Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2019

H φυγή στην Αίγυπτο

392006_242059465862606_100001756631917_560264_1186881579_n

Αυτή η εικόνα από σήμερα έχει μια θέση στην καρδιά μου για πολλούς και διαφόρους λόγους!


Η Παναγία, η Εκκλησία, η Καρδιά μας, έχοντας ανοιχτά τα χέρια της σε μια διαρκή σχέση μαζί Του (Άσμα Ασμάτων θα σε βοηθήσει να καταλάβεις τη θέλω να πω) εικονίζει με ένα μοναδικό τρόπο το έργο της διακονίας της μέσα στον κόσμο.

Η πορεία προς τα έσχατα ( βασιλεία των ουρανών ) είναι μια πορεία ακατάπαυστης λαχτάρας να ποθείς Αυτόν που σου έχει προσφερθεί σα να μην Τον έχεις και αυτή η λαχτάρα Του (ταυτόχρονα ) να σε οδηγεί για να προσφέρεις Αυτόν που έχεις σε εκείνους που δεν Τον έχουν και που  λαχταρούν να Τον έχουν και ας μην Τον γνωρίζουν!

Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2019

Τῇ ΚΕ' τοῦ αὐτοῦ μηνός, Ἡ κατὰ σάρκα Γέννησις τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Σ Υ Ν Α Ξ Α Ρ Ι Ο Ν

Τῇ ΚΕ' τοῦ αὐτοῦ μηνός, Ἡ κατὰ σάρκα Γέννησις τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Στίχοι
Θεὸς τὸ τεχθέν, ἡ δὲ Μήτηρ Παρθένος.
Τὶ μεῖζον ἄλλο καινὸν εἶδεν ἡ κτίσις;
Παρθενικὴ Μαρίη Θεὸν εἰκάδι γείνατο πέμπτη.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Ἡ προσκύνησις τῶν Μάγων.

Στίχοι
Σὲ προσκυνοῦσα τάξις ἐθνική, Λόγε,
Τὸ πρὸς σὲ δηλοῖ τῶν Ἐθνῶν μέλλον σέβας.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τῶν θεασαμένων Ποιμένων τὸν Κύριον.

Στίχοι
Ποίμνην ἀφέντες τὴν ἑαυτῶν Ποιμένες,
Ἰδεῖν καλὸν σπεύδουσι Χριστὸν ποιμένα.

Αὐτῷ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2019

Το βόδι γνωρίζει τον αφέντη του και το γαϊδούρι ξέρει το παχνί εκείνου που το ορίζει....


2 ῎Ακουε οὐρανὲ καὶ ἐνωτίζου γῆ, ὅτι Κύριος ἐλάλησεν· υἱοὺς ἐγέννησα καὶ ὕψωσα, αὐτοὶ δέ με ἠθέτησαν. 3 ἔγνω βοῦς τὸν κτησάμενον καὶ ὄνος τὴν φάτνην τοῦ κυρίου αὐτοῦ· ᾿Ισραὴλ δέ με οὐκ ἔγνω καὶ ὁ λαός με οὐ συνῆκεν.
ΗΣΑΪΑΣ

Σήμερον γεννᾶται ἐκ Παρθένου, ὁ δρακὶ τὴν πᾶσαν ἔχων κτίσιν...



Σήμερον γεννᾶται ἐκ Παρθένου, ὁ δρακὶ τὴν πᾶσαν ἔχων κτίσιν (ἐκ τρίτου). 

άκει καθάπερ βροτὸς σπαργανοῦται, ὁ τῇ οὐσίᾳ ἀναφής. 

Θεὸς ἐν φάτνῃ ἀνακλίνεται, ὁ στερεώσας τοὺς οὐρανούς πάλαι κατ' ἀρχάς. 

κ μαζῶν γάλα τρέφεται, ὁ ἐν τῇ ἐρήμῳ Μάννα ὀμβρίσας τῷ Λαῷ. 

Μάγους προσκαλεῖται, ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας. 

Δῶρα τούτων αἴρει, ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου. 

Προσκυνοῦμέν σου τὴν Γένναν Χριστέ (ἐκ γ'). 

Δεῖξον ἡμῖν καὶ τὰ θεῖά σου Θεοφάνεια. 

Σάββατο 14 Δεκεμβρίου 2019

Επιστολή [244] του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου στη ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ.


Αν δεν είναι περιττό να προτρέψω σε εργασία αυτόν που εργάζεται· δε θα διστάσω, για χάρη της κοινής ασφάλειας, να ενισχύσω την προθυμία σου, όσο μπορώ. δε θα προσθέσω κάποια ακόμα ή κάποια ξένα παραγγέλματα, αλλά θα υπενθυμίσω αυτά που πολλές φορές σου έχω πει και που η εκτέλεσή τους είναι συνήθης για σένα. Κι αυτά είναι τα εξής· να ανεβάζεις την ψυχή πάνω από τα λυπηρά με την ενασχόληση σου με τα υψηλότερα· ν’ απομακρύνεις από τη σκέψη σου καθετί που είναι ξένο από την αρετή και ανάξιο της κρίσης σου· να την παρακίνησης σύντομα στην ευσέβεια και σε κάθε κοσμιότητα· να οξύνεις το νου σου, ώστε να μη δέχεται μήτε να εγκολπώνεται κάτι χωρίς εξέταση· να δυναμώνεις την φρόνηση σου σε κάθε περίσταση και με κάθε τρόπο με την αναστροφή σου με τις υποθήκες των οσίων που έφυγαν· να προτάσεις σε κάθε έχθρα και φιλιά τη δικαιοσύνη σε δικούς σου και ξένους, να έχεις συντροφιά σου παντοτινή τη σωφροσύνη, ριζωμένη γνήσια στην ψυχή κι αμετάθετα στερεωμένη σ’ αυτή· να μη μεταβάλεις τη διαγωγή σου ανάλογα με τις ανωμαλίες και τις μεταβολές της ζωής. Ούτε στην περίπτωση πλούτου είναι ασφαλές να μεγαλοφρονείς. Γι’ αυτό, το άριστο είναι στα ευχάριστα να ασκείς την εγκράτεια, στα λυπηρά την καρτέρια, να λησμονείς τα παλαιά πλούτη σου, να ζητείς την αυτάρκεια, να ικανοποιείσαι με ό,τι σου δίνουν, να ελπίζεις το καλύτερο, να υποφέρεις ήρεμα την αρρώστια, να μην μεμψιμοιρείς για τίποτα, να μην αγανακτείς. Αλλά να ευχαριστείς την πρόνοια, όπως σου εκδηλώνεται, να κρύβεις τις αιτίες αυτών που συμβαίνουν, αλλά να μην αμελείς ό,τι είναι άξιο για σένα, και σ’ αυτό αποβλέποντας να σκέφτεσαι προτού φανερώσεις ό,τι έχεις να πεις και προτού πράξεις ότι έχεις να πράξεις. Έτσι δεν θα μετανιώσεις για ό,τι πεις και ό,τι πράξεις. Μη θεωρείς ευσχημοσύνη τα εξωτερικά φορέματα. Να πιστεύεις ότι πλούτος γνήσιος και βεβαίως είναι η ολιγάρκεια. Ο σταθερός πλούτος δεν είναι να έχεις πολλά, αλλά το να μην έχεις ανάγκη από πολλά· γιατί αυτό εξαρτάται από σένα, το άλλο από εξωτερικά γεγονότα. Να κυβερνά τον τρόπο σου η επιείκεια, το χαρακτήρα σου η αταραξία, τη γλώσσα σου η ολιγολογία. Μαζί με αυτά, να στολίζεις την κεφαλή σου με ένα κάλυμμα, τα φρύδια κατεβάζοντάς τα, τα μάτια με ένα σύντομο και κόσμιο βλέμμα, το στόμα με το ν’ αποφεύγει να λέει όποια απρέπεια, τ’ αυτιά ανοίγοντάς τα μόνο στους αξιόλογους ανθρώπους, κι όλο το πρόσωπο με το ωραίο κοκκίνισμα της ντροπής. Σε κάθε περίπτωση και με κάθε τρόπο να φυλάγεις τον εαυτό σου καθαρό, ανέγγιχτο, σαν πολύτιμο κειμήλιο. Ο στολισμός που ταιριάζει στις γυναίκες είναι η σεμνότητα, η σταθερότητα, η σωφροσύνη. Τρυφή σου να θεωρείς άριστη μαζί κι ευκολότατη, την απέριττη τροφή. Αυτή είναι κι από μόνη της αξιέπαινη και προτιμότερη για τη ζωή της σωφροσύνης, άριστη για την υγεία, και την εφαρμογή του μέτρου σε όλα κι όχι ανώφελη στην άλλη κατάρτιση και την παιδεία.

***

ΣΜΔ΄. ΒΑΣΙΛΙΣΣΗι

Εἰ μὴ περιττὸν τὴν πονοῦσαν ἐγεῖραι πρὸς πόνους, οὐκ ὀκνήσω, τῆς κοινῆς ἕνεκεν ἀσφαλείας, ὅπως ἂν δύνωμαι, τὴν σὴν ἐπιρρῶσαι προθυμίαν οὐ κατὰ προσθήκην ἑτέρων τινῶν ἢ ξένων, ἀλλὰ πρὸς ὑπόμνησιν τῶν ἡμῖν τε πολλάκις εἰρημένων καὶ σοὶ συνήθως ἐκπονουμένων. Ταῦτα δέ ἐστιν· ἄγειν τὴν ψυχὴν τῶν λυπηρῶν ἀνωτέραν τῇ περὶ τὰ κράτιστα διατριβῇ, ἀποκρίνειν τῆς διανοίας πᾶν ὅσον ἀρετῆς ἀλλότριον καὶ τῆς σῆς ἀνάξιον γνώμης, συντείνειν ἑαυτὴν πρὸς εὐσέβειαν καὶ πᾶσαν εὐκοσμίαν, λεπτύνειν τὸν νοῦν εἰς τὸ μηδὲν μήτε δέχεσθαι μήτε φρονεῖν ἀνεξέταστον, κρατύνειν τὴν φρόνησιν κατὰ πάντα καιρὸν καὶ πάντα τρόπον τῷ προσομιλεῖν  ἀεὶ ταῖς τῶν προλαβόντων ὑποθήκαις ὁσίων, προτάττειν πάσης ἀπεχθείας καὶ φιλίας τὴν πρὸς τοὺς οἰκείους καὶ ξένους δικαιοσύνην, σύνοικον ἔχειν καὶ συνόμιλον πάντοτε τὴν σωφροσύνην ἐρριζωμένην εἰλικρινῶς τῇ ψυχῇ καὶ παγίως ἱδρυμένην, μὴ συμμεταβάλλειν τὸν τρόπον ταῖς ἀνωμαλίαις τοῦ βίου καὶ μεταβολαῖς· οὔτε γὰρ ἐν πενίᾳ τὸ φρόνημα τοῦ βίου συστέλλειν εὐπρεπές, οὔτε ἐν περιουσίᾳ μέγα φρονεῖν ἀσφαλές, διὸ δὴ κράτιστον ἀσκεῖν ἐν μὲν τοῖς τέρπουσι τὴν ἐγκράτειαν, ἐν δὲ τοῖς λυπηροῖς τὴν καρτερίαν· ἀμνημονεῖν τῆς παλαιᾶς περιουσίας, αἰτεῖν τὴν αὐτάρκειαν, στέργειν τὸ διδόμενον, ἐλπίζειν τὸ βέλτιον, καὶ φέρειν πράως τὴν τοῦ σώματος ἀρρωστίαν, ἐπὶ μηδενὶ μεμψιμοιρεῖν, μηδὲ σχετλιάζειν, ἀλλ' εὐχάριστον εἶναι περὶ τὴν Πρόνοιαν, ὅση τις εἴη,  καὶ κρύπτειν πολλάκις τὰς αἰτίας τῶν γινομένων, ἀλλ' οὐκ ἀμελεῖν τοῦ πρὸς ἀξίαν πρὸς ἣν ἀποδιδοῦσα λογίζου πρὶν ἐξειπεῖν τὸ λεκτέον καὶ πρὸ τοῦ πρᾶξαι τὸ πρακτέον· οὕτω γὰρ δὴ ἔσται σοι πᾶν τὸ ῥηθὲν ἢ πραχθὲν ἀμεταμέλητον. Εὐσχημονεῖν ἡγοῦ μὴ τοῖς ἔξωθεν προκαλύμμασιν, ἀλλὰ τοῖς τῆς ψυχῆς πλεονεκτήμασιν. Πλοῦτον νόμιζε γνήσιον καὶ βέβαιον τὴν ὀλιγόδειαν· οὐ γὰρ ἐν τῷ πολλὰ κεκτῆσθαι τὸ πλουτεῖν ἐστι βεβαίως, ἀλλὰ τῷ μὴ πολλῶν δεῖσθαι· τὸ μὲν γὰρ ἐπὶ σοί, τὸ δὲ τῶν ἔξωθεν.Ῥύθμιζε τὸν μὲν τρόπον ἐπιεικείᾳ, τὸ δὲ ἦθος ἀταραξίᾳ, τὴν δὲ γλῶσσαν βραχυ-λογίᾳ. Διὰ δὲ τούτων κόσμει τὴν μὲν κεφαλὴν τῷ σκέπειν, τὰς δὲ ὀφρῦς τῷ κατεσταλμένας ἔχειν, τοὺς δὲ ὀφθαλμοὺς τῷ συννεύειν καὶ κοσμίως βλέπειν, τὸ δὲ στόμα τῷ μηδὲν   ἀπρεπῶς λαλεῖν, τὰ δὲ ὦτα τῷ μόνον τοῖς σπουδαίοις ὑπέχειν, σύμπαν δὲ τὸ πρόσωπον τῷ ἐξ αἰδοῦς χρώματι.Ἐν πᾶσι δὲ καὶ διὰ πάντων φύλασσε σεαυτὴν ἀμόλυντον, ὥσπερ τι κειμήλιον ἄψαυστον. Κόσμος γὰρ οἰκεῖος καὶ πρέπων γυναιξί, σεμνότης, εὐστάθεια, σωφροσύνη.Τρυφὴν νόμιζε καλλίστην ὁμοῦ καὶ ῥᾴστην τὴν χρειώδη τροφήν· αὕτη γὰρ καὶ καθ' ἑαυτὴν ἐπαινετὴ καὶ πρὸς τὸν ἐν σωφροσύνῃ βίον αἱρετὴ καὶ πρὸς ὑγίειαν ἀρίστη, καὶ συμμετρίαν καὶ τὴν ἄλλην εὐκοσμίαν καὶ παιδείαν οὐκ ἀνόνητος.

Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2019

Ἐν πᾶσι τούτοις, ἀρχὴν καὶ τέλος ἔχειν, Τὸ κεφάλαιον ἀρετῶν, τὴν ἀγάπην.


Στίχοι παραινετικοὶ τοῦ Χρυσοστόμου.

Ὅστις βούλεται τὸ φῶς ἐκεῖνο βλέψαι, 
Ὀφείλει ταῦτα φυλάττειν ἐν καρδίᾳ·
Παθῶν σαρκικῶν καὶ λογισμῶν ἀχρείων, 
Ὅρκου τε παντὸς, θυμοῦ καὶ ταραχῆς δὲ,
Καὶ περισπασμοῦ καὶ τῆς μνησικακίας, 
Καὶ τοῦ μὴ κρῖναι τὸ σύνοχον ἀνθρώπους,
Εἶναι δὲ αὐτὸν λογικὸν καὶ τοὺς φρένας, 
Καθαρόν τε τῶν σαρκικῶν μολυσμάτων,
Πρᾶον, ταπεινὸν, ἡσύχιον ὑπάρχειν, 
Ἐξαγγελτικὸν καὶ τῆς εἰρήνης τέκνον, 
Ἐγκρατῆ εἶναι βρωμάτων καὶ πομάτων, 
Καὶ τῇ προσευχῇ σχολάζειν ἀνενδότως, 
Ἐν πᾶσι τούτοις, ἀρχὴν καὶ τέλος ἔχειν, 
Τὸ κεφάλαιον ἀρετῶν, τὴν ἀγάπην.

Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2019

Τρυφερότητα και Αγιότητα



Στο πρόσωπο του αγίου, με τον προσιτό χαρακτήρα του στις σχέσεις του, με την ύψιστη προσοχή για τον άλλο, με την ετοιμότητα όπου δίνεται στον Χριστό, η ανθρωπότητα θεραπεύεται και ανανεώνεται. Πώς όμως εμφανίζεται με συγκεκριμένο τρόπο, αυτή η ανανεωμένη ανθρωπότητα; Ο άγιος αφήνει να διαφανεί, σε αναφορά προς κάθε ανθρώπινο ον, μια συμπεριφορά γεμάτη λεπτότητα, διαφάνεια, καθαρότητα σκέψεως και αισθημάτων.

Η λεπτότητά του επεκτείνεται ακόμη και στα ζώα και τα πράγματα, επειδή σε κάθε πλάσμα βλέπει ένα δώρο της αγάπης του Θεού και δεν θέλει να πληγώσει αυτή την αγάπη, με το να μεταχειρίζεται αυτά τα δώρα με αμέλεια ή αδιαφορία. Σέβεται κάθε άνθρωπο και κάθε πράγμα. Εάν κάποιος άνθρωπος ή ακόμη ένα ζώο υποφέρει, τους φανερώνει μια βαθειά συμπάθεια.

Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος λέει για την συμπάθεια του αγίου: «Και τί έστι καρδία ελεήμων; Και είπε· καύσις καρδίας υπέρ πάσης της κτίσεως, υπέρ των ανθρώπων, και των ορνέων, και των ζώων, και των δαιμόνων, και υπέρ παντός κτίσματος. Και εκ της μνήμης αυτών, και της θεωρίας αυτών ρέουσιν οι οφθαλμοί αυτού δάκρυα. Εκ τής πολλής και σφοδράς ελεημοσύνης της συνεχούσης την καρδίαν, και εκ της πολλής καρτερίας σμικρύνεται η καρδία αυτού, και ου δύναται βαστάξαι, ή ακούσαι, ή ιδείν βλάβην τινά, ή λύπην μικράν εν τη κτίσει γινομένην. Και διά τούτο και υπέρ των αλόγων, και υπέρ των εχθρών της αληθείας, και υπέρ των βλαπτόντων αυτόν εν πάση ώρα ευχήν μετά δακρύων προσφέρει, του φυλαχθήναι αυτούς, και ιλασθήναι αυτοίς ομοίως και υπέρ της φύσεως των ερπετών εκ της πολλής αυτού ελεημοσύνης της κινούμενης εν τη καρδία αυτού αμέτρως καθ’ ομοιότητα του Θεού». (Λόγος πα’, σ. 306). Όσο για τον άγιο Καλλίνικο de Cernica, όταν δεν είχε χρήματα να δώσει στους φτωχούς, σε κάθε πόλη, στρεφόταν κλαίγοντας προς όσους τον περικύκλωναν και έλεγε: «Δώστε μου χρήματα, να στείλω στους μικρούς αδελφούς του Ιησού».

Αυτή η συμπάθεια αποκαλύπτει μια καρδιά τρυφερή, εξαιρετικά ευαίσθητη, ξένη σε κάθε σκληρότητα, στην αδιαφορία και τη βιαιότητα. Μας δείχνει πως η σκληρότητα προήλθε από την αμαρτία και τα πάθη. Στη συμπεριφορά του αγίου και ακόμα στις σκέψεις του, δεν συναντάμε ούτε χυδαιότητα, ούτε μικροπρέπεια, ούτε αγένεια. Κανένα ίχνος προσποιήσεως καμιά έλλειψη αλήθειας. Στο πρόσωπό του κορυφώνεται η τρυφερότητα, η διαφάνεια, που ενώνεται με την καθαρότητα, τη γενναιόδωρη προσοχή για τους ανθρώπους, μ’ αυτή τη διάθεση με την οποία όλο το είναι του συμμετέχει στα προβλήματα και τους πόνους τους. Σ’ όλες αυτές τις αρετές φανερώνεται μια έξοχη πραγμάτωση της ανθρώπινης φύσεως.

Υπάρχει πραγματικά μια διακριτικότητα και μια ευγένεια γεμάτες στοργή, μέσα σ’ αυτή την ανώτερη μορφή τρυφερότητας, που ξεπερνάνε πολύ τη συνηθισμένη διακριτικότητα και ευγένεια, που κρατούν τις αποστάσεις και τηρούν τους τύπους. Η τρυφερότητα αυτή δεν αποφεύγει τις σχέσεις με τους ταπεινότερους ανθρώπους και δεν την ξενίζουν καταστάσεις, όπου άλλοι θα πίστευαν ότι τους μειώνουν. Το παράδειγμα αυτής της τρυφερότητας είναι η κένωση του Χριστού, η συγκατάβασή Του. Εκείνος δεν θέλησε να μείνει μακρυά από τους αμαρτωλούς ούτε από τις γυναίκες, που αποφεύγουν όσοι άνθρωποι προσέχουν την υπόληψή τους. Η κένωση του Χριστού, είναι αυτή η ύψιστη τρυφερότητα. Εδώ γίνεται φανερή η θέληση να μη βαρύνει τους ταπεινούς, να μην τους ενοχλήσει. Με την κένωσή Του θέλησε ν’ ανοίξει ένα δρόμο προς την καρδιά τους. Με την τρυφερότητά Του είχε την πρόθεση να τους κάνει να εγκαταλείψουν τη βαναυσότητά τους, αντί να επιμένουν σε μια σκληρότητα, όπου η περιφρόνηση του κατωτέρου απαντά σ’ εκείνη του ανωτέρου.

Ο Χριστός με την κένωσή Του, θέλησε να γκρεμίσει τον τοίχο της βαναυσότητας και της σκληρότητας, που περιζώνει σαν όστρακο την ευπαθή ουσία της αληθινής ανθρώπινης φύσεως.

Στην τρυφερότητα της συμπεριφοράς τους οι άγιοι εμπνέονται από την κένωση του Χριστού. Ταυτόχρονα είναι οι πρόδρομοι αυτού του μέλλοντος επιπέδου μιας ανθρωπότητας, όπου θα βασιλεύει η τρυφερότητα στις ανθρώπινες σχέσεις. Γιατί οι άνθρωποι, πάντοτε ανικανοποίητοι από την επιφανειακή ισότητα, που προσπαθούν να πραγματοποιήσουν, τείνουν τώρα προς ένα ανώτερο επίπεδο αμοιβαίων σχέσεων, γεμάτων από τρυφερότητα.

Χάρη σε μια συνείδηση, που η ευαισθησία της τράφηκε και καθαρίστηκε μ’ αυτή την ευαισθησία του Θεού, που έγινε άνθρωπος για τους ανθρώπους και στην οποία συμμετέχουν, οι άγιοι διακρίνουν στους άλλους τις πιο λεπτές καταστάσεις της ψυχής και αποφεύγουν όλα όσα θα μπορούσαν να τους προκαλέσουν κάποια ενόχληση, χωρίς όμως να παραλείπουν να τους βοηθούν να θριαμβεύουν πάνω στις αδυναμίες τους και να νικούν τις δυσκολίες τους. Ακόμη, ο άγιος είναι περιζήτητος ως ο έμπιστος, που θα του φανερώσουν τα πιο μύχια μυστικά. Γιατί μπορεί να διαβάσει στους άλλους μια ανάγκη που μόλις εμφανίσθηκε κι όλα όσα καλά μπορούν να επιθυμήσουν.

Βιάζεται τότε να ικανοποιήσει αυτό το αίτημα και σ’ αυτό δίνεται ολόκληρος. Αλλά το ίδιο εύκολα διακρίνει στους άλλους τις αμαρτίες τους, ακόμα κι εκείνες που συγκαλύπτουν έπιτηδειότατα. Τότε η συμπάθειά του γίνεται καθαρτική, με την τρυφερή δύναμη της καθαρότητάς του και με την οδύνη, που του προξενούν οι άσχημες προθέσεις των άλλων ή οι διεστραμμένες επιθυμίες τους. Και αυτή η οδύνη ζει μέσα του.

Σε κάθε μια απ’ αυτές τις περιστάσεις ο άγιος γνωρίζει ποιά είναι η κατάλληλη στιγμή για να μιλήσει και τι πρέπει να πει. Γνωρίζει επίσης πότε πρέπει να σιωπήσει και τι να αποσιωπήσει. Αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα είδος «ποιμαντικής διπλωματίας», αυτή η λεπτή διορατικότητα των αγίων, αυτή η νέα φανέρωση της ευγένειας και της διακριτικότητάς τους.

Από τον άγιο ακτινοβολεί πάντοτε ένα πνεύμα γενναιοδωρίας, αυταπάρνησης, προσοχής, συμμετοχής, χωρίς καμμιά φροντίδα του εαυτού του· μια θέρμη, που θερμαίνει τους άλλους και τούς δίνει το αίσθημα ότι αποκτούν δυνάμεις και τους κάνουν να νοιώθουν τη χαρά πως δεν είναι μόνοι. Ο άγιος είναι ένα αθώο πρόβατο, πρόθυμο πάντοτε να θυσιαστεί, για ν’ αναλάβει τον πόνο των άλλων, αλλά κι ένας άσειστος τοίχος, που πάνω του μπορούν να στηριχτούν όλοι. Συμμετέχοντας μ’ αυτό τον τρόπο στη μοίρα των άλλων, δείχνει άλλοτε μια μεγάλη σύνεση κι άλλοτε, αντίθετα εκφράζεται με διάχυση. Είναι περιττό να μιλήσει κανείς για την τέλεια ανιδιοτέλειά του στις σχέσεις του με τους άλλους.

Εξάλλου, κανείς δεν είναι πιο ταπεινός απ’ αυτόν, πιο ελεύθερος από κάθε τι το τεχνητό, πιο μακρυά από κάθε κομπορρημοσύνη, πιο φυσικός στη συμπεριφορά του, ενώ δέχεται και κατανοεί κάθε τι αληθινά ανθρώπινο, όλες τις ταπεινές και κάποτε γελοίες καταστάσεις της ανθρώπινης φύσεως μας, που δεν είναι μεγάλη, παρά μόνο όταν δεν καυχιέται για το μεγαλείο της. Έτσι, ο άγιος δημιουργεί αμέσως μια ατμόσφαιρα οικειότητας, ανθρώπινης προσεγγίσεως, φιλίας ανάμεσα σ’ αυτόν και τους άλλους. Εξανθρωπίζει αυτές τις σχέσεις του με τους άλλους και τους βάζει τη σφραγίδα της αυθεντικότητας, επειδή και ο ίδιος έγινε βαθειά ανθρώπινος και αυθεντικός. Μιλάει με τρυφερότητα, αποφεύγοντας να κατονομάσει με βαναυσότητα τις αδυναμίες των άλλων και συνάμα δημιουργεί τις συνθήκες μιας άμεσης, ειλικρινούς και ανοικτής σχέσεως με τους άλλους. Μ’ αυτό τον τρόπο τους ωθεί να ομολογήσουν τις αδυναμίες και τις αμαρτίες τους με ειλικρίνεια και τους δίνει τη δύναμη να τις νικήσουν.

Οι άγιοι έφτασαν στην καθαρή απλότητα, γιατί εντός τους έχουν ξεπεράσει κάθε δυαδικότητα, κάθε διπροσωπία, λέει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής. Έχουν ξεπεράσει τον αγώνα της ψυχής και του σώματος, των καλών προθέσεων και των έργων που πράττουν, των απατηλών φαινομένων και των κρυφών λογισμών, αυτού που προσποιούνται πως είναι και αυτού που πραγματικά είναι. Έχουν γίνει απλοί, γιατί δόθηκαν ολοκληρωτικά στο Θεό. Αυτός είναι ο λόγος, που μπορούν να δοθούν ολοκληρωτικά και στους ανθρώπους, στις σχέσεις τους μ’ αυτούς. Αν κάποτε αποφεύγουν να κατονομάσουν με βάναυσο τρόπο τις αδυναμίες των ανθρώπων, το κάνουν για να μην τους αποθαρρύνουν και για να αυξήσουν μέσα τους την αιδώ, τη λεπτότητα, την αναγνώριση, την απλότητα και την ειλικρίνεια. Οι άγιοι πάντοτε ενθαρρύνουν. Γι’ αυτό και κάποτε μειώνουν τις υπερβολικές διαστάσεις, που δίνουν στις αμαρτίες τους, τα πάθη και τις αδυναμίες τους οι άνθρωποι με τη φαντασία τους. Τους ελευθερώνουν από το αίσθημα της απελπισίας ή της ολοκληρωτικής αδυναμίας. Αλλά και την υπερηφάνεια των άλλων την μειώνουν κάποτε με μια λεπτή διάθεση.

Χαμογελούν, μα δεν ξεσπούν σε γέλια ή σαρκασμό. Άλλοτε μπροστά σε ανήθικες πράξεις και καταδικαστέα πάθη εκφράζουν τη σοβαρότητά τους, χωρίς να εμπνέουν τον τρόμο. Προσδίνουν μια άπειρη αξία στους πιο ταπεινούς ανθρώπους, επειδή ο ίδιος ο Υιός του Θεού με τη σάρκωσή Του έδωσε σε κάθε άνθρωπο την άπειρη αυτή αξία. Στον κάθε άνθρωπο οι άγιοι βλέπουν τον Χριστό, καθώς αναφέρουν στους λόγους τους ορισμένοι πνευματικοί Πατέρες. Αλλά ταυτόχρονα κατεβάζουν τον εγωισμό των άλλων, παρουσιάζοντας τον εαυτό τους ως υπόδειγμα ταπεινοφροσύνης. Μ’ αυτό τον τρόπο αποκαθιστούν συνεχώς τη φυσική ενότητα ανάμεσα στους ανθρώπους.

Με την ταπεινοφροσύνη του ο άγιος διαβαίνει σχεδόν απαρατήρητος, αλλά είναι πάντα παρών, όταν κάποιος έχει ανάγκη στηρίξεως, παρηγοριάς, ενθαρρύνσεως. Παραμένει κοντά σε εκείνον, που οι άλλοι εγκαταλείπουν. Γι’ αυτόν καμιά δυσκολία δεν είναι ανυπέρβλητη, κανένα εμπόδιο ανίκητο, όταν πρόκειται να σώσει κάποιον από μια απελπιστική κατάσταση. Δείχνει τότε μια καταπληκτική δύναμη και δεξιοτεχνία, συνυφασμένη με μια ηρεμία και μια άσειστη εμπιστοσύνη, γιατί πιστεύει σταθερά στη βοήθεια του Θεού, την οποία ζητεί με επίμονη προσευχή.

Είναι το πιο ανθρώπινο και ταπεινό ον, αλλά συνάμα και μια ασυνήθιστη και εκπληκτική φυσιογνωμία. Προκαλεί στους άλλους το αίσθημα ότι αποκαλύπτει εντός του και εντός τους, την αληθινή ανθρώπινη φύση.

Κι αυτή η ανθρώπινη φύση έχει τόσο καλυφθεί από το τεχνητό, από μια προσπάθεια να φαίνεται αυτό που δεν είναι, ώστε, σαν φθάσει ν’ αποκαλυφθεί, να εκπλήσσει, γιατί μοιάζει με κάτι αφύσικο.

Ο άγιος είναι ο πιο ευπροσήγορος από τους ανθρώπους και συνάμα, άθελά του, επιβάλλεται. Είναι εκείνος, που προσελκύει περισσότερο την προσοχή και προκαλεί περισσότερο τον σεβασμό. Γίνεται στενός φίλος για τον καθένα, εκείνος που σας καταλαβαίνει καλύτερα, που σας κάνει να αισθάνεστε πιο άνετα μπροστά του, και συνάμα στενόχωρα, με το να σας οδηγεί στη γνώση των ηθικών σας ελλείψεων και των αμαρτημάτων, που αποφεύγετε να δήτε. Σας γεμίζει με το απλό μεγαλείο της καθαρότητάς του και με τη θέρμη της καλοσύνης και της προσοχής του· προκαλεί εντός σας τη ντροπή, που έχετε ένα τόσο χαμηλό επίπεδο, που έχετε παραμορφώσει μέσα σας την ανθρώπινη φύση, που είστε ακάθαρτος, τεχνητός, γεμάτος υποκρισία, μικροπρέπεια. Όλα αυτά παίρνουν μιαν ανάγλυφη όψη καταπληκτική, στην ακούσια σύγκρισή της με αυτή του αγίου.

Ο άγιος δεν ασκεί καμία επίγεια εξουσία. Δεν διατάζει με αυστηρότητα. Κι έπειτα δεν δημιουργείται μέσα σας καμία κριτική εναντίον του και δεν γεννιέται καμιά αντίθεση. Γιατί για σας «ενσαρκώνει» το πρόσωπο του Χριστού, τρυφερό και ισχυρό συνάμα. Κι έτσι δεν ζητάτε να κρυφτείτε ή να εξαφανιστείτε μπροστά του. Μα ίσως και να ζητάτε να τον αποφύγετε περισσότερο από κάποιον που θα σας διέταζε με αυστηρότητα, γιατί αισθάνεστε πως κατέχει αυτή την αμείωτη σταθερότητα, την ολοκληρωτική ταύτιση του προσώπου του με το αγαθό, αν κι αυτή η σταθερότητα στις πεποιθήσεις, τη ζωή, τις γνώμες, τις συμβουλές που δίνει, είναι σταθερότητα χωρίς ακαμψία.

Κι αυτή είναι η αιτία, για την οποία οι γνώμες και οι συμβουλές που σας δίνει για το τι πρέπει να κάνετε, παρά τον τελείως παράδοξο χαρακτήρα τους, γίνονται για σας διαταγές περισσότερο επιτακτικές από κάθε γήινη προσταγή, διαταγές τέτοιες, που μπορεί κανείς να καταβάλει κάθε προσπάθεια και θυσία, για να τις εκτελέσει. Γιατί η τρυφερότητα του αγίου είναι ταυτόχρονα σταθερότητα και καλωσύνη. Και η μια και η άλλη παίρνουν θέση μέσα στη θεία ακτινοβολία κι αφήνουν να φανεί η διαταγή της θείας καλοσύνης, που επιβάλλει με γλυκύτητα μιαν απόλυτη εξουσία. Έτσι η συμβουλή του αγίου επιβάλλεται ως απελευθέρωση. Σας ελευθερώνει απ’ αυτή την παραμόρφωση και την αδυναμία που βρίσκεστε, από αυτή τη δυσπιστία που βασιλεύει μέσα σας. Αισθάνεσθε αυτό που ο άγιος σάς έμαθε πως είναι δύναμη και βέβαιος φωτισμός στο δρόμο της σωτηρίας όπου πρέπει να πορευθείτε, για να σωθείτε απ’ την καταστροφή. Αισθάνεσθε ότι με τη βοήθεια του Θεού γίνεσθε η δύναμη και το φως, που προέρχονται από την ύψιστη πηγή της δυνάμεως και του φωτισμού, αλλά και η καλοσύνη, που ρέει από την ύψιστη πηγή της καλοσύνης. Φοβάστε, μήπως ο άγιος βυθίσει το βλέμμα του στη ψυχή σας, ακριβώς όπως φοβάστε, μήπως ανακαλύψουν μιαν αλήθεια, που θα σας ήταν δυσάρεστη. Αλλά όπως και να έχει, το περιμένετε σαν το βλέμμα ενός γιατρού, με αδιαμφισβήτητη αρμοδιότητα και δοκιμασμένη φιλία. Το ξέρετε, πως αυτός θα σας δώσει και τη διάγνωση και το φάρμακο το αποτελεσματικό, για να σας θεραπεύσει από μιαν αρρώστια, που αόριστα γνωρίζετε πως είναι θανατηφόρα.

Μέσα στην τρυφερότητα του αγίου, μέσα στην γλυκύτητα και την ταπεινοφροσύνη του, διακρίνετε ένα σθένος, που καμιά ανθρώπινη δύναμη δεν μπορεί να λυγίσει, ώστε να το κάνει να ξεπέσει από την καθαρότητά του, από την αγάπη του για το Θεά και τους ανθρώπους, από τη θέλησή του να δοθεί ολοκληρωτικά στο Θεό και στην υπηρεσία των ανθρώπων, για να τους βοηθήσει να σωθούν.

Όποιος πλησιάζει έναν άγιο, ανακαλύπτει σ’ αυτόν το αποκορύφωμα της καλοσύνης και της καθαρότητας, καλυμμένα με το πέπλο της ταπεινοφροσύνης, που τον κάνει πιο ελκυστικό. Πρέπει κάνεις να καταβάλει προσπάθεια, για ν’ ανακάλυψη τ’ ανδραγαθήματα των απαρνήσεών του, της ασκήσεως και της αγάπης του για τους ανθρώπους, μα το μεγαλείο του επιβάλλεται με την εμφάνιση της καλοσύνης, της απλότητας, της ταπεινοφροσύνης και της καθαρότητας, που προέρχονται απ’ αυτόν. Με την προσέγγισή του φανερώνεται κι η μεγαλοψυχία του. Είναι η λαμπρότητα του μεγαλείου της «κενώσεως» ή της ταπεινοφροσύνης. Από το πρόσωπο του αγίου ακτινοβολεί μια ηρεμία, μια αδιατάρακτη γαλήνη. Αλλ’ αυτή η ηρεμία κι αυτή η γαλήνη, κερδήθηκαν και διατηρήθηκαν με μεγάλο αγώνα, ενώ ταυτόχρονα, ο άγιος συμμετέχει μέχρι δακρύων και στους πόνους των άλλων. Ο άγιος είναι ριζωμένος μέσα στη σταθερότητα της αγάπης και του πάθους του σαρκωθέντος Θεού, γιατί αυτή η αγάπη εκπέμπεται από το Θεό, που φόρεσε σάρκα και υπέφερε για τους ανθρώπους. Αναπαύεται μέσα στην αιωνιότητα της δυνάμεως και της καλοσύνης του Θεού, που έγιναν προσιτές στους ανθρώπους διά του Ιησού Χριστού, καθώς λέγει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής· κι αυτό, γιατί ολόκληρος είναι σημειωμένος από την παρουσία του Θεού, σαν τον Μελχισεδέκ.

Αλλά η παραμονή του αγίου μέσα στην αιώνια αγάπη του Θεού και των ανθρώπων, δεν αποκλείει και τη μετοχή του στους πόνους των ανθρώπων ή στους πόθους τους, όπως ακριβώς ο Χριστός δεν παύει να θυσιάζεται γι’ αυτούς και οι άγγελοι δεν παύουν να προσφέρουν διαρκώς τη λατρεία τους. Γιατί η παραμονή μέσα στην αρωγό αγάπη που συμπάσχει είναι μια αιωνιότητα, μια ζωντανή αιωνιότητα. Αυτή είναι η κατάπαυση, η σταθερότητα, το Σάββατο στο οποίο ζουν οι άγιοι (Εβρ. γ’, 18- δ’, 11), αυτοί που βγήκαν από την Αίγυπτο των παθών. Δεν είναι το Σάββατο της απαθούς Νιρβάνα. Γιατί η ανάπαυση του αγίου μέσα στην αιωνιότητα της αδιάσειστης αγάπης, της αγάπης του Θεού προς τούς ανθρώπους, έχει τη δύναμη και να ελκύσει τούς άλλους προς το μέρος της και να τους βοηθήσει έτσι να νικήσουν τους πόνους τους με θάρρος, να μην περιπέσουν σε απελπισία. Για τούτο ο άγιος είναι ο πρόδρομος και ο υποστηρικτής της ανθρωπότητας στο δρόμο, που οδηγεί στη μέλλουσα τελειότητα των έσχατων.

Ο άγιος έχει νικήσει τον χρόνο, ενώ παραμένει έντονα παρών μέσα σ’ αυτόν. Έτσι, έχει φτάσει στη μεγαλύτερη ομοιότητα με τον Θεό, που, ενώ υπάρχει στον ουρανό, ταυτόχρονα είναι μαζί μας με τη μεγαλύτερη πληρότητα. Ο άγιος φέρει μέσα του τον Χριστό και την ανίκητη δύναμη της αγάπης Του, για τη σωτηρία των ανθρώπων.

Παρουσιάζει το ανθρώπινο είναι, καθαρμένο από τη σκουριά της κατώτερης ανθρώπινης φύσεως ή της απανθρωπιάς. Είναι η επανόρθωση του παραμορφωμένου από το ζωώδες ανθρώπινου είναι. Και η αποκαταστημένη διαύγειά του αφήνει να δει κανείς το πρόσωπο της απεριόριστης αγάπης, της απεριόριστης δύναμης και ευαισθησίας του σαρκωθέντος Θεού. Είναι η επανορθωμένη εικόνα του ζωντανού και προσωπικού Απολύτου, που έγινε άνθρωπος. Έγινε μια κορυφή ιλιγγιώδους ύψους και τελείως οικείας προσεγγίσεως με την ανθρώπινη φύση του, που στον Θεό βρήκε την τελειότητά της. Είναι ένα πρόσωπο που εισέδυσε σ’ ένα διάλογο εντελώς ανοικτό και αδιάκοπο με τον Θεό και τους ανθρώπους. Είναι η πεντακάθαρη διαφάνεια της αυγής του αιώνιου θείου φωτός, όπου η ανθρώπινη φύση φθάνει στην τελειότητά της. Είναι η ακέραιη αντανάκλαση της ανθρωπότητας του Χριστού.

πηγή: π. Δημητρίου Στανιλοάε, «Προσευχή, ελευθερία, αγιότητα», εκδ. Λειμών, σ. 55-65

αναδημοσίευση απο την ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2019

Άγιος Νείλος ο Ασκητής - περί γαστριμαργίας




Περὶ γαστριμαργίας.
ΚΕΦ. Αʹ. 
ρχὴ καρποφορίας, ἄνθος,
καὶ ἀρχὴ πρακτικῆς, ἐγκράτεια·
ὁ κρατῶν γαστρὸς, ἐλαττοῖ πάθη,
ἡττώμενος δὲ βρώμασιν αὔξει τὰς ἡδονάς.
Ἀρχὴ ἐθνῶν Ἀμαλὴκ,
καὶ ἀρχὴ παθῶν γαστριμαργία.
Ὕλη πυρὸς ξύλα,
ὕλη δὲ γαστρὸς βρώματα.
Ξύλα πολλὰ μεγάλην ἐγείρει φλόγα,
πλῆθος δὲ βρωμάτων τρέφει ἐπιθυμίαν.
Φλὸξ ἀμαυροῦται ἐπιλειπούσης ὕλης,
καὶ βρωμάτων ἔνδεια μαραίνει ἐπιθυμίαν.
Ὁ κρατήσας σιαγόνος, ἀνεῖλεν ἀλλοφύλους,
καὶ δεσμὰ χειρῶν αὐτοῦ διέσπασεν εὐχερῶς.
Ἀναίρεσις σιαγόνος πηγὴν ἐγέννησεν ὕδατος,
καὶ γαστριμαργία καταργηθεῖσα, θεωρίαν ἔτεκε πρακτικήν.
Πάσσαλος σκηνῆς παρελθὼν, σιαγόνα ἀνεῖλε πολέμιον,
καὶ λόγος ἐγκρατείας ἐνέκρωσε πάθος.
Ἐπιθυμία βρώσεως ἔτεκε παρακοὴν,
καὶ γεῦσις ἡδεῖα ἐξέβαλε παραδείσου.
Πολυτέλεια βρωμάτων τέρπει λαιμὸν,
τρέφει δὲ σκώληκα ἀκολασίας ἀκοίμητον.
Ἐνδεὴς γαστὴρ ἐν προσευχῇ ἀγρυπνεῖν παρασκευάζει,
ἡ δὲ πεπληρωμένη ὕπνον ἐπάγει πολύν.
Νηφάλιον φρόνημα ἐν ξηροτάτῃ διαίτῃ,
ὑγρὸς δὲ βίος βαπτίζει νοῦν εἰς βυθόν.
Νηστεύοντος προσευχὴ, νεοσσὸς ἀετοῦ ἀνιπτάμενος,
ἡ δὲ τοῦ κραιπαλοῦντος βαρυνομένη τῷ κόρῳ, καθέλκεται·
νηστεύοντος νοῦς, ἀστὴρ ἐν αἰθρίᾳ λαμπρὸς,
ὁ δὲ τοῦ κραιπαλοῦντος ἐν σκοτομήνῃ καλύπτεται·
ὀμίχλη καλύπτει ἡλιακὰς ἀκτῖνας,
καὶ νοῦν σκοτίζει παχεῖα βρωμάτων ἀνάδοσις.

ΚΕΦ. Βʹ. 
σοπτρον ῥυπωθὲν
οὐ διαρθροῖ τὴν προσπεσοῦσαν μορφὴν,
καὶ διανοητικὸν ἀμβλυνθὲν κόρῳ,
οὐ δέχεται γνῶσιν Θεοῦ.
Χερσωθεῖσα γῆ ἀκάνθας τίκτει,
καὶ νοῦς γαστριμάργου βλαστάνει λογισμοὺς αἰσχρούς.
Οὐκ ἔστιν ἐν βορβόρῳ εὑρεῖν ἀρώματα,
οὐδὲ ἐν γαστριμάργῳ θεωρίας εὐωδίαν.
Ὀφθαλμὸς γαστριμάργου περιεργάζεται συμπόσια·
ὀφθαλμὸς δὲ ἐγκρατοῦς συνέδρια σοφῶν.
Μνήμας μαρτύρων ἀριθμεῖ ψυχὴ γαστριμάργου,
ἡ δὲ τοῦ ἐγκρατοῦς μιμεῖται βίους αὐτῶν.
Δειλὸς στρατιώτης φρίσσει σάλπιγγα σημαίνουσαν πόλεμον,
καὶ γαστρίμαργος κηρυσσομένην ἐγκράτειαν.
Γαστρίμαργος μοναχὸς, κοιλίας ὑπόφορος,
καὶ μαστιζόμενος ἀπαιτεῖται δασμὸν ἡμερούσιον.
Ὁδοιπόρος ὀξὺς ταχέως καταλήψεται πόλιν,
καὶ μοναχὸς ἐγκρατὴς εἰρηνικὴν κατάστασιν·
ὁδοιπόρος βραδὺς ἐν ἐρημίᾳ αὐλισθήσεται ὕπαιθρος,
καὶ μοναχὸς γαστρίμαργος οὐ φθάσει εἰς οἶκον ἀπαθείας.
Ἀτμὶς θυμιάματος εὐωδιάζει ἀέρα,
καὶ προσευχὴ ἐγκρατοῦς ὄσφρησιν Θεοῦ.
Ἐὰν δῷς σεαυτὸν ἐπιθυμίᾳ βρωμάτων,
οὐδὲν ἀρκέσει πρὸς τὸ πληρῶσαι τὴν ἡδονήν·
πῦρ γάρ ἐστιν ἐπιθυμία βρωμάτων,
ἀεὶ δεχομένη, καὶ ἀεὶ φλεγομένη.
Μέτρον αὔταρκες ἐπλήρωσεν ἀγγεῖον,
γαστὴρ δὲ ῥηγνυμένη, οὐ λέγει, Ἀρκεῖ.
Χειρῶν ἔκτασις ἐτροπώσατο τὸν Ἀμαλὴκ,
καὶ πράξεις ἐπηρμέναι χειροῦνται πάθη σαρκός.

ΚΕΦΑΛ. Γʹ. 
ξολόθρευσον ἐκ σοῦ πᾶν ἔμπνεον κακίας,
καὶ μέλη σαρκός σου νέκρωσον ἰσχυρῶς.
Ὃν τρόπον γὰρ ἀνῃρημένος πολέμιος, οὐ παρέξει σοι φόβον,
οὕτω νεκρωθὲν σῶμα οὐ ταράξει σου τὴν ψυχήν.
Οὐκ οἶδε πυρὸς ὀδύνην σῶμα νεκρὸν,
οὐδὲ ἐγκρατὴς ἡδονὴν ἐπιθυμίας νεκρᾶς.
Ἐὰν πατάξῃς Αἰγύπτιον, ἐν ἄμμῳ κρύψον αὐτὸν,
καὶ μὴ πιάνῃς σῶμα ἐπὶ ἡττωμένῳ πάθει·
ὡς γὰρ ἐν λιπώσῃ γῇ φύει τὸ κρυφθὲν,
οὕτως ἐν σώματι πιμελώδει ἀναθάλλει τὸ πάθος.
Μαρανθεῖσα φλὸξ ἀναλάμπει ἐπιλαβομένη φρυγάνων,
καὶ ἡδονὴ σβεσθεῖσα ἀναζωπυροῦται ἐν κόρῳ βρωμάτων.
Μὴ ἐλεήσῃς σῶμα ἀτονίαν ἀποδυρόμενον,
μηδὲ πιάνῃς αὐτὸ πολυτελείᾳ βρωμάτων·
ἐὰν γὰρ ἰσχύσῃ, ἐπαναστήσεταί σοι,
καὶ πόλεμον ἄσπονδον κινήσει κατὰ σοῦ,
ἕως ἂν αἰχμαλωτεύσῃ σὴν ψυχὴν,
καὶ δοῦλον παραδώσει σε τῷ τῆς πορνείας πάθει.
Ἵππος εὐήνιος, ἐνδεὲς σῶμα,
καὶ οὐ μὴ καταβαλεῖ τὸν ἀναβάτην ποτὲ,
ὁ μὲν γὰρ εἴκει ἀγχόμενος χαλινῷ,
καὶ τῇ χειρὶ πείθεται τοῦ ἡνιόχου,
σῶμα δὲ δαμάζεται ἐν λιμῷ, καὶ ἀγρυπνίᾳ,
καὶ οὐκ ἀποσκιρτᾷ τοῦ ἐπιβατοῦντος λογισμοῦ,
οὐδὲ χρεμετίσει κινούμενον ὑπὸ ὁρμῆς ἐμπαθοῦς.


 

Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2019

Παρακλητικός Κανών Ὁσιομάρτυρος ΙΑΚΩΒΟΥ καί τῶν Μαθητῶν αὐτοῦ, Δρ. Χαρ. Μπούσια

Εὐλογήσαντος τοῦ Ἱερέως ὁ ρμβ΄ (142) Ψαλμός καί τό Θεός Κύριος μετά τῶν στίχων αὐτοῦ. Εἶτα τά Τροπάρια. Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ σταυρῷ.
Ὁσιομάρτυρα τῆς πίστεως νέον, σεπτὸν Ἰάκωβον, βλαστὸν Καστορίας, τιμήσωμεν ἐν ᾄσμασι πιστῶν οἱ χοροὶ, σὺν  αὐτοῦ συμμάρτυσι, θείῳ Διονυσίῳ, καὶ τῷ οὐρανόφρονι, Ἰακώβῳ βοῶντες· Τριὰς Μαρτύρων πάνυ εὐκλεῶν, καθιλεοῦσθε, ἡμῖν τὸν Θεάνθρωπον.
Δόξα. Τὸ αὐτό. Καὶ νῦν. Θεοτοκίον.
Οὐ σιωπήσομέν ποτε, Θεοτόκε, τὰς δυναστείας Σου λαλεῖν οἱ ἀνάξιοι. Εἰ μὴ γὰρ Σὺ προΐστασο πρεσβεύουσα, τίς ἡμᾶς ἐῤῥύσατο ἐκ τοσούτων κινδύνων; Τίς δὲ διεφύλαξεν ἕως νῦν ἐλευθέρους; Οὐκ ἀποστῶμεν, Δέσποινα, ἐκ Σοῦ· Σοὺς γὰρ δούλους σῴζεις ἀεὶ ἐκ παντοίων δεινῶν.

Ὁ Ν΄ (50) Ψαλμὸς.

Ὁ Κανών, οὗ ἡ ἀκροστιχίς· Ἰάκωβε σὺν συνάθλοις σου, εὐλόγει με. Χ. Μ.
ᾨδὴ α΄. Ἦχος πλ. δ΄. Ὑγρὰν διοδεύσας.
άκωβε, πίστεως καλλονή, μὴ παύσῃ πρεσβεύων, τῷ Κυρίῳ ὑπὲρ ἡμῶν, συνάθλῳ σου σὺν Διονυσίῳ, καὶ Ἰακώβῳ, μεθ’ ὧν χαίρεις πάντοτε.
θλήσας ἐννόμως ὑπὲρ Χριστοῦ, σὺν τοῖς μαθηταῖς σου, χάριν εὗρες τὸν Λυτρωτήν,Ἰάκωβε, κλέος Καστορίας, καθικετεύειν ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.
Κοσμήσας σοῖς πόνοις τοῖς ἱεροῖς, Μονὴν Δερβεκίστης, σὺν δυάδι σῶν μαθητῶν,Ἰάκωβε, ἤθλησας ἀρτίως, Ὁσιομάρτυς, ἀκέστορ προσφύγων σου.
Θεοτοκίον.
ς θείαν μερόπων καταφυγὴν, ἐν βίου ἀνάγκαις, Σὲ κατέγνωμεν οἱ πιστοί, Σεμνὴ Θεοτόκε, καὶ προστάτιν, ἐν πειρασμοῖς καὶ δειναῖς περιστάσεσι.

ᾨδὴ γ΄. Οὐρανίας ἁψῖδος.
Βοηθῶν μὴ ἐλλείπῃς, τοὺς σοὺς θερμοὺς πρόσφυγας, ἐν βιοτικαῖς τρικυμίαις, μάκαρ Ἰάκωβε, σὺν ξυνωρίδι τῶν σῶν, συνάθλων, Ὁσιομάρτυς, Καστορίας βλάστημα,περιφανέστατον.
ποπτεύετε πάντας, ἐξ οὐρανοῦ, Μάρτυρες, θαυμαστὲ Ἰάκωβε, γέρας, νέον τῆς πίστεως, σὺν Ἰακώβῳ σεμνῷ, καὶ πάνυ Διονυσίῳ, τοὺς ὑμῶν γεραίροντας, στίβου παλαίσματα.
Σὺν δυσὶ μαθηταῖς σουσάρκα τὴν σὴν ὄνυξισιδηροῖς, στεῤῥέ, κατεσχίσθης, Μάρτυς Ἰάκωβε, καὶ ἐν ἀγχόνῃ δεινῶςἀπῃωρίθης, ὁ χάριν, εἰληφὼς ἰάσεωντῶν προστρεχόντων σοι.
Θεοτοκίον.
περένδοξε Μῆτερ, τῶν Ἀθλητῶν σέμνωμα, ταῖς θερμαῖς λιταῖς Ἰακώβου, Ὁσιομάρτυρος, καὶ τῶν συνάθλων αὐτοῦ, ῥύου παντοίων κινδύνων, καὶ δεινῶν τοὺς σπεύδοντας, χάριτι θείᾳ Σου.

γίαζε, Ὁσιομάρτυς Ἰάκωβε σοὺς ἱκέτας, σὺν δυάδι σῶν μαθητῶν, κρουνῶν θείας χάριτος, τοῦ Διονυσίου καὶ Ἰακώβου.
πίβλεψον, ἐν εὐμενεία, Πανύμνητε Θεοτόκε, ἐπὶ τὴν ἐμὴν χαλεπὴν τοῦ σώματος κάκωσιν, καὶ ἴασαι τῆς ψυχῆς μου τὸ ἄλγος.

Κάθισμα. Ἦχος β΄. Πρεσβεία θερμή.
Σεπτὲ πολιστὰ, τοῦ Ἄθωνος, Ἰάκωβε, καὶ Μάνδρας πυρσὲ, τῆς Δερβεκίστης πάμφωτε, Καστορίας βλάστημα, ὁ ἀθλήσας στεῤῥῶς σὺν συνάθλων σου, τὴν ξυνωρίδα, πρέσβευε Χριστῷ, ὑπὲρ τῶν λαμπρῶς μακαριζόντων σε.

ᾨδὴ δ΄. Εἰσακήκοα, Κύριε.
Νικητὰς ἀναδείξατε, πάντας τοὺς τιμῶντας ὑμᾶς, Ἰάκωβε, ἐν ταῖς μάχαις, Διονύσιε,κατ’ ἐχθροῦ, καὶ ἕτερε Ἰάκωβε.
Σκοτομήνην, Ἰάκωβε, μάκαρ Διονύσιε καὶ Ἰάκωβε, τῶν παθῶν ἡμῶν σκεδάσατε, τῶν θερμῶν εὐχῶν ὑμῶν πυρσεύμασι.
Ὑπερεύχεσθε πάντοτε, τῶν ὑμᾶς τιμώντων, Γέρων Ἰάκωβε, καὶ Διάκονε Ἰάκωβε, σὺν Διονυσίῳ, ὁσιόαθλοι.
Θεοτοκίον.
Νῦν ὑμνοῦντές Σε, Δέσποινα, ὡς προστάτιν πάντων μακαριζόντων Σε, ἐκδεχόμεθα πρεσβείας Σου, πρὸς Χριστόν, Υἱόν Σου τὸν φιλάνθρωπον.

ᾨδὴ ε΄. Φώτισον ἡμᾶς.
Ἄμφω τοῖς πιστοῖς, τὴν ὑγίειαν βραβεύσατε, καταφεύγουσιν, Ἰάκωβε, ὑμῖν, σὺν σεπτῷ Διονυσίῳ καὶ Ἰάκωβε.
Θραύσατε δεσμούς, Διονύσιε, Ἰάκωβε, καὶ Ἰάκωβε, ἡμῶν μετὰ παθῶν, καὶ παντοίων ἁμαρτάδων, Ὁσιόαθλοι.
Λάμψαντες φωτὶ, γενναιότητος, Ἰάκωβε, καὶ δυὰς συναθλητῶν σου μαθητῶν,πρεσβειῶν ὑμῶν βολαῖς πιστοὺς φαιδρύνετε.
Θεοτοκίον.
Ὄμβρισον ἡμῖν, ὑετὸν τῆς προστασίας Σου, καὶ κατάρδευσον ψυχὰς Σῶν οἰκετῶν,ὡς νεφέλη ὀμβροτόκος, Μητροπάρθενε. 

 ᾨδὴ στ΄. Τὴν δέησιν ἐκχεῶ.
Ἰάκωβε, Καστορίας βλάστημα, σὺν δυάδι μαθητῶν σου συνάθλων, Διονυσίου τε καὶ Ἰακώβου, ἐν τῇ ἀγχόνῃ Ἀδριανουπόλεως, ἐξεμετρήσατε τὸ ζῆν, τῶν ὑμνούντων ὑμᾶς ἀντιλήπτορες.
Στηρίξατε, ἐν τῇ πίστει ἅπαντας, τοὺς ὑμᾶς πανευλαβῶς μελῳδοῦντας, ὡς νεοάθλους, Ἰάκωβε μάκαρ, καὶ Διονύσιε, λύχνε σεμνότητος, σὺν Ἰακώβῳ τῷ κλεινῷ,εὐσεβῶν βακτηρίαι πρὸς θέωσιν.
Σκεδάσατε, ζόφωσιν τῶν θλίψεων, καὶ δεινὴν τῶν πειρασμῶν σκοτομήνην, τῶν προστρεχόντων ὑμῖν ἐν ἀνάγκαις, καὶ χαλεπαῖς συμφοραῖς, Διονύσιε, σὺν Ἰακώβῳ εὐσταλεῖ, καὶ ὑμῶν, Ἰακώβῳ, τῷ Γέροντι.
Θεοτοκίον.
Ὁδήγησον, πρὸς σκηνὰς λαμπρότητος, ἀϊδίου τὰς ἐν πόλῳ, Παρθένε, τοὺς μεγαλύνοντας Σῶν θαυμασίων, τὸ πλῆθος, Μῆτερ Χριστοῦ Παμμακάριστε, καὶ ἐν δεινοῖς καὶ πειρασμοῖς, καταφεύγοντας χάριτι θείᾳ Σου.

γίαζε, Ὁσιομάρτυς Ἰάκωβε, σοὺς ἱκέτας, σὺν δυάδι σῶν μαθητῶν, κρουνῶν θείας χάριτος, τοῦ Διονυσίου καὶ Ἰακώβου.
χραντε, ἡ διὰ λόγου τὸν Λόγον ἀνερμηνεύτως, ἐπ’ ἐσχάτων τῶν ἡμερῶν τεκοῦσα δυσώπησον, ὡς ἔχουσα μητρικὴν παῤῥησίαν.

Κοντάκιον. Ἦχος β΄. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ὁσιομάρτυρα ὕμνοις Ἰάκωβον, καὶ τοὺς αὐτοῦ μαθητὰς εὐφημήσωμεν, τὸν Διονύσιον καὶ τὸν Ἰάκωβον, ὡς εὐσεβείας νεόδρεπτα λείρια, αὐτῶν ἐνθέρμους εὐχὰς ἐξαιτούμενοι.

Προκείμενον. Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοῖς Ἁγίοις Αὐτοῦ.
Στ. Τοῖς Ἁγίοις τοῖς ἐν τῇ γῇ Αὐτοῦ ἐθαυμάστωσεν ὁ Κύριος.
Εὐαγγέλιον ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον (Κεφ. ι΄ 16-22).
Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ μαθηταῖς· ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς, ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων· γίνεσθε οὖν φρόνιμοι ὡς οἱ ὄφεις καὶ ἀκέραιοι ὡς αἱ περιστεραί. Προσέχετε δὲ ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων·  παραδώσουσι γὰρ ὑμᾶς εἰς συνέδρια καὶ ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν μαστιγώσουσιν ὑμᾶς. Καὶ ἐπὶ ἡγεμόνας δὲ καὶ βασιλεῖς ἀχθήσεσθε ἕνεκεν ἐμοῦ, εἰς μαρτύριον αὐτοῖς καὶ τοῖς ἔθνεσιν. Ὅταν δὲ παραδώσωσιν ὑμᾶς, μὴ μεριμνήσετε πῶς ἢ τί λαλήσετε· δοθήσεται γὰρ ὑμῖν ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ τί λαλήσετε. Οὐ γὰρ ὑμεῖς ἐστε οἱ λαλοῦντες, ἀλλὰ τὸ Πνεῦμα τοῦ Πατρὸς ὑμῶν τὸ λαλοῦν ἐν ὑμῖν. Παραδώσει δὲ ἀδελφὸς ἀδελφὸν εἰς θάνατον καὶ πατὴρ τέκνον· καὶ ἐπαναστήσονται τέκνα ἐπὶ γονεῖς καὶ θανατώσουσιν αὐτούς. Καὶ ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων διὰ τὸ ὄνομά μου· ὁ δὲ ὑπομείνας εἰς τέλος σωθήσεται.
Δόξα. Ὁσιομαρτύρων…
Καὶ νῦν. Ταῖς τῆς Θεοτόκου…
Προσόμοιον. Ἦχος πλ. β΄. Ὅλην ἀποθέμενοι. Στ. Ἐλέησόν με, ὁ Θεός,…  
Δεῦτε μελῳδήσωμεν, Ὁσιοάθλων τριάδα, θαυμαστὸν Ἰάκωβον, θεῖον Διονύσιον, καὶ Ἰάκωβον, ἐκτενῶς ἕτερον, Μάνδρας Δερβεκίστης, Αἰτωλίας τοὺς οἰκήτορας, τοὺς ἁγιάσαντας, τῶν αὐτῶν αἱμάτων τοῖς ῥεύμασι, τῆς Ἀδριανουπόλεως, χθόνα καὶ λαβόντας τὸ χάρισμα, τῷ Θεῷ πρεσβεύειν, ὑπὲρ τῶν ἀνυμνούντων εὐλαβῶς, αὐτῶν τὴν ἔνθεον ἄσκησιν, καὶ σεπτὸν μαρτύριον.

ᾨδὴ ζ΄. Οἱ ἐκ τῆς Ἰουδαίας.
Ὑμνῳδίαις εὐτάκτοις, καταστέφοντες ἄθλους, ὑμῶν, Ἰάκωβε, σὺν ἄλλῳ Ἰακώβῳ, καὶ τῷ Διονυσίῳ, προστασίαν δεχόμεθα, ὑμῶν ἐν βίου δεινοῖς, φωσφόροι, καὶ ἀνάγκαις.
Ἐν Ἀδριανουπόλει, ἀπηνῶς ἐν ἀγχόνῃ, ἀπῃωρήθητε, διὰ Χριστοῦ τὴν πίστιν, Ἰάκωβε γενναῖε, Διονύσιε πάντιμε, καὶ Διακόνων εἰκών, Ἰάκωβε, εὐτόλμων.
Ὑπερόπτας προσύλων, ἀναδείξατε πάντας, ὑμᾶς γεραίροντας, ὡς ζηλωτὰς ἀΰλων,Ἰάκωβε θεόφρον, Διονύσιε ἄλκιμε, καὶ Ἀθλητῶν καλλονή, Ἰάκωβε, τῶν νέων.
Θεοτοκίον.
Λαμπηδὼν παρθενίας, Θεοτόκε, τὸν ζόφον, παθῶν διάλυσον, ἡμῶν τῶν χαμαιζήλων,φωτὶ τῶν πρεσβειῶν Σου, πρὸς τὸν εὔσπλαγχνον Τόκον Σου, τὸν Φωτοδότην Χριστόν,Ὑπερευλογημένη.

ᾨδὴ η΄. Τὸν Βασιλέα.
Ὁσιοάλθων, ὑμνολογοῦντες τριάδα, τὰς αὐτῶν ἐκζητοῦμεν πρεσβείας, πρὸς τὸν Ζωοδότην, καὶ Κύριον τῶν πάντων.
Γέρας τῶν νέων, Ὁσιοάθλων, δυσώπει, τὸν Δεσπότην, Ἰάκωβε Μάρτυς, σὺν τοῖς σοῖς συνάθλοις, ὑπὲρ τῶν ἱκετῶν σου.
Εὐλόγει πάντας, τοὺς ἀνυμνοῦντας σοὺς ἄθλους, τοὺς τιμίους, Ἰάκωβε μάκαρ, νέε Εκκλησίας, Χριστοῦ Ὁσιομάρτυς.
Θεοτοκίον.
δεῖν Υἱοῦ Σου, μορφῆς τὸν κάλλος ἐν πόλῳ, καταξίωσον Σοὺς ὑμνηπόλους,Κεχαριτωμένη, Κυρία Θεοτόκε.

ᾨδὴ θ΄. Κυρίως Θεοτόκον.
Μὴ παύσησθε θεόθενσκέποντες ἱκέταςὑμῶν, Ἰάκωβε καὶ Διονύσιεσὺν Ἰακώβῳ ἑτέρῳ, Ὁσιομάρτυρες.
Εὐκλείας ἐκ τοῦ ὕψους, τοῦ ὑμῶν φρουρεῖτε, πιστούς, Ἰάκωβε καὶ Διονύσιε, σὺν Ἰακώβῳ, τοὺς ὕμνοις ὑμᾶς γεραίροντας.
Χριστὸν ὁμολογοῦντες, ὡς Θεὸν τῶν ὅλων, τρανῶς, Ἰάκωβε καὶ Διονύσιε, σὺν Ἰακώβῳ ἀγχόνην καθυπεμείνατε.
Θεοτοκίον.
Μὴ παύσῃ δυσωποῦσα, τὸν Υἱόν Σου, Μῆτερ, ὑπὲρ ἡμῶν τῶν πιστῶς προστρεχόντων Σοι, καὶ ἐν ᾠδαῖς μελιῤῥύτοις μακαριζόντων Σε.

Μεγαλυνάρια.
Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν Σε τὴν Θεοτόκον, τὴν ἀειμακάριστον καὶ παναμώμητον καὶ μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Τὴν τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ, καὶ ἐνδοξοτέραν, ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον Σέ μεγαλύνομεν.
Χαίροις, ἴον εὔοσμον ἀρετῆς, τῆς περιοικίδος, Καστορίας σεπτὲ βλαστέ, σὺν τῶν μαθητῶν σου, Ἰάκωβε, δυάδι, Ὁσιοάθλων νέων, κλέϊσμα πίστεως.
Τρίφωτον λυχνίαν νεολαμπῶν, Ὁσιομαρτύρων, εὐφημήσωμεν ἐκτενῶς, σὺν Διονυσίῳ, καὶ πάνυ Ἰακώβῳ, Ἰάκωβον, τὸν φάρον, τῆς γενναιότητος.
Τῶν Βοεβονδάδων σεπτὲ βλαστέ, τῆς περιοικίδος, Καστορίας, ὡς ἀκρεμὼν,Ὁσιομαρτύρων, ἐν Ἀδριανουπόλει, Ἰάκωβε γενναῖε, ἄρτι ἐνήθλησας.
Σὺν τῇ ξυνωρίδι σῶν μαθητῶν, ἤνυσας προθύμως, ἐναθλήσεως τὴν ὁδόν, τῷ Διονυσίῳ, καὶ θείῳ Ἰακώβῳ, Ἰάκωβε ἀλκίφρον, πίστεως σέμνωμα.
Χαίροις, Δερβεκίστης τριὰς σεπτὴ, Ὁσιομαρτύρων, ἡ ἀθλήσασα εὐσθενῶς, σὺν τῷ Ἰακώβῳ, ἐν Ἀδριανουπόλει, καὶ τῷ Διονυσίῳ, πάνυ Ἰάκωβε.
Σκέπετε, Ἰάκωβε, ἀκλινῶς, καὶ σὺν Ἰακώβῳ, Διονύσιε θαυμαστέ, Ὁσιομαρτύρων, τριάς, ὑμῶν ἐν ὕμνοις, τοὺς εὐλαβῶς τὴν θείαν, μνήμην γεραίροντας.
Πᾶσαι τῶν Ἀγγέλων αἱ στρατιαί, Πρόδρομε Κυρίου, Ἀποστόλων ἡ δωδεκάς, οἱ Ἅγιοι πάντες, μετὰ τῆς Θεοτόκου ποιήσατε πρεσβείαν, εἰς τὸ σωθῆναι ἡμᾶς.

Τό Τρισάγιον καὶ τὰ Τροπάρια. Ἦχος πλ. β΄.
Ἐλέησον ἡμᾶς, Κύριε, ἐλέησον ἡμᾶς, πάσης γὰρ ἀπολογίας ἀποροῦντες, ταύτην Σοι τὴν ἱκεσίαν, ὡς Δεσπότῃ, οἱ ἁμαρτωλοί προσφέρομεν, ἐλέησον ἡμᾶς.
Δόξα.
Κύριε ἐλέησον ἡμᾶς, ἐπί Σοὶ γὰρ πεποίθαμεν. Μή ὀργισθῆς ἡμῖν σφόδρα, μηδέ μνησθῆς τῶν ἀνομιῶν ἡμῶν. Ἀλλ’ ἐπίβλεψον καὶ νῦν ὡς εὔσπλαχνος καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς ἐκ τῶν ἐχθρῶν ἡμῶν. Σὺ γὰρ εἶ Θεός ἡμῶν καὶ ἡμεῖς λαός Σου, πάντες ἔργα χειρῶν Σου καὶ τὸ ὄνομά Σου ἐπικεκλήμεθα.
Καί νῦν.
Τῆς εὐσπλαγχνίας τὴν πύλην ἄνοιξον ἡμῖν, εὐλογημένη Θεοτόκε, ἐλπίζοντες εἰς Σέ μή ἀστοχήσομεν, ῥυσθείημεν διά Σοῦ τῶν περιστάσεων, Σὺ γὰρ ἡ σωτηρία τοῦ γένους τῶν Χριστιανῶν.

Εἶτα ὁ Ἱερεύς, τὴν Ἐκτενῆ Δέησιν, ἡμῶν ψαλλόντων τό λιτανευτικόν· Κύριε ἐλέησον.Ὑπὸ τοῦ Ἱερέως Ἀπόλυσις. Καὶ τῶν Χριστιανῶν ἀσπαζομένων τὴν Εἰκόνα τῶν Ἁγίων καὶ χριομένων δι’ ἁγίου ἐλαίου, ψάλλονται τὰ παρόντα Τροπάρια. 
Ἦχος β΄. Ὅτε ἐκ τοῦ ξύλου.
Πάντας τοὺς τιμῶντας ἐκτενῶς, τὴν ὑμῶν πανέορτον μνήμην, καὶ ἀνυμνοῦντας λαμπρῶς, τὴν ὑμῶν ἐνάθλησιν, Ὁσιομάρτυρες, νέα εὖχη τῆς πίστεως, Ἰάκωβε μάκαρ, σῶφρον Διονύσιε, ἅμα Ἰάκωβε, θεῖε, ἁγιάζετε πάντας, καὶ ὡς εὐσυμπάθητοι πόνων, ῥύεσθε ὑμᾶς τοὺς μεγαλύνοντας.
Δέσποινα πρόσδεξαι, τὰς δεήσεις τῶν δούλων Σου, καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς, ἀπὸ πάσης ἀνάγκης καὶ θλίψεως.
Τὴν πᾶσαν ἐλπίδα μου, εἰς Σὲ ἀνατίθημι, Μῆτερ τοῦ Θεοῦ, φύλαξόν με ὑπὸ τὴν σκέπην Σου.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Καστορία σεμνύνεται τοῖς σπαργάνοις σου, Ἰβήρων Σκήτη καὶ Μάνδρα τῆς Δερβεκίστης τῇ σῇ,  ἐνασκήσει καὶ κλεινὴ Ἀδριανούπολις, πόνοις σου τοῖς μαρτυρικοῖς,Ὁσιόαθλε στεῤῥέ, Ἰάκωβε, ὁ ἀθλήσας, σὺν μαθητῶν σου δυάδι, μεθ’ ὧν Χριστὸν ἡμῖν ἱλέωσαι.

Τετράστιχον.
Σεραφεὶμ Ἀρχιθύτην Καστοριέων
καὶ Ἰάκωβον Διάκονον  σκέπετε,
Ἰάκωβε, εὐσθενὲς Ὁσιομάρτυς,
σὺν Διονυσίῳ τε καὶ Ἰακώβῳ,
ἀκλινῶς ὑψόθεν Χαραλάμπης ψάλλει.

Δημοφιλείς αναρτήσεις