Οσία Αγάθη της Κουσελαούκα.
Ημέρα Μνήμης: 9/22 Ιουνίου.
Η Οσία Αγάθη γεννήθηκε το 1819 στο χωριό Πασατέλ, στην Μολδαβία. Οι γονείς της Ιωάννης και Ευδοκία Μαραντσιούκ ήταν ευλαβείς χριστιανοί, πήγαιναν συχνά για προσκύνημα στους αγιασμένους τόπους της πατρίδας τους και είχαν ξεχωριστή ευλάβεια για τους Αγίους της Λαύρας των Σπηλαίων.
Η μικρή Αγάθη παρακαλούσε τους γονείς της με δάκρυα στα μάτια να την παίρνουν μαζί τους στα προσκυνήματα. Οι γονείς ξέροντας τις δυσκολίες της διαδρομής την άφηναν σπίτι με τα συγγενικά τους πρόσωπα. Πρέπει να πούμε πως εκείνη την περίοδο τα προσκυνήματα γίνονταν με τα πόδια και ένα παιδί ήταν ένα επιπλέον βάρος.
Μία φορά οι γονείς της πήγαν στην Λαύρα των Σπηλαίων και άφησαν την μικρή Αγάθη υπό την επίβλεψη των συγγενών. Λίγες μέρες μετά η μικρή Αγάθη ξεκίνησε μόνη της για την Λαύρα των Σπηλαίων σκεπτόμενη πως μπορεί να φτάσει εκεί μόνη της. Ο Κύριος όμως της είχε ετοιμάσει άλλον δρόμο. Προχωρόντας η μικρή μέσα στο σκοτάδι, έπεσε σ'ένα πηγάδι βαθύ και τραυμάτισε τα πόδια της. Αυτό το ατύχημα σημάδεψε την ζωή της αφού απ'όταν την βρήκαν αναγκάστηκε να μείνει για πάντα στο κρεβάτι. Σε αυτό το πηγάδι πέρασε τρία χρόνια και την παρηγορούσαν και την ενίσχυαν οι Άγιοι Άγγελοι του Θεού, οι οποίοι την έτρεφαν με το ουράνιο μάννα.
Επιστρέφοντας από την Λαύρα των Σπηλαίων του Κιέβου οι γονείς έκλαψαν πολύ για την απώλεια της κόρης τους την οποίαν θεωρούσαν νεκρή. Στα μέρη αυτά το έδαφος ήταν γόνιμο και πλούσιο χορτάρι κάλυπτε τα βοσκοτόπια.
Όχι πολύ μακριά από το πηγάδι που ζούσε με τρόπο θαυμαστό η Αγάθη, έβοσκε τα πρόβατά του ο Δημήτριος, ο οποίος ξεχώριζε από τους άλλους για την καλωσύνη της ψυχής του. Μιά φορά και ενώ πήγαινε τα πρόβατά του στον κάμπο άρχισε να ψάλλει τους Ψαλμούς. Τότε άκουσε μέσα από το πηγάδι μια αγγελική μελωδία. Έτσι βρήκε την Αγάθη, την έβγαλε από το πηγάδι και ειδοποίησε τους γονείς της. Η Αγάθη ομολόγησε λίγο αργότερα πως έρχονταν δύο περιστέρια και την τάιζαν και την ζέσταιναν. Βλέποντας οι γονείς της πως δεν μπορεί να περπατήσει, την ανέβασαν σ'ένα καρότσι και την πήγαν στο σπίτι.
Η ευλογία του Αγίου Όρους.
Έτσι έφτασε η Αγάθη στο πατρικό της σπίτι όπου μπορούσε να απολαύσει την αγάπη και τις φροντίδες των δικών της. Η Αγάθη όμως είχε αλλάξει. Δεν ήταν πια το κορίτσι που μιλούσε πολύ αλλά είχε περιπέσει σε μία βαθιά σιωπή, περνώντας τον καιρό της προσευχόμενη. Η Αγάθη πέρασε μερικά χρόνια μέσα στην ακατανόητη για τους άλλους αυτή σιωπή υποφέροντας από ασθένειες και πόνους. Μέσα σε αυτήν την σιωπή τον πόνο και την υπομονή την αξίωσε ο Κύριος με το χάρισμα της θαυματουργίας. Δίπλα στο κρεβάτι της τώρα έρχονταν άνθρωποι ασθενείς και δυστυχείς τους οποίους η Αγάθη με τις προσευχές της τους απάλασσε από τον πόνο και την ασθένεια. Στο κρεβάτι του πόνου την επισκέφτηκαν και δύο μοναχοί από το Άγιον Όρος. Αφού συζήτησαν της χάρισαν ένα Ευαγγέλιο ως ευλογία από το Άγιον Όρος, το οποίο ποτέ δεν το αποχωρίστηκε.
Εμπιστεύτειτε στον Κύριο τον πόνο σας και Εκείνος θα σας θρέψει.
Στο χωριό Πασατέλ, όπου ζούσε η Αγάθη, κατοικούσαν και δύο πιστοί ο Βασίλης και η Ξένια, οι οποίοι μεγάλωναν 12 παιδιά. Είχαν ένα μικρό κομμάτι γης και μία αγελάδα για να τρέφουν την οικογένεια. Ο εχθρός όμως του ανθρωπίνου γένους προέτρεψε έναν άνθρωπο ονόματι Αρτέμιο να τους κλέψει την αγελάδα. Ο Βασίλης και η Ξένια ζήτησαν την βοήθεια της Αγάθης και εκείνη τους ησύχασε λέγοντας: «Εμπιστεύτειτε στον Κύριο τον πόνο σας και Εκείνος θα σας θρέψει», έχοντας εμπιστοσύνη στο απέραντο έλεος του Θεού.
Η Οσία Αγάθη τους έστειλε σπίτι και αυτοί άρχισαν να προσεύχονται θερμά. Το βράδυ εκείνο ο Αρτέμιος είδε ένα τρομαχτικό όνειρο: είχε λέει πέσει σε ένα βαθύ λάκκο, σκοτεινό, απ'όπου μάταια προσπαθούσε να βγει. Μετά από πολλές μάταιες προσπάθειες ο Αρτέμιος πρόσεξε στην άκρη του λάκκου να στέκεται η Αγάθη η οποία απλώνοντας το χέρι της για να τον βοηθήσει του έλεγε: «Επέστρεψε αυτά που έκλεψες!». Μετά από αυτό εξαφανίστηκε. Ο Αρτέμιος ξύπνησε κααττρομαγμένος και κρύος ιδρώτας τον είχε λούσει. Το ίδιο εκείνο πρωινό επέστρεψε την αγελάδα και έζησε την υπόλοιπη ζωή του εν προσευχή και νηστεία.
Το πατρικό σπίτι της Αγάθης ήταν τόπος παρηγοριάς και ενισχύσεως της πίστης. Συχνά έφερναν πλούσια δώρα ως ένδειξη ευγνωμοσύνης και ευχαριστίας για τις προσευχές της, δια των οποίων ο πολυεύσπλαγχνος Κύριος θεράπευε τους ασθενείς, έδινε φωνή στους μουγγούς, φως στους τυφλούς, ακοή στους κωφούς και ειρήνευε όλους όσους ζητούσαν τις προσευχές της.
Άλλη όμως ήταν η πρόνοια του Θεού. Να μην είναι πια το πατρικό σπίτι της Αγάθης ένα καταφύγιο για αυτούς που ήθελαν βοήθεια. Η Παναγία εμφανίστηκε στον ύπνο της και την πρόσταξε να πάει στο πιο φτωχό μοναστήρι της Μολδαβίας, στην Κουσελαούκα.
42 χρόνια στο μοναστήρι πάνω σ'ένα κρεβάτι.
Ερχόμενη η Αγάθη στην Κουσελαούκα συνέχισε να καθοδηγεί και να προσεύχεται για τους ανθρώπους. Οι ευεργεσίες της είχαν γίνει γνωστές σε όλην την χώρα και χριστιανοί ερχόνταν από τα πιο μακρινά μέρη,φέρνοντας αγαθά και συνεισφέροντας στην ανοικοδόμιση της μονής.
Νέα κτίρια χτίστηκαν και ο κανόνας προσευχής της μονής έγινε πιο αυστηρός. Ανάμεσα σε αυτούς που ερχόνταν συχνά στο κελί της Αγάθης ήταν και μία διακόνισσα στην οποία η Αγάθη προείπε πως μετά την κοίμησή της, αυτή θα είναι η ηγουμένη του μοναστηριού. Στον διάκονο-σύζυγό της δώρησε ένα μεγάλο κομποσχοίνι σαν ένα σημάδι πως η ζωή του πρέπει να προσαρμοστεί στην μοναχική άσκηση.
Η Αγάθη έζησε στο μοναστήρι 42 χρόνια χωρίς ποτέ να σηκωθεί από το κρεβάτι της εξαιτίας της ασθένειάς της. Υπέφερε από πολλές δυσκολίες ο Θεός όμως της έδωσε το προορατικό χάρισμα. Προφήτεψε την ακμή και την παρακμή της μονής πράγμα που συνέβη ακτά τα χρόνια του κομμουνιστικού διωγμού, όταν έκλεισαν οι ναοί, εθνικοποιήθηκαν τα κτήματα και οι μοναχές υποχρεώθηκαν να δουλέψουν στα κολχόζ.
Κατά τους τελευταίους μήνες της ζωής της η Οσία Αγάθη συνομιλούσε συχνά με την ηγουμένη και τις μοναχές και τις συμβούλευε να σηκώσουν τον σταυρό τους με ειρήνη και μετάνοια.
Στις 9 Ιουνίου 1873 η Αγάθη μετέλαβε των Αχράντων Μυστηρίων και παρέδωσε την ψυχή της στα χέρια του Πανάγαθου Θεού. Οι αυτόπτες μάρτυρες λένε πως μόλις κοινώνησε το πρόσωπό της έλαμψε μ'ένα ασυνήθιστο φως.
Λίγο μετά την κοίμηση της η σύζυγος του διακόνου στην οποία είχε προφητέψει η Οσία, έγινε μοναχή στην Κουσαλεούκα. Εκεί έχτισε ένα εκκλησάκι και έφτιαξε ένα πηγάδι το οποίο υπάρχει μέχρι σήμερα. Οι αδελφές της μονής με αυτό το νερό μαγειρεύουν. Εκτός από την ωραία γεύση του θεραπεύει και από πονοκεφάλους και άλλες ασθένειες. Σύμφωνα με την παράδοση, η Οσία Αγάθη λίγο πριν κοιμηθεί υποσχέθηκε πως δεν θα εγκαταλείψει το μοναστήρι και ότι θα βοηθάει όλους όσους το ζητούν με τις προσευχές τους. Αδιάψευστος μάρτυρας είναι τα θαύματα που γίνονται σήμερα στο μοναστήρι.
Σήμερα τα ιερά λείψανα της Οσίας Αγάθης βρίσκονται στην Μονή Κουσαλεούκα. Η αγιοκατάταξή της έγινε από το Πατριαρχείο Μόσχας στις 15 Ιουλίου 2016 και η μνήμη της θα τιμάται στις 9/22 Ιουνίου ημέρα της κοιμήσεώς της.
Απόδοση στα ελληνικά-επιμέλεια π.Γεώργιος Κονισπολιάτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου