ΚΥΡΙΑΚῌ ΠΕΜΠΤῌ
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
ιστ΄ 19 - 31
ιστ΄ 19 - 31
Απομαγνητοφωνημένη ομιλίατου π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, στα πλαίσια της ερμηνείας που έγινε στο κήρυγμα της Κυριακής 5 Νοεμβρίου του 1995Τὸ ηχητικό απόσπασμα από την ομιλία - σε mp3 εδώΗ διήγηση του πλουσίου και του πτωχού Λαζάρου σίγουρα δεν έχει να κάνει τίποτε όσον αφορά τη σύγκρισή της με μια κοινωνική ανάλυση των πλουσίων και των πτωχών και δεν έχει καμιά σχέση με τέτοια κοινωνικά φαινόμενα και ούτε δικαιώνει απλώς τους πτωχούς επειδή είναι πτωχοί. Το κείμενο αυτό έχει πολύ βαθύτατες προοπτικές που φτάνει τα μύχια της υπάρξεως και της ζωής του ανθρώπου.
Ο πανάγαθος Θεός, όπως μας έφτιαξε διφυώς, σώμα και ψυχή να έχουμε, επέτρεψε μέσα από την αγάπη Του να μας τρέφει και μέσα από τη χάρη Του ποικιλοτρόπως. Ευδόκησε μεν να καρποφορούν τα χωράφια και η γη και να τρεφόμαστε μέσα από τη χάρη Του υλικώς· την ίδια τη στιγμή επέτρεψε μέσα από τη δωρεά των μυστηρίων της Εκκλησίας μας να τρεφόμεθα στην ψυχή μας. Και τα δύο χρειάζονται μια βαθιά ισόρροπη ανάπτυξη και το κείμενο ακριβώς εκεί στοχεύει και εκεί είναι η ανάλυσή του.
Προσέξτε! Το κείμενο που αναλύει την στάση του πλουσίου λέει ότι «ενεδιδύσκετο πορφύραν και ευφραίνετο καθ᾿ ημέραν λαμπρώς». Περιγράφει μια ανάπτυξη των εξωτερικών πραγμάτων, την τροφοδοσία των εξωτερικών, και φαίνεται που είναι ευτυχισμένος ο πλούσιος. Η πατερική σκέψη λέει πως η βαθιά αγωνία της ψυχής του, η έλλειψη τροφής και χάριτος στην ψυχή του έχει τόσο πολύ ξεχαστεί, την έχει τόσο πολύ «αποδυθεί», που στέκεται απλώς στο πανηγυρικό της εξωτερικής ευφροσύνης.
Και λένε οι νηπτικοί πατέρες ότι η ψυχή η οποία δεν τρέφεται βαθιά έχει αγωνία, έχει θλίψη, έχει πόνο. Αν όμως το δόσιμό μας στα εξωτερικά είναι τόσο βαρύ, αυτή η αγωνία και αυτή η θλίψη απωθείται τόσο βαθιά που φαίνεται πάρα πολύ μετά, όταν η φθορά είναι προϊούσα, όταν έχει προχωρήσει δηλαδή η φθορά. Αυτή η κατάσταση είναι εκείνη η οποία περιγράφεται για τον πλούσιο. Ευφραίνεται χωρίς να πιάνει κάποια πτυχή αυτής της αγωνίας και της θλίψεως με την οποία κατατρύχεται η ψυχή του, και η έλλειψη της τροφοδοσίας αυτής.
Από την άλλη μεριά ο πτωχός Λάζαρος είναι εκεί γευόμενος τα ψιχία, αλλά στέκεται δοξολογικά, δεν διαμαρτύρεται για τίποτε. Απλώς δέχεται τα ψυχία ως δωρεά και αυτά του Θεού. Εάν ο Λάζαρος διεμαρτύρετο για τα ψυχία – και θα είχε δίκιο με τα οριζόντια κοινωνικά δεδομένα – θα βρισκόταν και αυτός την ίδια μοίρα με τον πλούσιο. Η ευφρόσυνος στάση του, η δοξολογική του στάση για τα ψυχία έστω που δέχεται, τον βάζει σε μια άλλη ισορροπία γιατί εκείνη τη στιγμή αυτός δέχεται τις δωρεές του Θεού, όποιες και να ’ναι.
Και εδώ είναι η βαθιά σύγκριση πια του πλουσίου με τον πτωχό τον Λάζαρο. Γι’ αυτό ακριβώς παίρνουν τα πράγματα άλλη τροπή. Ο πλούσιος, ο οποίος είναι ανώνυμος βλέπετε, δεν έχει να εκφράσει τίποτε και να καταθέσει τίποτε στη ζωή του κόσμου. Είναι απρόσωπος, δεν έχει τίποτε να δώσει. Συγκρίνεται με τον πτωχό Λάζαρο που έχει όνομα· και αυτός ο πτωχός Λάζαρος έχει πολλά να δώσει, γιατί απεκάλυψε της ψυχής τα χαρίσματα ιστάμενος δοξολογικά ενώπιον του Θεού, που το επιτρέπει να παίρνει μόνο ψιχία. Και αυτό αποκαλύπτει τον πρόσωπό του. Και η σύγκριση είναι καταλυτική ανάμεσα στην επωνυμία του Λαζάρου του πτωχού και του ανωνύμου πλουσίου, όπου ο δρόμος είναι αλλιώτικος πια και τόσο βαθιά είναι η θλίψη της ψυχής του πλουσίου που αποκαλύπτεται πια μετά το θάνατό του.
Όπου εκεί βρίσκεται σε χάσμα μέγα· και λένε οι πατέρες ότι το χάσμα, μέσα απ’ το οποίο ζει ο πλούσιος και βλέπει μακριά του να είναι ο Αβραάμ, δεν είναι χάσμα που τίθεται έτσι «οριοθετικά» ανάμεσα στον ένα και στον άλλο. Έχει χάσμα βαθύτατο μέσα στην ίδια την ύπαρξή του. Δηλαδή τη λύπη της ψυχής την απωθούσε συνέχεια και τώρα αποκαλύπτεται, και αποκαλύπτεται αυτή η τραγωδία της ψυχής και την ώρα που αποκαλύπτεται φαίνεται πιο καθαρά η πραγματική του διαστροφή: όπου, ζητώντας βοήθεια από τον Θεό, Του λέει τι πρέπει να κάνει. Δεν Του λέει «Κύριε ελέησέ με», δεν του λέει «Κύριε συγχωρέσε με», δεν δέχεται να τροφοδοτηθεί από Αυτόν, αλλά τι κάνει; Λέει στον Θεό «αυτό να κάνεις» και «αυτό να κάνεις», «να στείλεις κάποιον κάτω στην γη και να βοηθεί τους άλλους». Είναι τόσο πολύ διαστρεμμένος όπου την αγωνία της ψυχής την εκφράζει ως συμβουλή, ως προσπάθεια καθοδηγήσεως του Θεού. Και εδώ πραγματικά μπορούμε πραγματικά να ανακριθούμε και να κριθούμε κάτω από αυτή τη συγκριτική.
Η μη τροφοδοσία της ψυχής μας, το «ευφρονόμενοι καθ’ ημέρα λαμπρώς» που απορροφά όλες τις ικμάδες της τροφοδοσίας της ψυχής μας, η νέκρα μας η βαθιά, το χάσμα που μπαίνει μέσα μας, κάποια στιγμή γίνεται μια έκρηξη και αποκαλύπτεται η τραγωδία μας και αποκαλύπτεται η πείνα μας της ψυχή μας, η λύπη, η αγωνία μας και τότε τι κάνουμε; Προλαβαίνουμε έστω την τελευταία στιγμή να σταθούμε δοξολογικά προς τον Θεό και να πούμε «Κύριε ελέησον», γιατί βρισκόμαστε σε αγωνία και σε ταραχή, και να πούμε «Κύριε ελέησον», όπως έλεγε ο Λάζαρος δοξολογικά ιστάμενος ενώπιων του Κυρίου; Ή θα συνεχίσουμε διαμαρτυρόμενοι για την κακοτυχία που μας βρήκε και δίνοντας συμβουλές στον Θεό τι πρέπει να κάνει για να λύσει το πρόβλημα, το οποιοδήποτε πρόβλημα της ζωής του κόσμου.
Αυτές οι μικρές πτυχές αυτής της διηγήσεως πραγματικά μπορούν να αποτελέσουν βήματα ουσιαστικά πιθανώς για μια ουσιαστική ανάνηψη της πνευματικής μας ζωής για να βρούμε βαθιά τα πράγματα. Η στάση η δοξολογική, το ξεπέρασμα των αντιπαλοτήτων πλουσίου και πτωχού, το ξεπέρασμα της καταξιώσεως κάποιων ταξικών δεδομένων, η αγωνία που βγαίνει από την ψυχή, η μη διαμαρτυρία, η δοξολογική στάση είναι πραγματικά η λύση του προβλήματος, όχι μόνο του κοινωνικού φυσικά, αλλά και της βαθιάς αγωνίας που έχουμε στην ψυχή μας. Να ευχηθούμε να μπορούμε να μπούμε σε αυτές τις προοπτικές που μας ανοίγει σήμερα ευαγγελική περικοπή!
Φιλολογική επιμέλεια κειμένου
Ελένη Κονδύλη
※
Περισσότερες ομιλίες του πατρός Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου είναι διαθέσιμες στην ιστοσελίδα : www.floga.gr

