Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2024

Από τον βίο της αγίας Συγκλητικής



Από τον βίο της αγίας Συγκλητικής 
Από τον Ευεργετινό 
Ο δαίμονας, ο οποίος μισεί το καλό, έβλεπε την αγία Συγκλητική να υπερπηδά με άνεση τις παγίδες του και να καταρτίζει, με όσα έκανε και δίδασκε, όχι μόνο τον εαυτό της, αλλά και πολλές άλλες, ώστε να τον νικούν. Ζήτησε λοιπόν την άδεια (Εννοείται, από τον Θεό. Πρβ. Ιώβ 2:5-7) για την τελευταία μάχη εναντίον της και της προξένησε βαθιά πληγή στα σωθικά της. Έπληξε δηλαδή σφοδρά το πιο αναγκαίο όργανο για τη ζωή, τον πνεύμονα, προξενώντας της αφόρητους πόνους και αφαιρώντας τη ζωή της σιγά σιγά. 
Του ήταν βέβαια δυνατόν, αφού είχε πάρει πια την άδεια, να τη θανατώσει μέσα σε λίγον καιρό· αυτός όμως, σαν αιμοβόρος δήμιος, ικανοποιούσε την ωμότητά του με το να πολλαπλασιάζει τις πληγές και να παρατείνει τον χρόνο· επιπλέον προσπαθούσε να τη φέρει σε απόγνωση με τη χρονική παράταση και τα ανυπόφορα βάσανα. Γι’ αυτό άρχισε να της καταστρέφει τον πνεύμονα, με αποτέλεσμα αυτός να αποβάλλεται λίγο λίγο με τα εξερχόμενα φτύσματα. 
Την έψηνε επίσης με αδιάκοπους πυρετούς που σαν τη λίμα κατέτρωγαν και έλιωναν το πολύπαθο σώμα της. Όπως δηλαδή οι δικαστές, όταν θέλουν να τιμωρήσουν πιο σκληρά τους καταδικασμένους κακούργους, προστάζουν να τους κάψουν σιγά σιγά σε χαμηλή φωτιά, έτσι και ο εχθρός: αφού άναψε φωτιά στα σωθικά της, έλιωνε και έκαιγε όλο το σώμα της και τη βασάνιζε αδιάκοπα νύχτα και μέρα. 
Τριάμισι χρόνια λοιπόν η γενναία Συγκλητική αντιμετώπιζε με αυτούς τους ένδοξους αγώνες τον εχθρό και υπέμενε τα χτυπήματα με γενναιότητα και ευχαριστία. Δεν έχανε το ηθικό της· αντίθετα, εξοπλιζόταν με ακόμη μεγαλύτερη γενναιότητα εναντίον του εχθρού, και πολλούς που είχαν τραυματιστεί από αυτόν τους θεράπευε με τις διδασκαλίες της. Εκείνος λοιπόν, βλέποντάς τα αυτά, δυσφορούσε, και μη αντέχοντας την ήττα, πρόσθεσε στη γενναία και άλλο βαρύτατο βάσανο. Της έπληξε τα φωνητικά όργανα, θέλοντας ο δόλιος να σταματήσει την ομιλία της και να στερήσει πολλούς από τη σχετική ωφέλεια. 
Αλλ’ όμως, αν και η ακοή όσων την πλησίαζαν στερήθηκε την ωφέλεια από τα λόγια της, η όρασή τους έβγαινε πολύ πιο κερδισμένη. Καθώς δηλαδή οι επισκέπτες αντίκριζαν την αφόρητη κατάσταση και έβλεπαν την καρτερία της αγίας στους πόνους και τη γενναιοψυχία της, ενισχύονταν και οι ίδιοι και γίνονταν πιο τολμηροί στον πόλεμο εναντίον του εχθρού. 
Πού λοιπόν πρωτοχτύπησε ο εχθρός; Στο στόμα, από το οποίο έβγαιναν τα λόγια σαν το γλυκό νερό. Αρχικά της προξένησε πόνο σε ένα δόντι και αμέσως της σάπισε το ούλο. Και το δόντι βέβαια έπεσε, η φλεγμονή όμως απλώθηκε σε όλο το σαγόνι, καταστρέφοντας τη σάρκα που το κάλυπτε. Σε σαράντα μέρες αλλοιώθηκε όλο το κόκκαλο και μετά από δύο μήνες τρύπησε. Όλη η γύρω περιοχή ήταν φοβερά μελανιασμένη και το κόκκαλο, αφού φάνηκε γυμνό, σιγά σιγά διαλυόταν. 
Από τη σήψη έβγαινε μια βαριά και ανυπόφορη δυσοσμία, έτσι που αυτές που την υπηρετούσαν δεν μπορούσαν ούτε να πλησιάσουν εξαιτίας της απαίσιας μυρωδιάς. Όταν ήθελαν για κάποια απαραίτητη ανάγκη να πάνε κοντά της, έμπαιναν αφού πρώτα έκαιγαν πολύ θυμίαμα, και έβγαιναν γρήγορα, γιατί δεν άντεχαν τη φοβερή δυσοσμία. 
Η γενναία όμως Συγκλητική, σαν να έβλεπε με τα μάτια της τον αντίπαλο να στέκεται μπροστά της, τον πολεμούσε με ανδρεία και καθόλου δεν δεχόταν κάποιο ανθρώπινο βοήθημα στην αρρώστια της, αν και πολλές από τις συγκεντρωμένες γυναίκες επέμεναν, για χάρη της δικής τους αδυναμίας, να της αλείψουν τουλάχιστο με κάποιο μύρο την πληγή, ώστε να μειωθεί η δυσοσμία και να αντέχουν να μένουν κοντά της. Η αγία ωστόσο δεν δεχόταν, γιατί θεωρούσε ότι η ανθρώπινη συμμαχία θα της ματαίωνε αυτόν τον τόσο ένδοξο αγώνα. 
Αυτές τότε κάλεσαν έναν γιατρό και μέσω αυτού προσπαθούσαν να την πείσουν να δεχτεί κάποια θεραπεία, η αγία όμως και πάλι δεν υπάκουε. «Γιατί με εμποδίζετε», έλεγε, «από αυτή την ωφέλιμη πάλη; Γιατί ζητάτε αυτό που φαίνεται και παραβλέπετε αυτό που δεν φαίνεται; Γιατί φροντίζετε τόσο πολύ γι’ αυτό που μου συμβαίνει και δεν βλέπετε εκείνον που το προξενεί;» 
Ο γιατρός της απάντησε: «Δεν σου προσφέρουμε το φάρμακο για θεραπεία ή ανακούφιση, αλλά για να σκεπάσουμε το αλλοιωμένο μέρος που νεκρώθηκε, ώστε να μη μολυνθούν όσες είναι εδώ. Αυτό δηλαδή που κάνουν στους πεθαμένους, αυτό θα κάνουμε και εμείς. Θα βάλω επάνω αλόη και μυρσίνη ζυμωμένες με κρασί». Πείστηκε λοιπόν στη συμβουλή και δέχτηκε, περισσότερο επειδή συμπόνεσε τις αδελφές, γιατί με τον τρόπο αυτό μετριάστηκε η δυσοσμία. 
Για περισσότερο από τρεις μήνες έκανε η αγία αυτόν τον αγώνα, ενώ το σώμα της κρατιόταν από θεία δύναμη, γιατί όσα το συγκρατούσαν είχαν εκλείψει εντελώς: ούτε να φάει μπορούσε μέσα σε τόση σήψη και δυσοσμία, ούτε καθόλου να κοιμηθεί, καθώς υπέφερε αδιάκοπα από δριμύτατους πόνους που διέκοπταν και έδιωχναν τον ύπνο. Όταν όμως πλησίασε στο τέλος του αγώνα και έμελλε να λάβει το στεφάνι της δικαιοσύνης, είδε νοερά επισκέψεις αγγέλων και λάμψεις από φως που δεν περιγράφεται και χορείες αγίων παρθένων που την προέτρεπαν να ανεβεί στον ουρανό. 
Μόλις συνήλθε κάπως, είπε αυτά που είδε σε όσες ήταν εκεί, και τις προέτρεψε να υπομένουν με γενναιότητα τους πόνους και να μην αποθαρρύνονται. Και πρόσθεσε: «Μετά από τρεις μέρες θα χωριστώ από το σώμα, την τάδε ώρα». Πέρασαν, πράγματι, τρεις μέρες και, την ώρα ακριβώς που είπε, αναχώρησε για τον Κύριο, για να πάρει από αυτόν ως έπαθλο των αγώνων της τη μακάρια ζωή και απόλαυση στους ουρανούς. 
ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ, τόμος Γ’, Υπόθεση Κ’ (20), σελ. 160. Εκδόσεις Το Περιβόλι της Παναγίας, Θεσσαλονίκη 2006.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοφιλείς αναρτήσεις