ΕΙΣΟΔΙΚΟΝ
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
῾Η ἑνότης μέσα στὴν ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία δὲν νοεῖται σὰν ἁπλὴ διοικητικὴ διευθέτησι καὶ ἀνθρώπινο κατόρθωμα, ἀλλὰ ὡς χάρις καὶ πλήρωμα τῆς καινῆς ζωῆς, ποὺ καινοποιεῖ τοὺς γηγενεῖς καὶ τὸν κόσμο τους ὁλόκληρο.
∆ὲν ἔχει ἡ θεολογία δική της φιλοσοφία, ἡ πνευματικότης δική της νοοτροπία, ἡ διοίκησι δικό της σύστημα, ἡ ἁγιογραφία δική της σχολή. ῞Ολα ἀναδύονται ἀπὸ τὴν ἴδια κολυμβήθρα τῆς λειτουργικῆς ἐμπειρίας. ῞Ολα συλλειτουργοῦν Τριαδικά, προσάδοντα τὸν τρισάγιο ὕμνο μὲ τὴ δική τους γλώσσα. «Πάντα ἄρχονται φθέγγεσθαι ξένοις δόγμασι, ξένοις ρήμασι, ξένοις διδάγμασι τῆς ῾Αγίας Τριάδος».
Τίποτε δὲν εἶναι αὐθαίρετο, ἀπομονωμένο, ξένο ἢ πρόσθετο μηχανικά. Κανένα δὲν ἔχει τὸν δικό του νόμο, τὸ δικό του «θέλημα», ὡς ἀνταρσία. Τίποτε τὸ ξένης φύσεως, νοήσεως ἢ στάσεως δὲν εἰσέρχεται.
Τὸ κάθε τι καταλάμπεται ἀπὸ τὴν Τριαδικὴ χάρι. Τὸ δράμα ὀργανικὰ συζῆ καὶ ἐνσωματώνεται μέσα στὸ ὅλον.
῾Υπάρχει ἕνας Νόμος πνευματικός, ποὺ δεσπόζει τῶν ἐπουρανίων καὶ τῶν ἐπιγείων. Τὰ πάντα ἀπορρέουν, ἐκπορεύονται ἀπὸ τὴ γνῶσι τῆς ῾Αγίας Τριάδος.
Τὰ πάντα ἀναδύονται ἀπὸ τὴν κολυμβήθρα, τὴ ζωὴ τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος· ἀπὸ τὸ βαπτισμα εἰς τὸν θάνατον τοῦ ᾿Ιησοῦ.
«῾Η ζωὴ ἐκ τοῦ Τάφου ἀνέθορε» καὶ ἀναθρώσκει. Μετὰ ἀπὸ τὸ πέρασμα τοῦ θανάτου τὰ πάντα ὑπάρχουν διαφορετικά.
Μπορεῖ νὰ λεχθῆ ὅτι τὸ ἴδιο Τριαδικὸ ἀπήχημα ἀκατάπαυστα ἀναδύεται ἀπὸ τὴν πιὸ κατώτερη λειτουργία ζωῆς μέχρι τὶς ἀγγελικὲς χοροστασίες τῆς τρισαγίου φωνῆς.
Πειθήνια ὑποτασσόμενος στοὺς νόμους τῆς Τριαδικῆς λειτουργίας ὁ ἄνθρωπος καὶ θελγόμενος ἀπὸ τὴν παναρμόνια τούτη συμφωνία, φέρεται ἐπὶ τῶν πτερύγων τῆς ἐλευθερίας τοῦ Πνεύματος, ποὺ τὸν ἐξάγουν ἀπὸ τὸν κλειστὸ χῶρο τοῦ κτιστοῦ στὸ εὐρύχωρο πλάτος τοῦ Παραδείσου καὶ τὸν ἐπαναφέρουν στὸ οἰκεῖον ἀξίωμα.
Γι᾿ αὐτό, ὅταν ἕνας ᾿Ορθόδοξος ἐρωτᾶται γιὰ τὸ θέμα τῆς ἑνότητος, δὲν πάει ὁ νοῦς του σὲ κάτι ἀνθρώπινο καὶ κλειστό, ἀλλὰ σὲ κάτι τὸ ἀπέραντο καὶ θεϊκό. ∆ονεῖται ὁλόκληρος ἀπὸ τὴν ἐπινίκιο ἰαχὴ ποὺ ἀναπέμπεται ἀκατάπαυστα ἀπὸ τὴν ᾿Εκκλησία τοῦ ᾿Αναστάντος· «῾Εάλω ὁ θάνατος θανάτῳ» (Παρακλητική).
῾Η ἑνότης τῆς ᾿Εκκλησίας διοργανώνεται, πολιτεύεται καὶ φανερώνεται μετὰ τὸν θάνατο ποὺ φέρνει στὴν αἰώνια ζωή.
῾Η ἑνότης τῆς ᾿Εκκλησίας ἔχει τὶς διαστάσεις τῆς ᾿Ελευθερίας καὶ τὸ πολίτευμα τῆς «καινῆς βιοτῆς».
Καὶ τὸν θάνατο αὐτὸν ποὺ νικᾶ τὸν θάνατο καὶ ὁδηγεῖ στὴν αἰώνια ζωὴ τὴν ἀληθινὴ ἑνότητα καὶ θεία περιχώρησι-τὸν ἐνσαρκώνει ἡ ᾿Εκκλησία σ᾿ ὅλο της τὸ σῶμα καὶ τὶς ἐκδηλώσεις·
-Στὴ θεολογία, μὲ τὴν ἀποφατικὴ γνῶσι, ποὺ εἶναι Γολγοθᾶς τῆς νοήσεως.
-Στὴν ὀργάνωσι, μὲ τὸ νὰ ὑπάρχη συνοδικῶς, «Τριαδικῶς».
-Στὴ θεία Λειτουργία, μὲ τὴν ὁλοκληρωτικὴ προσφορά· «Τὰ σὰ ἐκ τῶν σῶν σοὶ προσφέρομεν κατὰ πάντα καὶ διὰ πάντα».
-Στὴν εἰκόνα, μὲ τὴν εἰκαστικὴ φανέρωσι τοῦ λειτουργικοῦ ἤθους.
-Στὴν πνευματικότητα, μὲ τὴν ἐκζήτησι τῆς ταπεινώσεως (καὶ ὅχι μὲ τὴν ἁπλὴ πρόσκτησι τῶν ἀρετῶν) ποὺ εἶναι θυσία τῶν πάντων καὶ ἐπώδυνη «κένωσις».
῎Ετσι ἔρχεται διὰ τοῦ σταυροῦ τοῦ ἀνθρωπίνου (τοῦ ἰδίου θελήματος) χαρὰ ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ τῆς ᾿Εκκλησίας. Κινεῖται, δρᾶ καὶ φανερώνεται ἡ ἄνωθεν ἐπιδημοῦσα Χάρις, ἡ ὁποία ἑνοποιεῖ ὀργανικὰ τὰ πάντα.
*
῾Ο πόνος βρίσκεται ἐδῶ· Πῶς μπορεῖ νὰ λειτουργηθῆ ὁ σημερινὸς ἄνθρωπος. Πῶς μπορεῖ νὰ γίνη βατὴ ἡ ἀπόστασι ποὺ χωρίζει τὴν ἀγωνία καὶ τὴ δίψα τοῦ νέου ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν πλησμονὴ τῆς καινῆς ζωῆς καὶ τὴν πατερικὴ δημιουργία. ῎Η, πῶς μπορεῖ νὰ καταργηθῆ ἡ ἀπόστασι ποὺ χωρίζει θεολογία καὶ ζωή.
῞Οταν αὐτὸ γίνη, τότε νέα ρεῖθρα θὰ ποτίσουν τὴ διψασμένη γῆ μας καὶ χυμοὶ τῆς βαθύρριζης ᾿Ορθοδόξου παραδόσεώς μας θὰ ἀνανεώσουν τοὺς βλαστοὺς τοῦ κουράγιου καὶ τῆς ζωῆς μας. Τότε θὰ νοιώσουμε τὸ ἕνα, μοναδικὸ καὶ καθολικὸ τῆς ᾿Ορθοδοξίας, ποὺ ἀνακεφαλαιώνει τὰ πάντα. Θὰ νοιώσουμε ὅτι δὲν ὑπάρχει βάσι συγκρίσεως μὲ κανένα προηγούμενο ἢ ἑπόμενο. Μέσα της κρύβει ὅλα τὰ προηγούμενα, προαιώνια καὶ ἑπόμενα, ἀτελεύτητα.
Τὰ πάντα γνωρίζονται ὡς νέα, καινοφανῆ, γιατὶ ὁ Κύριος εἶναι «ὁ ὢν καὶ ὁ ἦν καὶ ὁ ἐρχόμενος».
Τὰ πάντα εἶναι δοκιμασμένα καὶ ἀσινῆ. ∆ὲν στέκει ὄρθιο κανένα εἴδωλο, πεποιημένο χερσὶ ἢ νοήμασι, γιατὶ ὁ Θεὸς γνωρίζεται ἐδῶ ὡς «ὁ εἷς, τὰ πάντα καὶ οὐδεὶς» (ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος). Μόνο ἐδῶ γνωρίζεται ὁ Θεὸς ὡς τῆς ἑνότητος χορηγός.
Μόνο ἐδῶ βρίσκει ὁ ἄνθρωπος τὸν ἑαυτό του ὁλόκληρο, σωσμένο ψυχῇ τε καὶ σώματι.
*
Οἱ σελίδες ποὺ ἀκολουθοῦν δὲν δίδονται σὰν λύσι στὸ πρόβλημα τῆς ἑνότητος, ἀλλὰ σὰν μικρὲς ἀφορμὲς καὶ ἀναβαθμοὶ ποὺ πιθανῶς μποροῦν νὰ βοηθήσουν κάποιον στὸ νὰ προχωρήση πιὸ συνειδητὰ μέσα στὴν ᾿Εκκλησία, ὅπου «τὸ φρικτὸν ἐκεῖνο τῆς ὑπὲρ νοῦν καὶ λόγον ἑνότητος μυστήριον ἐπιτελεῖται» (Μυσταγωγία, ἁγίου Μαξίμου).
Τότε μόνος του κανεὶς θὰ καταλάβη ποιὰ ἀπάντησι δίδεται καὶ γιὰ τὸ 778 πρόβλημα τῆς ἑνώσεως τῶν ᾿Εκκλησιῶν καὶ τὸν «οἰκουμενισμό», ποὺ ἦταν ἡ πρώτη ἀφορμὴ γιὰ τὴ σύνταξι αὐτῆς τῆς ἐργασίας.
*
Πρὶν τελειώσουν αὐτὲς οἱ εἰσαγωγικὲς γραμμὲς πρέπει ἀκόμη κάτι νὰ λεχθῆ·
Τὸ νὰ κατεβάσης τὸν λόγο στὸ ἐπίπεδό σου -ἀπασχολούμενος μὲ παρόμοια θέματα- δὲν εἶναι ἐπιτρεπτὸ (ὁ ἄλλος δὲν περιμένει νὰ ἀκούση τὶς ἀπόψεις σου, ἀλλὰ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ). Καὶ τὸ νὰ ἀνέβης ὁλόκληρος στὸ ὕψος τῆς θεολογικῆς ἱερολογίας, ὄντας μεμολυσμένος, εἶναι ἐπικίνδυνο καὶ ἀνέφικτο. ῎Ετσι, νοιώθεις τὸ γράψιμο τοῦτο νὰ εἶναι πάντα ἕνας σταυρός.
Γι᾿ αὐτό, ἂς γίνουν δεκτὲς οἱ σελίδες τοῦτες σὰν ἕνας ὀβολὸς ἑνὸς φτωχοῦ στοὺς ἀδελφούς του. Καὶ ἂς εἶναι συγχρόνως μιὰ αἴτησι τῶν προσευχῶν τους. Γιατὶ μόνο στοὺς ἀδελφούς, τοὺς «ἁγίους», τὴν ᾿Εκκλησία τῶν πρωτοτόκων, μποροῦμε νὰ στηριχτοῦμε. ᾿Εκεῖ βρίσκεται ἡ ἐλπίδα τῆς σωτηρίας μας.
Αρχ. Βασίλειος Γοντικάκης,
Προηγούμενος Ιεράς Μονής Ιβήρων
Αγίου Όρους
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου