Παρασκευή 11 Ιουλίου 2025

Την οδό του αντιχρίστου θα συνοδεύσει αναπόφευκτα άσκηση παγκόσμιας βίας …

Επιστολή 45

Η ουσία της απογνώσεως.
Η προσευχή για τη μεταστάσα αδελφή. Ο αντίχριστος.

The Old Rectory
27 Μαΐου 1971

Πάλι με αγάπη προσευχήθηκα για την Αλεξάνδρα. Στο παρελθόν σου είπα και σου έγραψα ότι αυτή η δύστυχη πέρασε τη ζωή της σε απόγνωση. Τώρα θα διασαφηνίσω τη σκέψη μου. Όταν μιλώ για «απόγνωση», δεν εννοώ κάποια σκυθρωπότητα, κάποια δυσφορία σαν από δυσπεψία, αϋπνία κλπ… Όχι. Η ουσία της απογνώσεως είναι η απώλεια της ελπίδας, της «προσδοκίας» να φθάσουμε τη θεία αιωνιότητα. Οι άνθρωποι δεν το καταλαβαίνουν αυτό. Κυρίως οι άνθρωποι του «πολιτισμένου», «ουμανιστικού αιώνα μας … Να «σκοτώσει» όμως κάποιος εντελώς μέσα του την ικανότητα του ανθρωπίνου πνεύματος να προσλάβει την αιωνιότητα δεν είναι σε όλους κατορθωτό. Και εκείνοι που το κατόρθωσαν, ζουν όπως ζουν και τα ζώα. Εκείνοι όμως που δεν το κατόρθωσαν, ζουν σε καταστάσεις κρυφής εσωτερικής συγκρούσεως. Έτσι η δύστυχη Αλεξάνδρα μας πέρασε τη ζωή της χωρίς να καταλαβαίνει τον ίδιο τον εαυτό της. Εγώ όμως δεν απελπίζομαι τελείως γι’ αυτήν, διότι ήταν άνθρωπος κατά βάθος τίμιος, και στη συνάντηση με τη νέα πραγματικότητα πιστεύω ότι θα επιλέξει την αληθινή και αιώνια.

Τελώντας την Λειτουργία προσεύχομαι βεβαίως για όλο τον κόσμο και δεν αμφιβάλλω ότι, ωσότου προσφέρεται στον κόσμο αυτό η θυσία αυτή της αγάπης, ο κόσμος θα διατηρηθεί στην ύπαρξή του. Όταν όμως θα παύσει να προσφέρεται η θυσία αυτή, τότε αναπόφευκτα ο κόσμος θα κατακαεί στο πυρ του γενικού μίσους. Ναι, ακόμη και ως σήμερα δεν βλέπουμε στους αιώνες που πέρασαν τέτοια εποχή, κατά την οποία ο Χριστιανισμός έγινε σοβαρά δεκτός από τις ανθρώπινες μάζες. Μπορούμε ακριβέστερα να πούμε ότι η απουσία της αγάπης του Χριστού από τις ψυχές εκείνων που με τη βία επάνω στους πιο αδύνατους άρπαξαν την εξουσία, οδήγησε στις φοβερές παραμορφώσεις όλης της ζωής της ανθρωπόνητος, και εξαιτίας αυτού έγινε αδύνατη σε όλους η σαφής αίσθηση της παρουσίας του Θεού. Στην τύφλωση από το μίσος οι άνθρωποι χάνουν τελείως την αίσθηση αυτή, και τότε γι’ αυτούς «πεθαίνει ο Θεός». Για την επιβεβαίωση της σκέψεώς μου έστρεψα από πολλού ήδη την προσοχή μου στο ότι και τα τέσσαρα Ευαγγέλια αρχίζουν με αναφορά στην προφητεία του Ησαΐου:

«Ετοιμάσατε την οδόν Κυρίου … Πάσα φάραγξ (δηλαδή υποβάθμιση και άσκηση βίας επάνω στους ανθρώπους) πληρωθήσεται και παν όρος (δηλαδή βίαιη κυριαρχία επάνω στους αδελφούς) ταπεινωθήσεται … και αι τραχείαι εις οδούς λείας, και (μόνο τότε) όψεται πάσα σαρξ το σωτήριον του Θεού»[1].

Αν βρεις, να διαβάσεις τον υπέροχο εικοστό τέταρτο λόγο του οσίου Συμεών του Νέου Θεολόγου … Ο άγιος αυτός, σε συμφωνία με όλους εκείνους που προηγήθηκαν από αυτόν και με εκείνους που ήρθαν στον κόσμο μετά από αυτόν, λέει ότι «ο Θεός για τη ζωή στον κόσμο αυτό δημιούργησε πατέρα και υιό και όχι δούλο και μισθωτό … Η δουλεία προήλθε από την μεταξύ των ανθρώπων έχθρα, εξαιτίας της οποίας άρχισαν να πολεμούν ο ένας εναντίον του άλλου και ο ένας να υποδουλώνει τον άλλον. Και η εξαγορά των ανθρώπων εξαιτίας της φτώχιας και των ελλείψεων, που άρχισαν να κυριεύουν τους πιο αδυνάτους λόγω της απληστίας και της πλεονεξίας των ισχυροτέρων … Χωρίς βία και φτώχια κανένας δεν θα γινόταν δούλος ή μισθωτός …».

Αυτός ο παραμορφωμένος από το μίσος των ανθρώπων κόσμος κρύβει από την όραση το Υπέροχο Πρόσωπο του Θεού. Ο Θεός δεν ενεργεί με βία· διαφυλάσσει με άγιον τρόπο την ελευθερία εκείνου που δημιουργήθηκε «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσίν» Του. Επιπλέον βλέπει με υπομονή και τις κακές ακόμη εκδηλώσεις της ελευθερίας του ανθρώπου. Και η υπομονή Του αυτή θα διατηρηθεί τόσο, ώστε να γίνει δυνατή η εμφάνιση του αντιχρίστου, που θα αποπειραθεί να παραμερίσει τον Αληθινό Θεό και ακολούθως να ανακηρύξει θεό τον εαυτό του. Την οδό του αντιχρίστου θα συνοδεύσει αναπόφευκτα άσκηση παγκόσμιας βίας … Πολλοί θα σκανδαλισθούν με αυτό. Θα εγερθεί σ’ αυτούς το ερώτημα: Πού είναι λοιπόν ο Θεός; Πού είναι η Πρόνοιά Του για κάθε κτίσμα; Ανάμεσα σ’ αυτούς που σκανδαλίστηκαν ήταν και η δική μας φτωχή Αλεξάνδρα. Δεν αντιλήφθηκε τις οδούς του Θεού και υπερασπιζόμενη το ανθρώπινο δίκαιο απέρριψε τη δικαιοσύνη του Θεού. Τώρα όμως που βρέθηκε σε συνθήκες που μπορεί να δει ότι ο Θεός είναι δυνατός και μετά θάνατον να δώσει στον άνθρωπο το πλήρωμα της ζωής και της μακαριότητος, με απλότητα και χαρά θα προχωρήσει στη συνάντησή Του: «Μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην, ότι αυτοί χορτασθήσονται»[2].

Θα ήθελα να μου περιέγραφες εσύ, όσο το δυνατό λεπτομερέστερα, τις τελευταίες ημέρες της ζωής της Αλεξάνδρας μας. Γνωρίζω ότι ο θάνατος του ανθρώπου είναι τραγικός και μόνο από τη φύση του. Είναι χαροποιός, μόνο όταν το πνεύμα του ανθρώπου πέρασε αληθινά τα όρια του θνητού και με δύναμη αισθάνεται την αδυναμία του θανάτου. Γράψε μου, αν μπορείς, τα βάσανά της. Για τις θλίψεις όλων σας δεν ερωτώ, γιατί η πλευρά αυτή μου είναι σαφής.

