Κυριακή 30 Ιουνίου 2024

ΜΗΝ IOYΛΙΟΣ


ΜΗΝ  IOYΛΙΟΣ
 

Ἔχων ἡμέρας τριάκοντα μίαν.
Ἡ ἡμέρα ἔχει ὥρας 14 καί ἡ νύξ ὥρας 10.








ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ εἰς τὸν Ὅσιον ΣΩΦΡΟΝΙΟΝ
















Σύναξη των αγίων, ενδόξων και πανευφήμων Αποστόλων



Σύναξη των αγίων, ενδόξων και πανευφήμων Αποστόλων  
Την ημέρα αυτή που φωτίζει η δόξα των δύο Κορυφαίων, η Εκκλησία συνδέει με την μνήμη τους τους άλλους πανευφήμους Αποστόλους του Κυρίου που συγκροτούν χορεία, νέων αστέρων στο πνευματικό στερέωμά της. Θεμέλια και στύλοι της Εκκλησίας, είναι επίσης οι άγγελοι στους οποίους έχει εναποτεθεί η φύλαξη των δώδεκα πυλών που ανοίγουν την είσοδο στην ουράνια Ιερουσαλήμ (Απ. 21, 9). 
Δώδεκα ήσαν οι γιοι του Ιακώβ, που αποτελούν την καταβολή του λαού του Ισραήλ. Δώδεκα ήσαν επίσης οι μαθητές που διάλεξε ο Κύριος, τους οποίους κατέστησε μάρτυρες της διδασκαλίας και των θαυμάτων του και που απέστειλε να κηρύξουν την Βασιλεία του Θεού δίνοντάς τους την εξουσία να εκβάλλουν δαιμόνια και να θεραπεύουν κάθε ασθένεια (Ματθ. 10) και οι οποίοι στάλθηκαν από αυτόν, μετά την Ανάληψη, σε όλο τον κόσμο να αναγγείλουν το Ευαγγέλιο σε όλη την κτίση (Μάρκ. 16, 14) και να βαπτίζουν τους πάντες στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος (Ματθ. 28, 19). 
Όπως ο Υιός απεστάλη από τον Πατέρα στον κόσμο αυτό για την Σωτηρία μας, έτσι κι Εκείνος ξεχωρίζοντας τους μαθητές αυτούς, τους απέστειλε να διακηρύξουν ότι η Βασιλεία των Ουρανών ήταν εγγύς: «Καθώς απέσταλκέ με ο Πατήρ, καγώ πέμπω υμάς» (Ιω. 20, 21). Έθεσε όρο οι Απόστολοί του να απαρνηθούν κάθε επίγειο δεσμό: «Μη κτήσησθε χρυσόν μηδέν άργυρον μηδέ χαλκόν εις τας ζώνας υμών, μη πήραν εις οδόν μηδέ δύο χιτώνας μηδέ υποδήματα μηδέ ράβδον…» (Ματθ. 10, 9-10). Και τους ανήγγειλε ότι θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν θλίψεις και διωγμούς για να δώσουν μαρτυρία γι’ αυτόν: «Ιδού εγώ αποστέλλω υμάς ως πρόβατα εν μέσω λύκων… και έσεσθε μισούμενοι υπό πάντων δια το όνομά μου… και επί ηγεμόνας δε και βασιλείς αχθήσεσθε ένεκεν εμού εις μαρτύριον αυτοίς και τοις έθνεσιν΄ όταν δε παραδωδώσιν υμάς, μη μεριμνήσητε πώς ή τί λαλήσητε΄ δοθήσεται γαρ υμίν εν εκείνη τη ώρα τί λαλήσητε΄ ου γαρ υμείς έστε οι λαλούντες, αλλά το Πνεύμα του πατρός υμών το λαλούν εν υμίν» (Ματθ. 10, 17-20). 
Μάρτυρες της Αναστάσεως του Κυρίου τόσο με τον βίο τους όσο και με το κήρυγμά τους, οι άγιοι Απόστολοι προσφέρθηκαν ως «θέατρον τω κόσμω, και αγγέλοις και ανθρώποις», λέγοντας με τον Παύλο: «άχρι της άρτι ώρας και πεινώμεν και διψώμεν και γυμνητεύομεν και κολαφιζόμεθα και αστατούμεν… λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι ανεχόμεθα, δυσφημούμενοι παρακαλούμεν΄ ως περικαθάρματα του κόσμου εγενήθημεν, πάντων περίψημα, έως άρτι» (Α’ Κορ. 4, 11-12) ώστε με την θυσία τους να οικοδομηθεί η Εκκλησία πάνω στην δύναμη του Θεού και όχι των ανθρώπων (Α’ Κορ. 2, 5). 
Γύρω από τους Πρώτους και Κορυφαίους, λοιπόν, οι άγιοι και πανεύφημοι Απόστολοι σχηματίζουν σήμερα έναν αρμονικό χορό: Ανδρέας, ο Πρωτόκλητος, αδελφός του Πέτρου, ο οποίος κήρυξε το Ευαγγέλιο στις ακτές της Βιθυνίας, του Πόντου και της Αρμενίας. Επιστρέφοντας μέσω του Πόντου και του Βυζαντίου, κατέβηκε μέχρι την Ελλάδα και σταυρώθηκε στην Πάτρα της Αχαΐας [30 Νοεμ.]. Ιάκωβος, ο του Ζεβεδαίου, που έδωσε μαρτυρία για την Ανάσταση σε όλη την Ιουδαία. Θανατώθηκε με ξίφος κατόπιν διαταγής του βασιλιά Ηρώδη Αγρίππα, ο οποίος φθονούσε την φήμη του [30 Απρ.]. 
Ιωάννης ο Θεολόγος, αδελφός του Ιακώβου, ο επιπεσών στο στήθος του Κυρίου. Αφού κήρυξε τον Χριστό στην επαρχία της Ασίας, εξορίστηκε με διαταγή του Δομετιανού στην Πάτμο, όπου συνέγραψε το Ευαγγέλιό του και την Αποκάλυψη. Επιστρέφοντας στην Έφεσο, εκοιμήθη εν ειρήνη σε προχωρημένη ηλικία [26 Σεπτ.]. 
Φίλιππος ο από Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας, συμπατριώτης του Πέτρου και του Ανδρέα, ο οποίος ανήγγειλε το χαρμόσυνο μήνυμα της Σωτηρίας στην επαρχία της Ασίας και στην περιοχή της Ιεράπολης της Φρυγίας, μαζί με την αδελφή του Μαριάμ, και τον άγιο Βαρθολομαίο. Σταυρώθηκε στην Ιεράπολη από τους εθνικούς [14 Νοεμ.]. 
Ο Θωμάς, ο και Δίδυμος, διέδωσε το Ευαγγέλιο στους Πάρθους, τους Μήδους, τους Πέρσες και στους κατοίκους της Ινδίας. Μαρτύρησε κτυπημένος από τις λόγχες των ειδωλολατρών [6 οκτ.]. 
Ο Βαρθολομαίος κήρυξε στην Λυδία και την Μυσία μαζί με τον Απόστολο Φίλιππο. Μετά τον θάνατο του τελευταίου συνέχισε την αποστολή του στην Ευδαίμονα Αραβία, στην Περσία και την Ινδία και ολοκλήρωσε την πορεία του στην Αρμενία, σταυρωθείς στην Αλβανόπολη (ή Ουρβανόπολη). Το σκήνωμά του που πετάχθηκε στην θάλασσα μέσα σε ένα κιβώτιο, περισυνελέγη αργότερα στην Σικελία [11 Ιουν.]. 
Ο Ματθαίος ο Τελώνης, ονομαζόμενος προηγουμένος Λευί. Ήταν αδελφός του Ιακώβου, γιου του Αλφαίου. Αφού συνέγραψε το Ευαγγέλιό του αναχώρησε σε αποστολή στους Πάρθους. Λέγεται ότι πέθανε στην πυρά στην Ιεράπολη επί του Ευφράτη [16 Νοεμ.]. 
Ο Ιάκωβος ο Αλφαίου, ο αδελφός του, ανήγγειλε τον Χριστό στην Γάζα, στην Ελευθερούπολη και στα περίχωρά της. Σταυρώθηκε στην οστρακίνα της Αιγύπτου [9 Οκτ.]. 
Ο Σίμων ο Ζηλωτής, από την Κανά της Γαλιλαίας -ο οποίος ονομάζεται και Ναθαναήλ στο Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο- κήρυξε το μήνυμα της Σωτηρίας στην Μαυριτανία και την βόρεια Αφρική και κατόπιν λέγεται ότι μετέβη στην Μεγάλη Βρετανία, όπου και σταυρώθηκε [10 Μαΐου]. 
Ο Ιούδας, ο συγγενής του Κυρίου -ονομαζόμενος επίσης Θαδαίος και Λευί από τον άγιο Ματθαίο- ξεκίνησε για την Μεσοποταμία και ετερμάτησε τον βίο του στην περιοχή του όρους Αραράτ, κρεμασθείς και σαϊτευθείς από τους απίστους [19 Ιουν.]. 
Ο Ματθίας προστέθηκε στους Αποστόλους μετά την Ανάληψη, για να αντικαταστήσει τον προδότη Ιούδα. Κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Αιθιοπία, όπου παρέδωσε την ψυχή του στον Θεό μετά από πολλά βασανιστήρια που υπέστη από τους ειδωλολάτρες [9 Αυγ.]. 
Στους μακάριους αυτούς Αποστόλους είθισται να συνάπτονται και οι άγιοι Ευαγγελιστές: Μάρκος, πνευματικό τέκνο του Αποστόλου Πέτρου, ο οποίος ευαγγέλισε την Αλεξάνδρεια και την Πεντάπολη και μαρτύρησε συνθλιβείς κάτω από έναν βράχο [25 Απρ.], και Λουκάς, ο ιατρός και πρώτος εικονογράφος, ο οποίος αφού ακολούθησε τον Παύλο στις περιοδείες του συνέγραψε το Ευαγγέλιό του υπό την έμπνευση εκείνου. Φθάνοντας στην Θήβα της Βοιωτίας, εκοιμήθη εκεί εν ειρήνη σε ηλικία ογδόντα ετών [18 Οκτ.]. 
Πάνω λοιπόν στις μαρτυρίες για την Ανάσταση του Κυρίου των αγίων αυτών Αποστόλων, των οποίων «εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα» (Ψαλμ. 18, 5), οικοδομήθηκε η Εκκλησία. Και αν δικαίως καταλαμβάνουν την πρώτη θέση στην χορεία, των αγίων, ο λόγος είναι ακριβώς ότι απαρνούμενοι τα πάντα για να ακολουθήσουν τον Κύριο, έγιναν τέλειοι μιμητές του και καλούν όλους τους ανθρώπους να γίνουν μιμητές τους, όπως εκείνοι του Χριστού (Α’ Κορ. 11, 1). 
Όταν παρήλθε η γενιά εκείνων που είχαν γνωρίσει τον Κύριο κατά την επίγεια παραμονή του, η αποστολική διακονία δεν έσβησε ωστόσο (όπως μαρτυρεί ο άγιος Παύλος), αλλά μεταδόθηκε στους «Ανάστασιν Χριστού θεασαμένους» δια του φωτισμού του Αγίου Πνεύματος. Η αποστολική χάρις δεν περιορίζεται λοιπόν στο προφορικό κήρυγμα του Ευαγγελίου, αλλά επεκτείνεται σε όλους τους αγίους που συνέβαλαν στην οικοδόμηση της Εκκλησίας με την μαρτυρία που έδωσαν για την Ανάσταση.

 

«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
Τόμος (Ιούνιος),
Εκδόσεις «Ίνδικτος».

 

ΚΥΡΙΑΚῌ ΠΡΩΤῌ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ

 

ΚΥΡΙΑΚῌ ΠΡΩΤῌ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ 

 

Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον 
ι΄ 32 - 33, 37 - 38, ιθ΄ 27 – 30 
Εἶπεν ὁ Κύριος τοῖς ἑαυτοῦ Μαθηταῖς· Πᾶς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοὶ ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ὁμολογήσω κἀγὼ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς· 33ὅστις δ' ἂν ἀρνήσηταί με ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων, ἀρνήσομαι αὐτὸν κἀγὼ ἔμπροσθεν τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. 37Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος· 38καὶ ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀπίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος. Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Πέτρος εἶπεν αὐτῷ· Ἰδοὺ ἡμεῖς ἀφήκαμεν πάντα καὶ ἠκολουθήσαμέν σοι· τί ἄρα ἔσται ἡμῖν; 28ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὑμεῖς οἱ ἀκολουθήσαντές μοι, ἐν τῇ παλιγγενεσίᾳ, ὅταν καθίσῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, καθίσεσθε καὶ ὑμεῖς ἐπὶ δώδεκα θρόνους κρίνοντες τὰς δώδεκα φυλὰς τοῦ Ἰσραήλ. 29καὶ πᾶς ὅς ἀφῆκεν οἰκίας ἢ ἀδελφοὺς ἢ ἀδελφὰς ἢ πατέρα ἢ μητέρα ἢ γυναίκα ἢ τέκνα ἢ ἀγροὺς ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός μου, ἑκατονταπλασίονα λήψεται καὶ ζωὴν αἰώνιον κληρονομήσει. 30Πολλοὶ δὲ ἔσονται πρῶτοι ἔσχατοι καὶ ἔσχατοι πρῶτοι. 

ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΚΟΥ–ΙΕΡΕΜΙΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥΣ

πηγή:εδώ
ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΚΟΥ–ΙΕΡΕΜΙΑ
ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥΣ 
Ο πατήρ Ιερεμίας, αυτός που μετέπειτα έγινε αρχιερεύς Βερατίου της Βορείου Ηπείρου, όταν ήταν Διονυσιάτης ιεροδιάκονος, περίπου το έτος 1740, προσβλήθηκε από τη λοιμώδη νόσο την πανώλη και, για το ευμετάδοτο της ασθένειας, κρίθηκε εύλογο να χωριστεί από την αδελφότητα της Μονής Διονυσίου. 
Έτσι, λοιπόν, στάλθηκε να μένει σ’ ένα Κάθισμα, δηλαδή σε μια μοναχική Καλύβη, η οποία, φαίνεται απέναντι ακριβώς από τη Μονή, απέχοντας από αυτή περίπου ένα τέταρτο δρόμο με τα πόδια. Αυτό το μοναχικό και ησυχαστικό Κάθισμα, είναι το Κάθισμα των Αγίων Αποστόλων. 
Εκεί, λοιπόν, έμενε αυτός ο διάκο-Ιερεμίας μαζί μ’ έναν άλλον ευλαβή γέροντα μοναχό, που τον είχε για βοηθό στη δεινή αρρώστια του. Όσο περνούσε ο καιρός, τόσο η κατάσταση του ασθενούς, του διάκο-Ιερεμία, χειροτέρευε. Ο γέρο-βοηθός μοναχός, πάλι, καταστεναχωριόταν πολύ γιατί έβλεπε μέρα με τη μέρα ο θάνατος να πλησιάζει ολοένα τον ασθενή του. 
Κάποια μέρα, έτσι όπως αυτός ήταν βαριά περίλυπος, βλέπει να κατεβαίνουν μεσ’ απ’ το βουνό Δώδεκα Άνδρες, οι οποίοι, αφού πρώτα τον χαιρέτισαν με ευμένεια, βλέποντάς τον να είναι έτσι, σ’ αυτή την ολοφάνερη κατήφεια και θλίψη, τον ρώτησαν να μάθουν την αιτία. Ο γέροντας μοναχός και βοηθός του κατάκοιτου διάκο-Ιερεμία, τους έδειξε βαρύθυμα με το χέρι του προς τον κλινήρη κι ανήμπορο διάκο και τους είπε ότι, κατά πάσα πιθανότητα, μέσα σε λίγες μέρες, φεύγει απ’ αυτή τη ζωή. 
Οι Δώδεκα Επισκέπτες, αφού τον παρηγόρησαν, του είπαν: 
-Δεν πεθαίνει ο διάκονος! Έχε θάρρος, γέροντα! Και πήγαινε και ανάγγειλε αυτό που άκουσες από μας τώρα και στους υπόλοιπους αδελφούς του Μοναστηριού για να το ξέρουν. 
Για πες μας μόνο το εξής: γιατί δεν ανάβεις τα καντήλια της Εκκλησίας, κατά την πρέπουσα συνήθεια, και τά ’χεις όλο σβηστά;...
Ο γέροντας μοναχός δικαιολογήθηκε κι έριξε την ευθύνη στον «δοχειάρη» που δεν του δίνει λάδι. 
     Τότε του είπαν κι αυτοί: 
-Πες τον δοχειάρη, να μη σου στερεί το λάδι για τα καντήλια της Εκκλησίας, για να μη τον βρει κι αυτόν ξαφνικά κανένα κακό και λυπάται μετά χωρίς κανένα όφελος!... 
Ο γέροντας, ακούγοντας τέτοια λόγια από ξένους -όπως νόμιζε- ανθρώπους, έμεινε έκθαμβος. 
     Τού ’ρθε μέσα του η σκέψη να τους ρωτήσει: 
-Ποιοι είστε;… Από πού κατάγεστε;… Πού μένετε;…
     Αυτοί, όμως, πρόλαβαν τη σκέψη του και του είπαν:
-Εμείς είμαστε οι Κύριοι αυτού εδώ του Καθίσματος!... 
Κι αφού είπαν αυτόν τον λόγο, προχώρησαν μέσα στον χώρο του ιερού Καθίσματος και μπήκαν μέσα στην Εκκλησία. 
Ο γερο-μοναχός, ευρισκόμενος σε μεγάλη έκπληξη για τα όσα έβλεπε κι άκουγε, πάει στον άρρωστο διάκονο να δει τι κάνει αλλά και συνάμα για να τον παρηγορήσει μ’ όλ’ αυτά που άκουσε. 
     Και, ω, του θαύματος! 
Αυτόν που, πριν από λίγο τον είχε αφήσει μισοπεθαμένο, τώρα τον βρήκε να κάθεται χαρούμενο πάνω στο κρεβάτι του! Ο διάκος άρχισε να είναι πολύ καλύτερα στην υγεία του αμέσως μετά την απροσδόκητη επίσκεψη αυτών των παράδοξων και άγνωστων Δώδεκα Ανδρών, οι οποίοι, αφού τον παρηγόρησαν και τον ευλόγησαν, κατευθύνθηκαν προς την Εκκλησία του Καθίσματος και μέσ’ από εκεί, μετά, έγιναν όλοι τους άφαντοι!... 
Τότε, λοιπόν, ο γέρων μοναχός, ο βοηθός του πριν ασθενούς διακόνου, εννόησε και κατάλαβε ότι οι επισκέπτες που συνομίλησαν μαζί του, ήταν οι Δώδεκα του Κυρίου Άγιοι Απόστολοι. 
Καταχαρούμενος, έτρεξε κι ανήγγειλε αυτό το θαυματούργημα σ’ όλους τους αδελφούς της Μονής Διονυσίου. Ιδιαίτερα μάλιστα, στον τσιγγούνη και φειδωλό δοχειάρη, για να του παρέχει από ’δω και στο εξής λάδι για ν’ ανάβει τις καντήλες. Ταυτόχρονα, δεν παρέλειψε να του αναφέρει και την αποστολική προειδοποίηση, για την περίπτωση που αυτός αρνηθεί ακόμη και τώρα να του δώσει λάδι. 
Όλοι μαζί οι Πατέρες δόξασαν τον Θεό για το έλεος που έδειξε προς τον δούλο Του, μέσω των αγίων, ενδόξων και πανευφήμων Δώδεκα Αποστόλων Του.  
Η μεγάλη πρεσβεία και Χάρη τους, ας συνοδεύουν αισθαντικά τη ζωή και τον αγώνα όλων μας, συντρέχοντας και βοηθώντας μας, στις διάφορες και ποικίλες ανάγκες της ψυχής και του σώματος. Αμήν.

Λαζάρου Μοναχού Διονυσιάτου
(1892–1974)
«Διονυσιάτικαι Διηγήσεις»,
κεφ. 52ο, σελ. 142–143,
έκδοσις Ιερά Μονή Διονυσίου,
Άγιον Όρος 1988.

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΩΝ ΚΑΤΑΚΟΜΒΩΝ ΜΗΛΟΥ

Εικόνα 1. Η αγιογραφία του 2001

ΠΗΓΗ:ΕΔΩ

«ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΟΙ ΚΑΛΩΣ ΑΘΛΗΣΑΝΤΕΣ ΚΑΙ ΣΤΕΦΑΝΩΘΕΝΤΕΣ ΕΝ ΚΑΤΑΚΟΜΒΑΙΣ ΜΗΛΟΥ»  
Η ιστορία και τα εξιστορούμενα μιας αγιογραφίας
Σε λίγες μέρες θα εορταστεί, προφανώς με ιδιαίτερο - όπως όλα τα άλλα φέτος - τρόπο, την ημέρα των Αγίων Πάντων, η καθιερωμένη εορτή των Κατακομβών της Μήλου. Με αυτή την αφορμή δημοσιεύουμε το παρακάτω κείμενο, ως μια πρώτη προσέγγιση στην ιστορία της εικόνας των Κατακομβών αλλά και όσων εξιστορούνται σε αυτήν.

Στην «ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΨΑΛΛΟΜΕΝΗ ΕΙΣ ΤΑΣ ΚΑΤΑΚΟΜΒΑΣ ΤΗΣ ΜΗΛΟΥ ΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ 
ΠΟΙΗΘΕΙΣΑ ΕΝ ΑΓΙΩ ΟΡΕΙ ΥΠΟ ΓΕΡΑΣΙΜΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΜΙΚΡΑΓΙΑΝΝΑΝΙΤΟΥ ΥΜΝΟΓΡΑΦΟΥ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ» που εκδόθηκε σε επιμέλεια του Πρωτοπρεσβυτέρου Ιωάννου Σπυρίδωνος Ράμφου Π.Θ. (Αθήνα 1962), διαβάζουμε αντί προλόγου:

«Πάλαι τῆς ἀσεβείας κατακρατούσης ἐν πάσῃ τῇ γῇ, ἡ μέν πεπλανημένη θρησκεία τῶν εἰδώλων ἐθεραπεύετο καί ἐτιμᾶτο, οἱ δέ εὐσεβεῖς Χριστιανοί ἀπηνῶς ἐδιώκοντο, καί ποικιλοτρόπως ᾐκίζοντο καί ἐτιμωρούντο. ἐκφεύγοντες δέ τήν μανίαν τῶν διωκτῶν, κατέφευγον καί ἐκρύπτοντο «ἐν ὄρεσι καί σπηλαίοις καί ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς» καί ἐν ὑπογείοις καταφυγίοις καί κατακόμβαις, ἔνθα ἐν ἀταραξίᾳ ψυχῆς καί γαλήνῃ νοός, προσέφερον τάς ὁσίας λατρείας τῷ ζῶντι καί ἀληθεῖ Θεῷ καί Σωτῆρι ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστῷ.

Τοιαῦται κατακόμβαι ὑπῆρχον καί ἐν τῇ νήσῳ Μήλῳ, κειμένῃ ἀνά τάς Κυκλάδας νήσους, αἵτινες ἐν τοῖς καθ’ ἡμᾶς χρόνοις γνωσθεῖσαι καί καθαρισθεῖσαι ἐκ τῶν συσσωρευθέντων χωμάτων καί λοιπῶν ὑλῶν, κατέστησαν ἱερόν προσκύνημα παντός εὐσεβοῦς χριστιανοῦ. Ἐν αὐταῖς γάρ, κατά τούς τότε χαλεπούς καιρούς, ἐπάτησαν πόδες ὁσίων ἀνδρῶν καί θεοφόρων ὁμολογητῶν τῆς ἀμώμου ἡμῶν πίστεως καί ἡγίασαν τό ἔδαφος αὐτῶν ἅγιοι ἱδρῶτες καί καταθέσεις καί ἐνταφιασμοί μακαρίων καί δεδοξασμένων «τοῖς στίγμασι τοῦ Χριστοῦ» λειψάνων καλλινίκων καί ἀνωνύμων Ἁγίων καί Μαρτύρων καί Ἀθλητῶν. Τά νῦν δέ ἁγιάζουσι νοερῶς τούς εὐλαβῶς προσερχομένους εἰς τάς ἁγίας αὐτάς καταδύσεις καί εὐωδιάζουσι μυστικῶς τάς ψυχικάς αἰσθήσεις ὑπερκοσμίῳ «ὀσμῇ καί εὐωδίᾳ ἀθανάτου ζωῆς» τούς πιστῶς προσιόντας τῇ ἀοράτῳ ἐπισκιάσει τῶν πρεσβειῶν τῶν δι’ αὐτῶν διελθόντων ἀνωνύμων τῆς πίστεως ἀγωνιστῶν καί Μαρτύρων.

Ἐν ταύταις οὖν ταῖς σεπταῖς κατακόμβαις, τά ἱερά, ὡς εἰπεῖν, καταφύγια ἤ ἐναυλίσματα, εὐβλαβεῖ καί προθύμῳ σπουδῇ καί ἀποφάσει τοῦ ἀειμνήστου Μητροπολίτου Σύρου, Τήνου, Ἄνδρου, Κέας καί Μήλου κυροῦ Φιλαρέτου, τελεῖται ἐτήσιον προσκύνημα τῇ Κυριακῇ τῶν Ἁγίων Πάντων, ἔνθα συνερχόμενοι πανταχόθεν εὐσεβεῖς Χριστιανοί δοξολογοῦσιν ἐν αὐταῖς τῆς δόξης τόν Κύριον καί ὑμνοῦσι τούς Ἁγίους αὐτοῦ Μάρτυρας, ψάλλοντες τήν μετά χεῖρας Ἀκολουθίαν, ποιηθεῖσαν, ἡμετέρᾳ παρακλήσει, ὑπό τοῦ ὑμνογράφου τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας Ὁσιολογιωτάτου Μοναχοῦ Γερασίμου Μικραγιαννανίτου καί ἐγκριθεῖσαν ὑπό τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, δι’ ἧς ὑμνεῖται ὁ ἀγωνοθέτης Κύριος καί οἱ τούτου ἀγωνισταί καί Ἀθλοφόροι, οἱ ζηλώσαντες τόν θάνατον Αὐτοῦ διά ποικίλων παθημάτων. Ὧν ταῖς πρεσβείαις, Χριστέ βασιλεῦ, δώρησαι ἡμῖν πταισμάτων ἄφεσιν καί ἀξίωσον ἡμᾶς τῆς οὐρανίου βασιλείας σου. Ἀμήν».

Σαράντα περίπου χρόνια μετά την σύνταξη της ακολουθίας από τον Αθωνίτη υμνωδό, γέροντα Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη (5 Σεπτεμβρίου 1905 – 7 Δεκεμβρίου 1991) για την οποία μας μιλάει ο π.Ιωάννης Ράμφος, δημιουργήθηκε με ευλάβεια και προσοχή η αγιογραφία των Κατακομβών της Μήλου, «οπτικοποιώντας» με εξαιρετικό τρόπο όσα θαυμαστά περιγράφονται στο κείμενο του «Υμνογράφου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας», ο οποίος, θεωρώντας την υμνογραφία προέκταση της προσευχής, δήλωνε: «Έχω τον άγιο μπροστά. Γι’ αυτό και δεν θέλω επικοινωνία με κανέναν. Η υμνογραφία, η πνευματική αυτή εργασία, είναι ένωση της ψυχής μετά του Θεού• είναι μία θαυμασία προσευχή• είναι μία μεταρσίωσις του νοός• είναι μία μυστική θεωρία• είναι ένα μυστήριον, που δεν ερμηνεύεται και με λόγους δεν εξωτερικεύεται. Η υμνογραφία είναι η υπάτη φιλοσοφία. Δεν εκφράζεται με αυτά τα λόγια. Πρέπει κανείς να την δοκιμάσει για να την αισθανθεί»[1].

Με αυτόν ακριβώς τον τρόπο λειτουργεί και η αγιογραφία. Ως προέκταση της προσευχής. Μιλώντας εν προκειμένω για την αγιογραφημένη εικόνα των Κατακομβών της Μήλου, αναφερόμαστε ουσιαστικά σε δύο εξίσου θαυμαστές, πολύ κοντά χρονικά και θεματικά ελάχιστα διαφοροποιημένες μεταξύ τους εικόνες, του ίδιου δημιουργού - αγιογράφου, κ.Βασιλείου Παπαγιάννη, στον οποίο οφείλει μεγάλο μέρος της ύπαρξής της και η παρούσα μελέτη. Η παλαιότερη εκ των δύο εικόνων, δημιουργήθηκε το 2001 και κοσμεί τον Ιερό Ναό της Κορφιάτισσας στην Πλάκα, ενώ η δεύτερη δημιουργήθηκε περίπου 11 χρόνια αργότερα και κοσμεί τον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου στην Τρυπητή. Ένα από τα βασικά στοιχεία διαφοροποίησης των δύο εικόνων είναι και ο τίτλος που φέρουν στο άνω τμήμα τους. Η πρώτη εξ αυτών φέρει την επιγραφή «ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΟΙ ΚΑΛΩΣ ΑΘΛΗΣΑΝΤΕΣ ΚΑΙ ΣΤΕΦΑΝΩΘΕΝΤΕΣ ΕΝ ΚΑΤΑΚΟΜΒΑΙΣ ΜΗΛΟΥ», ενώ η δεύτερη, φέρει την επιγραφή που είχε αρχικώς εμπνευστεί ο αγιογράφος «ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΩΝ ΚΑΤΑΚΟΜΒΩΝ ΜΗΛΟΥ». Οφείλουμε εξαρχής να επισημάνουμε την πνευματική συμβολή προς την κατεύθυνση της δημιουργίας της εικόνας, δύο σεβαστών ιερωμένων των νησιού μας, του πατρός Χαράλαμπου Σαρακηνού από την Κορφιάτισσα της Πλάκας και του πατρός Γιαννούλη Μαρκαντώνη από τον Άγιο Νικόλαο Τρυπητής, αρχιερατικού επιτρόπου Μήλου. 
Εικόνα 2. Η δεύτερη αγιογραφία, του 2012


Εικόνα 3. προσχέδιο της δεύτερης εικόνας

Η θεματολογία των δύο εικόνων δεν διαφέρει παρά σε ελάχιστα σημεία, οπότε στην ανάλυσή μας θα τις αντιμετωπίσουμε εκτός κάποιων μεμονωμένων σημείων με ενιαίο τρόπο. Για να διευκολυνθούμε στην απόπειρά μας αλλά και για να γίνει πιο κατανοητή η διήγηση της εικόνας, έχουμε σχηματοποιήσει την προσέγγισή μας στα παρακάτω βασικά σημεία: 
Η τοπο-γεωγραφία του θέματος  
Ο χώρος και ο χρόνος. Η αγιογραφία όπως αναφέρει και ο όρος είναι μια μορφή γραφής που οφείλει να είναι Αγία, υπό την έννοια ότι η γλώσσα που χρησιμοποιεί δεν είναι άλλη από τη γλώσσα της Αγίας Γραφής. Γι αυτό το λόγο δεν είναι απλώς τέχνη που αυτο-προβάλλεται, αλλά μέσο και ταυτόχρονα προϊόν προσευχής. Σε αυτό το περιβάλλον, ο χώρος και ο χρόνος δεν υφίστανται απλώς ως ανθρωπίνως αντιληπτές διαστάσεις. Ο χρόνος θα λέγαμε ότι είναι άχρονος και ο τόπος αχώρητος. Αν προσέξει κανείς (θα το δούμε και στη συνέχεια) η μετάδοση του Θείου Λόγου, η αποδοχή του, η άρνηση της ειδωλολατρίας, το μαρτύριο, τα μυστήρια, όλα τελούνται όχι ταυτόχρονα, αλλά για να είμαστε ακριβείς, άχρονα. Η αγιογραφία ωστόσο δημιουργείται «διά χειρός» του δημιουργού της και για να γίνουν αντιληπτά όσα ιστορούνται, σε αυτούς στους οποίους απευθύνεται, δηλαδή στους πιστούς, στους προσκυνητές, υπάρχουν ορισμένες απτές αναφορές στον πραγματικό χώρο, όχι ως αντιγραφή του, αλλά ως συμβολισμοί. Έτσι, στην περίπτωση της εικόνας που εξετάζουμε, α) το κατώτερο τμήμα της εικόνας απεικονίζει την θάλασσα, το γαλάζιο υγρό στοιχείο, επί του οποίου βρίσκεται και ο τόπος της εξιστόρησης. Αμέσως λοιπόν μας δίνει την πληροφορία ο δημιουργός, ότι βρισκόμαστε σε παραθαλάσσιο ή στην περίπτωσή μας σε νησιωτικό τοπίο. β) Η παράκτια περιοχή, ακριβώς δίπλα στην θάλασσα, εμφανώς παραπέμπει στο Κλήμα με τα σύρματά του και τις βάρκες των ψαράδων μέσα σε αυτά. γ) Ο λόφος πάνω από το Κλήμα και το σπηλαιώδες ανάγλυφό του, απεικονίζει αυτό που περιγραφικά αποτυπώνει η ονομασία Τρυπητή, δηλαδή το διάτρητο, την ύπαρξη δηλαδή πλήθους ταφικών σπηλαίων. Η βλάστηση προσεγγίζει προσεκτικά την πραγματικότητα του τοπίου. Ο τόπος δεν είναι έρημος, δεν είναι όμως και δασώδης. δ) Λίγο ψηλότερα στον λόφο, πάνω από τα σύρματα, απεικονίζεται τμήμα του τείχους της αρχαίας πόλης, η είσοδος θα λέγαμε σε αυτήν, η Πύλη, ενώ λίγο πιο ψηλά, περιτειχισμένη από το σκουρόχρωμο λιθόκτιστο τείχος, απεικονίζεται συμβολικά η αρχαία πόλη, πολύ μικρότερη σε κλίμακα, σε σχέση με τα σημαντικά γεγονότα που εξιστορούνται στην βασική θεματική. Στην πρώτη χρονικά εικόνα (του 2001), εντός των σκουρόχρωμων τειχών απεικονίζονται τα λευκά σπίτια, ενώ στην δεύτερη, είναι όλα του ιδίου σκούρου χρώματος. Όλα τα στοιχεία έχουν τον συμβολισμό τους και ως οφείλουν, δεν είναι ακριβώς φωτογραφικά, εφόσον μιλάμε για αγιογραφία. Με ιδιαίτερα προσεκτικό και διακριτικό τρόπο κατορθώνει ο αγιογράφος και μας τοποθετεί στον λόφο των Κατακομβών. 
Εικόνα 4. Λεπτομέρεια – η παράκτια περιοχή. Ο Χριστιανισμός διαδίδεται στη Μήλο

Εικόνα 5. Λεπτομέρεια από το αρχικό σχέδιο. 
Εικόνα 6. Τα σύρματα και ο κόκκινος χιτώνας. 

Εικόνα 7. Η αρχαία πόλη στην δεύτερη εικόνα. 

Εικόνα 8. Η αρχαία πόλη όπως συμβολικά αποτυπώνεται στην πρώτη εικόνα

Εν αρχή ην ο Λόγος. Θα λέγαμε ότι ο Λόγος είναι η αρχή και το τέλος της εικόνας, μέσα από δύο προοπτικές: α) Ο Λόγος είναι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, τοποθετημένος σε περίοπτη θέση στο άνω τμήμα της εικόνας, μέσα στα νεφελώματα. Με την δεξιά του χείρα ευλογεί ενώ στην αριστερή φέρει τον στέφανο του μαρτυρίου. Γύρω του εξαπτέρυγα και άγγελοι που βαστούν τα σύμβολα του μαρτυρίου αλλά και της δόξης. Όπως χαρακτηριστικά γράφει ο δημιουργός της εικόνας, αυτή ήταν και η πρώτη σκέψη του: «ο Χριστός με όλη του τη δόξα να στέκεται πάνω από το νησί της Μήλου και να το ευλογεί». β) Εξίσου σημαντικός όμως είναι και ο Λόγος του Κυρίου, ο κατηχητικός λόγος των ιεραποστόλων των πρώτων αιώνων ύπαρξης του Χριστιανισμού και αυτό είναι κάτι που απεικονίζεται στο κάτω μέρος της εικόνας. Και αυτός ο λόγος είναι η αρχή όλων όσων εξιστορούνται. Οι ιεραπόστολοι στα αριστερά, ο ένας εξ αυτών με ιερατικά άμφια, μεταδίδουν τον Θείο Λόγο στους κατοίκους της Μήλου, που σχηματικά απεικονίζονται στις φιγούρες των τεσσάρων ανδρών, των δύο γυναικών και των δύο βρεφών τους. Ως απόδειξη αποδοχής, η μία εκ των γυναικών προσφέρει στον ιερέα-ιεραπόστολο το παιδί της για να το ευλογήσει. Ο ένας εκ των ανδρών βαστάει στο χέρι του πάπυρο, ως σύμβολο της μίας και μοναδικής αλήθειας που μεταδόθηκε από αυτή την συνάντηση. Και οι τέσσερις άνδρες έχουν τα χέρια τους στην ίδια περίπου στάση, σε ένδειξη αποδοχής του Λόγου. 
Εικόνα 9. Ο Χριστός με όλη του τη δόξα στέκεται πάνω από το νησί της Μήλου και το ευλογεί 
 
Εικόνα 10. Προσχέδιο 

Μαρτύριο. 
Η πρώτη αναφορά στην εικόνα ότι περιγράφει έναν μαρτυρικό τόπο, είναι ο κόκκινος χιτώνας ή χιτώνας που καλύπτει τα κτίσματα στην είσοδο της πόλης, στις παρυφές του λόφου. Αυτός ο χιτώνας όμως ίσως δηλώνει με έξοχο τρόπο και κάτι ακόμα: πως τα ιερά και σημαντικά ιστορούμενα γεγονότα συνέβησαν σε κάποιον εσωτερικό χώρο, προφανώς εντός των κατακομβών. Δεξιά του χιτώνα αλλά και ακριβώς από πάνω, αποτυπώνονται δύο σκηνές μαρτυρίου. Η σκηνές του ραβδισμού από Ρωμαίους στρατιώτες των δύο χριστιανών, του ενός σε οριζόντια θέση και του άλλου σε κάθετη, που αναγνωρίζονται από το ότι φέρουν φωτοστέφανο, είναι φορείς δηλαδή του «ακτίστου» φωτός, μας τοποθετεί και χρονικά στους πρώτους μετά Χριστό αιώνες, στην εποχή των διωγμών. Όπως γνωρίζουμε, στην βυζαντινή αγιογραφία, το πάθος δεν αποτυπώνεται στα πρόσωπα, κάτι που συμβαίνει και στην εικόνα που μελετάμε. Και οι δύο μάρτυρες διατηρούν την ηρεμία και την ταπείνωση, έχουν πρόσωπα γαλήνια. Όπως σημειώνει ο δημιουργός, οι σκηνές αυτές είναι υποθετικές, υπό την έννοια ότι δεν παραπέμπουν σε κάποιο συγκεκριμένο ιστορικό δεδομένο, εφόσον κάτι τέτοιο δεν έχει διασωθεί στα κείμενα και τις μαρτυρίες. Μην ξεχνάμε όμως την περίοδο στην οποία αναφερόμαστε αλλά και το γεγονός ότι ο ιερός αυτός τόπος των πρωτο-χριστιανών δεν ήταν φανερός, αλλά επιμελώς σκαλισμένος στα έγκατα της γης. Από μόνη της αυτή η επισήμανση δηλώνει ότι η λατρεία και τα μυστήρια, τελούνταν «εν κρυπτώ». Είχαν λόγο να το κάνουν αυτό οι πρώτοι Χριστιανοί, αν δεν ζούσαν υπό τον φόβο; 
Εικόνα 11. Μαρτύριο

Εικόνα 12. Μαρτύριο, τα τείχη και η Πύλη

 
Εικόνα 13. Μια ακόμη σκηνή μαρτυρίου (λιθοβολισμός) ως προσχέδιο, που δεν συμπεριελήφθη στην τελική μορφή.

Άγγελος Κυρίου. 
Αριστερά από την μία σκηνή μαρτυρίου, είναι τοποθετημένο το στιγμιότυπο κατά το οποίο ο φύλακας Άγγελος οδηγεί τους πιστούς στο ιερό τους καταφύγιο. Ο άγγελος έχει εμφανώς στραμμένο το βλέμμα προς τη σκηνή που διαδραματίζεται δίπλα, από την οποία απομακρύνει το πλήθος, ενώ τον πυρσό τον κρατάει ένα μικρό παιδί. Η παλάμη δύο εκ των εικονιζόμενων προσώπων βρίσκεται σε ανοιχτή στάση, εκφράζοντας την άρνηση της ειδωλολατρίας, όπως είθισται να αγιογραφείται στους αγίους Μάρτυρες της Εκκλησίας μας. Τους αρνητές λοιπόν οδηγεί ο άγιος Άγγελος σε ένα άλλο, φαινομενικά απόκοσμο καταφύγιο. 
Εικόνα 14. Ο Άγγελος Κυρίου
Ο Θάλαμος των πρεσβυτέρων. 
Στο απέναντι άκρο της εικόνας, υπάρχει μια πολυπληθής σκηνή που απεικονίζει την τέλεση νεκρώσιμης ακολουθίας ενός μάρτυρα, χαρακτηρισμός που προκύπτει από το ότι φέρει φωτοστέφανο. Η σκηνή διαδραματίζεται στην Β’ Κατακόμβη η οποία έχει ονομαστεί ως Θάλαμος των Πρεσβυτέρων. Το σημείο στο οποίο είναι τοποθετημένος ο νεκρός είναι η “Mensa Martyrum”, η Τράπεζα των Μαρτύρων (ή του Μάρτυρος)[2]. Πολυπληθής σκηνή, με ιερωμένους των πρώτων χριστιανικών αιώνων και πιστούς.
Εικόνα 15. Mensa Martyrum
Τα Μυστήρια και το Φως. 
Ένα επίπεδο πιο ψηλά και στο κέντρο, βλέπουμε τον Δεσπότη Χριστό να τελεί την Θεία Λειτουργία, επικουρούμενος από τους ιερωμένους των πρώιμων χριστιανικών χρόνων του νησιού. Ο δημιουργός της εικόνας περιγράφει χαρακτηριστικά: «αυτή την σκηνή την τοποθέτησα εκεί για να τονίσω την σπουδαιότητα των κατακομβών στην στήριξη, διάσωση και εξάπλωση του χριστιανισμού στο νησί». Πέρα από αυτό δεν νομίζω πως υπάρχει κάτι άλλο που μπορεί να συμπληρωθεί. Δεξιά και αριστερά από αυτήν την σκηνή και σε άμεση σχέση με αυτήν, παρατηρούμε αφενός μεν στα αριστερά τους πιστούς να συμμετέχουν στην Θεία Λειτουργία, σε μια επίσης πολυπληθή σκηνή, προπορευόμενου ενός μικρού παιδιού, που όπως και στην σκηνή με τον Άγιο Άγγελο προ του σπηλαίου, κρατάει το φως σε πυρσό (κερί στην δεύτερη χρονικά εικόνα). Γιατί επιλέχθηκε το μικρό παιδί; Ίσως για να δηλώσει το νέο, το καινούριο, το Καινό της Αλήθειας που σηματοδοτεί το φως. Και στις δύο περιπτώσεις, δεν αποτυπώνεται το φως μόνο ως το απτό μέσο καθοδήγησης των πιστών στο σκοτεινό και ασφαλές καταφύγιό τους. Ο αγιογράφος δηλώνει κατηγορηματικά: «Ἐν τῷ φωτί σου ὀψόμεθα φῶς». Στο σκοτεινό σπήλαιο αυτό που φωτίζει εν τέλει είναι το πρόσωπο του Χριστού. «Ἐγώ εἰμι τό φῶς τοῦ κόσμου· ὁ ἀκολουθῶν ἐμοί οὐ μή περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ’ ἕξει τό φῶς τῆς ζωῆς» (Ίω. 8,12). Πόσο παράδοξο φαντάζει αυτό, να αναζητείται το Φως εντός του σκοτεινού σπηλαίου. Μήπως όμως και ο ίδιος ο Χριστός δεν είναι «ἐν σπηλαίῳ τεχθείς»; Και ιδού το παράδοξο: «Μυστήριον ξένον, ὁρῶ καί παράδοξον! Οὐρανόν τό σπήλαιον. θρόνον χερουβικόν τήν Παρθένον. τήν φάτνην χωρίον, ἐν ᾧ ἀνεκλίθη ὁ ἀχώρητος, Χριστός ὁ Θεός».

Στις τέσσερις συνολικά σκηνές στα δεξιά, βλέπουμε την συμμετοχή των πιστών στα Ιερά Μυστήρια και διαβάζουμε στη γλώσσα των σωμάτων τους, την άρνηση προς την ειδωλολατρία (μέσω της στάσης της παλάμης), την αποδοχή του Σωτήρα μέσω της συμμετοχής με κατανυκτικό τρόπο στα Ιερά Μυστήρια, την προσφορά (η γυναίκα που κρατά στο χέρι της το πρόσφορο που προφανώς έχει παρασκευάσει και το προσκομίζει με ευλάβεια) και την αποτύπωση της διάδοσης του Θείου Λόγου (οι δύο κλειστοί πάπυροι στα χέρια του άνδρα). 
Εικόνα 16. Ο Δεσπότης Χριστός τελεί την Θεία Λειτουργία
 
Εικόνα 17. Η Συμμετοχή των πιστών, εντός των Κατακομβών. 
Εικόνα 18. Η Συμμετοχή των πιστών, εντός των Κατακομβών.
Εικόνα 19. Η Συμμετοχή των πιστών στα άχραντα Μυστήρια.
Εικόνα 20. Η Συμμετοχή των πιστών. Η γυναίκα φέρει το πρόσφορο και ο άνδρας κρατά τον πάπυρο ως απόδειξη της μεταφοράς του Θείου Λόγου.
Εικόνα 21. Η Συμμετοχή των πιστών. Η παλάμη σε στάση που καταδεικνύει την άρνηση προς την ειδωλολατρία.

Η αγιογραφία που επιχειρήσαμε να αποκωδικοποιήσουμε, επιτελεί ένα πολύ σημαντικό ρόλο. Τονίζει και δηλώνει με τρόπο κατηγορηματικό, ότι το μνημείο των Ιερών Κατακομβών της Μήλου δεν είναι τουριστικό αξιοθέατο, ούτε ένας ακόμη αρχαιολογικός χώρος. Είναι ένας ιστορικός τόπος λατρείας και τέλεσης των Ιερών Μυστηρίων της Εκκλησίας μας. Η προσέγγιση του χώρου και η προσκύνηση σε αυτόν, οφείλει κατά την άποψή μας να ακολουθεί μεν τους κανόνες που επιβάλουν οι ιδιαίτερες γεωμορφολογικές συνθήκες που επικρατούν εντός των στοών, αλλά να γίνεται κάτω από την απαιτούμενη ευλάβεια, κάτι που φυσικά δεν επιβάλλεται, αλλά διδάσκεται.
 
Εικόνα 22. Απολυτίκιο, Κοντάκιο, Μεγαλυνάριο 

[1] Πηγή: el.wikipedia.org 
[2] Βλ. περισσότερα στο βιβλίο του κ. Γρ. Μπελιβανάκη «Οι Κατακόμβες της Μήλου», Αθήνα, 2004, σελ.33 κ.ε. Να σημειώσουμε στο σημείο αυτό ότι σύμφωνα με τον δημιουργό κ.Παπαγιάννη, κατά τη διάρκεια της έρευνάς του σχετικά με την τελική μορφή που θα έπρεπε να έχει η εικόνα, εκτός από τις επί τόπου επισκέψεις στην περιοχή, σημαντική ήταν και η συνεισφορά της βιβλιογραφίας και αρθρογραφίας του κ. Μπελιβανάκη.

Κυριακή των Αγίων Πάντων


 

Κυριακή των Αγίων Πάντων


Σήμερα, Κυριακή μετά την Πεντηκοστή, εορτάζουμε την εορτή πάντων των Αγίων των απανταχού της οικουμένης, σε Ασία, Λιβύη και Ευρώπη, σε Βορρά και Νότο.

Οι θειότατοι πατέρες θέσπισαν να γίνεται η παρούσα εορτή μετά την κάθοδο του παναγίου Πνεύματος, θέλοντας κατά κάποιο τρόπο να δείξουν ότι η παρουσία του παναγίου Πνεύματος τέτοια ενήργησε δια των αποστόλων, δηλαδή αγίασε και σόφισε ανθρώπους σαν κι εμάς και τους αποκατέστησε ώστε να αναπληρώσουν το αγγελικό εκείνο τάγμα το οποίο είχε εκπέσει και τους παρέπεμψε προς τον Θεό δια μέσου του Χριστού, άλλους με το μαρτύριο και το αίμα και άλλους με την ενάρετη πολιτεία και αγωγή, και πράττει τα υπέρ φύση. 
Κατήλθε δηλαδή το Πνεύμα σε σχήμα πυρός, το οποίο από τη φύση του έχει ροπή προς τα άνω, και ανήλθε προς τα άνω το χώμα, το οποίο από τη φύση του έχει ροπή προς τα κάτω, και η δική μας ανθρώπινη φύση, η σάρκα την οποία προσέλαβε και θέωσε ο Θεός Λόγος, υψώθηκε πριν από λίγο και κάθισε στα δεξιά της δόξας του Πατέρα, και τώρα έλκει όλους όσους θέλουν, όπως ήταν η υπόσχεση του Κυρίου (Ιω. 12:32). 
Έτσι ο Θεός Λόγος φανερώνει ποια είναι τα έργα της καταλλαγής μας με τον Θεό και ποιος ο πραγματικός σκοπός της ένσαρκης παρουσίας Του σε μας και της οικονομίας Του. Διότι τους πριν διωγμένους, δηλαδή τον αγνώμονα λαό των εθνών, τους οδηγεί σε ένωση και φιλία με τον Θεό, και η ανθρώπινη φύση προσφέρει στον Θεό σαν κάποιες απαρχές αυτούς που διακρίθηκαν πολύ (δηλαδή τους αγίους). 
Αυτός είναι ο ένας λόγος που εορτάζουμε την εορτή των Αγίων Πάντων. 
Κατά δεύτερο λόγο, επειδή πολλοί ευαρέστησαν στον Θεό, από την πολλή όμως ταπείνωσή τους ή για κάποιο λόγο παρέμειναν άγνωστοι στους ανθρώπους, ενώ έχουν πολλή δόξα μπροστά στον Θεό. 
Ή ακόμη και επειδή πολλοί έζησαν κατά Χριστόν στην Ινδία και Αίγυπτο και Αραβία, στη Μεσοποταμία και τη Φρυγία και στα μέρη πάνω από τον Εύξεινο, όπως και σε όλη τη Δύση μέχρι και τις Βρετανικές νήσους, με ένα λόγο σε Ανατολή και Δύση, και δεν ήταν εύκολο όλους αυτούς να τους τιμήσουν εκκλησιαστικά όπως πρέπει, εξαιτίας του πολύ μεγάλου πλήθους. 
Για να έχουμε λοιπόν και τη βοήθεια από όλους αυτούς, σε οποιοδήποτε μέρος της γης ευαρέστησαν στον Θεό, και επειδή θα υπάρξουν και μελλοντικοί άγιοι, οι θειότατοι Πατέρες θέσπισαν να εορτάζουμε την εορτή των Αγίων Πάντων, τιμώντας και συμπεριλαμβάνοντας όλους, και τους προηγούμενους και τους μελλοντικούς, και τους αφανείς και τους γνωστούς, όσους δηλαδή το Πνεύμα το άγιο αγίασε κατοικώντας μέσα τους. 
Ή και για έναν τρίτο λόγο. Έπρεπε τους αγίους που εορτάζουμε χωριστά κάθε μέρα, να τους συγκεντρώσουμε σε μια μέρα, για να δειχθεί ότι αγωνίστηκαν για τον ένα Χριστό, και όλοι διήνυσαν τον ίδιο δρόμο της αρετής, και έτσι όλοι, ως δούλοι ενός Θεού, αξίως στεφανώθηκαν, και αυτοί συγκρότησαν την Εκκλησία, αφού αναπλήρωσαν τον άνω κόσμο. Και παρακινούν και μας να κάνουμε τον ίδιο αγώνα μ’ αυτούς, ο οποίος μπορεί να είναι διαφορετικός και με πολλές μορφές, και ανάλογα με τη δύναμή του ο καθένας να σπεύσουμε με όλη μας την προθυμία. 
Ο Λέων, ο αοίδιμος και σοφότατος βασιλεύς (886-912), έκτισε ναό μέγιστο και περικαλλή για τους Αγίους όλων των αιώνων. Αυτός ο ναός βρίσκεται κοντά στον ναό των αγίων Αποστόλων, μέσα στην Κωνσταντινούπολη, και τον οικοδόμησε, όπως λένε, για την πρώτη γυναίκα του, τη Θεοφανώ, η οποία ευαρέστησε πάρα πολύ στον Θεό, και μάλιστα, πράγμα παράδοξο, ενώ ζούσε μέσα στους κοσμικούς θορύβους και μέσα στα ανάκτορα. 
Όταν ανακοίνωσε στην Εκκλησία τον σκοπό του, αυτή δεν συμφώνησε με το θέλημά του, αν και είχε την ίδια γνώμη για την Θεοφανώ, διότι έκρινε ότι δεν πρέπει, αυτήν που ως χθες ήταν μέσα στη βασιλική φαντασία και καλοπέραση, να την τιμήσουν αμέσως, έτσι που να της αφιερώσουν και ναό μεγαλοπρεπή και εξαίσιο, χωρίς ο χρόνος να της προσδώσει τιμή και σεβασμό και ότι ευαρέστησε στον Θεό. 
Τότε ο σοφότατος βασιλεύς, με τη σύμφωνη γνώμη και όλης της Εκκλησίας, αφιέρωσε τον ανεγερθέντα ναό σε όλους τους απανταχού της γης Αγίους, λέγοντας: «Αν και η Θεοφανώ είναι αγία, ας συναριθμηθεί με όλους αυτούς». 
Εγώ νομίζω ότι από εδώ μάλλον έλαβε αρχή να εορτάζεται η παρούσα εορτή, αν και υπήρχε και προηγουμένως, και γι’ αυτό τέθηκε τελευταία στο Τριώδιο *, σαν φραγμός που περικλείει όλες γενικά τις εορτές. 
Γιατί η ευταξία και η κατάσταση της Εκκλησίας, αν και άρχισε από παλιά και σιγά-σιγά γινόταν άριστη και όπως ταίριαζε, ωστόσο κατά τις ημέρες αυτού του βασιλιά τελειοποιήθηκε και πήρε τη μορφή της τάξεως και καταστάσεως που υπάρχει σήμερα. 
Και το Τριώδιο, με δυο λόγια, περιέχει με μορφή ύμνων όσα ο Θεός έκανε για μας με τρόπους ανέκφραστους. 
Δηλαδή την πτώση του Διαβόλου από τον ουρανό λόγω της πρώτης παρακοής· την παράβαση και την εξορία του Αδάμ· όλη την οικονομία του Θεού Λόγου για χάρη μας· και με ποιον τρόπο ανεβήκαμε πάλι στους ουρανούς δια του Αγίου Πνεύματος και αναπληρώσαμε το τάγμα εκείνο που έπεσε, το οποίο έγινε με τους Αγίους Πάντες. 
Πρέπει να ξέρουμε ότι σήμερα εορτάζουμε όλα, όσα από αγαθότητα αγίασε το Πνεύμα το άγιο. 
Εννοώ τα εννέα αγγελικά τάγματα, τους προπάτορες και τους πατριάρχες, τους προφήτες και τους ιερούς αποστόλους, τους μάρτυρες και τους ιεράρχες, τους ιερομάρτυρες και οσιομάρτυρες, τους οσίους και δικαίους, όλες τις χορείες των αγίων γυναικών και όλους τους άλλους άγνωστους αγίους· μαζί με αυτούς ας είναι και αυτοί που θα αγιάσουν στο μέλλον. 
Πάνω όμως από όλους και μαζί με όλους, την Αγία των Αγίων, την υπεραγία και υπερασυγκρίτως ανώτερη και αυτών των αγγελικών ταγμάτων, την Κυρία και Δέσποινά μας Θεοτόκο, την αειπάρθενο Μαρία. 
Με τις πρεσβείες της άχραντης Μητέρας σου, Χριστέ ο Θεός, και πάντων των Αγίων σου, ελέησε και σώσε μας, ως μόνος αγαθός και φιλάνθρωπος. Αμήν.

* Τριώδιο εδώ εννοεί την περίοδο Τριωδίου και Πεντηκοσταρίου.

Σάββατο 29 Ιουνίου 2024

Ἐγκώμιο στούς Ἁγίους Πάντες - ΑΓ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

ΠΗΓΗ:ΕΔΩ
Ἐγκώμιο στούς Ἁγίους Πάντες
ΑΓ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

Δέν πέρασαν ἀκόμη ἑπτά μέρες, ἀπό τότε πού γιορτάσαμε τήν ἱερή πανήγυρη τῆς Πεντηκοστῆς, καί πάλι μᾶς πρόφθασε χορός μαρτύρων ἤ καλύτερα στρατιά μαρτύρων καί παράταξη, πού δέν εἶναι καθόλου κατώτερη ἀπό τή στρατιά τῶν ἀγγέλων, τήν ὁποία εἶδε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ, ἀλλά εἶναι ἴδιας ἀξίας καί τάξης μέ αὐτή. Γιατί μάρτυρες καί ἄγγελοι διαφέρουν μόνο στά ὀνόματα, στά ἔργα τους ὅμως ταυτίζονται.

Στόν οὐρανό κατοικοῦν οἱ ἄγγελοι, στόν οὐρανό καί οἱ μάρτυρες. Αἰώνιοι καί ἀθάνατοι εἶναι ἐκεῖνοι, τό ἴδιο θά γίνουν καί οἱ μάρτυρες. Ἀλλ᾽ ἐκεῖνοι ἔλαβαν καί ἀσώματη φύση; Καί τί σημασία ἔχει αὐτό; Γιατί οἱ μάρτυρες, ἄν καί ἔχουν σῶμα, ὅμως εἶναι ἀθάνατο ἤ καλύτερα καί πρίν ἀπό τήν ἀθανασία ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ στολίζει τά σώματά τους περισσότερο ἀπό τήν ἀθανασία.

Δέν εἶναι τόσο λαμπρός ὁ οὐρανός, πού στολίζεται μέ τό πλῆθος τῶν ἀστεριῶν, ὅσο εἶναι τά σώματα τῶν μαρτύρων, πού στολίζονται μέ τό λαμπρό αἷμα τῶν τραυμάτων. Ὥστε ἐπειδή πέθαναν γι᾽ αὐτό καί εἶναι ἀνώτεροι, καί βραβεύτηκαν πρίν ἀπό τήν ἀθανασία παίρνοντας τά στεφάνια ἀπό τήν ὥρα τοῦ θανάτου τους.

«Τόν ἔκανες λίγο κατώτερο ἀπό τούς ἀγγέλους, τόν στεφάνωσες μέ δόξα καί τιμή» (Ψαλμ. 8, 6), λέει ὁ Δαυίδ, γιά τή φύση ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλά καί τό λίγο αὐτό πού στεροῦνταν οἱ ἄνθρωποι σέ σχέση μέ τούς ἀγγέλους, τό συμπλήρωσε ὁ Χριστός ὅταν ἦρθε, καταδικάζοντας τό θάνατο μέ τό δικό του θάνατο. Ἐγώ ὅμως δέν ἀντλῶ ἀπ᾽ ἐδῶ τά ἐπιχειρήματά μου, ἀλλά ἀπό τό ὅτι τό μειονέκτημα αὐτό τοῦ θανάτου ἔγινε πλεονέκτημα. Γιατί ἄν δέν ἦταν θνητοί δέν θά γίνονταν μάρτυρες.

Ὥστε ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος δέν θά ὑπῆρχε καί στεφάνι. Ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος, δέν θά ὑπῆρχε καί μαρτύριο. Ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος, δέν θά μποροῦσε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος νά λέει: «Κάθε μέρα πεθαίνω, μά τό δικό σας καύχημα, πού ἔχω στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Α’ Κορ. 15, 31). Ἄν δέν ὑπῆρχε θάνατος καί φθορά, δέν θά μποροῦσε πάλι ὁ ἴδιος νά λέει: «Χαίρομαι στά παθήματά μου γιά σᾶς, καί ἀναπληρώνω στή σάρκα μου τά ὑστερήματα τῶν θλίψεων τοῦ Χριστοῦ» (Κολ. 1, 24). Ἄς μήν λυπούμαστε λοιπόν ἐπειδή γίναμε θνητοί, ἀλλά ἄς εὐχαριστοῦμε, ἐπειδή ἀπό τό θάνατο μᾶς ἀνοίχτηκε τό στάδιο τοῦ μαρτυρίου, ἀπό τή φθορά λάβαμε ἀφορμή γιά τά βραβεῖα. Ἀπό ἐδῶ ἔχουμε τήν ἀφορμή γιά ἀγωνίσματα.

Βλέπεις τή σοφία τοῦ Θεοῦ, πῶς τό πιό μεγάλο κακό τό ἀποκορύφωμα τῆς συμφορᾶς πού μᾶς ἔφερε ὁ διάβολος, ἐννοῶ τό θάνατο, τόν μετέτρεψε σέ τιμή καί δόξα μας, ὁδηγώντας μ᾽ αὐτόν τούς ἀθλητές στά βραβεῖα τοῦ μαρτυρίου; Τί θά κάνουμε ὅμως; Θά εὐχαριστήσουμε τό διάβολο γιά τό θάνατο; Ὁ Θεός νά φυλάξει. Γιατί τό κατόρθωμα δέν εἶναι ἔργο τῆς δικῆς του θελήσεως, ἀλλά εἶναι χάρισμα τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος τόν ἔφερε γιά νά μᾶς καταστρέψει καί ξαναφέρνοντάς μας στή γῆ νά ξεκόψει κάθε ἐλπίδα σωτηρίας. Ὁ Χριστός ὅμως, μέ τό δικό του θάνατο ἄλλαξε τήν πορεία καί μέ τόν ἴδιο τό θάνατο μᾶς ἀνέβασε πάλι στόν οὐρανό.

Κανείς σας λοιπόν ἄς μήν μέ κατηγορήσει, ἄν ὀνόμασα τό σύνολο τῶν μαρτύρων χορό καί στράτευμα, δίνοντας δυό ἀντίθετα ὀνόματα στό ἴδιο πράγμα. Γιατί χορός καί στράτευμα εἶναι ἀντίθετα πράγματα, ἐδῶ ὅμως ἔγιναν ἕνα. Ἐπειδή βάδιζαν μ᾽ εὐχαρίστηση στά βασανιστήρια, σάν νά χόρευαν καί ἔδειξαν τόση ἀνδρεία καί ἀντοχή σάν νά βρίσκονταν σέ πόλεμο καί νίκησαν τούς ἐχθρούς. Ἄν βέβαια ἐξετάσουμε τή φύση τῶν ὅσων γίνονταν, ἦταν μάχη καί πόλεμος καί παράταξη. Ἄν ὅμως ἐξετάσεις τή διάθεση αὐτῶν πού ἔπασχαν, ἦταν χοροί, ὅσα συνέβαιναν, ἦταν διασκεδάσεις καί πανηγύρια καί ἡ πιό μεγάλη ἀπόλαυση.

Θέλεις νά μάθεις ὅτι αὐτά ἦταν πιό τρομερά ἀπό τόν πόλεμο; Ἐννοῶ τά σχετικά μέ τούς μάρτυρες. Ποιό τέλος πάντων εἶναι τό φοβερό στόν πόλεμο; Στήνονται καί ἀπό τίς δυό μεριές στρατόπεδα περιφραγμένα, πού λάμπουν ἀπό τά ὅπλα καί καταυγάζουν τή γύρω περιοχή, ρίχνοντας ἀπό παντοῦ σύννεφα τά βέλη, πού μέ τό πλῆθος τους κρύβουν τόν οὐρανό, τρέχουν αὐλάκια τά αἵματα πάνω στή γῆ καί εἶναι πολλοί ὁλόγυρα οἱ νεκροί. Ὅπως ἀκριβῶς στό θερισμό πέφτουν στή γῆ τά στάχυα, ἔτσι καί ἐδῶ εἶναι οἱ στρατιῶτες, καθώς πέφτουν ὁ ἕνας πάνω στόν ἄλλο.

Ἔλα λοιπόν νά σέ ὁδηγήσω ἀπό ἐκεῖνα σ᾽ αὐτή ἐδῶ τή μάχη. Καί ἐδῶ ὑπάρχουν δυό παρατάξεις, ἡ μία τῶν μαρτύρων καί ἡ ἄλλη τῶν τυράννων. Ἀλλά οἱ τύραννοι εἶναι ὁπλισμένοι τέλεια, οἱ μάρτυρες ὅμως μάχονται μέ γυμνό τό σῶμα καί ἡ νίκη ἀνήκει στούς γυμνούς καί ὄχι στούς ὁπλισμένους. Ποιός δέν θά ἀποροῦσε, μέ τό ὅτι αὐτός πού μαστιγώνεται νικάει ἐκεῖνον πού τόν μαστιγώνει; Ὁ δεμένος νικάει τόν ἐλεύθερο; Αὐτός πού κατακαίγεται νικάει ἐκεῖνον πού τόν καίει; Αὐτός πού πέθαινει νικάει ἐκεῖνον πού τόν σκοτώνει;

Εἶδες πώς αὐτά εἶναι πιό φοβερά ἀπό ἐκεῖνα; Ἐκεῖνα ἄν καί εἶναι φοβερά, γίνονται ὅμως μέ φυσικό τρόπο, αὐτά ὅμως ξεπερνοῦν κάθε φυσικό τρόπο καί κάθε σειρά τῶν πραγμάτων, γιά νά μάθεις ὅτι τά κατορθώματα εἶναι τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ. Ἄν καί τί εἶναι πιό ἄδικο ἀπό τή μάχη αὐτή; Τί πιό παράνομο ἀπό τά ἀγωνίσματα; Γιατί στούς πολέμους καί οἱ δύο πού μάχονται προστατεύονται, ἐδῶ ὅμως δέν συμβαίνει τό ἴδιο. Ἀλλά ὁ ἕνας εἶναι γυμνός καί ὁ ἄλλος ὁπλισμένος. Στούς ἀγῶνες πάλι ἐπιτρέπεται καί στούς δυό νά σηκώνουν τά χέρια ὁ ἕνας ἐναντίον τοῦ ἄλλου. Ἐδῶ ὅμως ὁ ἕνας εἶναι δεμένος καί ὁ ἄλλος κτυπάει ἐλεύθερος καί πληγώνει. Καί αὐτοί πού δίκαζαν σάν νά ᾽ταν ἐξουσιαστές ἐξασφάλισαν γιά τούς ἑαυτούς τους τό δικαίωμα νά κακοποιοῦν. Στούς δίκαιους μάρτυρες ὅμως ἔδωσαν τό προνόμιο νά κακοποιοῦνται.

Ἔτσι μάχονται μέ τούς ἁγίους καί οὔτε ἔτσι τούς νικοῦν. Ἀλλά μετά τήν ἄνιση αὐτή μάχη, ἀφοῦ νικήθηκαν ὑποχώρησαν. Καί αὐτό μοιάζει σάν κάποιον πού φέρνει ἕνα πολεμιστή στόν πόλεμο, τοῦ κόβει τήν αἰχμή τοῦ δόρατος, τοῦ βγάζει τό θώρακα καί τόν διατάζει νά μάχεται ἔτσι μέ γυμνό σῶμα. Ἀλλά ὁ πολεμιστής ἄν καί χτυπιέται, πληγώνεται καί τραυματίζεται βαριά, τελικά στήνει τρόπαιο νίκης.

Καθώς ὁδηγοῦσαν τούς μάρτυρες γυμνούς, μέ δεμένα πίσω τά χέρια καί ἀπό παντοῦ τούς χτυποῦσαν καί τούς ξέσκιζαν, φαίνονταν πώς νικοῦνταν, ὅμως αὐτοί ἄν καί τραυματίζονταν, ἔστηναν τό τρόπαιο τῆς νίκης ἐναντίον τοῦ διαβόλου. Καί ὅπως τό διαμάντι ὅταν χτυπιέται δέν σπάζει, οὔτε μαλακώνει, ἀλλά διαλύει τό σίδερο πού τό χτυπᾶ, ἔτσι ἀκριβῶς καί οἱ ψυχές τῶν ἁγίων, ἐνῶ βασανίζονταν τόσο πολύ, οἱ ἴδιες δέν πάθαιναν κανένα κακό, ἀλλά διέλυαν τή δύναμη ἐκείνων πού τούς χτυποῦσαν καί τούς ἔδιωχναν ἀπό τούς ἀγῶνες νικημένους, ντροπιασμένους καί βαριά τραυματισμένους. Γιατί ἔδεσαν τούς μάρτυρες καί στό ξύλο καί τρυποῦσαν τά πλευρά τους, ἀνοίγοντας βαθιά αὐλάκια, σάν νά ὄργωναν τή γῆ, ἀλλά δέν ἔσκιζαν τά σώματά τους.

Καί μποροῦσε νά δεῖ κανείς λαγόνες ξεσκισμένες, πλευρά ἀνοιγμένα καί στήθη τσακισμένα. Οὔτε ἐδῶ ὅμως σταματοῦσαν τή μανία τους τά αἱμοβόρα ἐκεῖνα θηρία, ἀλλά, ἀφοῦ τούς κατέβαζαν ἀπό τό ξύλο, τούς τέντωναν σέ σιδερένια σχάρα πάνω σέ ἀναμένα κάρβουνα. Καί τότε μποροῦσες νά δεῖς ἀκόμη σκληρότερα θεάματα ἀπό τά προηγούμενα. Νά τρέχουν δηλαδή διπλές σταγόνες ἀπό τά σώματά τους, ἄλλες ἀπό τό αἷμα πού χυνόταν καί ἄλλες ἀπό τίς σάρκες πού ἔλειωναν. Οἱ ἅγιοι ὅμως πού ἦταν ξαπλωμένοι πάνω στά κάρβουνα σάν νά ἦταν ρόδα, παρακολουθοῦσαν μέ πολλή εὐχαρίστηση τά ὅσα γίνονταν.

Ἐσύ ὅμως ὅταν ἀκούσεις σιδερένια σχάρα φέρε στό νοῦ σου τή νοητή σκάλα, πού εἶδε ὁ πατριάρχης Ἰακώβ νά ἁπλώνεται ἀπό τή γῆ στόν οὐρανό. Ἀπό ἐκείνη κατέβαιναν ἄγγελοι, ἀπό αὐτήν ἀνεβαίνουν μάρτυρες, καί τίς δύο δέ τίς στηρίζει ὁ Κύριος. Δέν θά ἄντεχαν τούς πόνους αὐτοί οἱ ἅγιοι, ἄν δέν στηρίζονταν σ᾽ αὐτή τή σκάλα. Ἀπό ἐκείνη ἀνεβαίνουν καί κατεβαίνουν ἄγγελοι. Καί ἀπό αὐτή, εἶναι ὁλοφάνερο πώς ἀνεβαίνουν καί μάρτυρες. Καί γιατί αὐτό; Ἐπειδή οἱ ἄγγελοι στέλνονται γιά νά ὑπηρετήσουν αὐτούς πού θά κληρονομήσουν τή σωτηρία. Οἱ μάρτυρες ὅμως σάν ἀθλητές καί νικητές, ἀφοῦ ἀπαλλάχθηκαν ἀπό τούς ἀγῶνες, ἔφυγαν στή συνέχεια γιά τόν ἀγωνοθέτη.

Ἀλλά ἄς μήν ἀγγίζουν μονάχα τ᾽ ἀφτιά μας τά ὅσα λέγονται. Ὅταν δηλαδή ἀκοῦμε ὅτι ὑπῆρχαν κάρβουνα, κάτω ἀπό τά καταπληγωμένα σώματα, ἄς ἀναλογιστοῦμε πῶς νιώθουμε ὅταν μᾶς πιάσει ξαφνικά πυρετός. Νομίζουμε ὅτι ἡ ζωή εἶναι ἀνυπόφορη, ταραζόμαστε, δυσανασχετοῦμε, γκρινιάζουμε σάν μικρά παιδιά, θεωρώντας ὅτι ἡ φλόγα τοῦ πυρετοῦ δέν εἶναι καθόλου μικρότερη ἀπό τήν κόλαση. Αὐτοί ὅμως, χωρίς νά τούς πιάσει πυρετός, ἀλλά ἔχοντας ὁλόγυρά τους τή φλόγα νά τούς ζώνει καί τίς σπίθες νά πηδοῦν ἐπάνω στίς πληγές καί νά δαγκώνουν τά τραύματα πιό ἄγρια ἀπό κάθε θηρίο, ἦταν σάν ἀδαμάντινοι καί ἔβλεπαν τά ὅσα γίνονταν σάν νά συνέβαιναν σέ ξένα σώματα.

Ἔτσι μέ πολλή γενναιότητα καί μέ πολλή ἀνδρεία στέκονταν σταθεροί στήν ὁμολογία τους, μένοντας ἀκλόνητοι σ᾽ ὅλα τά βασανιστήρια καί κάνοντας νά λάμψει καί ἡ δική τους ἀνδρεία καί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ. Ἔχετε δεῖ πολλές φορές ν᾽ ἀνεβαίνει ψηλά τήν αὐγή ὁ ἥλιος καί νά στέλνει τίς χρυσές ἀκτίνες του; Ἔ, τέτοια ἦταν τά σώματα τῶν ἁγίων. Σάν χρυσές ἀκτίνες τούς περικύκλωναν ἀπό παντοῦ σάν ρυάκια μέ τό αἷμα καί ἔκαναν νά λάμπει τό σῶμα τους πολύ περισσότερο ἀπ᾽ ὅ,τι κάνει ὁ ἥλιος τόν οὐρανό.

Βλέποντας αὐτό τό αἷμα οἱ ἄγγελοι χαίρονταν, οἱ δαίμονες φοβοῦνταν καί ὁ ἴδιος ὁ διάβολος ἔτρεμε. Γιατί δέν ἦταν ἁπλῶς αἷμα αὐτό πού τώρα ἔβλεπαν, ἀλλά αἷμα σωτήριο, αἷμα ἅγιο, αἷμα ἄξιο γιά τούς οὐρανούς, αἷμα πού διαρκῶς ποτίζει τά καλά φυτά τῆς Ἐκκλησίας. Εἶδε τό αἷμα καί ἔφριξε ὁ διάβολος, γιατί θυμήθηκε ἄλλο αἷμα, τό αἷμα τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Γιά χάρη ἐκείνου τοῦ αἵματος χύθηκε αὐτό. Γιατί ἀπό τότε πού κεντήθηκε ἡ πλευρά τοῦ Δεσπότου βλέπεις στή συνέχεια νά κεντοῦνται ἀμέτρητες πλευρές.

Ποιός λοιπόν δέν θά ἔπαιρνε μέρος μ᾽ εὐχαρίστηση πολλή σ᾽ αὐτούς τούς ἀγῶνες, ὅταν πρόκειται νά γίνει μέτοχος τῶν παθημάτων τοῦ Δεσπότου καί νά ἔχει τόν ἴδιο θάνατο μέ τόν Χριστό; Εἶναι ἀρκετή αὐτή ἡ ἀνταπόδοση καί μεγαλύτερη ἡ τιμή. Ἡ ἀμοιβή ξεπερνάει τά κατορθώματα καί ἔρχεται πρίν ἀπό τόν ἐρχομό τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Ἄς μήν φοβόμαστε λοιπόν ὅταν ἀκοῦμε ὅτι ὁ τάδε μαρτύρησε, ἀλλά ἄς τρομάζουμε ὅταν ἀκοῦμε ὅτι ὁ τάδε δειλίασε καί ἔπεσε, ἐνῶ μπροστά του εἶχε τέτοια βραβεῖα.

Καί ἄν θέλεις ν᾽ ἀκούσεις τί ἔγινε ὕστερα μάθε πώς αὐτά δέν μπορεῖ νά τά παραστήσει κανένας ἀνθρώπινος λόγος, ὅπως λέει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Οὔτε μάτι εἶδε, οὔτε αὐτί ἄκουσε, οὔτε ἀνθρώπινος νοῦς ἀναλογίστηκε αὐτά, πού ἑτοίμασε ὁ Θεός γιά ἐκείνους πού τόν ἀγαποῦν» (Α’ Κορ. 2, 9). Καί κανένας ἀπό τούς ἀνθρώπους δέν ἀγάπησε τόσο τό Θεό, ὅσο οἱ μάρτυρες. Βέβαια δέν θά σιωπήσουμε, ἐπειδή τό μέγεθος τῶν ἀγαθῶν πού ἔχουν ἑτοιμαστεῖ ξεπερνᾶ καί τό λόγο καί τή σκέψη μας, ἀλλά ὅσο εἶναι δυνατόν καί ἐμεῖς νά ποῦμε καί ἐσεῖς ν᾽ ἀκούσετε, θά προσπαθήσουμε νά σᾶς δείξουμε ἀμυδρά τή μακαριότητα πού περιμένει τούς μάρτυρες στόν οὐρανό. Γιατί θά τή γνωρίσουν καθαρά μόνον αὐτοί οἱ ὁποῖοι θά τήν ἀπολαύσουν προσωπικά. Καί τά μέν δεινά αὐτά καί ἀβάστακτα τά ὑποφέρουν οἱ μάρτυρες γιά λίγο χρονικό διάστημα. Μετά ὅμως ἀπό τήν ἀπαλλαγή τους ἀπό τή ζωή αὐτή ἀνεβαίνουν στούς οὐρανούς, ἐνῶ προπορεύονται ἄγγελοι καί τούς περιστοιχίζουν ἀρχάγγελοι. Γιατί οἱ ἄγγελοι δέν ντρέπονται τούς συνδούλους τους, ἀλλά θά ἤθελαν νά κάνουν τά πάντα γι᾽ αὐτούς, ἐπειδή καί ἐκεῖνοι προτίμησαν νά δεινοπαθήσουν γιά τό Δεσπότη τους Χριστό.

Καί ὅταν ἀνεβοῦν στόν οὐρανό, ὅλες ἐκεῖνες οἱ ἅγιες δυνάμεις τρέχουν νά τούς προϋπαντήσουν. Ἄν λοιπόν, ὅταν ξένοι ἀθλητές ἔρχονται στήν πόλη, ὅλος ὁ λαός τρέχει ἀπό παντοῦ καί ἀφοῦ τούς περικυκλώσουν παρατηροῦν καλά ἀπό κοντά τή δύναμη πού ἔχουν τά μέλη τοῦ σώματός τους, πολύ περισσότερο ὅταν οἱ ἀθλητές τῆς εὐσέβειας ἀνεβοῦν στούς οὐρανούς τρέχουν νά τούς προϋπαντήσουν οἱ ἄγγελοι καί ὅλες οἱ οὐράνιες δυνάμεις. Τρέχουν ἀπό παντοῦ γιά νά παρατηρήσουν τά τραύματά τους καί τούς ὑποδέχονται ὅλους καί τούς ἀσπάζονται σάν ἥρωες πού γύρισαν ἀπό τόν πόλεμο καί τή μάχη καί ὕστερα ἀπό πολλά τρόπαια καί νίκες.

Ἔπειτα τούς ὁδηγοῦν μέ μεγάλη συνοδεία πρός τό βασιλιά τῶν οὐρανῶν, στό θρόνο ἐκεῖνο πού εἶναι γεμάτος ἀπό πολλή δόξα, ὅπου βρίσκονται τά Χερουβίμ καί τά Σεραφίμ. Καί ὅταν φτάσουν ἐκεῖ καί προσκυνήσουν ἐκεῖνον πού κάθεται πάνω στό θρόνο, ἀπολαμβάνουν πλέον περισσότερη τιμή ἀπό τό Δεσπότη ἀπό ἐκείνη πού ἀπολαμβάνουν ἀπό τούς συνδούλους τους ἀγγέλους. Γιατί δέν τούς δέχεται σάν δούλους – ἄν καί αὐτό θά ἦταν μεγάλη τιμή καί δέν μπορεῖ κανείς νά βρεῖ ἴση μ᾽ αὐτήν – ἀλλά σάν φίλους Του. «Γιατί ἐσεῖς», λέει ὁ Κύριος, «εἴσαστε φίλοι μου» (Ἰωαν. 15, 14). Καί πολύ σωστά τό λέει, γιατί καί ἀλλοῦ εἶπε: «Μεγαλύτερη ἀπό αὐτή τήν ἀγάπη δέν ἔχει κανένας, ὥστε νά δώσει τή ζωή του γιά χάρη τῶν φίλων του» (Ἰωαν. 15, 13).

Ἐπειδή λοιπόν ἔδειξαν τήν πιό μεγάλη ἀγάπη, τούς ὑποδέχεται καί ἀπολαμβάνουν ἐκείνη τή δόξα. Ἑνώνονται μέ τούς ἀγγελικούς χορούς καί παίρνουν μέρος στήν ὑπερκόσμια δοξολογία. Ἄν λοιπόν καί ὅταν εἶχαν τό σῶμα μετεῖχαν στό χορό ἐκεῖνο μέ τήν κοινωνία τῶν μυστηρίων καί ἔψαλλαν μαζί μέ τά Χερουβίμ τόν τρισάγιο ὕμνο, καθώς γνωρίζετε ἐσεῖς οἱ πιστοί, πολύ περισσότερο τώρα πού βρέθηκαν μέ τούς ἀγγέλους, παίρνουν μέρος στή δοξολογία ἐκείνη, μέ πολλή παρρησία. Ἄραγε δέν φοβόσαστε πρίν τό μαρτύριο; Ἄραγε δέν ἐπιθυμεῖτε τώρα τό μαρτύριο; Ἄραγε δέν λυπᾶστε τώρα, πού δέν εἶναι καιρός μαρτυρίου; Ἄς γυμναζόμαστε λοιπόν γιά τόν καιρό τοῦ μαρτυρίου. Περιφρόνησαν ἐκεῖνοι τή ζωή, περιφρόνησε ἐσύ τίς ἀπολαύσεις. Ἔρριξαν ἐκεῖνοι τά σώματά τους στή φωτιά, ρίξε ἐσύ τώρα χρήματα στά χέρια τῶν φτωχῶν. Καταπάτησαν ἐκεῖνοι τά ἀναμμένα κάρβουνα, σβῆσε ἐσύ μέσα σου τή φλόγα τῆς ἐπιθυμίας.

Εἶναι ἐνοχλητικά αὐτά, ἀλλά μᾶς φέρνουν κέρδος. Μήν βλέπεις τά παρόντα πού εἶναι δυσάρεστα, ἀλλά τά μέλλοντα πού εἶναι εὐχάριστα. Ὄχι τά βάσανα πού περνᾶς τώρα, ἀλλά τά ἀγαθά πού ἐλπίζεις. Ὄχι τά παθήματα, ἀλλά τά βραβεῖα. Ὄχι τούς κόπους, ἀλλά τά στεφάνια. Ὄχι τούς ἱδρῶτες, ἀλλά τίς ἀμοιβές. Ὄχι τούς πόνους, ἀλλά τίς ἀνταποδόσεις. Ὄχι τήν ἀναμένη φωτιά, ἀλλά τή βασιλεία πού σέ περιμένει. Ὄχι τούς δήμιους πού σέ περιτριγυρίζουν, ἀλλά τό Χριστό πού θά σέ στεφανώσει.

Αὐτός εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος καί ὁ εὐκολότερος δρόμος γιά τήν ἀρετή. Νά μήν βλέπει δηλαδή κανείς τούς κόπους μόνο, ἀλλά μαζί μέ τούς κόπους καί τά βραβεῖα. Καί ὄχι ξεχωριστά τό καθένα. Ὅταν λοιπόν πρόκειται νά δώσεις ἐλεημοσύνη, μήν σκέπτεσαι τά χρήματα πού θά ξοδέψεις, ἀλλά τήν ἀπόκτηση τῆς δικαιοσύνης. «Σκόρπισε χρήματα, ἔδωσε στούς φτωχούς. Ἡ δικαιοσύνη του μένει αἰώνια» (Ψαλμ. 111, 9). Μήν βλέπεις τόν πλοῦτο σου πού λιγοστεύει, ἀλλά τό θησαυρό πού πληθαίνει. Ἄν νηστεύεις, μήν σκέπτεσαι τήν καταβολή πού φέρνει ἡ νηστεία, ἀλλά τήν ἄνεση πού θά προέρθει ἀπό τή σωματική ἀδυναμία. Ἄν ἀγρυπνήσεις στήν προσευχή, μήν συλλογίζεσαι τήν ταλαιπωρία τῆς ἀγρυπνίας, ἀλλά τήν παρρησία πού θά ἀποκτήσεις ἀπό τήν προσευχή.

Ἔτσι κάνουν καί οἱ στρατιῶτες. Δέν βλέπουν τά τραύματα, ἀλλά τίς ἀμοιβές. Δέν βλέπουν τίς σφαγές, ἀλλά τίς νίκες. Οὔτε βλέπουν τούς νεκρούς στό πεδίο τῆς μάχης, ἀλλά τούς ἥρωες πού στεφανώνονται. Ἔτσι καί οἱ κυβερνῆτες βλέπουν μπροστά στά κύματα τά λιμάνια, μπροστά στά ναυάγια τά ἐμπορεύματα, μπροστά στά δεινά τῆς θάλασσας τά ἀγαθά μετά τή θάλασσα.

Ἔτσι κάμε καί ἐσύ. Σκέψου πόσο μεγάλο πράγμα εἶναι μέσα στή βαθιά νύχτα, ὅταν κοιμοῦνται ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καί τά θηρία καί τά κατοικίδια ζῶα, ὅταν ὑπάρχει ἀπόλυτη ἡσυχία, ἐσύ μόνο νά σηκωθεῖς καί νά μιλήσεις μέ τόν Κύριό μας. Εἶναι γλυκός ὁ ὕπνος; Ἀλλά τίποτε δέν εἶναι πιό γλυκό ἀπό τήν προσευχή. Ἄν συνομιλήσεις μόνος μαζί Του, πολλά θά καταφέρεις. Δέν θά σέ ἐνοχλεῖ κανείς, οὔτε θά ἐμποδίσει τήν προσευχή σου. Ἔχεις καί τήν ὥρα σύμμαχο γιά νά ἐπιτύχεις αὐτά πού θέλεις. Ἐσύ ὅμως βαριέσαι νά σηκωθεῖς καί στριφογυρίζεις ξαπλωμένος στό μαλακό στρῶμα; Σκέψου τούς μάρτυρες πού εἶναι σήμερα ξαπλωμένοι στή σιδερένια σχάρα, χωρίς στρῶμα ἀπό κάτω, ἀλλά ἀναμένα κάρβουνα.

Ἐδῶ θέλω νά σταματήσω τό λόγο, γιά νά φύγετε ἔχοντας ἔντονη καί ζωηρή τή μνήμη ἐκείνης τῆς σχάρας καί νά τήν θυμᾶστε νύχτα καί μέρα. Γιατί, καί ἄν ἀκόμα μᾶς κρατοῦν ἄπειρα δεσμά, ὅταν ἔχουμε στό νοῦ μας αὐτή τή σχάρα, θά μπορέσουμε νά τά σπάσουμε ὅλα μέ εὐκολία καί νά σηκωθοῦμε γιά προσευχή. Ὄχι μόνο τή σχάρα, ἀλλά καί τίς ἄλλες τιμωρίες τῶν μαρτύρων ἄς τίς χαράξουμε στό βιβλίο τῆς καρδιᾶς μας.

Ἄς σκεφτοῦμε καί ἐμεῖς σάν αὐτούς πού λαμπροστολίζουν τά σπίτια τους καί κρεμᾶνε σ᾽ ὅλα τά σημεῖα ὄμορφες ζωγραφιές. Ἄς ζωγραφίσουμε στούς τοίχους τῆς δικῆς μας ψυχῆς τίς τιμωρίες τῶν μαρτύρων. Γιατί ἐκεῖνες οἱ ζωγραφιές εἶναι ἀνώφελες, αὐτές ὅμως ἐπικερδεῖς. Αὐτή ἡ ζωγραφική δέν χρειάζεται χρώματα, οὔτε ἔξοδα, οὔτε κάποια τέχνη. Ἀλλά γιά ὅλα αὐτά φτάνει νά χρησιμοποιήσει κανείς τήν προθυμία του καί τή γενναία καί νηφάλια σκέψη του καί μ᾽ αὐτή σάν χέρι ἄριστου τεχνίτη νά ζωγραφίσει τίς τιμωρίες τῶν μαρτύρων.

Ἄς ζωγραφίσουμε λοιπόν στή ψυχή μας ἄλλους νά εἶναι στά τηγάνια, ἄλλους ξαπλωμένους σ᾽ ἀναμμένα κάρβουνα, ἄλλους ἀναποδογυρισμένους στά καζάνια, ἄλλους νά καταποντίζονται στή θάλασσα, ἄλλους νά ξεσκίζονται, ἄλλους νά τούς γυρίζουν στόν τροχό, ἄλλους νά τούς ρίχνουν στόν γκρεμό. Ἄλλους πάλι νά παλεύουν μέ θηρία, ἄλλους νά τούς ὁδηγοῦν στό βάραθρο καί ἄλλους ὅπως ἔτυχε ὁ καθένας νά τελειώσει ἡ ζωή του. Ὥστε μέ τήν ποικιλία αὐτῆς τῆς ζωγραφικῆς, ἀφοῦ λαμπροστολίσουμε τό σπίτι τῆς ψυχῆς μας, νά τό κάνουμε κατάλληλο κατάλυμα γιά τό βασιλιά τῶν οὐρανῶν. Γιατί ἄν δεῖ τέτοιες ζωγραφιές στήν ψυχή μας, θά ἔρθει μαζί μέ τόν Πατέρα καί μαζί μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα καί θά κατοικήσει μέσα μας.

Καί θά γίνει στή συνέχεια ἡ ψυχή μας βασιλικό παλάτι καί κανένας κακός λογισμός δέν θά μπορέσει νά τήν πατήσει, ἀφοῦ ἡ μνήμη τῶν μαρτύρων, σάν ζωγραφιά θά ὑπάρχει πάντοτε μέσα μας καί θά σκορπᾶ πολλή λάμψη καί θά κατοικεῖ συνεχῶς μέσα μας ὁ βασιλιάς τῶν ὅλων Θεός. Ἔτσι λοιπόν, ἀφοῦ ὑποδεχτοῦμε τό Χριστό ἐδῶ, θά μπορέσουμε μετά τήν ἀναχώρησή μας ἀπό τή γῆ νά Τόν ὑποδεχτοῦμε στίς αἰώνιες κατοικίες μας, τίς ὁποῖες εὔχομαι νά ἐπιτύχουμε ὅλοι μας μέ τή χάρη καί τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, διά τοῦ ὁποίου καί μέ τόν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα στόν Πατέρα καί στό ἅγιο καί ζωοποιό Πνεῦμα στούς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.

Δημοφιλείς αναρτήσεις