Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2025

ΝΗΠΙΟΤΗΤΑ : ΒΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΘΕΩΣΗ



ΝΗΠΙΟΤΗΤΑ :
ΒΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΘΕΩΣΗ 

 

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία
τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου,
ἀπό τήν ἱστοσελίδα floga.gr, ἐπάνω στό χωρίο τοῦ κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου, κεφάλαιο 10ο, στίχοι 16 ἕως 21, στά πλαίσια τῆς ἑρμηνείας πού ἔγινε στό κήρυγμα τῆς Κυριακῆς 18-10-2009. 
εὐαγγελική περικοπή πού ἀκούσαμε πρίν ἀπό λίγο ἀναγιγνώσκεται τιμητικῶς πως, διά τήν ἑορτή τοῦ Ἁγίου καί Ἀποστόλου Εὐαγγελιστοῦ Λουκᾶ πού γιορτάζει σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, πού σημαίνει ὅτι περιγράφει τό ἦθος τό ἀποστολικό. Ἀλλά πρέπει νά ὑπενθυμίσω -καί ἔχει πολύ μεγάλη σημασία γιά τίς ἑρμηνευτικές δυνατότητες καί προοπτικές αὐτῆς τῆς περικοπῆς- ὅτι τήν ἴδια περικοπή διαβάζουμε στήν ἑορτή τῶν Ἁγίων Ἀρχαγγέλων. Αὐτό ὑπάρχει σάν μιά σπουδαία δυνατότητα κατανοήσεως καί τῆς σχετίσεως τοῦ ἀποστολικοῦ ἤθους μέ τό ἦθος τῶν ἀγγέλων καί ἔτσι θά καταλάβουμε τήν περικοπή. 
Τί εἶναι οἱ ἄγγελοι; Εἶναι οὐράνιες δυνάμεις, πού διακονοῦν καί λειτουργοῦν τόν Θεό. Τόν διακονοῦν στέλνοντας σέ μᾶς τά μηνύματά Του καί ταυτόχρονα Τόν λειτουργοῦν, πού σημαίνει [ὅτι] οἱ Ἀπόστολοι καί ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Λουκᾶς κάνουν τό ἴδιο πράγμα ἀκριβῶς: Γίνονται ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ καί ὑπηρετοῦν τόν Θεό· καί φυσικά ἡ προοπτική τοῦ κειμένου πού ἀνοίγεται μπροστά μας ἀνοίγει αὐτό τόν δρόμο, πού εἶναι τό ἦθος τό ἀγγελικό καί τό ἀποστολικό, στή ζωή τοῦ καθενός μας. Ἀκριβῶς αὐτό νά δοῦμε, γιατί ἡ ἐπέκταση πιά τοῦ ἤθους τοῦ ἀγγελικοῦ καί τοῦ ἀποστολικοῦ στή ζωή τοῦ καθενός μας μᾶς ἀφορᾶ καί μᾶς ἐνδιαφέρει πάρα πολύ, γιατί κι ἐμεῖς κατ᾽ αὐτόν τόν τρόπο πρέπει νά λειτουργήσουμε. 
Τί λέει ὁ Χριστός μας τώρα, ὁμιλώντας στούς μαθητές Του; Ξεκινάει μέ μιά φράση πού δηλώνει τήν ἑνότητα πού ἔχει μαζί τους καί τήν ἑνότητα τήν ὁποία ἔχει μέ τόν Πατέρα Του. Λέει: «Ὅποιος ἀκούει ἐσᾶς -πού ἐσεῖς τί ὁμιλεῖτε καί λέτε; Λέτε τόν λόγο μου- ἐμένα ἀκούει, καί ὅποιος δέν ἀκούει ἐμένα δέν ἀκούει τόν Πατέρα μου». Βλέπετε, ὑπάρχει μιά ἄμεση σχέση ἑνότητας· ἑνότητας καί ὑπακοῆς τῶν μαθητῶν -ἀκούω, ὑπακούω- καί ταυτόχρονα ἑνότητας καί ὑπακοῆς τοῦ Υιοῦ πρός τόν Πατέρα. Δηλαδή τά πάντα, ὅλα ἀνάγονται μέσα στή ζωή τῆς Ἁγίας Τριάδας. Ἐκεῖ ὑπάρχει ἑνότητα, ὑπάρχει ἀγάπη· καί ἀφοῦ ὑπάρχει αὐτό ἐκεῖ -ἔτσι εἶναι ὁ Θεός- αὐτό ὁ Θεός τό δίνει σέ μᾶς σάν δῶρο καί ἀποκτοῦμε μέ Ἐκεῖνον καί ὅλοι μας αὐτή τήν ἑνότητα τήν τριαδική. Ὑπάρχει ἡ ἀγάπη καί ἡ ἑνότητα. Μέσα ἀπό αὐτή τήν ἀγάπη καί τήν ἑνότητα πιά μποροῦμε νά λειτουργήσουμε τό πρῶτο βῆμα τό ἀποστολικό καί γιά νά μπορέσεις νά ἔχεις αὐτή τήν ἑνότητα καί τήν ἀγάπη, πρέπει νά ξεπεράσεις τά πάθη σου, ἄρα δίνεις μιά μάχη μέ τά πάθη σου. 
Καί στέλνει ὁ Χριστός τούς Ἀποστόλους Του καί ἐμᾶς ὅλους γιά νά μποροῦμε νά ἐκφράσουμε στή ζωή τοῦ κόσμου τή φωνή Του καί τό ἦθος Του καί τό τί εἶναι Ἐκεῖνος καί αὐτή εἶναι ἡ ὀφειλή μας καί τό καθῆκον μας· ὅπως στέλνει τούς μαθητές Του στέλνει καί μᾶς. Καί πᾶνε οἱ μαθητές Του καί χαίρονται ὅταν βλέπουν πού τά πνεύματα ὑποτάσσονται σέ αὐτούς καί πᾶνε χαρούμενοι καί λένε στόν Χριστό: «Ξέρεις, τά πνεύματα ὑποτάσσονται σέ μᾶς». Πολύ μεγάλη ἱστορία! Σάμπως καί ἔκαναν κάτι ἰδιαίτερο οἱ μαθητές; Ἁπλῶς ἀγάπησαν τόν Χριστό καί ἀκολούθησαν τίς πρῶτες διδαχές Του. Γιατί τά πνεύματα ὑποτάσσονται σέ αὐτούς; Κι ὁ Χριστός ἀπαντάει: «Μή χαίρεστε γι᾽ αὐτό», λέει. «Γι᾽ αὐτό νά μή χαίρεστε. Νά χαίρεστε γιατί τά ὀνόματά σας γράφτηκαν στόν οὐρανό». Νίκησαν τά δαιμόνια καί τά δαιμόνια σ᾽ αὐτούς ὑποτάσσονται; Εἶναι γιατί πρῶτα νίκησαν τά πάθη τους. Καί ἐπειδή νίκησαν τά πάθη τους, ἀπέκτησαν ἦθος χριστοειδές καί θεοειδές πᾶνε στόν κόσμο κι εἶναι σάν τόν Θεό καί ἐπειδή ἡ ἀγάπη νικάει ὁτιδήποτε καί ἐπειδή ἀκριβῶς κι ἡ κόλαση τοῦ διαβόλου εἶναι ἡ παρουσία τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, αὐτή ἀκριβῶς ἡ νίκη πάνω στά πάθη τούς κάνει νά νικήσουν καί τά δαιμόνια. Δέν εἶναι ἕνα ἀνεξάρτητο διακόνημα καί ἕνα ἀνεξάρτητο ἐπίτευγμα νά κάνουν αὐτό τό πράγμα. Ὅποιος στρέφεται στόν Χριστό, ὅποιος ἀγαπάει τήν Ἀγάπη, ὅποιος γίνεται σάν τόν Χριστό, σάν τήν Ἁγία Τριάδα καί ἔχει ἑνότητα, νικάει ὁτιδήποτε κακό. Δέν εἶναι μιά ἰδιαίτερη πάλη καί μιά ἀγωνία. 
Γι᾽ αὐτό νά χαίρεστε λοιπόν, γιατί νικήσατε τά πάθη σας, καί μέσα ἀπό τή νίκη τῶν παθῶν γράφονται τά ὀνόματά σας στόν οὐρανό. Καί φυσικά προσθέτει ὁ Χριστός μετά λέγοντας, στούς μαθητές Του τό λέει, ἀλλά μέ τόν δικό Του τρόπο στρεφόμενος στόν Πατέρα Του -γιά νά προσδιορίσει ὁριστικά αὐτό τό ἦθος τό ἀποστολικό, τό ὁποῖο περνάει στό πρόσωπό μας καί στή ζωή μας- κάνει μιά σύντομη προσευχή στό τέλος καί λέει: «Σέ εὐχαριστῶ Πατέρα μου γιατί αὐτά δέν τά ἔμαθες καί δέν τά ἔδειξες στούς σοφούς καί τούς συνετούς τοῦ κόσμου αὐτοῦ», δηλαδή αὐτούς πού εἶναι ἐγωιστές καί προσπαθοῦν τόν κόσμο νά τόν κυβερνήσουν ὄχι μέ τήν ἑνότητα, ὄχι μέ τήν ἀγάπη, ὄχι μέ τό ἦθος τό τριαδολογικό, ἀλλά πᾶνε νά νικήσουν τά δαιμόνια μέ τά δαιμόνια, ὄντες δαίμονες». Καί λέει: «Εὐχαριστῶ Πατέρα μου, γιατί σέ αὐτούς τούς συνετούς καί τούς φρονίμους, δηλαδή στούς ἐγωιστές τοῦ κόσμου, δέν τούς τά ἔδειξες αὐτά τά πράγματα. Καί σέ ποιούς τά ἔδειξες; Στά “νήπια”, δηλαδή στούς ταπεινούς» καί μᾶς καλεῖ σέ μιά νηπιότητα, σέ μιά κάθαρση τῶν παθῶν, μιά ἀλλαγή τῆς νοοτροπίας τῆς ζωῆς μας, ὅπου τό καθετί δαιμονιῶδες, τό ὁποῖο δέν ἐκφράζει ἀγάπη καί ἑνότητα, καταλύει τόν κόσμο καί τόν διαλύει. Καί τότε γινόμαστε νήπιοι καί τότε προσομοιάζουμε κατά χάρη στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί τότε προσομοιάζουμε καί στίς οὐράνιες δυνάμεις καί στούς Ἀποστόλους καί στόν σήμερα τιμώμενο Ἀπόστολο. 
Ἄρα τό κείμενο πού ἀκούσαμε εἶναι συγκλονιστικό, γιατί ἀφορᾶ τόν βηματισμό τῆς ζωῆς μας καί ὄχι μόνο αὐτό, δέν εἶναι ἁπλῶς τό ἦθος «τί κάνουμε ἐμεῖς»· εἶναι τό τί ἀφήνουμε στά γύρω μας, τό τί πατήματα, τό τί ἴχνη ἀφήνουμε στό περιβάλλον μας. Μπαίνει ἕνα ἦθος ἀποστολικό, ἀγαπητικό, ἑνότητας, νίκης κατά τῶν δαιμόνων, πού σημαίνει νίκης κατά τῶν παθῶν ἤ μπαίνουμε στόν κόσμο ὡς δῆθεν ἔξυπνοι καί συνετοί καί φρόνιμοι γιά νά κερδίσουμε μέ τά δικά μας ἐπιτεύγματα καί τόν ἐγωισμό μας τόν κόσμο; Καί ἐδῶ ὅλα καταλύονται καί ἐδῶ ὁ Χριστός καλεῖ ὅλους μας σέ μιά νηπιότητα. 
Τιμοῦμε, λοιπόν, σήμερα τόν Ἀπόστολο καί Εὐαγγελιστή Λουκᾶ. Ταυτόχρονα, ἔμμεσα, τιμήσαμε τούς ἀγγέλους. Ταυτόχρονα, ἔμμεσα καί ἄμεσα, τιμοῦμε ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ἀπέκτησαν αὐτή τή νηπιότητα· καί ταυτόχρονα ἀνοίγουμε μιά ἄλλη προοπτική στόν κόσμο: Τήν προοπτική πού ἡ φωνή μας νά γίνει φωνή τοῦ Θεοῦ, τά πατήματά μας νά γίνουν πατήματα τοῦ Θεοῦ πάνω στόν κόσμο καί ἡ παρουσία μας νά γίνει παρουσία ἀποστόλου. 


Λόγοι παραινετικοί πρός τούς μοναχούς τῆς Αἰγύπτου Προτροπή στή θεοσέβεια. Παραίνεση 2η


Λόγοι παραινετικοί πρός τούς μοναχούς τῆς Αἰγύπτου 

ΠΗΓΗ:ΕΔΩ 

Προτροπή στή θεοσέβεια. 
Παραίνεση 2η

᾿Αγαπητέ, εἶσαι χριστιανός, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ; Φύλαξε τίς ἐντολές τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καί θά σωθεῖς· διότι εἶναι γραμμένο ὅτι «᾿Αλήθεια, τώρα καταλαβαίνω ὅτι ὁ Θεός δέν κάνει διακρίσεις, ἀλλά σε κάθε ἔθνος ἐκεῖνος πού φοβᾶται τόν Θεό καί κάνει το θέλημά του εἶναι δεκτός ἀπό αὐτόν». Αν μάλιστα θέλεις νά ἔρθεις στόν ἀκριβή βίο τῶν μοναχῶν, ὥστε νά ἐπιτύχεις καί τά πνευματικά, ἄν δέ βάλεις στο νοῦ σου ὅτι ἔφυγες πιά ἀπ᾿ αὐτή τή ζωή καί ἄν δέ θεωρήσεις αὐτό τόν κόσμο καί τή δόξα του σάν μιά ἄχρηστη σκηνή, δέ θά μπορέσεις να νικήσεις τά γήινα πάθη καί τίς κοσμικές ἐπιθυμίες, πού βυθίζουν τοὺς ἀνθρώπους στήν καταστροφή τῆς σάρκας καί στήν ἀπώλεια· διότι εἶναι ἀψευδής ὁ Κύριος πού εἶπε· «Ὅποιος θέλει νά μέ ἀκολουθήσει, ἄς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του καί ἄς σηκώσει το σταυρό του καί ἄς μέ ἀκολουθεῖ. Διότι ἐκεῖνος πού θέλει νὰ βρεῖ τή ζωή του, θά τή χάσει· ἐνῶ ἐκεῖνος πού ἔχασε τή ζωή του γιά χάρη μου, αὐτός θά τή βρεῖ. Διότι, τί θά ὠφεληθεῖ ὁ ἄνθρωπος, ἄν κερδίσει ὅλο τον κόσμο, χάσει ὅμως τήν ψυχή του; τί μπορεῖ νὰ δώσει ὁ ἄνθρωπος ὡς ἀντάλλαγμα γιά τήν ψυχή του;» Διότι δέν εἶναι κόπος να βάλει κανείς θεμέλια, ἀλλά τό να τελειώσει τήν οἰκοδομή· ἐπειδή, ὅσο ὑψώνεται ἡ οἰκοδομή, τόσο περισσότερο προκαλεῖ κόπο σ᾽ αὐτόν πού τήν κτίζει, ὡσότου να τελειώσει τό ἔργο. Ἄς ἀκούσουμε τή σωτήρια φωνή, πού λέει· «Ποιός ἀπό σᾶς δηλαδή, που θέλει να κτίσει ἕναν πύργο, δέν κάθεται πρῶτα νὰ ὑπολογίσει τή δαπάνη, γιά νά δεῖ ἄν τοῦ φτάνουν τά χρήματα γιά νά τόν ἀποτελειώσει; Γιά νά μή συμβεῖ, ὅταν βάλει τά θεμέλια καί δέν μπορέσει νὰ τὸν ἀποτελειώσει, νά ἀρχίσουν ὅλοι, ὅσοι τόν βλέπουν, νά τόν κοροϊδεύουν, λέγοντας· αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἄρχισε νά κτίζει, ἀλλά δέν μπόρεσε νά ἀποτελειώσει».

Ὁ πόλεμος τῶν στρατιωτῶν εἶναι σύντομος, ὁ πόλεμος ὅμως τοῦ μοναχοῦ διαρκεῖ ὡς τὴν ἀναχώρησή του πρός τόν Κύριο. Γι αὐτό τό λόγο πρέπει νά ἀρχίσεις τήν ἐργασία μέ κάθε προθυμία καί νήψη καί ὑπομονή. Αν λοιπόν, ἀγαπητέ, ἐπιχειρήσεις να σφάξεις ἕνα λιοντάρι, πιάσε το σταθερά, μήπως συντρίψει τά κόκκαλά σου, σάν ἕνα πήλινο ἀγγεῖο. Αν πάλι πέσεις στή θάλασσα, μή λιγοψυχήσεις ὡσότου να βγεῖς στην ξηρά, γιά νά μήν πᾶς στο βυθό, σάν πέτρα. ᾿Αδελφέ, ἄν θέλεις νά ἀγωνισθεῖς, γίνε ἄγρυπνος, γιά νά μή συμβεῖ νά σε νικήσει ὁ ἀντίπαλος καί νά χαίρεται μέ τήν ἧττα σου, καί ἀντί γιά στεφάνι νά ἀποκομίσεις την ντροπή. Καθένας λοιπόν πού θέλει να γίνει μοναχός, εἶναι πρόθυμος γι᾿ αὐτό· νά ὑπομείνει δηλαδή μέ γενναιότητα, μήπως συμβεῖ, ὅταν μπεῖ στή μοναχική ζωή, νὰ πεῖ ὅτι δέν ἤξερα πώς ἔμελλαν νὰ μοῦ συμβοῦν αὐτά.

Νά, τά πληροφορήθηκες αὐτά ἀπό πρίν, γιά νά τακτοποιήσεις καί σύ το λογισμό σου, καί νά γνωρίζεις ὅτι ἀπό αὐτό θὰ φανεῖ ἡ ἀξία σου. Κατάλαβε τα λεγόμενα, ἀγαπητέ, μήπως σήμερα, πού εἶσαι στα πρόθυρας καί πού σε ρωτοῦν, ἀπαντήσεις «ὅλα τὰ ὑπομένω», καί αὔριο ἀρνηθεῖς μέ λόγια καί μέ ἔργα· διότι οἱ Ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ εἶναι παρόντες καί ἀκοῦν ὅλα ὅσα βγαίνουν ἀπό τά χείλη σου. Πρόσεχε, ἀγαπητέ, κανείς δέ σε ἀναγκάζει, καί ἄν εἰλικρινά ἀποφάσισες, πρόσεχε μήπως φανεῖς ψεύτης, διότι ὁ Κύριος θά ἀπολέσει ὅλους αὐτούς πού λένε ψέματα.

Αὐτά λοιπόν συμβαίνουν σ᾽ ἐκεῖνον πού ἔρχεται στόν Θεό: πρῶτα ὁ πειρασμός, ἔπειτα οἱ θλίψεις, στή συνέχεια ὁ κόπος, ἡ ἀκηδία, ἡ γυμνότητα, τα παθήματα, ἡ στενοχώρια, ὁ ἐξευτελισμός· ἐπειδή σ αὐτά φαίνεται ἡ ὑπομονή καί ἡ σταθερότητα τῶν πιστῶν· καί σέ ὅλα αὐτά ἀναδεικνύεται νικητής αὐτός πού παραδίδει τόν ἑαυτό του στήν ἐξουσία τοῦ Θεοῦ, μέ ὅλη του την καρδιά, καί ὑπακούει στο θέλημά του. Διότι μόνο την τέλεια διάθεση ζητὰ ἀπό μᾶς ὁ Θεός, καί ὁ ἴδιος θά μᾶς προσφέρει τή δύναμη καί θά μᾶς χαρίσει τή νίκη· ὅπως εἶναι γραμμένο· «Ὁ Θεός εἶναι ὑπερασπιστής ὅλων ἐκείνων πού ἐλπίζουν σ αὐτόν». Καί ἐπίσης λέει· «Ὁ Κύριος εἶναι κοντά σε ὅλους ἐκείνους πού τόν ἐπικαλοῦνται μέ εἰλικρίνεια. Θά ἐκπληρώσει το θέλημα ἐκείνων πού τόν φοβοῦνται, καί θά ἀκούσει τή δέησή τους καί θά τούς σώσει». Σᾶς παρακαλῶ ἄλλωστε να εὔχεσθε γιὰ μᾶς ὥστε, αὐτὰ πού πρόκειται νά λέμε, να δώσει ὁ Κύριος νὰ τὰ ἐκτελέσουμε ἄμεμπτα. Διότι δέ σᾶς συμβουλεύουμε, ἐπειδή τάχα φτάσαμε σ' αὐτά τά πνευματικά μέτρα, ἀλλά θά ἐπικαλεσθοῦμε τόν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό δωρητή καί χορηγό τῶν λόγων, ἀρχίζοντας να ἀναπτύσσουμε τό λόγο, ὥστε συγχρόνως να ὠφεληθοῦμε καί νά ὠφελήσουμε. Ἄν δηλαδή αὐτοί πού ὀνομάζονται βοτανολόγοι ἐρεύνησαν προσεκτικά τίς ρίζες καί τὰ εἴδη τῶν φυτῶν, καὶ μᾶς ἄφησαν σε βιβλία τίς ἔρευνές τους, καί αὐτό φανερώνει τή μεγάλη οἰκονομία τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἀνακούφιση αὐτῶν πού εἶναι ἄρρωστοι σωματικά, δέν εἴμαστε ἐμεῖς πολύ περισσότερο ὑποχρεωμένοι νὰ ἀνακαλύπτουμε το θησαυρό τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ σύμφωνα μέ τή δωρεά του; Διότι δέν ξέφυγε ἀπό τήν τιμωρία ὁ πονηρός δοῦλος πού ἔκρυψε μέ ὀκνηρία το τάλαντο τοῦ κυρίου του. ᾿Αλλά ποιός δέ στενάζει για μένα που ψεύτικα ἔχω ὄνομα μοναχοῦ; Καί ποιός δέ θά κλάψει για μένα πού ἔχω χάσει τήν εὐλάβεια καί τήν ὑπομονή; Καί τί θά κάνω, ὅταν θά μέ ἐπισκεφθεῖ ὁ Δεσπότης μου Χριστός; Γι᾿ αὐτό σᾶς παρακαλῶ, ἀγαπητοί, να πρεσβεύσετε για μένα τόν ἄχρηστο δοῦλο, ὥστε νά γλυτώσω ἀπό τόν παρόντα πονηρό κόσμο καί ἡ χάρη του νὰ ἀνοίξει τα χείλη μου γιά τή δοξολογία τῆς ἁγίας καί ὁμοούσιας Τριάδος, τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος· διότι στο χέρι του βρισκόμαστε καί ἐμεῖς καί τά λόγια μας· ὁ ἴδιος δηλαδή εἶναι αὐτός πού διδάσκει στόν ἄνθρωπο τή γνώση. Σ' αὐτόν πρέπει ἡ δόξα, στούς αἰῶνες. ᾿Αμήν.

  

Οσίου Εφραίμ του Σύρου.
 Έργα. τ. Γ΄.
μετ. Κωνσταντίνου Γ. Φραντζολά.
εκδ. Το Περιβόλι της Παναγίας, εκδ. Α΄ 1990.

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2025

«θ’ αποκριθώ στην προσευχή του ουρανού κι εκείνος θ’ αποκριθεί στην ανάγκη της γης για βροχή.


ΩΣΗΕ 2
Η πιστότητα του Θεού νικάει την απιστία του Ισραήλ 
16«Θα ξαναοδηγήσω όμως τη μάνα σας στην έρημο κι εκεί στην καρδιά της θα μιλήσω τρυφερά. 
17Τότε τ’ αμπέλια της θα της τα ξαναδώσω· θα κάνω την κοιλάδα Αχώρ μια πύλη ελπίδας. Κι εκείνη θα μου αποκριθεί εκεί, καθώς τις μέρες που ήταν νέα, καθώς τότε που βγήκε από την Αίγυπτο. 
18«Τη μέρα εκείνη», λέει ο Κύριος στον Ισραήλ, “άντρα μου” θα με αποκαλέσεις· δεν θα με ονομάζεις πια “Βάαλ μου” (αφέντη μου). 19Θα βγάλω από τη μνήμη σου τα ονόματα των Βααλίμ, δε θα τους επικαλεστείς ξανά ποτέ σου. 20Τότε θα κάνω για χάρη σου συμφωνία με τ’ άγρια ζώα, με τα πετούμενα και μ’ όλα τ’ άλλα ζωντανά και τα ερπετά της γης. Τόξα και ξίφη κι όλα τα όπλα τα πολεμικά θα τα εξαφανίσω από τη χώρα σου, και θα κάνω τον ύπνο σου ήσυχο κι ασφαλή. 21Μαζί σου θα ενωθώ για πάντα με τα δεσμά του γάμου. Για δώρα γαμήλια θα σου προσφέρω υποστήριξη και προστασία, αγάπη και συμπόνια. 22Θα σε κερδίσω με την αταλάντευτη πιστότητά μου και θα με αναγνωρίσεις για Κύριό σου. 
23«Εκείνη την ημέρα», λέει ο Κύριος, «θ’ αποκριθώ στην προσευχή του ουρανού κι εκείνος θ’ αποκριθεί στην ανάγκη της γης για βροχή. 24Τότε η γη θα δώσει στάρι, νέο κρασί και καινούριο λάδι, κι αυτά θα δοθούν στον Ιζρεέλ. 25Θα σε σπείρω, Ιζρεέλ, στη χώρα, για να μου κάνεις πολλά παιδιά· θα ελεήσω τη “Μη Ελεημένη”, και θα πω στο “Μη Λαό μου”: “λαός μου είσ’ εσύ”. Κι αυτός θα πει: “εσύ είσαι Θεός μου”».

ΑΓΙΟΣ ΛΟΓΓΙΝΟΣ Ο ΕΚΑΤΟΝΤΑΡΧΟΣ



ΠΗΓΗ:ΕΔΩ

ΑΓΙΟΣ ΛΟΓΓΙΝΟΣ Ο ΕΚΑΤΟΝΤΑΡΧΟΣ


Ο άγιος Λογγίνος καταγόταν από την Καππαδοκία και υπηρετούσε στον ρωμαϊκό στρατό ως εκατόνταρχος την εποχή του Τιβέριου (15-34), υπό τις διαταγές του Πόντιου Πιλάτου, ηγεμόνα της Ιουδαίας (26-37). Λόγω της ιδιότητάς του, έλαβε διαταγή να εκτελέσει μαζί με τους άνδρες του την απόφαση του Πιλάτου, που οδήγησε τον Κύριο στο άγιο Πάθος και να φυλάξουν τον Τάφο, από φόβο μήπως οι Μαθητές κλέψουν το σώμα και διαδώσουν ότι ο Χριστός αναστήθηκε. Ως αυτόπτης μάρτυς, λοιπόν, ο Λογγίνος είδε όλα τα θαυμαστά σημεία που συνόδευσαν το Πάθος του Κυρίου: την γη που σείσθηκε, το σκοτάδι που κάλυψε όλη την γη και την οικουμένη, το πελώριο καταπέτασμα του Ναού που σχίσθηκε στα δύο από πάνω μέχρι κάτω, τα μνημεία που «ανεώχθησαν» και τα πολλά σώματα των κεκοιμημένων αγίων που αναστήθηκαν και εμφανίσθηκαν σε πολλούς (βλ. Ματθ. 27, 51-53· Μάρκ. 15, 38· Λουκ. 23, 44-46). Βλέποντας αυτά τα εξαίσια και συγκλονιστικά ο εκατόνταρχος, άνοιξαν οι οφθαλμοί της αγαθής του καρδιάς και φώναξε με δυνατή φωνή: «Στ’ αλήθεια, Υιός του Θεού ήταν Αυτός!» (βλ. Ματθ. 27, 54· Μαρκ. 15, 39· Λουκ. 23, 48). 
Όταν την τρίτη ημέρα της ταφής του Κυρίου οι φύλακες του μνημείου έγιναν μάρτυρες της εμφανίσεως του Αγγέλου στις Μυροφόρες γυναίκες, τους κατέλαβε φόβος και τρόμος και έμειναν σαν νεκροί. Κάποιοι μάλιστα από αυτούς πήγαν στους αρχιερείς και ανέφεραν τα γεγονότα. Τότε οι αρχιερείς συνεδρίασαν με τους πρεσβυτέρους και αποφάσισαν να δώσουν στον Λογγίνο και τους στρατιώτες του αδρή αμοιβή για να διαδώσουν ότι οι Μαθητές του Κυρίου ήλθαν την νύκτα και, ενώ οι φύλακες κοιμούνταν, έκλεψαν το σώμα Του. Ο εκατόνταρχος όμως και δύο στρατιώτες φωτίσθηκαν από το φως της Αναστάσεως του Κυρίου και αρνήθηκαν τα αργύρια του δόλου και της θεοφθονίας. Ο Λογγίνος παραιτήθηκε από το αξίωμα του εκατόνταρχου και από τον στρατό και επέστρεψε στην πατρίδα του την Καππαδοκία, όπου κήρυττε τον Χριστό και το Ευαγγέλιο της σωτηρίας, μιμούμενος έτσι τους αγίους Αποστόλους. 
Μόλις το πληροφορήθηκε αυτό ο Πιλάτος, παρακινημένος από τα αργύρια και τα δώρα των Ιουδαίων, που διψούσαν μανιωδώς για εκδίκηση, έστειλε στον αυτοκράτορα Τιβέριο επιστολή καταγγέλλοντας τον Λογγίνο.

Κατά θεία πρόνοια, οι στρατιώτες που έστειλε ο Τιβέριος στην Καππαδοκία για να βρουν τον πρώην εκατόνταρχο, χωρίς να το ξέρουν σταμάτησαν στο σπίτι όπου είχε καταλύσει ο Λογγίνος. Μόλις τον συνάντησαν, του ζήτησαν να τους παράσχει κατάλυμα και πληροφορίες για τον καταζητούμενο εκατόνταρχο, τον οποίον δεν είχαν δει ποτέ τους. Ο άγιος τούς υποδέχθηκε με πολύ αγαθή και φιλόξενη διάθεση, κάτι που διακρίνει όλους διαχρονικά τους μαθητές του Χριστού. Κατά την διάρκεια όμως της συζητήσεως τού φανέρωσαν τον πραγματικό τους σκοπό. Μαθαίνοντας ο Λογγίνος το νέο, ένιωσε άφατη χαρά και περιποιήθηκε περισσότερο τους φιλοξενούμενούς του. Τους τακτοποίησε άνετα στο σπίτι και γαλήνιος πήγε να ετοιμάσει τον τάφο και όλα τα αναγκαία για την ταφή του. Εν συνεχεία, βρήκε τους δύο συντρόφους του, που είχαν φύγει μαζί του από την Παλαιστίνη, και τους έπεισε να προσέλθουν από κοινού στο μαρτύριο. Επέστρεψε κατόπιν στους φιλοξενούμενούς του και τους αποκάλυψε πως ο ίδιος ήταν ο Λογγίνος που ζητούσαν να θανατώσουν.

Οι απεσταλμένοι του αυτοκράτορα έμειναν άναυδοι μπροστά στο θάρρος του αγίου και, σκεπτόμενοι ότι θα έπρεπε να θανατώσουν εκείνον, ο οποίος τους φιλοξένησε τόσο πλουσιοπάροχα, ένιωσαν βαθύτατη θλίψη και απερίγραπτη αθυμία και αμηχανία. Ο άγιος όμως τους ικέτευσε να μη χρονοτριβήσουν, αλλά να πράξουν το εντεταλμένο καθήκον τους, ώστε ο ίδιος και οι σύντροφοί του να συναντήσουν μια ώρα νωρίτερα τον Κύριο και Θεό τους για να συνευφραίνονται μαζί Του αιώνια. Με βαριά καρδιά οι απεσταλμένοι του αυτοκράτορα αποκεφάλισαν τους τρεις μαθητές του Χριστού και έστειλαν την κεφαλή του Λογγίνου στα Ιεροσόλυμα, με σκοπό ο Πιλάτος και οι Ιουδαίοι να βεβαιωθούν για την θανάτωσή του. Αλλά την κάρα του αγίου, με διαταγή του Πιλάτου, την έριξαν μέσα σ’ έναν λάκκο με κοπριά κάπου στα περίχωρα της Ιερουσαλήμ.

 Πολλά χρόνια αργότερα, μια πλούσια αρχόντισσα από την Καππαδοκία, η οποία έχασε την όρασή της, συνοδευόμενη από τον μονάκριβο γιο της, πήγε στην Αγία Πόλη να προσκυνήσει και να προσευχηθεί με την ελπίδα να ξαναβρεί το πολύτιμο φως της. Μόλις όμως έφθασε στα Ιεροσόλυμα, ο γιος της πέθανε ξαφνικά και η δυστυχία της ταλαίπωρης γυναίκας έγινε μεγαλύτερη. Μέσα σ’ αυτή την αβάσταχτη δοκιμασία, της εμφανίσθηκε μια νύχτα ο άγιος Λογγίνος στο όνειρό της και της φανέρωσε το μέρος όπου βρισκόταν η τίμια κάρα του, διαβεβαιώνοντάς της ότι το λείψανό του θα της παρείχε την πολυπόθητη θεραπεία των οφθαλμών της. Τότε, με μεγάλη προθυμία έψαξε η ευσεβής και πονεμένη γυναίκα, βρήκε τελικά την κάρα του αγίου Μάρτυρος και με την χάρη που εξέπεμπε το τίμιο λείψανο ανέκτησε το φως της. Όμως δεν άνοιξαν μόνο οι σωματικοί της οφθαλμοί· ο Θεός τής έδωσε και το χάρισμα να δει έκπληκτη με τους οφθαλμούς της ψυχής της τον άγιο Λογγίνο να κρατά στην αγκάλη του, σαν να ήταν παιδί του, τον μονάκριβο γιο της, ο οποίος φορούσε πλούσια νυμφικά ενδύματα και ήταν γεμάτος από χαρά. Με ανακούφιση και ευγνωμοσύνη προς τον Θεό, ο Οποίος ανταποδίδει εκατονταπλάσια έναντι της όποιας δοκιμασίας διερχόμαστε σ’ αυτόν τον σύντομο επίγειο βίο μας, η ευλαβής γυναίκα τοποθέτησε την τίμια κάρα του αγίου Μάρτυρος μαζί με το σώμα του γιου της σε μια θήκη, όπως ακριβώς την νουθέτησε ο άγιος· την μετέφερε στην Καππαδοκία και την κατέθεσε στον ναό που ανήγειρε προς τιμήν του, η όποια με την χάρη του αγίου Μάρτυρος Λογγίνου του Εκατοντάρχου, του επί του Σταυρού, επιτελούσε πάμπολλα θαύματα και ιάσεις εις δόξαν Θεού αλλά και μεγάλη ενίσχυση των πιστών.
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
Τόμ. 2ος (Οκτώβριος),
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·

 

Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2025

Ο όσιος Ευθύμιος ο Νέος



Ο όσιος Ευθύμιος ο Νέος 
Ο όσιος θεοφόρος πατήρ ημών Ευθύμιος γεννήθηκε επί Λέοντος Ε’ του Αρμενίου (813-820) σ’ ένα χωριό της Γαλατίας στα περίχωρα της Άγκυρας. Στο άγιο βάπτισμα έλαβε το όνομα Νικήτας και καθώς ο πατέρας του πέθανε όταν ήταν επτά ετών, τον ανέθρεψε η ευλαβής μητέρα του, η οποία τον κατήχησε στην ορθόδοξο πίστη και στην προσκύνηση των αγίων εικόνων. 
Όταν ενηλικιώθηκε, υπηρέτησε για ένα διάστημα στον στρατό. Παρ’ ότι παιδιόθεν διακαώς επιθυμούσε να ακολουθήσει τη στενή και τεθλιμμένη οδό που οδηγεί στη Βασιλεία των Ουρανών και να γίνει μοναχός, ενέδωσε στις παρακλήσεις της μητέρας του και νυμφεύθηκε τη θυγατέρα πλούσιων και ευλαβών συμπατριωτών του. Απέκτησε δε και μία κόρη. 
Μία ημέρα ο Νικήτας, με πρόσχημα ότι έφευγε για να ψάξει ένα από τα άλογα του σπιτιού που είχε χαθεί, αποχαιρέτησε την οικογένειά του και κατέφυγε στην έρημο για να βρει ύδατα αναπαύσεως. Πηγαίνοντας από πόλη σε πόλη, έφθασε τελικά στο όρος Όλυμπος της Βιθυνίας ο οποίος χάρις σε μορφές όπως ο άγιος Ιωαννίκιος [4 Νοεμ.], ο όσιος Πέτρος της Ατρώας [3 Ιαν.], ο όσιος Θεοφάνης ο Ομολογητής [12 Μαρτ.], ήταν την εποχή εκείνη το πιο σημαντικό μοναστικό κέντρο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Τριγύρω από κάποια μεγάλα μοναστήρια, ζούσαν χιλιάδες μοναχοί είτε σε απόλυτη ερημία, είτε με κάποιον Γέροντα, είτε σε ημιαναχωρητικές αδελφότητες. 
Ο Νικήτας πάνω απ’ όλα επιθυμούσε να πάρει την ευλογία του αγίου Ιωαννικίου του Μεγάλου, του θαυματουργού και ομολογητού της ορθοδόξου πίστεως, και ει δυνατόν να συγκαταλεχθεί μεταξύ των πολλών μαθητών του. Βλέποντάς τον να πλησιάζει ο Ιωαννίκιος, προείδε τη μεγάλη αρετή του ανδρός και είπε στους μαθητές του για να τον δοκιμάσει: «Ποιος είναι αυτός ο αυθάδης νέος που τολμά να έλθει σε μας ενώ είναι κακούργος και ληστής; Πιάστε τον και δέστε τον!» Ο Νικήτας κατέβασε το κεφάλι και δεν επιχείρησε να αμυνθεί, τόσο μεγάλη ήταν η χαρά του που βρισκόταν κοντά στον άγιο. 
Όταν ο Ιωαννίκιος τον απάλλαξε από την κατηγορία, όλοι θαύμασαν την ταπείνωση του νέου και την εκκοπή του ιδίου θελήματος. Για να αποφύγει τους επαίνους, ο Νικήτας άφησε τη συνοδεία του αγίου Ιωαννικίου και πήγε υποτακτικός στον Ιωάννη, έναν Γέροντα άγιο και σημειοφόρο, που ζούσε στην ερημία. 
Ο Ιωάννης έκειρε τον Νικήτα μοναχό, του έδωσε το όνομα Ευθύμιος και τον ενέδυσε το μικρό Σχήμα. Αυτό έγινε το έτος 842. Μετά από καιρό, ο Ιωάννης έστειλε τον Ευθύμιο στο πλησιέστερο κοινόβιο, τη Μονή των Πισσαδηνών, για να ολοκληρώσει την ασκητική διαπαιδαγώγηση με την υπακοή και την καθημερινή αυταπάρνηση. 
Ο Ευθύμιος υποτάχθηκε με τη μεγαλύτερη πραότητα σε όλα τα διακονήματα. Θεωρούσε ότι ήταν ο έσχατος και πλέον ανάξιος όλων των αδελφών και πρόθυμα υπάκουε όχι μόνον στον ηγούμενο αλλά και σε όλους τους άλλους μοναχούς, σαν να άκουγε από τα χείλη τους τη φωνή του Θεού. 
Γύρω στο 858, η μονή είχε αναστατωθεί από τις διχόνοιες και τα σκάνδαλα που ακολούθησαν την εκλογή του αγίου Φωτίου [6 Φεβρ.] στον Οικουμενικό θρόνο. Φιλήσυχος και φιλέρημος, ο όσιος Ευθύμιος προτίμησε να αναχωρήσει, μαζί με τον συμμοναστή του Θεοστήρικτο, στον Άθω, όπου τότε εγκαταβίωναν μόνον ερημίτες οι οποίοι ζούσαν με σκληρή άσκηση. 
Πριν αποσυρθεί οριστικά στην άγρια ερημία του Άθω, πήγε να μείνει για κάποιο διάστημα κοντά σε ένα φημισμένο ασκητή του Ολύμπου, τον Θεόδωρο, ώστε να μυηθεί στις ανώτερες βαθμίδες του ασκητικού βίου και να λάβει από αυτόν το μεγάλο και αγγελικό Σχήμα. 
Μετά από δεκαπέντε χρόνια στον Όλυμπο της Βιθυνίας ο Ευθύμιος ξεκίνησε για τον Άθω, όπου έγινε υποτακτικός του Γέροντος Ιωσήφ, ενός Αρμένιου, του οποίου η αρετή ήταν τόσο μεγάλη ώστε μετά θάνατον το σκήνωμά του ανέβλυσε μύρο ευωδιάζον. Ενθάρρυναν ο ένας τον άλλο στον αγώνα της αρετής και αποφάσισαν να μείνουν εντός ενός σπηλαίου για τρία χρόνια, δίχως να βγουν, τρεφόμενοι με ό,τι τους έστελνε η πρόνοια του Θεού. 
Μετά το πέρας αυτής της υπεράνθρωπης δοκιμασίας, από την οποία βγήκε νικητής και φωτισμένος από τη θεία Χάρη, ο Ευθύμιος επέστρεψε για λίγο στον Όλυμπο της Βιθυνίας για να δει τον Θεόδωρο. Όταν του διηγήθηκε την αγγελική βιοτή που ζούσαν στον Άθω, ο Θεόδωρος τον παρακάλεσε να τον πάρει κι εκείνον μαζί του. Εξαιτίας όμως της προχωρημένης ηλικίας του και των παθήσεων που προκλήθηκαν από την ασκητική του ζωή, ο Θεόδωρος δεν μπόρεσε να μείνει στον Άθω. Ο Ευθύμιος τον εγκατέστησε στα περίχωρα της φιλοχρίστου και φιλομονάχου πόλεως Θεσσαλονίκης και επέστρεψε στον Άθω για να απολαύσει το μέλι της ησυχίας. 
Λίγο αργότερα, ο Ευθύμιος πληροφορήθηκε τον θάνατο του Γέροντα Θεοδώρου και πήγε στη Θεσσαλονίκη για να προσκυνήσεις τον τάφο του. Χειροτονήθηκε τότε πρεσβύτερος· τη χειροτονία του δεν την επεδίωξε ορμώμενος από φιλοδοξία, αλλά την δέχθηκε ώστε να μπορούν οι ασκητές του Άθω να μεταλαμβάνουν πιο συχνά των αχράντων Μυστηρίων. 
Επιστρέφοντας στον Άθω, δεν βρήκε την ανάπαυση και την ησυχία που επιθυμούσε διότι πολλοί ήταν εκείνοι που τον επισκέπτονταν εξαιτίας της φήμης που είχε αποκτήσει μεταξύ των αναχωρητών. Αποφάσισε τότε να φύγει και να πάει στον Άγιο Ευστράτιο, μαζί με δύο συντρόφους του, τον Ιωάννη Κολοβό και τον Συμεών. Ενώ όμως έπλεαν για το νησί, τους αιχμαλώτισαν πειρατές Αγαρηνοί, που τότε λυμαίνονταν το Αιγαίο πέλαγος. 
Όταν απελευθερώθηκαν, επέστρεψαν στον Άθω, αλλά και εκεί οι συχνές επιδρομές των πειρατών τους υποχρέωσαν να χωρισθούν για να πάνε σε μέρη πιο ασφαλή. Ο Ευθύμιος, ο Ιωσήφ ο Αρμένιος και κάποιοι από τους υποτακτικούς τους εγκαταστάθηκαν κοντά στο χωριό Βραστά της Χαλκιδικής και διήγαν ισάγγελο πολιτεία σε χωριστά κελλιά. Του Ευθυμίου ωστόσο του άρεσε να πηγαίνει περιοδικά στον Άθω για να βρίσκεται μεταξύ ουρανού και γης και να συνομιλεί αμεσότερα με τον Θεό. 
Κατά τη διάρκεια μιας τέτοιας αναχωρητικής διαμονής, του δόθηκε σε όραμα η εντολή να αναστηλώσει την εγκαταλελειμμένη μονή που βρισκόταν στο όρος Περιστερά, κοντά στη Θεσσαλονίκη, ώστε να παράσχει στους ευλαβείς κατοίκους της περιοχής την ευλογία που φέρνουν οι άνθρωποι του Θεού. 
Εγκαταστάθηκε στα ερείπια της μονής γύρω στο 871, μαζί με δύο υποτακτικούς του, τον Ιγνάτιο και τον Εφραίμ και μέσα από αναρίθμητες δυσκολίες που προκάλεσαν οι μισόκαλοι δαίμονες, κατόρθωσε να ανασυγκροτήσει τη μονή την αφιερωμένη στον άγιο Απόστολο Ανδρέα. Μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα, ήλθε από τη Θεσσαλονίκη και τη γύρω περιοχή πλήθος μοναχών για να υποταχθούν στη σοφή καθοδήγηση του Ευθυμίου. 
Το 888 ίδρυσε εκεί κοντά μία γυναικεία μονή, επικεφαλής της οποίας όρισε την Ευθυμία, την εγγονή του, η οποία, όπως άλλωστε και όλα τα μέλη της οικογενείας του, είχε ασπασθεί τον μοναχικό βίο. 
Καθ’ όλο αυτό το διάστημα, ο Ευθύμιος πήγαινε από καιρό σε καιρό στη Θεσσαλονίκη και ανέβαινε σ’ ένα στύλο, που είχε διαλέξει ως στίβο του ασκητικού αγώνα, κατά την πρώτη του επίσκεψη. Πάνω απ’ όλα όμως τον ανέπαυε να αποσύρεται στον Άθω, μακριά απ’ όλους, μόνος μόνω τω Θεώ προσευχόμενος. 
Το 898, καθώς προορατικώς εγνώρισε την ημέρα της εκδημίας του, συγκέντρωσε όλους τους μαθητές του για ένα εορταστικό γεύμα στην τράπεζα της Μονής των Περιστερών. Τους συμβούλευσε, τους νουθέτησε για τελευταία φορά, και αφού τους έδωσε την ευλογία του, μετέβη στην έρημη νησίδα Ιερά (σημ. Γιούρα), όπου παρέδωσε εν ειρήνη την ψυχή του στον Κύριο, παρουσία μόνον των αγγέλων και των αγίων, την 15η Οκτωβρίου.

Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Τόμος 2ος, Οκτώβριος. Ίνδικτος, 

Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2025

Όσιος Νικόλαος ο απλός και θαυματουργός πρίγκιπας Τζερνηγοβιγίας (Τσέρνιγκωφ) «ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ».



Όσιος Νικόλαος ο απλός και θαυματουργός πρίγκιπας Τζερνηγοβιγίας (Τσέρνιγκωφ) «ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ». 
 14 Οκτωβρίου.

Εγγονός του πρίγκιπα Σβιατοσλάβου Ιαροσλάβιτς, προστάτης της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου, ο Όσιος Νικόλαος, του οποίου το κατά κόσμον όνομα ήταν επίσης Σβιατοσλάβος, υπήρξε ο πρώτος μιας σειράς ρώσων πριγκίπων που άφησαν την εγκόσμια βασιλεία και ενδύθηκαν το Μοναχικό Σχήμα, για να καταστούν κληρονόμοι της Αιωνίου Βασιλείας. Όταν ο Χάνος των Κουμάνων τον ανάγκασε να εγκαταλείψει την ηγεμονία του Λουτσκ, εκμεταλλεύθηκε την ευκαιρία αυτή για να γίνει μοναχός στη Λαύρα των Σπηλαίων (1106).

Μιμούμενος τον Χριστό, αποτάχθηκε όλα τα προνόμια και τις διακρίσεις του, και η ταπεινοφροσύνη του, όπως και η σύμφωνη προς την ευαγγελική διδασκαλία βιοτή του, έκαναν όλους τους μοναχούς να δοξάζουν τον Θεό για την παρουσία του. Αντιστάθηκε στις απόπειρες των κατά σάρκα αδελφών του να το φέρουν πίσω στον κόσμο, υπέμενε με καλή διάθεση, σαν απλός δόκιμος, τα πλέον ταπεινά διακονήματα και ανέλαβε διαδοχικά το διακόνημα του μάγειρα, του πορτάρη και του τραπεζάρη.

Έχοντας αποδείξει επί σειρά ετών την τελεία υπακοή του, ο ηγούμενος του επέτρεψε να ζει απομονωμένος στο κελλί του, για να εφιερώνεται απερίσπαστος στην αδιάλλειπτη νοερά προσευχή. Έτρωγε πολύ λίγο από το φαγητό που του έφερναν από την κοινή τράπεζα της Μονής, και μοίραζε στους πτωχούς και στους προσκυνητές τα λαχανικά που έβγαζε το περιβολάκι του καθώς και τα τρόφιμα που του έστελναν.

Παρά τις νουθεσίες και τις συμβουλές των συγγενών του και του πρώην προσωπικού ιατρού του ο οποίος συχνά τον επισκεπτόταν, ο Όσιος Νικόλαος επιδιδόταν σε μεγάλες στερήσεις και όταν έπεσε άρρωστος, αρνιόταν να ακολουθήσει τις θεραπείες που του πρότεινε ο ιατρός. Βρήκε τελικά ανάπαυση από τους πόνους του στις 14 Οκτωβρίου του 1143.

Πολλούς μήνες αργότερα, ο αδελφός του πρίγκιπας Ιζιασλάβος αρρώστησε σοβαρά, θεραπεύθηκε όμως αμέσως μόλις φόρεσε τον τρίχινο χιτώνα του Οσίου Νικολάου και μόλις ήπιε νερό από το μοναστήρι. Έκτοτε κάθε φορά που αρρώσταινε, χρησιμοποιούσε ως θεραπεία το Ιερό Κειμήλιο, το οποίο ζήτησε να του φορέσουν όταν θα πέθαινε.
Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Τόμος 2ος, Οκτώβριος. Ίνδικτος, 

 

Δημοφιλείς αναρτήσεις