Ε´
Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΣ ΩΣ «ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ» ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
5. «Ανακεφαλαιούμενον ὅλον, δοκῶ, ὁρᾶται»
῞Ολα, ἀντιπράττοντα ἢ συνεργοῦντα, θέλοντας ἢ μή, ἐμμέσως ἢ ἀμέσως, συμβάλλουν στὸν ἐρχομὸ τοῦ ῾Ενός, τοῦ ᾿Αληθινοῦ. ῞Ολα ἀπὸ τὸ «᾿Αγαθὸν» προσλαμβάνονται καὶ γίνονται, μ᾿ ἕναν ξένο γι᾿ αὐτὰ τρόπο, βοηθητικὰ τοῦ ἑνὸς Σκοποῦ καὶ τέλους, ποὺ ἀνακεφαλαιώνει τὴν ἐλπίδα πάντων.
«...καὶ ἔσται τὸ κακὸν φθορὰ μὲν δι᾿ ἑαυτό, γενεσιουργὸν δὲ διὰ το ἀγαθόν· καὶ ᾗ μὲν κακὸν οὔτε ὂν οὔτε ὄντων ποιητικόν· διὰ δὲ τὸ ἀγαθὸν καὶ ὂν καὶ ἀγαθὸν ὄν, καὶ ἀγαθῶν ποιητικὸν» (ἅγ. ∆ιονύσιος ᾿Αρεοπαγίτης, Ρ.G. 3, 717C).
Γι᾿ αὐτό, τὸ ᾿Αληθινὸ εἶναι ἤρεμο καὶ ἀτάραχο. ∆ὲν ἀντιπροσωπεύει τὸ μέρος -πλειονότητα ἢ μειονότητα- ἀλλὰ τὸ ὅλον.
∆ουλεύει ἕως ἄρτι καὶ κάνει τὰ πάντα νὰ δουλεύουν θετικά, ἔστω καὶ ἂν φαίνεται μὲ τὴν πρώτη ματιὰ πὼς γκρεμίζουν. ῍Η ἀκόμη, ἔστω καὶ ἂν πρὸς στιγμὴν γκρεμίζουν· «῞Οτι καὶ τοῖς γινομένοις καὶ νομιζομένοις κακοῖς ἀγαθοπρεπῶς κέχρηται ὁ Θεὸς πρὸς διόρθωσιν ἢ ὠφέλειαν ἡμῶν ἢ ἑτέρων» (ἅγιος Μάξιμος, Ρ.G. 4, 305C).
∆ουλεύει, ἀγρυπνεῖ «στεναγμοῖς ἀλαλήτοις», καὶ δὲν φοβᾶται καμιὰ συνωμοσία ἐναντίον του. Τὰ πάντα εἶναι δέσμια τῆς ἐλευθερίας των. Τὰ πάντα στὸ τέλος θὰ γονατίσουν σ᾿ αὐτό. Καὶ τοῦτο εἶναι τὸ ἀληθινὰ παρήγορο· ἡ δύναμι γιὰ νὰ σηκώσωμε κάθε πόνο, νὰ καταλάβωμε, νὰ ἀνεχθοῦμε ἐπ᾿ ἐλπίδι κάθε δύσκολο καὶ ἀκατανόητο·
«Πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται, ὅτι Κύριος ᾿Ιησοῦς εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός» (Φιλιπ. 2, 10-11).
᾿Αλίμονο, ἂν δὲν ἧταν ἔτσι. Θὰ ἤμασταν τότε ἐλεεινότεροι πάντων τῶν ἀνθρώπων. ∆ηλαδὴ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι θὰ ἤμασταν ἐλεεινοὶ καὶ ἀξιοδάκρυτοι. Τώρα ὅλοι εἴμαστε δυνάμει μακάριοι, γιατὶ γιὰ ὅλους μας ὑπάρχει δυνατότης σωτηρίας. ῾Ο Κύριος προσέλαβε καὶ ἐθέωσε τὴν ἀνθρώπινη φύσι.
Καὶ οἱ σωσμένοι δὲν εἶναι αὐτοὶ ποὺ μᾶς νίκησαν (καὶ μεῖς εἴμαστε οἱ νικημένοι τους), ἀλλ᾿ αὐτοὶ οἱ ἴδιοι εἶναι ὁ πιὸ ἀληθινὸς ἑαυτός μας. Αὐτοὶ μὲ τὶς πρεσβεῖες τους μᾶς ἕλκουν πρὸς τὴ ζωή. ᾿Εν τῷ προσώπῳ τους, δυνάμει νικήσαμε. Πρεσβεύουν, ἀγρυπνοῦν, προσεύχονται γιὰ μᾶς.
*
῾Η ἱστορία τῶν Τριῶν Παίδων μᾶς μιλᾶ εὔγλωττα γιὰ τὸν δυναμισμὸ τῆς μιᾶς, τῆς καθολικῆς πίστεως. Αὐτοὶ δὲν παρακάλεσαν τὸν Ναβουχοδονόσορα οὔτε νὰ τοὺς ἀπαλλάξη ἀπὸ τὴν τιμωρία, οὔτε νὰ βάλη λιγότερη πίσσα στὴ φωτιὰ (∆ανιὴλ 3, 16 ἑξ.). ∆ὲν ἀνῆκε στὸ ἦθος καὶ τὴ μεγαλοπρέπεια τῆς δυνάμεως τῆς πίστεώς τους μιὰ παρόμοια ἐνέργεια. Οὔτε οἱ ἀπειλές του τοὺς φόβιζαν, οὔτε οἱ κολακεῖες του τοὺς δελέαζαν.
Πίστευαν στὸν ἀληθινὸ Θεό. ῾Ομολόγησαν τὴν πίστι τους μ᾿ ἕνα λόγο. Εἶπαν «ναὶ» στὴν πίστι. Εἶπαν «ναὶ» στὴ ζωή. Καὶ στάθηκαν ἐκεῖ. ∆ὲν εἶχαν ἄλλο προορισμὸ ἢ ἀποστολή.
Καὶ προχώρησε ὁ Ναβουχοδονόσορ. ᾿Επλήσθη θυμοῦ. ᾿Ενεπύρισε τὴν κάμινον.
῞Ολα τὰ ὑλικὰ μπῆκαν πάνω στὴ φωτιά. ῞Ολα τὰ ὄργανα ἔπαιξαν. ῞Ολοι οἱ λαοὶ γονάτισαν.
∆ὲν ὑπῆρχε ἀμφιβολία καμιὰ γιὰ ὅλα αὐτά, γιὰ τὴν ἱστορία.
∆ὲν ὑπῆρχε ἀμφιβολία καμιὰ γιὰ τὴν αἰωνιότητα, γιὰ τοὺς Τρεῖς Παῖδας.
᾿Αναμετρήθηκαν.
Καὶ μέσα ἀπὸ τὴν κάμινο βγῆκε δοξολογία, ποὺ ὑψώθηκε πήχεις καὶ πήχεις πάνω ἀπὸ τὴ φωτιά. Καὶ δοξολόγησαν τὸν Θεὸ καὶ εἶπαν: Εὐλογητὸς εἶ Κύριε ὁ Θεὸς τῶν πατέρων ἡμῶν, καὶ αἰνετὸς καὶ ὑπερυψούμενος εἰς τοὺς αἰῶνας...
Καὶ ἄγγελος Κυρίου συγκατέβη τοῖς περὶ τὸν ᾿Αζαρίαν. Οἱ τρεῖς ἔγιναν τέσσερις. Καὶ πεπεδημένοι περιεπάτουν ἐν μέσῳ τῆς φλογὸς ὑμνοῦντες τὸν Θεόν.
Καὶ ἄναψε ὁ χορός. Καὶ ἔλαμψε ἡ φύσι ὅλη. Καὶ εἶπαν· Εὐλογεῖτε πάντα τὰ ἔργα Κυρίου τὸν Κύριον.
Εὐλογεῖτε ἄγγελοι Κυρίου, οὐρανοί... ὕδατα... ἥλιος, σελήνη, ἄστρα, δρόσος, ὄμβρος, καῦμα, ψῦχος...
Καὶ πυρπολήθηκαν τὰ πάντα. Καὶ ἔγιναν φῶς, δοξολογία.
᾿Ενῶ οἱ ὑπηρέτες τοῦ βασιλέως οὐ διέλιπον καίοντες τὴν κάμινον μὲ νάφθαν καὶ πίσσαν καὶ στυππίον καὶ κληματίδα, ὅλη αὐτὴ ἡ μανία τους καὶ τὸ πῦρ τῆς καμίνου γινόταν γιὰ τοὺς τρεῖς πνεῦμα δρόσου διασυρίζον.
Καὶ οὐχ ἥψατο αὐτῶν καθόλου τὸ πῦρ, οὐδὲ ἐλύπησε, οὐδὲ παρηνώχλησε.
Καὶ ἐξέκαυσε πάντας τοὺς περὶ τὴν κάμινον.
Καὶ αὐτοὶ δροσίστηκαν ἀπὸ τὸ πῦρ. Καὶ ἀπὸ τὴ δοκιμασία τους ἀνέτειλε διαιωνίζων ὕμνος δοξολογίας καὶ ὑψωνόταν πάνω ἀπὸ τὶς φλόγες παρασύροντας ὅλη τὴ δημιουργία σὲ μιὰ οὐρανομήκη δοξολογία· Θεολογία -ὄχι κατασκεύασμα. Αὐτόματη γέννησι, ξέσπασμα εὐχαριστίας καὶ εὐγνωμοσύνης (βγαλμένο μέσα ἀπὸ τὴ φλόγα τῆς ἐσχάτης κρίσεως) πρὸς «Σὲ τὸν ἐν πυρὶ δροσίσαντα παῖδας θεολογήσαντας».
Μέσα σ᾿ αὐτὸν τὸν χείμαρρο γνωρίζεται ὁ Θεὸς σὰν ἐλεύθερη ζωή. Σὰν ἐπέκεινα κάθε διαμάχης.
῞Ολοι καὶ ὅλα δουλεύουν γιὰ τὸν ἐρχομὸ καὶ τὴ φανέρωσι τοῦ ῾Ενός, τοῦ ᾿Αληθινοῦ, ποὺ πάντοτε ἔρχεται. Μέσα ἐδῶ ὅλοι συνεργάζονται:
Ποιὸς δρόσισε τοὺς πιστοὺς παῖδας; ῾Η φλόγα τῆς καμίνου ἢ ἡ πίστι τους;
Ποιὸς ἐνεπύρισε τοὺς περὶ τὴν κάμινον; ῾Η φωτιὰ ἢ τὸ μίσος τους;
Ποιὸς ἔγινε ἀφορμὴ γιὰ τὴν προτυπούμενη θεοφάνεια, ἡ πίστι τῶν τριῶν ἢ ἡ μανία τοῦ ψεύδους;
Τὸ ἀληθινὸ δὲν φοβᾶται. Τὸ ἀληθινὸ ἀναδύεται σὰν δρόσος μέσα ἀπὸ τὸ πῦρ καὶ εὐγνωμοσύνη μέσα ἀπὸ τὸ μῖσος.
Τὸ ἀληθινὸ οὐσιαστικὰ μόνο ἀνατέλλει, βλαστάνει. Τὸ ψεύτικο μόνο δύει, μαραζώνει. Αὐτὴ εἶναι ἡ «μοίρα» του.
Καὶ ἀντιλαμβάνεται κανεὶς μέσα στὸν δροσισμὸ τῆς ἀληθινῆς θεολογίας, ποὺ ἀναδύεται ἀπὸ τὸ ἄστεκτο πῦρ, ὅτι ὁ Θεὸς ἐποίησεν τὰ πάντα καλὰ λίαν. ᾿Εκείνη τὴν ὥρα βλέπει κανεὶς διαφορετικὰ τὰ πράγματα. Τοῦ ἀποκαλύπτεται μιὰ φωτεινὴ τομὴ τῆς ἱστορίας. Τὰ πάντα συνέρχονται σὲ δοξολογία καὶ συγχορεύουν μεταμορφωμένα.
Τότε μακαρίζει κανεὶς τὸν πόνο, τὸ κάψιμο τῆς καμίνου τῆς ἱστορίας, ποὺ ἔγινε ἀφορμὴ τούτου τοῦ δροσισμοῦ καὶ τῆς οὐράνιας ἀναψυχῆς τοῦ διασυρίζοντος πνεύματος. Νοιώθει σωστὰ τὰ πάντα. ∆ιακρίνει ποῦ καταλήγουν. Βρίσκεται στὸ ἔσχατον. ᾿Απ᾿ ἐκεῖ βλέπει τὴν κτίσι, τὴν ἱστορία.
∆ὲν ἔχει κανένα παράπονο γιὰ κανένα. Χαίρεται τὰ πάντα. Εὐγνωμονεῖ τοὺς πάντας. ᾿Απὸ παντοῦ ὁ πόνος πετᾶ κλαδιὰ ζωῆς καὶ παρηγοριᾶς. Κοινωνεῖ τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ.
«᾿Ανακεφαλαιούμενον ὅλον, δοκῶ, ὁρᾶται· οὐ τͺῇ οὐσίᾳ πάντως δέ, ἀλλὰ τῇ μετουσίᾳ» (ἅγιος Συμεὼν Νέος Θεολογος, S.C. 156, σελ. 158).
Καὶ συνεχίζουν οἱ Τρεῖς Παῖδες·
∆ίκαια ὁ Θεὸς μᾶς ἐγκατέλειψε. Γίναμε μικρότερο ἔθνος ἀπὸ ὅλα τὰ ἔθνη.
Μὰ νά, μᾶς τό ᾿κανε γιὰ τὸ καλό μας.
᾿Εξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας ἔγινε τοῦτο.
Καὶ τώρα ἀξιοποιεῖται καὶ ἡ πτῶσι μας, ἡ ἀφιλοτιμία καὶ ἡ ἀποστασία μας ἀπὸ τὴν ἄπειρή Του ἀγάπη. Γίνονται ἀφορμὴ σωτηρίας ὅλα, καὶ καταγλυκαίνουν τὰ ἔγκατά μας τὰ πονεμένα, μὲ τὸν ὕμνο τοῦτο ποὺ βγαίνει ἀπὸ τὴ φλόγα. Μὲ τὴ σάρκωσι τοῦ Λόγου ποὺ προτυπώνει ἡ κάμινος. Μὲ τὴ σωματικὴ ᾿Ανάστασι ποὺ προμηνύεται. Μὲ τὴν Τριαδικὴ θεοφάνεια ποὺ εἰκονίζεται.
῾Η ᾿Εκκλησία παίρνει καὶ συνεχίζει τον ὕμνο τῶν Τριῶν Παίδων.
῾Η προφητεία τοῦ ∆ανιὴλ διαβάζεται στὸν ἑσπερινὸ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, τότε ἀκριβῶς ποὺ περνᾶμε ἀπὸ τὸ Σάββατο στὴν Κυριακή, ἀπὸ τὴ σκιὰ στὸ φῶς, ἀπὸ τὴν προτύπωσι στὴν ἀλήθεια, τὴν αἰώνια ζωὴ καὶ τὴν Τριαδικὴ μακαριότητα.
«᾿Ενταῦθα ἀνιστάμενοι ψάλλομεν εἰς ἦχον πλ. β´·
Τὸν Κύριον ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας......
Εὐλογεῖτε ᾿Απόστολοι, Προφῆται καὶ Μάρτυρες Κυρίου τὸν Κύριον.
Εὐλογοῦμεν Πατέρα, Υἱὸν καὶ ῞Αγιον Πνεῦμα τὸν Κύριον».
Αὐτῷ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας. ᾿Αμήν.
Αρχιμ.Βασιλείου Γοντικάκη
απο το βιβλίο ΕΙΣΟΔΙΚΟΝ
στοιχεία λειτουργικής βιώσεωςτου μυστηρίου της ενότητοςμέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία
από τις εκδόσεις: ΑΡΜΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου