ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΜΑΣ ΚΑΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΗ ΘΕΟΔΩΡΟΥ, ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΤΟΥ ΣΤΟΥΔΙΟΥ
ΛΟΓΟΙ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟΙ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΜΑΘΗΤΕΣ ΤΟΥ
ΚΑΤΗΧΗΣΗ Β΄.
Ότι πρέπει να επιτελούμε τις διακονίες μας με καθαρή τη συνείδηση και να μη παραμελούμε τα έργα του Κυρίου.
Αδελφοί μου και πατέρες, αν ο σπορέας χαίρεται όταν ρίχνει τον σπόρο στη γη, πόσο περισσότερο θα χαρώ και εγώ ο ταπεινός ρίχνοντας σε σας τον λόγο της κατήχησης; Αλλ’ εκείνος βέβαια θερίζει τα στάχυα, που είναι φθαρτή τροφή του σώματος, ενώ εγώ θα έχω τα δικά σας κατορθώματα αιώνια ψυχική απόλαυση.
Γι’ αυτό χαίρομαι, παιδιά μου, και αισθάνομαι αγαλλίαση, και μόνο για ένα πράγμα λυπάμαι, για τις αμαρτίες μου, και για το ότι δεν μπορώ να μιλήσω όπως αξίζει στις τίμιες ψυχές σας. Εσείς όμως να δέχεσθε τα φτωχά και ταπεινά μου λόγια, και με το δικό σας πλούτο να πλουτίζετε και εμένα τον φτωχό και γυμνό από αρετές. Γιατί σαν πατέρας δεν μπορώ να πλουτίσω εσάς τα παιδιά μου, σύμφωνα με τον απόστολο (Β΄ Κορ. 12, 14, 15).
Αυτό βέβαια είναι το ένα της απολογίας μου. Και το δεύτερο, επειδή έργο της γεωργίας είναι να επισκέπτεται ο γεωργός τα χωράφια και να τα καθαρίζει από κάθε ακανθώδη και δασώδη βλάστηση, αναγκάζομαι, παιδιά μου, και εγώ να επιβλέπω τις ψυχές σας με το να αναλογίζομαι αυτά που έχετε μέσα σας από τις εξωτερικές σας ενασχολήσεις. Να προσέχετε λοιπόν με ποιον τρόπο μεγαλώνετε, πως προοδεύετε, πως τελειοποιείσθε, πως προσφέρετε ως καρπό στον Θεό και σε μένα την άριστη συμπεριφορά σας.
Με την υποταγή σας θα κερδίσετε τις ψυχές σας (Λουκά 21, 19), με την ταπείνωση σας θα ανυψώσετε το τόξο της διαβίωσής σας, με την υπακοή σας θα δείξετε «το μαρτύριο της συνειδήσεως σας» (Β΄ Κορ. 1, 12), εκτελώντας τα διακονήματα σας χωρίς δόλο και ιδιοτέλεια. Ό,τι δηλαδή ανέλαβε ο καθένας, ο ένας σ’ αυτή τη διακονία, και ο άλλος σε άλλη, παρακαλώ να το κάνει όχι με εκνευρισμό, ούτε με απέχθεια, ούτε με περιφρόνηση, αλλά σαν να εποπτεύεται από τον Θεό, ευδιάκριτα, ευσυνείδητα και όσο καλύτερα γίνεται να δίνει ή να παίρνει ο καθένας από τους παρισταμένους, ώστε την ημέρα εκείνη να ακούσει· «Εύγε, δούλε καλέ και πιστέ. Στα λίγα φάνηκες πιστός, σε πολλά θα σε εγκαταστήσω. Μπες μέσα στη χαρά του Κυρίου σου» (Ματθ. 25, 23).
Γιατί δεν είναι άξιοι αυτών των λόγων, συγχωρήστε με, εκείνοι που δίνουν στον αδελφό χωρίς φόβο Θεού ένα ρούχο, ή παπούτσι, ή κάτι αναλώσιμο, ή ανάγνωσμα, ή διαταγή, ή απάντηση, ή επίπληξη, ή εκτίμηση, ή αυτό ή εκείνο, ή οτιδήποτε άλλο δίνουν, αλλά να έχουν υπόψη τους τα λόγια του Κυρίου· «Να προσέχετε σεις που περιφρονείτε. Κοιτάξτε και θαυμάστε και εξαφανισθείτε» (Αββακ. 1, 5), και ότι «είναι καταραμένος όποιος εκτελεί με αδιαφορία τα έργα του Κυρίου, [ἐπικατάρατος πᾶς ὁ ποιῶν τὰ ἔργα Κυρίου ἀμελῶς]» (Ιερ. 31, 10).
Γιατί τι δεν βλαστάνει από αυτά; Υποταγή σε πάθος, όταν ο ένας βλέπει τον άλλον και σκανδαλίζεται, όπως είναι φυσικό, εναντίον εκείνου που τα έδωσε. Και το λέω αυτό όχι για να εξεγερθείτε σεις που παίρνετε και να ζητάτε να βρείτε σφάλματα και ύποπτες διακρίσεις, και να παρατηρείτε με δόλο το φόρεμα ή τα παπούτσια εκείνου ή αυτού του αδελφού (γιατί, σύμφωνα με τον μεγάλο Βασίλειο, πρέπει να δείχνετε στοργή σε όλους αυτούς που παίρνουν την απόφαση αυτή, σ’ αυτούς δηλαδή που έχουν την εξουσία), αλλά τα λέω, ώστε σεις που είστε οι διανομείς αυτών, να εκτελείτε με φόβο Θεού και πόθο, κατά τον καλύτερο τρόπο τις εξουσίες που σας έχουν δοθεί, και αυτός που δίνει να δίνει πρόθυμα και ανάλογα με την αξία του καθενός το ένδυμα, ή τα παπούτσια, ή το βιβλίο, ή το ανάγνωσμα, ή το καλλιγράφημα, ή το αναλώσιμο αγαθό, ή οτιδήποτε άλλο, για να μη αναφέρω τα πράγματα το καθένα ξεχωριστά.
Και εφόσον θα ενεργείτε έτσι, θα υπάρχει σταθερότητα και γαλήνη επί μακρόν ανάμεσα σε σας τους αγαπημένους μου. Ναι, ναι, σας παρακαλώ και σας ικετεύω, αγιασμένοι αδελφοί μου, γεμίστε τις καρδιές σας με κάθε καλή ενασχόληση. Παραδώστε τους εαυτούς σας με αγάπη ο ένας στον άλλο, να χαίρεστε με την προκοπή ο ένας του άλλου, και να λυπάστε για την πτώση του πλησίον σας. «Όπως ήταν ο πρώτος άνθρωπος γήινος, τέτοιοι είναι», λέει, «και οι γήινοι· και όπως είναι ο επουράνιος, τέτοιοι είναι και οι επουράνιοι» (Α΄ Κορ. 15, 48).
Και ο επουράνιος Θεός μας αγαπά την ελεημοσύνη και τη δικαιοσύνη, και η γη είναι γεμάτη με την ευσπλαχνία του (Ψαλμ. 118, 64), όπως ψάλλει ο Δαβίδ. Ας γίνουμε και εμείς όμοιοι με αυτόν, και τώρα βέβαια να κατορθώσουμε αυτό, άλλοτε πάλι να προσπαθήσουμε να προχωρήσουμε στο επόμενο, και ούτε όταν έχουμε έλλειψη να λιποψυχούμε, ούτε όταν αποκτούμε να ματαιοδοξούμε, αλλά για το ένα να ευχαριστούμε τον Κύριο γιατί λέει, «δεν εξαρτάται από τη θέληση του ανθρώπου, ούτε από την προσπάθειά του, αλλά από το έλεος του Θεού» (Ρωμ. 9, 16), αλλά με την επιμονή μας θα γίνει, γιατί λέει, «αυτός που ζητά, βρίσκει, και σ αυτόν που χτυπά, ανοίγει η πόρτα» (Ματθ. 7, 11· Λουκά 11, 10).
Έτσι λοιπόν, τέκνα μου, μέρα με τη μέρα πετυχαίνετε τη σωτηρία των ψυχών σας, ανεβαίνοντας προς τα ψηλότερα. Είναι λοιπόν καιρός χαράς ο καιρός της αληθινής εργασίας, η οποία δεν πηγαίνει χαμένη. Είναι καιρός δρόμου, αλλά δρόμου πνευματικού. Καιρός πλουτισμού, αλλά των αιώνιων αγαθών. Είναι μακάριος αυτός που τρέχει, τρισμακάριος αυτός που υπομένει, παμμακάριος αυτός που κάθε μέρα ανάβει μέσα του φωτιά, με τη φωτιά της επιθυμίας και της αγάπης του Θεού.
Δεν θα πεθάνετε, τέκνα μου, αλλά θα ζήσετε. Δεν θα χωριστείτε, αλλά θα ενωθείτε. Δεν θα ατιμασθείτε, αλλά θα δοξασθείτε, εφόσον βέβαια κρατήσετε την ομολογία της υποταγής σας σταθερή και ακλόνητη μέχρι τέλους, με την ευχή του πατέρα μου και πατέρα σας, με τη βοήθεια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και η δύναμη, μαζί με τον Πατέρα και το άγιο Πνεύμα, τώρα και πάντοτε, και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΕΠΕ.
Φιλοκαλία των νηπτικών και ασκητικών, 18.
Θεοδώρου του Στουδίτου.
Άπαντα τα έργα.
Κατηχήσεις (Α΄ – ΛΓ΄).
Πατερικές εκδόσεις, Γρηγόριος ο Παλαμάς, Θεσσαλονίκη 1996.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου