Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2025

ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΝΣΕΠΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ ΑΓΙΟΥ ΡΩΜΑΝΟΥ ΤΟΥ ΜΕΛΛΩΔΟΥ


 

ΑΓΙΟΥ ΡΩΜΑΝΟΥ ΤΟΥ ΜΕΛΛΩΔΟΥ
ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ  
ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΝΣΕΠΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ


Προοίμιον

Η Παναγία σήμερα στον κόσμο φέρνει ως άνθρωπο τον
Άκτιστο Θεό,
και η γη το Σπήλαιο στον Απροσπέλαστο παρέχει.
άγγελοι με τους βοσκούς δοξολογούνε
και μάγοι έρχονται στο δρόμο με τ’ αστέρι.
αφού προς χάρι μας γεννήθηκε
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.

Οίκοι

α΄. Η Βηβλεέμ άνοιξε τον Παράδεισο, ελάτε να δούμε.
την απόλαυσι κρυμμένη βρήκαμε, ελάτε να πάρουμε
του παραδείσου τα δώρα μέσα στο Σπήλαιο.
εκεί εφανερώθηκε δέντρο Υπερφυσικό πού προσφέρει
άφεσι,
εκεί μέσα ευρέθηκε πηγάδι αχειροποίητο,
απ’ όπου ο Δαβίδ παλιά επιθύμησε να πιή.
εκεί μέσα βρίσκεται Κόρη που εγέννησε Βρέφος
και σταμάτησεν αμέσως τή δίψα του Αδάμ και του
Δαβίδ.
για τούτο προς το Σπήλαιο ας τρέξουμε, εκεί που εγεννήθη
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.

β΄. Ο Δημιουργός της μητέρας Γιός της θέλησε κι έγινε.
ο προστάτης των βρεφών Βρέφος στη φάτνη πλάγιαζε.
και προσπαθώντας να τον καταλάβη Του ‘λεγεν η
Μητέρα Του: 
«Πές μου, παιδί μου, πώς μέσα μου ήρθες;
Σε κοιτάζω, Σπλάχνο μου, και μένω κατάπληκτη,
γιατί Σε θηλάζω και γάμο δεν έκανα.
κι ενώ Σε βλέπω σπαργανωμένο
την παρθενίαν μου ακόμα απείραχτην θωρώ.
γιατί Εσύ την εφύλαξες πού διάλεξες κι έγινες
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.

γ΄. Υπέροχε Βασιλιά, ποια σχέση έχεις Εσύ μ’ εκείνους που
επτώχευσαν;
Δημιουργέ του ουρανού, γιατί στους χωματένιους ήρθες;
Αγάπησες το Σπήλαιο ή ζήλεψες τη Φάτνη;
Νά πού δεν βρίσκεται ούτε δωμάτιο για τή δούλη Σου
στόν χώρο πού ξεπεζέψαμε.
δέν λέω μόνο δωμάτιο μά ούτε και σπήλαιο,
γιατί κι αυτό εδώ ‘ναι ξένο.
και στη Σάρα σαν έγινε μητέρα
εδόθηκε κληρονομιά μεγάλη, σέ μένα όμως ούτε φωλιά.
Χρησιμοποίησα το Σπήλαιο πού θεληματικά κατοίκησες
Εσύ,
Νέο παιδί, ο Άχρονος Θεός.»

δ’. Ενώ έκανε αυτόν τον νοερό διάλογο
και καθικέτευε Εκείνον, πού ξέρει όλα τα μυστικά,
ακούει τους Μάγους το Βρέφος να ζητάνε.
Κι αμέσως τους είπε «Ποιοι είσθε;»
κι αυτοί τη ρωτάνε. 
«Αλήθεια Ποια είσαι Σύ,
πού γέννησες Τέτοιο Παιδί;
Ποιος είναι ο πατέρας σου και ποια η μητέρα σου;
Γιατί έγινες Μητέρα και τροφός Παιδιού χωρίς πατέρα,
του Οποίου καθώς είδαμε το άστρο καταλάβαμε πώς
ήρθε στον κόσμο
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός

ε’. Γιατί καθαρά ο Βαλαάμ μας παρουσίασε
το νόημα εκείνων πού προφήτεψε,
είπε δηλ. ότι άστρο θ’ ανατείλη,
άστρο πού σβήνει όλα τα μαντέματα και τά
προοιωνίσματα.
άστρο πού καταργεί των σοφών τις παραβολές,
τις γνώμες και τους γρίφους.
Άστρο απ’ τ’ αστέρι πού φαίνεται
ασύγκριτα λαμπρότερο, γιατί είναι όλων των άστρων
Ποιητής,
περί του οποίου έγιναν προφητείες. Απ’ τον Ιακώβ
ανατέλλει
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.

ς’. Τα παράξενα λόγια η Μαριάμ καθώς άκουσε
έσκυψε και προσκύνησε το Σπλάχνο Της
και κλαίγοντας Του είπε. 
«Είναι μεγάλα για μένα,
Παιδί μου,
όλα μεγάλα, τα όσα έκανες σε μένα τη φτωχή.
γιατί να έξω οι Μάγοι Σε ζητάνε,
οι βασιλιάδες της Ανατολής.
το Πρόσωπό Σου επίμονα γυρεύουν
και ικετεύουνε θερμά για να Σε δούνε οι του λαού Σου
διαλεχτοί.
γιατί ‘ναι αυτοί στ’ αλήθεια ο λαός Σου, στους οποίους
εφανερώθης
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.

ζ’. Κι επειδή ‘ναι λαός Σου, Παιδί μου, διάταξε
μέσα ναρθούνε, για να δούν
πλούσια ανέχεια, τίμια φτώχεια.
Εσένα τον Ίδιο έχω δόξα και καύχημα. γι’ αυτό και δεν
ντρέπομαι.
Εσύ είσαι ομορφιά και στολίδι
του σπιτιού και εμένα. θέλησέ το να μπούνε.
δεν με νοιάζει πού είναι ταπεινά εδώ μέσα.
αφού Εσένα κρατάω σαν θησαυρό, Εσένα πού ήρθαν
βασιλείς για να δούνε,
Βασιλείς και Μάγοι που έμαθαν ότι εφάνης
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός

η’. Ο Ιησούς πού ναι στ’ αλήθεια και Θεός μας
απάντησε νοερά στη σκέψι της Μητέρας Του
και είπε. 
«Βάλε μέσα αυτούς, πού με μήνυμα έφερα.
γιατί δικός μου άγγελος εφανερώθη σ’ αυτούς πού μέ
λαχτάρα με ψάχνουν.
είναι μέν άστρο κατά το φαινόμενο
μά στην πραγματικότητα κάποια δύναμι υπερφυσική.
ήρθε αντάμα με τους Μάγους γιατί Εμένα υπηρετεί
κι’ ακόμα στέκεται εκτελώντας τον προορισμό του
και δείχνει με τή λάμψι του τον τόπο που γεννήθηκε
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.

θ’. Τώρα, λοιπόν, Αγία Κόρη, κάμε υποδοχή, καλωσόρισε
εκείνους πού με πιστεψαν.
μ’ εκείνους βρίσκομαι στ’ αλήθεια έτσι ακριβώς όπως
στην αγκαλιά Σου με κρατάς.
κι από Σένα δεν μάκρυνα και μαζί μ’ αυτούς ήρθα.»
Κι ανοίγει Εκείνη την πόρτα και υποδέχεται τή
συντροφιά των Μάγων.
ανοίγει θύρα η απαραβίαστη
Πύλη, την οποία μονάχα ο Χριστός εδιάβηκε.
ανοίγει θύρα η Θύρα πού άνοιξε
και δεν έχασε καθόλου της αγνείας το θησαυρό.
άνοιξε θύρα Αυτή, απ’ την Οποία εγεννήθη Θύρα,
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.

ι’. και οι Μάγοι αμέσως ετρέξανε σ την κάμαρα
και καθώς αντίκρυσαν το Χριστό τα έχασαν, γιατί είδανε
τη Μητέρα του, το Μνηστήρα Της.
και τρομαγμένοι είπανε: 
«Αυτός είναι Παιδί δίχως
καταγωγή ανθρώπινη,
και πώς, Κόρη, τον Μνηστήρα
βλέπουμε ακόμη μέσα στο σπίτι Σου;
Δεν κατηγόρησαν την εγκυμοσύνη Σου;
Μήπως παραξηγηθή η συγκατοίκησι μιας και βρίσκεται
κοντά Σου ο Ιωσήφ.
έχεις πολλούς που Σε φθονούν και ψάχνουμε να βρούνε
που γεννήθηκε
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός

ια’. Απάντησε στούς Μάγους η Μαρία: 
«Να σας εξηγήσω
για ποιο λόγο κρατώ τον Ιωσήφ στο σπίτι μου.
θέλω να δίνη μαρτυρία σε όσους με κατηγορούν.
γιατί αυτός θα αναφέρη όλα εκείνα που άκουσε για τό
Παιδί μου.
αφού καθώς κοιμότανε είδε άγιο άγγελο
να τον ενημερώνη από πούθε έμεινα έγκυος,
αστραφτερή μορφή τον προβληματισμένο Ιωσήφ
επληροφόρησε τη νύχτα πάνω σε όσα τον εστενοχώραγαν.
γι’ αυτό κι είναι μαζί μου ο Ιωσήφ, για να δηλώνη ότι
έγινε πραγματικά
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.

ιβ’. Ολοκάθαρα λέει όλα τα όσα άκουσε.
περίτρανα διαλαλεί όσα ο ίδιος είδε
σε ουρανό και γης.
τα σχετικά με τους τσοπάνηδες, το πως εδοξολόγησαν οι
άγγελοι με τους ανθρώπους.
για σας τους Μάγους ότι είχατε μπροστά στο δρόμο σας
άστρο που έφεγγε και σας οδηγούσε.
Γι’ αυτό αφήστε τα παραπάνω
και εξιστορήστε μας αυτά πού τώρα σας συνέβησαν.
από πού ήρθατε και πως εκαταλάβατε ότι φάνηκε
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός

ιγ’. Κι όταν είπεν αυτά στούς Μάγους η Ολόφωτη,
οι λύχνοι της Ανατολής σ’ Εκείνην απαντήσανε.
«Θέλεις να μάθης εδώ πως ευρεθήκαμε;
Από τή χώρα των Χαλδαίων, όπου δεν παραδέχονται ότι
ο Κύριος είναι ο “Θεός των θεών”
από τή Βαβυλώνα όπου δεν ξέρουνε
ποιος έφτιαξε εκείνα που λατρεύουν.
από εκεί ήρθε και μας παρέλαβε
το Φώς του Παιδιού Σου από την πυρολατρεία των Περσών.
αφήσαμε τη φωτιά που όλα τα εξαφανίζει κι αντικρύζουμε
Φωτιά που δροσίζει,
Νέο Παιδί, τον Άχρονο Θεό.

ιδ’. Ματαιότης ματαιοτήτων είναι όλα.
μα κανείς ανάμεσά μας δεν υπάρχει πού να το
παραδέχεται.
γιατί άλλοι μέν πλανούν κι άλλοι είναι πλανεμένοι.
Γι’ αυτό, Παρθένε, ευχαριστούμε το Γιό Σου πού μας
ελευθέρωσε
όχι μονάχα απ’ τη πλάνη αλλά και από κάθε κακό
σ’ όλες τις χώρες πού διατρέξαμε,
από έθνη βάρβαρα, από γλώσσες άγνωστες,
καθώς επερπατούσαμε στη γη και την εψάχναμε
έχοντας το άστρο για λυχνάρι και με λαχτάρα
εζητούσαμε το που γεννήθηκε
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.

ιε’. Με οδηγό ωστόσο αυτό το άστρινο λυχνάρι,
ολόκληρη την Ιερουσαλήμ περιδιαβάσαμε
και πραγματοποιησαμε στα σίγουρα τα προφητικά λόγια.
Ακούσαμε δηλαδή ότι απείλησε ο Θεός πως θα της κάνη
έρευνα.
κι ερχόμαστε ένα γύρο με το λυχνάρι
θέλοντας για να βρούμε του Θεού την Δωρεά.
μά δεν την βρήκαμε γιατί επάρθηκε
η κιβωτός της μαζί με όλα όσα βάσταγε προτερινά καλά.
τά παλιά επεράσανε. αφού όλα τα ανακαίνισε
Νέο Παιδι, ο Άχρονος Θεός

ις’. «Αλήθεια», απάντησε η Μαρία στους πιστούς Μάγους,
«όλη την Ιερουσαλήμ περιδιαβάσατε,
την πόλι πού σκοτώνει τους προφήτες;
Και πώς ανενόχλητα διατρέξατε αυτήν πού όλους τους
φθονεί;
Πώς πάλι του Ηρώδη εξεφύγατε
που έχει μέσα στην καρδιά του κι’ αναπνεύει φόνους αντί
για νόμους
Κι εκείνοι λένε προς Αυτήν. «Κόρη,
δεν του κρυφτήκαμε αλλά τον ξεγελάσαμε.
εμιλήσαμε μ’ όλους ρωτώντας που γεννήθηκε
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεος

ιζ’. Όταν άκουσεν αυτά η Θεοτόκος απ’ τους Μάγους,
τότε είπε σ’ αυτούς. «Τι σας ερώτησε
ο βασιλιάς Ηρώδης καθώς και οι Φαρισαίοι
«Ο Ηρώδης πρώτα και μετά, όπως τόπες, οι άρχοντες
του Έθνους Σου
προσπάθησαν να εξακριβώσουν από μας
το χρόνο αυτού του άστρου που τώρα φαίνεται.
κι αφού το διαπίστωσαν, χωρίς να καταλάβουνε το θαύμα,
δεν ελαχτάρησαν να δουν Αυτόν που ψάξανε να μάθουν,
γιατί σε όσους ερευνούν φανερώνεται
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.

ιη’. Μας πέρασαν για άφρονες οι άμυαλοι,
και μας ρωτούσαν “από πού και πότε ήρθατε;
πως δρόμους άγνωστους περάσατε;”
Κι εμείς με τη σειρά μας τους ρωτήσαμε να μας
απαντήσουν με βάση αυτό που ξέρανε.
“Εσείς παλιά πως βρήκατε το δρόμο
σ την απέραντη έρημο πού περάσατε;
Εκείνος που οδήγησε τους Εβραίους απ’ την Αίγυπτο,
ο Ίδιος και τώρα έφερε κοντά Του τους Χαλδαίους,
τότε με φωτεινό στύλο και τώρα μ’ άστρο πού έδειχνε
Νέο Παιδί, τον Άχρονο Θεό.

ιθ’. Τ΄αστέρι παντού μπροστά μας πορευότανε
όπως σε σας ο Μωυσής με το ραβδί στο χέρι,
σκορπίζοντας ανάργυρα της θεογνωσίας το φως.
Εσάς παλιά το μάννα εχόρτασε και σας ξεδίψασεν η πέτρα.
εμάς η ελπίδα του άστρου εμψύχωσε.
απ’ τη χαρά του εχορταίναμε
και στην Περσία να γυρίσουμε,
μίας κι ήταν δύσκολος ο δρόμος, ούτε που βάλαμε στο
νου μας,
αφού να δούμε λαχταρούσαμε, να προσκυνήσουμε και νά
δοξάσουμε
Νέο Παιδί, τον Άχρονο Θεό”

κ’. Οι Μάγοι οι σοφοί αυτά ελέγανε.
κι η Κόρη η Σεμνή όλα τα επισφράγιζε
και το Βρέφος επικύρωνε και των δύο μερών τα λεγόμενα.
της μέν Παναγίας εφύλαξε απείραχτη τη μήτρα μετά
την κυοφορία,
των δέ Μάγων έκαμε, μετά τον ερχομό,
ξεκούραστο τον νου όπως τα βήματα.
γιατί κανένας τους κούραση δεν ένοιωσε
όπως δεν εκουράστηκε ο Αββακούμ πού πήγε στον Δανιήλ.
αφού Εκείνος που εφάνηκε στους προφήτες, ο Ίδιος
φανερώθη και στους Μάγους,
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.

κα’. Ύστερα απ’ αυτές όλες τις διηγήσεις
πήραν τα Δώρα οι Μάγοι στα χέρια τους και προσκύνησαν
την Πηγή όλων των δώρων και όλων των αρωμάτων
κι ύστερα πρόσφεραν στον Χριστό χρυσάφι, σμύρνα και
λιβάνι
λέγοντας. «Δέξου δώρο τριπλό,
όπως δέχεσαι από τα Σεραφείμ τον Τρισάγιο ύμνο.
μήν τα περιφρονήσης όπως τα δώρα του Κάϊν,
αλλά δέξου τα με ευχαρίστηση όπως του Άβελ την
προσφορά,
με τις πρεσβείες Εκείνης που Σ’ εγέννησε κι έγινε
αιτία νάρθης κοντά μας
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.»

κβ’. Βλέποντας τώρα η Αψεγάδιαστη δώρα πρωτότυπα καί
όμορφα
οι Μάγοι στά χέρια να βαστάνε και κάτω να πέφτουν
και να προσκυνούν
αστέρι να δείχνη, βοσκούς να δοξάζουν,
όλων αυτών τον Πλάστη και Δημιουργό ικέτευε και έλεγε.
«Παιδί μου, Σύ που δέχτηκες τρια δώρα,
τρεις χάρες θέλω να κάνης σε μένα πού Σ’ εγέννησα.
Σε παρακαλώ δώσε καλούς αέρες,
καλούς καρπούς στη γη και φύλαγε τους ανθρώπους.
Συμφιλιώσου με όλους για χάρη μου, γιατί εγεννήθης
Νέο Παιδί, ο Άχρονος Θεός.

κγ’. Είναι αλήθεια, Σωτήρα μου Εύσπλαχνε, πως δεν είμαι
μονάχα δική Σου Μητέρα.
ούτε χωρίς σκοπό σε θηλάζω Εσένα πού το γάλα χορηγείς.
αλλά για όλους Εγώ θερμά Σε ικετεύω.
με έκανε στόμα και καύχημα όλου του γένους μου.
γιατί εμένα έχει η οικουμένη Σου
προστασία πανίσχυρη, καταφύγιο και στήριγμα.
εμένα κοιτάζουν οι εξόριστοι
του παραδείσου της απόλαυσης, γιατί τους επαναφέρω
και τους κάνω
να αισθανθούνε όλα τα καλά με όργανο εμένα που εγέννησα
Νέο Παιδί, τον Άχρονο Θεό.

κδ’. Σωτήρα μου, σώσε τον κόσμο. αφού γι’ αυτό ήρθες στη γη.
κάμε να επικρατήσουν όλα τα δικά Σου. αφού για τούτο
φάνηκες
σε μένα και στους Μάγους και σ’ όλη την κτίση.
κοίταξε να οι Μάγοι, πού τους έδειξες το φως του
Προσώπου Σου,
Σε προσκυνούν και δώρα Σου προσφέρουν
χρήσιμα κι όμορφα και πολύ απαραίτητα.
αφού ετούτα χρειάζομαι, επειδή ετοιμάζομαι
σ την Αίγυπτο να ταξιδέψω και να φύγω με Σένα, για
Σένα,
Οδηγέ μου, Υιέ μου, Πλάστη μου, Λυτρωτή μου,
Νέο Παιδί, Άχρονε Θεέ

Δ’ αναθεώρησις, επερατώθη την 3ην Αυγούστου 1986, Κυριακή, ώρα 1μ.μ. Έκαμα Θεία Λειτουργία και κήρυγμα εν Οινοφύτοις. Ρωμανέ μου, μνήσθητι και ελέησον ως οίδας…
Ο χειρότερος φίλος Σου

Από το βιβλίο Ρωμανού Μελωδού «Ύμνοι», απόδοση στα νέα ελληνικά, Αρχιμανδρίτου Ανανία Κουστένη, Τόμος Πρώτος, Β’ έκδοση, Εκδόσεις Χ. Μπούρα, σελ. 10 -31.


Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2025

Προετοιμασία για τα Χριστούγεννα Α΄ - ΡΑΔΙΟ ΠΑΡΑΓΚΑ 1996

Προετοιμασία για τα Χριστούγεννα Α΄
15 Δεκεμβρίου του 1996
ΡΑΔΙΟ ΠΑΡΑΓΚΑ 

π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος 

α. mp3 εδώ

β. mp3 εδώ

γ. mp3 εδώ

Ντροπή σε όποιον δεν φανεί ληστής! Ντροπή στα άδεια χέρια ! Εφραίμ ο Σύρος Ύμνοι στη Γέννηση του Χριστού

Εφραίμ ο Σύρος  

VII Ύμνοι στη Γέννηση του Χριστού

Μετάφραση από τα  Αραμαϊκά: Στάθης Κομνηνός

(I)

Ένας μήνας

            που η χαρά είναι ολόκληρη

γκαστρωμένος άπληκτη νίκη

για όλους  - Αυτός!

            Βρέχει αγάπη

απ’ τον ουρανό της Θεότητας

            Βηθλεέμ, ω Βηθλεέμ!

Πρίγκιπας σπαργανωμένος ράκη

σπαργανώνει τη δόξα μας

ανταλλάσει με αισχύνη τη λαμπρότητα

            μεγαλόπρεπα Ταπεινός

ως Θεός   ως Θεός

Αυτός

μέσα στην τρέλα των Σοδόμων μας

                                                Ω Πρωτότοκε!

θησαυροφυλάκια έκανες τις γιορτές

να μπει ο πάμφτωχος ξαναμμένος

να διαγουμίσει

να βιάσει λάφυρα ζωής!

                        Ντροπή σε όποιον δεν φανεί ληστής!

Ντροπή στα άδεια χέρια !

Κεραυνοφωνές εξαπολύουν τα στόματα βρεφών

κι αγαλλιά ο Χρισμένος στη γιορτή Του

            Ήλιος κατακτητής χαράζει σύμβολα

            στα σκαλοπάτια της εγέρσεώς Του

                        Δωδεκάβαθμος  Δωδεκάμερος

και σήμερα δεκατριήμερος

Τέλειο Σύμβολο

                        της Γέννησης του Γιού με τους δώδεκα φίλους.

Ιωσήφ πώς χαϊδεύεις το μωρό-Θεό σου; Πώς;

                        Με καταδίωξε ένα στέμμα και με φόρεσε ολόκληρο

                        κρατώντας το στην αγκαλιά μου!

Μαρία, ω Μαρία τραγούδησε,

                        της Θεότητας Σου είμαι η δούλα

                        και Μάνα της ανθρώπινής Σου φύσης

                        Γιε και Κύριε!

Ω, Εσύ υπερήλικο βρέφος μπροστά μου!

            Πτυχωμένη σε κύματα η έκπληξη.

            Μιλά η σιωπή Σου όπως Θεός!

                        Ποιός ξανάδε ποτέ βρέφος που θωρεί το παν;

Ω, πανάρχαιε νιόκοπε!

Πώς ν’ ανοίξω του γάλακτος πηγή στην Πηγή την ίδια; Πώς;


Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2025

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ



Ο ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ  
15 Δεκεμβρίου

Η ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΔΩ  

Ο ένδοξος μάρτυς του Χριστού Ελευθέριος γεννήθηκε στη Ρώμη κατά τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Σε πολύ νεαρά ηλικία έμεινε ορφανός από πατέρα και ανατράφηκε με φόβο Θεού και την αγάπη της ενάρετης μητέρας του Ανθίας (ή κατ’ άλλους Ευανθία), που είχε κατηχηθεί στην Πίστη του Χριστού από τους μαθητές του Αποστόλου Παύλου.
 
Τον εμπιστεύθηκαν στον επίσκοπο Ρώμης Ανίκητο (155-166) για να ολοκληρώσει τη μόρφωσή του και ο νεαρός Ελευθέριος επέδειξε τέτοια ικανότητα, ώστε πολύ γοργά ανήλθε σε όλους τους βαθμούς της εκκλησιαστικής ιεραρχίας. Αυτό συνέβη, γιατί οι κανόνες που επέβαλλαν τη συμπλήρωση του 25ου έτους της ηλικίας για τη χειροτονία σε διάκονο, του 30ού για τη χειροτονία σε πρεσβύτερο και ηλικία μεγαλύτερη για τους επισκόπους, δεν είχαν ακόμη καθορισθεί την εποχή εκείνη. Καθιερώθηκαν στη Σύνοδο της Νεοκαισαρείας (324) και στην ΣΤ΄ Οικουμενική Σύνοδο (681). Έτσι λοιπόν σε ηλικία δεκαπέντε ετών χειροτονήθηκε διάκονος, στα δεκαεπτά του πρεσβύτερος και ήταν μόλις μόνο είκοσι ετών όταν ο πάπας Ρώμης τον διόρισε επίσκοπο Ιλλυρικού, περιοχής που αντιστοιχούσε στη σημερινή Δαλματία και ηπειρωτική Ελλάδα. Παρά το νεαρό της ηλικίας του, χάρη στον ζήλο της Πίστεως, είχε καταστεί ώριμος στην επίγνωση του Θεού «κατά το μέτρο της πνευματικής ηλικίας της πληρότητας του Χριστού» (Εφ. 4, 13), και κατόρθωσε να φέρει στην Πίστη μεγάλο αριθμό εθνικών με τους λόγους του που επιβεβαιώνονταν με πολυάριθμα θαύματα. 
Η φήμη του που όλο μεγάλωνε και τα θαύματα που ακολουθούσαν τη διδασκαλία του έφθασαν στ’ αυτιά του αυτοκράτορα, ο οποίος, ανήσυχος εξαιτίας της αυξανόμενης δύναμης της Εκκλησίας, έστειλε έναν από τους στρατηγούς του, τον Φήλικα, στην Αυλώνα (σημ. στην Αλβανία) να συλλάβει τον άγιο. Βλέποντας όμως το απαστράπτον πρόσωπο του νεαρού ιεράρχη εν μέσω του λογικού ποιμνίου του και γοητευμένος από τη γλυκύτητα της διδαχής του, ο τραχύς στρατιωτικός εγκατέλειψε με τη σειρά του τη ματαιότητα των εγκοσμίων, πίστευσε στον Χριστό και στην επαγγελία της αιωνίου ζωής, βαπτίσθηκε και παρουσιάσθηκε μαζί με τον άγιο ενώπιον του τυράννου αποζητώντας με ανυπομονησία την τελείωση διά του μαρτυρίου του αίματος. 
Ο ηγεμόνας τον ανέκρινε και ο γενναίος Ελευθέριος παρέμεινε απαθής τόσο στις κολακείες όσο και στις απειλές του· ομολόγησε τον Χριστό Θεό αληθινό και διαβεβαίωσε τον τύραννο ότι τα βασανιστήρια δεν είναι παρά παιγνίδι για όσους έχουν ενδυθεί τον Σταυρό, το πολίτευμα του Σταυρού, και ότι το να πεθάνουν για τον Χριστό είναι γι’ αυτούς τέρψη, αγαλλίαση και επαγγελία δόξης αιωνίου. Τον έβαλαν σε πυρακτωμένη κλίνη και κατόπιν τον τέντωσαν σε μιαν εσχάρα και έχυσαν πάνω του καυτό λάδι και άλλα ζέοντα υγρά· ο Ελευθέριος έμεινε ανέπαφος ωσάν να τον δρόσιζε η θεία Χάρη. Δίχως διόλου να χάσει την παρρησία του, έλεγξε τον τύραννο που καταδίωκε τα ήμερα και άκακα πρόβατα του Χριστού ως λύκος της Αραβίας (Αββακ. 1, 8). Ο ύπατος της πόλεως Κορέμων (ή Κορέμβων), άνθρωπος σκληρόκαρδος και ευφάνταστος σε θέματα βασανισμών, υπέδειξε να κατασκευάσουν μια κάμινο με αιχμηρά σουβλιά για να ρίξουν μέσα τον γενναίο αθλητή της Πίστεως. Την ώρα όμως που ο Ελευθέριος προσευχόταν με διάπυρο ζήλο για τη μεταστροφή των διωκτών του, ο θηριώδης Κορέμων φωτίσθηκε ξαφνικά από το Άγιο Πνεύμα, έτρεξε να υπερασπισθεί τον άγιο, ομολόγησε τον Σωτήρα Χριστό και εισήλθε άφοβα στην κάμινο που είχε διατάξει να ανάψουν για τον σεπτό ιεράρχη. Η Χάρη του Θεού τον κράτησε ανέπαφο· κατόπιν ετελειώθη με αποκεφαλισμό. 
Καθώς ο άγιος Ελευθέριος παρέμεινε απαθής στο πυρ του μαρτυρίου, τον έκλεισαν σε σκοτεινή φυλακή, όπου ερχόταν τακτικά ένα περιστέρι και του έφερνε τροφή. Έδεσαν κατόπιν τον άγιο πίσω από άγρια άλογα που κάλπαζαν. Διεσώθη από άγγελο Κυρίου και κατέφυγε στις ψηλές κορφές ενός γειτονικού βουνού. Εγκαταβίωσε εκεί για κάποιο διάστημα, «μόνος μόνῳ τῷ Θεῷ», με συντροφιά τα αγρίμια, τα οποία, την ώρα που αυτός έψαλλε την ακολουθία του, έμεναν ασάλευτα, γεμάτα σεβασμό γι’ αυτόν, και ανέπεμπαν κι εκείνα μαζί του τον σιωπηλό τους αίνο προς τον Δημιουργό του Σύμπαντος. 
Τον ανακάλυψαν κυνηγοί και ο άγιος συνελήφθη πάλι και εστάλη στη Ρώμη. Κατά τη διάρκεια της πορείας, μετέστρεψε στην Πίστη του Χριστού τους φύλακές του και πολλούς άλλους εθνικούς που έλαβαν την παλιγγενεσία του Βαπτίσματος. Τον έφεραν ενώπιον του τυράννου, ο οποίος διέταξε να τον ρίξουν στα θηρία στην αρένα, επειδή γινόταν τότε κάποιος ειδωλολατρικός εορτασμός. Και τα πιο άγρια θηρία, όμως, έπαιζαν στα πόδια του σαν άκακα γατάκια. Τέλος, ο άγιος Ελευθέριος λυτρώθηκε από τον εφήμερο αυτόν βίο και έλαβε τον στέφανο του μαρτυρίου με αποκεφαλισμό. Μόλις κατέπεσε η μάχαιρα του δημίου στον αυχένα του αγίου, η μητέρα του Ανθία πλησίασε τρέχοντας το ιερομαρτυρικό σκήνωμα, το αγκάλιασε και δόξασε τον μονάκριβο γιο της που με τόση ανδρεία αθλήθηκε για τον Χριστό. Οι σκληροί και απάνθρωποι δήμιοι τότε ρίχθηκαν κατά πάνω της και το αίμα της έσμιξε με εκείνο του αγίου Ελευθερίου. 
Σύμφωνα με τη διαχρονικά ισχυρή λαϊκή παράδοση της Ορθόδοξης ευσέβειας, τον άγιο ιεραμάρτυρα του Χριστού Ελευθέριο επικαλούνται με πίστη οι κυοφορούσες γυναίκες για να έχουν, με τη Χάρη του, εύκολο και γρήγορο τοκετό. Αλλά και κάθε πιστός στο χριστόλαμπρο πρόσωπο και στη μεγάλη πρεσβεία του αγίου Ελευθερίου ποθεί να βρει την ελευθερία του από τους πειρασμούς, την απολύτρωση από τα δεινά και τις όποιες δυσχέρειες συναντά στην παρούσα ζωή και στον καθημερινό του αγώνα.
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 4ος (Δεκέμβριος)
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·

 

 

Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2025

Μην στενέψετε τις καρδιές σας πάνω στα πράγματα! - π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος

 


ΚΥΡΙΑΚῌ ΕΝΔΕΚΑΤῌ 
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
ιδ΄ 16 - 24


Απομαγνητοφωνημένη ομιλία
του π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, στα πλαίσια της ερμηνείας που έγινε στο κήρυγμα της Κυριακής 12 Δεκεμβρίου του 1993

Τὸ ηχητικό απόσπασμα από την ομιλία - σε mp3 εδώ
«Έχε με παρῃτημένον»: η φράσις επωδός, η φράσις «ρεφρέν» που επαναλαμβάνεται σ’ αυτό το κείμενο μετά από την πρόκληση του Κυρίου για να έρθουν στο γεύμα. Και τα τρία κωλύματα τα οποία έχουν είναι ο αγρός του ενός, το ζώο του άλλου, η γυναίκα του άλλου. Και η φράση «ἔχε με παρῃτημένον», «παράτα μας» με τη σημερινή έκφραση θα το λέγαμε, έρχεται να χαρακτηρίσει την τραγωδία αυτών των τριών προσώπων. Ο αγρός, το ζώο, η γυναίκα και τα τρία είχαν δοθεί από τον Θεό, ακριβώς για να βρουν τον Θεό. Όποιος μελετήσει το πρώτο Κεφάλαιο της Γενέσεως θα δει την πορεία της Δημιουργίας. Φτιάχνει ο Θεός τον κόσμο τον υλικό γύρω μας, τη φύση, αυτό είναι «ο αγρός», φτιάχνει τα ζωντανά, αυτό είναι «το ζώον» και στο τέλος φτιάχνει τον άνθρωπο και αυτή είναι εδώ «η γυναίκα». 
Έτσι στο σχήμα εδώ πέρα το «ἔχε με παρῃτημένον», οι άνθρωποι αυτοί παραιτούνται, αρνούνται, ολόκληρη στη δημιουργία του Θεού όπως Εκείνος την έφτιαξε. Και Εκείνος τα έφτιαξε τα πράγματα έτσι για να πορευθούμε καλλιεργώντας τον αγρό, που σημαίνει να συνεργαστούμε μαζί Του για την δημιουργία, προσπαθώντας να κάνουμε κάτι για το ζώο μας, εργαζόμενοι πάλι μαζί Του στη δημιουργία των πράγματων, και στο αποκορύφωμα της πορείας μας προς τον Θεό η σχέση μας με τον άλλον άνθρωπο. Και εδώ πέρα, «ἔχε με παρῃτημένον»· και παραιτούνται, και ο Θεός μέσα από αυτή την παραίτηση δεν στέκεται στατικός και αποκαλύπτει ένα άλλο τρόπο, ένα άλλο δρόμο, το δρόμο που καλούμεθα και εμείς σήμερα να ζήσουμε στην Εκκλησία: καλεί όλους τους χωλούς, όλους τους αρρώστους, όλους τους χαμένους, όλους αυτούς που δεν έχουνε τίποτε και τους βάζει μέσα. 
Ο άνθρωπος απέρριψε τον πρώτο δρόμο, μέσα από την καλλιέργεια της φύσης και την προσωπική σχέση με τους ανθρώπους, να φτάσει στο Θεό· και αφού παραιτήθηκε, ο Θεός – δεν παραιτείται, ο Θεός ποτέ δεν παραιτείται – έρχεται και του αποκαλύπτει κάτι άλλο, έρχεται και του αποκαλύπτει ότι αν δεν γίνεις ως εκείνους που έχουνε και ζούνε την φράση του Aποστόλου Παύλου «ως μηδέν έχοντες και τα πάντα κατέχοντες» τότε δεν φτάσεις πουθενά και αυτοί οι χωλοί, αυτοί οι χαμένοι, που μαζεύει ο δούλος και τους φέρνει στο σπίτι του Κυρίου, είναι «οι μηδέν έχοντες και τα πάντα κατέχοντες», είναι αυτοί που είναι παρητημένοι από όλη τη ζωή, είναι αυτοί που φαίνονται χαμένοι, και έρχεται ο Χριστός και γεμίζει τη ζωή τους, και αφού εμείς Τον παρατήσαμε έρχεται Εκείνος και μπαίνει μέσα μας. Η δική μας αδυναμία να φτάσουμε με τον τρόπο που Εκείνος θέλει στον Θεό, δεν σταμάτησε τον Θεό και μπαίνει μέσα μας, σε εμάς τους παρητημένους, και μας προκαλεί και μας τραβάει, και τους αναγκάζει να έρθουν στον οίκο, και λέει ο δούλος «ήρθαν όλοι και λέει υπάρχει κι άλλος τόπος» και τους αναγκάζει. Και ο Θεός σε κυνηγάει, ο Θεός σε βιάζει να μπεις μέσα, και ας τα έχεις παρατήσει όλα, Εκείνος δεν σε παρατάει, και όλοι αυτοί οι ξεκρέμαστοι και όλοι οι χαμένοι μπαίνουν μέσα, αρκεί να το καταλάβουν ότι είναι ξεκρέμαστοι, που είναι χαμένοι και δεν έχουν κανένα εμπόδιο για να σταθούν και να πουν «ἔχε με παρῃτημένον». Όλοι είμαστε παρητημένοι από αυτή τη ζωή και όλοι είμαστε ξεκρέμαστοι μπρος στα μάτια Του, το θέλουμε ή δεν το θέλουμε, το νομίζουμε ή δεν το νομίζουμε, και ας έχουμε τα ζώα, και ας έχουμε τους αγρούς και ας έχουμε τις διαπροσωπικές σχέσεις. Για να καταλάβουμε πια την αγάπη Του και μας βάζει μέσα Εκείνος που δεν μας παρατάει κι εμείς Τον παρατάμε, να καταλάβουμε που είμαστε ξεκρέμαστοι και που τίποτε πια δεν χαρακτηρίζει τη ζωή μας και πως τίποτε δεν μπορεί να χαρακτηρίσει και να δώσει νόημα στη ζωή μας. 
Και αν εμείς οι «παρητημένοι» αγκαλιάσουμε Εκείνον ο οποίος δεν μας παράτησε ποτέ και δεχτούμε να ζούμε κοντά στην αγάπη Του ως χωλοί, ως λεπροί, ως ασθενείς Του, ως χαμένοι της ζωής, τότε θα βρούμε τα πάντα και, όπως λέει Εκείνος, εκατονταπλασίονα θα βρούμε. Και αυτό δεν θα είναι μονάχα τα χωράφια και τα ζώα της γης κι όλοι οι άνθρωποι. Θα είναι όλος ο ουρανός και όλη η γη μαζί, αυτοί οι παρητημένοι που ξέρουν ότι είναι παρητημένοι, που δεν έχουν τίποτε δικό τους, όλα πια τα αγκαλιάζουνε. Και οι Άγιοι της Εκκλησίας μας έχουν όλα τα χωράφια της γης, βλέπετε τα αγιάζουν, έχουν όλα τα ζώα της γης ακόμα και τα θεραπεύουν τα ζώα, μιλούν με τα ζώα, έχουν άλλου είδους σχέσεις με τους ανθρώπους, βλέπουν βαθιά στην καρδιά τους, τρέχουν οι άνθρωποι γύρω τους και ακουμπούν πάνω σε αυτούς και θεραπεύονται, βλέπουν βαθιά τις καρδιές τους και Άγιοι είναι αυτοί οι παρητημένοι από τη ζωή – έτσι φαίνονται για τα πράγματα του κόσμου – κι όμως ο Θεός τούς αγάπησε και κατάλαβαν ότι ήταν ξεκρέμαστοι. Και όλη η φύση πια έγινε δική τους, όχι πια ένας αγρός, όχι πια ένα ζώο, όχι πια ένας άνθρωπος που είναι πλάι σου, όλη η κτίση, ο ουρανός και η γη είναι δική σου. Και αυτή η πρόκληση του Θεού είναι πρόκληση δική μας, που στεκόμαστε πάντα ,ποιο θα είναι το μέτρο της πίστεως μας, ποιο θα πρέπει να είναι το μέτρο των διαπροσωπικών μας σχέσεων, με ποιους μπορούμε, με ποιους δεν μπορούμε, με ποιους «τα φτιάχνουμε», με ποιους «τα ξεφτιάχνουμε», τι αντέχουμε και τι δεν αντέχουμε. Και δεν έχουμε τίποτε και μας γεμίζει η Χάρη Του Θεού. Και τότε τα έχουμε όλα, και εκείνα που δεν φανταζόμαστε και εκείνα που δεν βάλαμε ποτέ στο μυαλό μας, και τόπος υπάρχει για όλους και όλοι μπαίνουν μέσα και μετέχουν στο Δείπνο! 
Κυριακή των Προπατόρων σήμερα και η Εκκλησία μας, μέσα από αυτή την ευαγγελική περικοπή του Λουκά, προκαλεί μέσα από το ήθος των Προπατόρων, που και αυτοί έγιναν έτσι ελεύθεροι έστω με τρόπο προφητικό και προτυπωτικό, προκαλεί τη ζωή μας σήμερα να αποκτήσουμε άλλες δυνατότητες. Μην στενέψετε τις καρδιές σας πάνω στα πράγματα! Μην περιορίσετε την καρδιά σας στα περιορισμένα όρια μιας γης, στα περιορισμένα όρια μιας περιουσίας, στα περιορισμένα όρια κάποιων ανθρώπων που μπορείτε να τους αντέξετε! Να αφήσετε την καρδιά σας, που δεν αντέχει όλους αυτούς, να γεμίσει από την Χάρη Του Θεού. Και τότε, επειδή ο Χριστός δεν σας παράτησε, θα γεμίσετε από την Χάρη του Θεού, και τα όρια του χωραφιού θα γίνουν απέραντα, η κτίση θα γίνει απέραντη στα μάτια σας και άλλη σχέση θα έχετε μαζί της. Και η σχέση με τους ανθρώπους τους γύρω σας δεν θα είναι σχέση με κάποιους, «σχέση-γκέτο», θα ανοιχτή με όλους τους ανθρώπους. Και τότε δεν θα μπορείς «να φτιάχνεις» και «να ξεφτιάχνεις» τα πράγματα με τους ανθρώπους, δεν θα μπορείς να σκέφτεσαι μερικούς και μερικούς να μην σκέφτεσαι. Θα είναι όπως η Εκκλησία· που εκεί μέσα μετέχουν οι Άγγελοι, οι Αρχάγγελοι, όλοι οι Άγιοι, τα Χερουβείμ, τα Σεραφείμ, τα Πολυόμματα, οι Δυνάμεις οι αόρατες που ξέρουμε και δεν ξέρουμε. 
Αυτή είναι η ζωή μας και ας καταλάβουμε που είμαστε «παρητημένοι» από τα πράγματα του κόσμου και είμαστε στα χέρια του Θεού που ποτέ δεν μας παράτησε.

 

Φιλολογική επιμέλεια κειμένου
Ελένη Κονδύλη

Περισσότερες ομιλίες του πατρός Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου είναι διαθέσιμες στην ιστοσελίδα :  www.floga.gr  

Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2025

Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ

Παρακλητικός κανών εις τον εν Αγίοις Πατέρα ημών και Θαυματουργόν Σπυρίδωνα Επίσκοπον Τριμυθούντος ΕΔΩ

ΠΗΓΗ:ΕΔΩ  

Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ

Ο όσιος πατήρ ημών Σπυρίδων ζούσε στην Κύπρο στις αρχές του 4ου αιώνος και ασκούσε ειρηνικά το επάγγελμα του βοσκού. Απλός στους τρόπους και ολιγογράμματος, δεν είχε όμως όμοιό του στην αγάπη για τον πλησίον, στην πραότητα, στην αγαθοεργία, στην ελεημοσύνη, στην φιλοξενία και στον ενάρετο βίο. Όπως ο πατριάρχης Αβραάμ, έτσι και ο δούλος του Θεού Σπυρίδων, έσπευδε να υποδεχθεί στην κατοικία του κάθε ξένο που εμφανιζόταν, και περιποιόταν τον επισκέπτη σαν να επρόκειτο για τον Ίδιο τον Χριστό. Και δεν υπήρχε άνθρωπος φτωχός ή άπορος που δεν βρήκε από τον αγαθό Σπυρίδωνα κάποια βοήθεια. Ο άνθρωπος του Θεού φύλαγε τα χρήματά του σ’ ένα σεντούκι που δεν κλείδωνε ποτέ, αφήνοντάς το στην διάθεση όλων, χωρίς ποτέ να νοιάζεται αν ήταν άδειο ή γεμάτο ή αν εκείνοι που έπαιρναν χρήματα από αυτό ήταν άξιοι ή ανάξιοι ελεημοσύνης. Ζούσε με εγκράτεια και ευλάβεια τον έγγαμο βίο του και ο Θεός τού χάρισε μια θυγατέρα, την Ειρήνη· μετά από κάποια χρόνια, όμως, η σύζυγός του απεβίωσε. Απαλλαγμένος πλέον από τις βιοτικές μέριμνες, ο Σπυρίδων δεν είχε άλλη μέριμνα παρά μόνο πώς να προκόψει στην αρετή και να πλουτίσει με τις αιώνιες δωρεές της θείας Χάριτος.

Χωρίς να το θέλει, απέκτησε έτσι μεγάλη φήμη στην μεγαλόνησο Κύπρο και, όταν εκοιμήθη ο επίσκοπος της μικρής πόλης Τριμυθούντας, κοντά στην Σαλαμίνα, ομόφωνα οι πιστοί εξέλεξαν τον Σπυρίδωνα διάδοχό του και ποιμενάρχη του πνευματικού ποιμνίου του Χριστού. Παρά την τιμή και το αξίωμα, ο ταπεινός βοσκός δεν άλλαξε καθόλου την βιοτή του: φορούσε πάντα τα ίδια πτωχά ενδύματα, τον ίδιο σκούφο από πλεγμένα φοινικόφυλλα· παντού πήγαινε με τα πόδια, βοηθούσε στις γεωργικές εργασίες και, όπως και πριν, φύλαγε ατάραχος το κοπάδι του. Μια νύχτα μπήκαν στο μαντρί του ληστές για να κλέψουν πρόβατα· όταν θέλησαν όμως να φύγουν με τα κλοπιμαία, ένιωσαν σαν να τους είχε δέσει και ακινητοποιήσει μια αόρατη δύναμη. Όταν τα χαράματα τούς βρήκε ο Σπυρίδων, κατησχυμένοι του ομολόγησαν την πράξη τους. Ο άγιος τούς συμπόνεσε, τους απάλλαξε από τα αόρατα δεσμά και τους νουθέτησε, ώστε στο εξής να ζουν τίμια. Δεν τους άφησε όμως να φύγουν χωρίς να τους δωρίσει δύο πρόβατα, λέγοντάς τους με χαμόγελο ότι ήταν η αποζημίωσή τους για την ολονύκτια αγρυπνία.

Αυστηρός με τον εαυτό του, ο Σπυρίδων, ήταν γεμάτος άφατη συμπόνια για τους συνανθρώπους του και επιείκεια για τις αδυναμίες τους. Για να ανακουφίσει κάποιον ταξιδιώτη, για παράδειγμα, δεν δίσταζε να διακόψει την νηστεία. Όπως ο Χριστός, ο Ποιμήν ο Καλός, ο Σπυρίδων ήταν πάντα έτοιμος να δώσει και την ίδια του την ζωή ώστε το πνευματικό του ποίμνιο να βοσκά στους λειμώνες της θείας Χάριτος. Με την πραότητα, την ταπείνωση και την απλότητά του, απέκτησε τόση παρρησία ενώπιον του Κυρίου, ώστε επιτέλεσε αναρίθμητα θαύματα για την σωτηρία και την οικοδομή της Εκκλησίας του.

Όταν έπληξε την Κύπρο φοβερή ξηρασία, που απειλούσε να εξελιχθεί σε λιμό, ο άγιος Σπυρίδων με την προσευχή του έκανε ν’ ανοίξουν οι κρουνοί του ουρανού κι έβρεξε ο Θεός βροχή ευεργετική που ξανάκανε το χώμα γόνιμο. Κάποιοι πλούσιοι είχαν αποθηκεύσει μεγάλες ποσότητες σιταριού για να τις πουλήσουν σε πολλαπλάσια τιμή, εκμεταλλευόμενοι την ανέχεια· οι προσευχές του αγίου γκρέμισαν τις σιταποθήκες τους και το σιτάρι μοιράσθηκε δίκαια σε όλους τους κατοίκους αναχαιτίζοντας την προοπτική του λιμού. Μια μέρα, ως άλλος Μωυσής στην έρημο (βλ. Αριθμ. 21, 8), μεταμόρφωσε ένα φίδι σε χρυσάφι για να βοηθήσει κάποιον πτωχό· κι όταν αντιμετωπίσθηκε η τρέχουσα ανάγκη, επανέφερε το ζωντανό στην πρότερή του φυσική κατάσταση για να μη δώσει λαβή στην πλεονεξία και την φιλαργυρία. Πάντα πρόθυμος να συνδράμει στους δεινοπαθούντες, ξεκίνησε μια μέρα για να ελευθερώσει έναν άνδρα που είχε καταδικασθεί σε θάνατο· βρέθηκε ξαφνικά σ’ ένα ποτάμι που, με τα ορμητικά νερά του, του έκοβε τον δρόμο. Ο άγιος προσευχήθηκε και διέσχισε την κοίτη του ποταμού δίχως καν να βρέξει τα πόδια του.

Ζώντας βίο ενάρετο, ζούσε εν Χριστώ και ο Χριστός ενεργούσε μέσα του διά του Αγίου Πνεύματος, ώστε ο Σπυρίδων απέκτησε εξουσία ακόμη και επί του θανάτου. Μετά από παράκληση μιας βαρβάρισσας γυναίκας, έφερε ξανά στην ζωή το παιδί της, το πτώμα του οποίου το είχε αποθέσει εκείνη στα πόδια του. Όταν εκοιμήθη η κόρη του Ειρήνη, πριν προλάβει να φανερώσει σε κάποιον πού είχε κρύψει τον θησαυρό που της είχε εμπιστευθεί, ο άγιος ιεράρχης έσκυψε πάνω στον τάφο και ρώτησε την πεθαμένη, η οποία αμέσως του είπε πού ακριβώς βρισκόταν ο θησαυρός. Έχοντας επιτελέσει εν Θεώ ένα τέτοιο θαύμα, ο Σπυρίδων ούτε νοιάστηκε να ζητήσει ανθρώπινη παρηγορία για τον ίδιο και δεν παρακάλεσε τον Θεό να αναστήσει την μονάκριβή του κόρη.

Η φωτεινή αρετή του, διαπερνούσε τα κρύφια των ψυχών και παρακινούσε τους αμαρτωλούς να εξομολογηθούν τις αμαρτίες τους και να αρχίσουν μια νέα ζωή, όπως εκείνη η γυναίκα, η οποία, κατά το παράδειγμα της αμαρτωλής του Ευαγγελίου, έπεσε στα πόδια του ανθρώπου του Θεού και τα έλουσε με τα δάκρυά της ενώ εξομολογούνταν τις αμαρτίες της. Ο άγιος Σπυρίδων την κοίταξε με συμπόνια, έσκυψε να την σηκώσει και της είπε: «Σου συγχωρούνται οι αμαρτίες!» (βλ. Λουκ. 7, 48), σαν να μιλούσε με το στόμα του ο Ίδιος ο Σωτήρας Χριστός. Την έστειλε να πορευθεί εν ειρήνη και χάρηκε όπως χαίρεται ο Καλός Ποιμένας όταν βρίσκει το απολωλός πρόβατο και καλεί όλους τους φίλους και τους γείτονες λέγοντας: «Χαρείτε μαζί Μου γιατί βρήκα το χαμένο Μου πρόβατο» (Λουκ. 15, 6).

Αμαθής ανθρώπινης σοφίας, αλλά πλούσιος σε διορατικό και προορατικό χάρισμα, ο άγιος Σπυρίδων γνώριζε σε βάθος την Αγία Γραφή· και η γνώση του αυτή έφερε μια μέρα σε αμηχανία έναν κενόδοξο επίσκοπο, ο οποίος, για να επιδείξει την ρητορική του δεινότητα, άλλαξε κάποιες λέξεις του Ευαγγελίου που του φαίνονταν πολύ κοινές.

Όταν ο άγιος αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ο Μέγας συγκάλεσε την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο (το 325) για να καταδικάσει την δυσσεβή αίρεση του Αρείου, ο Σπυρίδων πήγε και εκείνος στην Νίκαια φορώντας τα ταπεινά ρούχα του βοσκού, για να ομολογήσει και εκείνος την Αλήθεια πλάι στους αγίους επισκόπους και ομολογητές και τις πλέον επιφανείς προσωπικότητες της εποχής του. Κατά την διάρκεια των συζητήσεων, ένας ματαιόδοξος φιλόσοφος οπαδός του Αρείου προκάλεσε τους Ορθοδόξους σε μια συζήτηση περί της Αγίας Τριάδας. Ο ταπεινός βοσκός προχώρησε και πήρε τον λόγο, παρότι κάποιοι προσπάθησαν να τον εμποδίσουν φοβούμενοι την απαιδευσία του στην γλώσσα. Προς μεγάλη έκπληξη όλων, κατατρόπωσε τα σοφίσματα του αντιπάλου του με την απλότητά του και με την αυθεντία των λεγομένων του που εμπνέονταν από το Άγιο Πνεύμα. «Η Αγία Τριάδα, αν και τρία Πρόσωπα και τρεις Υποστάσεις, είναι ένας Θεός και μια ουσία άρρητη και ακατάληπτη, την οποία ο νους του ανθρώπου δεν μπορεί να χωρέσει και να καταλάβει», είπε. Και συνέχισε με θεία έμπνευση: «Και, μολονότι δεν θα έπρεπε να παρομοιάσουμε την άκτιστη και υπερούσια Φύση με κτιστό και φθαρτό δημιούργημα, επειδή δεν πιστεύει κανείς εύκολα αν δεν δει με τους σωματικούς οφθαλμούς του, θα σας αποδείξω την αλήθεια με την κεραμίδα αυτή που είναι επίσης τρισύνθετη και από μια ουσία και φύση». Έκανε με το δεξί του χέρι το σημείο του Σταυρού, ενώ στο αριστερό του χέρι κρατούσε μια κεραμίδα. Είπε: «Εις το όνομα του Πατρός», και ευθύς το πυρ που είχε ψήσει την κεραμίδα ανέβηκε προς τα άνω· «και του Υιού», και ευθύς το νερό που έπλασε την κεραμίδα χύθηκε κάτω· «και του Αγίου Πνεύματος», και άνοιξε την παλάμη όπου είχε μείνει μόνο το χώμα από το οποίο ήταν φτιαγμένη η κεραμίδα. Όλοι έμειναν έκθαμβοι μπροστά στο θαύμα· ο αρειανόφρονας φιλόσοφος ασπάσθηκε την ορθόδοξη πίστη και παρότρυνε και τους άλλους οπαδούς του αιρεσιάρχη να αφήσουν την πλάνη της ανθρώπινης σοφίας για να βρουν στην Εκκλησία τα ζείδωρα νάματα του Αγίου Πνεύματος.

Μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου, ο γιος του Κωνστάντιος, που κληρονόμησε το ανατολικό τμήμα της αυτοκρατορίας, έδειχνε συμπάθεια στον αρειανισμό. Ενώ βρισκόταν στην Αντιόχεια, αρρώστησε σοβαρά και, παρά τις προσπάθειες των γιατρών, δεν φαινόταν να υπάρχει σωτηρία. Μετά από όραμα του αυτοκράτορα, ο άγιος Σπυρίδων εκλήθη στο ανάκτορο μαζί με τον μαθητή του, άγιο Τριφύλλιο [12 Ιουν.]. Μόλις έφθασε στο προσκέφαλο του βασιλέα, τον θεράπευσε από την σωματική νόσο και τον κάλεσε να διαφυλάξει την υγεία της ψυχής του, παραμένοντας πιστός στην ορθόδοξη διδασκαλία και φιλεύσπλαχνος στους υπηκόους του. Ο αυτοκράτορας τον γέμισε δώρα και χρυσό, που ο άγιος έσπευσε να μοιράσει στους αναγκεμένους κατοίκους της Κύπρου μόλις επέστρεψε στο νησί.

Αποκομμένος από τα εγκόσμια αγαθά, αφοσιωμένος πλήρως στην προσδοκία των αιωνίων αγαθών, ο άγιος Σπυρίδων τελούσε την θεία Λειτουργία και τις Ακολουθίες της Εκκλησίας ωσάν να βρισκόταν ήδη ενώπιον του θρόνου του Υψίστου, μαζί με τους χορούς των Αγγέλων και των Αγίων. Μια μέρα, την ώρα που λειτουργούσε σε κάποιο απομονωμένο εξωκκλήσι, παραμελημένο από τους πιστούς, στράφηκε προς τους απόντες πιστούς λέγοντας: «Εἰρήνη πᾶσι!». Ο υποτακτικός του, άκουσε έκπληκτος την φωνή του χορού των Αγγέλων να απαντά: «Καὶ τῷ πνεύματί σου!» και να συνεχίζει την ουράνια ψαλμωδία του μέχρι το τέλος της θείας Λειτουργίας.

Μετά από βίο μακρύ, όπου αδιάκοπα του παραστάθηκε το Άγιο Πνεύμα, ο άγιος Σπυρίδων παρέδωσε ειρηνικά την ψυχή του στον Κύριο, στις 12 Δεκεμβρίου του 348, σε ηλικία εβδομήντα οκτώ ετών, αφού προηγουμένως ενεθάρρυνε για μια τελευταία φορά τους παρευρισκόμενους να ακολουθούν τον Χριστό και να υποτάσσονται στον ελαφρό ζυγό Του.

Το τίμιο σκήνωμά του κατέστη ανεξάντλητη πηγή θαυμάτων και ιάσεων για τους πιστούς της Κύπρου μέχρι τον 7ο αιώνα, οπότε, από φόβο επικείμενης αραβικής εισβολής, μεταφέρθηκε στην Βασιλεύουσα και κατετέθη σε ναό κοντά στην Αγία Σοφία. Μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, το τίμιο λείψανο μεταφέρθηκε κρυφά (το 1456) στην Κέρκυρα, όπου φυλάσσεται έκτοτε και παραμένει θαυματουργικά άφθορο. Επιτέλεσε και επιτελεί πολλά θαύματα και σε μεμονωμένους πιστούς και για το σύνολο του πληθυσμού: έσωσε το νησί από επιδημία χολέρας και από εχθρική εισβολή. Τιμάται ως ο κατ’ εξοχήν προστάτης άγιος της Κέρκυρας.

«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 4ος, Δεκέμβριος
Εκδόσεις «Ίνδικτος».

Δημοφιλείς αναρτήσεις