Ερμηνεία του Άσματος Ασμάτων (1)
Αγ. Γρηγόριος Νύσσης
Πρόλογος
ΠΗΓΗ:ΕΔΩ
Στη σεμνοπρεπέστατη Ολυμπιάδα ο Γρηγόριος επίσκοπος Νύσσης απευθύνει το χαίρε εν Κυρίω
Αποδέχθηκα το ενδιαφέρον σου για το Άσμα Ασμάτων, που εκδήλωσες σ’ εμένα και κατά πρόσωπο και με γράμματα, ώστε με την κατάλληλη θεωρία ν’ αποκαλυφθεί η κρυμμένη μέσα στα λόγια του φιλοσοφία για τις αιώνιες έννοιες καθαρμένη από την επιπόλαιη κατά γράμμα ερμηνεία των λέξεων, πράγμα που ταιριάζει στη σεμνότητα του βίου σου και στην καθαρότητα της ψυχής σου. Γι’ αυτό δέχτηκα πρόθυμα να επιμεληθώ γι’ αυτό, όχι βέβαια για να σου φανώ χρήσιμος στη διάπλαση του χαρακτήρα σου (γιατί πιστεύω ότι ο οφθαλμός της ψυχής σου είναι καθαρός από κάθε εμπαθή κι ακάθαρτη έννοια κι ατενίζει απαραπλάνητα προς τα θεία αυτά ρητά και την αθάνατη χάρη), αλλά για να λάβουν οι πιο σαρκικοί κάποια χειραγωγία προς την πνευματική και άυλη κατάσταση της ψυχής, προς την οποία οδηγεί το βιβλίο αυτό με τη σοφία που κρύβει.
Επειδή μερικοί από τους εκκλησιαστικούς νομίζουν ότι σε όλα τα σημεία πρέπει να παραμένουμε στη λέξη της αγίας Γραφής, και δε δέχονται ότι μερικά πράγματα έχουν λεχθεί με αινίγματα και υπόνοιες (συμβολισμούς και αλληγορίες), θεωρώ απαραίτητο ν’ απολογηθώ γι’ αυτά πρώτα σ’ αυτούς που μας αποδίδουν τέτοιες κατηγορίες και να τους πω, ότι τίποτα δεν απορρίπτουμε στην προσπάθειά μας να θηρεύσουμε με κάθε τρόπο από την θεόπνευστη Γραφή το ωφέλιμο, ώστε, αν ωφελεί κάπως και η λέξη, εννοούμενη όπως έχει λεχθεί, να έχουμε αμέσως ό,τι επιδιώκουμε. Αν όμως κάτι που ειπώθηκε κρυμμένο μέσα σε υπονοούμενα και αινίγματα είναι ανίκανο να ωφελήσει με το πρώτο νόημά του, να χρησιμοποιούμε τους λόγους αυτούς έτσι, όπως συμβουλεύει ο λόγος που μας παιδαγωγεί με τις Παροιμίες, ώστε να εννοήσουμε αυτό που λέγεται είτε ως παραβολή είτε ως ένα λόγο σκοτεινό είτε ως γνώμη κάποιου σοφού είτε σαν κάποιο αίνιγμα. Την εξήγηση των λόγων αυτών με την αναγωγή στη θεωρία (στο νόημά τους) είτε τροπική έκφραση θέλει να την ονομάσει κανένας είτε αλληγορία είτε ο,τιδήποτε άλλο, η διαφορά μας δε θα είναι στο όνομα αλλά μόνο αν περιέχει κάποιο ωφέλιμο νόημα. Γιατί και ο μέγας Απόστολος λέει ότι ο νόμος είναι πνευματικός (εννοώντας με το όνομα “νόμος” και τις ιστορικές διηγήσεις, επειδή όλη η θεόπνευστη Γραφή για όσους τη διαβάζουν είναι νόμος, και δεν παιδαγωγεί -μόνο με τα φανερά παραγγέλματα, αλλά και με τις ιστορικές εξηγήσεις- προς τη γνώση των μυστηρίων και προς την καθαρή πολιτεία όσους τη γνωρίζουν με ακρίβεια), και χρησιμοποιεί την εξήγηση όπως τον εξυπηρετεί, αποβλέποντας στο ωφέλιμο και δεν ενδιαφέρεται για το όνομα, το οποίο πρέπει να δώσει στο είδος της εξήγησης. Αλλ’ άλλοτε λέει ότι μεταβάλλει το λόγο, όταν είναι να μεταφέρει την ιστορία για να δείξει την οικονομία των δύο διαθηκών. Έπειτα, όταν θυμήθηκε τους δύο υιούς του Αβραάμ, που του έδωσαν η υπηρέτρια του και η ελεύθερη σύζυγός του, ονομάζει το λόγο γι’ αυτά αλληγορία. Και πάλι διηγούμενος μερικά συμβάντα από την Ιστορία παρατηρεί ότι «γίνονταν σ’ εκείνους ως προεικονίσεις, έχουν όμως γραφεί για να νουθετήσουν έμας». Κι όταν πάλι είπε ότι «δεν πρέπει να βάζουμε φίμωτρο στο βόδι που αλωνίζει», πρόσθεσε ότι δεν ενδιαφέρεται ο θεός για τα βόδια, αλλ’ ότι «αυτά οπωσδήποτε γράφτηκαν για εμάς». Σε κάποιο σημείο τη θαμπή κάπως και μερική γνώση την ονομάζει γνώση από έσοπτρο και αινιγματική. Και ακόμα, τη μετάβαση από τα σωματικά στα νοητά την ονομάζει μετάβαση (μετάστασιν) προς τον Κύριο και αφαίρεση του καλύμματος.
Με όλους αυτούς τους διάφορους τρόπους και τα διάφορα ονόματα τής κατά τον νουν θεωρίας μας υποδεικνύει ένα είδος διδασκαλίας, ότι δηλαδή δεν πρέπει με κανένα τρόπο να παραμένουμε στο γράμμα, γιατί βλάπτει σε πολλά τον ενάρετο βίο το πρόχειρο νόημα των λεγομένων, αλλά να μεταβαίνομε στην άυλη και νοητή θεωρία, ώστε οι σωματικότερες έννοιες να μεταβληθούν σε νου και πνεύμα και η σαρκικότερη σημασία των λεγομένων να τιναχτεί όπως τινάζουμε τη σκόνη. Και γι’ αυτό λέει ότι «το γράμμα σκοτώνει, ενώ το πνεύμα δίνει ζωή», επειδή η ιερά ιστορία, αν σταθούμε μπροστά στα ψιλά πράγματα, δε μας παρέχει υποδείγματα αγαθού βίου. Τί ωφελεί δηλαδή (προς αρετήν) σε αυτόν που ακούει ότι ο προφήτης Ωσηέ έκανε παιδί με μια πόρνη και ο Ησαΐας ότι μπήκε στο σπίτι της προφήτισσας, αν περιορίσει κανένας το λόγο στη λέξη μόνο; Ή ως προς τί συντελούν στον ενάρετο βίο οι διηγήσεις για το Δαβίδ, όταν η μοιχεία και ο φόνος συναντιούνται στο ίδιο ανοσιούργημα; Αν όμως διαπιστωθεί κάποια αιτία πού αποκρούει την ευθύνη για ό,τι επιτελέστηκε μ’ αυτά, τότε θ’ αποδειχθεί αληθινός ο λόγος του Αποστόλου ότι «το γράμμα σκοτώνει» (γιατί περιέχει υποδείγματα φαύλων πραγμάτων), «ενώ το πνεύμα δίνει ζωή». Γιατί μεταφέρει την ασυνάρτητη και διαβλητή έννοια σε θεϊκότερες σημασίες.
Και γνωρίζουμε ότι ο ίδιος ο Λόγος που λατρεύεται και προσκυνείται απ’ όλη τη κτίση, όταν μας παρέδιδε τα θεία μυστήρια με μορφή ανθρώπου και σχήμα δια σαρκός, μας αποκάλυπτε τα νοήματα του νόμου έτσι, ώστε να λέει ότι οι δύο άνθρωποι πού δίνουν μαρτυρία αληθινή είναι ο ίδιος και ο Πατέρας του. Και το χάλκινο φίδι που το ανέβασαν ψηλά, και που απομάκρυνε από το λαό τα θανατηφόρα δαγκώματα των φιδιών, παίρνει μέρος στην οικονομία που έγινε για χάρη μας μέσω του σταυρού. Αλλά και των ίδιων των μαθητών του την οξύνοια τη γυμνάζει με συσκιασμένα και κρυμμένα λόγια, με παραβολές, με παρομοιώσεις, με λόγους σκοτεινούς, με αποφθέγματα που διατυπώνονται μ’ αινίγματα. Αυτά εξηγώντας τα κατά τις μεταξύ τους συνομιλίες διέλυε την ασάφειά τους και κάποτε, όταν δεν καταλάβαιναν το νόημα, κατηγορούσε τη βραδύνοιά τους και τη διανοητική τους αδυναμία. Όταν δηλαδή τους έδινε εντολή ν’ απέχουν από τη ζύμη των Φαρισαίων κι αυτοί κοίταζαν μικρόψυχα τα σακκούλια, όπου δεν υπήρχαν εφόδια σε ψωμιά, τότε κατηγορεί όσους δεν αντιλαμβάνονταν, ότι αυτό που δήλωνε ή ζύμη ήταν η διδασκαλία. Κι όταν πάλι οι μαθητές του τού ετοίμαζαν το τραπέζι κι εκείνος αποκρινόταν, «εγώ έχω τροφή να φάγω πού εσείς δεν την ξέρετε», επειδή αυτοί υπέθεσαν ότι μιλούσε για σωματική τροφή που του πρόσφεραν άλλοι, ερμηνεύει το λόγο του λέγοντας ότι το κατάλληλο φαγητό πού αρμόζει σ’ αυτόν είναι η εκπλήρωση του θελήματος της σωτηρίας.
Μύρια τέτοια μπορούμε να συλλέξουμε από τις ευαγγελικές εκφράσεις, των οποίων άλλο είναι το νόημα με την πρώτη ματιά, άλλου όμως στοχεύει το νόημα των λόγων. Όπως για παράδειγμα το νερό που υποσχόταν στους διψασμένους, που όσοι πιστεύουν μεταβάλλονται σε πηγές ποταμιών· τον άρτο πού κατεβαίνει από τον ουρανό· το ναό που γκρεμίζεται και σε τρεις μέρες ξαναχτίζεται, το δρόμο, τη θύρα, την πέτρα που παραπετούν οι οικοδόμοι και που γίνεται θεμελιόπετρα κεφαλική, τους δυο που βρίσκονται στο ίδιο κρεβάτι, το μύλο, εκείνες που αλέθουν, εκείνη που παίρνει κι εκείνη που αφήνει, το νεκρό, τους αετούς, τη συκιά που φουσκώνει και βγάζει κλαδιά. Όλα αυτά και τα παρόμοια μπορούν να χρησιμεύσουν ως προτροπές για την αναγκαιότητα να ερευνούμε τους θείους λόγους, να επιδιδόμαστε στην ανάγνωση και να ψάχνουμε με κάθε τρόπο μήπως βρεθεί κάπου κάποιος λόγος πιο υψηλός από την πρόχειρη κατανόηση που ν’ οδηγεί το νου μας στα θεϊκά και ασώματα. Γι’ αυτό δεν πιστεύομε, ότι είναι η συκιά το δέντρο από το οποίο απαγορεύθηκε να φάμε, όπως είπαν μερικοί, ούτε κάποιο άλλο από τα καρποφόρα. Γιατί, αν η συκιά προκαλούσε τότε το θάνατο, ούτε τώρα δε θα έδινε φαγώσιμους καρπούς. Ταυτόχρονα διδαχτήκαμε από τον ίδιο τον Κύριο, που διδάσκει με τρόπο αποφατικό, ότι κανένα πράγμα από όσα περνούν μέσα στον άνθρωπο από το στόμα δεν μπορούν να τον μολύνουν. Αλλά στην εντολή αυτή αναζητούμε ένα άλλο νόημα, άξιο στο μεγαλείο του νομοθέτη. Κι αν ακούσουμε ότι η φυτεία του παραδείσου είναι έργο του Θεού, είτε δέντρο της ζωής φυτεμένο στο κέντρο του παραδείσου, ζητούμε από αυτόν που αποκαλύπτει τα κρυμμένα μυστήρια να μάθουμε, ποιά φυτά καλλιεργεί και περιποιείται o Πατέρας και πώς είναι δυνατό να υπάρχουν στην καρδιά του παραδείσου τα δύο δέντρα, το δέντρο της σωτηρίας και το δέντρο της απώλειας. Γιατί το ακριβές μέσο, όπως στην περιφέρεια τού κύκλου, βρίσκεται οπωσδήποτε στο ένα κέντρο. Αν όμως δίπλα στο κέντρο τεθεί από ένα μέρος του ένα άλλο κέντρο, είναι απόλυτη ανάγκη μαζί με το κέντρο να μετατεθεί και ο κύκλος, ώστε να μην είναι πια μέσο το πρώτο κέντρο. Εκεί λοιπόν αφού ο παράδεισος είναι ένας, πώς λέει η Γραφή ότι καθένα από τα δύο δέντρα νοείται χωριστά, βρίσκονται ωστόσο στο μέσο και το ένα και το άλλο, κι απ’ αυτά το με τη θανατηφόρα ιδιότητα διδάσκει πώς είναι ξένο από τη φυτεία του θεού η Γραφή που βεβαίωσε ότι όλα τα έργα του Θεού είναι εξαιρετικά καλά; Αν δεν ερευνήσει κανένας σ’ αυτά την αλήθεια με τη φιλοσοφία, θα φανεί ο λόγος ασύστατος (σαθρός) και μυθώδης σ’ εκείνους που δεν τα εξετάζουν έτσι.
Θα πάμε μακριά αν αναφέρουμε όλα όσα λένε οι προφήτες. Πώς δηλαδή ό Μιχαίας λέει ότι στις έσχατες ημέρες θά φανερωθεί βουνό πάνω στις κορυφές των βουνών, ονομάζοντας έτσι το μυστήριο της πίστης που εμφανίζεται, για να καθαιρέσει τις αντίθετες δυνάμεις. Και πώς λέει ότι βλασταίνει ράβδος και άνθος από τη ρίζα, αναγγέλλοντας με τον τρόπο αυτόν ο υψηλός Ησαΐας την εμφάνιση του Κυρίου μέσα από τη σάρκα. Ή τί νόημα έχει μέσα στο λόγο του μεγάλου Δαβίδ το βουνό το πηγμένο όπως το τυρί ή το άρμα το φορτωμένο μυριάδες; Ή τί είναι η αγέλη των ταύρων που αφήνεται να ορμήσει επάνω στις δαμάλες των λαών ή το βόδι πού βάφεται στο αίμα ή οι γλώσσες των σκυλιών ή ο Λίβανος πού λιανίζεται μαζί με τους κέδρους όμοια με το χρυσό μόσχο. Και κοντά σ’ αυτά μπορούμε να συγκεντρώνομε άπειρα από τις άλλες προφητείες και να δείξουμε ότι είναι απαραίτητη η λογική κατανόηση των ρητών. Κι αν αυτή αποκλειστεί, όπως θέλουν μερικοί, μου φαίνεται ότι το πράγμα είναι σα να παραθέτει κανένας στο τραπέζι να φάνε οι άνθρωποι τις τροφές ακατέργαστες, να μην δηλαδή τρίψει καλαμιές, να μην ξεχωρίσει με το λίχνισμα το σιτάρι από τα άχυρα, να μην κάνει το σιτάρι αλέθοντάς το αλεύρι, ούτε να ζυμώσει το ψωμί όπως το ζυμώνουν οι αρτοποιοί.
Όπως λοιπόν το ακατέργαστο γέννημα είναι τροφή των ζώων κι όχι των ανθρώπων, έτσι μπορεί να πει κανένας ότι είναι πιο πολύ τροφή άλογων όντων κι όχι λογικών οι θεόπνευστοι λόγοι, όχι μόνο της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά και οι περισσότεροι της ευαγγελικής διδασκαλίας, αν δεν τους εξετάζομε με μια λεπτότερη θεωρία. Το φτυάρι που καθαρίζει το αλώνι, το άχυρο που παραδίδεται στον αέρα, το σιτάρι που μένει στα πόδια εκείνου που λιχνίζει, η άσβηστη φωτιά, η κατάλληλη αποθήκη, το δέντρο που παράγει κακούς καρπούς, η απειλή του τσεκουριού που προμηνύει το φοβερό κόψιμο του δέντρου, οι πέτρες που μεταποιούνται και γίνονται άνθρωποι.
Αυτά ας αποτελέσουν με το γράμμα μου προς τη φρόνησή σου μια απολογία προς εκείνους που νομοθετούν να μην αναζητούμε στους θείους λόγους τίποτε περισσότερο από την πρόχειρη σημασία της λέξης. Κι αν, μετά τη φιλόπονη σπουδή τού Ωριγένη πάνω στο βιβλίο αυτό, προθυμοποιήθηκα να καταγράψω κι εγώ τον δικό μου κόπο, να μη με κατηγορήσει κανένας, αλλά να έχει υπόψη το θειο λόγο του Αποστόλου που λέει, «καθένας θα πάρει την αμοιβή του ανάλογα με τον κόπο του». Εγώ βέβαια δεν έχω συντάξει το λόγο μου για επίδειξη. Αλλ’ επειδή κάποιοι από εκείνους που με παρακολουθούν σημείωσαν από φιλομάθεια πολλά από όσα είπα στις συγκεντρώσεις μας, πήρα από αυτούς μερικά όσα είχαν σημειώσει με κάποια συνέχεια, κι άλλα πρόσθεσα ο ίδιος, όσα ήταν απαραίτητα να προστεθούν, και τα υπαγόρευσα με τον τύπο των ομιλιών αναφέροντας τις διατυπώσεις και προχωρώντας στην ανάλυση των ρητών, όσο μου έδιναν τον καιρό γι’ αυτό οι απασχολήσεις μου κατά τις μέρες των νηστειών. Γιατί τότε συνθέσαμε το λόγο αυτό για ν’ ακουστεί δημοσία. Αν μου δώσει και χρόνια ζωής ο Θεός, ο ταμίας της ζωής μας, και δώσει και καιρούς ειρηνικούς, θ’ ασχοληθώ ίσως και με όσα απομένουν. Τώρα ο λόγος και η ανάλυσή μας έφτασε ως τα μισά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου