Κυριακή 23 Νοεμβρίου 2025

Η τραγωδία της αλλοτρίωσης των δωρεών του Θεού

ΚΥΡΙΑΚῌ ΕΝΑΤῌ
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν
ιβ΄ 16 - 21


Απομαγνητοφωνημένη ομιλία
του π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, στα πλαίσια της ερμηνείας που έγινε στο κήρυγμα της Κυριακής   Νοεμβρίου του 1998

Τὸ ηχητικό απόσπασμα από την ομιλία - σε mp3 εδώ

Περιγραφή του πολύ γνωστού κειμένου της παραβολής του άφρονος πλουσίου. Μέσα στις πολύ μικρές και αδρές γραμμές που διαγράφει ο Ευαγγελιστής στο κείμενό του και λέει τα λόγια του Χριστού μας, περιγράφεται τόσο συμπυκνωμένα αλλά και τόσο απλά η δυνατότητα που έχει ο άνθρωπος, αν αλλοτριώσει τα δώρα του Θεού που του ’δωσε ο Θεός, να ζήσει με έναν τρόπο τερατώδη και λανθασμένο, δηλαδή αρρωστημένο. 

Να δούμε πολύ απλά το κείμενο, υπενθυμίζοντας το αυτονόητο: που ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο το σώμα για να ζει βιολογικά, να αξιοποιεί όλα τα γύρω του, του έδωσε την ψυχή για να παίρνει το σώμα αναγωγικά να το πηγαίνει προς τα πάνω και να τρέφεται η ψυχή του από τα πνευματικά, τον έβαλε μέσα σε έναν χώρο για να ζήσει στο χώρο αυτό, και του έδωσε και τον χρόνο. Βλέπετε τα ζώα δεν σκέπτονται τον χρόνο, το μόνο πλάσμα που σκέπτεται τον χρόνο είναι ο άνθρωπος. Και του έδωσε τον χρόνο σαν μια δωρεά, σαν μια δωρεά για να μπορεί να επεκτείνεται από τώρα προς τα μέλλοντα, και να μην είναι πεπερασμένος και να μην ζει μίζερα και φτωχά, πολλές φορές στενεμένος σε κάποιες μικρές χρονικές στιγμές. Και του έδωσε την έννοια της αιωνιότητας - που έδεσε τον εαυτό Του Εκείνος με την έννοια της αιωνιότητας.

Κοιτάξτε εδώ το κείμενο τι τραγικές αλλοτριώσεις κάνει, όσον αφορά τη στάση αυτού του πλουσίου προς τα πράγματα. Πρώτα πρώτα αλλάζει την έννοια του χρόνου. Ενώ ο χρόνος είναι δοσμένος για να έχει μέσα του μόνο την έννοια του Θεού - ο   χρόνος για αυτό είναι δοσμένος: να ζούμε το τώρα για να πηγαίνει προς το αύριο, να σκεφτόμαστε το αύριο και μέσα από εκεί να αποκαλύπτουμε την αγάπη του Θεού, και να σκεφτόμαστε το χθες και μέσα από εκεί πάλι να αποκαλύπτουμε την αγάπη του Θεού· έστω ως μετάνοια, έστω ως δοξολογία. Ο χρόνος είναι λοιπόν απόλυτα δεμένος με τον Θεό.

Οποιαδήποτε άλλη σκέψη για τον χρόνο είναι διαστρέβλωση και είναι μία αρρώστια του ανθρώπου. Πολλές αρρώστιες ψυχικές μπορεί να προέρχονται από αυτή την αλλοτριωμένη στάση προς το χθες, το σήμερα και το αύριο. Εδώ ο άφρων πλούσιος κάνει αυτό το τρομερό λάθος: Σκέπτεται τον χρόνο ως δυνατότητα για να ευφραίνεται από τα πράγματα του κόσμου, που σημαίνει έχει αρρωστημένη σχέση, φυσικά και με τα πράγματα, αλλά και ακόμα περισσότερο με αυτή την έκφραση της ζωής του ανθρώπου που είναι ο χρόνος. Αυτή είναι η πρώτη του αρρώστια.

Η δεύτερή του αρρώστια είναι πως η δωρεά που του έδωσε ο Θεός, να έχει μια ψυχή που κάνει όλα τα πράγματα να πηγαίνουν αναγωγικά στο Θεό, που σημαίνει να ανοίγεται πάντοτε προς τα έξω, το ζει λάθος· κλείνεται στον εαυτό του: μίλησε με τον εαυτό του, μιλούσε με τον εαυτό του, «διελογίζετο εν εαυτώ λέγων». Αντί να ομιλεί προς τα έξω, με τον Θεό και με τους ανθρώπους, ομιλεί με τον εαυτό του και καταστρέφει το κοινωνικό δώρο που του δίνει ο Θεός· που είναι για να εκφράζεται διττώς προς στον άνθρωπο και προς τον Θεό. Και έστω, αν δεν κατάλαβες τη στροφή προς τον Θεό, αν ξεκινήσεις στο κοινωνικό από τον άνθρωπο και έχεις λίγο εντιμότητα πάνω σου, θα στραφείς στον Θεό. Εδώ τα κατέστρεψε και τα δύο και στρέφεται στον εαυτό του.

Άρα κατέστρεψε τον χρόνο, κατέστρεψε το κοινωνικό, την ψυχική έκφραση των ανοίγματος, και καταστρέφει ακόμη και το βιολογικό: την τροφή. Κοιτάξτε τι είπε, «ψυχή», λέει, «έχεις πολλά αγαθά, τρώγε, πίνε, εφραίνου». Τρέφει την ψυχή με τι; με τα αγαθά που είναι για να θρέψουνε βιολογικά το σώμα και να αναχθούν μετά προς τα πάνω. Την ψυχή την τρέφει μόνο με τα υλικά. Καταστρέφει δηλαδή και την δυνατότητα της τροφής που, αντί να την κάνει βιολογική δοξολογία, την στρέφει προς την ψυχή, και δεν έχει με κάτι άλλο να θρέψει την ψυχή του.

Και έρχεται λοιπόν αυτή η βαθιά αλλοτρίωση. Και το κείμενο περιέγραψε, με αυτό λοιπόν τον αδρό και απλό τρόπο, την αλλοτρίωση του ανθρώπου, την αρρώστια του. Αν δηλαδή κάποιος ζει παλίνδρομα, ζει λανθασμένα και δεν αναπαύεται, κάπου σε αυτά τα τρία τέσσερα επίπεδα που ανέλυσα, να κάνει προσδιορισμούς θεραπευτικούς. Και ο καθένας που θέλει να θεραπευτεί εκεί πάνω πρέπει να βρει τη θεραπευτική του. Και η Εκκλησία την ποιμαντική της, εκεί ουσιαστικά την ανάγει. Και οι άξονες της θεραπευτικής είναι αυτοί εδώ. Και μπορούμε, όσο είναι δυνατό, να κοιτάξουμε τον εαυτό μας και να δούμε πού αλλοτριώσαμε τις δωρεές του Θεού, και να κάνουμε τομές θεραπευτικές, φυσικά μέσα στην Εκκλησία.

Το κείμενο λοιπόν είναι καταπληκτικό, υπό την έννοια του ότι χτυπάει την πλήξη, είναι κατά της πλήξεως, αλλάζει τη δυνατότητα της ζωής μας! Και όπου βρούμε λοιπόν κλεισμένο άνθρωπο - χαμένη η έννοια του χρόνου, χαμένη η σχέση βιολογικών προς την ψυχή - θα δούμε την αρρώστια μας, θα σκεφτούμε την παραβολή του άφρονα πλουσίου και θα μπορούμε πραγματικά να κινηθούμε θεραπευτικά με την χάρη του Θεού μέσα στη ζωή μας, για να βρούμε τον χρόνο ως αιωνιότητα, να βρούμε την ψυχή μας ως κοινωνία, και να βρούμε τα βιολογικά τα πράγματα σαν δοξολογία, που τρέφουν το σώμα μας. Και μετά, από εκεί που στηρίζεται το σώμα, μπορεί να βρει τον χρόνο και τη δοξολογία.


Φιλολογική επιμέλεια κειμένου
Ελένη Κονδύλη

 

Περισσότερες ομιλίες του πατρός Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου είναι διαθέσιμες στην ιστοσελίδα :  www.floga.gr  

Ο άγιος Κολομβανός, ηγούμενος του Λουξέιγ


Ο άγιος Κολομβανός, ηγούμενος του Λουξέιγ 
23 Νοεμβρίου  
Τον εκχριστιανισμό της Ιρλανδίας από τον άγιο Πατρίκιο [17 Μαρτ.], κατά τον 6ο αιώνα, ακολούθησε πλούσια άνθιση της αγιότητας. Οι μοναχοί συνέρρεαν κατά χιλιάδες για να προσφερθούν εθελοντικά στο μαρτύριο της ασκήσεως, συγκροτώντας μεγάλες κοινότητες, παρόμοιες με τους τεράστιους μοναχικούς οικισμούς της Αιγύπτου, της Συρίας και της Παλαιστίνης. Ο διακαής πόθος τους για τον Θεό, συνδυασμένος με ένα φλογερό χαρακτήρα, τους έκανε ικανούς για ασυνήθιστα ασκητικά κατορθώματα, προσέλκυσε όμως επιπλέον επάνω τους τη Χάρη του Θεού και τη δύναμη να πραγματοποιούν πλείστα θαύματα. Οι γενναίοι αυτοί μοναχοί αποτέλεσαν την καρδιά της Εκκλησίας της Ιρλανδίας και συνέβαλαν τα μέγιστα στη διάδοση και εμβάθυνση του χριστιανισμού σε ολόκληρη τη Δύση κατά την περίοδο εκείνη. Μεταξύ αυτών μία εξαιρετική μορφή υπήρξε εκείνη του οσίου Κολομβανού, του ακάματου ζηλωτή των εντολών του Θεού. 
Γεννημένος περί το 540 στην επαρχία Λέινστερ της νοτιοανατολικής Ιρλανδίας, ο Κολομβανός έδειξε μεγάλες ικανότητες στις θύραθεν επιστήμες, που έχαιραν μεγάλης υπολήψεως μεταξύ των χριστιανών Ιρλανδών. Βασανιζόμενος όμως από τη φλόγα των σαρκικών πειρασμών και κατανοώντας τη ματαιότητα των εγκοσμίων, ετέθη υπό την καθοδήγηση ενός αγίου Γέροντος, του Σίνελλ, μαθητή του αγίου Φίννιαν [†549, 12 Δεκ.], ο οποίος τον εισήγαγε στη μελέτη των Αγίων Γραφών και στην ασκητική πολιτεία. Έγινε κατόπιν μοναχός στο Μπάνγκορ, το πιο ονομαστό μοναστήρι της Ιρλανδίας, που αριθμούσε περίπου τριακόσιους μοναχούς, και ολοκλήρωσε τη μοναχική του αγωγή υπό την καθοδήγηση του αγίου Κόμγκαλ [10 Μαΐου]. 
Περί το 590 ο Κολομβανός αισθάνθηκε μέσα του, όπως και πολλοί άλλοι συνασκητές του την εποχή εκείνη, μια ιδιαίτερη κλήση υπό του Θεού να εγκαταλείψει την πατρίδα και τους δικούς του για να υποβληθεί εθελοντικά σε εξορία, υπηρετώντας έτσι τη διάδοση του Ευαγγελίου σε ξένους λαούς. Πήρε το καράβι λοιπόν για τη Γαλατία με δώδεκα μαθητές, όπως ο Χριστός, και οδηγημένος από τη θεία Πρόνοια ξεκίνησε να κηρύξει το Ευαγγέλιο και την οδό της μετανοίας. Σε τούτη την περιοδεύουσα αδελφότητα «όλα ήταν κοινά σε όλους· τόσο ισχυρά ήταν σε αυτούς η δύναμη της υπομονής, η πραότητα και ο δεσμός της αγάπης, που ήταν αδύνατο να αμφιβάλλει κανείς ότι ο Κύριος με όλη την πραότητά Του κατοικούσε ανάμεσά τους… Τόσο άφθονη ήταν η χάρη που πλημμυρούσε τον όσιο, ώστε έφθανε να μείνει έστω και για ελάχιστο χρόνο στο σπίτι κάποιου, για να προσελκύσει κάθε ψυχή στην ενάσκηση της θρησκείας». 
Η φήμη του έφθασε και στον βασιλέα της Βουργουνδίας, Γκοντράν, ο οποίος τον κάλεσε στα Βόσγια και του προσέφερε μια έρημη περιοχή, όπου ιδρύθηκε η Μονή του Αννεγραί. Οι αρετές του Κολομβανού προσείλκυσαν σύντομα γύρω του πλήθος μαθητών, οι οποίοι επιθυμούσαν να εργασθούν και αυτοί για τη σωτηρία τους δια των ασκητικών παλαισμάτων. Αναγκάσθηκε έτσι να ιδρύσει εκεί κοντά ένα δεύτερο μοναστήρι, τη Μονή του Λουξέιγ, και αργότερα ένα τρίτο, τη Μονή των Κρηνών. 

 

Εγκατεστημένος στο Λουξέιγ, ο όσιος επέβλεπε τις τρεις αδελφότητές του που αριθμούσαν πολλές εκατοντάδες μοναχούς, στηριζόμενος στην αυθεντία ενός επιτρόπου σε κάθε μονή, επιφορτισμένου με την τήρηση του Κανόνος που είχε συντάξει ο ίδιος. Δια της προσευχής του όμως, ο Κολομβανός παρέμενε ο πατέρας του κάθε μοναχού και ο μεσίτης του ενώπιον του Θεού. Όπως στις λαύρες της Ανατολής, η οργάνωση του μοναστηριού ήταν ευέλικτη και σύμφωνη προς τον χαρισματικό χαρακτήρα της πνευματικής πατρότητας. Μεγάλη έμφαση δινόταν στη σωματική άσκηση, τις αυστηρές νηστείες, τις μαστιγώσεις και την παραμονή σε παγωμένο νερό για την καθυπόταξη της φλογερής ιδιοσυγκρασίας των μοναχών. 
Το μοναστήρι, ωστόσο, δεν ήταν μόνο ένας τόπος βίαιων αγώνων εναντίον των παθών, αλλά και μία προτύπωση του ουρανού και οι ισάγγελοι μοναχοί τελούσαν εκεί μία ασίγαστη δοξολογία προς τον Κύριο της Δόξης. Ο Κολομβανός είχε οργανώσει τον βίο των τριών αδελφοτήτων του με τέτοιο τρόπο, ώστε οι μοναχοί να τελούν νυχθημερόν μία συνεχή λατρεία, εναλλασσόμενοι κατά ομάδες. Εφάρμοσαν έτσι κατά λέξη την προτροπή του Αποστόλου: «Αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α’ Θεσ. 5:17). 
Μετά από είκοσι χρόνια όμως, ο Κολομβανός, έχοντας επισύρει στο πρόσωπό του το ασίγαστο μίσος της μάμης του βασιλέα Θεοδώριχου Β’ της Βουργουνδίας (595-613), Βρουγχίλδης, επειδή καταδίκαζε σθεναρά τις ηθικές παρεκτροπές του νεαρού ηγεμόνα, εκδιώχθηκε από το Λουξέιγ μαζί με τους Ιρλανδούς μαθητές του. Οδηγήθηκε στη Νάντη για να πάρει τον δρόμο της επιστροφής προς την Ιρλανδία, αλλά με το θέλημα του Θεού το καράβι στο οποίο επιβιβάσθηκε παρασύρθηκε πίσω στις ακτές της Γαλλίας. Έτσι ο όσιος μοναχός ξανάρχισε την αποστολική του πορεία διαμέσου της Νευστρίας και Αυστρασίας, σημαδεύοντας με την επιρροή του πλήθος μοναχικά ιδρύματα. Πήρε εν συνεχεία τον δρόμο για τη Ρώμη μέσω Γερμανίας και κήρυξε το Ευαγγέλιο στους βάρβαρους λαούς που κατοικούσαν τις όχθες της λίμνης Κωνσταντίας. Από το Μπρέγκενζ, τόπο διαμονής του, δεν έπαυσε να διδάσκει με τα γραπτά του τους μαθητές του στο Λουξέιγ και αλλού. 
Το 612 το βασίλειο της Βουργουνδίας προσάρτησε προσωρινά την Αυστρασία και ο όσιος, κυνηγημένος πάλι από την έχθρα του Θεοδώριχου Β’, αναγκάσθηκε να ξαναρχίσει την περιπλάνησή του προς την Ιταλία και εγκαταστάθηκε στη Μονή του Μπόμπιο, στα Απέννινα, όπου διέπρεψε στους αγώνες του κατά του αρειανισμού μέχρι τη μακάρια εκδημία του, το 615. 
Αν η αποστολή του οσίου Κολομβανού στις χώρες των Φράγκων φάνηκε αρχικά πως απέτυχε, το μέλλον επρόκειτο να τον δικαιώσει, αφού μέχρι το 730 θα ιδρυθούν εκεί εκατό περίπου μοναστήρια από τους μαθητές του, συμβάλλοντας στην εξάπλωση της ιρλανδικής μοναχικής παραδόσεως και του μοναχισμού μεταξύ των πληθυσμών των φραγκικών χωρών.

 

Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας,
Τόμος 3ος (Νοέμβριος),
Εκδόσεις «Ίνδικτος».

Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2025

ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ - ΔΙΔΑΧEΣ ΑΓΙΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ



ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ - ΔΙΔΑΧEΣ 
Θεία Λειτουργία 
Οἱ ἄνθρωποι, παιδί μου, εἶναι τυφλοὶ καὶ δὲν βλέπουν τὸ τί γίνεται μέσα στὸν ναὸ στὴ Θεία Λειτουργία … Τί γίνεται μέσα στὸ Ἱερὸ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας!!! Μερικὲς φορὲς δὲν μπορῶ ν’ ἀντέξω, καὶ κάθομαι στὴν καρέκλα, ὁπότε ὁρισμένοι συλλειτουργοὶ νομίζουν ὅτι κάτι δὲν πάει καλὰ μὲ τὴν ὑγεία μου, ἀλλὰ δὲν ξέρουν τί βλέπω καὶ τί ἀκούω. Τί φτερούγισμα, παιδί μου, οἱ Ἄγγελοι! Μόλις ὁ Ἱερέας πεῖ τὸ Δι’ εὐχῶν”, φεύγουν οἱ Οὐράνιες Δυνάμεις καὶ μέσα στὸ Ἱερὸ ἔχουμε ἀπόλυτη ἡσυχία”. “Ὅταν προσκομίζω, βλέπω τὶς ψυχὲς ποὺ περνοῦν ἀπὸ μπροστά μου καὶ μὲ παρακαλοῦν νὰ τὶς μνημονεύσω. Καὶ νὰ θέλω νὰ τὶς ξεχάσω δὲν μπορῶ”. “Ὅταν ὁ Ἱερεὺς βγάζει μερίδες καὶ μνημονεύει τὰ ὀνόματα τῶν πιστῶν στὴν Ἱερὰ Πρόθεση κατεβαίνει Ἄγγελος Κυρίου καὶ παίρνει τὴ μνημόνευση αὐτὴ καὶ τὴν πηγαίνει καὶ τὴν ἐναποθέτει στὸ Θρόνο τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ ὡς προσευχὴ γι’ αὐτοὺς ποὺ μνημονεύθηκαν. Σκεφθεῖτε λοιπὸν τί ἀξία ἔχει νὰ σᾶς μνημονεύουν στὴν Ἁγία Πρόθεση”. “Ὅταν κοινωνῶ τοὺς ἀνθρώπους ποτὲ δὲν βλέπω τὸ πρόσωπό τους, ἀλλὰ καμιὰ φορὰ μοῦ λέει ὁ λογισμὸς νὰ κοιτάξω τὸ πρόσωπο τῶν προσερχομένων στὴ Θεία Μετάληψη. Τότε βλέπω τὸ πρόσωπό τοῦ ἑνὸς νὰ εἶναι ὄχι πρόσωπο ἀνθρώπου, ἀλλὰ νὰ ἔχει μορφὴ σκύλου, ἄλλου νὰ εἶναι σὰν μαϊμοῦς, ἄλλων νὰ ἔχουν διάφορες μορφὲς ζώων, φοβερὲς μορφές! Θεέ μου, λέω, ἀφοῦ εἶναι ἄνθρωποι πῶς ἔχουν πρόσωπα ζώων; Εἶναι καὶ μερικοὶ ποὺ ἔρχονται νὰ κοινωνήσουν μὲ πρόσωπο ἤρεμο καὶ ἰλαρὸ καὶ μόλις κοινωνήσουν λάμπει τὸ πρόσωπο τους σὰν τὸν ἥλιο”. 
Ἀνατροφὴ παιδιῶν 
Τόνιζε ὅτι μεγάλη σημασία στὴν πνευματικὴ ἐξέλιξη τῶν ἀπογόνων ἔχει ἡ πνευματικὴ κατάσταση καὶ ἡ βιοτὴ τῶν γονιῶν καὶ γενικὰ τῶν προγόνων τους. Συνιστοῦσε στοὺς γονεῖς νὰ προσέχουν τὴ ζωή τους, ὅσο τὸ δυνατόν, καὶ νὰ συμβουλεύουν τὰ παιδιά τους νὰ συναναστρέφονται καὶ νὰ συνάπτουν σχέσεις μὲ παιδιὰ ἐναρέτων οἰκογενειῶν. “Ἔχει μεγάλη σημασία ἡ ρίζα”, ἔλεγε. Στοὺς γονεῖς ποὺ ρωτοῦσαν “τί νὰ κάνουμε τὰ παιδιά μας, ὅταν δὲν ἀκοῦνε” τοὺς ἔλεγε: “Προσευχὴ θὰ κάνετε μὲ πίστη, θὰ τὰ νουθετήσετε κι ὅσο μπορεῖτε μὲ τὴν ἀγάπη, μὲ τὸν καλὸ τρόπο. Γιατί, μὲ συγχωρεῖτε, μὲ τὸ αὐστηρὸ δὲν πάει. Γιατὶ σοῦ λέει σηκώνομαι καὶ φεύγω καὶ πάει … κι εἶναι Σόδομα καὶ Γόμορρα καὶ κάτι χειρότερα”. 
Φροντίδα γιὰ τὴν ψυχὴ 
Βλέπω καθημερινῶς τὸν τάφο, ὅτι εἶμαι θνητὸς ἄνθρωπος. Ἀλλὰ μέσα σ’ αὐτὸ τὸ θνητὸ σαρκίο κατοικεῖ ψυχὴ ἀθάνατος. Φροντίζω γιὰ τὴν ψυχή μου ποὺ εἶναι πρᾶγμα ἀθάνατο. Γι’ αὐτό, παιδιά μου, κι ἐσεῖς νὰ φροντίζετε γιὰ τὴν ψυχή σας κοντὰ στοὺς πατέρες τῆς Ἐκκλησίας”.

 

ΑΓΙΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ Ο ΕΝ ΕΥΒΟΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΑΠ. ΑΝΔΡΕΟΥ (ΧΑΡΑΚΗ) ΛΕΜΕΣΟΥ ΛΕΜΕΣΟΣ 2018 
ΒΙΟΣ - ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ - ΘΑΥΜΑΤΑ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ

ΠΗΓΗ:ΕΔΩ 

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΑΝΟΜΙΑΣ

 

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΑΝΟΜΙΑΣ 
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία
τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου,
ἀπό τήν ἱστοσελίδα floga.gr, ἐπάνω στό χωρίο τοῦ κατά Λουκᾶν Εὐαγγελίου, κεφάλαιο 12ο, στίχοι 16 ἕως 21, στά πλαίσια τῆς ἑρμηνείας πού ἔγινε στό κήρυγμα τῆς Κυριακῆς 20-11-2005. 
Χριστός μέ τήν παραβολή αὐτή, τήν τόσο λιτή καί καταπληκτικά διεισδυτική προσεγγίζει, κατά τά μέτρα τῆς δικῆς μας διανοητικῆς δυνατότητας νά καταλάβουμε, ὅσο μπορεῖ νά γίνει, τό μυστήριο τῆς ἀνομίας, πού κρύβεται μές τή καρδιά ἑνός ἀνθρώπου, ὁποιουδήποτε ἀνθρώπου, πού διαστρέφει τόν κόσμο, μέσα ἀπό τή δική του διαστροφική παρουσία πάνω στόν κόσμο καί αὐτό τό μυστήριο προσεγγίζεται σέ δύο ἐπίπεδα. 
Τό πρῶτο ἐπίπεδο θά εἶναι μιά ἀναίρεση τῶν βασικῶν προτάσεων πού κάνει ὁ Χριστός, ὅταν εἶπε ὅτι ἡ δική μας ζωή εἶναι νά στρεφόμαστε, νά ἀγαπήσουμε τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους. Ἐδῶ στό κείμενο αὐτό ὑπάρχει μιά πλήρης ἀναίρεση. Δέν ὑπάρχει οὔτε στροφή στόν Θεό, οὔτε στροφή πρός τόν ἄνθρωπο, τουναντίον ὑπάρχει στροφή στόν ἴδιο τόν ἑαυτό. Βλέπετε, ἀρχίζει στό πρῶτο ἐπίπεδο, αὐτό τό ἁπλό, ὡς ἀναίρεση ἄλλης διδασκαλίας τοῦ Χριστοῦ μας, νά προσεγγίζεται τό ἐπίπεδο τοῦ μυστηρίου τῆς ἀνομίας: μή στροφή στόν Θεό, μή στροφή στόν ἄλλο ἄνθρωπο καί ναί, στροφή στόν ἑαυτό μας. Καί γιά νά γίνει τό κείμενο πιό βατό καί πιό κατανοητό, ὁ Χριστός προσδιορίζει καί τίς αἰτίες καί ταυτόχρονα τά ἀποτελέσματα αὐτῆς τῆς πορείας μας πρός τό μυστήριο τῆς ἀνομίας. Καί τά βήματα εἶναι πραγματικά ἁδρά, λιτά καί οὐσιαστικά, γιά νά ἀντιμετωπίσουμε αὐτό τό θέμα πού ζεῖ μέσα μας καί φωλιάζει: τό μυστήριο τῆς ἀνομίας. 
Τό πρῶτο ἐπίπεδο εἶναι ἕνα ἐξωτερικό ἐπίπεδο, λέει: «Ἀνθρώπου τινός πλουσίου εὐφρόρησεν ἡ χώρα», ἦταν ἡ χώρα του σέ εὐφορία. Ἐφόσον ἡ χώρα εἶναι σέ εὐφορία καί τά πράγματα τά ἐξωτερικά εἶναι καλά, αὐτό εἶναι μιά πρόταση καί μιά πρόκληση ἀπό τόν Θεό, θεραπευτική, γιά νά στραφοῦμε σ᾽ Αὐτόν δοξολογικά. Ὁτιδήποτε ὄμορφο γίνεται, ὁποιοδήποτε καλό γίνεται, δέν εἶναι ἁπλῶς γιά νά τό γευθοῦμε μέ ἕναν τρόπο μονότονο καί κλειστό στόν ἑαυτό μας, εἶναι μιά πρόταση δοξολογίας στόν Θεό. Τό ξέρετε ὅλοι αὐτό. Ἐμεῖς βέβαια στήν ὀρθόδοξη παράδοση μαθαίνουμε νά δοξολογοῦμε τόν Θεό ἀκόμη κι ὅταν τά πράγματα δέν πηγαίνουν καλά. Ἀλλά ἐδῶ τά πράγματα εἶναι πιό εὔκολα, ἐδῶ τά πράγματα πηγαίνουν καλά: εὐφόρησεν ἡ χώρα. Εἶναι μιά πρόκληση κι ἐδῶ δέν στρέφεται στόν Θεό, εἶναι ἡ πρώτη πρόσβαση τοῦ μυστηρίου τῆς ἀνομίας, ἡ μή δοξολογική κι εὐχαριστιακή στάση στόν Θεό, τήν ὥρα πού ὅλα πηγαίνουν παρά πολύ καλά. 
Ἡ δεύτερη πρόταση, ἡ ὁποία ἀκολουθεῖ καί δίνει βάθος σέ αὐτό τόν προσδιορισμό τοῦ μυστηρίου τῆς ἀνομίας, εἶναι τό «διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ». Βλέπετε ἀρχίζει νά ἐμφανίζεται ὁ ἑαυτός, τό κλείσιμο στόν ἑαυτό του, ἡ κουβέντα μέ τόν ἑαυτό του κι ἀκόμη περισσότερο ἐκεῖνο τό καταπληκτικό ρῆμα, πού σχεδόν πάντοτε, εἰδικά στήν Καινή Διαθήκη, χρησιμοποιεῖται μ᾽ ἕναν τρόπο ἀρνητικό, αὐτό τό «διαλογίζομαι». Ὁ Χριστός ὁ ἴδιος ἀρκετές φορές ὅταν εἶδε ἀνθρώπους γύρω του πού εἶχαν διάφορες σκέψεις κακές εἶπε: «Τί διαλογίζεσθε ἐν ἑαυτοῖς». Τό ρῆμα λοιπόν ἐδῶ πέρα, καί μέ στροφή πρός τόν ἑαυτό, ἀρχίζει καί πάλι νά προσδιορίζει σέ ἕνα δεύτερο ἐπίπεδο τό μυστήριο τῆς ἀνομίας. Διαλογιζόμαστε, σκεφτόμαστε μερικά πράγματα, μέ ἕναν τρόπο τελείως ἀρνητικό, μέ ἕναν τρόπο διασπαστικό. Προσέξτε ἀκόμη καί τό διαλογισμός: ἡ διάσπαση τοῦ νοός. Δέν δοξολογεῖ τόν Θεό κι ὡς ἀποτέλεσμα ἔρχεται ἡ διάσπαση τοῦ νοός, γιατί ποῦ νά πάει τό δυναμικό πού ἔχει μέσα του. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι φτιαγμένος νά πηγαίνει πρός τά πάνω κι αὐτό τό δοξολογικό δέν εἶναι ἁπλῶς μιά ἔκφραση ἁπλῆς προσευχῆς, εἶναι ἕνα δυναμικό, ἐκρηκτικό σημεῖο πού ὁ ἄνθρωπος πηγαίνει πρός τά ἐπάνω. Ἄν δέν τό κάνει, διαλογίζεται ἐν ἑαυτῷ καί σπάζει τό μυαλό του, κομματιάζει τό μυαλό του. 
Καί μετά ἔρχεται ὁ προσδιορισμός τῆς λύσης τοῦ προβλήματός του μέσα ἀπό τή λύση τοῦ οἰκονομικοῦ θέματος: «Συνάξω, καθελῶ ἀποθήκας», ὅλος ὁ κινητήριος μοχλός τοῦ ἀνθρώπου γίνεται ἡ οἰκονομική του σχέση μέ τά πράγματα. Κι αὐτό πολύ μᾶς βάζει νά ἀναλογιστοῦμε πάρα πολλά πράγματα τά ὁποῖα προσδιορίζουν τίς σημερινές δομές, ἀνατομικές καταστάσεις, προσπαθώντας νά βροῦμε τό τί φταίει στήν κοινωνία, πολλές φορές στρέφονται, ἤ πολλές φορές ἀποκλειστικά στρέφονται, μόνο στή λύση τοῦ οἰκονομικοῦ προβλήματος. Ἐδῶ, τό βάζει σάν τρίτη αἰτία τῆς ἐκφράσεως τοῦ μυστηρίου τῆς ἀνομίας. 
Καί σάν τέταρτη αἰτία ἔρχεται ἡ φράση «ψυχή μου», στρέφεται πάλι στόν ἑαυτό του, στήν ψυχή του, ἀλλά δέν στρέφεται στήν ψυχή του μέ ἕναν τρόπο πού ἀφορᾶ τήν ψυχή του, λέει: «φάγε, πίε, εὐφραίνου». Εἶναι αὐτό πού λένε οἱ Πατέρες ἡ σαρκοποίηση ἤ σωματοποίηση τῆς ψυχῆς, ὅπου ἀκόμη καί τό βασικό αὐτό δυναμικό πού ἔχει μέσα του γιά νά ἀναιρέσει πιθανῶς τά ἐρεθίσματα τῆς σάρκας καί πού δέν μπορεῖ νά τά ἁγιάσει, τό βασικό δυναμικό τό διαλύει καί λέει: «ψυχή μου, νά φᾶμε καί νά πιοῦμε», πού ἡ ψυχή ἀλλιῶς τρέφεται κι ἐδῶ, μπαίνουμε στό βάθος πιά τοῦ μυστηρίου τῆς ἀνομίας, ὅπου μέσα σέ αὐτή τή βαθιά στροφή στόν ἑαυτό μας, σωματοποιοῦμε, σαρκοποιοῦμε καί τήν ψυχή μας καί περνᾶμε πάνω της ὅλα τά σαρκικά μας τά πάθη. 
Καί ἀκριβῶς μετά ἔρχεται πιά ἡ λύση τοῦ προβλήματος, εἶναι λύση, στόν ἄνθρωπο πού δέν μιλοῦσε μέ τόν Θεό, πού δέν μιλοῦσε μέ τόν συνάνθρωπο, ὁμιλεῖ ὁ Θεός. Ἐδῶ εἶναι ἡ λύση τῆς τραγωδίας, γιατί δέν ξέρουμε ποῦ καταλήγει αὐτός ὁ πλούσιος, ἡ περικοπή παραμένει μυστική. Δέν λέει τή λύση, ἄν αὐτός μετάνιωσε ἤ ὄχι. Τ᾽ ἀφήνει ἔτσι. Ἀλλά ἡ λύση εἶναι ἤδη αὐτό πού δέν κάνει ὁ ἄνθρωπος: τό ὅτι ὁμιλεῖ ὁ Θεός κι ἐμεῖς ἀξιοποιοῦμε πιά αὐτή τή λύση τοῦ Θεοῦ, πού ὁμιλεῖ Ἐκεῖνος μαζί μας, πού Ἐκεῖνος συγκαταβαίνει μαζί μας, καί τότε ἀνοίγεται ὁ δρόμος πού στήν περικοπή αὐτή δέν ἀποκαλύπτεται, παραμένει μυστικό, τοῦ τί γίνεται μ᾽ αὐτό τόν πλούσιο ἄνθρωπο, αὐτόν τόν ἄφρονα. 
Τό μυστικό εἶναι πιά τό νά μιλοῦμε στόν ἑαυτό μας. Βλέπετε ἐδῶ ἡ θεραπευτική; Ἡ στροφή στόν ἑαυτό γιά νά βροῦμε τά λάθη μας καί τίς ἁμαρτίες μας. Ἡ μόνη στροφή στόν ἑαυτό μας εἶναι αὐτή: ἡ κατανόηση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας. Καί τότε, ἐνῶ ὅλα ἦταν δαιμονισμένα καί ἦταν ταραγμένα καί ἦταν διαλυμένα, ναί, ὁ Θεός κουβεντιάζει πάλι γιά νά μποροῦμε νά στραφοῦμε στόν ἑαυτό μας, ὅπως ἐστράφη ὁ τελώνης -ἐν ἑαυτῷ εἶχε στραφεῖ ὁ τελώνης- κι ἀρχίζει πιά ἡ θεραπευτική μέσα ἀπό τό λάθος μας. Ἐκεῖ πού στρεφόμασταν δαιμονικά στόν ἑαυτό μας, [τώρα] στρεφόμαστε ἁγιαστικά καί θεϊκά στόν ἑαυτό μας. Κι ἐδῶ ἀκριβῶς περιγράφεται ἁπλά, λιτά, τό μυστήριο τῆς ἀνομίας καί τό μυστήριο μέ ἁπλά λόγια τῆς δικῆς μου ψυχῆς καί τῆς δικῆς μας ἀδυναμίας νά σταθοῦμε εὐλογημένα μπροστά στή ζωή. 
Ἀναλύοντας αὐτά τά σκαλοπάτια, αὐτές τίς θεραπευτικές προτάσεις τοῦ κειμένου αὐτοῦ, πάρα πολύ μποροῦμε νά ἀναλογιστοῦμε τή ζωή μας, τόν ἑαυτό μας καί τίς κρυμμένες ταραχές πού χωρίς νά τίς προσδιορίσουμε, ὁρίζουν τή ζωή μας καί μᾶς κάνουν νά εἴμαστε ἀπελπισμένοι καί ποτέ δοξολογικοί καί μέ στάση εὐχαριστιακή πρός τόν Θεό.

ΒΙΟΣ ΤΟΥ OΣΙΟΥ IΑΚΩΒΟΥ ΤΟΥ EΝ ΕΥΒΟΙΑ



 


ΒΙΟΣ ΤΟΥ OΣΙΟΥ IΑΚΩΒΟΥ ΤΟΥ EΝ ΕΥΒΟΙΑ

 

Παιδικὴ καὶ νεανικὴ ἡλικία 
῞Οσιος Ἰάκωβος γεννήθηκε στὶς 5 Νοεμβρίου τοῦ 1920 στὸ Λίβισι τῆς Μάκρης, ἕνα παραθαλάσσιο χωριὸ τῆς ἁγιοτόκου Μικρᾶς Ἀσίας στὸ ὕψος τοῦ Καστελλόριζου. Ἡ οἰκογένειά του ἦταν ἀπὸ τὶς πιὸ εὔπορες oἰκογένειες τοῦ χωριοῦ, περισσότερο ὅμως ξεχώριζε γιὰ τὴν εὐσέβειά της καὶ τὴν ἁγνὴ χριστιανική της πίστη. Στὸ γενεαλογικὸ δέντρο τῆς οἰκογένειας περιλαμβάνονται ἑπτὰ γενεὲς Ἱερομονάχων, ἕνας Ἀρχιερέας καὶ ἕνας Ἅγιος. 
Ὁ πατέρας του ἦταν ὁ Σταῦρος Τσαλίκης καὶ ἡ μητέρα του ἡ Θεοδώρα Κρεμμυδᾶ. Οἱ εὐλογημένοι γονεῖς του ἀπέκτησαν συνολικὰ ἐννέα παιδιά, ἀπὸ τὰ ὁποῖα, ὅμως, ἔζησαν μόνο τὰ τρία, δύο ἀγόρια καὶ ἕνα κορίτσι. Ὁ Ἰάκωβος ἦταν τὸ δεύτερο κατὰ σειρὰ ἀγόρι “ἀπὸ τὰ ἀπομεινάρια τοῦ Χάρου”, ὅπως συνήθιζε νὰ λέει ἡ μητέρα του. 
Λόγῳ τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς, ἡ οἰκογένειά του ἀναγκάστηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὴ Μικρασιατικὴ γῆ καὶ νὰ ἐγκατασταθεῖ στὴ μητροπολιτικὴ Ἑλλάδα. Ἐγκαταστάθηκαν ἀρχικὰ στὸ χωριὸ Ἅγιος Γεώργιος τῆς Ἄμφισσας καὶ στὴ συνέχεια στὸ χωριὸ Φαράκλα τῆς Βόρειας Εὔβοιας. 
Τελείωσε τὸ Δημοτικὸ Σχολεῖο μὲ ἄριστη ἐπίδοση. Ὁ δάσκαλος τοῦ χωριοῦ ἐπέμενε, γι’ αὐτὸν τὸν λόγο, 4 νὰ σταλεῖ στὴ Χαλκίδα, γιὰ νὰ συνεχίσει τὴ φοίτησή του στὸ Γυμνάσιο. Οἱ γονεῖς του, ὅμως, φοβούμενοι μήπως κινδυνεύσει μακριὰ ἀπὸ τὴν οἰκογένειά του, προτίμησαν νὰ τὸν κρατήσουν κοντά τους. Ἔτσι ἔμεινε μὲ τὶς γραμματικὲς γνώσεις τοῦ Δημοτικοῦ. 
Μέχρι τὰ τριάντα του χρόνια ἔζησε στὸ σπίτι τῶν γονιῶν του. Ἀπὸ τὴν εὐλαβέστατη μητέρα του ἔμαθε νὰ προσεύχεται καὶ νὰ κάνει μετάνοιες. Ἀπὸ μικρὸς μάλιστα εἶχε μεγάλη παρρησία στὴν προσευχή του, κάτι ποὺ ἔβλεπαν οἱ γύρω του καὶ ζητοῦσαν συχνὰ τὶς προσευχές του. Μεγάλος ἦταν ὁ πόθος του, ἐπίσης, ν’ ἀφιερωθεῖ στὸν Θεὸ καὶ νὰ γίνει ἀσκητής. Πολὺ ζωντανὴ ἦταν πάντοτε ἡ σχέση του μὲ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ μὲ ὅλους τοὺς Ἁγίους. Μιὰ φορὰ ἡ Παναγία καὶ μιὰ φορὰ ὁ Ἅγιος Χαράλαμπος τὸν ἔκαναν καλὰ μὲ θαυματουργικὸ τρόπο. Τοῦ ἐμφανίστηκε ἀκόμη ἡ Ἁγ. Παρασκευή, ἡ ὁποία τοῦ ἀπεκάλυψε τὴν πορεία ποὺ θ’ ἀκολουθοῦσε στὴ ζωή του. 
Στὰ εἴκοσι δύο του χρόνια ἔχασε τὴ μητέρα του, ἡ ὁποία εἶχε ὄντως ὁσιακὸ τέλος· τρεῖς μέρες προτοῦ ἀναχωρήσει γιὰ τὴν ἄλλη ζωή, τῆς τὸ ἀνακοίνωσε ὁ ἄγγελός της. Στὰ εἴκοσι ἑπτά του χρόνια ὑπηρέτησε τὴ στρατιωτική του θητεία, ἡ ὁποία διήρκεσε τρία χρόνια. Συνέπεσε δὲ κατὰ τὴ δύσκολη ἐποχὴ τοῦ ἐμφυλίου σπαραγμοῦ. Στὰ τριάντα του χρόνια γύρισε πίσω στὸ χωριό του, ἀποκατέστησε τὴν ἀδελφή του, ὅπως ἦταν ἡ ἐντολὴ τῆς μητέρας του, ἀφοῦ 5 καὶ ὁ πατέρας του εἶχε ἤδη ἀφήσει τὸν γήινο κόσμο, καὶ ἦταν ἕτοιμος πλέον ν’ ἀκολουθήσει τὴ μοναχικὴ ζωή. 
Μοναχικὸς βίος - Στὴ Μονὴ Ὁσίου Δαυὶδ
πιθυμία του ἦταν νὰ πάει στοὺς Ἁγίους Τόπους, γιὰ νὰ ζήσει στὴν ἔρημο ὡς ἀσκητής. Πῆγε, ὅμως, πρώτα στὴ Μονὴ τοῦ ῾Οσίου Δαυίδ (15 ᾽Ιουλίου 1952), γιὰ νὰ ζητήσει τὴν εὐλογία καὶ τὴ βοήθεια τοῦ Ἁγίου. Μὲ θαυμαστὸ τρόπο ὁ Ὅσιος Δαυὶδ τὸν κάλεσε νὰ γίνει μοναχὸς στὸ Μοναστήρι του καὶ ἀμέσως - χωρὶς ἄλλη σκέψη - τοῦ ἔδωσε τὴν ὑπόσχεσή του. 
Ἡ Μονὴ τοῦ Ὁσίου Δαυὶδ λειτουργοῦσε τότε κατὰ τὸ ἰδιόρρυθμο σύστημα καὶ εἶχε μονάχα δύο - τρία γεροντάκια. ῏Ηταν δὲ κυριολεκτικὰ ἐρειπωμένη. Ἡγούμενος ἦταν ὁ Ἀρχιμανδρίτης Νικόδημος Θωμᾶς, ἕνας ἐνάρετος κληρικός, ὁ ὁποῖος, ὅμως, ζοῦσε ὡς ἐφημέριος στὴ Λίμνη μαζὶ μὲ τὶς ἀδελφές του. 
Μὲ τὸ ξεκίνημα τῆς μοναχικῆς του ζωῆς ὁ π. Ἰάκωβος ἔβαλε, ὅπως ὁ ἴδιος ἔλεγε, “ἀρχὴ ἀπαράβατη τὴν ὑπακοή, ποὺ εἶναι ἡ βάση καὶ τὸ θεμέλιο στὴ μοναχικὴ ζωή”. Τίποτα δὲν ἔκανε χωρὶς τὴν εὐλογία τοῦ Γέροντά του, τὴν ὁποία γιὰ νὰ λάβει ἔκανε πολλὲς φορὲς κοπιαστικὲς ὁδοιπορίες τεσσάρων καὶ πέντε ὡρῶν μέχρι τὴ Λίμνη. 
Ἡ ἄκρα ὑπακοή του, ἀλλὰ καὶ ὁ μεγάλος του ζῆλος γιὰ τὴν πνευματικὴ καὶ τὴ σωματική του ἐργασία προκάλεσαν τὸν φθόνο τοῦ μισοκάλου διαβόλου, μὲ ἀποτέλεσμα ὁλόκληρη ἡ ζωή του νὰ καταστεῖ ἕνα ἰσόβιο (ἑκούσιο καὶ ἀκούσιο) μαρτύριο. 
Εἰδικὰ τὰ πρῶτα χρόνια τῆς ζωῆς του στὴ Μονὴ Ὁσίου Δαυὶδ ἦταν γεμάτα δυσκολίες καὶ πειρασμούς. Ἀντιμετώπισε, κατ’ ἀρχάς, τὴ σκληρὴ ἀντίδραση τῶν πατέρων τῆς Μονῆς, οἱ ὁποῖοι ἔκαναν ὅ,τι ἦταν δυνατόν, γιὰ νὰ τὸν ἀναγκάσουν νὰ φύγει ἀπὸ τὴ Μονή. Οἱ συνθῆκες διαβίωσης του στὸ Μοναστήρι, ἐπίσης, ἦταν πάρα πολὺ δύσκολες, ἰδιαιτέρως κατὰ τοὺς χειμερινοὺς μῆνες ποὺ τὸ κρύο ἦταν ἀφόρητο, δεδομένου ὅτι τὸ κελλί του ἦταν ἕνα ἐρείπιο, χωρὶς τζάμια καὶ μὲ κάτι παλιὰ παντζούρια ποὺ δὲν ἔκλειναν καλά. Ἀποκορύφωμα τῶν πειρασμῶν του ὑπῆρξε ἡ ἐπίθεση ποὺ δέχθηκε ἀπὸ πολλοὺς δαίμονες, οἱ ὁποῖοι τὸν κτύπησαν καὶ τὸν βασάνισαν ἀλύπητα καὶ τὸν ἄφησαν κυριολεκτικὰ μισοπεθαμένο. Ἔζησε, ὡστόσο, θαυμαστὲς ἐπεμβάσεις τοῦ Ὁσίου Δαυὶδ καὶ τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων ποὺ τὸν στήριξαν καὶ τὸν ἐνδυνάμωσαν. 
Ἱερατικὴ ζωὴ - Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Ὁσίου Δαυὶδ 
Στὶς 18 Δεκεμβρίου τοῦ 1952 χειροτονήθηκε ἱεροδιάκονος καὶ τὴν ἀμέσως ἑπομένη ἡμέρα 19 Δε- 7 κεμβρίου τοῦ 1952 χειροτονήθηκε ἱερομόναχος ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Χαλκίδος Γρηγόριο. Λίγες μέρες ἀργότερα πῆρε καὶ τὴ γραπτὴ ἄδεια πνευματικῆς πατρότητας, ὥστε νὰ μπορεῖ νὰ ἐξομολογεῖ τοὺς χριστιανούς. 
Μετὰ τὴ χειροτονία του ἄλλαξε ἐντελῶς ἡ ζωή του. Λειτουργοῦσε ἔκτοτε καθημερινά, ἐνῶ μὲ πολὺ ζῆλο ἐξυπηρετοῦσε τὰ χωριά τῆς περιοχῆς, ποὺ γιὰ χρόνια οἱ κάτοικοί τους ἦταν ἀλειτούργητοι καὶ ἀνεξομολόγητοι. Τελοῦσε βαπτίσεις, γάμους, κηδεῖες, ἐνῶ συχνὰ περιέφερε τὴν Τιμία Κάρα τοῦ Ὁσίου Δαυὶδ γιὰ εὐλογία. 
Καθήκοντα ἡγουμένου τῆς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Δαυὶδ ἀνέλαβε στὶς 25 Ἰουνίου τοῦ 1975 κατ’ ἐντολὴν τοῦ νέου Μητροπολίτη Χαλκίδος Χρυσοστόμου, παρὰ τὶς ἀντιρρήσεις ποὺ ἐξέφρασε καὶ τὴν ἀπροθυμία του. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἡγουμενίας του ἡ μέχρι πρότινος ἄσημη Μονὴ ἔγινε πανελλήνιο καὶ πανορθόδοξο προσκύνημα, στὸ ὁποῖο προσέτρεχε πλῆθος πιστῶν γιὰ νὰ βροῦν παρηγοριά. Παραλλήλως φανερώθηκαν ἐξ ἀνάγκης πλέον τὰ πολλὰ χαρίσματα τοῦ Ὁσίου Ἰακώβου, τὰ ὁποῖα μὲ πολλὴ ἐπιμέλεια προσπαθοῦσε νὰ ἀποκρύβει, γιὰ νὰ μὴν ἐπαινεῖται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. 
Οἱ ἀσκητικοί του ἀγῶνες ὑπῆρξαν ἐφάμιλλοι τῶν ἀγώνων τῶν ὁσίων ἀσκητῶν ποὺ διαβάζουμε στὸ Γεροντικό, ἀλλὰ καὶ οἱ πειρασμοί, οἱ δοκιμασίες, οἱ κακοπάθειες καὶ οἱ ἐναντίον του ἐπιθέσεις τοῦ σα- 8 τανᾶ ἦταν ἀνάλογες μὲ ἐκεῖνες ποὺ ἀντιμετώπισαν οἱ μεγάλοι ἀσκητές. Ὅσο ὅμως μεγάλωναν οἱ δοκιμασίες του, οἱ ἀρρώστιες του καὶ τὰ ποικίλα βάσανά του, τόσο ὁ Θεὸς τὸν χαρίτωνε μὲ σπάνια πνευματικὰ χαρίσματα, ὅπως τῆς διοράσεως, τῆς προοράσεως, τῆς διακρίσεως, τῆς παραμυθίας, τῆς ἱάσεως ἀσθενῶν καὶ τῆς ἐκδιώξεως δαιμόνων. Ἀξιώθηκε νὰ ζήσει θεοπτικὲς ἐμπειρίες καὶ νὰ ἐπιτελέσει ἐν ζωῇ πολλὰ θαύματα μὲ τὶς προσευχές του. 
Ἡ ἀρετὴ ποὺ τὸν διέκρινε ὅλως ἰδιαιτέρως, ἐκτὸς βεβαίως ἀπὸ τὴν ἀρετὴ τῆς ὑψοποιοῦ ταπεινώσεως, ἦταν ἡ ἀρετὴ τῆς ἐλεημοσύνης, τὴν ὁποία κληρονόμησε ἀπὸ τὴν εὐλογημένη μητέρα του. Ἄδειαζε συνεχῶς τὰ χέρια του καὶ ὁ Πανάγαθος Θεὸς τοῦ τὰ ξαναγέμιζε ὅλο καὶ περισσότερο. Ἔλεγε χαρακτηριστικά: “Ἕνα δίνω κι ὁ Θεὸς δέκα μοῦ δίνει. Μόλις σκεφτῶ κάτι νὰ δώσω ἀμέσως ἡ ἀπάντηση τοῦ Θεοῦ μοῦ δίνει πολλαπλάσια”. 
Τὸ ἁγιοπνευματικὸ χάρισμα, μὲ τὸ ὁποῖο ἰδιαιτέρως τὸν προίκισε ὁ Πανάγαθος Θεός, ἦταν τὸ διορατικὸ χάρισμα. Πολλὲς φορὲς προσφωνοῦσε μὲ τὸ ὄνομά τους ἀνθρώπους ποὺ πρώτη φορὰ ἔβλεπε μπροστά του, γνώριζε τὰ προβλήματα τῶν ἀνθρώπων προτοῦ τοῦ τὰ ἐκμυστηρευθοῦν, ἔβλεπε ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι τὰ πάθη καὶ τὶς ἁμαρτίες τους. 
Κοντά του προσέτρεχαν γιὰ νὰ βροῦν βοήθεια καὶ παρηγοριὰ ἑκατοντάδες ἁπλοὶ ἄνθρωποι τοῦ λαοῦ, ἀλλὰ καὶ ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, μοναχοί, καθηγητὲς Πανεπιστημίου, ἐπιστήμονες, δικαστὲς καὶ ἄλλοι ἀξιωματοῦχοι. Κι ὁ καθένας ἕβρισκε κοντὰ στὸν Ὅσιο Ἰάκωβο αὐτὸ ποὺ ὄντως εἶχε ἀνάγκη. Ἡ παρουσία καὶ μόνο τοῦ Ὁσίου ἦταν, γιὰ ὅσουν εἶχαν τὰ κατάλληλα μάτια νὰ δοῦν, παρουσία τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τῆς γῆς. 
Πολλὰ πνευματικὰ γεγονότα ἀξιώθηκε νὰ ζήσει ὡς ἱερέας κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας. Ὅταν λειτουργοῦσε, “συλλειτουργοῦσε” μὲ Ἀγγέλους - μὲ Χερουβεὶμ καὶ Σεραφεὶμ - καὶ μὲ Ἁγίους, ὅπως ὁ ἴδιος ἀπεκάλυψε σὲ κάποια πρόσωπα. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς Προσκομιδῆς ἔβλεπε Ἄγγελο Κυρίου νὰ παραλαμβάνει τὶς μερίδες τῶν μνημονευομένων καὶ νὰ τὶς ἐναποθέτει ὡς προσευχὲς στὸν θρόνο τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ. Ἄλλοτε πάλι ἔβλεπε κεκοιμημένους νὰ τοῦ ἐμφανίζονται καὶ νὰ τοῦ ζητοῦν νὰ βγάλει μερίδα ὑπὲρ ἀναπαύσεως τῆς ψυχῆς τους. Κάποιοι, ἐπίσης, τὸν εἶχαν δεῖ τὴν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας νὰ μὴν πατᾶ στὸ πάτωμα. 
Τὸ μακάριο τέλος τῆς ζωῆς του 
Παρὰ τὴν ἀσθενική του κράση, μέχρι τὰ πενήντα πέντε του χρόνια δὲν εἶχε κανένα πρόβλημα ὑγείας. Μετὰ τὰ πενήντα πέντε του, ὅμως, πέρασε πολὺ ἐπώδυνες ἀσθένειες (κιρσοὶ στὰ πόδια, προβλήματα στὸ ἔντερο, ἴλιγγοι κλπ.). Τὸ τελευταῖο πρόβλημα ποὺ ἀντιμετώπισε ἦταν ἡ πάθηση τῆς καρδιᾶς 10 του (στὶς 13 Νοεμβρίου 1986 ὑπεβλήθη σὲ ἐπέμβαση τοποθέτησης βηματοδότη), ἕνα πρόβλημα ποὺ τὸν ὁδήγησε τελικὰ στὴν ἄλλη ζωή. 
Κοιμήθηκε στὶς 21 Νοεμβρίου τοῦ 1991, σὲ ἡλικία ἑβδομήντα ἑνὸς ἐτῶν, ἀνήμερα τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῶν Εἰσοδίων τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἐν ὥρᾳ ἐξομολογήσεως μὲ τὸ πετραχήλι του στὸν λαιμὸ καὶ ἐνῶ περίμενε νὰ φθάσει στὸ Μοναστήρι ἀδελφὸς τῆς Μονῆς ποὺ ἐκείνη τὴ μέρα χειροτονήθηκε διάκονος. Προεῖδε τὴν κοίμησή του, γι’ αὐτὸ καὶ παρακάλεσε ἁγιορείτη ἱεροδιάκονο, ποὺ εἶχε ἐξομολογήσει τὸ πρωῒ τῆς 21ης Νοεμβρίου, νὰ μείνει στὸ Μοναστήρι μέχρι τὸ ἀπόγευμα γιὰ νὰ τὸν “ντύσει”. 
Τὸ τίμιο λείψανό του κατὰ τὴ διάρκεια τῆς κηδείας ἦταν λαμπερό, εὔκαμπτο καὶ ζεστό, φανερώνοντας τὴν ὁσιακή του ζωὴ καὶ τὸ ὁσιακό του τέλος καὶ ἀποτελώντας ζωντανὴ μαρτυρία γιὰ τὴν ἁγιότητά του. Καὶ μετὰ τὴν ὁσιακὴ κοίμησή του συνεχίζει νὰ εὐεργετεῖ τοὺς πιστοὺς μὲ τὴν παρρησία ποὺ ἔχει στὸν Πανάγαθο Θεὸ καὶ νὰ ἐπιτελεῖ πάμπολλα θαύματα. 
Ἐπίσημη ἁγιοκατάταξη 
ἐπίσημη ἁγιοκατάταξη - ἀναγραφὴ στὸ Ἁγιολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Γέροντος Ἰακώβου ἔγινε ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως στὶς 27 Νοεμβρίου 2017. 
Ἡ μνήμη του ὁρίστηκε νὰ τελεῖται στὶς 22 Νοεμβρίου ἑκάστου ἔτους.

 ΑΓΙΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ Ο ΕΝ ΕΥΒΟΙΑ ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΑΠ. ΑΝΔΡΕΟΥ (ΧΑΡΑΚΗ) ΛΕΜΕΣΟΥ ΛΕΜΕΣΟΣ 2018 
ΒΙΟΣ - ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ - ΘΑΥΜΑΤΑ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ ΚΑΝΩΝ

ΠΗΓΗ:ΕΔΩ 

Παρασκευή 21 Νοεμβρίου 2025

Λόγος εις τα Εισόδια της Θεοτόκου - π.Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος



Λόγος εις τα Εισόδια της Θεοτόκου 

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία
του π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, στα πλαίσια της ερμηνείας που έγινε στο κήρυγμα της Κυριακής  21 Νοεμβρίου του 1993

Τὸ ηχητικό απόσπασμα από την ομιλία - σε mp3 εδώ 

Κάθε γιορτή που προβάλλεται από την Εκκλησία μας προς τον κόσμο έχει πολλαπλές προοπτικές. Με δύο βασικές: η πρώτη προοπτική είναι η θύμηση αγιασμένων γεγονότων, αλλά και αυτή η θύμηση πάντα πρέπει να έχει την δεύτερη προοπτική, που είναι η βαθιά παιδαγωγία που θέλει να ασκήσει η Εκκλησία μας πάνω στους πιστούς της, φέροντας στη μνήμη τους και στη θύμησή τους το γεγονός το οποίο γιορτάζουμε. Αυτό συμβαίνει κατεξοχήν  και σήμερα. Και μάλιστα γιορτάζουμε μια γιορτή, η οποία δεν αναφέρεται καν στα κείμενα της Αγίας Γραφής, της Καινής Διαθήκης· προτυπώνεται στην Παλαιά διαθήκη με τρόπο προφητικό, αλλά δεν περιγράφεται στην Καινή Διαθήκη. Η παράδοση της Εκκλησίας μας, τα λόγια των Πατέρων και τα Συναξάρια έφεραν να γιορτάζουμε σήμερα αυτή τη γιορτή. 

Κάθε φορά που μπαίνω σε ένα ναό και συναντάω αυτή την εικόνα των Εισοδίων της Θεοτόκου, που μικρό παιδάκι την παραδίδουν οι γονείς της στους ιερείς, και από πίσω νέα κορίτσια τη συνοδεύουνε, μου έρχεται στο νου ένα ήθος παιδαγωγικό. Ένα μικρό παιδάκι το παραδίδουμε κάπου για να πάει κάπου, να περάσει μια αγωγή, να ασκηθεί και να γίνει κάτι. Και διαβάζοντας και τους λόγους του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού που αναφέρεται και σε αυτή τη γιορτή, ξανάρχεται στο νου μου, πιο έκτυπα και πιο συγκεκριμένα, πως αυτή η γιορτή, πέρα από ένας τρόπος και μια ευκαιρία να δοξολογήσουμε και να υμνήσουμε την Παναγία μας, είναι μια γιορτή την οποία την προβάλλει η Εκκλησία μας για να μας δείξει το βαθύ ήθος της αγωγής και  της παιδαγωγίας που προτείνει η Εκκλησία. Κι έτσι είναι τα πράγματα απ’ ό,τι φαίνεται σε αυτή τη γιορτή.

Τρία πράγματα να δούμε για να καταλάβετε αυτό που θέλω να σας περιγράψω. Το ήθος της παιδαγωγίας και της αγωγής του οποιοδήποτε ανθρώπου, η κάθε αγωγή έχει τρεις προοπτικές: Έχει τον χρόνο που γίνεται, έχει τον τόπο όπου γίνεται και έχει το γιατί γίνεται, σε τι αποβλέπουμε με αυτή τη μέθοδο αγωγής. Ο χρόνος που γίνεται είναι πάντα στην αγωγή την κοσμική συγκεκριμένος. Έρχεται εδώ η Εκκλησία να προτείνει κάτι άλλο μέσα από αυτή τη γιορτή: Δεν λέμε πόσο θα κρατήσει αυτή η αγωγή, λέμε να αρχίσει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Αυτή η αγωγή αρχίζει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα και, ουσιαστικά, δεν τελειώνει ποτέ. Ουσιαστικά κλείνει με την κατάθεση της ζωής αυτού που παίρνει την αγωγή και πηγαίνει μέχρι τον ουρανό, όπου αγιασμένος αντιμετωπίζει το πρόσωπο του Θεού. Ο χρόνος λοιπόν της αγωγής είναι όσο το δυνατό πιο γρήγορα. Δεν μπορείς να πεις αυτό είναι για έναν μεγάλο, αυτό είναι για έναν μικρό. Αυτή η αγωγή αρχίζει από τα πολύ μικρά.

Ο δεύτερος τρόπος που γίνεται αυτή η αγωγή είναι ο τόπος όπου γίνεται. Ο τόπος κάθε αγωγής σε εμάς λέγεται σχολείο. Ο τόπος της κατεξοχήν αγωγής - που αν δεν υπάρχει αυτός, η κάθε αγωγή είναι χαμένη και είναι κάτι πεταμένο και θα βγάλει σκουπίδια και θα βγάλει καταστροφή και θα βγάλει ανθρώπους που θα καταστρέψουν τον κόσμο - για εμάς λέγεται ναός. Αν ο τόπος της αγωγής δεν είναι ο ναός, και όλοι οι άλλοι τόποι της αγωγής δεν παίρνουν  από εκεί δυνατότητες τρόπου ζωής για την αγωγή τους, είναι απομονωμένοι οι άλλοι τρόποι αγωγής, και θα βγάλουν απλώς ανθρώπους που θα έχουν γερό εγκέφαλο και τίποτα άλλο. Ούτε καρδιά ούτε νου καθαρό ούτε αισθήσεις καθαρές. Γι’ αυτό πολλές φορές και η αγωγή μας είναι χαμένη, γιατί δεν καταυγάζεται από αυτό το ήθος της αγωγής που έχει η Εκκλησία.

Και αυτό το ήθος ποιο είναι; Είναι η τρίτη προοπτική. Γιατί γίνεται αυτή η αγωγή στην Παναγία; Γιατί μπαίνει στα Άγια των Αγίων; Για να γίνει ίδια ναός του Θεού ολόκληρη. Και η κάθε αγωγή, η κ-ά-θ-ε αγωγή, η παραμικρότερη  αγωγή, το «μη» που λες στο παιδί σου, το «άλφα» που του μαθαίνεις, την εξίσωση που του μαθαίνεις, αν δεν έχει την προοπτική το παιδί σου να γίνει ναός του Θεού, τότε είναι χαμένη ιστορία. Καλύτερα μην το διδάξεις, καλύτερα να μετανιώσεις, να κλάψεις πολύ γιατί δεν το έκανες, να σταματήσεις να μιλάς, να γίνεις ναός του Θεού και μετά να μιλήσεις, μπας και γίνει τίποτε σε αυτό τον κόσμο! Και η αγωγή έχει αυτή την ακροτελεύτια προοπτική, όπως γίνεται η Παναγία ναός του Θεού, «ναός αναδείκνυται», και γι' αυτό κάθεται στα Άγια των Αγίων: για να γίνει ναός. Ο κάθε άνθρωπος που έρχεται σε αγωγή, και οι μεγάλοι που περνούν  από αγωγή και τα παιδιά που περνούν από αγωγή,  αλλοίμονο αν δεν έχουν την  προοπτική να γίνουν ναοί του Θεού! Και ας μαθαίνουν ό,τι μαθαίνουν, ας μαθαίνουν εξισώσεις, ας μαθαίνουν αγγλικά, γαλλικά, κινέζικα, ας χορεύουν, ας πηδούνε. Αν  η προοπτική τους δεν είναι να γίνουν ναοί του Θεού, μην κάνετε τίποτε, μην παραμορφώσετε τα παιδιά σας, θα τα παραμορφώσετε μαθαίνοντάς τα καλά πράγματα. Ποτέ δεν θα μπούνε στην πρόκληση  που κάνει σήμερα η Εκκλησία μας με αυτό το ήθος αγωγής, και πάντα θα έχουν μια αγωγή χαμένη.

Και μετά θα διαμαρτυρόμαστε για την Παιδεία, για τα παιδιά που πετάνε πέτρες στην Πανεπιστημίου και στην Σταδίου, για τους αναρχικούς, για εκείνους που διαβάζουν ή δεν διαβάζουνε, για τους βαθμούς που παίρνουν ή δεν παίρνουνε, και όλα θα είναι μια χαμένη ιστορία. Και μην ζητήσετε από τα παιδιά σας μεγάλους βαθμούς, μικρούς βαθμούς, μην ζητήσετε πολλά ή λίγα, μην ζητήσετε τίποτα, αλλά να ζητήσετε να γίνουν ναοί του Θεού! Και αν το ζητήσετε αυτό, όλα θα καρποφορήσουν και θα γίνουν. Και, μην φοβάστε, η αγωγή δεν είναι στα χέρια σας μόνο - κάτι λίγο έχετε αν είστε δάσκαλοι ή αν είστε γονείς - η αγωγή είναι στα χέρια του Θεού! Και όπως στην εικόνα που είδατε στην είσοδο (να την δείτε όταν θα βγαίνετε), με εμπιστοσύνη οι γονείς της Παναγίας εγκαταλείπουν το παιδάκι στο ναό, με αυτό το ήθος να κάνετε τέτοια αγωγή και να το εγκαταλείψετε στα χέρια του Θεού! Και θα ησυχάσετε, θα ηρεμήσετε, και δεν θα τρέμει η καρδιά σας και δεν θα νιώθετε χαμένοι και δεν θα λέτε «πέτυχα» ή «απέτυχα». Στην Εκκλησία δεν λέμε «πέτυχα» ή «απέτυχα»· τα εγκαταλείπω όλα στον Θεό, και όλοι γίνονται - κι εγώ και εκείνα τα παιδιά που κάνω αγωγή επάνω τους - ναός του Θεού.

Αυτή είναι η προοπτική της γιορτής έτσι είναι και έτσι τη θέλει η Εκκλησία μας, και γι' αυτό τη γιορτάζουμε σήμερα. Και γιορτάζοντας αυτή τη γιορτή μην φύγουμε από δω μέσα απλώς ενθυμούμενοι - μπορεί να γίνει κι αυτό, να θυμόμαστε το τι μεγάλο πράγμα έκανε η Παναγία να μπει από τόσο μικρό κοριτσάκι μες στο ναό – να το κάνουμε πράξη ζωής! Για να μπορεί κάτι να αλλάξει σε αυτόν τον τόπο, που ήταν πάντα τόπος αγωγής, ήταν τόπος όπου οι άνθρωποι έμαθαν να έχουν αγωγή. Και αυτός ο τόπος με την Ορθοδοξία του δέθηκε με την Αγωγή της Εκκλησίας μας, με τη μνήμη του θανάτου, με το Σταυρό, με την Ανάσταση, με την ταπείνωση, με την αγάπη, με την καρδιακή προσευχή, με την καθαρότητα του νου, και όλα αυτά κάνουν το παιδί μας ναό του Θεού, κι εμείς τα ξεχάσαμε, και άλλους τρόπους αγωγής και άλλες μεθοδολογίες ακολουθούμε. Ευχή και πρόκληση να αλλάξουμε το ήθος της αγωγής μας! Και αν δεν το αλλάξουμε, μετά να μην διαμαρτυρόμαστε καθόλου για τις μεθόδους της αγωγής και για τα παιδιά που πετούνε πέτρες στα πεζοδρόμια της Πανεπιστήμιου.
Φιλολογική επιμέλεια κειμένου
Ελένη Κονδύλη

 

Περισσότερες ομιλίες του πατρός Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου είναι διαθέσιμες στην ιστοσελίδα :  www.floga.gr  

Η εν τω Ναώ Είσοδος της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας



Η εν τω Ναώ Είσοδος της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας

ΠΗΓΗ: Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ 

 21 Νοεμβρίου 

Όταν το άγιο και πανάχραντο τέκνο που ο Θεός εχάρισε στο ανθρώπινο γένος - το προ πολλού στείρο εξαιτίας της αμαρτίας, των παθών και του θανάτου - έφθασε στην ηλικία των δύο χρόνων, ο πατέρας του Ιωακείμ είπε στη σύζυγό του: «Ας το οδηγήσουμε στον Ναό του Κυρίου, για να εκπληρώσουμε την υπόσχεση που εδώσαμε να το αφιερώσουμε από τρυφερή ηλικία στον Παντοδύναμο». Η Άννα, όμως, απάντησε: «Ας περιμένουμε να γίνει τριών ετών, γιατί μπορεί να ζητά τον πατέρα και τη μητέρα της, και να μη μείνει στον Ναό του Κυρίου». 
Όταν το παιδί έγινε τριών ετών, οι γονείς του αποφάσισαν να εκπληρώσουν τις υποσχέσεις τους και να προσφέρουν το τέκνο τους στον Ναό. Ο Ιωακείμ κάλεσε τότε κόρες Εβραίων από καθαρή φυλή να το συνοδεύσουν στον Ναό προπορευόμενες με αναμμένες λαμπάδες, έτσι ώστε το φως να τραβήξει το ενδιαφέρον του παιδιού και να μη μπει αυτό στον πειρασμό να στραφεί πίσω προς τους γονείς του. 
Η πάναγνος Παρθένος όμως, υπό του Θεού εκ γενετής υψωθείσα σε βαθμό αρετής και αγάπης των ουρανίων πραγμάτων ανώτερο από κάθε άλλο πλάσμα, όρμησε τρέχοντας προς τον Ναό. Πέρασε μπροστά από τις παρθένες της συνοδείας της και δίχως ένα βλέμμα για τον κόσμο ρίχθηκε στην αγκαλιά του αρχιερέα Ζαχαρία που την περίμενε στον πρόναο συνοδευόμενος από τους πρεσβυτέρους. 
Ο Ζαχαρίας την ευλόγησε, λέγοντας: «Ο Κύριος εδόξασε το όνομά σου σε πάσα γενεά. Στο πρόσωπό σου θα αποκαλύψει κατά τις έσχατες ημέρες τη Λύτρωση που ετοίμασε για τον λαό Του». Και πράγμα ανήκουστο για τους ανθρώπους της Παλαιάς Διαθήκης, εισήγαγε το παιδί στα Άγια των Αγίων, όπου μόνον ο αρχιερέας μπορούσε να εισέλθει μία φορά, τον χρόνο κατά την εορτή του Εξιλασμού. Το έβαλε να καθήσει στο τρίτο σκαλί του θυσιαστηρίου και η Χάρη του Κυρίου από τότε την επεσκίασε. Σηκώθηκε και άρχισε να χορεύει για να δείξει τη χαρά της. Όσοι ήταν εκεί παρόντες εθαύμασαν τούτο το θέαμα που υποσχόταν μεγάλα θαύματα τα οποία ο Θεός επρόκειτο σύντομα να πραγματοποιήσει στο πρόσωπό της. 
Έχοντας έτσι εγκαταλείψει τον κόσμο, τους γονείς της και κάθε δεσμό με τα αισθητά πράγματα, η αγία Παρθένος παρέμεινε στον ναό μέχρι την ηλικία των δώδεκα ετών. Φθάνοντας λοιπόν σε ηλικία γάμου, οι ιερείς και οι πρεσβύτεροι φοβήθηκαν μήπως μολύνει το άδυτο και την εμπιστεύθηκαν στον αγνό Ιωσήφ που ήταν χήρος, για να διαφυλάξει την παρθενία της, παρουσιαζόμενος ως μνηστήρας της. 
Κατά τα εννέα αυτά χρόνια, η Παναγία τρεφόταν με τροφή πνευματική που της έφερνε άγγελος Κυρίου. Διήγε βίο ουράνιο, ανώτερο εκείνου των προπατόρων μας στον Παράδεισο. Δίχως μέριμνες, δίχως πάθη, έχοντας ξεπεράσει τις ανάγκες της φύσεως και την τυραννία των ηδονών, δεν ζούσε παρά μόνον για τον Θεό, με τον νου της προσηλωμένο κάθε στιγμή στη θεωρία του κάλλους Του. 
Προσευχόμενη αδιαλείπτως και επαγρυπνώντας στον εαυτό της, η αγία παιδίσκη κατόρθωσε κατά την παραμονή της στον Ναό να καθαρίσει την καρδιά της, έτσι ώστε να γίνει ακηλίδωτος καθρέπτης, όπου ανταυγάζεται η δόξα του Θεού. Φόρεσε τη λαμπρή στολή των αρετών, ως μελλόνυμφη, για να προετοιμασθεί για την εν αυτή έλευση του θείου Νυμφίου Χριστού. Κατόρθωσε τέτοια τελειότητα, που συνόψισε στο πρόσωπό της όλη την αγιότητα του κόσμου και, ομοιωθείσα διά της αρετής με τον Θεό, προσείλκυσε τον Θεό να «ομοιωθεί» με τους ανθρώπους διά της Ενανθρωπήσεως. 
Από τα βάθη του αδύτου, όπου εισήλθε σε ηλικία που τα άλλα παιδιά αρχίζουν να μαθαίνουν, η Παναγία άκουε κάθε Σάββατο τα αναγνώσματα του Νόμου και των Προφητών που απευθύνονταν στον λαό στο κοινό τμήμα του Ναού. Με τη διάνοια της οξυμμένη από την ησυχία και την προσευχή, έφθασε έτσι στη γνώση του βαθύτερου νοήματος των μυστηρίων των Γραφών. Ζώντας εν μέσω αγίων μυστηρίων και θεωρώντας την ίδια της την αγνότητα, κατανόησε ποιο ήταν το σχέδιο του Θεού καθ’ όλη την ιστορία του περιούσιου λαού Του. 
Διέγνωσε ότι όλος αυτός ο χρόνος ήταν αναγκαίος για να ετοιμάσει ο Θεός μία μητέρα στους κόλπους της αποστάτιδος αυτής ανθρωπότητος και ότι αυτή, παιδίον άγιο που διάλεξε ο Θεός, έπρεπε να γίνει ο αληθινός, ζων Ναός της θεότητος. Τοποθετημένη στα Άγια των Αγίων, όπου φυλάσσονταν τα τεκμήρια της επαγγελίας του Θεού, η Παρθένος αποκάλυπτε ότι τα σύμβολα και οι προτυπώσεις έπρεπε να εκπληρωθούν στο πρόσωπό της. 
Αύτη η ίδια ήταν το Άδυτο, η Σκηνή του Λόγου του Θεού, η Κιβωτός της Καινής Διαθήκης, η Στάμνος η φέρουσα το εξ ουρανού μάννα, η βλαστήσασα Ράβδος του Ααρών, η Πλαξ του Νόμου της Χάριτος. 
Σε αυτή διασαφηνίζονται οι σκιώδεις προφητείες: είναι η Κλίμαξ που ενώνει τη γη με τον ουρανό, την οποία είδε στο όνειρό του ο πατριάρχης Ιακώβ, η Στήλη νεφέλης που αποκαλύπτει τη δόξα του Θεού, η κούφη Νεφέλη του προφήτη Ησαΐα, το αλατόμητο Όρος του Δανιήλ, η κλειστή Πύλη του Ιεζεκιήλ διά της οποίας ο Θεός ήρθε να επισκεφθεί τους ανθρώπους, η ζώσα και εσφραγισμένη Πηγή που αναβλύζει εντός μας τα ύδατα της αιωνίου ζωής. 
Θεωρώντας πνευματικώς τα θαύματα τούτα που επρόκειτο να λάβουν χώρα στο πρόσωπό της, δίχως ακόμη να κατανοεί σαφώς πώς θα πραγματοποιούνταν, η Παναγία ανέπεμψε την προσευχή και μεσιτεία της προς τον Θεό με μεγαλύτερη ακόμη ένταση, για να σπεύσει ο Κύριος να εκπληρώσει τις υποσχέσεις του και να σώσει το ανθρώπινο γένος ερχόμενος να κατοικήσει μεταξύ των ανθρώπων. 
Όταν η Θεοτόκος εισήλθε στα Άγια των Αγίων, ο χρόνος δοκιμής και προετοιμασίας της Παλαιάς Διαθήκης πήρε τέλος και σήμερα εορτάζουμε τους αρραβώνες του Θεού με την ανθρώπινη φύση. Γι’ αυτό η Εκκλησία αγάλλεται και προτρέπει όλους τους φίλους του Θεού να αποσυρθούν κι αυτοί στον ναό της καρδιάς τους για να προετοιμάσουν την έλευση του Κυρίου με τη σιωπή και την προσευχή, απομακρυνόμενοι από τις απολαύσεις και τις μέριμνες του κόσμου.

Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας
Τόμος 3ος, Νοέμβριος,
Ίνδικτος

Τῇ ΚΑ' τοῦ αὐτοῦ μηνός, Μνήμη τῆς ἐν τῷ Ναῷ Εἰσόδου τῆς Θεομήτορος.


Κοντάκιον τῆς Ἑορτῆς 
Ἦχος δ'
Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ 
καθαρώτατος ναὸς τοῦ Σωτῆρος, ἡ πολυτίμητος παστὰς καὶ Παρθένος, τὸ ἱερὸν θησαύρισμα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, σήμερον εἰσάγεται, ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου, τὴν χάριν συνεισάγουσα, τὴν ἐν Πνευματι Θείῳ· ἣν ἀνυμνοῦσιν Ἄγγελοι Θεοῦ· Αὕτη ὑπάρχει σκηνὴ ἐπουράνιος. 
Ὁ Οἶκος
Τῶν ἀπορρήτων τοῦ Θεοῦ καὶ θείων μυστηρίων, ὁρῶν ἐν τῇ Παρθένῳ, τὴν χάριν δηλουμένην, καὶ πληρουμένην ἐμφανῶς, χαίρω, καὶ τὸν τρόπον ἐννοεῖν ἀμηχανῶ τόν ξένον καὶ ἀπόρρητον, πῶς ἐκλελεγμένη ἡ ἄχραντος, μόνη ἀνεδείχθη ὑπὲρ ἅπασαν τὴν κτίσιν, τὴν ὁρατὴν καὶ τὴν νοουμένην. Διό, ἀνευφημεῖν βουλόμενος ταύτην, καταπλήττομαι σφοδρῶς νοῦν τε καὶ λόγον, ὅμως δὲ τολμῶν, κηρύττω καὶ μεγαλύνω· Αὕτη ὑπάρχει σκηνὴ ἐπουράνιος.

Σ Υ Ν Α Ξ Α Ρ Ι Ο Ν 
Τῇ ΚΑ' τοῦ αὐτοῦ μηνός, Μνήμη τῆς ἐν τῷ Ναῷ Εἰσόδου τῆς Θεομήτορος. 
Στίχοι
νδον τρέφει σε Γαβριὴλ ναοῦ, Κόρη,
Ἥξει δὲ μικρὸν καὶ τὸ Χαῖρέ σοι λέξων.
Βῆ ἱερὸν Μαρίη τέμενος παρὰ εἰκάδι πρώτῃ.

Ταῖς τῆς Θεοτόκου πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. 
Ἀμήν.

Ἐν τῇ τραπέζῃ κατάλυσις ἰχθύος. 
Εἰδήσεις. 
1. πὸ σήμερον ἕως τῆς 24ης Δεκεμβρίου, ἐὰν ἑορτάζεται ἅγιος, ψάλλονται καταβασίαι «Χριστὸς γεννᾶται». 
2. Τῇ 22ᾳ καὶ τῇ 24ῃ Νοεμβρίου τῶν κανόνων τοῦ Μηναίου εἰς τὸν ὄρθρον προτάσσεται ὁ α΄ κανὼν τῆς ἑορτῆς, τῇ δὲ 23ῃ ὁ β΄ κανών. 
3. πὸ σήμερον μέχρι τῆς 25ης Νοεμβρίου σχολάζει ἡ παρακλητική (πλὴν Κυριακῆς), εἴθισται δὲ εἰς τὰς θ. λειτουργίας τῶν καθημερινῶν νὰ ψάλλωνται τὰ ἀντίφωνα τῆς ἑορτῆς (Τ.Μ.Ε., σελ. 49, §5)· κοντάκιον ὁμοίως τῆς ἑορτῆς.

Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2025

Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΤΗΣ ΣΤΑ ΑΓΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ

 


Γ΄.
Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΤΗΣ ΣΤΑ ΑΓΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ

ΠΗΓΗ: Εδώ

Αφοῦ ἡ Μαρία ἀπογαλακτίσθηκε σέ ἡλικία τριῶν ἐτῶν, οἱ γονεῖς της Ἰωακείμ καί Ἄννα, σύμφωνα μέ τήν ὑπόσχεσή τους, τήν ἀφιέρωσαν στόν Θεό. Τήν ὁδήγησαν στόν ναό τοῦ Θεοῦ μέ λαμπρή πομπή. Οἱ συγγενεῖς, οἱ φίλοι καί οἱ γείτονες τήν συνόδευαν χαρούμενοι. Λαμπαδηφόρες παρθένες συνοδεύουν τήν Ἀειπάρθενη. Ἔμοιαζαν σάν ἀστέρια, πού περικυκλώνουν τήν σελήνη. Καί ἔβλεπαν οἱ κάτοικοι τῆς Ἱερουσαλήμ αὐτήν τήν παράξενη πομπή, τήν τριετίζουσα Κόρη νά περιβάλλεται μέ τόση δόξα καί νά τιμᾶται μέ τόση λαμπρότητα[1]. Προσάγεται στόν ναό ἡ πανάμωμη Παρθένος, γιά νά ἐκπληρωθῆ ἡ ὑπόσχεση τῶν γονέων καί νά γίνη ἡ ἴδια ναός ἔμψυχος καί κατοικητήριο τοῦ Θεοῦ. 
Οἱ ἅγιοι Πατέρες ἐγκωμιάζουν τήν προθυμία τῆς Παρθένου σέ αὐτήν τήν ἡλικία νά προσέλθη στόν ναό καί νά ἐγκαταλείψη τούς γονεῖς της. «Αὐτή, ἡ ἀληθινά ἱερή καί Θεόπαις καί ὕστερα Θεομήτωρ Παρθένος, γεμάτη θεία χάρη καί τέλειο νοῦ, ἀκόμη καί σέ αὐτήν τήν ἡλικία, ἀντιλαμβανόταν ἀπό τότε, καί μάλιστα καλύτερα ἀπό τούς ἄλλους, τά τελούμενα σέ αὐτήν. Ἔδειξε μέ ὅποιον τρόπο μποροῦσε ὅτι δέν ὁδηγεῖται, ἀλλά αὐτή μόνη της, μέ ἐλεύθερη γνώμη προσέρχεται στόν Θεό, σάν νά εἶναι ἀπό ἑαυτοῦ της πτερουμένη πρός τόν ἱερό καί θεῖο ἔρωτα, καί νά θεωρῆ ἀγαπητή καί ἀξία της τήν εἴσοδο καί κατοικία στά Ἅγια τῶν ἁγίων»[2].

Οἱ θεοφιλεῖς καί φιλόθεοι γονεῖς της θαύμασαν βλέποντας «τό ἀνεπίστροφον» τῆς Παρθένου καί δόξασαν τόν Θεό. Τήν παραδίδουν στόν ἀρχιερέα Ζαχαρία, τόν πατέρα τοῦ Προδρόμου. Ἡ τριετής Κόρη ἀποχωρίσθηκε ἀπό γονεῖς καί ἀπό ὅλους ὅσους τήν συνόδευαν καί «μόνη ἐντελῶς, χαρούμενη προχώρησε πρός τόν ἱεράρχη μ᾿ εὐχαρίστηση, κοιτάζοντάς τον μέ χάρη καί γλυκύτητα, καί ἐπιβεβαιώνοντας, μέ τούς τρόπους πού μποροῦσε καί μέ ψελλίσματα, τήν ὁλοκληρωτική παράδοση στόν Θεό»[3].

Ὁ Ἀρχιερέας τότε παραξενεύθηκε, ἐξέστη καί χρηματισθείς μέσῳ τοῦ Λογείου, πού ἔφερε στό στῆθος του, κατανόησε ὅτι «αὐτή ἡ Κόρη εἶναι ἀληθινά πλήρης ἀπό θεῖες χάριτες, καί ὅτι αὐτή εἶναι πιό ἄξια ἀπό αὐτόν νά ἐμφανίζεται συνεχῶς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Κατάλαβε πολύ καλά ὅτι αὐτή ἡ Κόρη πρέπει νά εἰσέλθη καί νά ἀφιερωθῆ στά Ἅγια τῶν ἁγίων. Γι᾿ αὐτό, χωρίς καθόλου νά διστάση, οὔτε νά φοβηθῆ, τολμᾶ κάτι πρωτοφανές, πού εἶναι μέν δίκαιο, ἀλλά παραβαίνει τόν νόμο τοῦ Μωϋσέως, μᾶλλον δέ ὑπερβαίνει τόν νόμο καί ξεπερνᾶ τό γράμμα τοῦ νόμου, καί, ἐνεργώντας σύμφωνα μέ τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, φέρνει στά Ἅγια τῶν ἁγίων τό ἀφιέρωμα (τήν Μαρία). Καί ἔτσι, ὑποδέχεται τήν Κόρη ὁ τόπος, πού δέν εἶναι κἄν θεατός σέ κανέναν ἄλλον ἄνθρωπο, καί δέν εἶναι βατός σέ κανέναν, οὔτε στούς ἱερεῖς, παρά μόνο μία φορά τόν χρόνο εἰσέρχεται σέ αὐτόν ὁ Ἀρχιερέας»[4].

Ὁ ἀρχιερέας τοῦ Θεοῦ προσπάθησε νά πείση τούς ἀνθρώπους ὅτι ἡ εἴσοδος καί παραμονή τῆς Παρθένου στά Ἅγια τῶν ἁγίων, στόν τόπο ὅπου ἐμφανιζόταν καί μιλοῦσε ὁ Θεός στούς Ἀρχιερεῖς, ὅταν εἰσέρχονταν μόνο μιά φορά τό ἔτος, ἦταν ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ. «Ἔτσι, λοιπόν, καί γι᾿ αὐτούς τούς λόγους τοποθετήθηκε δικαίως στά ἅγια ἄδυτα σάν θησαυρός τοῦ Θεοῦ ἡ Κόρη, πού ἐξελέγη ἀνάμεσα στούς ἐκλεκτούς ἀπό αἰῶνες, πού ἀναδείχθηκε Ἁγία τῶν ἁγίων, πού ἔχει τό σῶμα καθαρώτερο καί θεϊκώτερο ἀκόμη καί ἀπό τά πνεύματα πού ἔχουν καθαρθῆ μέ τήν ἀρετή… Γι᾿ αὐτόν τόν λόγο δοξάζει τήν Μητέρα Του (ὁ Χριστός) καί πρίν ἀπό τήν Γέννησή Του καί μετά τήν Γέννηση»[5]. Σύμφωνα μέ τόν ἱερό Καβάσιλα, «τό ὅτι κατοίκησε στόν ἄβατο ἐκεῖνο χῶρο δέν εἶναι κάτι πού τιμᾶ τήν Παρθένο, ἀλλά μᾶλλον ἐκεῖνον τόν χῶρο. Ὅπως ἀκριβῶς, καί τό παλαιό πάσχα τιμᾶται ἀπό τήν προσθήκη τῆς σφαγῆς ἐκείνης πού συμβόλιζε, καί τό βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου ἀπό τό πνευματικό Βάπτισμα, καί τά ὑπόλοιπα σύμβολα ἀπό τίς ἀληθινές πραγματικότητες. Γιατί, ἄν ἄλλα σύμβολα συμβόλιζαν καί ὁδηγοῦσαν σέ ἄλλες πραγματικότητες, τά Ἅγια τῶν ἁγίων ὁδηγοῦσαν ἀσφαλῶς στήν Παναγία Παρθένο»[6]. 
Τά Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου 
θεόπαις Μαρία, λόγῳ τῆς ὑπερβάλλουσας καθαρότητος ὡς Ἁγία τῶν ἁγίων, κρίθηκε ἄξια ἀπό τόν Θεό νά κατοικήση στό ἁγιώτερο μέρος τοῦ ναοῦ, στά Ἅγια τῶν ἁγίων, χωρίς νά χρειάζεται καθαρισμό πρίν εἰσέλθη, ὅπως ὁ Ἀρχιερεύς. «Ἐπειδή δέν εἶχε ἀνάγκη ἀπό ἐξιλαστήριες θυσίες καί ἄλλους καθαρισμούς, ἀπέδειξε ὅτι δέν εἶχε τίποτε γιά νά καθαρίση (ἦταν ἀναμάρτητη). Καί δέν εἰσῆλθε ἁπλῶς στά Ἅγια τῶν ἁγίων μέ αὐτόν τόν τόσο παράδοξο τρόπο, ἀλλά καί κατοί- κησε ἐκεῖ ἀπό βρέφος μέχρι τήν νεανική της ἡλικία… Ὁ Ἀρχιερέας ἔφριττε καί ἔτρεμε νά διασχίση τήν εἴσοδο, καί αὐτό μιά φορά τόν χρόνο καί χωρίς νά ἔχη παραλείψει τίς ἐξιλαστήριες θυσίες, ἐνῶ ἡ Παρθένος χρησιμοποιοῦσε τά Ἅγια τῶν ἁγίων σάν κατοικία της καί ἔτρωγε καί κοιμόταν καί περνοῦσε ἐκεῖ ὁλόκληρη τήν ζωή της!»[7]. 
Ἔτσι μέ τήν εἴσοδό της στά Ἅγια τῶν ἁγίων εἰσέρχεται ὁ ἀληθινός καί πρωτότυπος ναός, ἡ παρθένος Μαρία, στό ἀντίτυπό του, στόν ναό τοῦ Θεοῦ. «Ἡ Μητροπάρθενος εὐθύς ἀμέσως ἀπό τήν βρεφική ἡλικία ποθεῖ νά κατοικήση τά Ἅγια τῶν ἁγίων, στό σκήνωμα τοῦ θείου ὀνόμα- τος, ὅπως λέγει ὁ Δαυΐδ. Διότι ποῦ θά ἦταν καταλληλότερο νά κατοικήσῃ ἡ ἀληθινά Ἁγία τῶν ἁγίων; Ποῦ ἀλλοῦ θά ἦταν καλύτερο νά στηθῆ ἡ ἀληθινή σκηνή τοῦ Θεοῦ; Πῶς δέν ἔχει τοποθετηθῆ σωστά ἡ ἀληθινή σκηνή ἐπάνω σέ αὐτήν τήν τυπική;»[8]. Αὐτήν προτύπωνε ἡ σκηνή τοῦ Μαρτυρίου καί ὁ ναός τοῦ Θεοῦ. Ἡ Παρθένος ἦταν τό ἀρχέτυπο, καί τώρα, ἡ σκιά καί ἡ ἀλήθεια, τό ἀντίτυπο καί τό πρωτότυπο, ἑνώθηκαν καί κατανοήθηκαν. «Ὁ ἴδιος χῶρος ἔπρεπε νά εἶναι καί ναός τοῦ Θεοῦ καί κατοικία τῆς Παρθένου, γιατί ἔπρεπε μέ τά ἴδια πράγματα νά λατρεύεται ὁ Θεός καί νά τιμᾶται ἡ Παρθένος, ἤ μᾶλλον ἔπρεπε ὁ ἴδιος οἶκος, πού εἶχε μέσα του τήν Παρθένο, νά εἶναι καί ναός τοῦ Θεοῦ»[9]. Συνεχίζοντας ὁ ἱερός Πατήρ σημειώνει: «Τιμοῦσαν τόσο πολύ ἐκεῖνον τόν χῶρο οἱ προεικονίσεις τῆς Πανάγνου, διότι ὅλα τά πράγματα, πού βρίσκονταν ἐκεῖ, εἶχαν τήν ἀναφορά τους καί ὁδηγοῦσαν σ᾿ Ἐκείνη. Γι᾿ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγο, ἐνῶ ἦταν ἀπροσπέ- λαστος (ὁ ναός, τά Ἅγια τῶν ἁγίων) σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἦταν βατός γι᾿ αὐτήν. Καί μόλις φάνηκε ἡ Παρθένος, ἀμέσως κατάργησε τόν νόμο, πού ἴσχυε ἀπό τήν ἀρχή, πρᾶγμα πού δείχνει ὅτι ὁ ναός δέν ἐπέτρεπε τήν εἴσοδο σέ κανέναν ἀπό τούς ἄλλους ἀνθρώπους, ἐπειδή τιμοῦσε ἐκείνη καί κρατοῦσε τόν ἑαυτό του μόνο γι᾿ αὐτήν»[10]. 
Εἰσῆλθε ἡ Παναγία στά Ἅγια τῶν ἁγίων καί ἔγινε ἡ ἴδια Ἅγια ἁγίων, μᾶλλον Ὑπεράγια ἁγίων, στά ὁποῖα θά εἰσέλθη ὁ Χριστός. Ὁ ὑπεράγιος βλαστός, ἡ Παρθένος, πού βλάστησε ἀπό ἁγία ρίζα, τούς ἁγίους Θεοπάτορες, ἀργότερα θά ἀποδώση τό ἀμάραντο ἄνθος τόν Χριστό. 
Ἡ παρθένος Μαρία παρέμεινε στά Ἅγια τῶν ἁγίων δώδεκα ὁλόκληρα ἔτη. «Προσκαρτεροῦσε φυλάττοντας τό θυσιαστήριο καί τό ναό· ἀκόμη ὑπηρετοῦσε καί διακονοῦσε τούς ἱερεῖς»[11]. 
Ὑπηρετοῦσε στό ναό, ἄκουγε τίς προσευχές καί τά ἱερά ἀναγνώσματα, καί ἐπιδόθηκε ἡ ἴδια στήν προσευχή καί στήν θεωρία τοῦ Θεοῦ. Ἡ Παρθένος «διάλεξε τήν ἀόρατη σέ ὅλους καί ἀκοινώνητη ζωή, διαμένοντας στά ἄδυτα. Μέσα σέ αὐτά, ἀφοῦ λύθηκε ἀπό κάθε ὑλικό δεσμό καί ξετίναξε κάθε σχέση καί ἀνυψώθηκε ἐπάνω καί ἀπό αὐτήν τήν συμπάθεια πρός τό σῶμα της, συνῆψε τόν νοῦ της μέ τήν πρός τόν ἑαυτό στροφή καί προσοχή καί μέ τήν ἀδιάλειπτη θεία προσευχή. Καί δι᾿ αὐτῆς ἐρχόμενη τελείως στόν ἑαυτό της καί ὑπερβαίνοντας τόν πολύμορφο συρφετό τῶν λογισμῶν, διέκρινε νέα καί ἀπόρρητη ὁδό πρός οὐρανούς, τήν νοητή σιγή. Καί προσέχοντας σέ αὐτήν τόν νοῦ, πετᾶ ἐπάνω ἀπό ὅλα τά κτιστά καί βλέπει καλύτερα ἀπό τόν Μωϋσῆ τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί ἐποπτεύει τήν θεία χάρη»[12]. 
Εἶναι ἄγνωστη καί ἀπερίγραπτη ἡ πνευματική ἐργασία τῆς Θεόπαιδος στά Ἅγια τῶν ἁγίων. Μόνο λίγα ἀναφέρουν ἡ ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας καί οἱ ἅγιοι Πατέρες. Ἡ Παρθένος Κόρη στά Ἅγια τῶν ἁγίων ἔβλεπε μόνο τόν Θεό καί τόν Θεό εἶχε τρυφή της. Ὁ Θεός τήν ἔβλεπε, τήν ἔτρεφε, τήν φύλαγε καί τήν προετοίμαζε γιά νά τήν κάνη Μητέρα Του[13]. «Ὅσο καιρό παρέμεινε στά ἄβατα τοῦ ναοῦ ἡ Πάνσεμνη, μόνο τόν Θεό σκεφτόταν πάντοτε, μόνο στόν Θεό ὁμιλοῦσε, καί ἡ μελέτη τῆς καρδίας της ἦταν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ διαπαντός…, καί ἔφθασε στήν ὁμοίωση τοῦ Θεοῦ, ξεπερνώντας ὅλους τούς ἀνθρώπους καί τούς Ἀγγέλους»[14]. 
Ἐκεῖ διαμένουσα ἡ Πανυπέραγνος εἶχε Ἀγγέλους νά τήν ὑπηρετοῦν, καί ἐτρέφετο μέ τροφή ἀπό τό πύρινο χέρι τοῦ Ἀγγέλου[15]. «Τά ἀναγ- καῖα γιά τήν τροφή της δέν εἶχε ἀνάγκη νά τῆς τά προσφέρουν ἄνθρωποι, ἀλλά Ἄγγελος ἑτοίμαζε τό τραπέζι της»[16]. «Μέ αὐτήν τήν τροφή δυνάμωνε καλύτερα τήν φύση της, καί συντηροῦσε καί τελειοποιοῦσε τόν ἑαυτό της, κατά τό σῶμα, καθαρώτερα καί ἀνώτερα ἀπό τίς ἀσώματες δυνάμεις, ἔχοντας ὡς ὑπηρέτες τούς οὐρανίους νό- ες, διότι δέν εἰσήχθη ἁπλῶς μιά φορά στά Ἅγια τῶν ἁγίων, ἀλλά παραλήφθηκε γιά νά συγκατοικήση κατά κάποιον τρόπο μέ τόν Θεό γιά πολλά χρόνια»[17]. 
Τί τό παράδοξο, ἄν ἔτρεφε ὁ Θεός τήν Παρθένο μέ τροφή, πού τήν προσκόμιζε Ἄγγελος; Παρόμοια παραδείγματα ἔχομε στούς Βίους τῶν Ἁγίων καί στά Γεροντικά. Ἄγγελοι νά φέρνουν τροφή καθημερινά σέ Ἁγίους. Ἄξιζε ἡ ὑπεράξια Παρθενομήτωρ νά ἔχη διάκονο Ἄγγελο γιά τήν διατροφή της, νά τρέφη ὁ Υἱός καί Λόγος μέ αὐτόν τόν παράδοξο τρόπο αὐτήν, πού θά γινόταν Μητέρα Του, «γιά νά μήν εἶναι σχεδόν τίποτε ἀνθρώπινο σέ αὐτήν, ἀλλά ὅλα νά φαίνωνται θεϊκά»[18]. «Παράδοξη ὑπῆρξε ἡ γέννησή της, παράδοξος ἦταν καί ὁ τρόπος τῆς σωματικῆς αὐξήσεως. Ὅλα στήν Θεοτόκο ἦταν θαυμαστά καί πα- ράδοξα καί ἀνερμήνευτα γιά τούς ἀνθρώπους»[19]. Κατά τόν ὑμνητή καί ἐγκωμιαστή τῆς Θεοτόκου ἅγιο Γεώργιο Νικομηδείας, «ἔπρεπε ὄχι στά Ἅγια τῶν ἁγίων, ἀλλά σέ αὐτόν τόν οὐρανό τοῦ οὐρανοῦ νά ἀνατραφῆ ἀπό τήν πρώτη ἡλικία της, αὐτή, πού φάνηκε πλατυτέρα τῶν οὐρανῶν… καί ὄχι νά ὑπηρετῆται ἀπό ἕνα μόνο Ἄγγελο, ἀλλά ἀπό μύριες μυριάδες, διότι Αὐτόν, πού ἐκεῖνοι ἀδυνατοῦν νά δοῦν, αὐτή μέ ὑπερφυσικό τρόπο τόν χώρησε στήν κοιλία της. Αὐτόν, πού περιβάλλε- ται τό φῶς ὡς ἱμάτιο, ἐκείνη τόν ἔκρυβε στούς κόλπους της. Αὐτόν, πού κρατᾶ στήν παλάμη Του τά σύμπαντα, αὐτή τόν κράτησε στήν ἀγκαλιά της, ὅταν ἔγινε ἄνθρωπος»[20]. 
Ἡ Παρθένος, ἐπειδή εἶχε ἔνοικη τήν θεοειδῆ χάρη ὅσο κανείς ἄνθρωπος, ἐπόθησε ἀπό τήν βρεφική ἡλικία νά ἀφιερωθῆ στόν Θεό. Ὁ νόμος ὑποχωρεῖ σάν σκιά, καί οἱ ἀκτῖνες τῆς θείας χάριτος λάμπουν στόν ναό τοῦ Θεοῦ μέ τήν εἴσοδο τῆς Πανάγνου. Κατά τήν ὑμνολογία τῆς ἑορτῆς τῶν Εἰσοδίων ἡ θεόπαις Μαρία, ὅταν εἰσῆλθε στά Ἅγια τῶν ἁγίων, «συνεισήγαγε τήν θείαν χάριν τήν ἐν Πνεύματι θείῳ»[21]. Ἡ εἴσοδος τῆς Κόρης στόν ναό εἶναι καί εἴσοδος τῆς χάριτος καί τῆς ἀληθείας φανέρωσις[22]. Ἡ τριετίζουσα Κόρη «εἰσῆλθε κατατρυφῆσαι τῆς θείας χάριτος»[23]. Ἦταν ἁγία καί πλήρης χάριτος, ἀλλά μέ τήν παραμο- νή της στόν ναό καί τήν πνευματική της ἐργασία ἔγινε ἁγιώτερη καί ἔλαβε μεγαλύτερη χάρη. Καθάρισε καί προετοίμασε τόν ἑαυτό της «εἰς Θεοῦ ὑποδοχήν». Ἡ Παρθένος «προεμνηστεύθη τῷ Πνεύματι μυστικῶς»[24] καί αὐτό τήν προετοιμάζει νά γίνη ἔμψυχος ναός, γιά νά δεχθῆ τήν ἐπέλευσή Του καί νά γίνη ἡ σάρκωση τοῦ Λόγου. Προε- τοιμάζει ἡ δωδεκαετής παραμονή τῆς Παρθένου στόν ναό τόν Εὐαγγελισμό της. Τότε τό Ἅγιο Πνεῦμα θά τήν καθαρίση ἀπό τό προπατορικό ἁμάρτημα, καί θά τήν ἀναδείξη κατοικητήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος καί μητέρα τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Θεοῦ. 
Ἡ Παρθένος Μαρία θά γίνη ὁ θεοχώρητος ναός, διότι θά χωρέση τόν ἀχώρητο Θεό στήν μήτρα της. Εἶναι τό δοχεῖον τοῦ Πνεύματος, τό ὁ- ποῖον ἀφιερώθηκε στόν ναό γιά νά ὑποδεχθῆ τόν Θεό Λόγο. Προσφέρθηκε στόν Θεό ὡς ἀνάθημα τίμιο καί εὐῶδες θυμίαμα, ὄχι γιά νά προσφερθῆ ὡς θυσία αἱματηρή, ἀλλά γιά νά προετοιμασθῆ νά γίνη «τερπνό καί ὡραῖο οἰκητήριο» τοῦ Χριστοῦ, λόγῳ τῆς καθαρότητός της. Ἡ πανάσπιλη ἀμνάς προσφέρεται στόν Κτίστη γιά ὁλοκαύτωμα καλύτερο ἀπό κάθε θυσία, ὄχι μέ τήν χύση τοῦ αἵματος, ἀλλά μέ τήν ὑπερβολική καθαρότητά της[25]. Εἰσῆλθε τριετής στόν ναό τοῦ Θεοῦ, παρέμεινε δώδεκα ἔτη στά Ἅγια τῶν ἁγίων, καί ἔκανε τόν ἑαυτό της θεοχώρητο ναό γιά τόν Δημιουργό της[26].

Ἀπόσπασμα ἀπό τό ἐκδοθέν βιβλίο 
Η ΘΕΟΓΕΝΝΗΤΡΙΑ, 
σ. 116, Ἅγιον Ὄρος 2025. 
1. Βλ. Ἁγ. Θεοφυλάκτου, Λόγ. Εἰς τήν ἑορτήν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, ὅτε προσηνέχθη τῷ ναῷ παρά τῶν γεννητόρων αὐτῆς, PG 126, 136B.
2. Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Λόγ. ΝΓ΄, Εἰς τήν Εἴσοδον καί εἰς τόν θεοειδῆ βίον τῆς Θεοτόκου, ΕΠΕ 11, σ. 253.
3. Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Λόγ. ΝΓ΄, Εἰς τήν Εἴσοδον καί εἰς τόν θεοειδῆ βίον τῆς Θεοτόκου, ΕΠΕ 11, σ. 293.
4. Ἁγ. Θεοφυλάκτου, ἔνθ᾿ ἀνωτ., PG 126, 136CD.
5. Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Λόγ. ΝΓ΄, Εἰς τήν Εἴσοδον καί εἰς τόν θεοειδῆ βίον τῆς Θεοτόκου, ΕΠΕ 11, σ. 255.
6. Ἁγ. Νικολάου Καβάσιλα, …, σ. 95.
7. Αὐτόθι, σ. 91.
8. Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Λόγ. ΝΓ΄, Εἰς τήν Εἴσοδον καί εἰς τόν θεοειδῆ βίον τῆς Θεοτόκου, ΕΠΕ 11, σ. 285.
9. Ἁγ. Νικολάου Καβάσιλα, …, σ. 93.
10. Αὐτόθι, σ. 97.
11. Ἐπιφανίου μοναχοῦ καί πρεσβυτέρου, Λόγ. Περί τοῦ βίου τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, PG 120, 192C.
12. Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Ὁμ. ΝΓ΄, Εἰς τήν Εἴσοδον καί τόν θεοειδῆ βίον τῆς Θεοτόκου, ΕΠΕ 11, σ. 339.
13. Βλ. Αὐτόθι, σ. 323.
14. Ἰσιδώρου Θεσσαλονίκης, Λόγ. Β΄, Εἰς τήν εἰς τά Ἅγια τῶν ἁγίων Εἴσοδον τῆς παναχράντου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας, PG 139, 64B.
15. Βλ. Ἁγ. Γερμανοῦ Α΄, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Λόγ. Εἰς τήν Εἴσοδον τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, PG 98, 304B.
16. Ἁγ. Νικολάου Καβάσιλα, …, σ. 91.
17. Ἁγ. Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, Λόγ. ΝΓ΄, Εἰς τήν Εἴσοδον καί τόν θεοειδῆ βίον τῆς Θεοτόκου, ΕΠΕ 11, σ. 254–255.
18. Ἁγ. Θεοφυλάκτου, ἔνθ᾿ ἀνωτ., PG 126, 137A.
19. Βλ. Τροπάριον ε΄ ᾠδῆς τοῦ πρώτου κανόνος τῶν Εἰσοδίων.
20. Ἁγ. Γεωργίου Νικομηδείας, Λόγ. Γ΄, Εἰς τήν Γενέθλιον ἡμέραν τῆς Θεοτόκου, PG 100, 1436BC.
21. Πρβλ. Κοντάκιον ἑορτῆς.
22. Βλ. Ἁγ. Ἀνδρέου Κρήτης, Λόγ. Α΄, Εἰς τό Γενέθλιον τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, PG 97, 805A.
23. Τροπάριον ς΄ ᾠδῆς, δευτέρου κανόνος τῆς ἑορτῆς.
24. Γ΄ τροπάριον τῶν Αἴνων τῶν Εἰσοδίων.
25. Βλ. Ἁγ. Γεωργίου Νικομηδείας, Λόγ. Ε΄, Ἐγκώμιον εἰς τήν ἀπόδοσιν τῆς ἁγίας Θεοτόκου ἐν τῷ ναῷ, PG 100, 1420A.
26. Βλ. Ἰσιδώρου Θεσσαλονίκης, Λόγ. Β΄, Εἰς τήν εἰς τά Ἅγια τῶν ἁγίων Εἴσοδον τῆς ἀειπαρθένου Μαρίας, PG 139, 48C.

Δημοφιλείς αναρτήσεις