Πέμπτη 30 Οκτωβρίου 2025

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ή ἂν μπορῶ νὰ ἐνοχλήσω τὴν Τριάδα - π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου


ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ
ή
ἂν μπορῶ νὰ ἐνοχλήσω τὴν Τριάδα 
τοῦ π. Κωνσταντίνου  Στρατηγόπουλου

Πρέπει νὰ ἦταν Φεβρουάριος τοῦ 1972. Εἶμαι σίγουρος γιὰ τὸν χρονολογικό προσδιορισμό. Τρεῖς Φεβρουάριοι φοιτητικῶν ἐτῶν ἔχουν χαραχτεί βαθιὰ στὴ μνήμη μου. ὁ πρῶτος ἦταν τότε που, πέντε χρόνια πρὶν ἀπὸ τὴν προαναφερθείσα χρονιά, κάναμε κατάληψη τοῦ κέντρου τῆς Ἀθήνας μετέχοντας στὸ προχουντικό φοιτητικό κίνημα. ὁ τρίτος Φεβρουάριος ἦταν τοῦ 1973, ὅταν μιὰ χούφτα φοιτητῶν τῆς Θεολογίας ἔβγαλε κραυγή δια- μαρτυρίας στη σιδηρόφρακτη χούντα καὶ ἔδωσε τὸ ἔναυσμα γιὰ τὰ μεγάλα κινήματα τῆς Νομικῆς καὶ τοῦ Πολυτεχνείου. Ὁ δεύτερος, τέλος. Φεβρουάριος ἦταν αὐτὸς ποὺ περιγράφεται στὶς ἀκόλουθες γραμμές, ἀπὸ χέρι ὑποσυνείδητου καταληψία ποὺ στὸ ἀ- κατάληπτον ἀπαντοῦσε μὲ καταλήψεις. 
Τότε, λοιπόν, εἶχε γίνει μιὰ ἀναδόμηση τοῦ προγράμματος σπουδῶν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Ἀθήνας. Γιὰ πρώτη φορά ἐφαρμόστηκε ὁ θεσμὸς τῶν ἑξαμήνων καὶ τῶν προαιρετικῶν μαθημά- των. Στὰ προγράμματα τοῦ δευτέρου ἐξαμήνου τοῦ δευτέρου ἔτους σπουδῶν ἐμφανίστηκε γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία τῆς Σχολῆς τὸ μάθημα τῆς Ἱεραποστολικῆς. Τὸ ἐπέλεξα καὶ πῆγα στὸ πρῶτο μάθημα. Στὴν αἴθουσα διδασκαλίας, στὸ παλαιὸ κτίριο τῆς Νομικῆς στη Σόλωνος, βρεθήκαμε τρεῖς φοιτητές. Τὸν καθηγητὴ δὲν τὸν γνώριζα. Ἦρθε στὴν ὥρα του. Ἄνοιξε σιγανὰ τὴν πόρτα, γιὰ νὰ μὴν ἐνοχλήσει μια συζήτηση ποὺ εἶχε ἀνάψει ἀνάμεσά μας, καὶ κοντοστάθηκε. Μόλις τὸν εἶδα τὸν ἀναγνώρισα. Τὸν εἶχα συναντήσει μόλις μιὰ μέρα πρὶν στὸ ἑρμηνευτικό σπουδαστήριο τῆς Ἱπποκράτους. Εἶχε βρεθεῖ στὸ χῶρο αὐτὸ ψάχνοντας, σίγουρα, στοιχεῖα γιὰ κάποια ἐργασία. Ἔλεγε πολλὰ ἀνέκδοτα στοὺς ὑπευθύνους τοῦ χώρου. Στὴν ἀρχὴ ἐνοχλήθηκα γιὰ τὸ θόρυβο, ποὺ ἦταν ἀπαγορευτικὸς γιὰ αὐτοσυγκέντρωση. Μετά, ὅμως, ἀπὸ τὴν ἐνόχληση ἀκολούθησε μιὰ φάση χαμόγελου καὶ ἱλαρότητας. Προσέχοντας τὰ ἀνέκδοτα ἄρχισα νὰ εἰσπράττω ὄφελος. Ἦταν χαριτωμένες ἱστορίες καὶ ἀπρόσμενα περιστατικὰ ἀπὸ ἀσκητὲς καὶ γέροντες τῆς ἐρήμου. Δὲν ρώτησα γιὰ νὰ μάθω κάτι περισ- σότερο γιὰ τὸν ἀπρόσμενο ἀνεκδοτολόγο ποὺ ἐπιβεβαίωσε μέσα μου κάτι ποὺ τὸ ἤθελα πολύ: οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ εἶναι χάρμα καὶ χαριτωμένοι. Μποροῦν νὰ χαμογελοῦν καὶ νὰ ἔχουν στιγμὲς ποὺ κάνουν πιὸ φωτισμένα τὰ ἀνθρώπινα καὶ πιὸ ἱλαρὰ τὰ ἀκα- τάληπτα. Ἤμουν σίγουρος πὼς σπουδάζοντας Θεολογία δὲν θὰ ἔπρεπε νὰ καταργήσω τὸ χιοῦμορ γιὰ νὰ γίνω σοβαρός. Ἀντίθετα μάλιστα, θὰ μποροῦσα νὰ καλλιεργήσω τὸ χιοῦμορ ὅπως οἱ πατέ- ρες τῆς ἐρήμου, ὅπου μὲ λίγα χαριτωμένα λόγια πνευματικῆς εὐφορίας πολλὰ θὰ μποροῦσαν νὰ γίνουν ἐκεῖ ποὺ δὲν χωροῦν κηρύγματα καὶ διδαχές. 
Ὁ καθηγητὴς στεκόταν ἀκόμα στὴν πόρτα τῆς αἴθουσας. Ἦταν σίγουρα ὁ Ἠλίας Βουλγαράκης ὅπως ἀναφερόταν στὸ πρό- γραμμα. Σωπάσαμε καὶ οἱ τρεῖς μας. Ἐκεῖνος τότε, μὲ ἀγαπητικὸ χαμόγελο, εἶπε: «Μπορῶ νὰ ἐνοχλήσω τὴν Τριάδα;» Γνώριζα ἤδη μέσα μου πὼς τὸ ἀνέκδοτο αὐτὸ πρέπει νὰ ἔκρυβε πολλά. Εἶμαι σίγουρος πὼς ὁ καθηγητὴς δὲν στεκόταν στὴν πόρτα ἀπὸ φόβο γιὰ τὸ πρῶτο μάθημα τῆς πανεπιστημιακῆς του σταδιο- δρομίας. Παρόλο ποὺ ὁ κοσμικός του τίτλος ἦταν «ὑφηγητής», τοῦ ἄξιζε ἀπὸ τότε ὁ τίτλος τοῦ καθηγητοῦ, τοῦ παιδαγωγοῦ δηλα- δή, ποὺ ἀρχίζει τὸ μάθημα πρὶν ν᾿ ἀγγίξει τὴν ἔδρα, πρὶν ν' ἀνέβει στὴν ἔδρα, πρὶν νὰ εἰσέλθει στὴν αἴθουσα, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν πόρτα. 
Μετὰ ἀπὸ λίγο κατάλαβα καὶ τὸ βαθὺ νόημα τοῦ «εἰσοδικοῦ» ἐρωτήματος. Ἀξιοποίησε τὸν ἀριθμὸ τῶν τριῶν φοιτητῶν ποὺ εἶ- χε μπροστά του, γιὰ νὰ μᾶς διδάξει πὼς ἡ Ἁγία Τριάδα δὲν ἐνοχλεῖται ἀπὸ παράξενες παρουσίες. Εἶναι ἀνοιχτὴ σὲ ὅλους. Ἂν ἡ ἐνόχληση ἀπὸ τὸν ἄλλο ὑπῆρχε ὡς γεγονός, τότε ἡ Τριάδα δὲν θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι Θεὸς καὶ Ἀγάπη. Καὶ αὐτὸ ἦταν ἡ ἱεραπο- στολή: ἡ πορεία ἀνάμεσα σὲ ξένους καὶ παράξενους ποὺ στέκονται στὴν πόρτα χωρὶς νὰ ἐνοχλεῖσαι ποὺ τοὺς ἀφήνεις νὰ μποῦν στὴν αἴθουσα καὶ τοὺς ἀνοίγεις τὸ χῶρο τῆς παρέας σου. Καὶ τότε ἔμαθα ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ καθηγητοῦ, τοῦ ὑφηγητοῦ, τοῦ χαριτωμένου, χαρισματικοῦ, ἱλαροῦ ἀνεκδοτολόγου, τοῦ μὴ ἐνοχλητικοῦ, συγκαταβατικοῦ, ἀγαπητικοῦ στὴ ματιά, ἄνετου στὴν καρδιὰ Ἠλία Βουλγαράκη, τὸν ὁρισμὸ τῆς ἐπιστήμης. Μᾶς εἶπε πὼς ἐπιστήμη εἶναι τὸ «ἐπίσταμαι» σὲ βάθος, τὸ γνωρίζειν σὲ βάθος. Καὶ τὸ πλέον βαθὺ γνωρίζειν εἶναι τὸ εἰδέναι τὸν Θεὸν καὶ μετὰ τὸν ἄν- θρωπο. Νὰ γνωρίζεις χωρὶς νὰ ὑποχρεώνεις, ν' ἀγαπᾶς χωρὶς νὰ πιέ- ζεις, νὰ θυσιάζεσαι χωρὶς νὰ ζητᾶς θυσίες, νὰ σηκώνεις βάρη χω- ρὶς νὰ ἐπιβαρύνεις, νὰ πληγώνεσαι χωρὶς νὰ πληγώνεις, νὰ ὑποτάσσεσαι χωρὶς νὰ ὑποτάσσεις, νὰ χαίρεσαι κι ὅταν λυπᾶσαι, νὰ τραγουδᾶς τὸν Θεὸ κι ὅταν σὲ ἐξαφανίζουν, ν' ἀνοίγεις τὴν καρδιά σου κι ὅταν σοῦ κλείνουν τὶς δικές τους. 
Ἀπὸ τότε ἀποφάσισα νὰ γίνω ἐπιστήμων πραγματικός. Κι εὐ- χαριστῶ τὸν ἄνθρωπο, τὸν καθηγητή, τὸν φίλο, τὸν ἀδελφὸ μὲ τὴν ἀπέραντη συγκατάβαση στὴ ματιά, ποὺ λεγόταν Ἠλίας. Πολλὲς φορὲς θυμήθηκα τὸν ὁρισμὸ τῆς ἐπιστήμης. Καὶ πολλὲς φορὲς ἔκλαψα ἐκ βαθέων στὰ σπουδαστήρια τῆς Ἱεραποστολικῆς τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Χαϊδελβέργης, ὅταν διάβαζα πικρὲς σελίδες ἱεραποστολικῶν κατακτήσεων τοῦ δυτικοῦ κόσμου πάνω σὲ χῶ- ρες τοῦ μὴ χριστιανικοῦ κόσμου. Τότε κατάλαβα πὼς τὰ ἱεραποστολικὰ ἐργαστήρια τῆς προηγμένης ἐπιστήμης δὲν μποροῦσαν νὰ παραγάγουν τὴν ἐπιστήμη γιὰ τὴν ὁποία μιλοῦσε ὁ Ἠλίας Βουλγαράκης. 
Εἶμαι σίγουρος πὼς ἀπὸ τὸν ὄντως «ἐπιστήμονα» Ἠλία πῆρα πολλά, ποὺ δὲν περιγράφονται σὲ λίγες γραμμές. Εἶμαι σίγουρος πὼς ὁ ὄντως «ἄνθρωπος» Ἠλίας συνέβαλε γιὰ νὰ προσπαθήσω νὰ γίνω ἐπιστήμων στὸ χῶρο τῆς διακονίας τοῦ ἱερατικοῦ καλέσματος. Τὸ μόνο ποὺ μπορῶ πλέον νὰ κάνω γιὰ τὸν Ἠλία εἶναι, νομίζω, καὶ τὸ πιὸ μεγάλο ποὺ μποροῦν νὰ κάνουν οἱ ἀνθρώπινες δυνάμεις: νὰ καταθέτουν τὰ χέρια μου μιὰ μερίδα ἄρτου στὴ λειτουργικὴ προσκομιδή, γιὰ νὰ μὴ φανῶ ἀνάξιος τῶν διδαχῶν καὶ τῶν ἱλαρῶν ἀνεκδότων του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοφιλείς αναρτήσεις