Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2025

Ὅταν ἡ ἄσκησι γίνεται παιχνίδι


 

Ὅταν ἡ ἄσκησι γίνεται παιχνίδι 
Βασίλειος Γοντικάκης
Ἀρχιμανδρίτης 
Πηγαίνοντας στὸ Ἅγιο Ὅρος καὶ ζώντας ἐκεῖ, βρεθήκαμε σὲ ἄλλα ἀμφιθέατρα, σὲ ἄλλα θέατρα μὲ ἄλλες δυσκολίες καὶ σὲ ἕναν ἄλλο χῶρο παιδείας. Αὐτὸ πού μοῦ ἔκανε ἐντύπωση ἦταν τὸ ἑξῆς: Ὅτι μία στιγμὴ ἔνοιωσες, ὅτι τὰ πάντα κινοῦνται ἄνετα καὶ νοιώθεις, ὅτι ἐνσαρκώνεται στὸν χῶρο αὐτὸ μία ἀλήθεια. 
Αὐτὸ πού μοῦ ἔκανε ἐντύπωση, ἐπίσης, εἶναι ὅτι στὸ τέλος ἔνοιωθες, ὅτι ἡ ἀγωγὴ δίδεται μὲ τὸ παιχνίδι. Ἔνοιωθες, ὅτι ἡ ἄσκησις εἶναι παιχνίδι. Σὲ μία ἀγρυπνία ἁγιορείτικη, οἱ Ἁγιορεῖτες στὴν ἀγρυπνία παίζουνε! Δὲν ἔχει σημασία ἂν εἶσαι καλὸς ἢ κακός, ἀλλὰ ἂν εἶσαι Ἁγιορείτης ἢ ὄχι. Μία φορᾶ στὸ πανεπιστήμιο τῆς Θεσσαλονίκης εἴχανε πεῖ μερικοὶ ὅτι, «Ἅ! εἶστε ἀπ’ τὸ Ἅγιο Ὅρος, ἄρα χαιρόμαστε γιατί νέοι, εὐσεβεῖς καὶ μορφωμένοι, πᾶνε στὸ Ἅγιο Ὅρος.» Θέλω νὰ σᾶς πῶ, ἐξομολογητικά, ὅτι ἀπὸ μέσα μου ἀπερίφθησαν αὐτομάτως ὅλοι αὐτοὶ οἱ χαρακτηρισμοί. Δὲν μᾶς ἐνδιαφέρει, οὔτε αὐτὴ ἡ νεότης οὔτε αὐτὴ ἡ μόρφωσις οὔτε αὐτὴ ἡ εὐσέβεια. Αὐτὸ ποὺ ἔχει σημασία εἶναι νὰ εἶναι κανεὶς Ἁγιορείτης. Νοιώθεις ἐκεῖ πέρα, ὅτι λειτουργεῖ κάτι, τὸ ὁποῖο εἶναι πανάρχαιο καὶ ταυτόχρονα εἶναι ἀείζωο, κάτι τὸ ὁποῖο σὲ χωρίζει ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ σὲ ἑνώνει μ’ ὅλους τους ἄλλους, κάτι τὸ ὁποῖο εἶναι πνευματικὸ καὶ ταυτόχρονα εἶναι τελείως σαρκικό, νοιώθεις ἐκεῖ πέρα, ὅτι ὑπάρχει αὐτὴ ἡ μεταμόρφωσι τῆς σαρκός. Ὅταν λέμε, ὅτι μέσα στὴν Ἐκκλησία κάτι εἶναι πνευματικό, δὲν λέμε ὅτι αὐτὸ εἶναι μή-ὑλικὸ ἢ εἶναι διανοητικό: Πνευματικὸ εἶναι τὸ κάθε τι, τὸ ὁποῖο ἔχει ἁγιασθεῖ ἀπὸ τὴ Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. 
Νοιώθεις στὴ συνέχεια, ὅτι δὲν χωρίζεται ἡ πνευματικὴ ζωὴ ἀπὸ τὴ ζωή. Καὶ δὲν κάνω προσευχὴ, ὅταν εἶμαι μέσα στὴν ἐκκλησία καὶ νοιώθω ὅτι, ὅταν εἶμαι στὸ χωράφι ἢ ὅταν κάνω ἀστεία ἢ ὅταν ξεκουράζομαι, δὲν κάνω προσευχή. Ὅλο τὸ εἰκοσιτετράωρο εἶναι μία μορφὴ προσευχῆς, κι ἔτσι νοιώθεις, ὅτι ὁλόκληρος δίνεσαι στὸν Θεὸ καὶ ὅλη ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ ἔρχεται μέσα σου «εἰς πάντας ἁρμούς, εἰς νεφρούς, εἰς καρδίαν». Ἔ, κι ἔτσι, τότε, κάποια στιγμή, θυμᾶσαι τὰ τῆς παιδείας τῆς παλιᾶς καὶ λὲς, γιατί νὰ ὑπάρχει αὐτὴ ἡ διαφορά, γιατί νὰ τὸ γλεντᾶμε ἐμεῖς τόσο ὄμορφα ἐδῶ πέρα καὶ ὅλα τὰ παιδιὰ νὰ ὑποφέρουν ἔξω. Γιατί νὰ τοὺς κάνουμε τὴ ζωὴ μαύρη καὶ γιατί νὰ τὰ κάνουμε τὰ πράγματα σχιζοφρενικά καὶ δὲν θὰ ’θελε ὅλος ὁ κόσμος νὰ ’τανε ὅλη του ἡ ζωὴ παιχνίδι, νὰ ’τανε ὅλη του ἡ ζωὴ μόρφωσι, νὰ ’τανε ὅλη του ἡ ζωὴ ἂν θέλετε ἕνας θεῖος ἔρωτας, καὶ μὲ τὴν κόπωσι νὰ ξεκουράζεσαι, μὲ τὴν ἀγρυπνία νὰ παίρνεις δύναμη, μὲ τὸ νὰ κουράζεσαι σωματικὰ νὰ αὐξάνεις πνευματικά. 
Μοῦ κάνει ἐντύπωση, πὼς τὰ πιάτα τοῦ φαγητοῦ τοῦ Ἁγίου Ὅρους, κάτι ἀνάλατα, τὰ θεωροῦν πάρα πολὺ νόστιμα οἱ περαστικοί. Ἔρχεται ἕνας ἄνθρωπος καὶ νοιώθεις, ὅτι μὲ τὸ νὰ τοῦ δώσεις ἕνα πιάτο φαγητὸ τὸν τρέφεις πνευματικά καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριὰ, ὅταν τοῦ δώσεις τὴ δυνατότητα νὰ μπεῖ στὴν ἐκκλησία, νὰ προσκυνήσει τὰ ἅγια λείψανα, ἰσχυροποιεῖται καὶ παίρνει μία ὑγεία σωματική. 
Ὅποτε τὰ πράγμα ἐδῶ ἀλλάζουν. Νοιώθεις ὅτι, μία στιγμή, μέσα στὸ χῶρο τῆς Ἑλλάδος, μέσα στὴν ἱστορία τῆς Ἑλλάδος, βρῆκες μία τρύπα καὶ βγῆκες σὲ ἕνα χῶρο πάρα πολὺ ἀνοιχτό. 
πηγή: www.antifono.gr 
Ἀπὸ τὴν ὁμιλία στὴ Νομικὴ Σχολὴ Ἀθηνῶν, Ἀπρίλιος 1984

Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2025

Ο δρόμος της θεραπευτικής μας είναι όπως πάντοτε τριαδολογικός: σοφία, αγάπη και ταυτόχρονα σταυρός. - π.Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος

Λόγος 
στην Ύψωση του Τιμίου Σταυρού

Πρὸς Κορινθίους Α’ 
Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ ᾽Ανάγνωσμα 1:18-24

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του π. Κωνσταντίνου Στρατηγοπούλου, στα πλαίσια της ερμηνείας που έγινε στο κήρυγμα της Κυριακης 14 Σεπτεμβρίου του 2008  

Το ηχητικό απόσπασμα από την ομιλία : εδώ 

Η σημερινή εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού έχει μεν αφετηρία της ιστορική ένα γεγονός που συνέβη πριν από δεκαπέντε περίπου αιώνες και ήταν σπουδαίο γεγονός, αλλά η Εκκλησία δεν στέκεται στην ανάμνηση απλώς του ιστορικού γεγονότος, η Εκκλησία και θεολογεί – και θεολογεί όχι αφηρημένα, θεολογεί   πρακτικά και θεραπευτικά. Προβάλλεται λοιπόν αυτό το γεγονός ως γεγονός κεντρικό της πορείας της πνευματικής του λαού του Θεού. Και σε αυτό θα πάμε να σταθούμε, αξιοποιώντας κατ' εξοχήν το κείμενο του Αποστόλου Παύλου που ακούσαμε πριν από λίγο. 

Να το πω με απλά λόγια. Ο Θεός μέσα στην απέραντη αγάπη Του μας έδωσε και σοφία και μάλιστα πλεονάζουσα σοφία. Τόση σοφία που επιτρέπει να φτάνουμε και σε Εκείνον, να ομοιάζουμε σε Εκείνον. Αυτή την αγάπη του Θεού, που ήταν δεμένη με τη σοφία που μας έδωσε, εμείς την αποκόψαμε από την πηγή της και θελήσαμε να γίνουμε σοφοί χωρίς Αυτόν. Αυτή η αποκοπή είναι τραγωδία για τον άνθρωπο και αυτό είναι μια αρρώστια. Να γίνεσαι  σοφός, χωρίς την πηγή της σοφίας και χωρίς να καταλαβαίνεις τον Δωρεοδότη, αυτό είναι τραγωδία. Και ο Θεός, μέσα στην απέραντη αγάπη Του, αντί να δώσει μια άλλη απάντηση, θα έλεγα τιμωρίας – που δεν το έκανε – πάει  παρακάτω την αγάπη και τη σοφία Του. 

Προσέξτε το συνδυασμό των λέξεων: η αγάπη συνδυάζεται πάντοτε με τη σοφία. Πάει παρακάτω την αγάπη και τη σοφία Του. Αφού δεν καταλάβαμε ότι σε Αυτόν θα στραφούμε για να είμαστε πραγματικά σοφοί και να καταλαβαίνουμε και τα πράγματα του κόσμου, αν το θέλουμε και μέσα στην επιστημονική τους διάσταση, ο Θεός λοιπόν,  αντί να τιμωρήσει, πήγε παρακάτω τη σοφία Του και την αγάπη Του ταυτόχρονα. Αυτό το παρακάτω για τα μάτια του κόσμου λέγεται «μωρία». Είναι μια υπερβολή πια, μια υπέρβαση. Αγαπάς, αγαπάς, αγαπάς, αγαπάς, ο άλλος κάνει τα αντίθετα, και δεν γίνεται τίποτα. Και αγαπάς περισσότερο! Και τότε στην έννοια της σοφίας και της αγάπης Του ο Θεός έβαλε τον σταυρό. Αλλά έβαλε το δικό Του σταυρό! Όχι το δικό μας σταυρό. Άρα στην έννοια της σοφίας και της αγάπης Του έρχεται να προσθέσει τον σταυρό Του. Και αυτό είναι μια τρέλα, είναι μια μωρία. Γι' αυτό το κείμενο το αποστολικό το είπε «μωρία». Και το σχήμα πια ολοκληρώνεται: Αγάπη, σοφία και σταυρός. 

Και αυτό το σχήμα δένεται πάνω στον άνθρωπο, και όποιος δεν το βιώνει αρχίζει να καταλαβαίνει τα λόγια του Αποστόλου Παύλου: «Πο σοφς; Πο γραμματες;» Πού μελετητής σε αυτόν τον κόσμο; Ποιος μπορεί να πει που είναι σοφός, ποιος είναι αυτός ο οποίος αναλύει τα πράγματα και τα ξέρει γραμματειακά; Ποιος είναι ο συζητητής που αναλύει τα θέματα; Η απάντηση δίνεται, αλλά δεν έχει αυτή την τριπλή σύνδεση της αγάπης, της σοφίας και του σταυρού πια μαζί. Και τότε ο Θεός, αφού δεν τον κατάλαβαν μες στη Σοφία Του, ήρθε να Τον καταλάβουν μέσα στη «μωρία» – έτσι το λέει ο Απόστολος Παύλος – σε αυτή τη μωρία, σε αυτή την υπέρβαση της αγάπης και την υπέρβαση της σοφίας! Πού λοιπόν σοφός; πού γραμματεύς; Και «μρανεν Θες» τους σοφούς, οι σοφοί εμωράνθησαν γιατί αποσύνδεσαν το σχήμα· ούτε αγάπη, ούτε σταυρός, απλώς σοφία.

Και έρχεται πια η Εκκλησία, αξιοποιώντας αυτό το βαθύ θεολογικό και θεραπευτικό σχήμα, να μιλήσει – σήμερα και πάντα για μας – μέσα από το γεγονός μεν που συνέβη πριν από 15 αιώνες, αλλά να μιλήσει σε εμάς πια! Και να μας θυμίσει: Θέλετε να έχετε σοφία; Πρώτα θα καταλάβετε τη σοφία του Θεού. Θέλετε να έχετε σοφία; Αυτό συνδυάζεται με την αγάπη. Θέλετε να έχετε σοφία και αγάπη; Αυτό συνδυάζεται με τον σταυρό. Το σχήμα πια είναι τριπλό, τρι-σύνθετο και άρρηκτο. Όποιος το αποσυνδέσει και το βιώσει αποσυνδεδεμένο, βιώνει μια τραγωδία στη ζωή του. Και θα τολμούσα να πω, η κάθε τραγωδία σε όλα τα επίπεδα που ζούμε, τα προσωπικά μας, τα κοινωνικά, τα επιστημονικά, βιώνεται  λόγω της αποσυνδέσεως αυτού του βαθέως σταυρικού σχήματος της «μωρίας». Και τότε γινόμαστε γελοίοι για τα μάτια του κόσμου· και ο Χριστός εθέλησε να «μωρανθεί» ο Ίδιος, να μωρανθεί η σοφία του κόσμου. Και τότε γινόμαστε «σκύβαλα» για τον κόσμο αλλά ζούμε αυτό το τριπλό, σύνθετο αξίωμα το θεραπευτικό της αγάπης του Θεού!

Γι’ αυτό αυτή η Γιορτή σήμερα έχει πολύ μεγάλη σημασία για μας· υπενθυμίζει και ανοίγει και πάλι το δρόμο της θεραπευτικής μας! Και αυτός ο δρόμος της θεραπευτικής μας είναι όπως πάντοτε τριαδολογικός: σοφία, αγάπη και ταυτόχρονα σταυρός.

  

Φιλολογική επιμέλεια κειμένου
Ελένη Κονδύλη

  

Περισσότερες ομιλίες του πατρός Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου είναι διαθέσιμες στην ιστοσελίδα :  www.floga.gr   

Η ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ


ΠΗΓΗ: ΤΟ ΕΙΛΗΤΑΡΙΟΝ

Η ΥΨΩΣΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

Όταν το 312 ο Μέγας Κωνσταντίνος εξεστράτευσε εναντίον του τυράννου της Ρώμης Μαξεντίου, την παραμονή της οριστικής μάχης είδε να σελαγίζει στον ουρανό, σχηματισμένο από άπλετο φως ηλιακών αχτίνων, το σημείο του Σταυρού με την επιγραφή «Ἐν τούτῳ νίκα» [21 Μαΐου]. Ύστερα από την θαυμαστή αυτή επιφάνεια περικόσμησε τα πολεμικά του λάβαρα με το τρόπαιο του Σταυρού και, θέτοντας αυτά επί κεφαλής των στρατευμάτων του, κέρδισε περίλαμπρη νίκη, η οποία τον κατέστησε κύριο ολόκληρου του ρωμαϊκού κόσμου και του επέτρεψε να εξασφαλίσει τον θρίαμβο του χριστιανισμού.

Από τότε ο ευσεβής βασιλεύς έτρεφε τον πόθο να βρει το Τίμιο Ξύλο. Η ευκαιρία του δόθηκε κατά την διάρκεια της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου (325), όταν πληροφορήθηκε από τον επίσκοπο Αιλίας (Ιεροσολύμων) Μακάριο περί της Αγίας Πόλεως. Στο εικοστό λοιπόν έτος της βασιλείας του (326) έστειλε την μητέρα του αγία Ελένη στους Αγίους Τόπους, με σκοπό να τους καθαρίσει από τα είδωλα και να ανεύρει τον Τίμιο Σταυρό και τόπους του Πάθους του Κυρίου, που είχαν καλυφθεί από τον αυτοκράτορα της Ρώμης Αδριανό Αίλιο (117-138).

Ως αντίποινα σε εξέγερση των Ιουδαίων (132-135) ο Αδριανός είχε ανασκάψει όλη την Αγία Πόλη και είχε καταχώσει κάτω από τις επιχωματώσεις τα ιερά της, ώστε να εξαφανισθεί κάθε μνήμη της ιουδαϊκής και χριστιανικής θρησκείας. Στην νέα πόλη που ανίδρυσε, στην Αιλία Καπιτωλίνα, δέσποζε η ειδωλολατρία με κύριους ναούς της το Καπιτώλιο, στην θέση του ναού του Σολομώντος, και τον ναό της Αφροδίτης, στην θέση του Γολγοθά και του Παναγίου Τάφου.

Με οδηγό τις πληροφορίες της τοπικής παράδοσης οι εργάτες του Μεγάλου Κωνσταντίνου κατεδάφισαν το μυσαρό ειδωλείο της Αφροδίτης, έσκαψαν το έδαφος σε μεγάλο βάθος και πέταξαν μακριά από την πόλη όλα τα χώματα και τα υλικά, ως μολυσμένα από τις δαιμονικές θυσίες. Τότε αποκαλύφθηκε ο Γολγοθάς και το σπήλαιο του Παναγίου Τάφου. Λίγο πιο πέρα βρέθηκαν καταχωμένοι οι τρεις σταυροί, τα τρία καρφιά, που είχαν χρησιμοποιηθεί για να προσηλώσουν επάνω στον Σταυρό οι Ιουδαίοι το ζωοποιό Σώμα του Κυρίου και η ξύλινη πινακίδα με την επιγραφή.

Για να διακρίνει ποιος από τους τρεις σταυρούς ήταν του Σωτήρος, ο σοφότατος Μακάριος ακούμπησε με θερμή προσευχή τον καθένα χωριστά επάνω σε βαριά ασθενή γυναίκα. Ο Σταυρός του Κυρίου αμέσως θαυματούργησε, χαρίζοντας στην ασθενή την υγεία της.

Ευθύς ο επίσκοπος, η βασίλισσα και όλοι οι άρχοντες της συνοδείας της τον προσκύνησαν με πολλή ευλάβεια και τον ασπάσθηκαν. Επειδή δεν ήταν εύκολο να τον ασπασθούν όλοι οι χριστιανοί, ζήτησαν τουλάχιστον να τον δουν από μακριά το όργανο της απολυτρώσεώς μας. Ο μακαριότατος επίσκοπος ανέβηκε επάνω στον άμβωνα και, υψώνοντας τον Σταυρό με τα δυο του χέρια, τον έδειξε στον λαό του Θεού, που κραύγαζε το «Κύριε, ελέησον».

Από τότε οι θείοι Πατέρες εθέσπισαν να εορτάζεται κάθε χρόνο η Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού από όλες τις Εκκλησίες, όχι μόνον για την ανάμνηση του γεγονότος, αλλά για να δειχθεί ότι το σύμβολο αυτό της κατάρας έγινε το καύχημα και το αγαλλίαμά μας.

Σήμερα, με την επανάληψη της πράξεως αυτής του επισκόπου Μακαρίου, υψώνοντας δηλαδή τον Σταυρό προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντος και ψάλλοντας το «Κύριε, ελέησον», ομολογούμε ότι ανεβαίνοντας ο Χριστός στον Σταυρό ήθελε να αποκαταλλάξει τα πάντα εις Αυτόν, να ενώσει τα πέρατα της γης, το πλάτος και μήκος και βάθος και ύψος εν τω Σώματί Του, ώστε να έχουμε δι’ Αυτού την προσαγωγή προς τον Πατέρα  (πρβλ. Κολ. 1, 20· Εφ. 3, 18).

Ο Τίμιος Σταυρός ήταν κατασκευασμένος από τριών ειδών ξύλα: κυπαρίσσι, πεύκο και κέδρο, για να εκπληρωθεί η προφητεία του Ησαΐου  (Ησ. 60, 13).   Αναρίθμητα τεμάχια διαμοιράσθηκαν σε όλον τον χριστιανικό κόσμο,          τα οποία έχουν την ιδιότητα να παραμένουν άφθαρτα και μεταδίδουν σε όσους τα προσκυνούν με πίστη την χάρη της Αναστάσεως. Ας σημειωθεί ότι το μεγαλύτερο τεμάχιο τιμίου Ξύλου βρίσκεται στην Ιερά Μονή Ξηροποτάμου στο Άγιον Όρος, έχει δε και τον τύπο ενός εκ των ήλων.
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
Τόμ. 1ος (Σεπτέμβριος),
σελ. 187–189
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·

Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2025

Με το σημείο του Σταυρού ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Ιωακείμ παραμένει αβλαβής μετά την πόση δηλητηρίου

Με το σημείο του Σταυρού ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Ιωακείμ παραμένει αβλαβής μετά την πόση δηλητηρίου

 

Κατὰ τὸν 16ο αἰώνα (1536) στὴν Ἀλεξάνδρεια εἶχε γίνει ἕνα μεγάλο θαῦμα: 
Στὴν Ἀλεξανδρινὴ Ἐκκλησία, ἐπὶ 75 χρόνια Πατριάρχης ἦταν «Ἰωακεὶμ ὁ πάνυ», δηλ. ὁ μέγας. Ἦταν ἐνάρετος, ταπεινός, ἁπλὸς καὶ ἀγαθὸς μὲ πολλὰ χαρίσματα πλουτισμένος καὶ κατὰ τὴ μακρόχρονη περίοδο τῆς Πατριαρχίας του, πολλὰ θαύματα δι’ αὐτοῦ ἐνήργησεν ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ ἀφοῦ ἐποίμανε θεάρεστα τὸ πλήρωμα τῶν χριστιανῶν, κοιμήθηκε σὲ ἡλικία 135 χρόνων (ἴδε Ἀθαν. Ὑψηλάντη, βιβλ. «Τὰ μετὰ τὴν ἅλωσιν»). 
Στὶς ἡμέρες τοῦ εὐλογημένου αὐτοῦ ἀρχηγοῦ τῆς Ἀλεξανδρινῆς Ἐκκλησίας, ἕνας ὑπουργὸς τοῦ Σουλτάνου τῆς Αἰγύπτου, Ἑβραῖος τὴν καταγωγή, διέβαλε τοὺς χριστιανοὺς ὅτι στὸ εὐαγγέλιό τους λένε πολλὰ ψέματα καὶ διαστρέφουν μ’ αὐτὰ τοὺς ὀπαδοὺς τοῦ Μουσουλμανισμοῦ καὶ τοὺς παίρνουν ἀπὸ τὴ θρησκεία τοῦ Προφήτη. 
Μεγαλειότατε, εἶπε στὸ Σουλτάνο ὁ ἑβραῖος, λένε πὼς ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς εἶπε στοὺς μαθητές του: «Ἐὰν ἔχητε πίστιν - ὡς κόκκον συνάπεως - καὶ μὴ διακριθῆτε, οὐ μόνον τὸ τῆς συκῆς ποιήσητε, ἀλλὰ κἂν τῷ ὄρει τούτῳ εἴπητε, ἄρθητι καὶ βλήθητι εἰς τὴν θάλασσαν, γενήσεται» καὶ «κἂν θανάσιμόν τι πίωσιν, οὐ μὴ αὐτοὺς βλάψει» (Ματθ. ΚΑ’ 21, Μάρκ. ΙΣΤ’ 18). 
Ὁ Σουλτᾶνος, ποὺ κι αὐτὸς ἀφορμὴ ζητοῦσε, μὲ «Φιρμάνι» διέταξε τὸν Πατριάρχη Ἰωακεὶμ καὶ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἀλεξανδρείας νὰ ἀποδείξουν ἄν εἶναι ἀλήθεια αὐτὰ ποὺ γράφει τὸ εὐαγγέλιό τους, καὶ πὼς ἄν, σύμφωνα μ’ αὐτὰ ποὺ διδάσκουν, δὲν μεταθέσουν τὸ βουνὸ ποὺ εἶναι κοντὰ στὴν Πόλι τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ νὰ τὸ διατάξουν νὰ πάει νὰ σταθεῖ στὸ ἀπέναντι μέρος, θὰ βάλει γενικὴ σφαγὴ σ’ ὅλους τοὺς χριστιανούς. 
Ὁ ἐνάρετος καὶ ἅγιος Πατριάρχης Ἰωακείμ, ποὺ διακρίνονταν γιὰ τὴ μεγάλη του πίστι στὸ Δεσπότη Χριστὸ καὶ στὰ ἀψευδὴ ἱερὰ λόγια τοῦ εὐαγγελίου, πῆγε στὸν τόπο ποὺ ὥρισε ὁ Σουλτάνος, ἔκαμε θερμὴ προσευχὴ καὶ δέησι στὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, θυμίασε πρὸς τὴν κατεύθυνσι τοῦ βουνοῦ, ἔκαμε τὸ σταυρό του καὶ εἶπε: «Μέγα τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», καὶ ἀπευθυνόμενος στὸ βουνὸ εἶπε, σύμφωνα μὲ τὰ ἱερὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου, ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, σήκω ἀπὸ τὸ μέρος αὐτὸ ποὺ εἶσαι καὶ νὰ πᾶς νὰ σταθεῖς στὴν ἀπέναντι παραλία τοῦ λιμανιοῦ. Μὲ τὸ λόγο αὐτὸν τοῦ Πατριάρχη, σηκώθηκε τὸ βουνὸ στὸν ἀέρα γιὰ νὰ πάει καὶ νὰ σταθεῖ ’κεῖ, ποὺ ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ, τὸ διέταξε ὁ Πατριάρχης. 
Ὁ Σουλτᾶνος, ἅμα εἶδε τὸ βουνὸ νὰ σηκώνεται, νόμισε πὼς θἄπεφτε πάνω τους καὶ ἀπὸ τὸν πολὺ φόβο καὶ τρόμο ποὺ τὸν ἔπιασε, ἄρχισε νὰ φωνάζει: «Ντούρ - ντάγ, Ντούρ - ντάγ», δηλαδή, πές του νὰ σταματήσει, καὶ τὸ βουνό, μὲ προσταγὴ καὶ πάλι τοῦ Πατριάρχη, σχίστηκε σὲ τρία κομμάτια καὶ ἔπεσε στὴ θάλασσα, ἐκεῖ ἀκριβῶς ποὺ μέχρι σήμερα βρίσκεται, στὴν εἴσοδο τοῦ λιμανιοῦ τῆς Ἀλεξάνδρειας. 
Σὲ συνέχεια, μὲ διαταγὴ τοῦ Σουλτάνου, ἔδωκαν στὸν ἁγιώτατο Πατριάρχη Ἰωακεὶμ νὰ πιεῖ φοβερὸ δηλητήριο, μὲ τὴν αὐστηρὴ σύστασι τοῦ Σουλτάνου, νὰ μὴ κάνει αὐτὰ «τὰ μάγεια» ποὺ κάνουν οἱ χριστιανοί, δηλαδὴ αὐτὰ ποὺ λένε «Σταυρό» καὶ σημειώνουν μ’ αὐτὸ τὸ σῶμα τους ἢ τὰ ἀντικείμενα ποὺ θὰ χρησιμοποιήσουν καὶ θὰ μεταχειριστοῦν. 
Ὁ Πατριάρχης Ἰωακείμ, πῆρε τὸ δοχεῖο μὲ τὸ δηλητήριο στὰ χέρια του, καὶ ἀφοῦ ἔκανε πὼς τὸ περιεργάζονταν, μέσα του εἶπε θερμὴ προσευχὴ στὸν Πανάγαθο Θεὸ καὶ τότε γύρισε στὸ Σουλτᾶνο καὶ τὸν ρώτησε: «Μεγαλειότατε, ἀπὸ ποῦ θέλετε νὰ πιῶ αὐτὸ τὸ ὡραῖο ποτό, θέλετε ἀπὸ δῶ, θέλετε ἀπ’ ἐκεῖ, θέλετε ἀπ’ ἀλλοῦ, ἀπ’ ὅπου θέλετε θὰ τὸ πιῶ», κι ἔτσι δείχνοντας μὲ τὸ στόμα του, ἀπὸ ποῦ νὰ τὸ πιεῖ, ἔκαμε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ μὲ τὸ κεφάλι του, ἀφοῦ ἔδειξε τὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ δοχείου, χωρὶς ὁ Σουλτᾶνος νὰ καταλάβει τὸν τρόπο ποὺ ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ. 
Ὁ Σουλτᾶνος τοῦ ἀπήντησε, «ἀπὸ ὅποιο σημεῖο θέλεις πιέστο». Ὁ Πατριάρχης, ἤπιε τὸ δηλητήριο ὅλο, μόνον ἔμειναν λίγοι ἀφροὶ τοῦ δηλητηρίου στὸ ποτήρι, καὶ τότε εἶπε, ὁ Πατριάρχης στὸ Σουλτᾶνο: «Μεγαλειότατε, τώρα μὲ τὴ σειρά μου νὰ σᾶς ζητήσω μιὰ χάρι, θέλω βασιλιά μου, γιὰ νὰ καταλάβει ἡ μεγαλειότης σου κι ἐκεῖνος ποὺ ἑτοίμασε τὸ τρομερὸ αὐτὸ δηλητήριο καὶ σᾶς εἶπε αὐτὰ τὰ ψέματα ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, νὰ δοκιμάσει τὴ δύναμι τοῦ ποτοῦ αὐτοῦ καὶ νὰ πιεῖ ὁ (τάδε) ὑπουργός Σας, τὰ ὑπολείμματα αὐτὰ τοῦ δηλητηρίου». 
Ὁ Ἑβραῖος ὑπουργός, ποὺ γνώριζε τὴ δύναμι τοῦ τρομεροῦ δηλητηρίου αὐτοῦ, δὲ δέχονταν νὰ τὸ πιεῖ, ἀλλὰ κατόπιν διαταγῆς τοῦ Σουλτάνου, ἐξαναγκάστηκε νὰ πιεῖ τὰ ξεπλύματα τοῦ ποτηριοῦ ποὺ εἶχε τὸ δηλητήριο, κι ἀμέσως ἅμα τὸ ἦπιε ἔσκασε καὶ ἔμεινε ἐπὶ τόπου νεκρός. Ἐνῶ ὁ Πατριάρχης, ποὺ ἤπιε ὅλο τὸ δηλητήριο, μὲ τὴ θερμὴ πίστι καὶ δύναμι τοῦ Χριστοῦ, δὲν ἔπαθε τίποτε καὶ ἔτσι ἐπαλήθευσε τὰ λόγια τοῦ ἱεροῦ εὐαγγελίου καὶ θριάμβευσε ὁ χριστιανισμός. 
“Γεροντικό του Αγίου Όρους”

Ὕψωσις τοῦ Τιμίου Σταυροῦ (2023) Κανόνες - Ιερά Μονή Ξηροποτάμου Ἅγιον Ὄρος

 

ᾨδὴ α'
Ἦχος πλ. δ'
Ὁ Εἱρμὸς 
«Σταυρὸν χαράξας Μωσῆς, ἐπ᾿ εὐθείας ῥάβδῳ, τὴν Ἐρυθρὰν διέτεμε, τῷ Ἰσραὴλ πεζεύσαντι, τὴν δὲ ἐπιστρεπτικῶς, Φαραὼ τοῖς ἅρμασι κροτήσας ἥνωσεν· ἐπ᾿ εὔρους διαγράψας, τὸ ἀήττητον ὅπλον, διὸ Χριστῷ ᾄσωμεν· τῷ Θεῷ ἡμῶν, ὅτι δεδόξασται».

Τὸν τύπον πάλαι Μωσῆς, τοῦ ἀχράντου πάθους, ἐν ἑαυτῷ προέφηνε, τῶν ἱερῶν μεσούμενος, Σταυρῷ δὲ σχηματισθείς, τεταμέναις τρόπαιον, παλάμαις ἤγειρε, τὸ κράτος διολέσας, Ἀμαλὴκ τοῦ πανώλους· διὸ Χριστῷ ᾄσωμεν, τῷ Θεῷ ἡμῶν, ὅτι δεδόξασται.

νέθηκε Μωϋσῆς, ἐπὶ στήλης ἄκος, φθοροποιοῦ λυτήριον, καὶ ἰοβόλου δήγματος· καὶ ξύλῳ τύπῳ Σταυροῦ, τὸν πρὸς γῆν συρόμενον, ὄφιν προσέδησεν, ἐγκάρσιον ἐν τούτῳ, θριαμβεύσας τὸ πῆμα· διὸ Χριστῷ ᾄσωμεν, τῷ Θεῷ ἡμῶν, ὅτι δεδόξασται.

πέδειξεν οὐρανός, τοῦ Σταυροῦ τὸ τρόπαιον, τῷ εὐσεβείας κράτορι, καὶ Βασιλεῖ θεόφρονι, ἐχθρῶν ἐν ᾧ δυσμενῶν, κατεβλήθη φρύαγμα· ἀπάτη ἀνετράπη δέ· καὶ πίστις ἐφηπλώθη, γῆς τοῖς πέρασι θεία· διὸ Χριστῷ ᾄσωμεν, τῷ Θεῷ ἡμῶν, ὅτι δεδόξασται. 
Καταβασία 
Σταυρὸν χαράξας Μωσῆς, ἐπ᾿ εὐθείας ῥάβδῳ, τὴν Ἐρυθρὰν διέτεμε, τῷ Ἰσραὴλ πεζεύσαντι, τὴν δὲ ἐπιστρεπτικῶς, Φαραὼ τοῖς ἅρμασι κροτήσας ἥνωσεν· ἐπ᾿εὔρους διαγράψας, τὸ ἀήττητον ὅπλον· διὸ Χριστῷ ᾄσωμεν, τῷ Θεῷ ἡμῶν, ὅτι δεδόξασται. 
Κανών α', ᾨδὴ γ', τῆς Ἑορτῆς
Ἦχος πλ. δ'
Ὁ Εἱρμὸς 
«Ῥάβδος εἰς τύπον τοῦ μυστηρίου παραλαμβάνεται· τῷ βλαστῷ γὰρ προκρίνει τὸν ἱερέα, τῇ στειρευούσῃ δὲ πρώην, Ἐκκλησία νῦν ἐξήνθησε, ξύλον Σταυροῦ, εἰς κράτος καὶ στερέωμα». 
ς ἐπαφῆκε ῥαπιζομένη ὕδωρ ἀκρότομος, ἀπειθοῦντι λαῷ, καὶ σκληροκαρδίῳ, τῆς θεοκλήτου ἐδήλου, Ἐκκλησίας τὸ μυστήριον, ἧς ὁ Σταυρός, τὸ κράτος καὶ στερέωμα. 
Πλευρᾶς ἀχράντου λόγχῃ τρωθείσης, ὕδωρ σὺν αἵματι ἐξεβλήθη, ἐγκαινίζον διαθήκην, καὶ ῥυπτικὸν ἁμαρτίας· τῶν πιστῶν γὰρ Σταυρὸς καύχημα, καὶ Βασιλέων κράτος καὶ στερέωμα. 
Καταβασία 
άβδος εἰς τύπον τοῦ μυστηρίου παραλαμβάνεται· τῷ βλαστῷ γὰρ προκρίνει τὸν ἱερέα, τῇ στειρευούσῃ δὲ πρώην, Ἐκκλησία νῦν ἐξήνθησε, ξύλον Σταυροῦ, εἰς κράτος καὶ στερέωμα. 
Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ'
Τὸ προσταχθὲν 
ν Παραδείσῳ με τὸ πρίν, ξύλον ἐγύμνωσεν, οὗπερ τῇ γεύσει, ὁ ἐχθρὸς εἰσφέρει νέκρωσιν, τοῦ Σταυροῦ δὲ τὸ ξύλον, τῆς ζωῆς τὸ ἔνδυμα, ἀνθρώποις φέρον, ἐπάγη ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ κόσμος ὅλος ἐπλήσθη πάσης χαρᾶς· ὃν ὁρῶντες ὑψούμενον, Θεῷ ἐν πίστει λαοί, συμφώνως ἀνακράξωμεν· Πλήρης δόξης ὁ οἶκός σου. 
Δόξα... Καὶ νῦν... τὸ αὐτὸ

 ᾨδὴ δ'
Ἦχος πλ. δ'
Ὁ Εἱρμὸς 
«Εἰσακήκοα Κύριε, τῆς οἰκονομίας σου τὸ μυστήριον, κατενόησα τὰ ἔργα σου, καὶ ἐδόξασά σου τὴν Θεότητα». 
Πικρογόνους μετέβαλε, ξύλῳ Μωϋσῆς πηγὰς ἐν ἐρήμῳ πάλαι, τῷ Σταυρῷ πρὸς τὴν εὐσέβειαν, τῶν ἐθνῶν προφαίνων τὴν μετάθεσιν. 
βυθῷ κολπωσάμενος, τέμνουσαν ἀνέδωκεν Ἰορδάνης ξύλῳ, τῷ Σταυρῷ καὶ τῷ Βαπτίσματι, τὴν τομὴν τῆς πλάνης τεκμαιρόμενος. 
ερῶς προστοιβάζεται, ὁ τετραμερὴς λαὸς προηγούμενος, τῆς ἐν τύπῳ μαρτυρίου σκηνῆς, σταυροτύποις τάξεσι κλεϊζόμενος. 
Θαυμαστῶς ἐφαπλούμενος, τὰς ἡλιακὰς βολὰς ἐξηκόντισεν, ὁ Σταυρός· καὶ διηγήσαντο, οὐρανοὶ τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. 
Καταβασία 
Εἰσακήκοα Κύριε, τῆς οἰκονομίας σου τὸ μυστήριον, κατενόησα τὰ ἔργα σου, καὶ ἐδόξασά σου τὴν Θεότητα.
 ᾨδὴ ε',
Ἦχος πλ. δ'
Ὁ Εἱρμὸς 
« τρισμακάριστον ξύλον, ἐν ᾧ ἐτάθη Χριστός, ὁ Βασιλεὺς καὶ Κύριος· δι᾿ οὗ πέπτωκεν ὁ ξύλῳ ἀπατήσας, τῷ ἐν σοὶ δελεασθείς, Θεῷ τῷ προσπαγέντι σαρκί, τῷ παρέχοντι, τὴν εἰρήνην ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν». 
Σὲ τὸ ἀοίδιμον ξύλον, ἐν ᾧ ἐτάθη Χριστός, τὴν Ἐδὲμ φυλάττουσα, στρεφομένη ῥομφαία, Σταυρὲ ᾐδέσθη, τὸ φρικτὸν δὲ Χερουβίμ, εἶξε τῷ σοὶ παγέντι Χριστῷ, τῷ παρέχοντι, τὴν εἰρήνην ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν. 
ποχθονίων δυνάμεις, ἀντίπαλοι τοῦ Σταυροῦ, φρίττουσι χαραττόμενον, τὸ σημεῖον ἐν ἀέρι ᾧ πολοῦσιν· οὐρανίων γηγενῶν, γένος δὲ γόνυ κάμπτει Χριστῷ, τῷ παρέχοντι, τὴν εἰρήνην ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν. 
Μαρμαρυγαῖς ἀκηράτοις, φανεὶς ὁ θεῖος Σταυρός, ἐσκοτισμένοις ἔθνεσι, τοῖς ἐν πλάνῃ ἀπάτης τὸ θεῖον φέγγος, ἀπαστράψας οἰκειοῖ, τῷ ἐν αὐτῷ παγέντι Χριστῷ, τῷ παρέχοντι, τὴν εἰρήνην ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν. 
Καταβασία 
τρισμακάριστον ξύλον, ἐν ᾧ ἐτάθῃ Χριστός, ὁ Βασιλεὺς καὶ Κύριος, δι᾿ οὗ πέπτωκεν ὁ ξύλῳ ἀπατήσας, τῷ ἐν σοὶ δελεασθείς, Θεῷ τῷ προσπαγέντι σαρκί, τῷ παρέχοντι, τὴν εἰρήνην ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν. 
 ᾨδὴ ς',
Ἦχος πλ. δ'
Ὁ Εἱρμὸς 
«Νοτίου θηρὸς ἐν σπλάγχνοις, παλάμας Ἰωνᾶς, σταυροειδῶς διεκπετάσας, τὸ σωτήριον πάθος προδιετύπου σαφῶς· ὅθεν τριήμερος ἐκδύς, τὴν ὑπερκόσμιον Ἀνάστασιν ὑπεζωγράφησε, τοῦ σαρκὶ προσπαγέντος, Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, καὶ τριημέρῳ ἐγέρσει, τὸν κόσμον φωτίσαντος». 
γήρᾳ καμφθείς, καὶ νόσῳ τρυχωθείς, ἀνωρθοῦτο Ἰακὼβ χεῖρας ἀμείψας, τὴν ἐνέργειαν φαίνων τοῦ ζωηφόρου Σταυροῦ· τὴν παλαιότητα καὶ γάρ, τοῦ νομικοῦ σκιώδους, γράμματος ἐκαινογράφησεν, ὁ ἐν τούτῳ σαρκὶ προσπαγεὶς Θεός, καὶ τὴν ψυχόλεθρον νόσον, τῆς πλάνης ἀπήλασε. 
Νεαζούσαις θεὶς παλάμας, ὁ θεῖος Ἰσραήλ, σταυροειδῶς κάραις ἐδήλου, ὡς πρεσβύτερον κλέος ὁ νομολάτρης λαός· ὑποπτευθεὶς ὅθεν οὕτως ἐξηπατῆσθαι, οὐκ ἠλλοίωσε τὸν ζωηφόρον τύπον· ὑπερέξει λαὸς γὰρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, νεοπαγὴς ἀνεβόα, Σταυρῷ τειχιζόμενος. 
Καταβασία 
Νοτίου θηρὸς ἐν σπλάγχνοις, παλάμας Ἰωνᾶς, σταυροειδῶς διεκπετάσας, τὸ σωτήριον πάθος προδιετύπου σαφῶς· ὅθεν τριήμερος ἐκδύς, τὴν ὑπερκόσμιον Ἀνάστασιν ὑπεζωγράφησε, τοῦ σαρκὶ προσπαγέντος, Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, καὶ τριημέρῳ ἐγέρσει, τὸν κόσμον φωτίσαντος.

Κανών α', ᾨδὴ ζ', τῆς Ἑορτῆς
Ἦχος πλ. δ'
Ὁ Εἱρμὸς 
«κνοον πρόσταγμα τυράννου δυσσεβοῦς, λαοὺς ἐκλόνησε, πνέον ἀπειλῆς καὶ δυσφημίας θεοστυγοῦς· ὅμως τρεῖς Παῖδας οὐκ ἐδειμάτωσε, θυμὸς θηριώδης, οὐ πῦρ βρόμιον· ἀλλ᾿ ἀντηχοῦντι δροσοβόλῳ πνεύματι, πυρὶ συνόντες ἔψαλλον· ὁ ὑπερύμνητος, τῶν Πατέρων καὶ ἡμῶν, Θεὸς εὐλογητὸς εἶ».

Ξύλου γευσάμενος ὁ πρῶτος ἐν βροτοῖς, φθορᾷ παρῴκησε· ῥίψιν γὰρ ζωῆς ἀτιμοτάτην κατακριθείς, ὅλῳ τῷ γένει σωματοφθόρος τις, ὡς λύμη τῆς νόσου μετέδωκεν· ἀλλ᾿ εὑρηκότες γηγενεῖς ἀνάκλησιν, Σταυροῦ τὸ ξύλον κράζομεν· Ὁ ὑπερύμνητος, τῶν Πατέρων καὶ ἡμῶν, Θεὸς εὐλογητὸς εἶ.

λυσε πρόσταγμα Θεοῦ παρακοή, καὶ ξύλον ἤνεγκε θάνατον βροτοῖς, τὸ μὴ εὐκαίρως μεταληφθέν· ἐν ἀσφαλείᾳ τῆς ἐριτίμου δέ, ἐντεῦθεν ζωῆς τὸ ξύλον εἴργετο, ὃ νυκτιλόχου δυσθανοῦς ἠνέῳξεν, εὐγνωμοσύνης κράζοντος· ὁ ὑπερύμνητος, τῶν Πατέρων καὶ ἡμῶν, Θεὸς εὐλογητὸς εἶ.

άβδου προσπτύσσεται τὸ ἄκρον, Ἰωσήφ, ὁ γενησόμενον, βλέπων, Ἰσραήλ, τῆς βασιλείας τὸ κραταιόν, ὅπως συνέξει ὁ ὑπερένδοξος Σταυρὸς προδηλῶν· οὗτος γὰρ τοῖς βασιλεῦσι, τροπαιοῦχον καύχημα, καὶ φῶς τοῖς πίστει κράζουσιν· ὁ ὑπερύμνητος, τῶν Πατέρων καὶ ἡμῶν, Θεὸς εὐλογητὸς εἶ. 
Καταβασία 
κνοον πρόσταγμα τυράννου δυσσεβοῦς, λαοὺς ἐκλόνησε, πνέον ἀπειλῆς καὶ δυσφημίας θεοστυγοῦς· ὅμως τρεῖς Παῖδας οὐκ ἐδειμάτωσε, θυμὸς θηριώδης, οὐ πῦρ βρόμιον· ἀλλ᾿ ἀντηχοῦντι δροσοβόλῳ πνεύματι, πυρὶ συνόντες ἔψαλλον, ὁ ὑπερύμνητος, τῶν Πατέρων καὶ ἡμῶν, Θεὸς εὐλογητὸς εἶ.

 ᾨδὴ η'
Ἦχος πλ. δ'
Ὁ Εἱρμὸς 
«Εὐλογεῖτε Παῖδες, τῆς Τριάδος ἰσάριθμοι, δημιουργὸν Πατέρα Θεόν· ὑμνεῖτε τὸν συγκαταβάντα Λόγον, καὶ τὸ πῦρ εἰς δρόσον μεταποιήσαντα· καὶ ὑπερυψοῦτε, τὸ πᾶσι ζωὴν παρέχον, Πνεῦμα πανάγιον εἰς τοὺς αἰῶνας».

ψουμένου ξύλου, ῥαντισθέντος ἐν αἵματι, τοῦ σαρκωθέντος Λόγου Θεοῦ, ὑμνεῖτε αἱ τῶν οὐρανῶν Δυνάμεις, βροτῶν τὴν ἀνάκλησιν ἑορτάζουσαι· Λαοὶ προσκυνεῖτε Χριστοῦ τὸν Σταυρόν, δι' οὗ τῷ κόσμῳ ἀνάστασις εἰς τοὺς αἰῶνας.

Γηγενεῖς παλάμαις, οἰκονόμοι τῆς χάριτος, Σταυρὸν οὗ ἔστη Χριστὸς ὁ Θεός, ὑψοῦτε ἱεροπρεπῶς καὶ Λόγχην, Θεοῦ Λόγου σῶμα ἀντιτορήσασαν. Ἰδέτωσαν ἔθνη πάντα τὸ σωτήριον, τοῦ Θεοῦ δοξάζοντα εἰς τοὺς αἰῶνας.

Οἱ τῇ θείᾳ ψήφῳ, προκριθέντες ἀγάλλεσθε, Χριστιανῶν πιστοὶ Βασιλεῖς· καυχᾶσθε τῷ τροπαιοφόρῳ ὅπλῳ, λαχόντες θεόθεν, Σταυρὸν τὸν τίμιον· ἐν τούτῳ γὰρ φῦλα πολέμων, θράσος ἐπιζητοῦντα, σκεδάννυνται εἰς τοὺς αἰῶνας. 
Καταβασία 
Εὐλογεῖτε Παῖδες, τῆς Τριάδος ἰσάριθμοι, δημιουργὸν Πατέρα Θεόν, ὑμνεῖτε τὸν συγκαταβάντα Λόγον, καὶ τὸ πῦρ εἰς δρόσον μεταποιήσαντα, καὶ ὑπερυψοῦτε, τὸ πᾶσι ζωὴν παρέχον, Πνεῦμα πανάγιον εἰς τοὺς αἰῶνας. 
Ἡ Τιμιωτέρα οὐ στιχολογεῖται 
Κανών α', ᾨδὴ θ', τῆς Ἑορτῆς
Ἦχος πλ. δ'
Ὁ Εἱρμὸς 
«Μυστικῶς εἶ Θεοτόκε Παράδεισος, ἀγεωργήτως βλαστήσασα Χριστόν, ὑφ' οὗ τὸ τοῦ Σταυροῦ, ζωηφόρον ἐν γῇ, πεφυτούργηται δένδρον· δι᾿ οὗ νῦν ὑψουμένου, προσκυνοῦντες αὐτὸν σὲ μεγαλύνομεν».

γαλλέσθω τὰ δρυμοῦ ξύλα σύμπαντα, ἁγιασθείσης τῆς φύσεως αὐτῶν, ὑφ᾿ οὗ περ ἐξ ἀρχῆς, ἐφυτεύθη Χριστοῦ, τανυθέντος ἐν ξύλῳ· δι᾿ οὗ νῦν ὑψουμένου, προσκυνοῦμεν αὐτὸν καὶ μεγαλύνομεν.

ερὸν ἠγέρθη κέρας θεόφροσι, τῆς κεφαλῆς τῶν ἁπάντων ὁ Σταυρός, ἐν ᾧ ἁμαρτωλῶν νοουμένων, συνθλῶνται τὰ κέρατα πάντα, δι᾿ οὗ νῦν ὑψουμένου, προσκυνοῦμεν αὐτὸν καὶ μεγαλύνομεν. 
Εἱρμὸς ἄλλος  
« διὰ βρώσεως τοῦ ξύλου, τῷ γένει προσγενόμενος θάνατος, διὰ Σταυροῦ κατήργηται σήμερον· τῆς γὰρ Προμήτορος ἡ παγγενὴς κατάρα διαλέλυται, τῷ βλαστῷ τῆς ἁγνῆς Θεομήτορος, ἣν πᾶσαι αἱ Δυνάμεις, τῶν οὐρανῶν μεγαλύνουσι».

Μὴ τὴν πικρίαν τὴν τοῦ ξύλου, ἐάσας ἀναιρέσιμον Κύριε, διὰ Σταυροῦ τελείως ἐξήλειψας· ὅθεν καὶ ξύλον ἔλυσε ποτέ, πικρίαν ὑδάτων Μερρᾶς, προτυποῦν τοῦ Σταυροῦ τὴν ἐνέργειαν· ἣν πᾶσαι αἱ Δυνάμεις, τῶν οὐρανῶν μεγαλύνουσιν.

διαλείπτως βαπτομένους, τῷ ζόφῳ τοῦ προπάτορος Κύριε, διὰ Σταυροῦ ἀνύψωσας σήμερον· ὡς γὰρ τῇ πλάνῃ ἄγαν ἀκρατῶς, ἡ φύσις προκατηνέχθη, παγκλήρως ἡμᾶς πάλιν ἀνώρθωσε, τὸ φῶς τὸ τοῦ Σταυροῦ σου· ὃν οἱ πιστοὶ μεγαλύνομεν.

να τὸν τύπον ὑποδείξῃς, τῷ κόσμῳ προσκυνούμενον Κύριε, τόν τοῦ Σταυροῦ ἐν πᾶσιν ὡς ἔνδοξον, ἐν οὐρανῷ ἐμόρφωσας, φωτὶ ἀπλέτῳ ἠγλαϊσμένον, Βασιλεῖ πανοπλίαν ἀήττητον· ἣν πᾶσαι αἱ Δυνάμεις, τῶν οὐρανῶν μεγαλύνουσιν. 
Καταβασίαι  
Μυστικῶς εἶ Θεοτόκε Παράδεισος, ἀγεωργήτως βλαστήσασα Χριστόν, ὑφ᾿ οὗ τὸ τοῦ Σταυροῦ, ζωηφόρον ἐν γῇ, πεφυτούργηται δένδρον· δι᾿ οὗ νῦν ὑψουμένου, προσκυνοῦντες αὐτὸν σὲ μεγαλύνομεν.
 
διὰ βρώσεως τοῦ ξύλου, τῷ γένει προσγενόμενος θάνατος, διὰ Σταυροῦ κατήργηται σήμερον· τῆς γὰρ Προμήτορος ἡ παγγενὴς κατάρα διαλέλυται, τῷ βλαστῷ τῆς ἁγνῆς Θεομήτορος, ἣν πᾶσαι αἱ Δυνάμεις, τῶν οὐρανῶν μεγαλυνουσι.


Ο άγιος Κορνήλιος

 Ο άγιος Κορνήλιος ο Εκατόνταρχος 

Ο άγιος Κορνήλιος, εκατόνταρχος της ιταλικής σπείρας, ζούσε στην Καισάρεια της Παλαιστίνης την εποχή των Αποστόλων. Μολονότι ειδωλολάτρης, ήταν δίκαιος, ευσεβής και φοβούμενος τον αληθινό Θεό, έκανε μάλιστα πολλές ελεημοσύνες και παρακαλούσε συνεχώς τον Θεό να τον φωτίσει.


 


Κάποια μέρα, ενώ προσευχόταν κατά την ενάτη ώρα (το καταμεσήμερο), παρουσιάσθηκε ενώπιόν του άγγελος Κυρίου και τον προέτρεψε να καλέσει στο σπίτι του τον Σίμωνα Πέτρο από την Ιόππη, για να του διδάξει αυτά που ζητούσε από τον Θεό.

Την επομένη, την ώρα που ο Πέτρος προσευχόταν στο υπερώο της οικίας όπου φιλοξενούνταν στην Ιόππη, είδε σε όραμα να κατεβαίνει από τον ουρανό ένα πελώριο σεντόνι, μέσα στο οποίο υπήρχαν όλα τα ζώα της γης, και αυτά ακόμη που θεωρούνταν ακάθαρτα από τους Ισραηλίτες, και μια φωνή τον παρότρυνε να φάει λέγοντας: «Αυτά που ο Θεός καθάρισε, εσύ να μην τα θεωρείς ακάθαρτα!» (Πράξ. 10, 15). Όταν έφθασαν οι απεσταλμένοι του Κορνηλίου, ο Απόστολος κατάλαβε ότι όντως ο Θεός «δεν κάνει διακρίσεις, αλλά δέχεται τον καθένα, σ’ όποιον λαό κι αν ανήκει, αρκεί ο άνθρωπος να Τον σέβεται και να ζει σύμφωνα με το θέλημά Του» (Πράξ. 10, 34-35). Χωρίς δισταγμό, ο Πέτρος αναχώρησε μαζί τους για την Καισάρεια, όπου κήρυξε στον ευσεβή εκατόνταρχο και τους οικιακούς του το Ευαγγέλιο του Αναστάντος Χριστού. Ενώ ακόμη δεν είχε τελειώσει τους λόγους του, το Άγιο Πνεύμα, ως επιβεβαίωση της κλήσεως των εθνών, επεδήμησε σε όλους με τόσο εμφανή και σφοδρό τρόπο, ώστε οι παρόντες Ιουδαίοι θαύμασαν. Τότε και ο Απόστολος Πέτρος, ευπειθής στη θεία βουλή, δεν τους εμπόδισε να βαπτισθούν. Από τότε ο Κορνήλιος συναναστρεφόταν με τους Αποστόλους.

Μετά τον λιθοβολισμό του Πρωτομάρτυρος Στεφάνου (Πράξ. 7, 54-60), όταν οι Απόστολοι έφυγαν από τα Ιεροσόλυμα και σκορπίστηκαν στην οικουμένη, ο Κορνήλιος τούς ακολούθησε στη Φοινίκη, στην Κύπρο, στην Αντιόχεια και στην Έφεσο.

Εκεί, του έπεσε ο κλήρος να κηρύξει το Ευαγγέλιο στην πόλη των Σκεψέων, στην περιοχή της αρχαίας Τροίας. Ο τοπάρχης της πόλεως Δημήτριος, φιλόσοφος και φανατικός διώκτης των χριστιανών, μόλις έμαθε την άφιξή του, έδωσε εντολή να τον οδηγήσουν ενώπιόν του. Κατά την εξέταση ο Κορνήλιος τού ζήτησε να του δείξει τους θεούς. Χαρούμενος ο Δημήτριος, άνοιξε τον ναό του Διός και ο άγιος εισήλθε και προσευχήθηκε. Όταν εξήλθε, μεγάλος σεισμός κατακρήμνισε τον ναό, συνέτριψε τα είδωλα και έθαψε κάτω από τους σωρούς τη γυναίκα του Δημητρίου, Ευανθία, και τον γιο του, Δημητριανό, που είχαν παραμείνει μέσα. Με βαρύ πένθος για την αιφνίδια συμφορά ο Δημήτριος διέταξε να δέσουν τα χέρια και τα πόδια του αγίου και να τον κρεμάσουν μέσα στη φυλακή. Όταν όμως πληροφορήθηκε ότι η γυναίκα του και ο υιός του είχαν διασωθεί θαυματουργικά και μέσα από τους σωρούς των χαλασμάτων αναβοούσαν: «Μέγας ο Θεός των χριστιανών!», έτρεξε γρήγορα στη φυλακή. Συντετριμμένος έπεσε στα πόδια του Κορνηλίου, ομολόγησε τη δύναμη του αληθινού Θεού και του υποσχέθηκε ότι θα πιστεύσει στον Εσταυρωμένο, αν ο άγιος τού έδιδε πίσω ζωντανούς και ακέραιους την Ευανθία και τον Δημητριανό. Ο Κορνήλιος πρώτα τον βάπτισε και κατόπιν μετέβησαν μαζί στον κατακρημνισμένο ναό, από όπου ανέσυρε ζωντανούς και σώους τη γυναίκα και τον γιο του. Το παρευρισκόμενο πλήθος των ειδωλολατρών, έκπληκτο για τη σωτηρία τους, πίστευσε στον Θεό και όλοι ζήτησαν να βαπτισθούν.

Μετά τα γεγονότα αυτά, ο άγιος εγκαταστάθηκε σε ένα ήσυχο τόπο, ονομαζόμενο «Στάδιο». Εκεί δεχόταν τον Δημήτριο αλλά και τους κατοίκους της πόλεως, τους δίδασκε και τους συμβούλευε, έως ότου, υπέργηρος πια, απήλθε εν ειρήνη προς τον Κύριο. Ενταφιάσθηκε στον ναό που είχε κρημνίσει με τη θεοπειθή προσευχή του.

Ο τάφος του γρήγορα σκεπάσθηκε από θαυματουργική βάτο και με τον καιρό λησμονήθηκε. Μετά από χρόνια όμως, ο άγιος Κορνήλιος τον φανέρωσε με όραμα και ζήτησε να κτισθεί εκεί εκκλησία. Όταν επρόκειτο να μετατεθούν εκεί τα λείψανά του, η τίμια λάρνακα που τα περιείχε κινήθηκε από μόνη της και ακολουθώντας τη λιτανεία εισήλθε στον ναό και σταμάτησε κοντά στο άγιο βήμα. Παρά τις προσπάθειες που έγιναν να μεταφερθεί μέσα στο ιερό, στάθηκε εντελώς αδύνατον. Έμεινε εκεί και επιτελούσε πλήθος θαυμάτων.

Μία παράδοση, την οποία απηχεί η ακολουθία του Μηναίου, παρουσιάζει τον άγιο Κορνήλιο ως επίσκοπο Σκεψέων, ενώ άλλες πηγές τον αναφέρουν ως δεύτερο επίσκοπο Καισαρείας, μετά τον Ζακχαίο τον Τελώνη (βλ. «Αποστολικαί Διαταγαί» 7, 46), ή ακόμα ως απλό μάρτυρα. Στο τέλος του 14ου αιώνος, οι προσκυνητές μπορούσαν να επισκεφθούν την κατοικία, που είχε μετατραπεί σε ναό, στην Καισάρεια (βλ. Ιερωνύμου, Επ. 108, 8).


«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
Τόμ. 1ος (Σεπτέμβριος)
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·

Δημοφιλείς αναρτήσεις