Δευτέρα 24 Ιουνίου 2024

Ἡ Ἁγία Τριάδα ὡς φανέρωση καί ἐμπειρία τοῦ Ἀκτίστου Φωτός.



ΠΗΓΗ: floga.gr
Ἡ Ἁγία Τριάδα ὡς φανέρωση καί ἐμπειρία τοῦ Ἀκτίστου Φωτός.

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου πού ἔγινε στόν Ἱερό Ναό τῆς Ἁγίας Τριάδας Γλυφάδας, τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Γλυφάδας, τήν Δευτέρα 24 Ἰουνίου 2013.

Μεγάλη ἡ σημερινή γιορτή, συγκλονιστική γιορτή τῆς Ἁγίας Τριάδας καί τί νά πεῖς μπροστά στό μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδας καί πῶς νά τό προσεγγίσεις ἀφοῦ παραμένει μυστήριο; Καί ἡ μόνη δυνατή προσέγγιση εἶναι ἡ προσέγγιση πού ἔκαναν οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπου ἡ Ἁγία Τριάδα δέν ἦταν ἁπλῶς κάποιο δόγμα πού τό ἀνέλυαν διανοητικά, τό γνώριζαν, ἀλλά πολλοί ἀπό αὐτούς τό βίωσαν ὡς φανέρωση Φωτός. Ἔτσι, ἡ Ἁγία Τριάδα, μέσα ἀπό τούς ἀνθρώπους πού ἔχουν ἐμπειρία Ὀρθόδοξη καί ἀσκοῦνται, εἶναι ὡς φανέρωση τοῦ Ἀκτίστου Φωτός.

Ἐξάλλου καί στή σημερινή ἀκολουθία πάρα πολλές φορές ἀκούστηκε ἡ λέξη φῶς. Τό λέμε καί στό «Πιστεύω» μας: «Φῶς ἐκ φωτός». Ἔτσι, λοιπόν, ὁ μόνος δυνατός τρόπος νά προσεγγίσω κατά τά μέτρα τῶν αἰσθήσεών μας τό Μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδας, εἶναι νά προσεγγίσω, πρακτικά, αὐτήν τήν ἐμπειρία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, πού εἶδαν τό Ἄκτιστο Φῶς. Ἐπειδή εἶναι ἐνδιαφέρον νά διαβάσω κείμενα παλαιῶν Πατέρων, ἀλλά καί ἀκόμη πιό ἐνδιαφέρον νά διαβάσω καί σύγχρονους Ἁγίους, θά κάνω ἀναφορές καί σέ παλαιούς Πατέρες, ὅπως τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ ἤ τόν Συμεών τόν Νέο Θεολόγο. Ἀλλά εἶναι συγκλονιστικό νά ἀναφέρω ἐμπειρίες συγχρόνων Ἁγίων, ὅπως ὁ σύγχρονος Ἅγιος Σιλουανός, ὁ ὁποῖος πέρασε τήν ἐμπειρία του στόν Πατέρα Σωφρόνιο, πού ἔζησε στό Ἔσσεξ. Ἐπειδή, λοιπόν, ἔχω κείμενά τους πού ἀναφέρονται σ᾽ αὐτήν τή φανέρωση τοῦ Φωτός, ὅλη αὐτή ἡ σύντομη ὁμιλία θά ἀναφέρεται στά κείμενά τους καί μερικά στοιχεῖα θά δώσω γιά τό πῶς αὐτό βιώνεται στή ζωή μας.

Νά ξεκινήσω ἀπό κάτι τό ὁποῖο λέει ὁ πρῶτος Ἅγιος πού ἀνέφερα, ὁ Σιλουανός: «Καί ἰδού τήν ἡμέρα τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, ἴσως τό ἔτος 1924, τό Φῶς ἐπεσκέφθη ἐμένα, μετά τή Θεία Μετάληψη καί τότε αἰσθάνθηκα Αὐτό ὡς ἐπαφή τῆς Θείας αἰωνιότητας, μετά τοῦ πνεύματός μου, ἦταν ἱλαρό, πλῆρες εἰρήνης καί ἀγάπης. Τό Φῶς παρέμεινε μετ᾽ ἐμοῦ ἐπί τρεῖς ἡμέρες, διέλυσε τήν ἀπελπισία μου, τήν ἀνυπαρξία μου, ἡ ὁποία ἵστατο ἐνώπιόν μου, τήν ἀγωνία μου. Ἤμουν ἀναστημένος καί ἐντός μου καί μετ᾽ ἐμοῦ ἦταν ὅλο τό Φῶς».

Ὁ λόγος τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, στό τέλος τῆς ἀκολουθίας τοῦ Πάσχα, ὅπως ἦταν τότε, ἦταν πολύ ζωντανός πάλι: «Ἀνέστη Χριστός καί νεκρός οὐδείς ἐπί μνήματος». Ἀλλά αὐτήν τήν ἀνάσταση τή ζοῦσαν πιά, ἦταν μιά ἐμπειρία. Κάτι ἀντίστοιχο, λέγει καί ὁ Ἅγιος Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος, ὁ ὁποῖος ἔζησε αὐτό τό γεγονός μέ ἕνα συγκλονιστικό τρόπο καί λέει τό ἑξῆς: «Ὅλο τό Φῶς ἦταν τά πάντα, ἀκόμη καί ὅταν μεταλάμβανα ἐκείνη τήν ἡμέρα πού εἶχα αὐτή τήν ἐμπειρία τοῦ Φωτός, ὁ ἄρτος τῆς Ἀχράντου Σαρκός Αὐτοῦ καί τό ποτήρι Αὐτοῦ ἦταν ὅλα Φῶς. Ὅλη ἡ ζωή γίνεται Φῶς».

Ἀλλά σημαντική εἶναι καί ἡ ἄλλη μαρτυρία γιά τό Ἄκτιστο Φῶς, πάλι ἀπό τόν Ἅγιο Σιλουανό τόν Ἀθωνίτη: «Περί τάς ἀρχάς τῆς δεκαετίας τοῦ 1930, ὅταν ἤμουν ἤδη διάκονος, ἡ εὐδοκία τοῦ Θεοῦ παρέμεινε μετ᾽ ἐμοῦ ἐπί δύο ἑβδομάδες. Τό ἑσπέρα, ὅταν ὁ ἥλιος ἔβαινε πρός τή δύση αὐτοῦ, ὀπίσω τοῦ Ὀλύμπου, καθόμουν ἐπί τοῦ ἐξώστου, πλησίον τοῦ κελίου μου, ἀτενίζων πρός τό βράδυ. Κατ᾽ ἐκείνας τάς ἡμέρας ἔβλεπον τό ἑσπερινό φῶς τοῦ ἡλίου καί ἐν ταυτῷ, μαζί μέ τόν ἥλιο καί ἕνα ἄλλο Φῶς, ὅπερ τρυφερῶς μέ περιέβαλλε καί εἰρηνικῶς ἔμπαινε μέσα μου, στήν καρδιά μου καί μέ παράδοξο τρόπο, πού δέν καταλάβαινα μοῦ ἔδινε μιά ἀπέραντη ἀγάπη καί τότε ἀπέκτησα μιά εὐσπλαχνία γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅποιοι καί νά ἦταν, ὅπως καί νά ἐφέροντο, ὅσο καί νά μισοῦσαν, αἰσθανόμουν ὡσαύτως, ἀνώδυνον τή συμπάθεια πρός τόν κόσμο ὅλο. Μετά τή δύση τοῦ ἥλιου, γι᾽ αὐτές τίς μέρες πού εἶχα αὐτήν τήν ἐμπειρία ἀπεσυρόμην στό κελίον μου, πρός ἐπιτελείαν τοῦ κανόνος τῆς προσευχῆς μου καί ὅμως τό Φῶς παρέμενε συνεχῶς πάνω μου». Βλέπετε ἐμπειρίες Ἀκτίστου Φωτός πολύ πρακτικές.

Τό ἴδιο πράγμα μᾶς μεταδίδει καί ὁ γέροντας Σωφρόνιος πού εἶχε τήν ἐμπειρία καί τή διδασκαλία τοῦ Ἀκτίστου Φωτός Αὐτοῦ, ἀπό τόν γέροντά του, τόν Ἅγιο Σιλουανό τόν Ἀθωνίτη: «Συντόμως μετ᾽ αὐτά, ἐγώ πού εἶχα παλιά ἀσχοληθεῖ μέ ἄλλα θρησκεύματα, καί μάλιστα μέ τόν ὑπερβατικό διαλογισμό, βλέπετε εἶναι ἕνα σύστημα ψευτοπροσευχῆς τοῦ Βουδισμοῦ, κατάλαβα πώς αὐτή ἡ προσευχή ἦταν τραγική γιά μένα, ὅταν πῆρα ἐμπειρία τοῦ Ἀκτίστου Φωτός, γιατί τότε ὅταν ἔκανα τίς ἄλλες προσευχές, τίς δαιμονικές, μέσα μου εἶχα ἀπόλυτη ταραχή. Ὅταν μπῆκα σ’ αὐτήν τήν προοπτική, ὅπως μοῦ τό δίδαξε ὁ πνευματικός μου, ὁ Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης, τότε ἡ ἐμπειρία ἦταν μιά ἄλλη, ἔφυγε κάθε ταραχή ἀπό τήν καρδιά μου καί ἀπό τή ζωή μου. Ἡ φύσις τοῦ Φωτός αὐτοῦ εἶναι μυστηριώδης. Διά ποῖον δῶρον θά ἠδύνατό τις νά περιγράψει αὐτό; Τί εἶναι ἀόρατο, ἀκατάληπτο, κάποτε τό βλέπεις, κάποτε δέν τό βλέπεις. Εἶναι ἱλαρό, τρυφερό, σέ κάνει νά χαίρεσαι χωρίς νά ὑπάρχει λόγος, εἶσαι μόνο χαρά. Δέν ὑπάρχει κάτι χαρούμενο στόν κόσμο, εἶσαι μόνο χαρά. Εἶσαι ὅλο Φῶς». Αὐτή ἡ ἐμπειρία, λοιπόν, εἶναι ἀνεπανάληπτη, καί εἶναι δοσμένη γιά νά τή ζήσουν ὅλοι οἱ Χριστιανοί. Ἐπαναλαμβάνω τά λόγια καί πάλι τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ, πού λέει: «Μές σ᾽ αὐτό τό Φῶς φανερώθηκε ὅλος ὁ Χριστός, ὅλα ἦταν Χριστός, ὅλα ἦταν Φῶς».

Προσέξτε, τώρα, πάρα πολλοί θεολόγοι μιλοῦν περί θεώσεως ἀφηρημένα. Κι ἐμεῖς τό λέμε: ἡ θέωση. Δέν εἶναι ὅμως ἀφηρημένο, εἶναι ἕνα γεγονός πολύ πρακτικό. Ἡ θέωση δέν εἶναι μιά ἰδέα. Κι ἐμεῖς τό λέμε, λέμε: «Εἴμαστε φτιαγμένοι γιά νά γίνουμε Ἅγιοι». Ἀλλά αὐτό εἶναι ἐμπειρία. Ἀλλά, αὐτή ἡ ἐμπειρία ἀποκτᾶται μέσα ἀπό κάποιες προϋποθέσεις, ὅσες προϋποθέσεις ἔχει χαράξει κι ἔχει δώσει ἡ Ὀρθόδοξη παράδοσή μας: ὅ,τι λέμε ἄσκηση, ὅ,τι λέμε ξεπέρασμα τοῦ πόνου καί τῆς ἀγωνίας, ὅ,τι λέμε ταπείνωση, ὅ,τι λέμε νηστεία, ὅ,τι λέμε ἐγκράτεια. Ὅλα αὐτά εἶναι βήματα, τά ὁποῖα σιγά-σιγά μᾶς ὁδηγοῦν στή θέωση καί πιά ἡ θέωση πρακτικά, πάνω στή ζωή μας εἶναι μιά ἐμπειρία καί στό τέλος αὐτῆς τῆς πορείας, κατά τά λίγα λόγια πού διάβασα τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ καί τοῦ πατρός Σωφρονίου, ἔρχεται αὐτό τό ἀποτέλεσμα, εἶναι τό Φῶς τό ἱλαρόν πού ἔρχεται στήν καρδιά μας κάθε μέρα. Μετά τήν πρώτη ἐπίσκεψη τῆς Χάριτος, ὅταν αὐτό γίνεται ἐμπειρία πιά, ἐμπειρία, ἀρχίζουν πολλές δυσκολίες καί πόλεμοι. Βλέπετε ὁ πειρασμός δέν ἀφήνει. Καί τότε ἀπαιτεῖται πολύς χρόνος κάποιος νά τό εμπεδώσει. Πρέπει νά συνεχίσει τήν ἄσκησή του. Προσέξτε ἡ ἄσκηση εἶναι τό κλειδί γι᾽ αὐτήν τήν ἐμπειρία. Κι ἐγώ σήμερα τολμῶ, ἐπειδή εἶναι τέτοια μέρα, νά μιλήσω γι᾽ αὐτήν τήν ἐμπειρία. Εἰδάλλως, θά μοῦ λέγατε: “μίλησε γιά κάτι ἄλλο πρακτικό”. Ἀλλά δέν μπορῶ σήμερα τίποτα ἄλλο νά πῶ, παρά μόνο αὐτό καί τίποτα ἄλλο. Γι᾽ αὐτήν τή μία καί κοινή ἐμπειρία ὅλου τοῦ κόσμου, ἄν ἐμεῖς ἀσκηθοῦμε, κι ἄς φαίνεται ἀκατάληπτο, κι ἄς φαίνεται ἀκατόρθωτο. Γιατί ὁ Θεός μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού ὅλο συγκροτεῖ τόν θεσμό τῆς Ἐκκλησίας, ἀγαπάει ὅλο τόν κόσμο καί αὐτή εἶναι μιά ἐμπειρία ὅλου τοῦ κόσμου. Μήν πεῖτε μετά, ὅταν θά φύγετε ἀπό ἐδῶ “μᾶς μίλησε γιά πράγματα οὐράνια”. Νά ἀπαντήσετε μέ τά λόγια τῶν Ἁγίων “μᾶς μίλησε γιά τά πιό οὐράνια πράγματα πού γίνονται ἀπόλυτα ἐπίγεια”, γιατί οἱ ἄνθρωποι πάνω σ᾽ αὐτή τή Γῆ αὐτά τά ζοῦμε.

Πρέπει νά προσέχουμε πῶς νά ζοῦμε στόν κόσμο, ὅλοι μας καί οἱ κληρικοί καί οἱ μοναχοί καί οἱ λαϊκοί. Συνεχῶς, πρέπει νά προσευχόμαστε, ἀκόμη κι ὅταν βαδίζουμε στόν δρόμο, νά λέμε: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησέ με». Ὅσο περισσότερο θυμόμαστε τόν Θεό, τόσο περισσότερο ἑτοιμάζουμε τόν νοῦ μας, τίς αἰσθήσεις μας, τήν καρδιά μας γιά νά ζήσει αὐτήν τήν ἐμπειρία. Βλέπετε ὅσο πιό πολύ καλλιεργεῖς ἕνα χωράφι, τόσο καλύτερα προϊόντα φέρνει.

Ἄρα, αὐτή ἡ ἱστορία, τῆς δῆθεν ἀπίθανης ἐμπειρίας πού σᾶς περιγράφω τώρα εἶναι ἐμπειρία καθημερινότητας. Μπορεῖτε νά ἔχετε συνεχῶς ἄσκηση καί [νά ἔχετε συνεχῶς] ταπείνωση στόν νοῦ σας; Μπορεῖτε νά ἔχετε τήν προσευχή τοῦ Χριστοῦ συνέχεια στόν νοῦ σας; Ἑτοιμαστεῖτε κι ἐσεῖς γι᾽ αὐτό τό φαινομενικά μεγάλο ἐπίτευγμα. Τό πρωί νά προσευχόμαστε νά μᾶς δίνει ὁ Θεός φωτισμό, φωτισμό γιά ὅλα τά πράγματα, ἀκόμα καί γιά τό πῶς θά ποῦμε καλημέρα στό πρωινό μας, γιά τό πῶς θά ἀπαντοῦμε στά ἐρωτήματα τῶν ἄλλων. Ταυτόχρονα, αὐτή ἡ ἐμπειρία γίνεται καθημερινή ἄν ἔχουμε μνήμη τῶν λόγων τοῦ Χριστοῦ μας, τῆς Γραφῆς, τῶν Πατέρων. Εἶναι μιά συνεχής ἐνασχόληση, ἡ ὁποία δέν σταματάει πουθενά, μά πουθενά.

Ἔχω ἐδῶ καταγεγραμμένη καί τήν ἴδια ἐμπειρία, ἑνός ἄλλου, μιᾶς μεγάλης μορφῆς τῆς σύγχρονης Ὀρθοδοξίας, τοῦ πατρός Ἐφραίμ τοῦ Κατουνακιώτου, ὁ ὁποῖος ἔζησε τά ἴδια πράγματα, τά ὁποῖα μᾶς περιέγραψε καί ὁ πατέρας Σωφρόνιος, ἀλλά καί ὁ Ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης. Εἶναι ἡ ἐμπειρία, λέει, τοῦ Ἀκτίστου Φωτός. Ἀκοῦστε τί περιγράφει ὁ πατήρ Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης: «Ἕνα βράδυ, κάνοντας εὐχή στήν καλύβα, ἔβλεπα πρός τή θάλασσα. Εἶδα τρία φῶτα. Στήν ἀρχή, νόμισα ὅτι ἦταν ψαράδες πού ψάρευαν. Ἔβλεπα, ὅμως, ὅτι τά φῶτα πλησίαζαν πρός τήν καλύβα μου. Μπῆκαν μέσα σ᾽ αὐτήν. Γέμισαν ὅλο τόν χῶρο κι ἔπεσα κάτω στά γόνατα. Δέν φοβήθηκα καθόλου, ἀλλά εἶχα τήν αἴσθηση, [ὅτι] μ᾽ ἀγκάλιαζε ὅλος ὁ Θεός, ὅλη ἡ Ἁγία Τριάδα. Ἡ χαρά μου ἦταν ἄρρητη. Δύσκολα ἐπανῆλθε πολλές φορές αὐτό τό πράγμα. Εἶναι ἔκτακτο γεγονός, ἀλλά ἔτσι ἤμουνα. Ἤμουνα σάν τό χορταράκι πού πέρασε πάνω ἄνεμος, ἀλλά δέν συντρίφθηκε, δέν διαλύθηκε». Αὐτή ἡ ἐμπειρία, εἶναι πάρα πολλῶν Πατέρων καί Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ὁ ὀρθόδοξος χριστιανός εἶναι αὐτός πού ἔχει ὀρθή δόξα, δηλαδή ὀρθή πίστη. Ἀλλά ὀρθή πίστη δέν σημαίνει ἁπλῶς νά ξέρουμε τά δόγματα ὅλα. Νά τά ξέρουμε. [Ὀρθόδοξος χριστιανός εἶναι αὐτός] πού ἔχει αὐτή τήν ἐμπειρία, πού ὅπως σᾶς εἶπα ξεκινάει ἀπό ὅ,τι λέμε στήν Ἐκκλησία μας ἄσκηση, προσευχή, ταπείνωση, ἀπαντοχή στούς πειρασμούς καί στίς δυσκολίες. Καί σιγά-σιγά ἔρχεται αὐτή ἡ ἐμπειρία. Οἱ σωματικές σαρκικές επιθυμίες πού δέν ἱκανοποιοῦνται. Ἔχουμε ἐπιθυμίες ἀρχικές, πάρα πολλές, [πού] θεραπεύονται μέ δύο τρόπους. Ὁ ἕνας εἶναι ἡ ἀφθονία τῆς Θείας Χάριτος, νά ἔρθει πολλή Χάρις. Κι ὁ ἄλλος εἶναι ἡ ἀσκητική πράξη. Βλέπετε δύο πράγματα εἶναι, ἡ ἀφθονία τῆς Θείας Χάριτος, πού δίνεται σέ ὅλους μας, καί ἡ ἀσκητική πράξη. Προσέξτε, ἄν θέλω νά πάρω νερό ἀπό τό πηγάδι καί ἔχω ἕνα πολύ μικρό δοχεῖο, λίγο νερό θά πάρω. Ἄν τό δοχεῖο μεγαλώσει, περισσότερο νερό θά πάρω. Ἄρα, μέσα ἀπό τήν ἄσκηση διευρύνονται οἱ δυνατότητές μας νά ζήσουμε ὁλόκληρη τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Βλέπετε εἴμαστε μάτια, νοῦς, αἰσθήσεις, ἀκοή. Τά πάντα εἴμαστε. Ἄν ὅλα ταυτόχρονα τά καθαρίζουμε, διευρύνουμε τότε τήν εἴσοδο αὐτοῦ τοῦ δοχείου καί ἀφήνουμε τόν Θεό πού μᾶς ἀγαπάει, μέσα ἀπό τό Φῶς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νά εἰσέρχεται μέσα μας ἀπό ὅλες μας τίς αἰσθήσεις. Προσέξτε ἕνα παράδειγμα, πού λένε οἱ Πατέρες καί συνήθως τό χρησιμοποιοῦν στήν ἐξομολόγηση. Ἄν κάποιος ἔχει κάνει πέντε ἁμαρτίες καί μετανιώνει ἀπό τίς τέσσερις, σημαίνει πού ἔχουμε ἕνα καράβι πού ἔχει πέντε τρύπες καί κλείσαμε τίς τέσσερις. Τό νερό θά μπεῖ καί θά βουλιάξει τό καράβι ἀπό τήν πέμπτη. Ἔτσι, λοιπόν, ἐπειδή εἴμαστε αἰσθήσεις, ὁ νοῦς μας, ἡ καρδιά μας, τά μάτια μας, τά αὐτιά μας, ὅ,τι ζοῦμε εἶναι αἰσθήσεις, ὅσο περισσότερο διευρύνονται οἱ αἰσθήσεις σέ ὅλα τά ἐπίπεδα, ταυτόχρονη ἄσκηση σέ ὅλα, τότε ἀφήνουμε τόν Θεό νά εἰσέλθει μέσα μας. Αὐτό εἶναι ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ. Κι ἔτσι, λοιπόν, ἀποκτοῦμε τέτοια ἐμπειρία, μιᾶς ἀπέραντης χαρᾶς. Δέν ὑπάρχει καλύτερη περίπτωση γιά ταπείνωση ἀπό τό νά μᾶς περιφρονοῦν οἱ ἄλλοι. Βλέπετε, ὅταν μᾶς περιφρονοῦν δέν ἀντέχουμε. Ἄν μάθουμε νά ἀντέχουμε, τότε ὅλες μας οἱ αἰσθήσεις ἀσκοῦνται στό νά δεχθοῦν τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὅταν προσεύχεται κανείς δέν πρέπει νά προσέχει τίποτε, οὔτε τίποτα ἄλλο. Ἀλλά νά στέκεται ὁ νοῦς του στόν Θεό. Ὅλος ὁ Θεός μπαίνει μπροστά του. Δέν πετάει ὁ νοῦς ποτέ.

Ἄν σέ μιά πράξη ἐμεῖς ἔχουμε ἄδικο 5% καί οἱ ἄλλοι ἄδικο 95%, νά ἕνα παράδειγμα ὡραῖο πού λέει ὁ πατήρ Σωφρόνιος. Εἶναι μιά πράξη πού ἔχουμε σίγουρα ἄδικο ἐμεῖς μόνο 5% κι οἱ ἄλλοι ἔχουν ἄδικο 95% καί διορθώσουμε ἐμεῖς τό δικό μας 5%, [χωρίς] νά περιμένουμε τί θά διορθώσουν οἱ ἄλλοι. Δέν θά ποῦμε ἐμεῖς: “οἱ ἄλλοι πού ἔχουν τό 95% γιατί δέν διορθώνονται;”. Ἀλλά ἐμεῖς μέ αὐτό τό 5%, τό λίγο πού κάνουμε, ἀφήσαμε τή χάρη τοῦ Θεοῦ νά μπεῖ μέσα μας, ἀφήσαμε τό Φῶς τοῦ Θεοῦ νά μπεῖ μέσα μας. Τά ὑπόλοιπα 95% τῶν ἄλλων, εἶναι τῶν ἄλλων. Ὁ Θεός θά κανονίσει γι᾽ αὐτούς κατά τή μετάνοιά τους. Ἄρα προσέξτε, μέσα ἀπ᾽ αὐτήν τήν προοπτική τῆς βαθιᾶς ἀλλαγῆς τοῦ ἀνθρώπου μέσα ἀπό ὅλες τίς αἰσθήσεις του, γίνεται ἄς τό πῶ ἔτσι, θεόπτης καί ζεῖ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, δέν ζητεῖ νά ἀναλύει τί ἔκαναν οἱ ἄλλοι καί τί δέν ἔκαναν οἱ ἄλλοι, πόσο ἄλλαξαν οἱ ἄλλοι. Ἀλλάζουμε ἐμεῖς βαθιά κι ὁ Θεός ξέρει τόν ἀγώνα τοῦ καθενός. Νά ἀγαποῦμε τήν περιφρόνηση πού μᾶς δείχνουν οἱ ἄλλοι. Προσέξτε, αὐτές εἶναι οἱ προϋποθέσεις γιά νά μποροῦμε νά καλλιεργήσουμε τίς αἰσθήσεις μας καί νά μποῦμε σ᾽ αὐτήν τήν προοπτική. Λέει νά ἀγαποῦμε τήν περιφρόνηση πού μᾶς δείχνουν οἱ ἄλλοι. Πόσο δύσκολο εἶναι, ἔ; Ὅταν μᾶς ταλαιπωροῦν οἱ ἄλλοι καί μᾶς περιφρονοῦν. Ὅμως, νά μήν καυχιόμαστε, οὔτε γιά τήν ὑπομονή πού κάνουμε. Τά ὑπόλοιπα τά ἀφήνουμε στόν Θεό.

Ὅλα αὐτά εἶναι πράγματα τά ὁποῖα μᾶς διευρύνουνε συνεχῶς. Βλέπετε, ἐμεῖς στήν Ἐκκλησία μας ξέρουμε ὅτι κάποιοι εἶναι θεολόγοι. Ξέρουν τή θεολογία. Ἀληθινοί θεολόγοι στήν Ἐκκλησία εἶναι ἐκεῖνοι πού μισοῦν τά πάθη τους. Κι ὅσοι εἶναι θεολόγοι, καί μισοῦν τά πάθη τους, ἐπειδή τά μισοῦν ἀκριβῶς, καθαρίζουν τά πάθη τους καί τότε [γίνονται] ἀνοιχτοί, [καί] στόν χῶρο πού καθάρισαν, [μπαίνει ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος]. Βλέπετε ἄν βγάλετε τή βρωμιά ἀπό ἕνα ποτήρι, εἶναι ἕτοιμο τό ποτήρι νά πάρει μέσα κρασί. Ἄν βγάλετε τή βρωμιά θά μπεῖ μέσα τό κρασί. Ὅσο περισσότερο, λοιπόν, καθαρίζετε τίς αἰσθήσεις σας, τότε θά μπεῖ μέσα τό κρασί, [δηλαδή] ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί τότε γινόμαστε θεολόγοι. Κάθε φορά πού καθαρίζουμε τά πάθη μας, γινόμαστε θεολόγοι. Εἶναι συγκλονιστική αὐτή ἡ ἐμπειρία, [πού] μᾶς ὁδηγεῖ στό Φῶς.

Καί φυσικά, προσέξτε, μήν ἀναλύετε τή ζωή σας κατά τά μέτρα ἀνθρωπίνων νόμων, τί λέει ἡ ψυχολογία, τί λέει ἡ φιλοσοφία. Ἐμᾶς ἕνα πράγμα μᾶς νοιάζει νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά πάθη μας. Καμιά φιλοσοφία, καμιά ψυχολογία δέν θά μᾶς βοηθήσει νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τά πάθη μας. Γιατί χωρίς αὐτήν τήν ἀπαλλαγή ἀπό τά πάθη, δέν μπορεῖς νά περιμένεις αὐτήν τήν ἐμπειρία τοῦ Ἀκτίστου Φωτός.

Ἀκόμη προσέξτε, καί πράγματα τά ὁποῖα εἶναι ἀνθρώπινα, νά τά προσέχουμε. Λέει ἀκόμη καί ἡ ἐρωτική ἀγάπη, ἐρωτική ἀγάπη τῶν ἀνθρώπων, ἄν εἶναι πάρα πολύ ἔντονη καί στρέψει τόν ἕνα πρός τόν ἄλλον καί τό μυαλό πετάξει καί φύγει ἀπό τόν Θεό καί εἶναι ἀγάπη τοῦ ἑνός ὡς πρός τόν ἄλλον καί τίποτα ἄλλο. Τότε, αὐτή ἡ ἐρωτική ἀγάπη πού εἶναι καί δῶρο ἀπό τόν Θεό, ἄν δέν στρέφεται στόν Θεό, μᾶς ἀποστρέφει ἀπό αὐτή τή δυνατότητα νά ζήσουμε τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Βλέπετε, ἄν θέλω ἐγώ τώρα, αὐτό τό μικρόφωνο καί αὐτό τό ἀντικείμενο πού ἔχω μπροστά μου, [νά τά κρατήσω μαζί ἑνωμένα, κι] ἄς φανταστῶ τώρα, ὑπόθεση εἶναι, [εἶναι κάποιοι] πού ἀγαπιῶνται, τί πρέπει νά γίνει, γιά νά κρατηθοῦν μαζί; Τί πρέπει νά γίνει; Πρέπει κάποιο χέρι νά τά κρατήσει, δέν ἀρκεῖ τό ἕνα νά ἀγαπάει τό ἄλλο. Πρέπει ἕνα χέρι νά ἔρθει νά τά κρατήσει. Ἄρα, καί στήν καθημερινή ἀνθρώπινη ἀγάπη, ὄχι μόνο πιά τήν ἐρωτική, ἡ ἀγάπη τῆς μητέρας πρός τό παιδί, τοῦ παιδιοῦ στή μητέρα, δέν ἔχει [ἡ κάθε ἀγάπη] μόνη της τά ἀποκλειστικά, ὅλα αὐτά ἔχουν μιά ἄσκηση. Νά ἀγαπᾶς, ἀλλά ἔχοντας στόν νοῦ τόν Θεό, Ἐκεῖνος μόνο μπορεῖ νά σέ ἑνώσει, [νά σέ κρατήσει μαζί].

Ἄν σέ ὅλα ἀφήνουμε τόν Θεό νά μιλήσει, τότε εἴμαστε κι ἐμεῖς γι᾽ αὐτήν τή συγκλονιστική ἐμπειρία τῆς Χάρης τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὅλα αὐτά πού σᾶς λέω τώρα, μπορεῖ νά φαίνονται πολύ μακρινά ἀπό ἐμᾶς καί [μπορεῖ νά] λέμε: τί εἶναι αὐτά πού μᾶς λέει; Ξέρετε πολύ παλιά, πρίν ἀπό χίλια καί κάτι χρόνια, ἕνας ἄλλος μεγάλος θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος, περιγράφοντας τήν ἐμπειρία του αὐτή, λέει ἀκριβῶς τά ἴδια τά λόγια πού διαβάσαμε ἀπό τόν Ἅγιο Σιλουανό ἤ ἀπό τόν πατέρα Σωφρόνιο. Τά ἴδια λόγια λέει καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, τά ἴδια λόγια λέει καί ὁ πατήρ Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης. Αὐτή εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας μας. Κι ἐγώ δέν σᾶς τά λέω αὐτά γιά νά φανταστεῖτε καί νά πεῖτε: πώ, τί μεγάλα πράγματα λέει ἡ Ὀρθοδοξία μας; Ἐγώ λυπᾶμαι πού δέν τά ζοῦμε. Καί λυπᾶμαι πού δέν τά ζοῦμε, γιατί ἐμεῖς δέν ἀφήνουμε τόν Θεό νά λειτουργήσει πάνω μας. Δέν [Τόν] ἀφήνουμε. Βλέπετε τί εἶπα πρίν, περιφρόνηση, νά ἀντέχουμε τούς πειρασμούς, τίς δυσκολίες, νά ἔχουμε ἐμεῖς μόνο 5% ἄδικο κι οἱ ἄλλοι 95% καί νά μή μᾶς νοιάζει. Ἐπειδή, λοιπόν, τόν Θεό δέν τόν ἀφήνουμε κι ὁ Θεός δέν εἰσέρχεται μέσα μας μέ τή βία. Μᾶς ἀφήνει ἐλεύθερους. Ἀκόμη καί νά μήν Τόν θέλουμε! Τί κρίμα νά μήν Τόν θέλουμε(;)! Τί κρίμα τέτοια μέρα, μέρα τῆς φανερώσεως τοῦ Ἀκτίστου Φωτός καί νά μήν Τόν θέλουμε(;)! Μά, θά πεῖτε ὅλοι σας: «Μά Τόν θέλουμε, Τόν θέλουμε! Θέλουμε τώρα νά τόν δοῦμε!» Ἄν λοιπόν, ὅλοι, ὁμοφώνως, μέσα ἀπό τήν καρδιά σας, τέτοια γιορτή καί τέτοια μέρα πεῖτε, Τόν θέλουμε, Τόν θέλουμε, ἀνοῖξτε τόν δρόμο νά Τόν θέλετε.

Τί ἦταν αὐτά τά ὀνόματα πού σᾶς ἀνέφερα; Τά ὀνόματα πού σᾶς εἶπα δέν ἦταν ὅλα Ἁγίων. Ναί, ὁ Παλαμᾶς ἦταν Ἅγιος. Ὁ Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος ἦταν Ἅγιος. Ὁ Ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης ἦταν Ἅγιος. Ὁ πατήρ Ἐφραίμ δέν ἀνακηρύχτηκε Ἅγιος, οὔτε ὁ πατήρ Σωφρόνιος. Εἶναι λόγια λοιπόν κοινῆς ἐμπειρίας. Ἄν λοιπόν κι ἐσεῖς φωνάξετε μαζί μου: «Ναί Τόν θέλουμε. Ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν», τότε ὁ Θεός θά ἀνταποκριθεῖ στήν προσευχή μας. Δέν τό λέμε κάθε μέρα τώρα; «Παράκλητε, ἀγαθέ, ἐλθέ καί σκήνωσον, κατασκήνωσον ἐν ἡμῖν».῎Ε; Δέν τό λέμε κάθε μέρα; Τί εἶναι αὐτό πού λέμε; Ἄν, λοιπόν, ὅλοι μαζί φωνάξετε: «Ναί, ναί, Τόν θέλουμε. Ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν. Ἐλθέ Κύριε». Θά βάλετε [καί] μία συνεργία, ἔ; Θά βάλετε τήν προσωπική σας ἄσκηση, τήν προσευχή, τήν ταπείνωση καί τόν καθημερινό ἀγώνα, χωρίς γογγυσμό, χωρίς διαμαρτυρία, χωρίς κατηγορία κανενός, μέ πολλή ἐγκράτεια γιά ὅλα καί ἀγαπώντας ὅλο τόν κόσμο, μή μισώντας κανέναν. Καί τότε νά ξέρετε, αὐτή ἡ καθημερινή προσευχή μας: «Ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν», θά ἔρθει νά βιωθεῖ πάνω μας. Αὐτό πού λέει ὁ Συμεών ὁ Νέος Θεολόγος: «Ὅταν στήν ἀρχή, ζοῦσα αὐτό τό πράγμα, εἶχα μιά χαρά πού δέν περίμενα γιατί εἶχα χαρά. Δέν συνέβη κάτι πού νά μέ κάνει χαρούμενο, ἀλλά εἶχα μιά ἀπέραντη χαρά. Οὔτε κέρδισα κάτι, οὔτε μοῦ εἶχε συμβεῖ κάτι καλό, κατά τά μέτρα τοῦ κόσμου. Εἶχα χαρά, ἀπέραντη χαρά». Αὐτό σημαίνει ὅτι τοῦ φανερώθηκε ὁ Θεός. Εἶχε χαρά χωρίς λόγο, ἤ μᾶλλον εἶχε χαρά μέ Λόγο [κι ὅπου Λόγος ὁ Χριστός]. Βλέπετε, πόσο φτωχοί εἴμαστε(;)! Ἐμεῖς χαιρόμαστε, μόνο ὅταν ὑπάρχει λόγος. Ὅταν κάτι πετύχαμε. Εἶναι μιά χαρά πού ἔρχεται μέσα μας καί χαίρεσαι καί λές: «Μά χωρίς λόγο, τί συνέβη σήμερα; Τί καλό μοῦ συνέβη;» Τίποτε καλό. Βγῆκε ὁ ἥλιος, ἔφυγε ὁ ἥλιος. Ἦρθε ἡ μέρα, ἦρθε τό σκοτάδι, ἦρθε ἡ βροχή. Ὅλα τά πράγματα τοῦ κόσμου λειτούργησαν ὅπως ἦταν, τί μοῦ συνέβη; Τότε νά ξέρετε αὐτή ἡ ἐμπειρία, εἶναι ἐμπειρία τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ. Μιά χαρά, χωρίς λόγο. Κι αὐτή ἡ χαρά μένει. Κι ἄν ἀκόμη φαίνεται ὅτι φεύγει, δέν φεύγει ποτέ. Κι ὁ Θεός πάντα περιμένει. Ἐλθέ, λοιπόν, καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν.

Προσπάθησα, λίγα λεπτά τώρα, μπορεῖ νά ἤμουν ἀνόητος, νά σᾶς δώσω μία ὑψίστη ἐμπειρία καί μία ὑψίστη δυνατότητα ὅλων τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν. Αὐτό ἔχουμε σάν δυνατότητα. Ξεκινῆστε ἁπλά καί ταπεινά. Ἀξιοποιῆστε αὐτά πού ἔχετε στή ζωή σας. Ἐδῶ πού ζεῖτε, μ’ αὐτούς πού ζεῖτε, τό σπίτι πού ζεῖτε. Νά μπορεῖτε νά τούς ἀγαπᾶτε, νά τούς ἀντέχετε, νά προσεύχεστε γιά ὅλους, νά μή σᾶς πειράζει τίποτα, νά μή σᾶς ταλαιπωρεῖ τίποτε. Καί τότε ἐπειδή θά καθαρίσετε τό δοχεῖο, θά μπαίνει μέσα πολύ κρασί. Καί θά λέτε μά τί συνέβη; Βλέπετε τό ποτήρι δέν ἔχει αἴσθηση τοῦ κρασιοῦ πού μπῆκε μέσα. Ἀλλά, εἶναι γεμάτο κρασί. Στήν ἀρχή εἶναι μία χαρά, τό λέω, πού εἶναι ἄρρητη, ἀπόρρητη.

Λίγα λόγια σᾶς εἶπα σήμερα γιά μεγάλο θέμα. Μπορεῖ ἀνοήτως νά τό τόλμησα. Ἀλλά θά ἤμουν κι ἐγώ ἀνόητος ἄν τόν λαό τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι φτιαγμένος γιά νά ζήσει τήν ἐμπειρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν ἐμπειρία τῆς φανερώσεως τοῦ Θεοῦ, δέν σᾶς τή μετέδιδα. Ἐμεῖς ἔχουμε εὐθύνη ὅλοι, οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας κι ὅλοι, νά δίνουμε στόν λαό μας αὐτήν τήν ἐμπειρία, γιατί εἶναι ἐμπειρία δική σας. Ἀποκλεῖστε την, ὁ Θεός θά τήν δωρίσει. Ἀλλά, ἄν βάλετε συνεργία, ὁ Θεός θά τήν δωρίσει, [καί θά ἔχετε αὐτήν τήν ἐμπειρία]. Νά εἶστε σίγουροι!

Κι ἐγώ λοιπόν τελειώνοντας αὐτό τό σύντομο λογύδριο, νά παρακαλέσω τήν Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ νά ᾽ρθει καί νά σκηνώσει πάνω μας καί νά γεμίσει τίς καρδιές μας. Ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν καί καθάρισον ἡμᾶς ἀπό πάσης κηλῖδος, καί σῶσον Ἀγαθέ, τάς ψυχάς ἡμῶν!

Ἀμήν!

ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ο ΠΑΡΙΟΣ





ΑΓΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ο ΠΑΡΙΟΣ
24 ΙΟΥΝΙΟΥ

Στίχ. Κλήσει, Ἀθανάσιε, ἀκολουθήσας,
ἀθανασίας τὸ γέρας ἐκομίσω.
θανασίοιο μέγα ἀείδω κλέος οἴμαις ἱραῖς.

Ο όσιος πατήρ ημών Αθανάσιος γεννήθηκε από ευσεβείς γονείς πιθανώς στο χωριό Κώστος της Πάρου το 1721. Το κοσμικό του όνομα ήταν Αθανάσιος Τούλιος· ο πατέρας του, ο Απόστολος Τούλιος, καταγόταν από τη Σίφνο, αλλά πήρε γυναίκα από την Πάρο, όπου και εγκαταστάθηκε οριστικά. Ο όσιος έλαβε τα πρώτα γράμματα στην πατρίδα του καθώς και σε διάφορα σχολεία που υπήρξαν στα νησιά. Διαπνεόμενος από διάπυρο ζήλο να εμβαθύνει στις γνώσεις του, γράφτηκε το 1745 στην περίφημη Ευαγγελική Σχολή (έτος ιδρύσεως: 1733) της Σμύρνης, όπου φοίτησε για έξι χρόνια πλάι στον λόγιο ιερομόναχο και ιεροκήρυκα Ιερόθεο Δενδρινό (1697-1780). Από εκεί, μετέβη στην Αθωνιάδα Ακαδημία που είχε ιδρυθεί στο Άγιον Όρος (έτος ιδρύσεως: 1749), με σκοπό να συνδέσει την εγκυκλοπαιδική διδασκαλία με την Ορθόδοξη παράδοση, όπως αυτή διασωζόταν ακέραια στο Αγιώνυμο Όρος. Χάρις στη διδασκαλία δύο μεγάλων σοφών της εποχής, οι οποίοι διετέλεσαν διαδοχικά διευθυντές του ιδρύματος αυτού, του Νεόφυτου Καυσοκαλυβίτη (1689-1784) και του Ευγένιου Βούλγαρη (1716-1806), ο Αθανάσιος ικανοποίησε την ακόρεστη δίψα του για γνώση. Αρίστευσε σε όλους τους τομείς, κυρίως όμως στη μελέτη των Γραφών και στο κήρυγμα. Έγινε καθηγητής (1757) και, καθώς η φήμη του σύντομα ξεπέρασε τα σύνορα του Άθω, του εμπιστεύθηκαν τη διεύθυνση της Σχολής της Θεσσαλονίκης. Στη θέση αυτή διέλαμψε τέσσερα χρόνια (1758-1762), όχι μόνο με τη διδασκαλία του, αλλά και με τις ομιλίες του που έπαλλαν από πηγαία πίστη και εμπιστοσύνη στον Θεό και με τις οποίες κέρδισε την αγάπη του λαού. Όταν η σχολή έκλεισε λόγω μιας επιδημίας πανώλης, μετέβη στην Κέρκυρα, όπου γύρισε ξανά στα θρανία με σκοπό να ολοκληρώσει τις γνώσεις του στη Φιλοσοφία, στη Φυσική και τη Ρητορική με διδάσκαλο τον Νικοφόρο Θεοτόκη (1731-1800), έναν από τους πλέον καλλιεργημένους ανθρώπους της Εκκλησίας στην εποχή του. Κλήθηκε κατόπιν στο Μεσολόγγι για να διδάξει στην Παλαμιαία Σχολή που ίδρυσε ο συμμαθητής και φίλος του Παναγιώτης Παλαμάς (1722-1802) και συνέβαλε στα μέγιστα στην ανάπτυξη και του ιδρύματος αυτού, που διέλαμψε μέχρι την Επανάσταση του 1821. 
Το 1771 ορίστηκε διευθυντής της Αθωνιάδος Σχολής από το Πατριαρχείο και επί έξι χρόνια διαδέχθηκε τον Ευγένιο Βούλγαρη. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, παρά τις αντιστάσεις που προέβαλε σθεναρά η γνήσια ταπεινοφροσύνη του, από τον άγιο Μακάριο Κορίνθου, τον Νοταρά [17 Απρ.] (1731-1805), ο οποίος διέμενε τότε στον Άθω, και συνεισέφερε από κοινού με τον άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη [14 Ιουλ.] (1749-1809) στην έκδοση των πηγών της Ορθόδοξης πνευματικότητας που προωθούσε ο άγιος ιεράρχης και η οποία δικαίως ονομάστηκε «Φιλοκαλική αναγέννηση». Γι’ αυτό και, όταν ξέσπασε η διένεξη γύρω από το θέμα της τέλεσης των μνημοσύνων την Κυριακή, παράλληλα με το θέμα της συχνής Κοινωνίας και Μεταλήψεως, συντάχθηκε με ολόψυχο ζήλο στο πλευρό εκείνων που ονομάσθηκαν περιφρονητικά «Κολλυβάδες» (1754): του αγίου Μακαρίου, του αγίου Νικοδήμου, του Ιακώβου του Πελοποννήσου, του Νεοφύτου του Καυσοκαλυβίτη, του Χριστόφορου Προδρομίτη (του Αρτινού· 1730) και του μοναχού Αγάπιου από την Κύπρο. Η διένεξη αυτή ξεπερνούσε τις τελετουργικές λεπτομέρειες. Επρόκειτο στην ουσία για την ειλικρινή όσο και θαρραλέα υπεράσπιση της εκκλησιαστικής παραδόσεως από το εκκοσμικευμένο πνεύμα που είχε την προέλευσή του από την Ευρώπη του Διαφωτισμού και που είχε αρχίσει να εξαπλώνεται ανησυχητικά σε ορισμένους κύκλους της ελίτ της Κωνσταντινουπόλεως. Οικτρά και απίστευτα συκοφαντημένοι οι σεπτοί Κολλυβάδες Πατέρες, καθαιρέθηκαν και εξορίσθηκαν σε πολλά μέρη. Δεν έπαυσαν ωστόσο να ομολογούν την Πίστη και τις παραδόσεις που είχαν παραληφθεί από τους αγίους Πατέρες και ο εκτοπισμός τους στάθηκε, από θεία Πρόνοια, αφορμή να γεννηθεί ένα βαθύ και αγνό κίνημα πνευματικής ανανέωσης στη Θεσσαλία, την Ήπειρο, την Πελοπόννησο και πρωτίστως στα νησιά του Αιγαίου. 
Μετά την καθαίρεσή του, ο όσιος Αθανάσιος, έγραψε μια σφύζουσα από δύναμη απολογία, τόσο πειστική, ώστε τελικά αθωώθηκε (1777). Λίγο αργότερα, αποκαταστάθηκε στο λειτούργημά του και κλήθηκε να αναλάβει ξανά τη διεύθυνση της Σχολής της Θεσσαλονίκης, η οποία είχε αρχίσει να επαναλειτουργεί (1778-1786). Του πρότειναν μάλιστα να αναλάβει τη διεύθυνση της Πατριαρχικής Σχολής Κωνσταντινουπόλεως με τη δέσμευση να δεχθεί να χειροτονηθεί επίσκοπος, εκείνος όμως αρνήθηκε κατηγορηματικά και δήλωσε ότι αντί της δόξας, των κοσμικών και υλικών πλεονεκτημάτων, προτιμούσε την ησυχία της μοναχικής πολιτείας και τη διακονία του λαού του Θεού στην πατρίδα του. Έτσι, παραιτήθηκε και απέπλευσε για την Πάρο. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού πληροφορήθηκαν την κήρυξη του ρωσοτουρκικού πολέμου, οπότε το καράβι υποχρεώθηκε να σταματήσει στη Χίο. Ο Αθανάσιος αποσύρθηκε σε ένα μονίδριο του νησιού, περιμένοντας εκεί στην ησυχία την κατάλληλη στιγμή για να συνεχίσει το ταξίδι του. Σύντομα όμως, τον ανακάλυψαν οι κάτοικοι της Χίου και του ζήτησαν να αναλάβει τη διεύθυνση της Σχολής τους (1792). Παρά τη σθεναρή και επίμονη άρνησή του, κατάφεραν να τον πείσουν να διδάξει τουλάχιστον Ρητορική μέχρι το πέρας του πολέμου. Καθώς ο πόλεμος συνεχιζόταν, δίδαξε επίσης Θεολογία και Λογική. Η διδασκαλία του γνώρισε τέτοια επιτυχία, ώστε όταν τελείωσε ο πόλεμος, οι κάτοικοι, με τη υποστήριξη των τότε εκκλησιαστικών αρχών, κατάφεραν και πάλι να νικήσουν τις αντιστάσεις του ανθρώπου του Θεού. Υπακούοντας στο σχέδιο της θείας Προνοίας, ο Αθανάσιος ανέλαβε μέχρι το 1812 τη διεύθυνση της Φιλοσοφικής Σχολής της Χίου, την οποία έφερε σε τέτοιο ύψος ώστε η φήμη της απλώθηκε παντού και εκατοντάδες μαθητές συνέρρεαν από όλα τα μέρη της Ελλάδος, όπως από την Αίγυπτο, την Παλαιστίνη, ακόμη και από την Αρμενία. Δίδασκε εκεί Λογική, Μεταφυσική, Θεολογία, Ρητορική και Ηθική, κυρίως όμως ήταν ο ίδιος ζωντανό παράδειγμα της τέλειας ευαγγελικής πολιτείας. 
Φθάνοντας σε βαθιά γεράματα, αφήνοντας πίσω του διά παντός την πολύσοφη αλλά και φιλότεκνη διακονία της διδασκαλικής έδρας των Σχολών που ο ίδιος ανέδειξε με προσευχή και καρτερία, μπόρεσε επιτέλους να αποσυρθεί σε ένα μικρό μοναστήρι μαζί με κάποιους παλιούς μαθητές του, για να βρει επιτέλους την ιερή ησυχία που τόσο βαθιά επιθυμούσε σε όλη του τη ζωή. Συνέγραψε εκεί πολλά πονήματα, που συμπλήρωσαν τον ήδη ευρύ κατάλογο των έργων του, τον οποίο απαρτίζουν κυρίως απολογητικές πραγματείες με στόχο την υπεράσπιση, την ανάδειξη και προστασία της Ορθοδόξου παραδόσεως από την αλλοτρίωση και φθορά των δυτικών επιρροών. Φλογερός ζηλωτής της ιερής και ψυχότροφης παράδοσης, ο Αθανάσιος, είχε βασικό του μέλημα να διασώσει την Ορθόδοξη αντίληψη της Πίστεως, που ομολογείται όχι ασφαλώς με τη στοχαστική και άκαρπη θεωρία αλλά με την υπαρκτική αυτοθυσία και εμβίωση του ιερού Ευαγγελίου, και αυτός είναι ο λόγος άλλωστε που υπήρξε ένας από τους πλέον ακάματους υπέρμαχους της τιμής των αγίων Νεομαρτύρων, οι οποίοι με τα μαρτυρικά τους αίματα πότισαν το δένδρο της Πίστεως και προστάτευσαν διαχρονικά ολόκληρο το Έθνος από τον ανεκδιήγητα τεράστιο όλεθρο του βίαιου και πολυφονικού εξισλαμισμού του. Ενώ συνέγραφε ένα βιβλίο με τίτλο «Περί της προς τον Θεόν αγίας Πίστεως και περί του τις εστίν η αληθής φιλοσοφία», προσβλήθηκε από απροσδόκητη κρίση αποπληξίας και, λίγες μέρες αργότερα, στις 24 Ιουνίου του 1813, παρέδωσε εν ειρήνη την οσιακή ψυχή του στον Θεό που τόσο αγάπησε. Τα μόνα πράγματα που βρέθηκαν στην κατοχή του ήταν ένα φτωχό καταφθαρμένο ρούχο, μια λάμπα κι ένα μελανοδοχείο· εύγλωττα τεκμήρια της χριστοευαγγελικής του πτωχείας και ουρανόδρομης βιοτής. 

 

«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμος 10ος (Ιούνιος),
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·

Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΑΣ


Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΑΣ 
Εικονογραφικό σχόλιο 

ΠΗΓΗ:ΕΔΩ  

Οι εικόνες κατατάσσονται σε διάφορα είδη αναλόγως με την σχέση που έχει η μορφή του εικονονιζομένου με αυτό το ίδιο το εικονιζόμενο. 
Έτσι διακρίνονται υποστατικές, συμβατικές και θεολογικές εικόνες. 
Ένα από τα υποείδη των συμβατικών εικόνων είναι οι προτυπώσεις της Π. Διαθήκης μεταξύ των οποίων και η εικόνα της Φιλοξενίας του Αβραάμ που συχνά επιγράφεται ως Αγία Τριάδα. 
Η εικόνα αυτή δείχνει ουσιαστικά το γεγονός της επίσκεψης τριών αγγέλων στον πατριάρχη Αβραάμ. Όμως η χριστιανική θεολογική παράδοση είδε στο γεγονός αυτό την φανέρωση της αγίας Τριάδος κι έτσι την ερμήνευσε αναλόγως. 
Στην Βυζαντινή εικονογραφική παράδοση η εικόνα πάντοτε συμπεριλαμβάνει τα πρόσωπα του Αβραάμ και της Σάρας να διακονούν κι αυτό είναι ορθό διότι οι μορφές των τριών αγγέλων δεν είναι πραγματική εικόνα των προσώπων της αγίας Τριάδος. Είναι συμβατική εικόνα ή ορθότερον είναι σημείο της παρουσίας τους αλλά όχι υποστατική εικόνα τους όπως είναι λ.χ η εικόνα του Ιησού Χριστού. 
Κάτι ανάλογο συμβαίνει με τον εξεικονισμό του Αγίου Πνεύματος, του οποίου επίσης δεν έχουμε υποστατική-πραγματική εικόνα, αλλά σημεία φανέρωσης. Έτσι στην Βάπτιση ο Παράκλητος φανερώνεται ως περιστέρι ενώ στην Πεντηκοστή με την μορφή φλογών που επικάθηνται στα κεφάλια των Αποστόλων. 
Οι μορφές της περιστεράς και των φλογών είναι σημεία που σημαίνουν την παρουσία του τρίτου προσώπου της Αγίας Τριάδος μόνον στην συγκεκριμένη συνάφεια. Εκτός ιστορικού πλαισίου δεν το σημαίνουν γιατί δεν έχουν πραγματική-υποστατική σχέση με αυτό όπως έχει η μορφή του Ιησού της Ναζαρέτ με τον ένανθρωπήσαντα Θεό Λόγο. 
Κατ᾽ αντιστοιχία οι μορφές των τριών αγγέλων σημαίνουν την Αγία Τριάδα μονάχα στο συγκεκριμένο πλαίσιο της Φιλοξενίας του Αβραάμ κι όχι γενικώς και αορίστως. 
Για το λόγο αυτό οι βυζαντινοί, εγκρατείς της θεολογίας, εικονογράφοι δεν παρέλειπαν να εικονίζουν τον Αβραάμ και την Σάρα στην σκηνή αυτή. 
Μετά τον 15 αι. εμφανίστηκαν διάφορες απόπειρες εξεικονισμού της Αγίας Τριάδος με την παράλειψη του Αβραάμ και της Σάρας (παράλειψη ιστορικού πλαισίου).
Πολύ αργότερα και κυρίως στην μεταβυζαντινή περίοδο έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής η χωρίς θεολογικές προϋποθέσεις σύνθεση του Θεού Πατέρα του Χριστού και της Περιστεράς ως εικόνας της Αγίας Τριάδος. 
Σε κάθε περίπτωση καλό είναι να γνωρίζουμε πως δεν υπάρχει υποστατική εικόνα της Αγίας Τριάδος παρά μονάχα ένας συμβατικός εξεικονισμός -σήμανση υπάρξεως- μέσα από την εικόνα του γεγονότος της Π.Δ, της Φιλοξενίας του Αβραάμ.

† Δευτέρα μετὰ τὴν Πεντηκοστήν.



 † Δευτέρα μετὰ τὴν Πεντηκοστήν.

Εἰδήσεις. 
1.Κατὰ τὴν παροῦσαν ἑβδομάδα γίνεται κατάλυσις εἰς πάντα. 
2.Μέχρι τῆς ἀποδόσεως, εἰς τὴν καθ᾿ ἡμέραν λειτουργίαν στιχολογοῦνται τὰ ἀντίφωνα καὶ τὸ εἰσοδικὸν τῆς ἑορτῆς. 
3. πὸ σήμερον ἄρχονται τὰ ἀναγνώσματα ἐκ τῶν ἐπιστολῶν τοῦ Παύλου καὶ τοῦ κατὰ Ματθαῖον ἁγίου Εὐαγγελίου

 

Ἀντίφωνον Α' 
Ἦχος β'
Στίχ. 
Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δὲ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα.
 
Στίχ. Ἡμέρα τῇ ἡμέρᾳ ἐρεύγεται ῥῆμα καὶ νὺξ νυκτὶ ἀναγγέλλει γνῶσιν. 
Στίχ. Οὐκ εἰσὶ λαλιαὶ οὐδὲ λόγοι ὧν οὐχὶ ἀκούονται αἱ φωναὶ αὐτῶν. 
Στίχ. Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν, καὶ εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης τὰ ῥήματα αὐτῶν.

Ἀντίφωνον Β'
Ἦχος ὁ αὐτὸς
Στίχ. Ἐπακούσαι σου Κύριος ἐν ἡμέρᾳ θλίψεως, ὑπερασπίσαι σου τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ Ἰακώβ.
 
Σῶσον ἡμᾶς, Παράκλητε ἀγαθέ, ψάλλοντάς σοι. Ἀλληλούϊα. 
Στίχ. Ἐξαποστείλαι σοι βοήθειαν ἐξ ἁγίου, καὶ ἐκ Σιὼν ἀντιλάβοιτό σου. 
Στίχ. Μνησθείη πάσης θυσίας σου, καὶ τὸ ὁλοκαύτωμά σου πιανάτω.

Ἀντίφωνον Γ'
Ἦχος πλ. δ'
Στίχ. 
Κύριε, ἐν τῇ δυνάμει σου εὐφρανθήσεται ὁ Βασιλεύς, καὶ ἐπὶ τῷ σωτηρίῳ σου ἀγαλλιάσεται σφόδρα.
 
Εὐλογητὸς εἶ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ πανσόφους τοὺς ἁλιεῖς ἀναδείξας, καταπέμψας αὐτοῖς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον, καὶ δι' αὐτῶν τὴν οἰκουμένην σαγηνεύσας, φιλάνθρωπε, δόξα σοι. 
Στίχ. Τὴν ἐπιθυμίαν τῆς καρδίας αὐτοῦ ἔδωκας αὐτῷ καὶ τὴν θέλησιν τῶν χειλέων αὐτοῦ οὐκ ἐστέρησας αὐτόν. 
Στίχ. Ὅτι προέφθασας αὐτὸν ἐν εὐλογίαις χρηστότητος, ἔθηκας ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ στέφανον ἐκ λίθου τιμίου. 
Στίχ. Ζωὴν ᾐτήσατό σε, καὶ ἔδωκας αὐτῷ μακρότητα ἡμερῶν εἰς αἰῶνα αἰῶνος.

Εἰσοδικὸν, Ἦχος β'
Ὑψώθητι, Κύριε, ἐν τῇ δυνάμει σου, ᾄσωμεν καὶ ψαλοῦμεν τὰς δυναστείας σου· Σῶσον ἡμᾶς, Παράκλητε ἀγαθέ, ψάλλοντάς σοι· Ἀλληλούϊα.

Τῌ ΔΕΥΤΕΡᾼ ΤΗΣ Α΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ


 

ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ

ΑΡΧΟΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ 
Τῌ ΔΕΥΤΕΡᾼ ΤΗΣ Α΄ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ 
ἤτοι ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ 
 
Ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον
ιη΄ 10- 20 
Εἶπεν ὁ Κύριος· Ὁρᾶτε μὴ καταφρονήσητε ἑνὸς τῶν μικρῶν τούτων· λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οἱ ἄγγελοι αὐτῶν ἐν οὐρανοῖς διὰ παντὸς βλέπουσι τὸ πρόσωπον τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. 11ἦλθε γὰρ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου σῶσαι τὸ ἀπολωλός. 12Τί ὑμῖν δοκεῖ; ἐὰν γένηταί τινι ἀνθρώπῳ ἑκατὸν πρόβατα καὶ πλανηθῇ ἓν ἐξ αὐτῶν, οὐχὶ ἀφεὶς τὰ ἐνενήκοντα ἐννέα ἐπὶ τὰ ὄρη πορευθεὶς ζητεῖ τὸ πλανώμενον; 13καὶ ἐὰν γένηται εὑρεῖν αὐτό, ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι χαίρει ἐπ' αὐτῷ μᾶλλον ἢ ἐπὶ τοῖς ἐνενήκοντα ἐννέα τοῖς μὴ πεπλανημένοις. 14οὕτως οὐκ ἔστι θέλημα ἔμπροσθεν τοῦ πατρὸς ὑμῶν τοῦ ἐν οὐρανοῖς ἵνα ἀπόληται εἷς τῶν μικρῶν τούτων. 15Ἐὰν δὲ ἁμαρτήσῃ εἰς σὲ ὁ ἀδελφός σου, ὕπαγε ἔλεγξον αὐτὸν μεταξὺ σοῦ καὶ αὐτοῦ μόνου· ἐάν σου ἀκούσῃ, ἐκέρδησας τὸν ἀδελφόν σου· 16ἐὰν δὲ μὴ ἀκούσῃ, παράλαβε μετὰ σοῦ ἔτι ἕνα ἢ δύο, ἵνα ἐπὶ στόματος δύο μαρτύρων ἢ τριῶν σταθῇ πᾶν ῥῆμα. 17ἐὰν δὲ παρακούσῃ αὐτῶν, εἰπὲ τῇ ἐκκλησίᾳ· ἐὰν δὲ καὶ τῆς ἐκκλησίας παρακούσῃ, ἔστω σοι ὥσπερ ὁ ἐθνικὸς καὶ ὁ τελώνης. 18Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅσα ἐὰν δήσητε ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται δεδεμένα ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ ὅσα ἐὰν λύσητε ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται λελυμένα ἐν τῷ οὐρανῷ. 19Πάλιν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἐὰν δύο ὑμῶν συμφωνήσωσιν ἐπὶ τῆς γῆς περὶ παντὸς πράγματος οὗ ἐὰν αἰτήσωνται, γενήσεται αὐτοῖς παρὰ τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. 20οὗ γάρ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν.

Κυριακή 23 Ιουνίου 2024

ΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ


ΤΟ ΓΕΝΕΘΛΙΟ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ

πηγή:εδώ 
Ζαχαρία, χόρευε σὺν τῇ συζύγῳ 
Οὐ πολλὰ μὲν τίκτοντες, ἓν δὲ καὶ μέγα.
Πρόδρομον ἀμφὶ τετάρτην εἰκάδα γείνατο μήτηρ.
Μόλις ο αρχάγγελος Γαβριήλ άφησε την Παναγία, αφού της ανήγγειλε το χαρμόσυνο μήνυμα του Τόκου της, η Μαρία εκλαμβάνοντας ως απόδειξη των λεγομένων του το γεγονός ότι η εξαδέλφη της Ελισάβετ είχε συλλάβει έσπευσε στην Ιουδαία, στο χωριό [1] όπου κατοικούσαν ο Ζαχαρίας και η Ελισάβετ. Χαιρέτησε την εξαδέλφη της και αμέσως το βρέφος των έξι μηνών που βρισκόταν στα σπλάχνα της Ελισάβετ σκίρτησε από χαρά (Λουκ. 1, 41), γινόμενο ήδη από τότε Πρόδρομος του Σωτήρος Χριστού πριν ακόμα να γεννηθεί. Η Ελισάβετ «επλήσθη» Πνεύματος Αγίου και μιλώντας για λογαριασμό του αγέννητου υιού της, αναφώνησε με θεϊκή έξαρση: «Ευλογημένη είσαι εσύ απ’ τον Θεό, περισσότερο απ’ όλες τις γυναίκες! Ευλογημένο και το παιδί που έχεις στα σπλάχνα σου! Αλλά, πώς μου έγινε αυτή η τιμή να με επισκεφθεί η Μητέρα του Κυρίου μου;» (Λουκ. 1, 44). Η Κυρία Θεοτόκος τής απάντησε με τον γνωστό ευχαριστήριο ύμνο της: «Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριο…» (Λουκ. 1, 46) [2]. Η Παναγία έμεινε τρεις μήνες κοντά στην Ελισάβετ, βοηθώντας την και συζητώντας μαζί της για όλα τα θαυμαστά του Θεού και επέστρεψε κατόπιν στο σπίτι της στην Ναζαρέτ.

Όταν έφθασε η ώρα να γεννήσει η Ελισάβετ, έφερε στον κόσμο έναν γιο που έγινε δεκτός με χαρές και γιορτές από τους συγγενείς και τους γείτονες. Την ογδόη ημέρα, ενώ γινόταν η περιτομή του νεογέννητου, όλοι ήθελαν να του δώσουν το όνομα του πατέρα του, Ζαχαρία, σύμφωνα με το έθιμο. Η Ελισάβετ όμως πήρε αποφασιστικά τον λόγο και είπε με κατηγορηματικό τόνο: «Όχι, θα ονομασθεί Ιωάννης!» (Λουκ. 1, 59). Οι παρευρισκόμενοι τής αντέτειναν ότι κανείς από τους συγγενείς της δεν έφερε το όνομα αυτό και απευθυνόμενοι με νοήματα στον Ζαχαρία, ο οποίος παρέμενε κουφός και μουγγός από τότε που τον επισκέφθηκε μέσα στο Ιερό ο αρχάγγελος Γαβριήλ (Λουκ. 1, 5-25), ζήτησαν την γνώμη του. Εκείνος τότε ζήτησε μια μικρή πλάκα και έγραψε: «Ιωάννης είναι τ’ όνομα του παιδιού!» (Λουκ. 1, 63). Στην στιγμή λύθηκε η γλώσσα του και, αφού πληρώθηκε από Πνεύμα Άγιο, άρχισε να προφητεύει και ανέπεμψε προς τον Θεό τον Ύμνο αυτό: «Ας είναι ευλογημένος ο Θεός του Ισραήλ! Γιατί ήρθε και λύτρωσε τον λαό Του και για χάρη μας έστειλε έναν δυνατό Σωτήρα από τη γενιά του Δαβίδ, του δούλου Του, όπως ακριβώς είχε πει αιώνες πριν με το στόμα των αγίων Προφητών Του. Μ’ Αυτόν θα μας σώσει από τους εχθρούς μας και από την εξουσία όλων όσοι μας μισούν. […] Κι εσύ, παιδί μου, θα ονομαστείς Προφήτης του Θεού, γιατί θα προπορευθείς πριν από τον Κύριο για να ετοιμάσεις τον δρόμο Του, κάνοντας γνωστή στον λαό Του την σωτηρία με την συγχώρεση των αμαρτιών τους, γιατί ο Θεός μας είναι γεμάτος ευσπλαχνία» (Λουκ. 1, 68-79) [3].

Αυτός που γεννήθηκε πέραν πάσης προσδοκίας από μήτρα στείρα, ανήγγειλε με την γέννησή του, σαν μέσω μιας πνευματικής ανοίξεως, ότι ο Μεσσίας, την έλευση του Οποίου προετοίμαζε επί γης, θα ανανέωνε τους νόμους της στείρας ανθρώπινης φύσεως και θα της άνοιγε τον δρόμο της θεώσεως. Αυτός που κλήθηκε από τον Θεό να γίνει η προπαρασκευαστική φωνή του Λόγου, έλυσε έτσι με την θεοχαρίτωτη γέννησή του την γλώσσα του λευίτη πατέρα του, που είχε δεθεί από έλλειψη πίστης, και έβαλε οριστικό τέλος στις αρχαίες προτυπώσεις και σκιές της Παλαιάς Διαθήκης. Τελευταίος των Προφητών, ο Ιωάννης, ο οποίος κατά την παναληθέστατη μαρτυρία του Κυρίου είναι ο «μέγιστος όλων των ανθρώπων» (Ματθ. 11, 11· Λουκ. 7, 28), είναι επίσης και ο πρώτος των Αποστόλων. Με την γέννησή του την ημέρα αυτή, αρχίζει και λάμπει ως Λαμπάδα του αληθινού Φωτός, ως Αστέρας που αναγγέλλει τον Ήλιο της Δικαιοσύνης και ως Προάγγελος που κηρύσσει την είσοδο του ενσαρκωμένου Λόγου.

Φόβος και θάμβος κυρίευσαν όσους παρευρίσκονταν εκεί και η είδηση του θαύματος διαδόθηκε αστραπιαία σε όλη την Ιουδαία. Το παιδί μεγάλωνε και κραταιωνόταν πνευματικά γιατί το φιλάνθρωπο χέρι του Θεού ήταν αδιάκοπα επάνω του. Μόλις απογαλακτίστηκε και μπόρεσε να περπατήσει [4], έφυγε από το πατρικό του για να ζήσει βαθειά μέσα στην έρημο (Λουκ. 1, 80) ντυμένος με δέρμα καμήλας, με μία δερμάτινη ζώνη στην μέση και τρεφόμενος με ακρίδες και μέλι άγριο (Ματθ. 3, 4· Μάρκ. 1, 6). Αυτός, που ο κόσμος δεν ήταν αντάξιός του, διήγε βίο μεγάλης και ανεκδιήγητης ασκήσεως, δίχως απατηλές μέριμνες, δίχως κοσμική θλίψη, απαλλαγμένος από τα πάθη και τις επιθέσεις της ηδυπάθειας, ατενίζοντας διακαώς στην ενθεωτική παρουσία του Θεού στην καρδιά του και κάνοντας Αυτόν μόνη απόλαυση και παραμυθία του [5]. Φυσικά, και άλλοι προφήτες και άνθρωποι του Θεού είχαν πριν από αυτόν διαμείνει στην έρημο, όπως ο Μωυσής ή ο Ηλίας· ζώντας όμως στην έρημο σαν να ζούσε στον ουρανό, ο Ιωάννης, που ήταν ανώτερος από αυτούς, φανέρωνε με την πρωτόγνωρη απόσυρση αυτή την εκ βαθέων ανανέωση της φύσης, Πρόδρομος της οποίας είχε αυτός μονάχα ορισθεί, και εγκαινίαζε για τους ανθρώπους την δυνατότητα να πολιτεύονται πια ως ένσαρκοι άγγελοι με την παρθενία, την άσκηση και την προσευχή [6].

Διήγε ισαγγελικό βίο στην έρημο (Λουκ. 1, 80) μέχρι τον δέκατο πέμπτο χρόνο της ηγεμονίας Τιβερίου Καίσαρος (Λουκ. 3, 1) [7]. Τότε του μίλησε ο Θεός και του έδωσε εντολή (Λουκ. 3, 2) να επιστρέψει προς τις κατοικημένες και προσβάσιμες περιοχές, για να αναγγείλει με παρρησία την έλευση του Σωτήρος Χριστού και να ετοιμάσει διά του κηρύγματός του την οδό Του, παροτρύνοντας συνεχώς τους ανθρώπους να μετανοήσουν και βαπτίζοντάς τους στον ποταμό Ιορδάνη προς άφεσιν των αμαρτιών τους (Ματθ. 3, 2· Μαρκ. 1, 4· Λουκ. 3, 3). Καθώς όλοι αναρωτιόνταν μήπως ο Ιωάννης ήταν τελικά ο προσδοκώμενος Μεσσίας που περίμενε εναγωνίως μέσα στους αιώνες ο Ισραήλ, εκείνος πήρε τον λόγο και απάντησε με ευθύτητα και με όλη την αλήθεια του θείου Πνεύματος: «Εγώ σας βαφτίζω με νερό. Έρχεται όμως Αυτός που είναι πιο ισχυρός από μένα και που εγώ δεν είμαι καν άξιος να λύσω το λουρί από τα υποδήματά Του. Αυτός πρόκειται να σας βαφτίσει με Άγιο Πνεύμα και με φωτιά…» (Μάρκ. 1, 7-8· Λουκ. 3, 15-18· Ιωάν. 1, 15 και 26-27). Και με άλλους αποκαλυπτικούς λόγους επίσης ανήγγειλε το χαρμόσυνο μήνυμα της Σωτηρίας της εν Ιησού Χριστώ, του Κυρίου ημών (Ματθ. 3, 7-12· Λουκ. 3, 7-14· Ιωάν. 1, 19-43).

Παρά το γεγονός ότι όλες οι προφητείες του Τιμίου Προδρόμου εκπληρώθηκαν, το ουράνιο και πανανθρώπινο μήνυμά του παραμένει ωστόσο μόνιμο και εναργές για την Εκκλησία. Δεν θα πάψει να είναι μέχρι το πλήρωμα του χρόνου ο Πρόδρομος του Σωτήρος, αναγγέλλοντας σε κάθε άνθρωπο που επιθυμεί ειλικρινά να δεχθεί μέσα του τον Χριστό, ότι διά της μετανοίας και της επιστροφής προς την θεία Αγάπη, διά της αρνήσεως των αποχαυνωτικών απολαύσεων αυτού του πρόσκαιρου κόσμου, διά της απόσυρσης στην ιερά ησυχία και την καρδιακή προσευχή, θα μπορούσε να ετοιμάσει μυστικά μέσα του την οδό, από την οποία ο Ιησούς Χριστός θα κάνει την είσοδό Του με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος.

Τέλος, ίσως αξίζει να επισημανθεί ότι η ημερομηνία της 24ης Ιουνίου έχει πιθανώς λατινική προέλευση, διότι σύμφωνα με το ρωμαϊκό ημερολόγιο αντιστοιχεί ακριβώς –με μεσοδιάστημα έξι μηνών– με την Γέννηση του Σωτήρος Χριστού. Στις αρχαίες αγιολογικές συλλογές από την Ιερουσαλήμ, η γέννηση του Τιμίου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου εορταζόταν στις 25 Ιουνίου [8]

Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ

[1]  «Αν Καρίμ», κώμη που βρίσκονταν σε απόσταση 6 χλμ. από την Ιερουσαλήμ.
[2]  Η γνωστή και προσφιλής στην λατρεία και στον λαό της Εκκλησίας «Ωδή της Θεοτόκου» (βλ. Λουκ. 1, 46-55), με τα θεσπέσια «Μεγαλυνάρια» των έξι στίχων της, ψάλλεται κάθε μέρα στην αρχή της θ΄ ωδής του Όρθρου.
[3]  Η θ΄ ωδή του Όρθρου.
[4]  Αυτό υποθέτουν ορισμένοι Πατέρες της Εκκλησίας. Κατ’ άλλους ανεχώρησε στην έρημο σε ηλικία δώδεκα ετών.
[5]  Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς· «Ὁμιλία εἰς τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο», PG 151, 510.
[6]  Άγιος Σωφρόνιος Ιεροσολύμων· «Ἐγκώμιον τοῦ Τιμίου Προδρόμου», PG 87, 3352. Αυτός είναι ο λόγος που ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος αναπαριστάνεται συχνά με πελώρια φτερά στους ώμους του κατά την παράδοση της ορθόδοξης εικονογραφίας.
[7]  Τουτέστιν το έτος 28 ή 29 μ.Χ.
[8] Gérard Garitte (1914-1990· Βέλγος επιστήμονας ιστορικός στο Καθολικό Πανεπιστήμιο του Leuven [στα Ολλανδικά] ή Louvain [στα Γαλλικά]): «Le Calendrier (palestino-géorgien du Sinaiticus 34)», σελ. 259.
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»,
Τόμος 10ος (Ιούνιος),
Εκδόσεις «Ίνδικτος»

Λόγος μα΄ εις την Πεντηκοστή. - Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος

Λόγος μα΄ εις την Πεντηκοστή. 

Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος
Ε. Την Πεντηκοστή εορτάζουμε καί την παρουσία του Αγίου Πνεύματος καί την πραγματοποίηση της υποσχέσεως καί την εκπλήρωση της ελπίδας. Το μυστήριο, πόσο και μεγάλο είναι και σεβαστό! Τελειώνουν λοιπόν όσα έχουν σχέση με το σώμα του Χριστού, ή μάλλον με τη σωματική παρουσία Του(1). 
Διότι διστάζω να πω τα σωματικά, εφ' όσον κανένας λόγος δεν μπορεί να με πείσει ότι θα ήταν καλύτερα να είχε απαλλαγεί από το σώμα [ο Χριστός](2). Αρχίζουν δε όσα έχουν σχέση με το Άγιο Πνεύμα(3). Ποια δε ήταν όσα έχουν σχέση με το Χριστό; 
Η Παρθένος, η γέννηση, η φάτνη, το σπαργάνωμα, οι άγγελοι που τον δοξάζουν, οι ποιμένες που τρέχουν προς Αυτόν, η διαδρομή του αστέρα, η προσκύνηση και η προσφορά των δώρων από τους μάγους, ο φόνος των νηπίων από τον Ηρώδη, ο Ιησούς που φεύγει στην Αίγυπτο, που επιστρέφει από την Αίγυπτο, που περιτέμνεται, που βαπτίζεται, που δέχεται την μαρτυρία από τον ουρανό, που πειράζεται, που λιθάζεται για μας (για να μας δώσει υπόδειγμα κακοπάθειας υπέρ του Λόγου) που προδίνεται, που προσηλώνεται [στον Σταυρό], που θάπτεται, που ανασταίνεται, που ανεβαίνει [στους ουρανούς]. 
Από αυτά και τώρα υφίσταται πολλά από τους μισόχριστους μεν, αυτά που Τον ατιμάζουν και τα υπομένει (διότι είναι μακρόθυμος)• από τους φιλόχριστους δε, αυτά που Του αποδίδουν τιμή. Και αναβάλλει να ανταποδώσει όπως σ' εκείνους την οργή, έτσι σε μας την αγαθότητα• επειδή ίσως σ' εκείνους μεν δίνει καιρό μετανοίας, σε μας δε δοκιμάζει τον πόθο, εάν δεν λιποψυχούμε και δεν αποκάμουμε στις θλίψεις και στους αγώνες για την ευσέβεια• όπως ακριβώς ορίζεται από την θεία οικονομία και τα ανεξιχνίαστα κρίματά Του, με τα οποία κυβερνά με σοφία τη ζωή μας. Όσα λοιπόν αναφέρονται στο Χριστό είναι αυτά' και τα πέρα απ' αυτά θα τα δούμε ενδοξότερα [στη βασιλεία των ουρανών] και μακάρι και μεις να φανούμε [δοξασμένοι από το Θεό]. 
Όσα δε αναφέρονται στο Άγιο Πνεύμα, παρακαλώ το Πνεύμα να έλθει εντός μου και να μου δώσει(4) λόγο όσον επιθυμώ κι' αν όχι τόσον, αλλ' όσος απαιτείται σ' αυτή την περίπτωση. Πάντως όμως θα έλθει με εξουσία δεσποτική, και όχι με τρόπο δουλικό, ούτε περιμένοντας πρόσταγμα, όπως νομίζουν μερικοί. Διότι πνέει όπου θέλει, καί σ' όσους θέλει, και όποτε και όσο θέλει. Μ' αυτόν τον τρόπο εμείς εμπνεόμαστε να νοούμε και να μιλούμε για το Άγιο Πνεύμα. 
ΣΤ. Το Άγιο Πνεύμα όσοι Το υποβιβάζουν στην τάξη των κτισμάτων είναι υβριστές και δούλοι κακοί κι' απ' τους κακούς χειρότεροι. Διότι των κακών δούλων είναι (γνώρισμα) το να αθετούν την [θεία] δεσποτεία και να επαναστατούν κατά της κυριότητας [του Θεού] και να θεωρούν όμοιο με αυτούς δούλο το ελεύθερο [Πνεύμα]. 
Όσοι όμως Το πιστεύουν ως Θεό είναι θεοφόρητοι και φωτισμένοι στο νου. Εκείνοι όμως που και Το ομολογούν [ως Θεό], εάν μεν το κάνουν σε ανθρώπους με ευσεβές φρόνημα, θεωρούνται μεγάλοι• αλλ' εάν το κάνουν σ' όσους έχουν φρόνημα χθαμαλό, θεωρούνται όχι φρόνιμοι• διότι εμπιστεύονται το μαργαριτάρι στον πηλό [δηλ. την αλήθεια της πίστεως σ' εκείνους που δεν έχουν την διάθεση να την δεχθούν] και σε ακοή ασθενική ήχο βροντής και σε αδύνατους οφθαλμούς ηλιακό φως και στερεά τροφή σ' εκείνους που πίνουν ακόμα γάλα(5). 
Αυτούς πρέπει να κατευθύνει κανείς σιγά-σιγά προς τα εμπρός και να τους ανεβάζει προς τα υψηλότερα, ώστε από το φως να ζητούν [περισσότερο] φως και στην αλήθεια να προσθέτουν αλήθεια(6). Γι'αυτό κι' εμείς αφήνοντας για λίγο τον τελειότερο λόγο (γιατί δεν είναι ακόμα καιρός) έτσι θα μιλήσουμε προς αυτούς. 
Ζ. Άνθρωποί μου, εάν μεν θεωρείτε ότι το Άγιο Πνεύμα δεν είναι ούτε άκτιστο ούτε άχρονο, αυτό είναι καθαρά ενέργεια του πονηρού πνεύματος• επιτρέψτε στο ζήλο μου να πω αυτό το τολμηρό. Εάν όμως έχετε τόση τουλάχιστον υγεία [ψυχής], ώστε ν' αποφεύγετε την φανερή ασέβεια και θέτετε έξω απ' την δουλεία Αυτό [το Άγιο Πνεύμα] που κι' εμάς κάνει ελευθέρους, εξετάστε και σεις στην συνέχεια μαζί με το Άγιο Πνεύμα και μας. 
Διότι δέχομαι ότι σε κάποιο βαθμό μετέχετε Αυτού και σεις, και στο εξής θα συνεξετάσω με σας ως με οικείους πλέον [στην πίστη]. Ή παραχωρήστε μου το μέσον μεταξύ της δουλείας και της δεσποτείας, για να θέσω εκεί την αξία του Πνεύματος• ή εφ' όσον αποφεύγετε την δουλεία δεν είναι άδηλο, πού θα τοποθετήσετε αυτό το οποίο ζητούμε. 
Αλλά στενοχωρείσθε για τις συλλαβές και σκοντάφτετε επάνω στον λόγο και αυτό [το να ονομάζει κανείς το Άγιο Πνεύμα Θεό] γίνεται για σας «λίθος προσκόμματος» και «πέτρα σκανδάλου», αφού και ο Χριστός γίνεται για μερικούς(7). Ανθρώπινο είναι να πάθει κανείς κάτι τέτοιο. Ας σταθούμε κοντά ο ένας στον άλλο πνευματικά. 
Ας γίνουμε περισσότερο φιλάδελφοι παρά φίλαυτοι. Αναγνωρίστε την δύναμη της θεότητας κι'εμείς θα σας δώσουμε την συγκατάθεση για τη λέξη• ομολογείστε την [θεία] φύση με άλλες λέξεις, που συμπαθείτε περισσότερο, κι'εμείς θα σας γιατρέψουμε ως ασθενείς• αφού υποκλέψουμε με τρόπο αυτά που σας είναι ευχάριστα. Διότι είναι άξιο ντροπής και αρκετά παράλογο, ενώ είστε εύρωστοι στην ψυχή, να δείχνετε μια νοσηρή μικρολογία γύρω απ' τις λέξεις και να κρύβετε τον θησαυρό [της αλήθειας], ακριβώς σαν να φθονείτε τους άλλους ή να φοβάστε μήπως αγιάσετε και την γλώσσα σας [με την ομολογία της θεότητας του Αγίου Πνεύματος]. 
Ακόμα δε πιο άξιο ντροπής για μας είναι να πάθουμε αυτό που κατηγορούμε, και ενώ καταδικάζουμε την μικρολογία στους άλλους, να μικρολογούμε εμείς γύρω απ' τα γράμματα(8). 
Η. Ομολογείστε, άνθρωποί μου, ότι μιας θεότητας είναι η Αγία Τριάς, ή, αν θέλετε, μιας φύσεως. Κι' εμείς θα ζητήσουμε από το Άγιο Πνεύμα για σας και τη λέξη Θεός. Διότι γνωρίζω καλά ότι Εκείνος που έδωσε το πρώτο [την πίστη στο ομοούσιο του Υιού] θα δώσει και το δεύτερο [και του Αγίου Πνεύματος] και μάλιστα, όταν το ζήτημα για το οποίο αντιλέγουμε είναι μία πνευματική δειλία και όχι διαβολική εναντίωση. Θα το πω ακόμα πιο καθαρά και πιο σύντομα. 
Μήτε σεις ν' αποδώσετε σε μας ευθύνη για τον υψηλότερο λόγο που χρησιμοποιούμε (διότι δεν υπάρχει κανένας φθόνος των άλλων μήπως ανέβουν), ούτ' εμείς θα σας κατηγορήσουμε για τον μέχρι τώρα δικό σας «προσιτό», εφ' όσον κι' από διαφορετικό δρόμο οδηγείστε προς το ίδιο [πνευματικό] κατάλυμα. Διότι δεν ζητούμε να νικήσουμε, αλλά να σας προσλάβουμε ως αδελφούς, που για τον χωρισμό σας από μας σπαραζόμαστε απ' τη λύπη. 
Αυτά [λέγουμε] προς εσάς, που υγιαίνετε ως προς την πίστη σας για τον Υιό, πού βρίσκουμε μέσα σας κάποια δύναμη ζωής [πνευματικής]• αυτών που αν και θαυμάζουμε τον τρόπο της ζωής, δεν επαινούμε εξ ολοκλήρου τον λόγο. Σεις που έχετε τα έργα του Πνεύματος, αποκτείστε και το Πνεύμα, για να μη «αθλήτε» μόνο, αλλά και «νομίμως», απ' όπου και ο στέφανος(9). 
Αυτός ο μισθός εύχομαι να σας δοθεί για την πολιτεία σας, να ομολογήσετε δηλαδή την πίστη σας στο Άγιο Πνεύμα κατά τρόπο τέλειο και να Το κηρύξετε [ως θεό αληθινό] μαζί με μας καί περισσότερο από μας όσο είναι άξιο. Τολμώ κάτι και μεγαλύτερο για σας να πω τον λόγο του Αποστόλου. 
Τόσο πολύ σας αγαπώ, και τόσο πολύ ευλαβούμαι σε σας αυτή την κόσμια περιβολή και το χρώμα της εγκράτειας καί τα ιερά αυτά τάγματα και την σεμνή παρθενία και τον αγνισμό και την ολονύκτια ψαλμωδία και την φιλοπτωχία και φιλαδελφία και φιλοξενία, ώστε και ανάθεμα [χωρισμένος] από τον Χριστό να είμαι δέχομαι και ο,τιδήποτε να πάθω ως καταδικασμένος• αρκεί να θελήσετε να σταθείτε μαζί μας και να θελήσετε να δοξάσουμε ενωμένοι την Αγία Τριάδα(10). 
Διότι για τους άλλους [που δεν ομολογούν το ομοούσιο του Υιού] τι πρέπει να πούμε, τους φανερά πεθαμένους [στην ψυχή] (που μόνο ο Χριστός που ζωοποιεί τους νεκρούς μπορεί ν' αναστήσει σύμφωνα με τη δύναμη που έχει), οι οποίοι κακώς διαχωρίζονται κατά τον τόπο, ενώ συνδέονται με το λόγο, και τόσο πολύ φιλονεικούν μεταξύ τους όσο οι αλλοίθωροι οφθαλμοί, που βλέπουν ένα πράγμα και δεν συμφωνούν όχι ως προς την όψη αλλ' ως προς την θέση. 
Αν βέβαια πρέπει να τους κατηγορήσει κανείς για αλλοιθωρισμό, και όχι όμως για τύφλωση. Αφού ανέπτυξα όσο έπρεπε αυτά που έχουν σχέση με σας, ας επανέλθουμε πάλι προς το Πνεύμα• πιστεύω ότι και σεις τώρα θα παρακολουθήσετε. 
Θ. Το Άγιο Πνεύμα πάντοτε υπήρχε και υπάρχει και θα υπάρχει, δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος, αλλ' είναι πάντοτε ενωμένο και αριθμείται μαζί με τον Πατέρα καί τον Υιό. Διότι δεν θα άρμοζε ποτέ να ελλείπει ο Υιός από τον Πατέρα ή το Πνεύμα από τον Υιό, επειδή θα ήταν σε μέγιστο βαθμό άδοξη η θεότητα, σαν από μεταμέλεια ακριβώς να ήλθε σε συμπλήρωση για να γίνει τέλεια. [Το Άγιο Πνεύμα] λοιπόν πάντοτε και αιώνια μεταλαμβάνεται [με τις θείες ενέργειές Του], δεν μεταλαμβάνει• οδηγεί στην τελείωση [τους ανθρώπους], δεν τελειώνεται• παρέχει την πνευματική πλήρωση, δεν έχει ανάγκη πληρώσεως• αγιάζει, δεν αγιάζεται• κάνει [τους ανθρώπους] θεούς, δεν θεώνεται αυτό προς Εαυτό, και προς εκείνους με τους οποίους είναι ενωμένο, είναι πάντοτε το ίδιο και απαράλλακτο• αόρατο, άχρονο, αχώρητο, αναλλοίωτο, υπεράνω από κάθε έννοια ποιότητας, ποσότητας και μορφής, αψηλάφητο, κινούμενο αφ' Εαυτού, κινούμενο συνεχώς, έχοντας αφ' Εαυτού εξουσία, έχοντας αφ' Εαυτού δύναμη, παντοδύναμο (αν καί ως προς την πρώτη αρχή, όπως ακριβώς όλα τα αναφερόμενα εις τον Μονογενή Υιό, έτσι και του Πνεύματος ανάγεται [εις τον Θεό Πατέρα]). 
Είναι ζωή και πρόξενος ζωής, το φως και χορηγεί φως, αφ' Εαυτού αγαθό και πηγή αγαθότητας. Πνεύμα ευθές, ηγεμονικό, κύριο [καλεί και] αποστέλλει [τους άξιους, όπως ο Πατήρ και ο Υιός], θέτει όρια [σε όλη την κτίση] κάνει τους ανθρώπους ναούς οίκους Του, οδηγεί, ενεργεί όπως θέλει, διανέμει χαρίσματα. 
Είναι Πνεύμα υιοθεσίας [κάνει τους ανθρώπους υιούς του Θεού], αληθείας, σοφίας, συνέσεως, γνώσεως, ευσέβειας, βουλής, δυνάμεως, φόβου [θείου], όσων έχουν απαριθμηθεί. Δια του Αγίου Πνεύματος γνωρίζεται ο Πατήρ και δοξάζεται ο Υιός, και από Αυτούς μόνο γνωρίζεται Αυτό, είναι δηλαδή τα τρία πρόσωπα Εν, μία είναι η λατρεία και η προσκύνηση [που προσφέρεται], μία η δύναμη, η τελειότητα, ένας ο αγιασμός [που παρέχεται]. 
Και γιατί να μακρολογώ; Όλα όσα έχει ο Πατήρ, είναι του Υιού, εκτός από την αγεννησία. Όλα όσα έχει ο Υιός, είναι του Αγίου Πνεύματος, εκτός από την γέννηση. Αυτά (τα ιδιώματα), όσο βέβαια μπορώ να εκφρασθώ με τον λόγο μου, δεν ξεχωρίζουν ουσίες, αλλ' ορίζουν την μία και ενιαία ουσία της θεότητας. 
Ι. Στενοχωρείσαι για τις αντιθέσεις (που χρησιμοποίησα); Εγώ όμως για το μήκος του λόγου. Τίμησε λοιπόν την (σημερινή) ημέρα του Πνεύματος• συγκράτησε λίγο τη γλώσσα, αν γίνεται. Για άλλες γλώσσες γίνεται ο λόγος• αυτές ευλαβήσου ή φοβήσου, πύρινες καθώς φαίνονται. 
Σήμερα ας υψώσουμε μ' ευλάβεια όλο μας τον νου στο θείο μυστήριο [της καθόδου του Αγίου Πνεύματος], ας κάνουμε αύριο ανάλυση λέξεων σήμερα ας εορτάσουμε [με κατάνυξη], ας ειπωθεί κάτι άξιο ντροπής [από τους αντιλέγοντες] αύριο. 
Αυτά γίνονται με τρόπο μυστικό [στο ταμείο της ψυχής ενώπιον του Θεού], εκείνα γίνονται με τρόπο πομπώδη [ενώπιον των ανθρώπων]• αυτά γίνονται στις εκκλησίες, εκείνα στις αγορές• αυτά αρμόζουν σε ανθρώπους σώφρονες και νηφάλιους, εκείνα σε ανθρώπους που μεθούν αυτά είναι όσων ενεργούν με σοβαρότητα [όση αξίζει στο μεγάλο μυστήριο], εκείνα όσων παίζουν κατά του Πνεύματος. Αφού λοιπόν απαλλαγήκαμε απ' ό,τι είναι αλλότριο [της ευσεβείας], ας καταρτίσουμε το δικό μας [το λόγο περί του Αγίου Πνεύματος]. 
ΙΑ. Αυτό [το Άγιο Πνεύμα] ενεργούσε πριν απ' όλα στις αγγελικές και ουράνιες δυνάμεις, σ' όσες είναι πρώτες μετά το Θεό και σ' όσες είναι κοντά στο Θεό. Διότι η τελείωση και η έλλαμψη σ' αυτές και η δυσκινησία ή η ακινησία τους προς το κακό δεν είναι από άλλη αιτία, αλλά από το Άγιο Πνεύμα. Έπειτα [ενεργούσε] στους Πατέρες και τους Προφήτες. 
Απ' αυτούς οι μεν είχαν θέα του Θεού ή Τον εγνώρισαν [με αποκάλυψη], οι δε προγνώρισαν και το μέλλον, με το να σχηματίζει το Πνεύμα εικόνες στο νου τους και σαν να ήσαν παρόντες συναναστρεφόμενοι όσα επρόκειτο να πραγματοποιηθούν στο μέλλον. 
Τέτοια είναι η δύναμη του Πνεύματος. Έπειτα [ενεργούσε] στους μαθητές του Χριστού (διότι δεν λέγω για το Χριστό, στον Οποίο παρευρίσκετο [το Άγιο Πνεύμα] όχι ωσάν να ενεργούσε, αλλ' ως συμπαρευρισκόμενο σε ομότιμη σχέση [με Αυτό])• και σ' αυτούς κατά τρεις τρόπους, στο μέτρο πού μπορούσαν να Το δεχθούν, και κατά τρεις καιρούς: πριν να δοξασθεί ο Χριστός με το πάθος Του• αφού δοξάσθηκε με την Ανάσταση• και μετά την Άνοδό Του στους ουρανούς ή την αποκατάσταση, ή όπως και πρέπει να την ονομάσουμε, φανερώνει δε [την ενέργεια αύτη] η πρώτη θεραπεία και κάθαρση από τις ασθένειες και τα πονηρά πνεύματα, η οποία βέβαια δεν γινόταν χωρίς το Άγιο Πνεύμα• και το εμφύσημα [του Κυρίου στα πρόσωπα των μαθητών Του] μετά την τελείωση της [ενσάρκου] οικονομίας, πού είναι φανερά προσθήκη περισσοτέρας χάριτος• και τώρα ο διαμερισμός των πύρινων γλωσσών, που πανηγυρίζουμε. Αλλά το πρώτο έγινε αμυδρά• το δεύτερο, πιο φανερά• και το [τρίτο] τώρα, τελειότερα ...
Και δεν παρίσταται τώρα [το Άγιο Πνεύμα] κατά την ενέργεια, όπως πρωτύτερα, αλλά κατά την ουσία , ή όπως αλλιώς θα μπορούσε να το πει κανείς, και μένοντας μαζί τους και μέσα τους [στους αγίους αποστόλους] βοηθός και παραστάτης στο έργο τους(11). 
Διότι έπρεπε, αφού ο Υιός συνανεστράφη με μας σωματικά, καί Αυτό να φανερωθεί σωματικά(12)• και αφού επανήλθε προς Εαυτόν ο Χριστός, Εκείνο να κατέλθει προς εμάς• και έρχεται μεν ως Κύριο, «πέμπεται» [αποστέλλεται] δε όχι ως κατώτερο. Διότι οι λέξεις αυτές [έρχεται, πέμπεται] φανερώνουν εξ ίσου την ενότητα και ομοτιμία [των προσώπων] παρά χωρίζουν τις φύσεις. 
ΙΒ. Δια τούτο μετά το Χριστό μεν [κατέρχεται το Άγιον Πνεύμα] για να μη μας λείπει Παράκλητος [Παρήγορος]• «Άλλος» δε, για να έχεις στο νου σου την ομοτιμία. Διότι το «άλλος» σημαίνει άλλος ακριβώς όπως εγώ γίνεται. Τούτο δε σημαίνει κοινή δεσποτεία και όχι υποτίμηση. 
Διότι εγώ ξέρω καλά ότι το «άλλος» λέγεται όχι για διαφορετικά πράγματα, αλλά της ιδίας ουσίας. Με μορφή γλωσσών δε [κατήλθε το Άγιο Πνεύμα] εξ αιτίας της συγγενείας προς το Λόγο. Πύρινων δε, και αναζητώ για ποίο απ' τα δύο: για την κάθαρση (διότι μιλούμε για πυρ - φωτιά - που καθαρίζει, όπως μπορούν από παντού να μάθουν όσοι θέλουν) ή για την ουσία; 
Διότι ο Θεός μας είναι πυρ [κατά μίαν εικόνα της απροσίτου θείας ουσίας] και «πυρ καταναλίσκον» [φωτιά που κατακαίει και αφανίζει] τη μοχθηρία, [και το λέω] έστω κι' αν αγανακτείς πάλι, διότι στενοχωρείσαι για το ομοούσιο [που αποδίδω στο Άγιον Πνεύμα]. Και εχωρίστηκαν [οι γλώσσες] διότι τα χαρίσματα [που εχορήγησε] ήταν πολλά και διάφορα• εκάθισαν δε, επειδή η εξουσία Του είναι βασιλική, και επειδή αναπαύεται εις τους αγίους• αφού και τα χερουβείμ είναι θρόνος του Θεού. 
Στο υπερώο δε (αν δεν θεωρηθώ ότι καταβάλλω μάταιο κόπο κάπως περισσότερο απ' ό,τι πρέπει) διότι θα ανέβαιναν και θα υψώνονταν από χάμω (πνευματικά) αυτοί που επρόκειτο να Το δεχθούν αφού και με θεία ύδατα [Αγγελικές δυνάμεις] στεγάζονται ουράνια υπερώα [ο θρόνος του Θεού] και υμνείται ο Θεός(13). 
Και ο Ιησούς επίσης στο υπερώο συμμετέχει στο μυστήριο [της Θείας Ευχαριστίας] με αυτούς που μυούνται στα υψηλότερα, για να παρασταθεί αυτό, ότι αφ' ενός μεν πρέπει ο Θεός να κατέβει λίγο προς εσάς, πράγμα που ξέρω ότι έγινε παλαιότερα στον Μωυσή, αφ' ετέρου δε πρέπει εμείς ν' ανέβουμε και έτσι να γίνει [δυνατή] η κοινωνία του Θεού προς τους ανθρώπους, ν' αναμειχθεί δηλαδή η [υπερτελεία] αξία [της θεότητας με την μηδαμινότητα της ανθρωπότητας]. 
Εφ' όσον όμως [το θείο και το ανθρώπινο] μένουν το μεν στην οικεία περιωπή, το δε στην ταπείνωση, παραμένει άμικτη η άγαθότης [του Θεού] και η φιλανθρωπία Του ακοινώνητη [από τον άνθρωπο]• και υπάρχει μεταξύ των χάσμα μεγάλο και αδιαπέραστο, που εμποδίζει όχι μόνο τον πλούσιο απο τον Λάζαρο και τους επιθυμητούς κόλπους του Αβραάμ, αλλά [όλη] την κτιστή και ρευστή φύση, από την άκτιστη και αμετάβλητη. 
ΙΓ. Αυτό [το Άγιο Πνεύμα] κηρύχθηκε μεν από τους προφήτες, όπως στο «Πνεύμα Κυρίου επ' εμέ»•και, θ' αναπαυθούνε επ' αυτόν επτά Πνεύματα• και «κατέβηκε Πνεύμα από τον Κύριο και οδήγησε αυτούς»• και, Πνεύμα επιστήμης που εγέμισε τον Βεσελεήλ τον αρχιτέκτονα της σκηνής• και, Πνεύμα που παροργίζεται και, Πνεύμα που εσήκωσε ψηλά τον Ηλία μέσα σε άρμα και που ο Ελισσαίος εζήτησε διπλάσιο• και, Πνεύμα αγαθό και ηγεμονικό από το οποίο ο Δαβίδ οδηγήθηκε και στηρίχτηκε. 
Το υποσχέθηκε δε [ο Θεός], προηγουμένως μεν με τον προφήτη Ιωήλ: «Και στις έσχατες ημέρες [όταν θα έλθει ο Μεσσίας] λέγοντας (ο Θεός ότι θα συμβεί τούτο) θα εκχύσω χαρίσματα από το Πνεύμα μου εις όλους τους ανθρώπους (που πιστεύουν δηλαδή) και εις τους υιούς σας και εις τας θυγατέρας σας» και τα εξής. 
Ο Ιησούς δε ύστερα, ο Οποίος δοξάζεται [από το Άγιο Πνεύμα] και αντιδοξάζει [Αυτό], όπως και τον Πατέρα και [δοξάζεται] από τον Πατέρα. Και η υπόσχεση [του Χριστού], ως πλούσια, βεβαιώνει ότι [το Άγιο Πνεύμα] θα μένει με τους πιστούς αιώνια, δηλαδή τώρα με τους άξιους σε κάθε καιρό, ύστερα δε μ' εκείνους που αξιώνονται [να κληρονομήσουν] τα εκεί [αγαθά], όταν φυλάξουμε Αυτό ολόκληρο με την [ενάρετη] ζωή μας, και δεν χωρισθούμε [από Αυτό] τόσο, όσο άμαρτάνουμε. 
ΙΔ. Αυτό το Πνεύμα συνδημιουργεί μεν με τον Υιό και την κτίση και την ανάσταση. Και ας σε πείσει το «Με το Λόγο του Κυρίου έγιναν και εστερεώθηκαν οι ουρανοί, και με το Πνεύμα του στόματος Του έδημιουργήθηκε το αμέτρητο πλήθος των αστέρων»• «το Πνεύμα του Θεού με εδημιούργησε, η πνοή δε του Παντοκράτορας με διδάσκει»• και πάλι• «θα εξαποστείλεις το [ζωοποιό] Πνεύμα Σου, και θα κτισθούν [αναδημιουργηθούν] και [έτσι] θα ανακαινίσεις το πρόσωπο της γης». 
Δημιουργεί δε την πνευματική αναγέννηση• και ας σε πείσει το ότι κανείς δεν μπορεί να ιδεί ή να λάβει την βασιλεία [των ουρανών], αν δεν «γεννηθεί άνωθεν» [αναγεννηθεί πνευματικά] από το Άγιο Πνεύμα, και δεν καθαρισθεί από την προηγούμενη [κατά σάρκα] γέννηση. 
Αυτή [η πνευματική αναγέννηση] η οποία είναι μυστήριο που φανερώθηκε τη νύκτα [από τον Κύριο στο Νικόδημο] συντελείται με την διάπλαση [της ψυχής από την χάρη του Αγίου Πνεύματος που κάνει τον πιστό κοινωνό] του θείου φωτός και•της θείας ημέρας, την οποία καθένας δέχεται μέσα του [και με την δική του πνευματική εργασία]. 
Αυτό το Πνεύμα (διότι είναι σε άπειρο βαθμό σοφό και φιλάνθρωπο), αν λάβει ποιμένα προβάτων τον κάνει θεόπνευστο ψαλμωδό, που με την ψαλμωδία του απομακρύνει τα πονηρά πνεύματα, και τον αναδεικνύει βασιλέα του Ισραήλ. Αν πάρει αιγοβοσκό που χαράζει συκομορέες, τον κάνει προφήτη. Θυμήσου τον Δαβίδ και τον Αμώς. 
Αν πάρει νεανίσκο ευφυή, τον κάνει κριτή πρεσβυτέρων και προχωρημένων στην ηλικία. Αυτό μαρτυρεί ο Δανιήλ, που ενίκησε λέοντες μέσα στο λάκκο. Αν βρει αλιείς, τους πιάνει με την σαγήνη [της χάριτος] οδηγώντας τους στον Χριστό και τους κάνει ικανούς να συλλαμβάνουν όλον τον κόσμο με την πλοκή του λόγου. 
Να εννοήσεις τον Πέτρο και τον Ανδρέα και τους υιούς της βροντής [Ιωάννη και Ιάκωβο], που εβρόντησαν τα πνευματικά. Εάν [πάρει] τελώνες, τους κερδίζει στη μαθητεία [του Χριστού] και δημιουργεί εμπόρους ψυχών. Το λέει ο Ματθαίος, ο χθες τελώνης και σήμερα ευαγγελιστής. Εάν [πάρει] διώκτες θερμούς, μεταθέτει τον ζήλο τους και κάνει Παύλους αντί Σαύλων, και τόσο πολύ [τους ανυψώνει] προς την ευσέβεια, όσο ήταν στην κακία που τους βρήκε. 
Αυτό είναι και Πνεύμα πραότητας• και οργίζεται γι'αυτούς που αμαρτάνουν. Γι' αυτό λοιπόν ας γνωρίσουμε Αυτό ως πράο και όχι οργιζόμενο, ομολογώντας την αξία Του [ως Θεού] και αποφεύγοντας κάθε βλάσφημο λόγο, και ας μη θελήσουμε να το ιδούμε να οργίζεται για αμαρτία που είναι ασυγχώρητη [την βλασφημία εις Αυτό]. 
Αυτό [το Άγιο Πνεύμα] κάνει κι' έμενα σήμερα τολμηρό κήρυκα σε σας• εάν μεν χωρίς να πάθω τίποτε, η χάρη, στον Θεό• εάν δε πάθω, και πάλι χάρη• το μεν [πρώτο], για να λυπηθεί [ο Θεός] αυτούς πού μας μισούν το δε, για να μας αγιάσει, με το να πάρουμε τον μισθό αυτό της ιερουργίας του Ευαγγελίου, το να τελειωθούμε δηλαδή με το αίμα μας(14). 
ΙΕ. Μιλούσαν μεν λοιπόν [οι Απόστολοι] ξένες γλώσσες και όχι τις πατρικές τους, και το θαύμα είναι μεγάλο, να μιλούν άνθρωποι γλώσσα που δεν έμαθαν και αυτό το σημείο [θαύμα] είναι για τους απίστους, όχι γι' αυτούς που πιστεύουν, για να είναι κατήγορο των απίστων, όπως έχει γραφτεί• «Ότι με ανθρώπους που μιλούν ξένες γλώσσες και με χείλη ξένων λαών θα ομιλήσω προς το λαό αυτόν, αλλ' ούτε με τον τρόπο αυτό θα με ακούσουν, λέγει ο Κύριος». 
Άκουγαν δε [όσοι ήσαν τότε στα Ιεροσόλυμα]. Εδώ σταμάτησε λίγο και διερωτήσου, πώς θα διαιρέσεις τον λόγο. Διότι έχει κάτι το αμφίβολο η λέξη [«ήκουον»] το οποίο διαχωρίζεται με την τελεία. 
Άρα, δηλαδή, άκουγαν ο καθένας στη δική του γλώσσα, φερ' ειπείν σαν να ηχεί δυνατά μία φωνή, και ν' ακούγονται πολλές, με το να πάλλεται έτσι ο αέρας και, για να το πω σαφέστερα, με το να γίνεται η φωνή φωνές; 
Ή πρέπει να σταματήσουμε στο «ήκουον», το δε «Λαλούντων» στις δικές τους γλώσσες να το προσθέσουμε στα επόμενα, για να είναι: «Καθώς μιλούσαν γλώσσες», τις δικές των, αυτών που ακούγανε, που σημαίνει ξένες• προς τούτο δε και μάλλον τάσσομαι. 
Διότι με εκείνον μεν τον τρόπο το θαύμα θα ήταν εκείνων που άκουγαν μάλλον παρά εκείνων που μιλούσαν. Με αυτόν δε τον τρόπο εκείνων που μιλούσαν οι οποίοι και κατηγορήθηκαν για μέθη, είναι φανερό ότι με το να θαυματουργούν αυτοί ως προς τις γλώσσες με την δύναμη του Πνεύματος. 
ΙΣΤ. Πλην είναι μεν άξια να εξυμνείται και η παλαιά διαίρεση των γλωσσών (όταν οικοδομούσαν τον πύργο εκείνοι που συμφώνησαν κακώς και αθέως, όπως και από τους σημερινούς τολμούν μερικοί)• διότι με το να διαλυθεί η ομογνωμοσύνη μαζί με το σχίσιμο (διαφορά) της γλώσσας, σταμάτησε το εγχείρημα. 
Περισσότερο όμως πρέπει να εξυμνείται αύτη [η διαίρεση] που θαυματουργείται σήμερα. Διότι αφού διαλύθηκε [η γλώσσα] από το ένα Πνεύμα σε πολλούς, συνάγεται πάλι σε μία αρμονία. Και υπάρχει διαφορά χαρισμάτων, [στην γλωσσολαλία] που χρειάζεται άλλο χάρισμα για να διακρίνεται το περισσότερο ωφέλιμο [για την σύναξη των πιστών]• επειδή όλες οι γλώσσες είναι επαινετές. 
Καλή δε θα λεγόταν και εκείνη, για την οποία λέει ο Δαβίδ• «Καταπόντισε, Κύριε, και καταμοίρασε τις γλώσσες τους». Γιατί; «Διότι αγάπησαν όλους τους λόγους που καταποντίζουν [τους ανθρώπους] γλώσσα δόλια»• φανερά σχεδόν κατηγορώντας αυτές τις γλώσσες εδώ, που χωρίζουν την θεότητα [με το να μη ομολογούν την θεότητα του Αγίου Πνεύματος]. Αυτά λοιπόν και αρκετά. 
ΙΗ. Εμείς μεν πρέπει να απολύσουμε την σύναξη (διότι ήταν αρκετός ο λόγος), την πανήγυρη όμως ουδέποτε. Αλλ' είναι ανάγκη να εορτάσουμε, τώρα μεν και σωματικά [συμμετέχοντας στα τελούμενα], ύστερα δε από λίγο εντελώς πνευματικά [σε ησυχία με πνευματική μελέτη και νοερά προσευχή]• όπου και τους λόγους αυτών [των υμνωδών] θα κατανοήσουμε καθαρότερα και σαφέστερα, ενωμένοι με Αυτόν το Λόγο και Θεό και Κύριο ημών Ιησού Χριστό, την αληθινή εορτή και αγαλλίαση των σωζομένων με τον Οποίο η δόξα και η τιμή στον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, τώρα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν. 
Από: Στυλ. Γ. Παπαδόπουλος (επιμ.), Μιλάει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, μτφρ. Διονύσιος Κακαλέτρης, εκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήνα 1991.


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 
Σημ. Οι παρενθέσεις ( ) είναι του κειμένου οι αγκύλες [ ] περιέχουν επεξηγηματικές προσθήκες. 
1. Παρουσιάζει εδώ ένα σημαντικό σημείο της διδασκαλίας του περί της φανερώσεως της Αγίας Τριάδας στον κόσμο. Κατά τον άγιο Πατέρα, μέσα στην ιστορία της σωτηρίας, η θεία οικονομία ενεργεί σε τρία στάδια, τα οποία και ονομάζει «σεισμούς», «διαθήκας» και «μεταθέσεις βίου». Το πρώτο είναι η παράδοση του Νόμου, η περίοδος της Παλαιάς Διαθήκης• το δεύτερο είναι η σάρκωση του Λόγου, η περίοδος της Καινής Διαθήκης• το τρίτο είναι η φανέρωση του Αγίου Πνεύματος κατά την Πεντηκοστή, ο καιρός του Πνεύματος. 
Το δεύτερο καί το τρίτο στάδιο δεν διαχωρίζονται βέβαια χρονικά, οι ενέργειες δε και των τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδος είναι κοινές. Το Άγιον Πνεύμα, κατά την υπόσχεση του Κυρίου ενώνεται με τους άξιους, και «διά προσθηκών» οδηγεί στην τελείωση της γνώσεως του Θεού. Κατά την διδασκαλία του Γρηγορίου, περί σταδιακής και οικονομικής φανερώσεως της Αγίας Τριάδος, η Παλαιά Διαθήκη εκήρυττε φανερά τον Πατέρα, και τον Υιό αμυδρότερα (σκιωδώς δε και το Άγιον Πνεύμα). 
Η Καινή εφανέρωσε τον Υιόν, υπέδειξε δε την θεότητα του Αγίου Πνεύματος. Αυτή φανερώνεται τρανότερα «εις ύστερον», από την ήμερα της Πεντηκοστής και μετά. 
2. Αναφέρεται στην καταπλήσσουσα άπειρη φιλανθρωπία του Κυρίου που στην ένδοξο Ανάληψή Του συνανυψώνει και την ανθρώπινη φύση για να την έχει αχώριστη από την θεία φύση Του εις τους αιώνες, εν δεξιά του Πατρός• Η σημασία της ενώσεως των δύο φύσεων στο πρόσωπο του Κυρίου για την θέωση του ανθρώπου τονίζεται βέβαια σε όλο το έργο του Γρηγορίου. 
3. Το χρονικό σημείο αυτής της «αρχής» είναι η Πεντηκοστή. Το Άγιο Πνεύμα ενεργούσε βέβαια και πριν από αυτήν, όπως αναφέρει πιο κάτω ο θείος Πατήρ, αλλά δεν είχε φανερωθεί στον κόσμο ως θεία υπόσταση (Βλ. σημείωση 1). 
4. Ο Άγιος θέτει εδώ την βάση της θεολογίας ως εκκλησιαστικής λειτουργίας. Η θεολογία είναι φωτισμός και έμπνευση του Αγίου Πνεύματος μετά προηγούμενη κάθαρση των γνωστικών δυνάμεων της ψυχής. Το Άγιον Πνεύμα διδάσκει και αποκαλύπτει στους άξιους τα θεία μυστήρια, τους οδηγεί στη γνώση της θείας αληθείας, όσον είναι αναγκαίο για την σωτηρία των πιστών. 
Αυτοί είναι οι Πατέρες και Διδάσκαλοι της Εκκλησίας, οι οποίοι έχουν συνείδηση ότι γίνονται όργανα του Αγίου Πνεύματος για να φανερωθεί στον κόσμο η «πολυποίκιλος σοφία του Θεού». Οι άγιοι Πατέρες, φωτιζόμενοι και οδηγούμενοι από το Άγιο Πνεύμα, γνωρίζουν στους πιστούς το θέλημα του Θεού για την σωτηρία τους. Κανείς δεν μπορεί να θεολογήσει, αν δεν «δώσει λόγον» το Άγιο Πνεύμα. Κανείς δεν μπορεί να γνωρίσει τα του Θεού χωρίς τον Θεό.
Ο άγιος Γρηγόριος έχει την θαυμαστή παρρησία να ομολογεί ότι ομιλεί εμπνεόμενος από το Άγιο Πνεύμα. Πιο κάτω θα χρησιμοποιήσει το ρήμα «σκέπτομαι» (με το Άγιο Πνεύμα). (Πρβλ. την λέξη «συν-διασκεψάμενοι» του προσομοίου των αίνων των Αγίων Πατέρων). 
5. Ποιους υπονοεί ο θείος Πατήρ, ότι κρίνουν με αυτόν τον τρόπο τον ίδιο και όσους ομολογούν την θεότητα του Αγίου Πνεύματος; Πρέπει μάλλον να νοήσουμε «κείνους που είχαν ευσεβές φρόνημα και πίστευαν στην θεότητα και το ομοούσιον του Αγίου Πνεύματος, πλην όμως δεν ομολογούσαν την πίστη τους φανερά για λόγους «οικονομίας». 
6. Οι πνευματομάχοι διακρίνονταν σε διάφορες κατηγορίες. Οι πιο ακραίοι θεωρούσαν το Άγιο Πνεύμα κτίσμα. Οι πιο ήπιοι εδίσταζαν να ονομάσουν το Άγιο Πνεύμα Θεόν από σεβασμό δήθεν προς την Γραφή, που δεν το αναφέρει ρητά. Προς αυτούς κυρίως απευθύνει τον λόγο ο Άγιος με μεγάλη αγάπη και συγκατάβαση, δείωνοντας το ύψος της «ποιμαντικής επιστήμης» του. 
7. Οι Πνευματομάχοι, όπως και όλοι οι αιρετικοί, προσκολλώνται στις λέξεις, στο γράμμα της Γραφής, και χάνουν τα νοούμενα από τις λέξεις. Κρατούν τα «ονόματα», και αφήνουν τα «πράγματα». Και κατηγορούν τους ορθοδόξους ότι εισάγουν «άγραφα», δηλ. λέξεις πού δεν υπάρχουν στην Γραφή. Ο Γρηγόριος, με την διάκριση αυτή (ονόματος-πράγματος) και με την παράθεση γραφικών χωρίων, αποδεικνύει ότι η αλήθεια πρέπει να αναζητηθεί μέσα και πέρα από το γράμμα των Γραφών, με πολύ προσεκτική και επίπονο μελέτη και θείο φωτισμό. Για παράδειγμα, η αλήθεια για την θεία φύση και το ομοούσιο του Αγίου Πνεύματος δεν αναφέρεται με αυτές τις λέξεις, αλλά είναι «λίαν έγγραφος» (κατ' αντιδιαστολή προς το «άγραφον»), μαρτυρείται δηλαδή, από την Γραφή. 
8. Βλέπουμε εδώ τον ζέοντα πόθο του Αγίου να αλιεύσει τους ασθενούντες στην πίστη στην ορθοδοξία με μία διακριτικότατη παραχώρηση, ώστε να όδηγηθούν σταδιακά στην ομολογία της θεότητος του Αγίου Πνεύματος. Δέχεται δηλαδή να ομολογήσουν την θεία φύση του Πνεύματος με άλλες λέξεις, και θα παρακαλέσει το Πνεύμα να τους δώσει και την λέξη Θεός. Ο ίδιος δηλαδή, σε αντίθεση με τους αιρετικούς, δεν προσκολλάται καθόλου στις λέξεις καί τα γράμματα. 
9. Απ' όσα αναφέρει εδώ και λίγο πιο κάτω ο θείος Γρηγόριος, συμπεραίνεται ότι οι πνευματομάχοι ή έστω μια μερίδα τους, διακρίνονταν ως ιδιαίτερη κοινότητα. Έδειχναν δε θαυμαστό ζήλο ευσέβειας και ξεχώριζαν όχι μόνον από την εξωτερική εμφάνιση, αλλά και από το ασκητικό ήθος. Όλα αυτά, και την ορθή πίστη στον Υιό, επαινεί ο ιερός Πατήρ για να τους οδηγήσει προς την τελεία ενότητα της πίστεως. 
10. Μεγαλειώδης φανέρωση της θείας αγάπης η οποία κατέφλεγε την καρδία του Μεγάλου Πατρός. Οι άγιοι Πατέρες με όση δύναμη και ιερό πάθος εμάχοντο υπέρ της αληθείας της πίστεως, με τόση σπλαχνική στοργή εφέροντο προς τους πλανωμένους για να τους επαναφέρουν μέσα στην μάνδρα της Εκκλησίας. 
11. Στην Παλαιά Διαθήκη, και κατά τον πρώτο καιρό της κλήσεως και αποστολής των Μαθητών, το Άγιο Πνεύμα ενεργούσε «αμυδρά», μετά δε την Ανάσταση του Κυρίου «εκτυπώτερα» κατά την δεκτικότητα των αγίων Αποστόλων. Κατά την ημέρα της Πεντηκοστής όμως και μετά «τελειώτερα». Τότε φανερωνόταν «κατά την ενέργεια», τώρα όμως, «κατά την ουσία». Η λέξη «ουσιωδώς» χρησιμοποιείται από τους Πατέρες με την σημασία της ενοικήσεως του Αγίου Πνεύματος, του πληρώματος της χάριτός Του, σε διάκριση από την ενέργεια ενός μόνον ή περισσοτέρων χαρισμάτων Αυτού. Κατά τον ίδιο άρρητο τρόπο που ενοικεί ο Πατήρ και ο Υίός. Δεν πρέπει βέβαια να νοήσουμε καμμία αναφορά στη θεία ουσία, ή οποία είναι απρόσιτη καί άμέθεκτη από κάθε κτιστή φύση. 
12. Θέλοντας ο θείος Γρηγόριος να τονίσει το ομοούσιο του Αγίου Πνεύματος με τον Υιό, συνδέει συχνά διάφορα γεγονότα της θείας οικονομίας κατά την φανέρωση των δύο Προσώπων στον κόσμο. Έτσι, αφού αναφέρεται στην σωματική παρουσία του Υιού, ομιλεί για την «σωματική» εμφάνιση του Αγίου Πνεύματος. Εννοεί μάλλον την κάθοδό Του κατά την Βάπτιση ως περιστεράς και κατά την Πεντηκοστήν εν είδει πύρινων γλωσσών, οι οποίες δείχνουν επίσης και την «συγγένεια προς τον Λόγο». 
13. Αλληγορική ερμηνεία του «ο στεγάζων εν ύδασι τα υπερώα Αυτού» (ψαλμ. 103,3). Κατ' αυτήν, θεία ύδατα σημαίνουν αγγελικές δυνάμεις, οι οποίες είναι θρόνος δόξης της θείας μεγαλειότητος και υμνούν ακατάπαυστα τον Θεόν. 
14. Την νύκτα του Πάσχα του ιδίου έτους, ο θείος Γρηγόριος είχε τραυματισθεί από τους εξαγριωθέντες αρειανούς, που όρμησαν με μανία εναντίον του για να τον εξοντώσουν. Αισθάνεται ότι και πάλι μπορεί να κινδυνεύσει, αν και ίσως όχι από τους πνευματομάχους.

Δημοφιλείς αναρτήσεις