Ολοένα υποφέρεις από πονοκεφάλους. Ο π. Ραφαήλ[3] σου είπε ήδη ότι «καλύτερα να είναι κάποιος ανόητος, παρά να υποφέρει από πονοκεφάλους». Εγώ όμως δεν συμφωνώ μαζί του. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη συμφορά από το να είναι κάποιος ανόητος, έστω και αν κανένας από αυτούς δεν το συνειδητοποιεί. Κάτι που είναι ακόμη χειρότερο: Η πλειονότητα των ανθρώπων δεν είναι ικανοποιημένη με τη «μοίρα» τους, αλλά είναι φοβερά δύσκολο να συναντήσεις άνθρωπο που δεν είναι ικανοποιημένος με τον νου του. Με πόση βεβαιότητα μιλούν όλι για το δίκιο τους! Η πιο συνηθισμένη απάντηση είναι το «όχι» απέναντι στη σκέψη του άλλου …

[1] Λουκ. 3,4-6 (3.4 ὡς γέγραπται ἐν βίβλῳ λόγων Ἡσαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος· φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους Αὐτοῦ· 3.5 πᾶσα φάραγξ πληρωθήσεται καὶ πᾶν ὄρος καὶ βουνὸς ταπεινωθήσεται, καὶ ἔσται τὰ σκολιὰ εἰς εὐθεῖαν καὶ αἱ τραχεῖαι εἰς ὁδοὺς λείας, 3.6 καὶ ὄψεται πᾶσα σὰρξ τὸ σωτήριον τοῦ Θεοῦ)·

Ησ. 40,3-5 (3 φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ· ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου. εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. 4 πᾶσα φάραγξ πληρωθήσεται καὶ πᾶν ὄρος καὶ βουνὸς ταπεινωθήσεται, καὶ ἔσται πάντα τὰ σκολιὰ εἰς εὐθεῖαν καὶ ἡ τραχεῖα εἰς ὁδοὺς λείας· 5 καὶ ὀφθήσεται ἡ δόξα Κυρίου, καὶ ὄψεται πᾶσα σάρξ τὸ σωτήριον τοῦ Θεοῦ, ὅτι Κύριος ἐλάλησε)·

Βλ. Ματθ. 3,3 (3.3 Οὗτος γάρ ἐστιν ὁ ρηθεὶς ὑπὸ Ἡσαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος· φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ)·

Μάρκ. 1,2 (1.2 Ὡς γέγραπται ἐν τοῖς Προφήταις, ἰδοὺ Ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν ἄγγελόν Μου πρὸ προσώπου Σου, ὃς κατασκευάσει τὴν ὁδόν Σου ἔμπροσθέν Σου· 1.3 φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους Αὐτοῦ)·

Ιωάν. 1,23 (1.23 ἔφη· ἐγὼ φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ, εὐθύνατε τὴν ὁδὸν Κυρίου, καθὼς εἶπεν Ἡσαΐας ὁ προφήτης).

[2] Ματθ. 5,6.

[3] Μοναχός της Ι. Μονής του Τιμίου Προδρόμου στο Έσσεξ.

 

Γράμματα στη Ρωσία

Αρχιμανδρίτου ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ(Σαχάροφ)
εκδόσεις Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας


Τὸ Πρόσωπο τοῦ Φωτὸς Εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν Ἅγιο Σωφρόνιο

Τὸ Πρόσωπο τοῦ Φωτὸς
Εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν Ἅγιο Σωφρόνιο 
Μοναχὴ Γαβριηλία 

πηγή:εδώ  

ποιος εἶδε τὸ Ἄκτιστο Φῶς καὶ ἀναγνώρισε στὸ Φῶς αὐτὸ τὸν Χριστό, αὐτὸς ποτὲ πλέον δὲν θὰ μπορέσει νὰ ἀρνηθεῖ τὴ γνώση ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός, ὁ Δημιουργὸς τοῦ κόσμου.¹

Χριστὸς ἦταν τὸ κέντρο τῆς ζωῆς τοῦ ἁγίου Σωφρονίου. Κατὰ τὴν πρώιμη παιδική ἡλικία του εἶχε τὴν ἐμπειρία τοῦ Ἀκτίστου Φωτός. Στὴν ἐφηβεία ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ στράφηκε πρὸς τὸ σκοτάδι τῆς ἀνυπαρξίας. Ὁ Χριστὸς ὅμως τὸν ἀναζήτησε καὶ στὸ σκοτάδι εἰσέδυσε λεπτὴ ἀκτίνα Φωτός, στὴν ὁποία ὁ Ἅγιος ἀναγνώρισε τὸν Δημιουργό του. Ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμὴ καὶ γιὰ ὅλη τὴν ὑπόλοιπη ζωή του, μὲ φλογερὴ προσευχὴ μετανοίας, ἐπιζητοῦσε νὰ γίνει ἐγγὺς τοῦ Χριστοῦ καὶ ὁ Κύριος εἰσάκουσε τὴ δεήσή του, χαρίζοντάς του καὶ πάλι τὴ χάρη τῆς θεωρίας τοῦ Ἀκτίστου Φωτὸς καὶ τῆς σπάνιας δωρεᾶς τῆς προσευχῆς, κατὰ τὴν ὁποία ὁ Ἴδιος ὁ Χριστὸς προσευχόταν μέσα του. 
Ὅταν τὸ Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ -καθώς ἐστιν- ἀποκαλύπτεται σὲ ἐμᾶς, μένουμε μὲ τόσο βαθειὰ αἴσθηση γι’ Αὐτόν, ποὺ καθετὶ ἄλλο ὠχριᾶ καὶ τότε ἀρχίζει μιὰ νὲα περίοδος στὴ ζωή μας. Ἔχοντας ἀγαπήσει τὸν Χριστό, τὸν Δημιουργό μας, ἔχοντας δεῖ τὸ Πρόσωπό Του, θὰ ἐμπνευστοῦμε μὲ πύρινη ἔμπνευση γιὰ ὅλη μας τὴ ζωή.[2]

Πρὸς τὸ τέλος τῆς μακρᾶς ζωῆς του ὁ ἅγιος Σωφρόνιος συνέγραψε τὴν πνευματική αὐτοβιογραφία του καθὼς καὶ κάποια ἀκόμη βιβλία, ὅπου περιέγραψε τὴν ἐσωτερική του πορεία καὶ ἐμπειρία γιὰ τὴν ὠφέλεια τῶν ἄλλων. Ὅμως ὁ λόγος κάποτε δὲν ἐπαρκεῖ νὰ ἀποδώσει αὐτὸ ποὺ μπορεῖ νὰ διηγηθεῖ ἡ εἰκόνα, ποὺ ἀπὸ μόνη της μπορεῖ νὰ ἐκφράσει χιλιάδες λέξεις. 
Ὁ ἅγιος Σωφρόνιος ζωγράφισε ἀρκετὲς εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ. Δαπανοῦσε πολλὲς ὧρες ἀναζητώντας προσεκτικὰ τὸ σωστὸ βλέμμα, τὴν ὀρθὴ ἀπόδοση τοῦ φωτός, τῆς ταπείνωσης, τῆς πραότητας, ὅπως ἐπίσης καὶ τὴ σωστὴ ἔκφραση τῆς Θείας ἰσχύος τοῦ ὑπερκόσμιου αἰωνίου, ἐνδεδυμένου τὴν ἀνθρώπινη μορφή. Ὡστόσο ποτὲ δὲν ἔμενε πλήρως ἰκανοποιημένος μὲ τὸ ἀποτέλεσμα. Παρατηροῦσε ὅτι ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποδώσει κάποιος μόνο ἐν μέρει τὸν Χριστὸ καὶ ὅτι ἡ εἰκόνα Του λειτουργεῖ ὡς ἐφαλτήριο· βλέπουμε στὴν εἰκόνα τὸ πρόσωπό Του καὶ ὁ νοῦς μας ἀνάγεται ἀπείρως ὑψηλότερα, πέρα ἀπὸ αὐτή, πρὸς τὸν Δημιουργό μας. 
Παρὰ τὴν ἔντονη ἀναζήτησή του νὰ ἀπεικονίσει τὸν Χριστό, ὁ ἅγιος Σωφρόνιος δὲν ἔπαψε νὰ προσπαθεῖ νὰ ζωγραφίσει τὴν εἰκόνα Του, ἐλπίζοντας κάθε φορὰ νὰ ἀποδώσει κάτι περισσότερο ἀπὸ Ἐκεῖνον. 
Ἔρεισμα καὶ πρότυπο γιὰ τὸν ἅγιο Σωφρόνιο ὑπῆρξε ἡ Σινδόνη τοῦ Τορίνο, τὴν ὁποὶα θεωροῦσε ὡς φωτογραφία δοσμένη ἀπὸ τὸν Θεὸ σὲ μιὰ ἐποχὴ τεχνολογικῆς ἐξέλιξης, ὅταν ἡ γῆ στράφηκε ταχύτερα πρὸς τὴν ἀρχὴ τοῦ τέλους. Κι ὅμως, ὅλως παραδόξως, πρὶν ἀκόμη ἐμφανισθεῖ ἡ ἀρνητικὴ ἀποτύπωσή της στὸν σκοτεινὸ θάλαμο τοῦ ἰταλοῦ φωτογράφου Σεκόντο Πία τὸ 1898, ἡ πλειοψηφία τῶν εἰκόνων, τῶν τοιχογραφιῶν καὶ τῶν ψηφιδωτῶν τῶν παλαιότερων ἁγιογράφων φέρουν σχεδὸν ταυτόσημα χαρακτηριστικὰ μὲ τὴ φωτογραφία Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ὁ Χριστὸς ἀποκάλυψε τὸν ἑαυτό Του σὲ πολλοὺς ταπεινοὺς ζωγράφους στὸ παρελθόν, μὲσα στὸ ἀέναο ρεῦμα τῆς Παράδοσεως. Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ ὁδὸς ποὺ ἀκολούθησε καὶ ὁ ὅσιος Γέροντας, ἴσως ὅμως μὲ ἕναν δικό του ἰδιαίτερο τρόπο. 
Ὁ ἁπλὸς ἁγιογράφος τίθεται στὴ διακονία τοῦ προσώπου ποὺ σκοπεύει νὰ ἀπεικονίσει ἤ ὅταν πρόκειται γιὰ παραστάσεις ἑορτῶν, στὸ πνεῦμα τοῦ γεγονότος. Μὲ προσοχὴ καὶ προσευχή, κατὰ τὸ μέτρο τῶν δυνατοτήτων του, ἀρχίζει νὰ δημιουργεῖ. Τὸ πιὸ σημαντικό εἶναι νὰ κρατήσει ταπεινὴ στάση, γιατί, ὅταν ὑπερισχύει τὸ ἐγώ, χάνεται ἡ ἐπαφὴ μὲ τὸν εἰκονιζόμενο Ἅγιο καὶ τὸ ἔργο παύει πλέον νὰ φέρει
πνευματικὴ χροιά. Εἶναι σκληρὴ καὶ ἀπαιτητικὴ ἐργασία, μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ὁ ἴδιος πρέπει νὰ ἀρνηθεῖ κάθε ἀλλότρια σκέψη ὡς πρὸς τὸ ἐπικείμενο ἱερὸ ἔργο. Σὲ σπάνιες περιπτώσεις δημιουργεῖται κάποια σύνδεση μεταξὺ αὐτοῦ καὶ τοῦ αἰώνιου προσώπου ποὺ ἀπεικονίζεται. 
Σὲ τέτοιες στιγμὲς μεταδίδεται στὸν ἁγιογράφο μιὰ μικρὴ γεύση αἰωνιότητος ποὺ ταπεινώνει τὸ πνεῦμα του, ἐφόσον φέρει χαρακτήρα κρίσεως. Κατοπτεύει τὸ ὑπερκόσμιο καὶ γεύεται τὸ αἰώνιο. Κι ἂν αὐτὸ συμβαίνει σὲ ἕναν ἁπλὸ ἁγιογράφο, πόσο μᾶλλον ἰσχύει γιὰ ἐκεῖνον ποὺ ἦρθε σὲ ἄμεση ἐπαφὴ μὲ τὸν Χριστό, εἴτε μέσῳ τῆς θεωρίας τοῦ Προσώπου Του, εἴτε μὲ τὴν ἔλλαμψη τοῦ Ἀκτίστου Φωτός. Σὲ αὐτὴ τὴν περίπτωση τὸ βάρος τῆς εὐθύνης νὰ ἀποδοθεῖ ὅσο τὸ δυνατὸν εὐκρινέστερα τὸ θεωρούμενο Πρόσωπο, εἶναι ἀπείρως μεγαλύτερο ἀπὸ ὅτι γιὰ τὸν καλλιτέχνη ποὺ ἁπλῶς ἀκολουθεῖ πρότυπα ἢ προγενέστερες ἀποκαλύψεις ἀποτυπωμένες σὲ εἰκόνες. 
Ὁ ἅγιος Σωφρόνιος εἶχε δεχθεῖ τὴ σπάνια δωρεὰ τῆς θεωρίας τοῦ Ἀκτίστου Φωτός, ἀλλὰ καὶ τῆς προσωπικῆς συναντήσεως μὲ τὸν Ζῶντα Χριστό. Ἡ πνευματικὴ αὐτὴ κατάσταση χάρισε στὸν Γέροντα ἕναν σπάνιο συνδιασμὸ βαθειᾶς θεογνωσίας καὶ λεπτῆς καλλιτεχνικῆςαἴσθησης, γεγονὸς ποὺ ἔκανε τὸν Γέροντα νὰ ξεχωρίζει κατὰ πολὺ ἀπὸ τὰ μέτρα κάθε συνηθισμένου ἁγιογράφου. Ὁ κλῆρος του ἦταν νὰ ἀποδώσει πιστὰ τὴν προσωπική του ἐμπειρία μὲ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ καταστήσει τὸ Πρόσωπό Του προσιτὸ σὲ ὅλους. 
Ὁ ἴδιος ἀφιέρωνε πολλές ὧρες ἐπίπονης ἐργασίας γιὰ κάθε εἰκόνα ἢ τοιχογραφία τοῦ Δημιουργοῦ του καὶ συχνὰ ἔκανε προπαρασκευαστικὰ σχέδια καὶ μελέτες στὸ χαρτί, πρὶν ξεκινήσει τὸ βασικὸ ἔργο. Ὅλα τὰ βασάνιζε μὲ μεγάλη ἔνταση προσευχῆς, γνωρίζοντας ὁ ἴδιος πὼς οἱ ἄνθρωποι θὰ στρέψουν τὸ βλέμμα τους
στὴν εἰκόνα τοῦ Σωτῆρος ἐπιζητώντας βοήθεια, διόρθωση καὶ καθοδήγηση. 
Οἱ φορητὲς εἰκόνες καὶ οἱ τοιχογραφίες περνοῦσαν ἀπὸ διάφορα στάδια ποὺ πολλὲς φορὲς ἐξέπλητταν καὶ προκαλοῦσαν ἀπορία στὸν θεατή. Ὁ ἅγιος Σωφρόνιος ἔλεγε στοὺς μοναχοὺς καὶ στὶς μοναχὲς τῆς Μονῆς του ποτὲ νὰ μὴν κρίνουν ἕνα ἔργο πρὶν ὁλοκληρωθεῖ. 
Δυστυχῶς, μόνο τὰ ἔργα τῶν τελευταίων ἐτῶν τῆς ζωῆς του καταγράφηκαν στὶς διάφορες φάσεις τῆς ἐξέλιξής τους. Κάποιες ἀπὸ τὶς φωτογραφίες αὐτοῦ τοῦ βιβλίου ἀντανακλοῦν τὰ στάδια ἑνὸς ἔντονου ἀγώνα, τὸν ὁποῖο αἰσθάνεται κανείς, ὅταν τὶς παρατηρεῖ. Αὐτὸ γίνεται ἰδιαίτερα φανερὸ στὸ Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ στὸν Μυστικὸ Δεῖπνο, ποὺ βρίσκεται στὸν Ναὸ τοῦ ὁσίου Σιλουανοῦ, τοῦ πνευματικοῦ διδασκάλου τοῦ ἁγίου Σωφρονίου. 
Οἱ παλαιότερες εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ ἔχουν μιὰ ἐλαφρὰ αἴσθηση αὐστηρότητας, παρουσιάζοντάς Τον ὡς τὸν Νικητὴ τοῦ θανάτου. 
Μὲ τὸ πὲρασμα τῶν χρόνων, ὅμως, τὸ Πρόσωπό Του ἀποκτᾶ ἔκφραση περίλυπης ἀγάπης Τὸ Πρόσωπο τοῦ Κυρίου στὸν Μυστικὸ Δεῖπνο φέρει τὸ αἰώνιο βλέμμα τοῦ Δημιουργοῦ τοῦ κόσμου λίγο πρὶν ἀπὸ τὸ Πάθος Του. 
Διακρίνεται πάλι ἡ αἴσθηση τῆς ἐπικείμενης νίκης ἔναντι τοῦ θανάτου, ἡ ἔκφραση τῆς «εἰς τέλος» ἀγάπης Του γιὰ τὸ πλάσμα Του, ἀλλὰ καὶ τῆς βαθειᾶς λύπης Του γιὰ τὴν πτώση του. 
Γιὰ νὰ τὸ καταφέρει αὐτό, ὁ Γέροντας, ὄντας ὁ ἴδιος σχεδὸν ἐννενήντα χρονῶν, ἐργάστηκε γιὰ ἡμέρες ἀδιάκοπα ἐπάνω στὴ σκαλωσιά. 
Καθηλωμένος γιὰ ὧρες ἐπιχειροῦσε μὲ πολλὴ προσοχὴ νὰ ἀποδώσει εὐκρινέστερα τὴν ἔκφραση τοῦ Κυρίου, προσθέτοντας χρώμα ἢ χαράσσοντας ἐλαφρὰ τὴν τοιχογραφία προκειμένου νὰ ἀναδείξει μερικὰ φωτεινὰ σημεῖα, διορθώνοντας τὴν ἔκφραση τῶν ματιῶν, τῶν φρυδιῶν, τὸ περίγραμμα τῶν μαλλιῶν καὶ γενικὰ τὴν τονικότητα τοῦ ἔργου. Ὁ ἀναγνώστης μπορεῖ νὰ ἀντιληφθεῖ ἐν μέρει τὴν προσπάθεια τοῦ Ἁγίου σὲ ὅλη τὴν πορεία τῆς ἀναζήτησης τοῦ Ἀληθινοῦ Προσώπου. 
Κατὰ τὸ τελικὸ στάδιο, ὅταν ἡ μορφὴ τοῦ Προσώπου τοῦ Κυρίου ἦταν ἕτοιμη, ὁ ἅγιος Σωφρόνιος μοῦ ζήτησε νὰ ἀνέβω στὴ σκαλωσιά, ἐνῶ ὁ ἴδιος, καθισμένος στὸν κυρίως Ναὸ καὶ χρησιμοποιώντας κυάλια θεάτρου, μὲ καθοδηγοῦσε προσεκτικὰ στὴ λεπτὴ προσαρμογὴ τοῦ περιγράμματος τῆς μορφῆς στὸ χρυσὸ φόντο. Τὸ περίγραμμα τῆς μορφῆς ἐπηρεάζει πολὺ σημαντικὰ τὴν ἔκφραση στὸ σύνολό της. 
Τὸ συγκεκριμένο Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ στὴν τοιχογραφία τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου ἔρχεται νὰ συμπληρώσει τὶς γραφὲς τοῦ Ὁσίου: 
ἐκεῖ ποὺ οἱ λέξεις σταματοῦν, παίρνει τὸν λόγο ἡ εἰκόνα. Μέσω αὐτῆς τῆς τοιχογραφίας μπορεῖ κάποιος νὰ γίνει μέτοχος τῆς ἐγγύτητας τοῦ ἁγίου Γέροντα πρὸς τὸν Χριστό. Ἀπὸ κάθε σημεῖο τοῦ Ναοῦ μπορεῖ ὁ πιστὸς νὰ αἰσθανθεῖ ὅτι τὸ βλέμμα τοῦ Χριστοῦ ἀπευθύνεται σὲ αὐτὸν προσωπικὰ καὶ σὲ ὅλους. Ὁ Κύριος κοιτάζει μὲ ἀγάπη «εἰς τέλος» μὲ ἀγαθότητα, μὲ ἄκρα ταπείνωση, καλώντας ὅλους τοὺς πιστοὺς σὲ προσωπικὴ κοινωνία μαζί Του. Στὴν εἰκόνα αὐτὴ ὁ ἅγιος Σωφρόνιος ἔδωσε ὅλο τὸν ἑαυτό του. Ἄδειασε τὸν ἑαυτό του γιὰ χάρη τῶν ἄλλων, μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ ὠφεληθοῦν ἔστω καὶ λίγοι ἐκπληρώνοντας ἔτσι τὴν
προσευχὴ τοῦ Γέροντός του, ὁσίου Σιλουανοῦ: Δέομαί Σου, ἐλεήμον Κύριε, ἵνα γνωρίσωσί Σε ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ πάντες οἱ λαοὶ τῆς γῆς.[3]
Μερικὰ χρόνια ἀργότερα, ἀφοῦ εἶχε ἀπεικονίσει τὸ Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ στὸν Μυστικὸ Δεῖπνο καὶ καθὼς ἀκόμη ἀναζητοῦσε νὰ ἀποδώσει τὴ μορφὴ τοῦ Προσώπου μὲ τρόπο ἐπάξιο, ἔκανε ἕνα σχέδιο μὲ μολύβι γιὰ μιὰ νέα εἰκόνα ποὺ ἐπρόκειτο νὰ τοποθετηθεῖ στὸ τέμπλο τοῦ Ναοῦ ποὺ προαναφέρθηκε. Τὸ σχέδιο αὐτὸ μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ἡ κορωνίδα τῶν ἔργων του. Ἔχει τὴν πλησιέστερη ἔκφραση μὲ αὐτὴ ποὺ ζητοῦσε νὰ ἀποδώσει στὸν Χριστό. Ἡ ἀποτύπωση τῆς εἰκόνας στὸ ξύλο ὅμως, δὲν ἀπέδωσε μὲ τὴν ἴδια διαφάνεια τὸν αἰώνιο χαρακτήρα τοῦ Σωτῆρος. Ὡστόσο, ἡ εἰκόνα αὐτὴ στὸ τέμπλο τοῦ Ναοῦ τοῦ ὁσίου Σιλουανοῦ ἔχει κάτι ἰδιαίτερο. Κανένας φωτογραφικὸς φακὸς δὲν μπορεῖ νὰ συλλάβει τὴν Παρουσία ποὺ συνοδεύει τὴν εἰκόνα αὐτή. 
Θὰ λέγαμε ὅτι ἡ ἀόρατη αὐτὴ διάσταση ὀφείλεται στὶς προσευχὲς ποὺ ἀπηύθυναν οἱ πιστοὶ πρὸς τὴν εἰκόνα στὸ πέρασμα τοῦ χρόνου καὶ ἰδιαίτερα στὶς προσευχές τοῦ ὁσίου Γέροντος. Γενικὰ παρατηροῦμε ὅτι ἡ φωτογραφία δὲν μπορεῖ νὰ ἀποδώσει τὴν πραγματικὴ αἴσθηση καὶ διάσταση ποὺ ἔχει ἡ εἰκόνα αὐτή. Ἡ προσωπικὴ ἐμπειρία εἶναι ἀναντικατάστατη. 
Ἐν τέλει, τὸ σχέδιο τῆς ἐν λόγῳ εἰκόνας παραμένει ἡ πιὸ βαθειὰ καὶ δυνατὴ ἀπεικόνιση τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν Γέροντα. Μέσα ἀπὸ τὸ Πρόσωπο αὐτὸ ἂς ἀξιωθοῦμε νὰ γνωρίσουμε καὶ νὰ βρεθοῦμε ἐγγύτερα στὸν Δημιουργὸ καὶ Σωτήρα, Ἰησοῦ Χριστό, διὰ τῶν πρεσβειῶν τοῦ ὁσίου θεράποντός Αὐτοῦ, Γέροντος Σωφρονίου.  
[1]. Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου, Hearken my Beloved Brethren, Tolleshunt Knights: Stavropegic Monastery of St John the Baptist, 2021, p. 55.

[2]. Ο.π, σελ.98  

[3]. Ἀρχιμανδρίτου Σωφρονίου, Ὁ ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης, Ἱερὰ Μονὴ Τιμίου Προδρόμου, Ἔσσεξ Ἀγγλίας, 172018 p. 355


Τὸ Πρόσωπο τοῦ φωτός

Εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὸν Ἅγιο Σωφρόνιο

Ἀδελφὴ Γαβριηλία

Άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ

 


Άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ

Συναξάρι εδώ

Παρακλητικός κανόνας εδώ


 

1.Ο ΓΑΜΟΣ

15.Γράμματα στη Ρωσία - Η συγχρονη εκκλησιαστική ζωή. 
26.Η σοφία του κόσμου αυτού δεν μπορεί να σώσει τον κόσμο. 
29. Σωτηρία με την αγάπη και όχι με τον πλούτο των διανοητικών γνώσεων 

30. Ο κόσμος δεν χρειάζεται «πολιτική Εκκλησία»

31.ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΗΣ

32.Ἡ ψυχικὴ ἐνέργεια ποὺ ἐκπέμπουμε πληγώνει ἀόρατα τοὺς ἄλλους! 




Στις συζητήσεις με τους άλλους και στις πνευματικές συναντήσεις, όλοι εσείς πρέπει να προσεύχεσθε, ώστε να μην μιλάτε σύμφωνα με τον νου σας, αλλά σύμφωνα με εκείνο που θέλει ο Θεός.

Στις συζητήσεις με τους άλλους και στις πνευματικές συναντήσεις, όλοι εσείς πρέπει να προσεύχεσθε, ώστε να μην μιλάτε σύμφωνα με τον νου σας, αλλά σύμφωνα με εκείνο που θέλει ο Θεός. 
Ανθρωπίνως ομιλούντες, ο νους μας μπορεί να είναι πολύ ανεπτυγμένος, αλλά για την “επιστήμη” αυτή οι πλέον αξιόλογοι καθηγητές της θεολογίας μπορεί να γνωρίζουν λιγότερα από τους αγράμματους ανθρώπους, όπως για παράδειγμα ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ ήταν σχεδόν αγράμματος, ίσως λίγο περισσότερο από τον Σιλουανό. Αλλά αυτοί οι δύο άνθρωποι γνώριζαν αυτό το μυστήριο: τη γέννηση του λόγου του Θεού στην καρδιά μας. 


Αγιου Σωφρονίου του Εσσεξ
ΟΙΚΟΔΟΜΩΝΤΑΣ ΤΟΝ ΝΑΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΜΕΣΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΑΔΕΛΦΟΥΣ ΜΑΣ
ΤΟΜΟΣ Β’, σελ.244
 

Πέμπτη 10 Ιουλίου 2025

Η πρώτη ενέργεια του Θείου Φωτός δίνει συνήθως στον άνθρωπο να δει όχι τον Θεό και την αιώνια Βασιλεία Του, αλλά την προσωπική του κατάσταση·


 

Η πρώτη ενέργεια του Θείου Φωτός δίνει συνήθως στον άνθρωπο να δει όχι τον Θεό και την αιώνια Βασιλεία Του, αλλά την προσωπική του κατάσταση· τον χωρισμό του από την αιωνιότητα και μακαριότητα αυτή ή, με άλλα λόγια, το δικό του σκοτάδι και τον δικό του άδη. Το Φως αυτό, που φαίνεται κατ’ αρχάς σαν να έρχεται από πίσω, φωτίζει εκείνο τον χώρο της υπάρξεως που παρουσιάζεται μπροστά μας ως η πραγματικότητα μας. Και η πραγματικότητα αυτή είναι συνήθως ο χωρισμός μας από τον Θεό και από το Φως της ζωής, η αιχμαλωσία μας, η δουλεία μας, η φθορά μας, η μωρία μας, η ευτέλεια μας κλπ. Αυτό συνέβη και με τον Γέροντα Σιλουανό, όπως βλέπουμε από την πορεία της ζωής του. Ο αμετάθετος όρος για την όραση του Θείου Φωτός είναι η τήρηση των εντολών του Χριστού. Αν αφήσουμε τις εμπάθειες, τις δυσαρέσκειες, τις μικροφροντίδες μας, αν ποθήσουμε με όλη μας την καρδιά τον Θεό και τη ζωή με Αυτόν και εν Αυτώ κατά τον λόγο του αποστόλου Παύλου, «τα άνω ζητείτε, ού ο Χριστός εστιν εν δεξιά του Θεού καθήμενος, τα άνω φρονείτε, μη τα επί γης» (Κολ. 3,1‐2), τότε οπωσδήποτε θα αξιωθούμε της θεωρίας της Ουράνιας δόξας. 


ΑΓΙΟΥ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ (Σαχάρωφ)  
ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΖΩΗΣ

Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος :Δεν λαμβάνω μέρος στην οικουμενική κίνηση.



 
Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος 
Δεν λαμβάνω μέρος στην οικουμενική κίνηση. 

ΠΗΓΗ:ΕΔΩ 

Συνεπώς, όταν σας αφήσω, παρακαλώ να προφυλάσσεσθε από την παρεκτροπή αυτή των Ακαδημαϊκών διπλωμάτων. Κάποτε συνάντησα εδώ, στον δρόμο της Μονής μας, κάποιον άνθρωπο που μου είπε ότι πήρε τον τίτλο του διδάκτορος της θεολογίας. Και εγώ του απάντησα;

«Ε, λοιπόν; Στον εσκοτισμένο μας κόσμο αυτό εκτιμάται περισσότερο, παρά η αγιότητα!». 
Πού όμως μας οδήγησαν αυτές οι σχολές; μας οδήγησαν στο να κατασκευάσουμε κάποια τυποποιημένα όντα, που μιλούν για πράγματα τα οποία ποτέ δεν βίωσαν.

Από πού λοιπόν το σκοτάδι αυτό στην Εκκλησία μας; Από πού αυτά τα σχίσματα; 
Σας έχω μιλήσει ήδη πολλές φορές, αλλά το Πνεύμα με ωθεί να το επαναλάβω. Πριν ακόμη φύγω από σας -και το τέλος της ζωής μου είναι βέβαια εγγύς- θα ήθελα να γλιτώσετε από την πλάνη, από την οποία πάσχει ο σύγχρονος κόσμος στο επίπεδο της θεολογίας, ώστε κανένας να μη δημιουργεί λανθασμένες θεωρίες για τον Θεό, που να διαιρούν τον χριστιανικό κόσμο.

Αναλογισθείτε ότι στο Κέντρο της Γενεύης, στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, υπάρχουν περισσότεροι από διακόσιους διδάκτορες θεολογίας με διαφορετικές αντιλήψεις! Από πού αυτό; ο Θεός είναι ένας. 
Πώς γίνεται λοιπόν να υπάρχουν ομολογίες που να μισούν και να καταδιώκουν τις άλλες;

Τώρα παρατηρείται διωγμός των Ορθοδόξων σε όλο τον κόσμο. Και πώς προκαλούμε το μίσος αυτό; Εμείς φοβόμαστε «και μύγα να προσβάλουμε». Μας μισούν όμως περισσότερο από ό,τι τους εγκληματίες. Και αυτό δεν είναι καθόλου φαντασία, όπως γνωρίζουμε από την πείρα μας.

Αλλά «ας μη ταράσσεται η καρδιά σας, πιστεύετε στον Θεό, πιστεύετε στον Χριστό»[1] και συνεχίστε τη ζωή αυτή. Αυτός είπε: «Όπως μίσησαν εμένα άδικα[2], έτσι θα μισήσουν και εσάς για το όνομά μου»[3]. Συνεπώς, μη χάνετε τη βασική θεωρία: της ζωής χωρίς αμαρτία! 
Δεν λαμβάνω μέρος στην οικουμενική κίνηση. Η ιδέα μου όμως ήταν η εξής: να συγκεντρώνεσθε και να εξετάζετε πώς είναι δυνατόν να ζήσουμε χωρίς αμαρτία. Έρχονται διακόσιοι διδάκτορες θεολογίας και ο καθένας λέει τις θεωρίες του, φανερώνοντας έτσι την άγνοια και την αμάθειά του.

1. Βλ. Ιωάν. 14.1
2. Βλ. Ιωάν. 15,25
3. Βλ.Μαρκ. 13,13 

 

Αγίου Σωφρονίου του Έσσεξ, 
Οικοδομώντας το ναό του Θεού, 
τόμος Α, σελ. 309-311

Τετάρτη 9 Ιουλίου 2025

Η Αγία Αμαλία του Μομπέζ.

 10 Ιουλίου 

ΟΣΙΑ ΑΜΑΛΙΑ του Μομπέζ

πηγή :εδώ 

ΚΑΝΩΝ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΟΣ (εδώ)
ΕΙΣ ΤΗΝ ΟΣΙΑΝ ΚΑΙ ΘΕΟΦΟΡΟΝ ΜΗΤΕΡΑ ΗΜΩΝ ΑΜΑΛΙΑΝ ΤΩΝ ΒΡΥΞΕΛΛΩΝ
Η Αγία Αμαλία (στη φλαμανδική γλώσσα Αμαλβέργη ή Αμέλια της Lobbes ή της Binche) έζησε κατά τον 7ο μ.Χ. αιώνα. Πιστεύεται ότι γεννήθηκε κατά το 640 μ.Χ. στη Λιέγη (περιοχή Walloon, επαρχία Brabant, σημερινό Βέλγιο) του τότε βασιλείου των Καρολίδων το επονομαζόμενο Neustria (ή Neustrie). 
Πιθανολογείται ότι κοιμήθηκε μετά το 690 μ.Χ. (μεταξύ του 692 και 714 μ.Χ.). 
Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια και ήταν συγγενής (αδελφή ή ανεψιά) του Πιπίνου του Λάντεν (Δούκα της Βραβάνδης και Κόμη του Λάντεν, αυλικού των Φράγκων βασιλέων της δυναστείας των Καρολιδών). Παντρεύτηκε τον Κόμη Βιτγέρον (Δόυκα της Λωρραίνης και Κόμη της Βραβάνδης).

Ήταν μητέρα τουλάχιστον τριών και κατά άλλους πέντε αγίων, συγκεκριμένα του Αγίου Εμβέρτου (St. Emebert, που συγχέεται και με τον επίσκοπο Καμπραί), της Οσιομάρτυρος Ραϊνέλδης (St. Reineldis), της Οσίας Γουδούλης (St. Gudula), της Οσίας Φαραΐλδης (St. Pharaildis) και της Οσίας Ερμιλένδης (St. Ermelindis). 
Υπάρχουν αναφορές ότι ίσως παντρεύτηκε για δεύτερη φορά με τον Thoderic τον 3ο με τον οποίο απέκτησε τις Οσίες Φαραΐλδη και Ερμιλένδη και για αυτό οι βιογραφίες των τριών πρώτων τέκνων τις δεν αναφέρουν τα δύο τελευταία. 
Αυτό το ενδεχόμενο είναι λιγότερο πιθανό και είναι αναγκαία περεταίρω έρευνα για να εξακριβωθεί η πραγματικότητα. 
Έζησε ενάρετο βίο στον κόσμο, διακρινόμενο για τα έργα της αγάπης και της φιλανθρωπίας. Αφού ανέθρεψε τα τέκνα τις εν νουθεσία Κυρίου, από κοινού με τον σύζυγό της αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τα εγκόσμια για να μονάσουν. 
Γεγονός που σχεδόν αποκλείει την πιθανότητα η αγία να νυμφεύτηκε δύο φορές. 
Έτσι εκείνη εισήλθε στο μοναχικό στάδιο ακoλουθώντας ασκητικό βίο και κατατάχθηκε στο τάγμα των Βενεδικτίνων μοναχών σε μεγάλη ηλικία στη γυναικεία Μονή του Μομπέζ (Maubeuge, σημερινή Βόρια Γαλλία κοντά στα σύνορα με το Βέλγιο) ενώ ο σύζυγός της μόνασε στη Μονή του Λόμπς (Lobbes). 
Σύμφωνα με την παράδοση έλαβε το μοναχικό σχήμα από τον Άγιο Ουμβέρτο (St. Aubert) γύρω στο 668μ.Χ.

Η Αγία Αμαλία της Μομπέζ δεν πρέπει να συγχέεται με την Αγία Αμαλία (ή Αμαλβέργη) της Τέμσε (που ευλαβείται ιδιαίτερα στο Temse, το Ghent, το Munsterbilzen και άλλα μέρη της περιοχής Flanders, του σημερινού βορειοδυτικού Βελγίου) που έζησε ένα αιώνα αργότερα (741-772μ.Χ.) και τιμάται την ίδια ημέρα, στις 10 Ιουλίου. 
Κάποιοι τους προσάπτουν την επωνυμία «Αμαλβέργη η χήρα» του Μομπέζ και «Αμαλβέργη η Παρθένα» του Τέμσε για να τις ξεχωρίζουν. 
Όταν κοιμήθηκε οσιακά η Αγία Αμαλία του Μομπέζ πιθανότατα ετάφη στο Λόμπς μαζί με τον σύζυγό της. Εκεί βρίσκονται και τα λείψανά των περισσότερων παιδιών της. Η μεταφορά των λειψάνων της από τη Λόμπς στο Μπίνσε (Binche) έγινε κατά τον 15ο αιώνα και εορτάζεται στις 10 Ιουλίου.

Το συναξάρι της Αγίας Αμαλίας του Μομπέζ (Vita sanctae Amalbergae viduae) έχει γραφτεί από τον π. Ουγκό του Λόμπς (†1033-1063) μεταξύ 1033 και 1048 (δηλαδή πρίν το σχίσμα του 1054), εκτός από κάποιες λεπτομέρειες.

Απολυτίκιον.
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
σιότητος ἄγαλμα θεοσμίλευτον,
παιδαγωγίας ἀκρότης
τετράδος τέκνων τῶν σῶν,
συγχαιρόντων τῶν Ἁγίων ὁμηγύρεσι,
σκεῦος σοφίας τοῦ Θεοῦ,
Ἀμαλία, Βρυξελλῶν
μονάστρια θεηγόρε,
ὑπὲρ ἡμῶν ἐκδυσώπει
Χριστὸν τῶν πίστει εὐφημούντων σε.


Τρίτη 8 Ιουλίου 2025

Υπακοή στον πνευματικό κάνουν μόνοι οι ταπεινοί ...

 
Υπακοή στον πνευματικό κάνουν μόνοι οι ταπεινοί 
Θα σας μιλήσω συγκεκριμένα από τη ζωή μου. Όταν ήμουν στη Γαλλία, κατοικούσα με κάποιον ιερομόναχο, νεότερο από εμένα που τον γνώριζα από πολλά χρόνια. 
Ήταν πολύ έξυπνος, πολύ σοβαρός κλπ., αλλά δεν καταλάβαινε την υπακοή χωρίς να κάνει παρατηρήσεις. Έλεγε στους άλλους:

«Να υπακούσω χωρίς να καταλαβαίνω, είναι ανόητο. Ποιός είναι ο Γέροντας; Δεν λέει “χρησμούς”, δεν είναι “αλάθητος”, όπως ο Πάπας!Είναι απαραίτητο να καταλαβαίνουμε, αν πρέπει να ακολουθήσουμε τον λόγο του ή όχι». 
Αυτό που έλεγε στους άλλους έφθασε κάποτε μέχρις εμένα, και τότε αναγκάσθηκε να με ρωτήσει: 
«Είστε αλάθητος. 
Του απάντησα: 
«Με την ερώτηση αυτή τα ανατρέπετε όλα, δεν κάνετε παρά το δικό σας θέλημα, και βάζετε εσείς τον εαυτό σας πάνω από μένα». 
Αν ο πνευματικός πατέρας ζητά με την προσευχή απάντηση από τον Θεό, αυτή η απάντηση δεν είναι πάντοτε σύμφωνη με τη λογική της καθημερινής ζωής. Ένα πρόσωπο όπως αυτό για το οποίο σας είπα δεν μπορεί να ακολουθήσει αυτό τον λόγο, του φαίνεται ανόητος και δεν θα τον ακούσει. 
«Όταν παίρνουμε πάνω μας το δικαίωμα να κρίνουμε αν ο λόγος του Γέροντα είναι σωστός ή όχι, όπως σας εξήγησα, στην περίπτωση αυτή, εσείς είστε ο κριτής, ακόμη και όταν συμφωνείτε με τον λόγο μου, κατά βάθος δεν ακολουθείτε παρά τη δική σας αντίληψη, το ίδιον θέλημά σας». 
Ο άγιος Βαρσανούφιος λέει ότι σε παρόμοιες περιστάσεις δεν θέλει ούτε να καταδικάσει ούτε να δικαιώσει, αλλά δεν φέρει καμιά ευθύνη γι’ αυτούς που υπακούουν μόνο στην περίπτωση όπου βλέπουν στον λόγο του Γέροντά τους ένα νόημα που τους φαίνεται σωστό και αρνούνται να τον ακολουθήσουν, όταν δεν καταλαβαίνουν τι λέει. 
Είναι εύκολο να καταλάβετε αυτό που θέλω να πω, ότι πρέπει να ακολουθούμε τον λόγο του ηγουμένου ή του πνευματικού χωρίς να τον κρίνουμε; Τί σημαίνει «χωρίς να τον κρίνουμε;». Είναι δυνατόν κάποιο λογικό πρόσωπο να ενεργεί έτσι; Αλλά ακριβώς ο μοναχισμός είναι το σχολείο όπου μπορούμε να πραγματοποιήσουμε το έργο του ανακαινισμού μας με τη μετάνοια, ως το σημείο που να μπορούμε να ακούσουμε με άμεσο τρόπο τον λόγο του Ίδιου του Θεού. 

 


Αγίου Σωφρονίου Σαχάρωφ, 
Οικοδομώντας τον ναό του Θεού, 
Τόμος Β, 
σελ. 254-255

Όσιος Θεόφιλος ο Αγιορείτης



Ο Όσιος Θεόφιλος γεννήθηκε στη Ζίχνη της Μακεδονίας περί το 1460 μ.Χ. από γονείς φιλόθεους, φιλάγαθους και φιλάρετους. Στην πατρίδα του έμαθε τα πρώτα γράμματα κι έδειξε πως τα αγαπούσε ιδιαίτερα και πρόκοπτε και προόδευε μελετώντας και εντρυφώντας στις ιερές γραφές. Μάλιστα επιδόθηκε στην καλλιγραφία και έγινε άριστος καλλιγράφος. 
«Απαρνηθείς πατρίδα και συγγένειαν και πλούτον και πάσαν κοσμική ματαιότητα, έγινε μοναχός· μετ’ ολίγον δε καιρόν έλαβε και το αξίωμα της ιερωσύνης· έκτοτε δε περιεπάτει εις διαφόρους τόπους διδάσκων και ωφελών τους Χριστιανούς δια του λόγου και του παραδείγματος της εαυτού ζωής». Κατόπιν γνωρίσθηκε και συνδέθηκε πνευματικά με τον ενάρετο κι ευλαβή επίσκοπο Ρενδίνης Ακάκιο, τον όποιο είχε χειροτονήσει αρχιερέα ο άγιος Νήφων [11 Αυγούστου], όταν ήταν μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (1482 - 1486 μ.Χ.). Δια του Ακακίου συνδέθηκε με τον άγιο Νήφωνα και ο άγιος Θεόφιλος. 
Αξίζει σύντομα και παρενθετικά να σημειώσουμε πως η μεγάλη μορφή του αγίου Νήφωνος, εκτός των δύο οσιομαρτύρων μαθητών του Μακαρίου (+1507) και Ιωάσαφ (+1516) που αναφέραμε και του εδώ αγίου Θεοφίλου, συνδεόταν και με άλλες μορφές Αγιορειτών αγίων, όπως των οσιομαρτύρων Γέροντος Ιακώβου, Ιακώβου διακόνου και Διονυσίου μοναχού (+1519), που συμμαρτύρησαν στην Αδριανούπολη, Θεωνά μητροπολίτου Θεσσαλονίκης (+1541-2), των αυταδέλφων Αψαράδων Θεοφάνους (+1544) και Νεκταρίου (+1550) κτιτόρων της ιεράς μονης Βαρλαάμ Μετεώρων και Μαξίμου του Γραικού και Βατοπαιδινού (+1556). 
Ο άγιος Νήφων, ως πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, κατόπιν επιστολών που έλαβε, εμπιστευόμενος τον Θεόφιλο για τη σοφία και την αρετή του, τον έστειλε το 1486 μ.Χ. με τον ομόφρονα Γέροντά του επίσκοπο Ακάκιο στην Αίγυπτο, για να διαπιστώσουν τα γενόμενα θαύματα υπό του μακαρίου πατριάρχου Αλεξανδρείας Ιωακείμ, ότι μετακίνησε δια προσευχής το όρος Ντουρ Νταγ και ήπιε φαρμάκι δίχως να πάθει κανένα κακό, ύστερα από πρόκληση Ιουδαίων και μουσουλμάνων. Ο πατριάρχης Ιωακείμ «τον Όσιον πολλά ηγάπησε και ηυλαβήθη ως σοφόν και ενάρετον». Διαπίστωσαν τα υπερφυή αυτά θαύματα ως αληθινά γεγονότα και αναχώρησαν για το θεοβάδιστο όρος Σινά, τα Ιεροσόλυμα και την Δαμασκό. Στα Ιεροσόλυμα ο επίσκοπος Ακάκιος ανεπαύθη κατόπιν ασθενείας και τον εκήδευσε ο Θεόφιλος. Με επιστολές από τους πατριάρχες Αλεξανδρείας, Ιεροσολύμων και Αντιοχείας μετέβη στην Κωνσταντινούπολη ο Θεόφιλος. Ο άγιος Νήφων όμως είχε εκθρονισθεί και παρέδωσε τις επιστολές στον διάδοχό του Παχώμιο, που ήταν από την ιδιαίτερη πατρίδα του. 
Ο πατριάρχης Παχώμιος «εχάρη μεγάλως ως συμπατριώτης, και ευλογήσας αυτόν και ευχηθείς, παρεκάλεσεν, ίνα μείνη εις το Πατριαρχείον δια βοήθειαν, ως λίαν χρήσιμος δια την σοφίαν αυτού και την αρετήν. Υπακούσας δε κατά την ώραν εις την παράκλησιν του πατριάρχου ο Όσιος έμεινεν. Όθεν και διωρίσθη Νοτάριος και Έξαρχος της Μεγάλης Εκκλησίας, και έμεινεν εκεί ικανόν καιρόν εις αυτό το διακόνημα, αγαπώμενος και τιμώμενος υπό πάντων». 
Αλλά η φιλέρημη και φιλήσυχη ψυχή του δεν αναπαυόταν στις τιμές και τις δόξες. Κατεφρόνησε τα μεγαλεία και ήλθε στο Άγιον Όρος, για να απολαύσει τα μεγαλεία του Θεού. Στον ιερό και ευλογημένο Άθωνα «πρώτον μετέβη εις την Μονήν του Βατοπεδίου, και κατώκησε μετά του αγιωτάτου Επισκόπου Μεθύμνης, εκεί τότε ευρισκόμενου, και υπετάχθη εις αυτόν μετά πάσης προθυμίας και ταπεινώσεως· αφού δε εκείνος ετελεύτησεν, απήλθεν». 
Από τη μονή Βατοπαιδίου, όπου δεν γνωρίζουμε τον χρόνο παραμονής του, που δεν νομίζουμε όμως ότι ήταν μικρός, μετέβη το 1511 μ.Χ. στη μονή Ιβήρων, όπου ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την αντιγραφή χειρογράφων και την καλλιγραφία. Αναδείχθηκε έμπειρος βιβλιογράφος και αρκετά έργα του, περίπου τριάντα, λειτουργικού κυρίως περιεχομένου, σώζονται στην πλούσια βιβλιοθήκη της μονης Ιβήρων. Η φήμη της αρετής του είχε φθάσει μακριά. Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Θεόκλητος τον ζητούσε με τρόπο να μεταβεί πλησίον του, με σκοπό να τον χειροτονήσει μητροπολίτη Θεσσαλονίκης. Ο φυγόδοξος Αγιορείτης κατανοώντας τον λόγο της προσκλήσεως, για να αποφύγει την προαγωγή, παραιτήθηκε της ιερωσύνης. Εκάρη μεγαλόσχημος μοναχός, δήλωσε ασθένεια και αδυναμία, και αποσύρθηκε σε καλύβη, κοντά στον ενάρετο Προηγούμενο Διονύσιο Ιβηρίτη στο Κελλί του Τιμίου Προδρόμου, το 1522 μ.Χ., ύστερα από δωδεκαετή παραμονή στη μονή Ιβήρων, κατά ιδιόγραφό του σημείωμα σε κώδικα. Κατόπιν μετέβη σε συνοδεία του επίσης ενάρετου Γέροντος Κυρίλλου στις Καρυές. Εκεί απέκτησε στενό πνευματικό σύνδεσμο με τον φιλόθεο Πρώτο του Αγίου Όρους Σεραφείμ, τον λάτρη και υμνητή της Θεοτόκου του Άξιον Έστι, τον μετέπειτα βιογράφο του, που κάποτε υπογράφει· «Ο πρώτος του Αγίου Όρους Σεραφείμ ο θυηπόλος και ηγούμενος των ηγουμένων και πατήρ πατέρων και μέγας πρωτοσύγκελλος πατριαρχικός». 
Ο θείος Θεόφιλος επιθυμώντας μεγαλύτερη και ακριβέστερη ησυχία, αναχώρησε και από τις Καρυές. Μετέβη στην πλησιόχωρη ησυχαστική περιοχή της Καψάλας, που ανήκε στη μονή Παντροκράτορος, και με τη συνδρομή του φιλάδελφου Πρώτου Σεραφείμ, παρέλαβε το Κελλί του Αγίου Βασιλείου, το όποιο και ανεκαίνισε. Είχε μαζί του και ένα μοναχό ονομαζόμενο Ισαάκ. Συχνά τον επισκεπτόταν και ο Πρώτος Σεραφείμ ανταλάσσοντας πνευματικές εμπειρίες και νουθεσίες. 
Ο φιλόθεος Θεόφιλος πάντοτε, και ιδιαίτερα τώρα, ασκούσε συστηματικά τη νοερά προσευχή. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο όποιος αργότερα θα ησκείτο στην δια περιοχή, γράφει: «Αφού ησύχασεν ο Όσιος, τότε δη τότε εμεταχειρίσθη την νοεράν προσευχήν, ήτις είναι ανωτέρα της θεωρίας της έξω φιλοσοφίας... Ο Άγιος Θεόφιλος έχοντας παντοτινόν έργον, εις την ησυχία ευρισκόμενος, να προσεύχεται αδιαλείπτως και να μελετά με όλον του τον νουν και τον ενδιάθετον λόγον τον εν τη καρδία λαλούμενον και με όλην την θέλησιν και αγάπην της ψυχής του, την μονολόγιστον προσευχήν, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», καθώς οι νηπτικοί θείοι Πατέρες διδάσκουσι. Και με την νοεράν ταύτην εργασίαν και ιεράν προσευχήν και με το πένθος και τα δάκρυα καθαρτικά, όπου γεννώνται εκ ταύτης της νοεράς προσευχής, εκαθάρισε την καρδίαν του από τα πάθη και εκατέκαυσε τας προσβολάς των πονηρών λογισμών και ελυτρώθη από τας κακάς προσλήψεις, απόκτησε ταπείνωσιν, πραότητα, ειρήνην και τας λοιπάς αρετάς και άναψεν από θεϊκόν πυρ θεϊκής και του πλησίον αγάπης... 
Καταφλεγόμενος από την θείαν αγάπην δεν ήτο πλέον με τον εαυτό του, αλλά με τον ηγαπημένον του Θεόν και άλλο δεν εφαντάζετο παρά μόνο τον Ιησούν... ανέβη εις την θείαν θεωρίαν και επλουτίσθη από τα ύπερφυή χαρίσματα αξιωθείς του θείου φωτισμού· και ού μόνον διάκρισιν απόκτησε και διόρασιν, αλλά και προόρασιν των μελλόντων· και συντόμως ειπείν ως ασώματος έγινεν άγγελος και εις όλα τέλειος ώφθη». 
Προείδε το τέλος του, έγραψε ομολογία πίστεως, ιδιόχειρη διαθήκη, τέλεσε ευχέλαιο, ζήτησε και έδωσε συγχώρηση από όλους και σε όλους, μετάλαβε των Αχράντων Μυστηρίων, ευχαρίστησε ολόψυχα και ολόθερμα τον Θεό και ζήτησε από τον αγαπητό και υπάκουο μαθητή του Ισαάκ: «Όταν αποθάνω, μη ομολογήσης τούτο εις ουδένα, αλλ’ ουδέ τα έθιμα της ταφής εκτελέσης, μόνον δέσε σχοινίον εις τους πόδας μου και σύρε με και ρίψε με εις το δάσος εις μέρος κρύφιον, ίνα με φάγωσι τα θηρία· πλην λειτουργίας και μνημόσυνα ποίησον όσα δυνηθής». Ο άγιος από τη μεγάλη του ταπείνωση δεν ήθελε να τιμάται ούτε μετά θάνατον. Οι τελευταίοι λόγοι του ήταν: «Κύριε Ιησού Χριστέ, δέξαι το πνεύμα μου». 
Ο καλός υποτακτικός του έπραξε όπως του μήνυσε ο όσιος Γέροντάς του και απόθεσε το τίμιο λείψανο σε απόκρυφο μέρος του δάσους. Πολλοί όμως το ζητούσαν. Όταν κάποτε βρέθηκε, η μονή Παντοκράτορος θέλησε να το κρατήσει. Τελικά αποφασίσθηκε να κρατήσει το χέρι του, το όποιο υπάρχει ως σήμερα σε στάση ευλογίας, και να δοθεί το σώμα στον υποτακτικό του Ισαάκ, που το έθεσε στην Εκκλησία του Αγίου Βασιλείου. Από τότε άρχισε ο άγιος να μυροβλύζει και ο άγιος να ονομάζεται Μυροβλύτης. Γράφει πάλι χαρακτηριστικά και γι΄ αυτό ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Τούτο το θαύμα οπού έδειξεν ο Θεός εις το Άγιον Λείψανον του Οσίου Πατρός ημών Θεοφίλου, δεν είναι ολίγον και παραμικρόν, αλλά είναι μέγα και εξαίσιον, επειδή το θαύμα τούτο της μυροβλύσεως σπανίως γίνεται εις ολίγους Αγίους. Διότι πολλά Αγίων Λείψανα Μαρτύρων και Οσίων ευρίσκονται, αμή ουχί και αναβλύζουσι μύρον διότι το μυροβλύζειν είναι μία απόδειξις και σημείον βεβαιότατον μιας άκρας καθαριότατος και παρθενίας και αγνείας, όχι μόνον από εμπαθείας μολυσμών, αλλά και από ηδυπαθείας λογισμών ακαθάρτων του νοός· και εάν η χάρις του Αγίου Πνεύματος δεν κατοικήση έτι ζώντος του ανθρώπου εις όλον τον νουν και ψυχήν και καρδίαν και εις όλα τα μέλη του σώματος, να τα καθαρίση και αγιάση έως μέσα εις αυτά τα κόκκαλα και τους μυελούς, αδύνατον είναι να ευωδιάση το σώμα μετά θάνατον». 
Την βιογραφία του Οσίου Θεοφίλου επηύξησε ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο όποιος είναι και συνθέτης της Ακολουθίας του. Ο άγιος Θεόφιλος θεωρείται ένας από τους διασημότερους αντιγραφείς χειρογράφων του Αγίου Όρους του 16ου μ.Χ. αιώνα. Το έργο αυτό συνέχισε ως το τέλος του βίου του.

Δημοφιλείς αναρτήσεις