Ιωάννης Λίνδιος.
Ωφέλιμη διδαχή για τον Τελώνη και τον Φαρισαίο.
Κατανυκτική ερμηνεία του Μεγάλου Κανόνος.Ἱλάσθητι, ὡς ὁ τελώνης βοῶ σοι, Σῶτερ, ἱλάσθητί μοι∙ οὐδείς γάρ τῶν ἐξ Ἀδάμ ὡς ἐγώ ἥμαρτέ σοι.Σπλαχνίσου, Σού φωνάζω σαν τον τελώνη, Σωτήρα μου, σπλαχνίσου με! Γιατί κανένας απ’ τους απογόνους του Αδάμ δεν αμάρτησε όπως εγώ σ Εσένα.Ωφέλιμη διδαχή για τον τελώνη και τον Φαρισαίο
Τελώνης, στα χρόνια του Χριστού, λεγόταν ο επιφορτισμένος με την είσπραξη των φόρων από το λαό για λογαριασμό των ρωμαϊκών αρχών. Οι τελώνες ήταν συνήθως άδικοι και άρπαγες, γι’ αυτό τοποθετούνταν στο ίδιο επίπεδο με τους αμαρτωλούς και τις πόρνες.
Ο τελώνης, ωστόσο, της ευαγγελικής παραβολής (Λουκ. 18,10-14), επειδή έδειξε βαθιά ταπείνωση κι έκανε θερμή εξομολόγηση στο Θεό, χτυπώντας το στήθος του και λέγοντας, ”Θεέ μου, σπλαχνίσου με, τον αμαρτωλό”, πήρε εύκολα από τον φιλάνθρωπο Κύριο όλων των ανομημάτων του την άφεση.
Αντίθετα, ο μεγάλαυχος Φαρισαίος, μολονότι έδινε στο ναό το δέκατο απ’ όλα τα εισοδήματά του, νήστευε, προσευχόταν, είχε κάθε αρετή, για τη μεγάλη του έπαρση καταδικάστηκε. Και δίκαια. Γιατί;
Πρώτα-πρώτα, έπρεπε να γνωρίζει πως ήταν άνθρωπος. Και ως άνθρωπος, είχε αναπόφευκτα και την ανθρώπινη αδυναμία. Τί σημαίνει αυτό; Ότι κι αν μία μόνο μέρα ζούσε, ήταν αδύνατο να μην αμαρτήσει με τα έργα ή με τα λόγια ή με τις σκέψεις. Κάθε αμαρτία, και η πιο μικρή, ως αντίθεση στο θέλημα του Θεού, αποτελεί ανταρσία εναντίον Του. Ας μην ξεχνάμε πως ο Εωσφόρος από τα ύψη τ’ ουρανού ξέπεσε στα καταχθόνια του άδη για έναν μονάχα υπερήφανο λογισμό, χωρίς να έχει άλλες αμαρτίες, όπως εμείς.
Δεύτερον, έπρεπε να σκεφτεί πως όσα καλά είχε, όλα ήταν του φιλάνθρωπου Θεού δώρα και χαρίσματα. Όφειλε, λοιπόν, να δοξάζει γι’ αυτά τον Πλάστη του με ευγνωμοσύνη και ταπείνωση, όχι να τον “ευχαριστεί” με τόση αυταρέσκεια, γιατί δεν ήταν τάχα αμαρτωλός σαν τους άλλους ανθρώπους, κατακρίνοντας έτσι όλο τον κόσμο και αρπάζοντας με προκλητικότητα από τον Κύριο το αξίωμα του Κριτή της οικουμένης.
Τρίτον, έπρεπε να συλλογιστεί πως ο Θεός δεν έχει καμιά ανάγκη ούτε τις νηστείες και τις ελεημοσύνες μας ούτε τις προσευχές και τις αγρυπνίες μας ούτε τίποτ’ άλλο απ’ όσα μας ζητάει να κάνουμε. Αυτά τα όρισε για τη δική μας ωφέλεια, προνοώντας για τη σωτηρία της ψυχής μας.
Ο Φαρισαίος, λοιπόν, θα προσευχόταν θεάρεστα, αν έλεγε: “Σ ευχαριστώ, Θεέ μου, πού, φανερώνοντας την άπειρη αγαθότητά Σου, μ έφερες από την ανυπαρξία στην ύπαρξη, έπλασες από χώμα το σώμα μου με τα θεϊκά Σου χέρια και το ψύχωσες με την πανάγια πνοή Σου, χαρίζοντάς μου τη ζωή, τη λογική, την αυτεξουσιότητα και την αθανασία. Σ ευχαριστώ, Θεέ μου, που με στόλισες, τον χωμάτινο άνθρωπο, με τους λαμπρούς χαρακτήρες της θείας εικόνας Σου, που με τίμησες με τη δυνατότητα να Σού μοιάσω, που με πλούτισες με τα διάφορα χαρίσματα του Αγίου Σου Πνεύματος. Σ ευχαριστώ, Θεέ μου, που έκανες για μένα τον παράδεισο της τρυφής, που άπλωσες για μένα τον απέραντο ουρανό με τον ήλιο, τη σελήνη και τ αναρίθμητα αστέρια, που δημιούργησες για μένα τη γη με τους κάμπους και τα βουνά, με τα φυτά και τα δέντρα, με τους καρπούς και τα λουλούδια, με τα πουλιά και τα ζώα, με τα τόσα πράγματα και πλάσματα -άλλα για να με τρέφουν, άλλα για να με υπηρετούν, άλλα για να με θεραπεύουν, άλλα για να με ντύνουν, άλλα για να με τέρπουν. Σ ευχαριστώ, Θεέ μου, που παραβλέπεις τις καθημερινές αμαρτίες μου και μακροθυμείς, ως αμνησίκακος, περιμένοντας τη μετάνοια και την επιστροφή μου. Σ ευχαριστώ, Θεέ μου, για όλες τις ευεργεσίες Σου, όσες έλαβα και όσες ελπίζω να λάβω από τον ανυπέρβλητο πλούτο της αγαθότητος Σου”.
Έτσι έπρεπε να προσευχηθεί ο Φαρισαίος, όταν ανέβηκε στο ναό, ευχαριστώντας δηλαδή για όλα τον ευεργέτη του Κύριο, και όχι λέγοντας πως δεν είναι σαν τους άλλους ανθρώπους άρπαγας, άδικος, μοιχός κ.λ.π. ή και σαν τον τελώνη.
Ταλαίπωρε Φαρισαίε! Δεν είσαι, λες, σαν τους άλλους ανθρώπους. Τί είσαι τότε; Άγγελος; Αλλά η φύση σου και το αλαζονικό φρόνημά σου δεν ταιριάζουν στους αγγέλους. Μήπως δαίμονας; Αλλά οι δαίμονες είναι άυλοι και άσαρκοι, ενώ εσύ έχεις υλικό σώμα, σάρκα και κόκαλα. Αφού, λοιπόν, δεν είσαι ούτε άνθρωπος, όπως ομολογείς ο ίδιος, ούτε άγγελος, όπως φανερώνει η έπαρσή σου, ούτε δαίμονας, όπως αποδεικνύει το σώμα σου.
Ο Θεός στον παράδεισο βάζει μόνο ανθρώπους λογικούς και ταπεινούς. Γι’ αυτό δίκαια καταδικάστηκες, δίκαια έχασες τη χάρη του Κυρίου, δίκαια έγινες αιώνιο και θλιβερό παράδειγμα κομπασμού και υψηλοφροσύνης. Για να βλέπουν οι άνθρωποι την αιφνίδια πτώση σου, και, αποφεύγοντας την ανόητη υπερηφάνεια, να ταπεινώνονται σαν τον τελώνη, έχοντας στο νου τους τις αμαρτίες τους και λέγοντας: “Σπλαχνίσου με, Σωτήρα μου, τον αμαρτωλό και ανάξιο δούλο Σου, και σώσε με, ως φιλάνθρωπος! Γιατί κανένας από τους απογόνους του Αδάμ δεν αμάρτησε όπως εγώ σ’ Εσένα”.
Όλοι μας, αδελφοί μου, μικροί και μεγάλοι, ενάρετοι και αμαρτωλοί, δίκαιοι και άδικοι, ας χτυπάμε με τα λόγια του τελώνη, σαν με σιδερένιο σφυρί, την πύλη της θείας ευσπλαχνίας. Και θα μας ανοιχτεί, όπως ανοίχτηκε και σ εκείνον τον μακάριο, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αμήν.
Ἀπό τό βιβλίο:
“Θησαυρός μετανοίας” ,
Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου, Ὠρωπός Ἀττικῆς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου