Ο ΑΓΙΟΣ ΤΡΥΦΩΝ
Η ΠΑΡΑΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ - ΕΔΩ
Ο ένδοξος μάρτυς του Χριστού Τρύφων καταγόταν από την Λάμψακο της Φρυγίας. Οι γονείς του, άνθρωποι ταπεινοί και ευλαβείς, του ενέπνευσαν από νεαρή ηλικία τις άγιες ευαγγελικές αρετές και από νωρίς έλαβε από τον Θεό το χάρισμα να θεραπεύει ανθρώπους και ζώα από τις ασθένειες και να εκδιώκει ακάθαρτα πνεύματα, εξακολουθώντας πάντα να ασκεί το ταπεινό επάγγελμα του χηνοβοσκού.
Κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Γορδιανού (238–244), ένας μαινόμενος δαίμονας κυρίευσε την θυγατέρα του ηγεμόνα, χωρίς οι γιατροί και οι μάγοι να μπορούν να κάμουν το παραμικρό γι’ αυτήν. Μια μέρα ο δαίμονας ανέκραξε: «Μόνο ο Τρύφων έχει την δύναμη να με διώξει!». Ο Γορδιανός έστειλε ευθύς αξιωματούχους σε όλη την αυτοκρατορία να αναζητήσουν τον άνθρωπο αυτόν. Τον βρήκαν να βόσκει γαλήνια τις χήνες του και οδήγησαν τον δεκαεπτάχρονο νέο στην Ρώμη. Φθάνοντας εκεί, ο Τρύφων με την δύναμη της προσευχής του εξέβαλε τον δαίμονα και τον ανάγκασε να εμφανιστεί στους κατοίκους της πόλεως με την μορφή μαύρου και αποκρουστικού σκύλου και να ομολογήσει ότι ήταν όργανο του μισόκαλου Σατανά και ότι ο ίδιος, όπως και οι όμοιοί του, ήσαν ανίσχυροι απέναντι στους χριστιανούς.
Ευγνώμων ο αυτοκράτορας, γέμισε τον Τρύφωνα δώρα τα οποία ο άγιος μοίρασε στους φτωχούς καθ’ όλη την διαδρομή της επιστροφής στην πατρίδα του. Γύρισε στις ειρηνικές ασχολίες του, επιτελώντας θαύματα και σκορπώντας γύρω θείες ευλογίες, μέχρι τα χρόνια του διωγμού του αυτοκράτορα Δεκίου (250). Τον κατήγγειλαν τότε στον έπαρχο της Ανατολής, Ακυλίνο, ως επικίνδυνο υπέρμαχο του χριστιανισμού. Στους στρατιώτες που στάλθηκαν να τον συλλάβουν παραδόθηκε ο άγιος από μόνος του και παρουσιάσθηκε ενώπιον του δικαστηρίου στην Νίκαια ακτινοβολώντας ολόκληρος θεία χάρη και αντιμετωπίζοντας με περιφρόνηση και παρρησία τόσο τις κολακείες όσο και τις απειλές του έπαρχου.
Πρώτα τον κρέμασαν στο τιμωρητικό ξύλο και επί τρεις ώρες τον κτυπούσαν με τα ξύλινα ξίφη που χρησιμοποιούσαν οι στρατιώτες στις ασκήσεις τους. Ο Τρύφων, όμως, έδειχνε να είναι ξένος στον πόνο και ο τύραννος διέταξε τότε να τον δέσουν πίσω από το άλογό του και να τον αναγκάσουν να τρέχει ανυπόδητος πάνω στους χαλικόστρωτους και παγωμένους δρόμους. Όταν τον έφεραν πίσω στην Νίκαια, αρνήθηκε να προσφέρει λατρεία στην εικόνα του αυτοκράτορα· τότε του έμπηξαν καρφιά στα πόδια και τον έσυραν έτσι στο κέντρο της πόλεως. Η αγάπη του, όμως, για τον Χριστό μεταμόρφωνε τους πόνους του νεαρού μάρτυρος σε θείες τρυφές και το θέαμα του μαρτυρίου προκάλεσε τον θαυμασμό του πλήθους. Οι στρατιώτες εξάρθρωσαν τα μέλη του, τον ράβδισαν λυσσαλέα και έκαψαν όλο το σώμα του με δαυλούς, ο άγιος όμως υπέμεινε τα πάντα με χαρά, προσευχόμενος υπέρ των δημίων του. Και αίφνης, στέφανος από άνθη, κεκοσμημένος με πολύτιμους λίθους ήλθε εξ ουρανού και έστεψε την κεφαλή του. Ο Ακυλίνος, ανίσχυρος και καταγέλαστος, έδωσε τότε διαταγή να τον πάρουν έξω από την πόλη και να τον αποκεφαλίσουν. Πριν, όμως, προλάβει ο δήμιος να κατεβάσει το φονικό ξίφος, ο άγιος μάρτυς παρέδωσε την ψυχή του στον Θεό.
Οι χριστιανοί της Νίκαιας έσπευσαν να τιμήσουν το τίμιο λείψανό του, αλλά ο άγιος τούς φανερώθηκε και τους αποκάλυψε ότι η θέση του ήταν στην γενέτειρά του. Ενταφιάστηκε λοιπόν στην Λάμψακο, όπου επιτέλεσε πλήθος θαυμάτων ανά τους αιώνες. Οι πιστοί επικαλούνται με πίστη την βοήθειά του για την προστασία κήπων, αμπελιών και καλλιεργειών από ακρίδες ερπετά και κάθε είδους βλαβερά ζώα.
※«Νέος Συναξαριστήςτης Ορθοδόξου Εκκλησίας»·Τόμ. 6ος (Φεβρουάριος),Εκδόσεις «Ίνδικτος».※
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου