Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2022

Ο άγιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος, επίσκοπος Ταμπώβ και Βλαντιμίρ



Ο άγιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος, επίσκοπος Ταμπώβ και Βλαντιμίρ

10 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ
Ο σχεδόν σύγχρονός μας αυτός άγιος γεννήθηκε στο Τσερναβάσκ της επαρχίας Βιάτκα, στην κεντρική Ρωσία. Γιος ιερέα, προοριζόταν για την ιερωσύνη και στάλθηκε για σπουδές στην εκκλησιαστική σχολή. Επέδειξε ήδη από αυτή την περίοδο πράο και ήσυχο χαρακτήρα και ξεχώριζε από τους συμμαθητές του με την αγάπη του για την προσευχή και την ησυχία.

Μετά την εκκλησιαστική σχολή παρακολούθησε τέσσερα έτη θεολογικών σπουδών στην Ακαδημία του Κιέβου. Εκεί έμαθε να αγαπά τον μοναχικό βίο, καθώς είχε την ευκαιρία να επισκέπτεται συχνά την Λαύρα των Σπηλαίων όπου βρήκε έναν πνευματικό, τον πατέρα Παρθένιο, ο οποίος τον μύησε στα μυστικά της επιστήμης της ψυχής.

Μόλις έλαβε το πτυχίο του, εκάρη μοναχός και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Καθώς ήταν προικισμένος με λαμπρή διάνοια και αγαπούσε πολύ την μελέτη, έγινε καθηγητής στην Θεολογική Ακαδημία της Αγίας Πετρούπολης. Υπηρέτησε έπειτα επί επτά χρόνια στην ρωσική ιεραποστολή της Εγγύς Ανατολής και ιδίως στην Παλαιστίνη. Απέκτησε με την ευκαιρία αυτή άριστη γνώση της ελληνικής γλώσσας και εξοικειώθηκε με τα κείμενα των αγίων Πατέρων.

Επιστρέφοντας στην Ρωσία έγινε πρύτανις της Ακαδημίας στην Πετρούπολη και πάραυτα εξελέγη επίσκοπος αρχικά του Ταμπώβ και ύστερα του Βλαντιμίρ (1859). Καθώς όμως τον έθελγε πολύ περισσότερο ο μονήρης βίος παρά το διοικητικό έργο, παραιτήθηκε ύστερα από επτά χρόνια και αποσύρθηκε σ’ ένα μονύδριο στην Βυστσέν, όπου και παρέμεινε ως τη μακαρία κοίμησή του το 1894.

Στην αρχή συμμετείχε στην λειτουργική ζωή της αδελφότητος, αλλά από το 1872 και εξής έζησε έγκλειστος, μη βλέποντας κανέναν άλλο παρεκτός τον εξομολόγο του και τον ηγούμενο της μονής. Ζούσε σ’ ένα δίχωρο κελλί, με μόνα υπάρχοντα τα βιβλία της πλούσιας βιβλιοθήκης του, τηρώντας μεγάλη εγκράτεια και τελώντας καθημερινά τη θεία Λειτουργία.

Όταν δεν προσευχόταν νοερά, αφιέρωνε το χρόνο του μεταφράζοντας στα ρωσικά τα έργα των Πατέρων της Εκκλησίας, ιδίως την Φιλοκαλία και όσα αναφέρονται στην νοερά προσευχή και την ασκητική ζωή, και αλληλογραφώντας με πολλούς ευσεβείς λαϊκούς από ολόκληρη την Ρωσία.

Πνεύμα ανοικτό στην δυτική φιλοσοφία και στα ρεύματα της διανόησης του καιρού του, δεν έμενε λιγότερο πιστός στην παράδοση της Εκκλησίας, γνωρίζοντας να την προσαρμόζει με διάκριση για να διασώζει την ουσία.

Για τον λόγο αυτό στα γραπτά του για την νοερά προσευχή απέφευγε να επιμένει στις ψυχοσωματικές μεθόδους ή τις πιο θεωρητικές πλευρές που βρίσκονται στους Ησυχαστές Πατέρες, υπογραμμίζοντας κυρίως την αναγκαιότητα να μένει ο νους προσηλωμένος στα λόγια της προσευχής ενώπιον του Θεού μέσα στην καρδία, ώστε «η καρδία να αισθάνεται όσα διανοείται ο νους».

Αφήνοντας με αυτό τον τρόπο χώρο στην τρυφερότητα της καρδίας και στην γλυκειά θέρμη που φέρνει η παρουσία του Θεού, δεν παρέλειπε να αναιρεί κάθε πλάνη της φαντασίας, διδάσκοντας ότι οι κύριοι καρποί της προσευχής είναι ο φόβος του Θεού και η συντριβή της καρδίας.

Χάρη στη σοφή αυτή διασκευή της πατερικής διδασκαλίας ο άγιος Θεοφάνης κατάφερε να καταστήσει προσιτό ως τις ημέρες μας τον πολυτιμότερο θησαυρό της ορθόδοξης πνευματικής μας παράδοσης σε πλήθος ψυχών ποθούντων τον Θεό. Γι’ αυτό δίκαια θεωρείται ως ένας από τους πρωτεργάτες της πνευματικής αναγέννησης που γνώρισε η ρωσική Εκκλησία πριν από τη μεγάλη δοκιμασία της Επανάστασης. 
Από το βιβλίο: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου. Τόμος πέμπτος, Ιανουάριος. Εκδόσεις Ορμύλια, σελ. 120.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοφιλείς αναρτήσεις