Οι άγιοι ομολογητές Μωυσής Ματσινίκ και Ιωάννης
21 Οκτωβρίου
Ο άγιος Μωυσής Ματσινίκ εκ Σιμπίου χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στο Βουκουρέστι από τον μητροπολίτη Ουγγροβλαχίας Νεόφυτο, το 1746. Αντιστάθηκε ανδρείως στις επιδιώξεις των ουνιτών και για τον λόγο αυτό συνελήφθη και φυλακίσθηκε στη Σιμπίου για δεκαεπτά μήνες. Αποφυλακίσθηκε με τον όρο να απέχει από τα ιερατικά του καθήκοντα και έζησε για κάποιο διάστημα σαν απλός χωρικός.
Το 1752 οι πιστοί τον έστειλαν σε αποστολή στη Βιέννη, μαζί με τον άγιο Όπρεα Μικλάους εκ Σαλιστίας για να υποβάλει στην αυτοκράτειρα Μαρία-Θηρεσία το αίτημα της δίκαιης μεταχείρισης και προστασίας της Ορθοδόξου Εκκλησίας της νότιας Τρανσυλβανίας. Αντί όμως για άλλη απάντηση, η αυτοκράτειρα διέταξε να φυλακισθούν, χωρίς δίκη, στο φρούριο του Κούφσταϊν.
Τα επόμενα χρόνια, εκπρόσωποι του κλήρου και του λαού της Τρανσυλβανίας απαίτησαν επανειλημμένως την αποφυλάκιση των δύο αγίων ομολογητών, δίχως επιτυχία. Στις 24 Ιουλίου 1784 η σύζυγος του Όπρεα, Στάνα Μικλάους, απηύθυνε στον αυτοκράτορα Ιωσήφ Β’ αίτημα για την αποφυλάκιση του συζύγου της, ο οποίος βρισκόταν στη φυλακή επί τριάντα δύο χρόνια.
Η διεύθυνση των φυλακών απάντησε ότι δεν υπήρχε κανένας κρατούμενος με αυτό το όνομα, γεγονός που μας επιτρέπει να υποθέσουμε ότι οι δύο άγιοι τελείωσαν τις ημέρες τους στα κελλιά του Κούφσταϊν, διαφυλάττοντας ακέραιη την ορθόδοξη πίστη τους και λαμβάνοντας εξ ουρανού τον καλλίνικο στέφανο του μαρτυρίου.
Ο άγιος Ιωάννης εκ Γκάλες χειροτονήθηκε στο Βουκουρέστι (ή στο Ρίμνικ), λόγω απουσίας του ορθοδόξου επισκόπου Τρανσυλβανίας. Υπήρξε και αυτός ένας από τους ανδρείους ομολογητές της ορθοδόξου πίστεως εναντίον της Ουνίας.
Μια νύκτα, πράκτορες των αυστριακών αρχών εισέβαλαν στο σπίτι του στο Γκάλες για να τον συλλάβουν. Καθώς ο πατήρ Ιωάννης απουσίαζε, έδεσαν χειροπόδαρα τη σύζυγό του και άρχισαν να τη βασανίζουν. Άκουσαν οι γείτονες τις κραυγές της κι έτρεξαν να βοηθήσουν· οι πράκτορες πυροβόλησαν έναν εν ψυχρώ και τον άφησαν νεκρό.
Το 1752 ο πατήρ Ιωάννης και άλλοι πιστοί πήγαν στο Βανάτο και ενεχείρισαν μία αναφορά των χριστιανών της δυτικής Τρανσυλβανίας σχετικά με τα κακουργήματα των ουνιτών στους αγίους ομολογητές Μωυσή Ματσινίκ και Όπρεα εν όψει της αποστολής τους στην αυτοκρατορική αυλή της Βιέννης. Όταν επέστρεψε, συνέχισε με θάρρος τους αγώνες του για τη διαφύλαξη των ορθοδόξων παραδόσεων.
Τον Μάιο του 1756 τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν σιδηροδέσμιο στη Σιμπίου. Με διαταγή της αυτοκράτειρας Μαρίας-Θηρεσίας καταδικάσθηκε σε ισόβια κάθειρξη· τον έκλεισαν στις φυλακές της Ντεβά στο Βανάτο και έναν χρόνο αργότερα τον μετέφεραν στο Γκρατς της Αυστρίας.
Το 1776, έμποροι του Μπρασώφ που βρίσκονταν στο Γκρατς για υποθέσεις τους, επισκέφθηκαν τον πατέρα Ιωάννη στο κελλί του κι εκείνος τους διακήρυξε με την ίδια παρρησία όπως και πριν είκοσι χρόνια: «Καλύτερα ν’ αποθάνω στη φυλακή παρά ν’ αρνηθώ την ένδοξο πίστη μου!»
Τον μετέφεραν στη συνέχεια στο φρούριο του Κούφσταϊν, όπου ετελεύτησε μέσα σε φρικτά βασανιστήρια, όπως και οι άλλοι ομολογητές της ορθοδόξου πίστεως στην Τρανσυλβανία (μετά το 1780).
Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Τόμος 2ος, Οκτώβριος. Ίνδικτος,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου