Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλίατοῦ π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, στά πλαίσια τῆς ἑρμηνείας πού ἔγινε στό κήρυγμα τῆς Κυριακής 10 Ιουνίου του 2001
Τὸ ἡχητικὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν ὁμιλία- εδώ
Κυριακή των Αγίων Πάντων
Κυριακή των Αγίων Πάντων: το αποκορύφωμα της εκκλησιαστικής εμπειρίας. Γι' αυτό μας δόθηκε η Εκκλησία απ' τον Θεό μας. Ως δωρεά για να λειτουργήσουνε μέσα της οι Άγιοι Πάντες. Και το κείμενο το ευαγγελικό που ακούσαμε πριν από λίγο, από τα λόγια του Χριστού ειπωμένο και γραμμένο από το χέρι του Ματθαίου, νομίζεις πως θέλει να ορίσει τα κοινά χαρακτηριστικά των Αγίων Πάντων. Κάποιος, βέβαια, μπορεί να αντιτείνει και να πει πως οι Άγιοι διακρίνονται ποικιλοτρόπως. Έχουν τη δική τους προσωπικότητα. Πώς μπορούμε να διαγράψουμε μέσα σε μερικές γραμμές τα κοινά χαρακτηριστικά τους;
Κι όμως, αν σκεφτούμε τον τρόπο που λειτουργεί η θεότητα και η ζωή μας, που είναι ενότητα και διάκριση, αυτό μπορούμε να το πούμε. Και ο Θεός Ομοούσιος είναι και διακρίνεται σε Πρόσωπα. Και έτσι, παρόλο που τα Πρόσωπα διατηρούνε τη δική τους αυτοτέλεια, τα δικά τους χαρακτηριστικά, μπορούν να είναι μέσα σε έναν χώρο ομοουσιότητας, η οποία ακριβώς περιγράφεται στο Ευαγγέλιο [που ακούσαμε] πριν από λίγο για να δείξει τα κοινά χαρακτηριστικά των Αγίων, τα δικά μας χαρακτηριστικά ως μέλλοντες Άγιοι, πέρα από την προσωπικότητα που καλλιεργούμε μέσα από τα δικά μας, «ί-δι-α», τα «ίδια» προσωπικά χαρίσματα. Να δούμε τα απλά, μικρά στοιχεία μέσα από τον βηματισμό τού κατά Ματθαίον Ευαγγελίου για να κατανοήσουμε αυτά τα κοινά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τους Αγίους, γνωστούς τε και αγνώστους. Αυτά τα σημεία τα οποία αποτελούν τον βηματισμό είναι και μια πρόκληση ταυτόχρονα για τον νου μας και για τον τρόπο που σκεφτόμαστε.
Το πρώτο στοιχείο είναι η ομολογία. Λέει: «Όποιος με ομολογήσει εμένα μπροστά στους ανθρώπους, και εγώ θα τον ομολογήσω». Τι είναι αυτή η ομολογία; Αυτή η ομολογία δεν είναι ακριβώς μια κουβέντα για τα πράγματα, ούτε μια κουβέντα για μια ιδεολογία, ούτε μια ανάλυση μιας ιδεολογίας – αλίμονο αν το Ευαγγέλιο εκφραζόταν μέσα από μια έκφραση ιδεολογικών τομών και αναλύσεων. Το «ομολογία» είναι αυτό που λέει η λέξη: «ομο-λογώ», «έχω κοινό λόγο». «Ομολογώ» σημαίνει «λειτουργώ την κοινότητα» και «δίνω Λόγο στην κοινότητα» – φυσικά, τον μοναδικό Λόγο που υπάρχει μέσα στη ζωή, που είναι ο Χριστός, ο Θεός Λόγος. Ομολογώ λοιπόν σημαίνει λειτουργώ την ενότητα, και τη λειτουργώ όχι με άλλα μέτρα, με άλλα μέσα, με άλλες θεωρίες, με άλλες ιδεολογίες, αλλά τη λειτουργώ μόνο μέσα από Εκείνον που μπορεί να λειτουργήσει την ενότητα, που είναι ο Χριστός. Να λοιπόν η ομολογία. «Όποιος ομολογήσει εμένα μπροστά στους ανθρώπους», όποιος λειτουργήσει με μένα την ενότητα της ζωής του κόσμου. Και θαρρείς και τι είναι ζωή και λειτουργιέται έτσι, κι αν δεν λειτουργήσουμε εν Χριστώ την ενότητα του κόσμου, όλα καταρρέουνε και όλα διαλύονται, όλα γίνονται σκουπίδια, όλα γίνονται σκόνη. Και προσπαθούμε να κρατήσουμε τα πράγματα όρθια και να τα συντηρήσουμε. Δεν γίνεται με τίποτε. Τα κράτη, τα έθνη, οι λαοί, η παγκόσμια κοινότητα, οι μικρές ομάδες, η οικογένεια, που προσπαθούν με πολύ καλές διαθέσεις να συγκρατήσουν τα στοιχεία της ενότητας, κάθε μέρα οσονούπω διαλύονται εις τα εξ ων συνετέθησαν, αν δεν λειτουργήσουν την ομο-λογία, την εν Χριστώ έκφραση αυτής της ενότητας, που είναι το πρώτο στοιχείο του βηματισμού στον χώρο της κοινής εκφράσεως της ζωής των Αγίων.
Και μετά από εκεί, έρχεται εκείνο το παράξενο και πολύ χτυπητό, που πραγματικά διαλύει το μυαλό, που λέει: «Όποιος αγαπάει τον πατέρα του ή τη μητέρα του ή το οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο περισσότερο από εμένα, πέρα από εμένα και πριν από εμένα, αυτός δεν μου είναι άξιος». Και τότε, Χριστέ μου, γιατί μας τους έδωσες πλάι μας;. Και είναι τόσο αληθινό το κείμενο και τόσο συγκλονιστικό, πραγματικά, γιατί αν δεν γνωρίσεις το «φίλον», την Αγάπη, την Όντως Αγάπη, πώς θα μπορέσεις να αγαπήσεις; Ο Θεός είναι η Αγάπη, και ο Χριστός εκφράζει αυτή την αγάπη μέσα από το έργο της σαρκώσεώς του. Κι αν Αυτόν δεν γνωρίσουμε, τότε πώς μπορούμε να αγαπήσουμε; Η φράση που λένε τα κείμενα τα πατερικά, πως είναι αδύνατο να αγαπήσεις άνθρωπο αν δεν αγαπήσεις τον Χριστό, είναι τόσο αληθινή, όσο ότι σήμερα το πρωί βγήκε ο ήλιος [και μετά από] το βράδυ θα ανατείλει. Και ακόμα πιο αληθινή από αυτή την έκφραση. «Ο φιλών πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ, ουκ έστι μου άξιος». Και, ναι, δεν μπορεί να αγαπήσεις τίποτε, και αυτή η αγάπη είναι μια σάπια αγάπη, και μετά από λίγο θα αποδειχθεί το σάπιο, και θα αποδειχθεί το αντίπαλο, και θα αποδειχθεί το διχαστικό, και θα λειτουργήσει η καταστροφή, και θα λειτουργήσει η βαθιά εσωτερική αρρώστια. Γιατί νόμιζες που αγαπούσες και δεν αγάπησες, γιατί δεν πρόλαβες να αγαπήσεις Εκείνον που είναι Αγάπη, και ήθελες να αγαπήσεις πριν από Εκείνον τα άλλα τα πράγματα, και αυτό είναι αδύνατο. Και αυτό είναι κοινό χαρακτηριστικό των Αγίων: φάνηκε που αγαπούσανε πρώτα Κάτι Άλλο, πέρα από τους δικούς τους, κι όμως ήθελαν να αγαπήσουν τους δικούς τους, γι' αυτό αγάπησαν πρώτα Εκείνον.
Και ακολουθεί το τρίτο κείμενο του βηματισμού, το οποίο, και αυτό, χαρακτηρίζεται από μια ιδιότροπη έκφραση σκέψεως, που μπορεί να ξαφνιάζει και πάλι το μυαλό και μπορεί πραγματικά να το διαλύει το μυαλό μέσα από τη σκέψη ότι εμείς, για να μπορούμε να σταθούμε πάνω στον κόσμο και για να μπορούμε να εκφραστούμε μέσα στον κόσμο, πρέπει να λειτουργήσουμε άλλα πράγματα του κόσμου. Ήταν η αγάπη, και ήτανε εκείνο το οποίο σημαίνει «να με ακολουθήσετε, παίρνοντας τον σταυρό σας», λέει. Κοιτάξτε, σταυρό έχουν όλοι, αλλά τον έχουν χωρίς να ακολουθούν τον Χριστό. Εδώ είναι η μεγάλη διαφορά του κειμένου. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μη σηκώνει σταυρό. Τον θέλει, δεν τον θέλει, τον «πιάνει», δεν τον «πιάνει», τον αναλύει, δεν τον αναλύει, τον κατανοεί και δεν τον κατανοεί. Οι πιο πολλοί τον κατανοούνε, γι' αυτό ακριβώς εκφράζονται με δυσαρέσκεια για τη ζωή τους. Έρχεται λοιπόν να μπει μια άλλη τομή. Έχεις που έχεις έναν σταυρό. Τότε να ακολουθείς τον Χριστό. Και τότε ο σταυρός θα είναι μια ακολουθία Χριστού, άρα θα είναι σταυρός του Χριστού. Αλλά θα είναι άλλος βηματισμός, άρα θα είναι μια θεραπεία. Ακολουθώντας τον Χριστό, ο σταυρός γίνεται γεγονός θεραπευτικό για όλη τη ζωή του κόσμου. Και εδώ ακριβώς ξεπερνάμε τα δικά μας – τα κρυμμένα, τα μοναδικά μας, τα μοναχικά μας, εκείνα τα οποία εκφράζουν μόνο τη ζωή μας και τίποτα άλλο, και κλεινόμαστε στον πόνο μας και διαμαρτυρόμαστε. Και βγαίνουμε έξω και λέμε δεν ξέρουμε αν έχουμε πόνο ή δεν έχουμε, εμείς θα κάνουμε μια έξοδο. Και κάνοντας την έξοδο, ακολουθώντας τον Χριστό, ο πόνος είναι άλλος πόνος. Είναι πόνος για να αλλάξει όλη η κοινότητα, και αυτόν το σταυρό τον σηκώνεις όχι πια από σένα και για σένα, τον σηκώνεις για όλους. Και τότε αυτός ο πόνος γίνεται πανηγυρικός, γιατί έχει κάτι να κάνει για τη ζωή.
Και τέλος, το κείμενο επανέρχεται στις παράξενες σκέψεις και λέει: «Όποιος δεν άφησε τη γυναίκα του, τα παιδιά του...» και τα λοιπά, και τα λοιπά. Και είναι παράξενο: να αφήσεις, τι να αφήσεις; Αν υπάρχει ένας μηχανισμός ο οποίος λειτουργεί και είναι λανθασμένος, πρέπει να τον διαλύσεις και μετά το χέρι του καλού τεχνίτη να τον ξαναφτιάξει. Και ο Χριστός λέει: Όλα διαλύστε τα, αφήστε τα όλα, για να τα γιατρέψετε. Και όταν τα γιατρέψετε, τότε θα τα συγκροτήσετε. Μην πάτε να κρατήσετε πράγματα τα οποία είναι ενωμένα μέσα από φθορά. Διαλύστε τα όλα, κάντε τα σκόνη, και πιάστε το κάθε ένα χωριστά και ξανά γιατρέψτε τα μέσα από τη χάρη του Χριστού. Αυτό είναι το «να αφήσεις τον πατέρα σου, τη μητέρα σου, τη γυναίκα σου, τα παιδιά σου». Γιατί ως τώρα λάθος τα κρατούσες. Διάλυσέ τα όλα και κοίταξέ τα με το μάτι το θεραπευτικό του Χριστού. Άσε το «να τα γιατρέψεις εσύ», και άσε Εκείνον να τα γιατρέψει. Και αφού θα γιατρευτούν μέσα από τον Χριστό, τότε όλα θα ενωθούν από Αυτόν και όχι από τη δική σου δύναμη, από τα δικά σου χρήματα, από τη δική σου εξυπνάδα, από το δικό σου καλό ή κακό που διαθέτεις ως σκέψη και ιδεολογία. Τα διαλύεις όλα, λοιπόν, και τα αφήνεις στον Χριστό, γιατί είσαι αδύνατος να κάνεις κάτι γι' αυτά. Και τα αφήνεις όλα. Και αφήνοντάς τα, πού τα αφήνεις; Στα χέρια του Χριστού. Και όλα θεραπεύονται, και τότε τα ξαναβρίσκεις. Και όλα αποκτούν ενότητα, και όλα αποκτούν κάλλος, και όλα αποκτούν φως.
Και αυτά είναι τα χαρακτηριστικά των Αγίων, Πάντων των Αγίων, τους οποίους σήμερα η Εκκλησία μας τιμάει επωνύμως τε και ανωνύμως. Και τους τιμάει γιατί τοιουτοτρόπως αγωνίστηκαν. Ο καθένας με αυτά τα κοινά στοιχεία, και ο καθένας στον τόπο του, με τον τρόπο του, με το πρόσωπό του, με τα χαρακτηριστικά του, με όλα εκείνα τα οποία χαρακτηρίζουν την ιδιότητα του ανθρώπου. Κι όμως είχαν κοινή πορεία.
Κοινή πορεία είναι η δική μας η πορεία, ο δικός μας δρόμος, ο καθημερινός μας δρόμος. Τα βήματα τα οποία ανέλυσα πριν από λίγο, όσο συνοπτικά μπορεί να επιτρέψει αυτός ο μικρός χρόνος, χαρακτηρίζουν ολόκληρη τη ζωή μας και όλη τη δυνατότητα να γίνει η ζωή μας Ζωή μας. Και τότε, αν η ζωή μας γίνει Ζωή μας, που σημαίνει ζωή εν Χριστώ, τότε μπορούμε να ελπίζουμε για το σήμερα, για το αύριο, για το χθες, για το πάντα, για τη ζωή, για τους δικούς μας και για όλους. Χωρίς Αυτόν, η ζωή είναι μια μικρή ή μεγάλη απελπισία. Οι Άγιοι Πάντες μας προκαλούν: διαλέξτε τι προτιμάτε.
Ελένη Κονδύλη
※
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου