Ο οσιομάρτυς Τιμόθεος ο Εσφιγμενίτης
29 Οκτωβρίου
Ο οσιομάρτυς Τιμόθεος καταγόταν από το χωριό Παράορα της επαρχίας Κεσσάνης στην Ανατολική Θράκη. Στο άγιο βάπτισμα έλαβε το όνομα Τριαντάφυλλος και όταν έφθασε σε ηλικία γάμου έλαβε νομίμως σύζυγο και απέκτησαν δύο θυγατέρες.Συνεργούντος του διαβόλου, η σύζυγός του ερωτεύθηκε έναν Τούρκο ο οποίος την έπεισε να εγκαταλείψει θρησκεία και οικογένεια για να ζήσει μαζί του. Μετά από λίγο καιρό, όμως, η γυναίκα συνειδητοποίησε το ανόμημά της και ζήτησε από τον Τριαντάφυλλο να τη γλυτώσει από τα χέρια του βαρβάρου. Ο λογισμός της ήταν να τουρκεύσει κατ’ οικονομίαν εκείνος, να την γλυτώσει και μετά να φύγουν οι δυο τους, να γίνει εκείνη μοναχή σε κάποια γυναικεία μονή και να πάει ο Τριαντάφυλλος να μονάσει στο Άγιον Όρος.Ο Τριαντάφυλλος πήγε αμέσως στον Τούρκο δικαστή και δήλωσε ότι αν του δώσουν πίσω τη γυναίκα του θα γίνει μουσουλμάνος. Πράγματι, υπεβλήθη σε περιτομή και πήρε πίσω τη σύζυγό του. Μόλις το επέτρεψαν οι συνθήκες, άφησαν τις κόρες τους στη φροντίδα ευσεβών φίλων και έφυγαν από το χωριό. Η σύζυγός του εισήλθε σε μια γυναικεία μονή κοντά στις Κυδωνίες (Αϊβαλί), και ο Τριαντάφυλλος πήγε στο Άγιον Όρος και εκάρη μοναχός στη Μεγίστη Λαύρα, έλαβε το όνομα Τιμόθεος και για πολλά χρόνια ασκούσε το διακόνημα του κηπουρού.Έχοντας ακούσει όμως για το ένδοξο μαρτύριο του αγίου νεομάρτυρος Αγαθαγγέλου του Εσφιγμενίτου [19 Απρ.] και φλεγόμενος και ο ίδιος από τον πόθο να ενωθεί με τον Χριστό συμμετέχοντας στο Πάθος Του, πήγε στη Μονή Εσφιγμένου, έβαλε μετάνοια και έζησε εκεί με τελεία υπακοή. Έχοντας πάρει την ευλογία του ηγουμένου για το μαρτύριο, έφυγε για τον Ελλήσποντο, όπου συνάντησε δύο συντρόφους αποφασισμένους να μαρτυρήσουν μαζί του: τον ιεροδιάκονο Γερμανό και τον ιερέα Ευθύμιο. Πήγαν στα Παράορα, όπου ο Τιμόθεος με παρρησία ομολόγησε ότι παρέμενε πάντα χριστιανός, στηλίτευσε τη μουσουλμανική θρησκεία και καταδικάσθηκε σε θάνατο.Ο δικαστής του χωριού έστειλε τον Τιμόθεο και τον Ευθύμιο στην Αδριανούπολη, όπου τους φυλάκισαν μαζί με δύο άλλους ομολογητές: τον ιερομόναχο Νικόλαο και τον μοναχό Βαρνάβα. Κάθε μέρα βασάνιζαν τους αγίους για να τους κάνουν να αρνηθούν τον Χριστό, εκείνοι όμως άντεχαν ακλόνητοι στα μαρτύρια και προσδοκούσαν μόνον την ημέρα της λυτρώσεώς τους από την παρούσα ζωή.Ο Γερμανός κατόρθωσε να τους πλησιάσει και να φυλακισθεί μαζί τους με το πρόσχημα ότι δεν είχε πληρώσει τον κεφαλικό φόρο που κατέβαλλαν υποχρεωτικά οι χριστιανοί. Τους πήγε άγιο Άρτο και έψαλαν και οι πέντε ολονύκτιο αγρυπνία· καθώς δεν είχαν εκκλησιαστικά βιβλία, αντί για τα αναγνώσματα από την Αγία Γραφή, καθένας τους περιέγραφε τα μαρτύρια που είχε υποστεί για τον Χριστό, καθώς και τις ερωτήσεις των δικαστών και τις απαντήσεις που έδωσαν εκείνοι.Μερικές ημέρες αργότερα, στις 29 Οκτωβρίου 1820, αποκεφαλίσθηκε ο Τιμόθεος. Η γαλήνη, η ηρεμία και η αγαλλίαση που ακτινοβολούσε το πρόσωπό του τη στιγμή του μαρτυρίου κατήσχυναν την ωμότητα των δημίων και του πασά, ο οποίος αποφάσισε να μην θανατωθούν οι σύντροφοί του, γεγονός που ήταν για εκείνους αληθινό μαρτύριο· τόσο μεγάλος ήταν ο πόθος τους να ακολουθήσουν τον Τιμόθεο στον θρίαμβο των αληθινών μαθητών του Χριστού.Το τίμιο λείψανο του αγίου ερρίφθη στον ποταμό Έβρο, ο Γερμανός όμως πήρε τα αιματοβαμμένα ενδύματα, έδωσε ένα τμήμα ευλογία στις κόρες του νεομάρτυρος, και τα πήγε στη Μονή Εσφιγμένου όπου φυλάσσονται μαζί με τα ρούχα του μαρτυρίου του αγίου οσιομάρτυρος Αγαθαγγέλου.Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Τόμος 2ος, Οκτώβριος. Ίνδικτος,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου