Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2025

Μην στενέψετε τις καρδιές σας πάνω στα πράγματα! - π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος

 


ΚΥΡΙΑΚῌ ΕΝΔΕΚΑΤῌ 
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
ιδ΄ 16 - 24


Απομαγνητοφωνημένη ομιλία
του π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, στα πλαίσια της ερμηνείας που έγινε στο κήρυγμα της Κυριακής 12 Δεκεμβρίου του 1993

Τὸ ηχητικό απόσπασμα από την ομιλία - σε mp3 εδώ
«Έχε με παρῃτημένον»: η φράσις επωδός, η φράσις «ρεφρέν» που επαναλαμβάνεται σ’ αυτό το κείμενο μετά από την πρόκληση του Κυρίου για να έρθουν στο γεύμα. Και τα τρία κωλύματα τα οποία έχουν είναι ο αγρός του ενός, το ζώο του άλλου, η γυναίκα του άλλου. Και η φράση «ἔχε με παρῃτημένον», «παράτα μας» με τη σημερινή έκφραση θα το λέγαμε, έρχεται να χαρακτηρίσει την τραγωδία αυτών των τριών προσώπων. Ο αγρός, το ζώο, η γυναίκα και τα τρία είχαν δοθεί από τον Θεό, ακριβώς για να βρουν τον Θεό. Όποιος μελετήσει το πρώτο Κεφάλαιο της Γενέσεως θα δει την πορεία της Δημιουργίας. Φτιάχνει ο Θεός τον κόσμο τον υλικό γύρω μας, τη φύση, αυτό είναι «ο αγρός», φτιάχνει τα ζωντανά, αυτό είναι «το ζώον» και στο τέλος φτιάχνει τον άνθρωπο και αυτή είναι εδώ «η γυναίκα». 
Έτσι στο σχήμα εδώ πέρα το «ἔχε με παρῃτημένον», οι άνθρωποι αυτοί παραιτούνται, αρνούνται, ολόκληρη στη δημιουργία του Θεού όπως Εκείνος την έφτιαξε. Και Εκείνος τα έφτιαξε τα πράγματα έτσι για να πορευθούμε καλλιεργώντας τον αγρό, που σημαίνει να συνεργαστούμε μαζί Του για την δημιουργία, προσπαθώντας να κάνουμε κάτι για το ζώο μας, εργαζόμενοι πάλι μαζί Του στη δημιουργία των πράγματων, και στο αποκορύφωμα της πορείας μας προς τον Θεό η σχέση μας με τον άλλον άνθρωπο. Και εδώ πέρα, «ἔχε με παρῃτημένον»· και παραιτούνται, και ο Θεός μέσα από αυτή την παραίτηση δεν στέκεται στατικός και αποκαλύπτει ένα άλλο τρόπο, ένα άλλο δρόμο, το δρόμο που καλούμεθα και εμείς σήμερα να ζήσουμε στην Εκκλησία: καλεί όλους τους χωλούς, όλους τους αρρώστους, όλους τους χαμένους, όλους αυτούς που δεν έχουνε τίποτε και τους βάζει μέσα. 
Ο άνθρωπος απέρριψε τον πρώτο δρόμο, μέσα από την καλλιέργεια της φύσης και την προσωπική σχέση με τους ανθρώπους, να φτάσει στο Θεό· και αφού παραιτήθηκε, ο Θεός – δεν παραιτείται, ο Θεός ποτέ δεν παραιτείται – έρχεται και του αποκαλύπτει κάτι άλλο, έρχεται και του αποκαλύπτει ότι αν δεν γίνεις ως εκείνους που έχουνε και ζούνε την φράση του Aποστόλου Παύλου «ως μηδέν έχοντες και τα πάντα κατέχοντες» τότε δεν φτάσεις πουθενά και αυτοί οι χωλοί, αυτοί οι χαμένοι, που μαζεύει ο δούλος και τους φέρνει στο σπίτι του Κυρίου, είναι «οι μηδέν έχοντες και τα πάντα κατέχοντες», είναι αυτοί που είναι παρητημένοι από όλη τη ζωή, είναι αυτοί που φαίνονται χαμένοι, και έρχεται ο Χριστός και γεμίζει τη ζωή τους, και αφού εμείς Τον παρατήσαμε έρχεται Εκείνος και μπαίνει μέσα μας. Η δική μας αδυναμία να φτάσουμε με τον τρόπο που Εκείνος θέλει στον Θεό, δεν σταμάτησε τον Θεό και μπαίνει μέσα μας, σε εμάς τους παρητημένους, και μας προκαλεί και μας τραβάει, και τους αναγκάζει να έρθουν στον οίκο, και λέει ο δούλος «ήρθαν όλοι και λέει υπάρχει κι άλλος τόπος» και τους αναγκάζει. Και ο Θεός σε κυνηγάει, ο Θεός σε βιάζει να μπεις μέσα, και ας τα έχεις παρατήσει όλα, Εκείνος δεν σε παρατάει, και όλοι αυτοί οι ξεκρέμαστοι και όλοι οι χαμένοι μπαίνουν μέσα, αρκεί να το καταλάβουν ότι είναι ξεκρέμαστοι, που είναι χαμένοι και δεν έχουν κανένα εμπόδιο για να σταθούν και να πουν «ἔχε με παρῃτημένον». Όλοι είμαστε παρητημένοι από αυτή τη ζωή και όλοι είμαστε ξεκρέμαστοι μπρος στα μάτια Του, το θέλουμε ή δεν το θέλουμε, το νομίζουμε ή δεν το νομίζουμε, και ας έχουμε τα ζώα, και ας έχουμε τους αγρούς και ας έχουμε τις διαπροσωπικές σχέσεις. Για να καταλάβουμε πια την αγάπη Του και μας βάζει μέσα Εκείνος που δεν μας παρατάει κι εμείς Τον παρατάμε, να καταλάβουμε που είμαστε ξεκρέμαστοι και που τίποτε πια δεν χαρακτηρίζει τη ζωή μας και πως τίποτε δεν μπορεί να χαρακτηρίσει και να δώσει νόημα στη ζωή μας. 
Και αν εμείς οι «παρητημένοι» αγκαλιάσουμε Εκείνον ο οποίος δεν μας παράτησε ποτέ και δεχτούμε να ζούμε κοντά στην αγάπη Του ως χωλοί, ως λεπροί, ως ασθενείς Του, ως χαμένοι της ζωής, τότε θα βρούμε τα πάντα και, όπως λέει Εκείνος, εκατονταπλασίονα θα βρούμε. Και αυτό δεν θα είναι μονάχα τα χωράφια και τα ζώα της γης κι όλοι οι άνθρωποι. Θα είναι όλος ο ουρανός και όλη η γη μαζί, αυτοί οι παρητημένοι που ξέρουν ότι είναι παρητημένοι, που δεν έχουν τίποτε δικό τους, όλα πια τα αγκαλιάζουνε. Και οι Άγιοι της Εκκλησίας μας έχουν όλα τα χωράφια της γης, βλέπετε τα αγιάζουν, έχουν όλα τα ζώα της γης ακόμα και τα θεραπεύουν τα ζώα, μιλούν με τα ζώα, έχουν άλλου είδους σχέσεις με τους ανθρώπους, βλέπουν βαθιά στην καρδιά τους, τρέχουν οι άνθρωποι γύρω τους και ακουμπούν πάνω σε αυτούς και θεραπεύονται, βλέπουν βαθιά τις καρδιές τους και Άγιοι είναι αυτοί οι παρητημένοι από τη ζωή – έτσι φαίνονται για τα πράγματα του κόσμου – κι όμως ο Θεός τούς αγάπησε και κατάλαβαν ότι ήταν ξεκρέμαστοι. Και όλη η φύση πια έγινε δική τους, όχι πια ένας αγρός, όχι πια ένα ζώο, όχι πια ένας άνθρωπος που είναι πλάι σου, όλη η κτίση, ο ουρανός και η γη είναι δική σου. Και αυτή η πρόκληση του Θεού είναι πρόκληση δική μας, που στεκόμαστε πάντα ,ποιο θα είναι το μέτρο της πίστεως μας, ποιο θα πρέπει να είναι το μέτρο των διαπροσωπικών μας σχέσεων, με ποιους μπορούμε, με ποιους δεν μπορούμε, με ποιους «τα φτιάχνουμε», με ποιους «τα ξεφτιάχνουμε», τι αντέχουμε και τι δεν αντέχουμε. Και δεν έχουμε τίποτε και μας γεμίζει η Χάρη Του Θεού. Και τότε τα έχουμε όλα, και εκείνα που δεν φανταζόμαστε και εκείνα που δεν βάλαμε ποτέ στο μυαλό μας, και τόπος υπάρχει για όλους και όλοι μπαίνουν μέσα και μετέχουν στο Δείπνο! 
Κυριακή των Προπατόρων σήμερα και η Εκκλησία μας, μέσα από αυτή την ευαγγελική περικοπή του Λουκά, προκαλεί μέσα από το ήθος των Προπατόρων, που και αυτοί έγιναν έτσι ελεύθεροι έστω με τρόπο προφητικό και προτυπωτικό, προκαλεί τη ζωή μας σήμερα να αποκτήσουμε άλλες δυνατότητες. Μην στενέψετε τις καρδιές σας πάνω στα πράγματα! Μην περιορίσετε την καρδιά σας στα περιορισμένα όρια μιας γης, στα περιορισμένα όρια μιας περιουσίας, στα περιορισμένα όρια κάποιων ανθρώπων που μπορείτε να τους αντέξετε! Να αφήσετε την καρδιά σας, που δεν αντέχει όλους αυτούς, να γεμίσει από την Χάρη Του Θεού. Και τότε, επειδή ο Χριστός δεν σας παράτησε, θα γεμίσετε από την Χάρη του Θεού, και τα όρια του χωραφιού θα γίνουν απέραντα, η κτίση θα γίνει απέραντη στα μάτια σας και άλλη σχέση θα έχετε μαζί της. Και η σχέση με τους ανθρώπους τους γύρω σας δεν θα είναι σχέση με κάποιους, «σχέση-γκέτο», θα ανοιχτή με όλους τους ανθρώπους. Και τότε δεν θα μπορείς «να φτιάχνεις» και «να ξεφτιάχνεις» τα πράγματα με τους ανθρώπους, δεν θα μπορείς να σκέφτεσαι μερικούς και μερικούς να μην σκέφτεσαι. Θα είναι όπως η Εκκλησία· που εκεί μέσα μετέχουν οι Άγγελοι, οι Αρχάγγελοι, όλοι οι Άγιοι, τα Χερουβείμ, τα Σεραφείμ, τα Πολυόμματα, οι Δυνάμεις οι αόρατες που ξέρουμε και δεν ξέρουμε. 
Αυτή είναι η ζωή μας και ας καταλάβουμε που είμαστε «παρητημένοι» από τα πράγματα του κόσμου και είμαστε στα χέρια του Θεού που ποτέ δεν μας παράτησε.

 

Φιλολογική επιμέλεια κειμένου
Ελένη Κονδύλη

Περισσότερες ομιλίες του πατρός Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου είναι διαθέσιμες στην ιστοσελίδα :  www.floga.gr  

Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2025

Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ

Παρακλητικός κανών εις τον εν Αγίοις Πατέρα ημών και Θαυματουργόν Σπυρίδωνα Επίσκοπον Τριμυθούντος ΕΔΩ

ΠΗΓΗ:ΕΔΩ  

Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ

Ο όσιος πατήρ ημών Σπυρίδων ζούσε στην Κύπρο στις αρχές του 4ου αιώνος και ασκούσε ειρηνικά το επάγγελμα του βοσκού. Απλός στους τρόπους και ολιγογράμματος, δεν είχε όμως όμοιό του στην αγάπη για τον πλησίον, στην πραότητα, στην αγαθοεργία, στην ελεημοσύνη, στην φιλοξενία και στον ενάρετο βίο. Όπως ο πατριάρχης Αβραάμ, έτσι και ο δούλος του Θεού Σπυρίδων, έσπευδε να υποδεχθεί στην κατοικία του κάθε ξένο που εμφανιζόταν, και περιποιόταν τον επισκέπτη σαν να επρόκειτο για τον Ίδιο τον Χριστό. Και δεν υπήρχε άνθρωπος φτωχός ή άπορος που δεν βρήκε από τον αγαθό Σπυρίδωνα κάποια βοήθεια. Ο άνθρωπος του Θεού φύλαγε τα χρήματά του σ’ ένα σεντούκι που δεν κλείδωνε ποτέ, αφήνοντάς το στην διάθεση όλων, χωρίς ποτέ να νοιάζεται αν ήταν άδειο ή γεμάτο ή αν εκείνοι που έπαιρναν χρήματα από αυτό ήταν άξιοι ή ανάξιοι ελεημοσύνης. Ζούσε με εγκράτεια και ευλάβεια τον έγγαμο βίο του και ο Θεός τού χάρισε μια θυγατέρα, την Ειρήνη· μετά από κάποια χρόνια, όμως, η σύζυγός του απεβίωσε. Απαλλαγμένος πλέον από τις βιοτικές μέριμνες, ο Σπυρίδων δεν είχε άλλη μέριμνα παρά μόνο πώς να προκόψει στην αρετή και να πλουτίσει με τις αιώνιες δωρεές της θείας Χάριτος.

Χωρίς να το θέλει, απέκτησε έτσι μεγάλη φήμη στην μεγαλόνησο Κύπρο και, όταν εκοιμήθη ο επίσκοπος της μικρής πόλης Τριμυθούντας, κοντά στην Σαλαμίνα, ομόφωνα οι πιστοί εξέλεξαν τον Σπυρίδωνα διάδοχό του και ποιμενάρχη του πνευματικού ποιμνίου του Χριστού. Παρά την τιμή και το αξίωμα, ο ταπεινός βοσκός δεν άλλαξε καθόλου την βιοτή του: φορούσε πάντα τα ίδια πτωχά ενδύματα, τον ίδιο σκούφο από πλεγμένα φοινικόφυλλα· παντού πήγαινε με τα πόδια, βοηθούσε στις γεωργικές εργασίες και, όπως και πριν, φύλαγε ατάραχος το κοπάδι του. Μια νύχτα μπήκαν στο μαντρί του ληστές για να κλέψουν πρόβατα· όταν θέλησαν όμως να φύγουν με τα κλοπιμαία, ένιωσαν σαν να τους είχε δέσει και ακινητοποιήσει μια αόρατη δύναμη. Όταν τα χαράματα τούς βρήκε ο Σπυρίδων, κατησχυμένοι του ομολόγησαν την πράξη τους. Ο άγιος τούς συμπόνεσε, τους απάλλαξε από τα αόρατα δεσμά και τους νουθέτησε, ώστε στο εξής να ζουν τίμια. Δεν τους άφησε όμως να φύγουν χωρίς να τους δωρίσει δύο πρόβατα, λέγοντάς τους με χαμόγελο ότι ήταν η αποζημίωσή τους για την ολονύκτια αγρυπνία.

Αυστηρός με τον εαυτό του, ο Σπυρίδων, ήταν γεμάτος άφατη συμπόνια για τους συνανθρώπους του και επιείκεια για τις αδυναμίες τους. Για να ανακουφίσει κάποιον ταξιδιώτη, για παράδειγμα, δεν δίσταζε να διακόψει την νηστεία. Όπως ο Χριστός, ο Ποιμήν ο Καλός, ο Σπυρίδων ήταν πάντα έτοιμος να δώσει και την ίδια του την ζωή ώστε το πνευματικό του ποίμνιο να βοσκά στους λειμώνες της θείας Χάριτος. Με την πραότητα, την ταπείνωση και την απλότητά του, απέκτησε τόση παρρησία ενώπιον του Κυρίου, ώστε επιτέλεσε αναρίθμητα θαύματα για την σωτηρία και την οικοδομή της Εκκλησίας του.

Όταν έπληξε την Κύπρο φοβερή ξηρασία, που απειλούσε να εξελιχθεί σε λιμό, ο άγιος Σπυρίδων με την προσευχή του έκανε ν’ ανοίξουν οι κρουνοί του ουρανού κι έβρεξε ο Θεός βροχή ευεργετική που ξανάκανε το χώμα γόνιμο. Κάποιοι πλούσιοι είχαν αποθηκεύσει μεγάλες ποσότητες σιταριού για να τις πουλήσουν σε πολλαπλάσια τιμή, εκμεταλλευόμενοι την ανέχεια· οι προσευχές του αγίου γκρέμισαν τις σιταποθήκες τους και το σιτάρι μοιράσθηκε δίκαια σε όλους τους κατοίκους αναχαιτίζοντας την προοπτική του λιμού. Μια μέρα, ως άλλος Μωυσής στην έρημο (βλ. Αριθμ. 21, 8), μεταμόρφωσε ένα φίδι σε χρυσάφι για να βοηθήσει κάποιον πτωχό· κι όταν αντιμετωπίσθηκε η τρέχουσα ανάγκη, επανέφερε το ζωντανό στην πρότερή του φυσική κατάσταση για να μη δώσει λαβή στην πλεονεξία και την φιλαργυρία. Πάντα πρόθυμος να συνδράμει στους δεινοπαθούντες, ξεκίνησε μια μέρα για να ελευθερώσει έναν άνδρα που είχε καταδικασθεί σε θάνατο· βρέθηκε ξαφνικά σ’ ένα ποτάμι που, με τα ορμητικά νερά του, του έκοβε τον δρόμο. Ο άγιος προσευχήθηκε και διέσχισε την κοίτη του ποταμού δίχως καν να βρέξει τα πόδια του.

Ζώντας βίο ενάρετο, ζούσε εν Χριστώ και ο Χριστός ενεργούσε μέσα του διά του Αγίου Πνεύματος, ώστε ο Σπυρίδων απέκτησε εξουσία ακόμη και επί του θανάτου. Μετά από παράκληση μιας βαρβάρισσας γυναίκας, έφερε ξανά στην ζωή το παιδί της, το πτώμα του οποίου το είχε αποθέσει εκείνη στα πόδια του. Όταν εκοιμήθη η κόρη του Ειρήνη, πριν προλάβει να φανερώσει σε κάποιον πού είχε κρύψει τον θησαυρό που της είχε εμπιστευθεί, ο άγιος ιεράρχης έσκυψε πάνω στον τάφο και ρώτησε την πεθαμένη, η οποία αμέσως του είπε πού ακριβώς βρισκόταν ο θησαυρός. Έχοντας επιτελέσει εν Θεώ ένα τέτοιο θαύμα, ο Σπυρίδων ούτε νοιάστηκε να ζητήσει ανθρώπινη παρηγορία για τον ίδιο και δεν παρακάλεσε τον Θεό να αναστήσει την μονάκριβή του κόρη.

Η φωτεινή αρετή του, διαπερνούσε τα κρύφια των ψυχών και παρακινούσε τους αμαρτωλούς να εξομολογηθούν τις αμαρτίες τους και να αρχίσουν μια νέα ζωή, όπως εκείνη η γυναίκα, η οποία, κατά το παράδειγμα της αμαρτωλής του Ευαγγελίου, έπεσε στα πόδια του ανθρώπου του Θεού και τα έλουσε με τα δάκρυά της ενώ εξομολογούνταν τις αμαρτίες της. Ο άγιος Σπυρίδων την κοίταξε με συμπόνια, έσκυψε να την σηκώσει και της είπε: «Σου συγχωρούνται οι αμαρτίες!» (βλ. Λουκ. 7, 48), σαν να μιλούσε με το στόμα του ο Ίδιος ο Σωτήρας Χριστός. Την έστειλε να πορευθεί εν ειρήνη και χάρηκε όπως χαίρεται ο Καλός Ποιμένας όταν βρίσκει το απολωλός πρόβατο και καλεί όλους τους φίλους και τους γείτονες λέγοντας: «Χαρείτε μαζί Μου γιατί βρήκα το χαμένο Μου πρόβατο» (Λουκ. 15, 6).

Αμαθής ανθρώπινης σοφίας, αλλά πλούσιος σε διορατικό και προορατικό χάρισμα, ο άγιος Σπυρίδων γνώριζε σε βάθος την Αγία Γραφή· και η γνώση του αυτή έφερε μια μέρα σε αμηχανία έναν κενόδοξο επίσκοπο, ο οποίος, για να επιδείξει την ρητορική του δεινότητα, άλλαξε κάποιες λέξεις του Ευαγγελίου που του φαίνονταν πολύ κοινές.

Όταν ο άγιος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο Μέγας συγκάλεσε την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο (το 325) για να καταδικάσει την δυσσεβή αίρεση του Αρείου, ο Σπυρίδων πήγε και εκείνος στην Νίκαια φορώντας τα ταπεινά ρούχα του βοσκού, για να ομολογήσει και εκείνος την Αλήθεια πλάι στους αγίους επισκόπους και ομολογητές και τις πλέον επιφανείς προσωπικότητες της εποχής του. Κατά την διάρκεια των συζητήσεων, ένας ματαιόδοξος φιλόσοφος οπαδός του Αρείου προκάλεσε τους Ορθοδόξους σε μια συζήτηση περί της Αγίας Τριάδας. Ο ταπεινός βοσκός προχώρησε και πήρε τον λόγο, παρότι κάποιοι προσπάθησαν να τον εμποδίσουν φοβούμενοι την απαιδευσία του στην γλώσσα. Προς μεγάλη έκπληξη όλων, κατατρόπωσε τα σοφίσματα του αντιπάλου του με την απλότητά του και με την αυθεντία των λεγομένων του που εμπνέονταν από το Άγιο Πνεύμα. «Η Αγία Τριάδα, αν και τρία Πρόσωπα και τρεις Υποστάσεις, είναι ένας Θεός και μια ουσία άρρητη και ακατάληπτη, την οποία ο νους του ανθρώπου δεν μπορεί να χωρέσει και να καταλάβει», είπε. Και συνέχισε με θεία έμπνευση: «Και, μολονότι δεν θα έπρεπε να παρομοιάσουμε την άκτιστη και υπερούσια Φύση με κτιστό και φθαρτό δημιούργημα, επειδή δεν πιστεύει κανείς εύκολα αν δεν δει με τους σωματικούς οφθαλμούς του, θα σας αποδείξω την αλήθεια με την κεραμίδα αυτή που είναι επίσης τρισύνθετη και από μια ουσία και φύση». Έκανε με το δεξί του χέρι το σημείο του Σταυρού, ενώ στο αριστερό του χέρι κρατούσε μια κεραμίδα. Είπε: «Εις το όνομα του Πατρός», και ευθύς το πυρ που είχε ψήσει την κεραμίδα ανέβηκε προς τα άνω· «και του Υιού», και ευθύς το νερό που έπλασε την κεραμίδα χύθηκε κάτω· «και του Αγίου Πνεύματος», και άνοιξε την παλάμη όπου είχε μείνει μόνο το χώμα από το οποίο ήταν φτιαγμένη η κεραμίδα. Όλοι έμειναν έκθαμβοι μπροστά στο θαύμα· ο αρειανόφρονας φιλόσοφος ασπάσθηκε την ορθόδοξη πίστη και παρότρυνε και τους άλλους οπαδούς του αιρεσιάρχη να αφήσουν την πλάνη της ανθρώπινης σοφίας για να βρουν στην Εκκλησία τα ζείδωρα νάματα του Αγίου Πνεύματος.

Μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου, ο γιος του Κωνστάντιος, που κληρονόμησε το ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας, έδειχνε συμπάθεια στον αρειανισμό. Ενώ βρισκόταν στην Αντιόχεια, αρρώστησε σοβαρά και, παρά τις προσπάθειες των γιατρών, δεν φαινόταν να υπάρχει σωτηρία. Μετά από όραμα του αυτοκράτορα, ο άγιος Σπυρίδων εκλήθη στο ανάκτορο μαζί με τον μαθητή του, άγιο Τριφύλλιο [12 Ιουν.]. Μόλις έφθασε στο προσκέφαλο του βασιλέα, τον θεράπευσε από την σωματική νόσο και τον κάλεσε να διαφυλάξει την υγεία της ψυχής του, παραμένοντας πιστός στην ορθόδοξη διδασκαλία και φιλεύσπλαχνος στους υπηκόους του. Ο αυτοκράτορας τον γέμισε δώρα και χρυσό, που ο άγιος έσπευσε να μοιράσει στους αναγκεμένους κατοίκους της Κύπρου μόλις επέστρεψε στο νησί.

Αποκομμένος από τα εγκόσμια αγαθά, αφοσιωμένος πλήρως στην προσδοκία των αιωνίων αγαθών, ο άγιος Σπυρίδων τελούσε την θεία Λειτουργία και τις Ακολουθίες της Εκκλησίας ωσάν να βρισκόταν ήδη ενώπιον του θρόνου του Υψίστου, μαζί με τους χορούς των Αγγέλων και των Αγίων. Μια μέρα, την ώρα που λειτουργούσε σε κάποιο απομονωμένο εξωκκλήσι, παραμελημένο από τους πιστούς, στράφηκε προς τους απόντες πιστούς λέγοντας: «Εἰρήνη πᾶσι!». Ο υποτακτικός του, άκουσε έκπληκτος την φωνή του χορού των Αγγέλων να απαντά: «Καὶ τῷ πνεύματί σου!» και να συνεχίζει την ουράνια ψαλμωδία του μέχρι το τέλος της θείας Λειτουργίας.

Μετά από βίο μακρύ, όπου αδιάκοπα του παραστάθηκε το Άγιο Πνεύμα, ο άγιος Σπυρίδων παρέδωσε ειρηνικά την ψυχή του στον Κύριο, στις 12 Δεκεμβρίου του 348, σε ηλικία εβδομήντα οκτώ ετών, αφού προηγουμένως ενεθάρρυνε για μια τελευταία φορά τους παρευρισκόμενους να ακολουθούν τον Χριστό και να υποτάσσονται στον ελαφρό ζυγό Του.

Το τίμιο σκήνωμά του κατέστη ανεξάντλητη πηγή θαυμάτων και ιάσεων για τους πιστούς της Κύπρου μέχρι τον 7ο αιώνα, οπότε, από φόβο επικείμενης αραβικής εισβολής, μεταφέρθηκε στην Βασιλεύουσα και κατετέθη σε ναό κοντά στην Αγία Σοφία. Μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, το τίμιο λείψανο μεταφέρθηκε κρυφά (το 1456) στην Κέρκυρα, όπου φυλάσσεται έκτοτε και παραμένει θαυματουργικά άφθορο. Επιτέλεσε και επιτελεί πολλά θαύματα και σε μεμονωμένους πιστούς και για το σύνολο του πληθυσμού: έσωσε το νησί από επιδημία χολέρας και από εχθρική εισβολή. Τιμάται ως ο κατ’ εξοχήν προστάτης άγιος της Κέρκυρας.

«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 4ος, Δεκέμβριος
Εκδόσεις «Ίνδικτος».

Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2025

Ἡ Παραβολὴ τοῦ δείπνου.

 


Ἡ Παραβολὴ τοῦ δείπνου. 
«νθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε» καὶ τὰ ἑξῆς (Λουκ. ιδ΄, 16-23). Ἱστορία. Ὁ Χριστὸς ἱστάμενος εὐλογῶν καὶ γύρωθεν αὐτοῦ οἱ ἀπόστολοι, καὶ εἰς τὰ δεξιὰ μέρη αὐτοῦ οἱ Ἰουδαῖοι, Γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι, ἄλλοι τρώγοντες καὶ πίνοντες, ἄλλοι πραγματευόμενοι καὶ ἄλλοι προσπίπτοντες εἰς αὐτὸν καὶ εἰς τὸ ἄλλο μέρος αὐτοῦ οἱ ἐθνικοί, προσπίπτοντες καὶ αὐτοὶ εἰς αὐτόν, καὶ οἱ ἀπόστολοι διδάσκουσιν αὐτούς.

Η Παραβολή του Δείπνου.

«Ένας άνθρωπος έκανε ένα μεγάλο δείπνο και κάλεσε» και τα εξής (Λουκάς 14, 16-23)
Σκηνή / Εικονογραφία. 
Ο Χριστός στέκεται όρθιος και ευλογεί, και γύρω του βρίσκονται οι απόστολοι. Στα δεξιά Του (της εικόνας) βρίσκονται οι Ιουδαίοι, Γραμματείς και Φαρισαίοι, άλλοι τρώνε και πίνουν, άλλοι συζητούν για διάφορα ζητήματα (πραγματευόμενοι) και άλλοι πέφτουν στα πόδια Του (Τον προσκυνούν). Στο άλλο μέρος (της εικόνας), βρίσκονται οι Εθνικοί (μη Ιουδαίοι), οι οποίοι επίσης πέφτουν στα πόδια Του, και οι απόστολοι τους διδάσκουν.

 

ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΤΟΥ ΕΚ ΦΟΥΡΝΑ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

 σελ.172-173

Ο περίπατος της αγιότητας …


Όταν o Βασιλίσκος σφετερίσθηκε την εξουσία και εξεδίωξε τον αυτοκράτορα Ζήνωνα (475), υπερασπίσθηκε τούς μονοφυσίτες και θέλησε να απορρίψει τις αποφάσεις της Οικουμενικής Συνόδου της Χαλκηδόνος, απείλησε μάλιστα τον αρχιεπίσκοπο Ακάκιο πού ζήτησε καταφύγιο στην Αγία Σοφία μαζί με τους μοναχούς της Βασιλεύουσας. Αφού απώθησε τα διαβήματα του Βασιλίσκου, πού επεδίωξε να τον προσεταιρισθεί, ο όσιος Δανιήλ, μετά από θείο σημείο, αποφάσισε να κατέλθει από τον στύλο του και να πάει στην πόλη, όπως στο παρελθόν είχε πράξει ο άγιος Αντώνιος, για να συνδράμει την δεινοπαθούσα Εκκλησία. Ένα τεράστιο και ενθουσιώδες πλήθος, πού όλο και μεγάλωνε όσο πολλαπλασιάζονταν τα θαύματα στο διάβα του αγίου, τον περιστοίχισε και ο άγιος έφθασε στην Μεγάλη Εκκλησία και κήρυξε την ορθόδοξη πίστη. Κατόπιν συνέχισε την θριαμβική πορεία του προς το παλάτιον του Εβδόμου, όπου είχε καταφύγει ο σφετεριστής. Ώς σημείο αράς, τίναξε την σκόνη από τα πόδια του μπροστά στην πύλη, σύμφωνα με την ευαγγελική ρήση (Ματθ. 10, 14), και τον μιμήθηκε όλο το πλήθος. Ό Βασιλίσκος τρόμαξε μπροστά στην ανάπτυξη αυτής της δυνάμεως και πείσθηκε όταν ο πύργος του παλατιού κατέρρευσε μόλις έφθασε ο άγιος. Την επομένη αποφάσισε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη, όπου ομολόγησε δημόσια την ορθόδοξη πίστη και συμφιλιώθηκε με τον Ακάκιο παρουσία όλου του λαού. Ό Δανιήλ επέστρεψε στον στύλο του, επιτελώντας πολυάριθμα θαύματα κατά την διάρκεια της οδοιπορίας. Προφήτευσε τον επικείμενο θάνατο του Βασιλίσκου και την παλινόρθωση του Ζήνωνος (476-491) στον θρόνο. Ό Ζήνων είχε σε μεγάλη ευλάβεια τον άγιο, το ίδιο και ο διάδοχος του Αναστάσιος (491-518).
Νέος Συναξαριστής 
της Ορθοδόξου Εκκλησίας, 
Δεκέμβριος, 
Ινδικτος

Όσιος Δανιήλ ο Στυλίτης - Στον ναό των ειδώλων



Όσιος Δανιήλ ο Στυλίτης
Στον ναό των ειδώλων
Ο όσιος Δανιήλ ο Στυλίτης (409-493) άκουσε κάποτε να συζητούν για κάποιον ειδωλολατρικό ναό στον οποίο κατοικούσαν δαιμόνια. Κανείς δεν τολμούσε να περάσει κοντά του, ούτε την ημέρα, ούτε την νύχτα. Οι δαίμονες έκαναν πολλά κακά στους κατοίκους της περιοχής και τους είχαν φέρει σε απόγνωση. 
Ο όσιος άκουσε τα βάσανα τους και σκέφθηκε να τους βοηθήσει. Θυμήθηκε τον Μέγα Αντώνιο που, ενώ υπέφερε πολλά από τους δαίμονες, στο τέλος πάντα τους νικούσε. Παρακάλεσε λοιπόν κάποιον να του δώσει περισσότερες πληροφορίες και να του δείξει που ήταν κτισμένος ο ναός. 
Όταν έφθασε στον επικίνδυνο τόπο, έμοιαζε με γενναίο πολεμιστή, που δεν δειλιάζει από το πλήθος των αντιπάλων, αλλά ακάθεκτος ορμά εναντίον τους. Μπήκε μέσα στον ναό άφοβος με πολεμικό θούριο τα λόγια του ψαλμού: «Κύριος φωτισμός μου καὶ σωτήρ μου· τίνα φοβηθήσομαι; Κύριος ὑπερασπιστὴς τῆς ζωῆς μου· ἀπὸ τίνος δειλιάσω;» (Ψαλμ. 26, 1). Με το ακαταμάχητο όπλο του Σταυρού γυρίζει από γωνιά σε γωνιά του ναού, γονατίζει και προσεύχεται. 
Την νύχτα άκουσε δυνατούς χτύπους και θόρυβο από πολλούς. Αυτός όμως έμεινε ατάραχος στην προσευχή. Αγρύπνησε προσευχόμενος και την δεύτερη νύχτα. Την τρίτη νύσταξε και κοιμήθηκε. Είδε στον ύπνο του θεόρατα φαντάσματα να πλησιάζουν και να λένε: 
– Άθλιε, ποιος σ’ έστειλε εδώ, να μας πάρεις την κατοικία; Θέλεις να βρεις σκληρό θάνατο; Θα σε σύρουμε και θα σε πνίξουμε στο ποτάμι!
Άλλα δαιμόνια κρατούσαν μεγάλες πέτρες επάνω από το κεφάλι του απειλώντας να το συντρίψουν. 
Ξύπνησε ο αθλητής του Χριστού και άρχισε πάλι να γυρίζει τις γωνιές του ναού ψάλλοντας στον Θεό και φοβερίζοντας τα δαιμόνια: 
– Φύγετε γρήγορα, γιατί σε λίγο θα είναι αργά! Φωτιά από τον Σταυρό του Χριστού θα πέσει πάνω σας και θα σας κάψει. Φύγετε λοιπόν να προλάβετε.
Εκείνα τότε θορυβούσαν περισσότερο. Ο όσιος έμεινε ατάραχος! Με υπομονή και καρτερία κατοίκησε στον τόπο που άλλοτε κυριαρχούσαν. 
Το έμαθαν αυτό οι περίοικοι και απορούσαν. Πλήθη ανδρών, γυναικών και παιδιών έτρεχαν να δουν τον όσιο και να θαυμάσουν το απίστευτο, πως τόσο άγριος και επικίνδυνος τόπος ημέρεψε και έγινε τόπος ειρήνης, πως δοξάζεται νύχτα και μέρα ο Χριστός, εκεί που προηγουμένως χόρευαν τα δαιμόνια! 
Έβλεπαν όμως την κοσμοσυρροή οι πονηροί και ξανάρχισαν τις επιθέσεις. Παρουσιάζονται να ορμούν εναντίον του με κοφτερά σπαθιά και να κραυγάζουν. 
– Εδώ είναι δική μας κατοικία από χρόνια πολλά. Φύγε, γιατί θα σε κομματιάσουμε!
Άλλοτε πάλι φώναζαν μεταξύ τους: 
– Ας μην τον κομματιάσουμε, ας τον τραβήξουμε έξω και ας τον πνίξουμε στο ποτάμι!
Ένιωσε τότε ο όσιος να τον τραβούν και να τον σέρνουν. Δεν δείλιασε όμως, αλλά προσευχήθηκε και φώναξε στους δαίμονες: 
– Ο Χριστός ο Σωτήρας μου, θα καταποντίσει εσάς στην φοβερή άβυσσο!
Ένα ουρλιαχτό και μια τρομερή κραυγή ακούσθηκε, και οι σκοτεινοί εχθροί εξαφανίσθηκαν. Η δύναμη της προσευχής και η απειλή του οσίου τους κατεδίωξε. 
Βίος Οσίου Δανιήλ του Στυλίτη. 
εκδ. Ιεράς Μονής Βαρλαάμ Μετεώρων, Αθήνα 1972.  

 

Χαρίσματα και χαρισματούχοι. 
Ανθολογία χαρισματικών εκδηλώσεων. 
Τόμος πρώτος. 
Εκδόσεις Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, εκδ. Δ΄ 1990.

Όσιοι Δανιήλ και Λουκάς, οι Στυλίτες


Όσιοι Δανιήλ και Λουκάς, οι Στυλίτες 
Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς 
Ο Δανιήλ γεννήθηκε στο χωριό Μάραθα, κοντά στα Σαμόσατα της Μεσοποταμίας, από χριστιανούς γονείς, τον Ηλία και τη Μάρθα. Με τις δακρύρροες προσευχές της η μητέρα του, που ήταν στείρα, εισακούστηκε από τον Θεό και, αφού συνέλαβε και γέννησε το μοναδικό παιδί που της έστειλε, τον Δανιήλ, το αφιέρωσε σ’ Εκείνον. 
Ο Δανιήλ ασπάστηκε το μοναχικό πολίτευμα σε ηλικία μόλις δώδεκα ετών και κατόπιν επισκέφθηκε τον άγιο Συμεών τον Στυλίτη [1 Σεπτεμβρίου] και πήρε την ευλογία του. Μετά την εκδημία του ηγουμένου του μοναστηριού του, ο Δανιήλ αποσύρθηκε σ’ έναν εγκαταλελειμμένο ειδωλολατρικό ναό στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Εκεί εγκαταβίωνε υπομένοντας αναρίθμητες επιθέσεις από δαίμονες, τους οποίους πάντοτε νικούσε με την επιμονή στην προσευχή και με το σημείο του Σταυρού. Κατόπιν ανέβηκε σε στύλο, γενόμενος στυλίτης. Παρέμεινε εκεί έως τον θάνατό του, υποφέροντας όλες τις καιρικές συνθήκες, από το δριμύ ψύχος μέχρι τον καύσωνα, αλλά και ποικίλες επιθετικές προσβολές ανθρώπων και δαιμόνων. 
Πολλοί μαθητές συγκεντρώθηκαν κοντά στον στύλο του όσιου Δανιήλ κι εκείνος τους καθοδηγούσε πνευματικά με το παράδειγμα και τους λόγους του, ώστε να φθάσουν ν’ αξιωθούν της αιωνίου ζωής. Ο Θεός αντάμειψε τον πιστό δούλο Του με άφθονη χάρη κι έτσι ο όσιος επιτέλεσε πολλά θαυμαστά και επωφελή για τους ανθρώπους, ενώ επίσης προ­φήτευε τα μέλλοντα να συμβούν. Άνθρωποι απ’ όλα τα μέρη της γης συνωστίζονταν κάτω απ’ τον στύλο, αναζητώντας βοήθεια και συμβουλές απ’ τον άγιο του Θεού. Αυτοκράτορες, πατριάρχες, αλλά και απλοί άνθρωποι προσέρχονταν σ’ αυτόν. Ο αυτοκράτορας Λέων ο A (457-474) πήγαινε συχνά τους ξένους προσκεκλημένους του, πρίγκιπες και άλλους επιφανείς, για να τους δείξει τον όσιο Δανιήλ τον Στυλίτη, λέγοντας: «Ιδού, το θαύμα στο βασίλειό μου!»
Ο Δανιήλ προείπε την ημέρα της εκδημίας του απ’ τον κόσμο, έδωσε τις τελευταίες συμβουλές στους μαθητές του σαν πατέρας στα παιδιά του και ύστερα εκοιμήθη. Κατά τον χρόνο του θανά­του του οι μαθητές του είδαν αγγέλους, προφήτες, αποστόλους και μάρτυρες πάνω απ’ τον στύλο του. Αφού έζησε ογδόντα χρόνια ο αγγελικός και ουράνιος αυτός άνθρωπος, έλαβε την αιώνια κατοικία του στη Βασιλεία του Θεού το έτος 489. 
Ο Λουκάς ζούσε στην Κωνσταντινούπολη, την εποχή του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου. Ως στρα­τιώτης έλαβε μέρος στον πόλεμο κατά των Βουλγάρων και υπήρξε αυτόπτης μάρτυς στον θάνατο χιλιάδων ανθρώπων, αλλά ο ίδιος διασώθηκε σώος και αβλαβής. Ο Λουκάς, βλέπο­ντας το χέρι του Θεού πίσω από τη θαυματουργική διάσωσή του, καταφρόνησε την ματαιότητα του κόσμου και αποσύρθηκε ως ερημίτης για να ζήσει επάνω σ’ έναν στύλο κοντά στη, Χαλκηδόνα. Έζησε ως στυλίτης βίο ακρότατης ασκήσεως για σαράντα πέντε χρόνια, καθαρίζοντας τη ψυχή του απ’ όλες τις αμαρτωλές επιθυμίες και σκέψεις. Ως επίγειος άγγελος και θεάρεστος άνθρωπος, ο όσιος πατήρ Λουκάς εξεδήμησε ειρηνικά προς την αιώνια ανάπαυση του Κυρίου. Μεταξύ των ετών 970 και 980, έλαβε την κατοικία του στην όντως ζωή. 

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, 
Ο Πρόλογος της Αχρίδος, 
Δεκέμβριος 
εκδ. Άθως, σ. 105-107

Δημοφιλείς αναρτήσεις