να προσφέρουν τα δώρα τους, χάρις στα οποία καλύπτονταν όλες οι ανάγκες των μοναχών, που έτσι απέφευγαν τις βιοτικές μέριμνες. Παρά την επιθυμία του να αποφύγει την Ιερωσύνη, ο ταπεινός Σάββας αναγκάσθηκε να δεχθεί την χειροτονία σε πρεσβύτερο, σε ηλικία πενήντα τριών ετών, για να διασφαλίσει την σωστή τάξη του πνευματικού ποιμνίου του. 
Ο μεγάλος αριθμός των μαθητών δεν εμπόδισε ωστόσο τον πόθο του για την ησυχία και, κάθε χρόνο, πιστός στις συνήθειες του πνευματικού του πατρός Ευθυμίου, αποσύρονταν στα βάθη της ερήμου την Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Μια χρονιά εγκαταστάθηκε στον λόφο του Καστελλίου, τον οποίον λυμαίνονταν δαίμονες. Αφού τους εξεδίωξε με τις προσευχές του, ίδρυσε εκεί ένα νέο κοινοβιακό μοναστήρι για ήδη δοκιμασμένους μοναχούς (492). Για εκείνους που είχαν μόλις αποτάξει τα εγκόσμια ίδρυσε ένα τρίτο καθίδρυμα, βόρεια της λαύρας, ώστε να διδαχθούν τα του ασκητικού βίου και να μάθουν από στήθους το Ψαλτήριο. Άφησε να εγκαταβιώνουν κατά μόνας μόνο οι έμπειροι μοναχοί, που είχαν ήδη αξιωθεί της διάκρισης των λογισμών και της νήψης, ήταν ταπεινοί στην καρδιά και είχαν πλήρως αποκόψει το ίδιον θέλημα. Όσο για τους αγένειους νέους, τους έστειλε στο κοινόβιο του αγίου Θεοδοσίου [11 Ιαν.]. 
Καθώς την εποχή εκείνη οι πολυάριθμοι μοναχοί της Παλαιστίνης ταράσσονταν από τις μηχανεύσεις των αιρετικών μονοφυσιτών που αντιτίθεντο στην Σύνοδο της Χαλκηδόνος, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Σαλούστιος όρισε τον άγιο Θεοδόσιο και τον άγιο Σάββα αρχιμανδρίτες και εξάρχους (494) όλων των μονών που εξαρτώντο από την Αγία Πόλη: τον Θεοδόσιο για τους κοινοβιάτες και τον Σάββα για τους αναχωρητές και τους κελλιώτες μοναχούς στις λαύρες. Φοβερός πολέμιος των δαιμόνων, ο άγιος Σάββας ήταν όλος πραότητα και διάκριση έναντι των ανθρώπων. Έτσι, όταν δύο φορές κάποιοι από τους μοναχούς του στράφηκαν εναντίον του (490 και 503), ο όσιος γέροντας αποσύρθηκε οικειοθελώς δίχως να προσπαθήσει να δικαιολογηθεί ή να επιβάλει την εξουσία του, και δέχθηκε να επανέλθει στην θέση και το αξίωμά του μόνον κατόπιν επίμονης παράκλησης του Πατριάρχη. 
Έχοντας κατακτήσει την μακαρία απάθεια, ακλόνητα προσηλωμένος στον Κύριο, ο άγιος Σάββας ειρήνευε τα θηρία, θεράπευε τους αρρώστους και με τις προσευχές του έφερνε ευεργετικές βροχές στην περιοχή εκείνη που την έπληττε ξηρασία και λιμός. Ίδρυσε και άλλα μοναστήρια, ώστε πέρα από το λειτούργημα του εξάρχου των ερημιτών ήταν ηγούμενος επτά μοναστηριών. Ο οικιστής αυτός της ερήμου καθοδηγούσε με σύνεση τις λεγεώνες των πνευματικών πολεμιστών του και προσπαθούσε να τις διατηρήσει στην ενότητα της Πίστεως. Το 512 εστάλη μαζί με άλλους μοναχούς στην Κωνσταντινούπολη, στον αυτοκράτορα Αναστάσιο (491-518), που ευνοούσε τους μονοφυσίτες, για να στηρίξει την Ορθόδοξη Πίστη και να αποσπάσει φορολογικές ελαφρύνσεις υπέρ της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων. Ο πτωχός, ταπεινός και ρακένδυτος αυτός ασκητής, τον οποίον οι φρουροί των ανακτόρων στην αρχή τον απομάκρυναν νομίζοντάς τον για ζητιάνο, έκανε μεγάλη εντύπωση στον αυτοκράτορα και, καθ’ όλη την μακρά παραμονή του στην Βασιλεύουσα, ο Αναστάσιος συχνά τον καλούσε στο παλάτι για να ωφεληθεί από τις διδαχές του. Επιστρέφοντας στην Παλαιστίνη, ο άγιος Σάββας αναγκάσθηκε να αγωνισθεί πεισματικά ενάντια στις μηχανεύσεις του αιρετικού πατριάρχη Αντιοχείας Σεβήρου. Το 516, ο Σεβήρος, έχοντας εκ νέου παρασύρει τον αυτοκράτορα στα δίχτυα της πλάνης, κατόρθωσε να εκδιώξει τον άγιο Ηλία [20 Ιουλ.] από τον πατριαρχικό θρόνο των Ιεροσολύμων. Με προτροπή όμως του οσίου Σάββα και του οσίου Θεοδοσίου, έξι χιλιάδες μοναχοί συγκεντρώθηκαν για να πείσουν τον διάδοχό του Ιωάννη να υπεραμυνθεί της Συνόδου της Χαλκηδόνος. Καθώς μετά από αυτήν την διαδήλωση ο αυτοκράτορας ήταν έτοιμος να κάνει χρήση βίας, ο Σάββας τού έστειλε εξ ονόματος όλων των μοναχών των Αγίων Τόπων μια θαρραλέα αναφορά. Την ίδια χρονιά (518) πέθανε ο Αναστάσιος και, δόξα τω Θεώ, ο διάδοχός του Ιουστίνος Α΄ (518-527) υπερασπίσθηκε την Ορθόδοξη Πίστη και διέταξε να εγγραφεί η Σύνοδος της Χαλκηδόνος στα ιερά δίπτυχα. Ο άγιος Σάββας εστάλη τότε στην Σκυθόπολη και στην Καισάρεια για να αναγγείλει ο ίδιος την νίκη, εν μέσω της γενικής χαράς. 
Το 531, μετά την αιματηρή εξέγερση των Σαμαρειτών, ο Γέροντας εστάλη εκ νέου στην Κωνσταντινούπολη, στον ευλαβή αυτοκράτορα Ιουστινιανό (527-565), ζητώντας την συνδρομή και την προστασία του. Επιστρέφοντας προφήτευσε στον αυτοκράτορα την επανάκτηση της Ρώμης και της Αφρικής καθώς και την οριστική νίκη επί του μονοφυσιτισμού, του νεστοριανισμού και του ωριγενισμού, που θα αποτελούσε την δόξα της βασιλείας του. 
Επιστρέφοντας στα Ιεροσόλυμα, ο άγιος Σάββας έγινε δεκτός με μεγάλες χαρές και ο ακαταπόνητος αυτός εργάτης του Κυρίου βρήκε τον χρόνο να ιδρύσει άλλη μια μονή, την λεγομένη του Ιερεμίου, προτού αποσυρθεί οριστικά στην Μεγάλη Λαύρα. Σε ηλικία ενενήντα τεσσάρων ετών, ασθένησε και εκοιμήθη ειρηνικά εν Κυρίω, την Κυριακή 5 Δεκεμβρίου του 532. Το σκήνωμά του, το οποίο θαυματουργικώς διατηρήθηκε άφθορο, κατατέθηκε αρχικά στην Λαύρα, παρουσία πλήθους κληρικών, μοναχών και λαϊκών. Την εποχή των σταυροφοριών μεταφέρθηκε στην Βενετία και πρόσφατα επεστράφη στην μονή του (13/26 Οκτωβρίου 1965). 
Η Λαύρα του αγίου Σάββα έγινε στην συνέχεια κοινοβιακή μονή και διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στην ιστορία του μοναχισμού και της Εκκλησίας στην Παλαιστίνη. Πραγματικά, μεγάλος ο αριθμός των αγίων που εγκαταβίωσαν εκεί: Ιωάννης ο Δαμασκηνός [4 Δεκ.], Κοσμάς του Μαϊουμά [14 Οκτ.], Στέφανος όσιος [28 Οκτ.], Ανδρέας Κρήτης [4 Ιουλ.], κ.α. Εκεί συντάχθηκε και καθιερώθηκε και το «Τυπικόν» που ακόμη και σήμερα κανονίζει τις ιερές ακολουθίες μας και εκεί επίσης εγράφησαν πολλοί από τους θεϊκούς ύμνους της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας. 

«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 4ος (Δεκέμβριος)
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·

Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου 2023

Η ΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΒΑΡΒΑΡΑ


Η ΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΒΑΡΒΑΡΑ

Η αγία Βαρβάρα έζησε επί βασιλείας Διοκλητιανού (284-305). Ήταν θυγατέρα του τοπάρχη της Ηλιουπόλεως (σημ. Μπάαλμπεκ στον Λίβανο) Διοσκόρου, πλούσιου ειδωλολάτρη. Επιθυμώντας να διαφυλάξει την εξαίρετη ωραιότητά της, ο Διόσκορος, που ετοιμαζόταν να αναχωρήσει σε ταξίδι μακρινό, έκλεισε την κόρη του σε πύργο υψηλό στο παλάτι του ώστε κανείς άνδρας να μην την βλέπει. Είχε φροντίσει να της δώσει όλα τα αγαθά καθώς και εκλεκτή μόρφωση, δεν μπόρεσε όμως να εμποδίσει την κόρη του να ασκήσει την διάνοιά της σύμφωνα με την εικόνα του Θεού που υπάρχει μέσα σε κάθε άνθρωπο. Στοχαζόμενη την ανταύγεια της παρουσίας του Θεού στην φύση, η Βαρβάρα από μόνη της έφθασε σε γνώση του Ενός Τριαδικού Θεού· αποστράφηκε από τις ματαιότητες και η καρδιά της σκιρτούσε μόνο για τον Χριστό, τον Επουράνιο Νυμφίο. Ο Διόσκορος είχε διατάξει επίσης να χτίσουν στην βάση του πύργου ένα λουτρό και διέταξε να φτιάξουν μόνο δύο παράθυρα. Βλέποντας την οικοδόμηση του λουτρού κατά την απουσία του πατέρα της, η Βαρβάρα ζήτησε από τους εργάτες να ανοίξουν ένα τρίτο παράθυρο, ώστε η αίθουσα να φωτίζεται από φως τριπλό, σύμβολο του τριαδικού φωτός του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, που φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο. Όταν επέστρεψε από το ταξίδι του ο Διόσκορος με πολλές προτάσεις για πλούσια συνοικέσια, αντιμετώπισε την ισχυρή άρνηση της νεαρής κόρης, η οποία επιθυμούσε να αφιερώσει την παρθενία της στον Χριστό. Η κατάπληξη του σκληρόκαρδου εκείνου ανθρώπου μετεβλήθη σε βίαιη οργή όταν έμαθε ότι με εντολή της κόρης του είχαν ανοίξει τρίτο παράθυρο στο κτίριο του λουτρού. Ζήτησε να μάθει τον λόγο και η Βαρβάρα έκανε ενώπιόν του το σημείο του Σταυρού και δείχνοντάς του τα τρία ενωμένα της δάχτυλα, του είπε: «Πατήρ, Υιός και Άγιον Πνεύμα· αυτό το μοναδικό φως φωτίζει όλη την κτίση και μέσω του σημείου του Σταυρού σώζονται οι άνθρωποι». Έξαλλος ο Διόσκορος άρπαξε το σπαθί του και πήγε να την αποκεφαλίσει επί τόπου· ευτυχώς η νεαρά παρθένος διέφυγε και κατέφυγε στο βουνό, όπου ένας βράχος σχίσθηκε θαυματουργικά στα δύο για να την δεχθεί. 
Χάρις στην πληροφορία ενός πονηρού βοσκού, ο πατέρας της τελικά την ανακάλυψε και την έσυρε ενώπιον του έπαρχου, όπου η αγία διαπρυσίως ομολόγησε τον Χριστό και χλεύασε τα είδωλα. Την μαστίγωσαν τότε ανελέητα με βούνευρα, καταξέσχισαν τις σάρκες της με σιδερένια άγκιστρα, έκαυσαν τα πλευρά της και χτύπησαν με σφύρα το κεφάλι της. Την έριξαν σε σκοτεινή φυλακή και το σώμα της αγίας ήταν όλο μια πληγή αιμάσσουσα. Το ίδιο βράδυ, της παρουσιάσθηκε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ακτινοβολώντας επουράνιο φως, θεράπευσε όλες τις πληγές της και της είπε να μείνει σταθερή στο φρόνημά της ώστε να την έχει υπό την σκέπη Του μέχρι το τέλος του αγώνα της. 
Την επομένη η Βαρβάρα παρουσιάσθηκε για δεύτερη φορά ενώπιον του ηγεμόνα, ο οποίος εξεπλάγη από την αιφνίδια ίαση. Την υπέβαλε εκ νέου σε βασανιστήρια και διέταξε να την γδύσουν και να την περιφέρουν γυμνή σε δημόσια καταισχύνη. Ο Κύριος όμως δεν άφησε τα δυσσεβή βλέμματα να σπιλώσουν την αγνότητα της παρθένου και αίφνης φωτεινή νεφέλη κατήλθε εξ Ουρανού και τύλιξε την παρθενομάρτυρα με ιμάτιο φωτεινό. 
Βλέποντας την καρτερία της αγίας και τα θαύματα με τα οποία ο Θεός εκδήλωνε την εύνοιά Του προς αυτήν, μια νεαρή γυναίκα, Ιουλιανή ονόματι, διακήρυξε και αυτή την πίστη της στον Χριστό και την απόφασή της να συμμερισθεί την μοίρα της Βαρβάρας. Αμέσως την συνέλαβαν και την υπέβαλαν σε βασανιστήρια. Τέλος, ο ηγεμόνας αποφάσισε να θανατώσει με αποκεφαλισμό τις δύο κόρες. Όταν ανήγγειλε την απόφασή του, ο Διόσκορος, που ήταν παρών σε όλα τα βασανιστήρια της κόρης του, πρότεινε ο άσπλαχνος να την αποκεφαλίσει με τα ίδια του τα χέρια. Στην κορυφή του βουνού όπου θα τις θανάτωναν, οι δύο κόρες έφθασαν με χαρά και παρέδωσαν ταυτόχρονα τις ψυχές τους στον Κύριο· η Ιουλιανή αποκεφαλίσθηκε από έναν δήμιο, ενώ την αγία Βαρβάρα την αποκεφάλισε εκείνος που την είχε φέρει στην ζωή. Η θεία δίκη όμως δεν άργησε: μόλις ο σκληρόκαρδος Διόσκορος πήρε τον δρόμο του γυρισμού, τον χτύπησε κεραυνός και τον έκανε στάχτη.

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ
Ἦχος δ΄.
Βαρβάραν τὴν ἁγίαν τιμήσωμεν·
ἐχθροῦ γὰρ τὰς παγίδας συνέτριψε,
καὶ ὡς στρουθίον ἐρρύσθη ἐξ αὐτῶν,
βοηθείᾳ καὶ ὅπλῳ τοῦ Σταυροῦ
ἡ πάνσεμνος.

Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας
Τόμ. 4ος (Δεκέμβριος),
Εκδόσεις «Ίνδικτος»

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ

 

ΠΗΓΗ: ΤΟ ΕΙΛΗΤΑΡΙΟΝ

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ 
Η πρωτεύουσα της Συρίας, η Δαμασκός, περιήλθε στην αραβική κυριαρχία το 635 και έγινε πρωτεύουσα του Χαλιφάτου. Οι κατακτητές καταπίεζαν πολύ τους χριστιανούς, ο Σέργιος Μονσούρ όμως, γόνος επιφανούς χριστιανικής οικογενείας της πόλεως, κατόρθωσε να αποκτήσει την εμπιστοσύνη του Άβδουλ-Μάλικ (608-705) και να γίνει γενικός επίτροπος των υποθέσεων του χριστιανικού πληθυσμού που κατέβαλλε φόρο. Ο καλός και δίκαιος αυτός άνθρωπος ήταν ο κατά σάρκα πατέρας του οσίου πατρός ημών Ιωάννου του λεγομένου «Δαμασκηνού», του μελωδικού αυτού σκεύους εκλογής του Αγίου Πνεύματος. 
Ο Ιωάννης γεννήθηκε περί το 675 (ή 655) και από την παιδική του ηλικία διδάχθηκε τις μεγάλες αρετές της ελεημοσύνης και της φιλευσπλαχνίας από τον πατέρα του, ο οποίος χρησιμοποιούσε τον σημαντικό πλούτο του για την εξαγορά και την απελευθέρωση των χριστιανών αιχμαλώτων. Αργότερα, ο Ιωάννης πρόκοψε πολύ στη σοφία μαζί με τον άγιο Κοσμά [14 Οκτ.], που υιοθέτησε ο Σέργιος όταν ο άγιος έμεινε ορφανός. Οι δύο αδελφοί μυήθηκαν στη φιλοσοφία και στις θύραθεν επιστήμες από τον λόγιο μοναχό Κοσμά, που καταγόταν από την Ιταλία, και τον οποίο ο Σέργιος είχε εξαγοράσει από τους Άραβες. Η μεγάλη τους οξύνοια και η σεμνή διαγωγή των δύο νέων τούς έκαναν να προοδεύσουν γρήγορα και να διακριθούν ιδιαίτερα στην τέχνη της ποιήσεως και της μουσικής και, μετά από πολλά χρόνια, ο διδάσκαλός τους Κοσμάς, αναγνωρίζοντας ότι δεν έχει τίποτε άλλο πλέον να τους διδάξει, ζήτησε από τον πατέρα τους την άδεια να αποσυρθεί για να τελειώσει τον βίο του στην περίφημη Λαύρα του Αγίου Σάββα του Ηγιασμένου [5 Δεκ.]. 
Τέλειος γνώστης της ελληνικής και αραβικής γλώσσας, ο Ιωάννης ακολούθησε λαμπρή σταδιοδρομία στη δημόσια διοίκηση και μετά τον θάνατο του πατέρα του τον διαδέχθηκε στο υψηλό του αξίωμα, επί χαλίφη Ουαλίδ (705-715). Λίγο αργότερα ανήλθε στον θρόνο του Βυζαντίου ο Λέων Γ΄ ο Ίσαυρος (717-741), που πολύ σύντομα άρχισε να ταλαιπωρεί την Αγία του Χριστού Εκκλησία διώκοντας την ευλαβή προσκύνηση των ιερών εικόνων. Το πληροφορήθηκε αυτό ο διάπυρος υπέρμαχος της Πίστεως, Ιωάννης, και έστειλε από τη Δαμασκό πολλές επιστολές στο Βυζάντιο υπερασπιζόμενος με επιχειρήματα που αντλούσε από την Αγία Γραφή και τις διδαχές των αγίων Πατέρων την τιμητική προσκύνηση των σεπτών εικόνων. Η πράξη του αυτή προκάλεσε την οργίλη μανία του αυτοκράτορα, ο οποίος για να απαλλαγεί από τον Ιωάννη ενήργησε ώστε να φθάσει στα χέρια του Ουαλίδ μια επιστολή που δήθεν είχε συντάξει ο Ιωάννης, στην οποία καλούσε τον αυτοκράτορα να εκστρατεύσει και να καταλάβει τη Δαμασκό. Έξαλλος ο χαλίφης διέταξε να κόψουν το δεξί χέρι του συμβούλου του. Το ίδιο βράδυ ο Ιωάννης τοποθέτησε το κομμένο χέρι κοντά στην εικόνα της Κυρίας Θεοτόκου και με δάκρυα στα μάτια προσευχήθηκε στην Παντάνασσα να του ξαναδώσει το χέρι του. 
Κατόπιν, αποκοιμήθηκε και είδε την εικόνα να ζωντανεύει και την Παναγία να τον παρηγορεί. Όταν ξύπνησε, διαπίστωσε με άφατη αγαλλίαση ότι το χέρι του είχε συγκολληθεί και έκτοτε το αφιέρωσε στη συγγραφή ύμνων και τροπαρίων για την Υπεραγία Θεοτόκο και τον Σωτήρα Χριστό, καθώς και στην υπεράσπιση της αγίας Ορθοδόξου Πίστεως [1]. Παρά τις συκοφαντίες των αυλικών του, ο χαλίφης πίστευσε στη θαυματουργική ίαση και θέλησε να αποκαταστήσει τον Ιωάννη στο παλαιό του αξίωμα. Εκείνος όμως ζήτησε και έλαβε τελικά την άδεια να αποσυρθεί οριστικά και μαζί με τον Κοσμά πήγε στα Ιεροσόλυμα για να γίνει μοναχός στη Λαύρα του Αγίου Σάββα. 
Με υπόδειξη του ηγουμένου της Λαύρας, ο Ιωάννης υποτάχθηκε στην πνευματική καθοδήγηση ενός γέροντα, έμπειρου μεν στους αγώνες της αρετής, αλλά τραχέος, αυστηρού και απαιτητικού. Ο γέροντας αυτός του απαγόρευσε κάθε δραστηριότητα που του υπενθύμιζε το ένδοξό του παρελθόν (φιλοσοφία, επιστήμες, ποίηση, υμνωδία και συγγραφή) και πρόσταξε τον Ιωάννη να αφιερωθεί δίχως μεμψιμοιρία στα πιο ταπεινά διακονήματα ώστε να προκόψει στην υπακοή και στην ταπείνωση. Με διάπυρο ζήλο ο νεαρός Ιωάννης αφιερώθηκε στην αποκοπή του ιδίου θελήματος και στην αποταγή του παρελθόντος βίου του. Μια μέρα όμως, ενέδωσε στις παρακλήσεις ενός γείτονα που μόλις είχε χάσει έναν συγγενή του και, παρά την απαγόρευση του γέροντα, συνέθεσε προς παρηγορία του ένα υπέροχο και αρκετά γνωστό τροπάριο που ψάλλεται ακόμα στις μέρες μας κατά τη Νεκρώσιμη Ακολουθία:
«Πάντα ματαιότης τὰ ἀνθρώπινα, ὅσα οὐχ ὑπάρχει μετὰ θάνατον· οὐ παραμένει ὁ πλοῦτος, οὐ συνοδεύει ἡ δόξα·ἐπελθὼν γὰρ ὁ θάνατος, ταῦτα πάντα ἐξηφάνισται. Διὸ Χριστῷ τῷ ἀθανάτῳ Βασιλεῖ βοήσωμεν· Τὸν μεταστάντα ἐξ ἡμῶν ἀνάπαυσον, ἔνθα πάντων ἐστὶν εὐφραινομένων ἡ κατοικία».
Δηλαδή:
«Όλα τα ανθρώπινα πράγματα είναι παροδικά και δεν υπάρχουν μετά τον θάνατο· ούτε τα πλούτη παραμένουν, ούτε η δόξα μάς συνοδεύει. Διότι, όταν έρχεται ο θάνατος, όλα αυτά θα εξαφανιστούν. Γι’ αυτό ας φωνάξουμε στον αθάνατο Βασιλιά, τον Χριστό μας· Κύριε, αυτόν που πήρες από εμάς, ας τον αναπαύσεις εκεί που βρίσκεται η κατοικία όλων αυτών που γεύονται την ευφροσύνη της Βασιλείας Σου» [2].
Πληροφορούμενος την ανυπακοή αυτή, ο γέροντάς του τον πρόσταξε να μαζέψει όλες τις ακαθαρσίες της Λαύρας με τα ίδια του τα χέρια. Ο Ιωάννης υπάκουσε χωρίς καθόλου να γογγύσει. Λίγες μέρες αργότερα όμως, παρουσιάσθηκε η Θεοτόκος στον σκληρότροπο γέροντα και τον διέταξε να μη φράζει άλλο τη θαυμάσια κρήνη που αναβλύζει αυτό το ευωδιαστό νάμα της εκκλησιαστικής ποιήσεως και να αφήσει ανεμπόδιστο και ελεύθερο τον υποτακτικό του να συνθέτει ύμνους και ποιήματα που επρόκειτο να ξεπεράσουν σε ωραιότητα και γλυκύτητα τους Ψαλμούς του Δαβίδ, αλλά και τις Ωδές των αγίων Προφητών. 
Ως λύρα καλλικέλαδος ο Ιωάννης, άρχισε τότε με την άνωθεν έμπνευση του Αγίου Πνεύματος να μέλπει πολλούς ύμνους τέλειας αρμονίας, το περιεχόμενο των οποίων αποτύπωνε τους πλέον βαθείς θεολογικούς στοχασμούς των Πατέρων της Εκκλησίας. Συνέθεσε τον Κανόνα που ψάλλουμε το Πάσχα και το μεγαλύτερο μέρος των αναστάσιμων ύμνων της «Ὀκτωήχου» [3]. Συνέγραψε, επίσης, θαυμάσιους Κανόνες και εξαίσιους Λόγους εγκωμιάζοντας Δεσποτικές και Θεομητορικές εορτές και εορτές Αγίων. Παράλληλα με το χάρισμα του μελωδού, έλαβε παρά Θεού τη δωρεά της θεολογικής έκφρασης. Χωρίς να προσθέτει κάτι καινούργιο στις δογματικές αλήθειες που είχαν διδάξει στο παρελθόν Πατέρες της Εκκλησίας, όπως οι άγιοι Γρηγόριος ο Θεολόγος [25 Ιαν.· 30 Ιαν.], Βασίλειος ο Μέγας [1 Ιαν.· 30 Ιαν.], Ιωάννης ο Χρυσόστομος [13 Νοεμ.· 27 Ιαν.· 30 Ιαν.], Γρηγόριος Νύσσης [10 Ιαν.], Μάξιμος ο Ομολογητής [21 Ιαν.· 13 Αυγ.] κ.α., ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός διετύπωσε στην τριλογία «Πηγὴ Γνώσεως» [4] την ουσία της χριστιανικής Πίστεως, χρησιμοποιώντας τόσο αξιοθαύμαστα πυκνές και διαυγείς εκφράσεις, ώστε το έργο αυτό να μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί ως επισφράγιση και κορωνίδα της εποχής των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας. Η «Ἔκδοσις Ἀκριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως» αποτελεί τον πλέον ασφαλή οδηγό κάθε χριστιανού σχετικά με δογματικά θέματα και ένα μνημείο της χριστιανικής παράδοσης και γραμματείας. Αναιρώντας τις αιρέσεις που παραπλανούν δεξιά και αριστερά και καταδεικνύοντας τη βασιλική και ουρανοδρόμο οδό του ιερού δόγματος της εν Χριστώ αποκάλυψης, ο άγιος Ιωάννης διέλαμψε στον αγώνα κατά των εικονομάχων. Σε τρεις εκτενείς «Λόγους» του (726-730), καταδεικνύει εναργέστατα το θεολογικό βάθος και τη σωστική αναγκαιότητα προσκύνησης και τιμής των σεπτών εικόνων και των ιερών λειψάνων, που αποτελούν τρανή διακήρυξη της απτής πραγματικότητας της Ενανθρώπησης του Υιού του Θεού αλλά και θέωση της ανθρωπίνης φύσεως στο πρόσωπο των θεωμένων Αγίων [5]. Με την ταπεινοφροσύνη του και την επιμονή στους ασκητικούς αγώνες, ο αληθής αυτός φιλόσοφος κατέκτησε εν Αγίω Πνεύματι τη θεοποιό σοφία και εκοιμήθη ειρηνικά εν Κυρίω στις 4 Δεκεμβρίου 749 (ή 753). Στη Λαύρα του Αγίου Σάββα διατηρείται το σπήλαιο στο οποίο είχε αποσυρθεί και αποτελεί τόπο προσκυνήματος μέχρις τις μέρες μας.
-Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ-
[1]Σύμφωνα με την παράδοση, την εικόνα αυτή της Θεοτόκου έφερε στο Άγιον Όρος από τους Αγίους Τόπους ο άγιος Σάββας ο Χιλανδαρινός [13 Ιαν.] και την κατέθεσε στη Μονή Χιλανδαρίου, όπου τιμάται ως εφέστια εικόνα (Παναγία η «Τριχερούσα» [12 Ιουλ.]). 
[2]Ψάλλεται μέχρι σήμερα στη Νεκρώσιμο Ακολουθία (4ο Νεκρώσιμο Ιδιόμελο, Ήχος Γ΄) και στην «Παρακλητική» (Απόστιχα του Εσπερινού της Παρασκευής, 4ο Τροπάριο του προαναφερθέντος ήχου). 
[3]Λειτουργικό βιβλίο που εντάσσεται στην «Παρακλητική» και περιέχει τους ύμνους που ψάλλονται τις Κυριακές σύμφωνα πάντα με τους Οκτώ Ήχους της Βυζαντινής Μουσικής. 
[4]Περιλαμβάνει τα: «Διαλεκτικά» (φιλοσοφική εισαγωγή), «Αἱρέσεων Ἱστορία» (αναίρεση εκατόν τριών αιρέσεων) και «Ἔκδοσις Ἀκριβὴς τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως» (Βλ. «Ἔργα», ΕΠΕ, Τόμ. 1, Θεσσαλονίκη 1976).
[5] «Πρὸς τοὺς διαβάλλοντας τὰς ἁγίας εἰκόνας»,  ΕΠΕ, Τόμ. 3, Θεσσαλονίκη 1990.

 

Νέος Συναξαριστής 
της Ορθοδόξου Εκκλησίας
Τόμ. 4ος (Δεκέμβριος), σελ. 45–48.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»

Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 2023

Άγιος Νέος Οσιομάρτυς Κοσμάς ο Αγιαννανίτης.


Άγιος Νέος Οσιομάρτυς Κοσμάς ο Αγιαννανίτης. 
3 Δεκεμβρίου.

Ο ασκητής αυτός της Σκήτης της Αγίας Άννης για τον οποίο απουσιάζουν βιογραφικά στοιχεία, ύστερα από μακρά ησυχαστική ζωή «αναφλεχθείς υπό του θείου έρωτος» πήγε στην Κωνσταντινούπολη, κήρυξε τον Χριστό, ήλεγξε των ασεβών την πλάνη και έλαβε του μαρτυρίου τον στέφανο. Ήταν το έτος 1760. Η μνήμη του τιμάται στις 3 Δεκεμβρίου.

ΑΓΙΑ ΒΑΡΒΑΡΑ ΠΑΛΑΙΟΥ ΦΑΛΗΡΟΥ

 
Έχουμε την τιμή να σας προσκαλέσουμε να παρευρεθείτε στην Πανήγυρη του Ναού μας την 3η και 4η Δεκεμβρίου σύμφωνα με το παρακάτω πρόγραμμα. 
Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 6:00μμ 
Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός 
Δευτέρα 4 Δεκεμβρίου 7:00πμ
Όρθρος και Πανηγυρική Θεία Λειτουργία
Χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου

Μητροπολίτου Νέας Σμύρνης κ ΣΥΜΕΩΝ  

Το απόγευμα 4:00μμ Εσπερινός και συνέχεια στις 
5:00μμ Λιτάνευση της Ιεράς Εικόνας δια της λεωφόρου Αγίας Βαρβάρας μέχρι την πλατεία Φιλικής Εταιρείας και επιστροφή στο Ναό από την ίδια λεωφόρο.

6:00μ.μ Παράκληση στην Αγία Βαρβάρα  

Όσιος Σάββας του Σβενίγκοροντ Ρωσίας.

 
Όσιος Σάββας του Σβενίγκοροντ Ρωσίας. 
3 Δεκεμβρίου. 
πῆρξε μαθητής τοῦ ὁσ. Σεργίου τοῦ Ραντονέζ, λάτρης τῆς ἡσυχίας καί μεγάλος ἀγωνιστής τῆς ἀσκήσεως. Ἀπό τόν Γέροντά του ὅσ. Σέργιο ὁρίσθηκε Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Κοιμ. Θεοτόκου, τήν ὁποία ἵδρυσε ὁ Μεγ. Ἡγεμόνας ἅγ. Δημήτριος Ντόνσκοϊ, σέ ἀνάμνηση τῆς νίκης τῶν Ρώσων κατά τῶν Τατάρων τοῦ Χάν Μαμάη. Τό 1392, μετά τήν ἀναχώρηση τοῦ ὁσ. Σεργίου στή ἔρημο, ὁ ὅσ. Σάββας ἀνέλαβε τήν ἡγουμενία τῆς Λαύρας τῆς Ἁγίας Τριάδος. Τό 1399 ἵδρυσε τήν Μονή τοῦ Σβενίγκοροντ, μέ τήν βοήθεια τοῦ πνευματικοῦ του τέκνου Μεγ. Ἡγεμόνα Γεωργίου Δημήτριεβιτς. Στό Συναξάριό του (τοῦ 16ου αἰ.), σημειώνεται ἐμφάνισή του στόν Ἡγούμενο τῆς Μονῆς Σαβίνσκ Διονύσιο καί τοῦ ζήτησε νά ἁγιογραφήση τήν μορφή του. 
Κοιμήθηκε εἰρηνικά τό 1406. Τό Λείψανό του ἀνακομίσθηκε ἀδιάφθορο τό 1652. Μετά τήν Ἐπανάσταση τοῦ 1917, δέν ὑπάρχουν πληροφορίες γιά τήν τύχη του.

Δημοφιλείς αναρτήσεις