ΚΥΡΙΑΚῌ ΕΒΔΟΜῌ
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
θ΄ 27 - 35
Κήρυγμα του π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου την Κυριακή 19η Ιουλίου του 1998 σε mp3 - εδώ
Η θεραπεία των δύο τυφλών, που μόλις ακούσαμε να περιγράφεται από το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, [είναι] γνωστή και στο ειδικότερο και στο γενικότερο επίπεδό της και παράλληλη με άλλα θαύματα τα οποία έκανε ο Χριστός. Εκείνο το οποίο έχει ενδιαφέρον, αν προσεγγίζουμε την περικοπή ερμηνευτικά, είναι η λεπτεπίλεπτες πτυχές της, που αποκαλύπτουν την ιδιαιτερότητά της και αποκαλύπτουν την ιδιαιτερότητα μέσα από την οποία ο Χριστός λειτουργεί αυτό εδώ το συγκεκριμένο θαύμα. Όλα τα θαύματα έχουν καινούς όρος και κάποιες ιδιαιτερότητες. Σε αυτό λοιπόν το θαύμα αποκαλύπτεται η πολύ βαθιά προσωπική σχέση που ανοίγει ο Χριστός, μαζί με τους τεθεραπευμένους.
Οι γραμμές είναι πολύ αδρές, πολύ λεπτές, - οι πινελιές που χαράσσει ο Ματθαίος - και αξίζει ερμηνευτικά να τις ακολουθήσουμε γιατί μέσα από εκεί μπορούμε να καταξιωθούμε και να κατανοήσουμε τις δυνατότητες που έχουμε να βρεθούμε σε μια κρυφή, μυστική, προσωπική σχέση με τον Χριστό.
Οι λέξεις που ανοίγονται είναι οι εξής.
Οι δυο τυφλοί, όσον αφορά τη δική τους μεριά, λέει το κείμενο «κράζοντες καὶ λέγοντες». Αυτά τα δύο έκαναν. «Κράζοντες καὶ λέγοντες». Το «κράζοντες καὶ λέγοντες» φαίνεται παράλογο και όμως δεν είναι. Το «κράζοντες» εκφράζει τις βαθιές προϋποθέσεις τους, όπως λέμε και στην ακολουθία του Εσπερινού: «Κύριε ἐκέκραξα πρὸς σέ». Και λένε οι ερμηνευτές πατέρες ότι αυτό το «κράζοντες» είναι κάτι πολύ μυστικό. Είναι τα «εκ βαθέων» του ανθρώπου που καταθέτει στον Θεό. Ουσιαστικά αυτό το «κράζοντες» είναι πέρα από κραυγή. Είναι ο βαθύς ανακραγμός που κάνεις και το βαθύ, όσο πιο βαθύ μπορείς, που καταθέτεις μπρος τον Θεό. Αυτό είναι το «κράζοντες». Ό,τι βαθύ μπορείς να κάνεις, η λέξη δεν μπορεί αλλιώς να εκφραστεί. Και μετά έρχεται το «λέγοντες». Αυτό το οποίο λένε με το στόμα. Άρα καταθέτουμε στον Χριστό «τα εκ βαθέων μας». Δηλαδή, όσο μπορούμε αφήνουμε τα πάντα σε Εκείνον. Και μετά μπορούμε να πούμε κάτι. Αν δεν αφήσουμε τα πάντα σε Εκείνον, και αν δεν ξέρουμε ότι ο Εκείνος έχει τη δυνατότητα να ξεπεράσει τα πάντα, τότε απλώς θα λέμε. Και θα είναι ο λόγος μας και η σχέση μας με τον Χριστό επιφανειακή, στο επίπεδο μόνο των ήχων.
«Κράζοντες, λοιπόν, και λέγοντες». Και αυτό το «κράζοντες καὶ λέγοντες» συμπυκνώνεται στο «Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυῒδ». Βέβαια, το ξέρετε αυτό το «Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυῒδ» θυμίζει και έχει μέσα αυτό το κύτταρο της μονολέκτου ευχής των Ορθοδόξων. Της ευχής «Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυῒδ» Είναι παραλλαγή, αλλά είναι η ρίζα της μέσα. Προσέξτε, αυτό το «ελέησον» πια είναι και λόγος και κραυγή, που ήταν η σιωπή. Λέγεται με όλους τους τρόπους. Δηλαδή, αναφέρεται ο πιστός και με το λόγο του και με τη σιωπή του σε Εκείνον, αυτό. Όλα Του τα αναφέρει. Δηλαδή, η προσευχή του, που είναι τόσο μαζεμένη, έχει ένα στόχο, λέει, «Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυῒδ» και είναι και λόγος και σιωπή και μάλιστα αναφέρεται σε συγκεκριμένο πρόσωπο. Εδώ για τα μέτρα της Παλαιάς Διαθήκης που βιώνουνε ακόμα οι τυφλοι είναι «υἱὲ Δαυῒδ», αλλά αναφέρεται σε πρόσωπο. Δεν είναι μια απρόσωπη προσευχή. Άρα αρχίζουν οι τυφλοί και γνωρίζουν πρόσωπο, στο οποίο αναφέρονται. Δεν υπάρχει απρόσωπη αναφορά στον Θεό. Δεν υπάρχουν απρόσωπες δυνάμεις στις οποίες αναφέρεσαι.
