Παρασκευή 1 Σεπτεμβρίου 2023

Ο άγιος Συμεών ο Στυλίτης – 1 Σεπτεμβρίου




Ο άγιος Συμεών ο Στυλίτης 
 1 Σεπτεμβρίου
Ο όσιος Συμεών γεννήθηκε στο χωριό Σισάν, στα μεθόρια Συρίας και Κιλικίας, το έτος 390, κατά τούς χρόνους του βασιλέως Θεοδοσίου A' (379-395), όταν πατριάρχης Αντιόχειας ήταν ο Φλαβιανός Α' (381-404). 
Από την νεανική του ηλικία οι γονείς του συνήθιζαν να τον στέλνουν στις ερήμους, για να βόσκει τα πρόβατα. Μια ημέρα, πού είχε πέσει πολύ χιόνι και ο νέος δεν μπορούσα να βγάλει το ποίμνιό του στην βοσκή, εισήλθε σε ένα ναό και άκουσε να διαβάζουν «μακάριοι οἱ κλαίοντες νῦν, ὅτι γελάσετε· μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ…» (Λουκ. 6, 21· Ματθ. 5, 8). Ρώτησε τότε τί έπρεπε να κάνει, για να είναι και αυτός μεταξύ των μακαρίων, και πήρε την απάντηση ότι ο μόνος τρόπος είναι η μοναχική ζωή. Αμέσως εγκατέλειψε τους δικούς του και κάθε τι πού τον κρατούσε στον κόσμο και πήγε σε ένα γειτονικό ησυχαστήριο, όπου έμεινε δύο χρόνια. 
Επειδή ο Συμεών επιθυμούσε ζωή αυστηρότερη από αυτήν πού βρήκε εκεί, μετέβη στην κωμόπολη Τελεδάν (σημερ. Tell΄ Ada), κοντά στην Αντιόχεια, στον θαυμαστό ηγούμενο Ηλιόδωρο, ο οποίος καθοδηγούσε με πολλή σοφία και αυστηρότητα ογδόντα μοναχούς. Μαζί τους έμεινε δέκα χρόνια. Από την αρχή της δια­μονής του υπερέβαλε όλους τούς συναγωνιστάς του στην τραχύτη­τα της ασκήσεως. Ενώ οι άλλοι έτρωγαν κάθε δύο ημέρες, αυτός έπαιρνε ελάχιστη τροφή μία φορά την εβδομάδα. Η επιθυμία του να αναπληρώσει στην σάρκα του τα υστερήματα των θλίψεων του Χρι­στού (Κολ. 1, 24) ήταν τόση, ώστε έδεσε κατάσαρκα σχοινί κατα­σκευασμένο από φύλλα φοινίκων και το περιέσφιξε τόσο δυνατά στην μέση του, πού καταπλήγωσε το σώμα του. Βλέποντας τούς σκλη­ρούς αγώνες του οι γέροντες της μονής, τον πρόσταξαν να απομακρυνθεί, για να μη γίνει αιτία βλάβης σε όσους θα ήθελαν να τον μιμηθούν επιχειρώντας ασκήσεις ανώτερες των δυνάμεων τους. 
Ο Συμεών αναχώρησε από το μοναστήρι προς τα ερημικότερα μέρη του γειτονικού όρους και έμεινε μέσα σε ένα ξεροπήγαδο, υμνο­λογώντας απερίσπαστα νύκτα και ημέρα τον Θεό. Ύστερα από πέντε ημέρες οι μοναχοί μετανόησαν που τον έδιωξαν και ήθελαν να τον επαναφέρουν κοντά τους. Μετά από πολλές έρευνες τον ανακάλυψαν στον εγκαταλελειμμένο αυτόν τόπο, όπου μόνον οι δαίμονες είχαν το θάρρος να κατοικήσουν, και ο Συμεών υπακούοντας επέστρεψε μαζί τους στο μοναστήρι.

Ανικανοποίητος όμως από τα κοινά ασκητικά μέτρα, μετά από λίγο αναχώρησε οριστικά και πήγε στο χωριό Τελάνισσο. Εκεί, στους πρόποδες του όρους, βρήκε ένα παλαιό εγκαταλελειμμένο κελί, στο όποιο έμεινε έγκλειστος επί τρία χρόνια. Κατά το παρά­δειγμα του Μωυσέως, του Ηλιού και του Σωτήρος Χριστού, επιθυμούσε να μείνει και αυτός επί σαράντα ημέρες τελείως άσιτος και ζήτησε από ένα πιστό, ονομαζόμενο Βάσσο, να του κλείσει με πηλό την είσοδο του κελιού. Εκείνος δέχθηκε, υπό τον όρο να αφήσει στον αθλητή τού Χριστού δέκα ψωμιά και ένα σταμνί με νερό, για να τα έχει σε περίπτωση εσχάτης ανάγκης. Αφού πέρασαν οι σα­ράντα ημέρες, ο Βάσσος βρήκε τα ψωμιά και το νερό άθικτα, τον δε Συμεών να κείτεται κατά γης άφωνος και ακίνητος από την εξάντληση συνήλθε μόνον όταν ο Βάσσος του έφερε και κοινώνησε των αχράντων μυστηρίων. Από τό­τε, ενδυναμούμενος από την Χάρη Του Θεού, σε όλη του την ζωή κρατούσε αλλε­πάλληλες τεσσαρακονθήμερες νη­στείες, κατά τις όποιες προσευχόταν και μελετούσε τα θεία λόγια με εξαι­ρετική αγαλλίαση μένοντας όρθιος, άστεγος, άσιτος, σχεδόν σαν άσαρκος.

Τρία χρόνια αγωνίστηκε σε αυτό το κελί να καταστολίσει την ψυχή του με θείες αρετές και μετά ανέβηκε στην κορυφή του όρους. Περιμάνδρωσε κάποιον χώρο, όπου έμεινε υπαίθριος, και έδεσε σε βράχο το δεξί του πόδι με βαρεία αλυσίδα είκοσι πήχεων, για να μη μπορεί να εξέλθει από την μάνδρα του. Ο σοφός όμως χωρεπίσκοπος Αντιόχειας Μελέτιος του υπέδειξε να δέση τον εαυτό του με την θέληση, διότι όταν αυτή χειραγωγείται από το λογικό, είναι ισχυρό­τερη από όλες τις αλυσίδες και εμποδίζει τον λογισμό να περιφέρε­ται εδώ και εκεί. Ο Συμεών, πού γνώριζε ότι η άσκησης είναι επαινετή μόνον όταν γίνεται με μέτρο και με σκοπό να επαναφέρει την εικόνα του Θεού στο πρωτόκτιστο κάλλος της, υπάκουσε στον ιεράρχη και έλυσε τις αλυσίδες. Τα μεγάλα σκουλήκια, πού βγήκαν τότε από τις πληγές του, φανέρω­σαν την υπομονή πού έδειχνε ο άγιος στις θλίψεις υπομονή παρό­μοια και ίσως ανώτερη από αυτήν των μαρτύρων, αφού εκουσίως επέβαλλε στον εαυτό του αυτές τις κακώσεις για την αγάπη του Χριστού. 
Η φήμη της αγιότητας του σύντομέ διέτρεξε τα περίχωρα και τον κατέστησε γνωστό ως τις πιο απομακρυσμένες περιοχές της Περσίας, Αρμενίας, Γεωργίας, Ιταλίας, Γαλατίας και Αγγλίας. Στην Ρώμη τον ευλαβούντο τόσο, ώστε κρεμούσαν εικονίδιά του στις εισόδους των σπιτιών και των εργαστηρίων για προστασία και ασφάλεια. Κάθε δρόμος πού οδηγούσε στην μάνδρα του έμοιαζε με πολυάνθρωπη αγορά από το πλήθος των ποικίλων ανθρώπων, που ασταμάτητα συνέρρεαν για να πάρουν την ευλογία του. Ο Συμεών όμως αγαπούσε και επιζητούσε την μόνωση και την θεωρία. Για να αποφύγει τις ενοχλητικές τιμές, επινόησε -πρώτος αυτός - την κατασκευή ενός στύλου, στην κορυφή του οποίου εγκαταστάθηκε μέσα σε μικρό κιγκλίδωμα. Πρώτα έκανε ένα στύλο ύψους έξι πήχεων, έπειτα ένα δεύτερο δώδεκα πήχεων, ένα τρίτο είκοσι δύο πήχεων και τέλος έζησε τριάντα χρόνια, ως την κοίμηση του, σε ένα στύλο υψηλότερο από δεκαέξι μέτρα. Αυτοί οι όλο και υψηλό­τεροι στύλοι, τούς οποίους είχε ως ενδιαίτημα του, ήσαν σαν ένα ορατό σημάδι των αναβάσεων της ψυχής του στο φως του Θεού. Εκτεθειμένος στην θέα όλων, σαν φωτεινός λύχνος επάνω σε υψηλό λυχνοστάτη, ο όσιος Συμεών είλκυε όλο και περισσότερο πλήθος ανθρώπων στην ανάβαση της πνευματικής κλίμακος και φώτιζε τούς έσκοτισμένους από την είδωλομανία βαρβάρους, πού έφθαναν κατά αγέλες, για να δουν αυτό το ξενοπρεπές θέαμα. 
Επάνω από τον στύλο του, μεταξύ ουρανού και γης ευρισκόμε­νος ό άγιος, δεν έπαυσε να είναι όργανο τού θείου ελέους. Από την γη μεν ανέφερε προς τον Θεό τις προσευχές του υπέρ όλου του κόσμου, από τον ουρανό δε κατεβίβαζε διαρκώς το θείον έλεος. Όταν έδυε ο ήλιος, ύψωνε τα χέρια του και όρθιος όλη την νύκτα προσευχόταν απερίσπαστος ως το πρωί. Την ήμερα δίδασκε στον συναθροισμένο λαό τον θείο λόγο και έπειτα, ανάλογα με το αίτημα του καθενός, παρείχε τις ιάσεις, έδιδε την γνώμη του στα διάφορα ζητήματα, προέλεγε τις θεομηνίες και τελούσε άπειρα θαύματα. Για όλους ήταν λιμήν σωτηρίας και παρακλήσεως. Μολονότι λοιπόν με τόσους κόπους, τόσα κατορθώματα και πλήθος θαυμάτων είχε υπερβεί το όριο κάθε αρετής, εν τούτοις ήταν τόσο μετριόφρων και ταπεινός, γλυκύς και ευχάριστος, ώστε η χάρις του Θεού μονίμως κατηύγαζε την όψη του και ήταν αρκετή η θέα του προσώπου του, για να μαλάξει και την σκληρότερη καρ­διά ή να συμφιλιώσει τις άγριες και ανυπότακτες φυλές των ’Ισμαηλιτών. 
Αν και γινόταν «τοίς πάσι τά πάντα», όμως δεν δίσταζε να υπερασπιστεί με ιερό ζήλο τα δόγματα της Εκκλησίας, αποβλέπον­τας στην σωτηρία των αιρετικών. Έγραψε επιστολές για εκκλησιαστικά ζητήματα προς τον Θεοδόσιο Β , ό όποιος μαζί με τις αδελ­φές του τον εσέβοντο και τον αποκαλούσαν «πανάγιον καί αέριον μάρτυρα». Προς δε τον αυτοκράτορα Λέοντα Α ' απεύθυνε επιστολές κατά του μονοφυσιτισμού και υπέρ της Δ' Οικουμενικής Συνόδου. 
Εσταυρωμένος ως προς τον κόσμο, χωρίς να αποκρύπτει τίποτε από την ζωή του, «ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις. (Α' Κορ. 4, 9.), ο σελασφόρος αυτός ήλιος εκοιμήθει εν ειρήνη τό 459, σε ηλικία εξήντα εννέα ετών. Τρεις ημέρες πρόσμεναν τα πλήθη γονατιστά κάτω από τον στύλο να τα ευλογήσει ο όσιος, όπως είχε συνήθεια. Αλλά εκείνος επάνω, σκυφτός σε στάση προσκυνήσεως, δεν έκινειτο. Την τρίτη ημέρα ο μαθητής του Αντωνίνος ανήσυ­χος ανέβηκε στο κιγκλίδωμα και είδε το πρόσωπό του λαμπρό σαν ήλιο και όλο του το σώμα να αναδίδει ευωδία. Του ζήτησε να ευλογήσει τον λαό, άλλ’ ο όσιος δεν απαντούσε. Τότε τον ψηλάφησε και κατάλαβε ότι εκοιμηθεί. Την επομένη ο επίσκοπος Αντιόχειας Μαρτύριος (459-468) με πολλούς επισκόπους τοποθέτησαν τον πάνσε­πτο νεκρό σε άμαξα και ξεκίνησαν για την Αντιόχεια συνοδευόμενοι από αναρίθμητα πλήθη πιστών, πού ακολουθούσαν με λαμπάδες και θυμιάματα, οδυρόμενα για την στέρηση του οσίου. Την πομπή φρουρούσε ο στρατηλάτης της Ανατολής Άρδαβουριος με έξι χιλιάδες στρατιώτες, για να μην ορμήσουν στο ιερό λείψανο οι γύρω κώμες των Αράβων χριστιανών και το αρπάξουν - όπως και εσκέπτοντο να κάνουν - φιλονικώντας ποιά θα το κληρονομήσει. Φθάνοντας στην Αντιόχεια, όλη ή πόλις βγήκε να τον υποδεχτεί με κεριά και ύμνους λέγοντας: «Ήρθε ο ποιμένας μας. Ανοίξτε, πύλες, να δεχτείτε τον φύλακα της πόλεώς μας». Το ιερό λείψανο έναπετέθη αρχικά, την 1η Σεπτεμβρίου 459, στον ναό του αγίου Κασσιανού, μέχρις ότου έκτι­σαν δικό του, όπου τον μετέθεσαν.

 


Ο αυτοκράτωρ Λέων Α' ο Μακέλλης (457-474) θέλησε να μετακόμιση την σορό των τιμίων λειψάνων στην Βασιλεύουσα, αλλά οι Αντιοχείς με δεήσεις και ικεσίες τον έπεισαν να τούς αφήσει τον άγιο, για να τον έχουν ως τείχος και οχύρωμα της πόλεώς τους. Τελικώς όμως, το 467 ο Λέων διενήργησε την μετακομιδή, χάρις σε αίτημα του οσίου Δανιήλ του Στυλίτου, εφάμιλλου του Συμεών. Κοντά στον δικό του στύλο ανεγέρθη ναός για την κατάθεση των λειψάνων, τα όποια αμέσως άρχισαν ιάσεις και θαύματα. 
Στην Συρία, γύρω από τον στύλο του οσίου Συμεών, το 480 κτίσθηκαν τέσσερις βασιλικές σε σχήμα σταυρού. Στο μέσον υπήρχε οκταγωνική υπαίθριος αυλή, όπου ήταν ο στύλος, επάνω από τον όποιο κάθε χρόνο την ημέρα της μνήμης του υπερμεγέθης αστήρ περιέλαμπε όλο τον χώρο. Ο εσωτερικός περίβολος ήταν άβατος για τις γυναίκες- έφθαναν ως τα εξωτερικά κατώφλια και από εκεί, μέσω των θυρίδων, έβλεπαν τον αστέρα ή προσεύχονταν στραμμένες προς τον στύλο. Το μεγάλο αυτό προσκυνηματικό κέντρο αρχικά περιήλθε στα χέρια των μονοφυσιτών και αργότερα (638) καταστράφηκε από τους Άραβες.


Το ιερό λείψανο του Αγίου Συμεών του Στυλίτου φυλάσσεται στην Ιερά Μονή της Μεταμόρφωσης (Μεταμόρφωση) του Σωτήρος των στη Βέροια.. Είναι το δεξί χέρι του Αγίου Συμεών, εσώκλειστο σε ασήμι το οποίο διαμορφώνεται σε ένα χέρι. Το περίβλημα είναι απο ασημί χρονολογείται από το 1939. Πριν το λείψανο φυλάσσόταν μέσα σε ένα κουτί και η ιστορία της χάνεται στο χρόνο. Ωστόσο, υπάρχουν αρχαίες μάρτυρες που μαρτυρούν την ύπαρξη αυτού του λείψανου. Είναι ενδιαφέρον, ο πυλώνας του Αγίου Συμεών στη Συρία ήταν λίγο έξω από την Βέροια, τη Συρία (το σημερινό Χαλέπι) και τα λείψανα του χεριού του είναι στην Βέροια, Ελλάδα.Πολλά θαύματα αποδίδονται στο δεξί χέρι του Αγίου Συμεών Στυλίτη. Αν και η ημέρα γιορτής του είναι 1 Σεπτεμβρίου, κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο ο ηγούμενος της Μονής παίρνει τα λείψανα στα γύρω χωριά και ευλογεί τους πιστούς με αυτό.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοφιλείς αναρτήσεις