Άρα η πορεία μέχρι εδώ χάραξε τη σιωπή και τον λόγο τους, το μαζεμένο των δυνατοτήτων τους και το πρόσωπο στο οποίο αναφέρονται. Και αφού αναφέρθηκαν σε πρόσωπο, στη συνέχεια της περικοπής αρχίζει πια αυτό το πρόσωπο, ο Χριστός για αυτούς ο Υιός Δαβίδ, να λειτουργεί τη δική τους θεραπεία και να αποκαλύπτει το δικό Του μέρος, το πώς κινείται προσωπικά σε εμάς.
Προσέξτε τώρα πώς ο Χριστός καλλιεργεί την προσωπική σχέση που άνοιξαν οι τυφλοί [μαζί Του]. Τόσο ήξεραν, τόσο μπορούσαν, αλλά αξιοποίησαν τις δυνατότητες τους. Δεν κάνει αμέσως το θαύμα. Το κείμενο λέει, και θαρρείς η λέξη είναι περαστική, που τον ακολούθησαν μέχρι τον οίκο. Δηλαδή άφησε ο Χριστός κάποια περίοδο ζυμώσεως [και] προσωπικής γνωριμίας. Δηλαδή η σχέση με τον Χριστό επειδή είναι μια ζύμωση, πάντοτε μια ζύμωση, θέλει έναν χρόνο. Βλέπετε ακόμη κι ο ίδιος ο Θεός πως, από την πτώση του ανθρώπου μέχρι την ενανθρώπηση Του, άφησε χρόνο να λειτουργήσει. Και με ένα βραδύ τρόπο, μέσα από την πορεία της Παλαιάς Διαθήκης, λειτούργησε το χρόνο της βαθιάς γνωριμίας [μας μαζί Του]. Άρα χρειάζεται χρόνος, ο οποίος θα καλλιεργήσει τις προϋποθέσεις του «κράζω και λέγω». Αφήνει αυτό το χρόνο και μετά το χρόνο και πάλι δεν κάνει αμέσως το θαύμα. Ανοίγει διάλογο λέει, «αν πιστεύουν» ότι μπορεί Αυτός να κάνει αυτό που κάνει. Ο διάλογος καλλιεργεί πιο πολύ τώρα το χρονικό στοιχείο. Το σκέφτηκαν, αναλογίστηκαν αν μπορεί να τους κάνει καλά ή όχι. Μπορεί να πάλεψαν με τους πειρασμού, όλα αυτά τα οποία περνούμε όλοι. Εκείνος ανοίγει πια λόγο και λέει: «πιστεύετε;» και μας βάζει προσωπικά να σταθούμε μπροστά Του και να πούμε: «Ναι πιστεύουμε». Όχι που Εκείνος δεν είναι καρδιογνώστης και δεν ξέρει αν πιστεύουμε ή όχι. Αλλά αφήνει σε εμάς να λειτουργήσουμε το λόγο, την έκφραση, την αίσθηση, την ματιά, το κοίταγμα, τα πάντα, για να γίνει ότι γίνει ολοκληρωτικό για εμάς.
Το θαύμα Εκείνος μπορεί να το κάνει. Μπορεί να θεραπεύσει έναν τυφλό ή δύο τυφλούς ή όλες τις αρρώστιες. Αλλά το τι θα γίνει πάνω μας. Αυτός ο χρόνος, είναι η αίσθηση του «ότι γίνεται πάνω μας». Και αφήνουμε πια μια, μια τις αισθήσεις, ένα, ένα το κομμάτι του νου και της καρδιάς να προσθέτει κάτι στη σχέση με τον Χριστό. Αυτό σημαίνει η προσωπική σχέση [μας] με τον Χριστό να γίνει ολοκληρωτική. Αλλά αυτό γίνεται σιγά, σιγά όπως οι Πατέρες της Εκκλησίας μιλούν για την κλίμακα, μιλούν για την φυλακή των αισθήσεων, που έχει προϋποθέσεις, που έχει δρόμο, που έχει πορεία.
Και εκεί ακριβώς, μέσα από αυτό το λόγο - διάλογο, προσωπική σχέσης, ο Χριστός κάνει το θαύμα και το σφραγίζει με τη γνωστή συνήθως απαίτηση Του, να μην αναφερθούν στο θαύμα το οποίο έγινε. Αυτοί όμως το κάνουν.
Κοιτάξτε, το μυστικό αυτό του να μην αναφερθούν δεν κρύβει απλός μέσα του την ταπείνωση που έχει ο Χριστός που δεν θέλει να καταξιωθεί από ένα χειροκρότημά. Και αν ακόμα τον χειροκροτούσαν, ο Χριστός ταπεινός θα ήταν. Μπορεί να ανοίγει το δρόμο για εμάς αν κάνουμε κάποιο καλό, να μην το λέμε. Αλλά υπάρχει ένα πιο κρυμμένο μυστικό σε αυτό που λέει ο Χριστός. Θέλει να πει, πως όσο και να περιγράψω σε κάποιον το τι έζησα κοντά στο Χριστός, η γεύση δεν μεταδίδεται. Είναι μια προσωπική σχέση. Που όσο και να λες τι έκανε μέσα σου ο Χριστός, είναι ακατανόητο για τον άνθρωπο. Αν δεν περάσει από την πορεία του κράζω, λέγω, ελέησον με, προσωπική σχέση, ζύμωμα. Κι αυτό δεν μεταδίδεται.
Η εμπειρία πια της προσωπικής σχέσης δεν μεταδίδεται. Βλέπετε, η Εκκλησία είναι σώμα, λειτουργεί εν σώματι. Αλλά η εμπειρία η προσωπική δεν μεταδίδεται. Είναι μια γεύση η οποία δεν διαφημίζεται γι’ αυτό «διεφήμιζαν τον λόγο», αλλά μετά από λίγο έλεγαν οι Φαρισαίοι ότι αυτός «ἐν τοίς δαιμονίοις» κάνει το θαύμα. Είναι ακατανόητη η γεύση. Γιατί η Ορθοδοξία, μέσα από το σώμα το οποίο ποτέ δεν αναιρείται, μέσα από αυτή την κοινή εμπειρία ζωής, δίδει στον κάθε πιστό αυτή την προσωπική σχέση της γεύσης.
Αν δεν υπήρχε αυτή η προσωπική σχέση της γεύσης του θαύματος, τότε το σώμα της Εκκλησίας θα ήταν ένα γενικό σώμα, κάτι αφηρημένο. Δεν θα λειτουργούσε το πρόσωπο και την προσωπική του σχέση. Ούτε το σώμα καταργείται, ούτε η προσωπική σχέση καταργείται.
Και τότε πια κατανοούμε το μυστήριο του θαύματος, που είναι μυστήριο που αλλάζει τα πάντα τόσο βαθιά, πολύ βαθιά, και την ίδια ώρα ενώ μπορεί να αλλάζει τα πάντα, η σχέση παραμένει προσωπική και αμεταβίβαστη, τελείως προσωπική.
Κι έτσι οι δύο τυφλοί γίνονται καλά και μέσα πια από αυτή τη θεραπεία τους και μέσα από το ακατανόητο της θεραπείας τους μέσα από την πρόκληση «εν τοις δαιμονίοις θεραπεύει», λειτουργιέται πια μέχρι τώρα η ιστορία του κόσμου.
Είναι το σώμα, οι δύο οι τυφλοί, είναι η προσωπική σχέση και είναι η πάντοτε μέχρι τα έσχατα ενυπάρχουσα και θα υπάρχει πάντοτε, κατάσταση προβληματισμού: «Γιατί αυτός;» Και όμως ο Χριστός συνεχίζει «καὶ περιάγει πάσας τὰς κώμας, καὶ θεραπεύει πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν» λέει το κείμενο. Ο Χριστός συνεχίζει την πορεία Του, αρκεί να ανταποκριθείς σε αυτό το ζύμωμα και σε αυτά τα σκαλοπάτια μέχρι να φτάσει η σχέση να γίνει προσωπική.
Όλοι οι χριστιανοί θέλουν να έχουν προσωπική σχέση με τον Χριστό. Αλλά από ό,τι φαίνεται δεν αντέχουν να βάλουν τις προηγούμενες προϋποθέσεις μπροστά Του για να γίνει η προσωπική σχέση. Μέσα από το έκραξα, λέγω και όλα τα σχετικά.
Προχωρήστε λοιπόν αυτό το βηματισμό που άνοιξε το Ευαγγέλιο που τον αξιοποιούν οι Πατέρες της Εκκλησίας και μας ανοίγουν την πορεία της προσωπικής μας πνευματικής ζωής χωρίς να καταργηθεί το σώμα. Και τότε με ένα μυστικό τρόπο, με ένα τρόπο ζυμωτικό, με ένα τρόπο που μόνο Εκείνος τον ξέρει θα ανακαλύπτεται τη σχέση σας με τον Χριστό και ταυτόχρονα πια, θα ανακαλύπτεται πολύ βαθιά τη σχέση σας με τον Χριστό και ταυτόχρονα πια θα ανακαλύπτετε πολύ βαθιά την σχέση σας με τους ανθρώπους που σημαίνει: Δεν θα πτοηθείτε από την πρόκληση «ο άρχων των δαιμόνιων εκβάλλει τα δαιμόνια». Θα είστε στέρεοι λόγω της γεύσεως στο Χριστού. Κανένας πειρασμός, κανένας σκανδαλισμός, κανένας θρυμματισμός, καμία δόνηση δεν μπορεί πια να κλονίσει αυτή τη γεύση. Βρείτε τη γεύση για να δείτε τον Χριστό για να βρείτε το Σώμα της Εκκλησίας και το κάθε πρόσωπο που είναι γύρω σας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου