Η ομιλία του Μητροπολίτη Γερμανίας Ειρηναίου στην ελληνική εκπομπή της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας
(23 Μαρτίου 1974)
Αγαπητοί μου Έλληνες της Γερμανίας, Μεθαύριο, Δευτέρα, ξημερώνει η 25η Μαρτίου, που η Ορθόδοξος Εκκλησία μας φέρνει στον κόσμο ολόκληρο το μήνυμα της απελευθερώσεως του ανθρωπίνου γένους από την τυραννία της αμαρτίας και η πατρίδα μας, η Ελλάδα, εορτάζει την εθνικήν παλιγγενεσίαν του 1821.
Η ημέρα είναι μεγάλη και επίσημη και μας καλεί να τη γιορτάσουμε και να τη χαρούμε. Η 25η Μαρτίου είναι η ημέρα της αναστάσεως του έθνους μας, η ημέρα της ελευθερίας του έθνους μας, η ημέρα που μας καλεί όλους να πανηγυρίσουμε τα τρόπαια και τις νίκες του, τους αγώνες και τις θυσίες του. Κι όμως, γι’ αυτή τη μεγάλη μέρα του έθνους μας, ένας Έλληνας μου έγραψε σ’ ένα θλιβερό γράμμα του αν θα κάνουμε δοξολογία ή αν θα πρέπει να κάνουμε μνημόσυνο στην ελευθερία μας. Του απήντησα ότι θα κάνουμε δοξολογία, διότι αυτό ταιριάζει σ’ αυτήν τη μέρα, που ο Θεός ευδόκησε ν’ αναστηθεί το σκλαβωμένο επί 400 χρόνια έθνος μας, για να τιμήσουμε τους ήρωας και μάρτυρας που θυσιάστηκαν για την ελευθερία μας. Ναι, θα κάνουμε δοξολογία. Αυτό δεν μας εμποδίζει να δούμε τη σημερινή πολιτική πραγματικότητα του έθνους μας και να σκεφθούμε και να εργασθούμε για τη νόμιμη αποκατάστασή της.
Γιατί πρέπει να το ομολογήσουμε με ειλικρίνεια και παρρησία πως τα τελευταία χρόνια καταστρέψαμε με τα ίδια μας τα χέρια την ελευθερία μας. Συκοφαντήσαμε με την ιδία μας τη γλώσσα την ελευθερία μας και αρχίσαμε να υμνούμε τη δουλοπρέπεια και τον ραγιαδισμό μας. Πολιτικοί και στρατιωτικοί, δάσκαλοι και ιερωμένοι ακόμη, άλλοι ίσως από καθαρή διάθεση, άλλοι από άγνοια και αφέλεια, άλλοι από συμφέροντα και φιλοδοξίες και άλλοι από υποκρισία και δειλία, αρχίσαμε να υβρίζουμε το έθνος και την ιστορία μας. Ότι τάχα δεν είμαστε άξιοι να ζούμε ελεύθεροι. Ότι τάχα πρέπει να σαπίσουμε στον γύψο και στις φυλακές για να παιδαγωγηθούμε και να μάθουμε τι θα πει ελεύθερος βίος. Ότι τάχα, για να αυξήσουμε την οικονομία και την πρόοδό μας, χρειαζόμαστε τον βούρδουλα της τυραννίας και την τάξη των νεκροταφείων. Ότι τάχα με το να βάλουμε στους δρόμους μερικές ταμπέλες με το «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών» εχριστιανοποιήσαμε το έθνος μας.
Αυτές τις φοβερές βλαστήμιες και ύβρεις εναντίον του έθνους και της ιστορίας μας τις λέμε τώρα επτά χρόνια από επίσημα και ανεπίσημα βήματα και καλούμε και εξαναγκάζουμε τον δυστυχισμένο λαό μας να τις χειροκροτεί και να τις ψηφίζει, εξευτελίζοντάς τον ως τα βάθη της ψυχής του. Αυτόν τον ιστορικό και υπερήφανο ελληνικό λαό, που έχει γράψει την ένδοξη ελληνική ιστορία. Ναι, αυτές τις φοβερές βλαστήμιες και συκοφαντίες εναντίον του έθνους και της ιστορίας μας τις λέμε και τις γράφουμε τώρα επτά χρόνια, για να δημιουργήσουμε στον ίδιο τον εαυτό μας το μέγα ψυχικό τραύμα και την αμφιβολία αν πράγματι μπορούμε να ζούμε ελεύθεροι, για να δώσουμε στους ξένους, φίλους και εχθρούς μας, το δικαίωμα άλλοι να τρίβουν τα μάτια των κι άλλοι να τρίβουν τα χέρια των για το κατάντημά μας.
Κάναμε, λέμε, με φαρισαϊκό κομπασμό μια αναίμακτη εθνική επανάσταση. Αυτό όμως δυστυχώς δεν είναι αλήθεια, γιατί αδελφικό αίμα έχει χυθεί, απ’ όλες τις πλευρές βέβαια. Αλλά, και αν ακόμη στην τρομερή αυτή περιπέτεια που συγκλονίζει το έθνος μας τα τελευταία αυτά χρόνια δεν χυνόταν ούτε μία σταγόνα αίμα, όμως η ζημιά που έχει γίνει είναι τρομακτική και ανυπολόγιστη. Γιατί, και αν ακόμη δεν είχε χυθεί αίμα, όμως έχουν χυθεί τόσα δάκρυα από παρεξηγήσεις, από παρεξηγημένους, από διωγμένους, από φυλακισμένους και ορφανεμένους και έχουν πληγωθεί τόσες ψυχές.Γιατί, και αν ακόμη δεν είχε πληγωθεί σωματικά ούτε ένα δάκτυλο σε κάποιον αδελφό μας Έλληνα, φθάνει το μεγάλο έγκλημα πως σκοτώσαμε την ειλικρίνεια και την ευαισθησία μας στο θέμα της ελευθερίας. Φθάνει πως διχαστήκαμε ώστε να φοβάται ο ένας τον άλλο μας, να υποβλέπει ο ένας τον άλλο μας, να μισεί και να συκοφαντεί ο ένας τον άλλο μας. Φθάνει το μέγα έγκλημα πως καταπνίξαμε και καταργήσαμε τις νόμιμες φωνές του έθνους μας, τις συνετές φωνές του έθνους μας, τις γνήσιες και καθαρές πατριωτικές φωνές του έθνους μας. Και μέσα σε αυτή τη φοβία και την απόγνωση, που κάναμε στον ίδιο τον εαυτό μας, ξεπροβάλλουν τώρα από εδώ κι από εκεί οι παράνομες φωνές του έθνους μας. Οι ύποπτες φωνές του ελληνικού μας λαού. Οι επικίνδυνες και απεγνωσμένες φωνές του έθνους μας, που μπορούν να εξαπατήσουν και να παρασύρουν σε άλλα τρομερά παραστρατήματα.
Γιατί, και αν ακόμη δεν είχε πληγωθεί σωματικά ούτε ένα δάκτυλο σε κάποιον αδελφό μας Έλληνα, φθάνει το μεγάλο έγκλημα πως σκοτώσαμε την ειλικρίνεια και την ευαισθησία μας στο θέμα της ελευθερίας.
Θεέ μου, πόσο λυπούμαι που σ’ αυτήν την επίσημη ημέρα του έθνους και της πατρίδος μας αναγκάζομαι να ομιλώ γι’ αυτή τη θλιβερή πραγματικότητα. Όμως θα ήταν τραγική ειρωνεία και εμπαιγμός σ’ αυτή τη μεγάλη μέρα της ελευθερίας του Γένους και του Έθνους μας να μην έχουμε το θάρρος να μιλήσουμε για την απελευθέρωσή μας από λάθη και παραστρατήματα, που χρόνια τώρα καταστρέφουν την ελευθερία μας, την ενότητα, τη δύναμη και την αισιοδοξία του έθνους μας. Και θα ήταν ακόμη μία μεγίστη ασέβεια προς την ιερά μνήμην των ηρώων και των μαρτύρων που πέσανε και θυσιαστήκανε για την εθνική μας παλιγγενεσία να σιωπούμε σήμερον τόσον φαρισαϊκά και να μην ζητήσουμε τη μετάνοιά μας, την επανόρθωση των λαθών μας και την ώριμη πολιτική αποκατάσταση του έθνους μας. «Δικαιοσύνη υψοί έθνη, αμαρτία δε όνειδος λαών», ειδοποιεί και βεβαιώνει ο λόγος του Θεού.
Αγαπητοί μου Έλληνες της Γερμανίας,
Μεθαύριο, Δευτέρα, ξημερώνει η μεγάλη μέρα της εθνικής μας παλιγγενεσίας και μας καλεί να την γιορτάσουμε και να τη χαρούμε. Ζούμε με το κορμί μας εδώ στη Γερμανία, η ψυχή μας όμως και η καρδιά μας είναι πάντα εκεί που γεννηθήκαμε, εκεί που αναπαύονται τα ιερά κόκκαλα των πατέρων και των αδερφών μας, εκεί που είναι η εστία μας, τα όσια και τα ιερά μας. Ζούμε προσωρινά ή μονιμότερα στη Γερμανία, η καρδιά μας όμως χτυπά πάντα για την Ελλάδα μας. Και μέσα μας πρέπει να καίει άσβηστη η φλόγα του γνησίου πατριωτισμού μας. Ζούμε στη Γερμανία και προσφέρουμε την εργασία μας στη χώρα που μας φιλοξενεί, δουλεύουμε όμως και για την πατρίδα μας, την Ελλάδα, στην οποία και στέλνουμε, μαζί με την αφοσίωσή μας, τον ιδρώτα και τον μόχθο της δουλειάς μας. Και αυτή η καθαρή και ειλικρινής αγάπη προς την πατρίδα μας μάς δίνει το δικαίωμα να σκεφτόμαστε τη μοίρα της και να ζητούμε με γνήσια εθνικά αισθήματα τη νόμιμη πολιτική αποκατάσταση του έθνους μας. Και δικαίωμα και χρέος μας είναι αυτή η τίμια φωνή. Όμως μακριά από ύποπτες και παράνομες φωνές, μακριά από ύποπτες και παράνομες ενέργειες, που νοθεύουν τον γνήσιο πατριωτισμό, μακριά από ενέργειες που δολιεύονται την πατρίδα μας και εξυπηρετούνε ίσως μόνον ξένα συμφέροντα. Η πατρίδα είναι η μάνα μας και μπορούμε να της πούμε το παράπονό μας, αλλά όχι και να την υποσκάπτουμε.
Με αυτήν την πονεμένη ειλικρίνειά μου, σαν Έλλην ιεράρχης παρακαλώ και ικετεύω τον ύψιστο Θεό και τη Δέσποινα του Κόσμου, την Κεχαριτωμένη Μαρία, της οποίας τον Ευαγγελισμό εορτάζομε, να προστατεύσει και τώρα το Έθνος μας, να το οδηγήσει στην ομόνοια και την αποκατάστασή του.
Με αυτή την πονεμένη ειλικρίνειά μου, κι εγώ, σαν ένας ελάχιστος Έλλην και δούλος του Κυρίου, γονατίζω σε αυτή τη μεγάλη μέρα ταπεινός προσκυνητής στο μνημείο των θυσιών και των αγώνων του έθνους μας και εύχομαι στην ηγεσία του, πνευματική, πολιτική και στρατιωτική, σε μια μεγάλη και γνησία πατριωτική μας έξαρση, να διορθώσουμε τα λάθη και τις παραλείψεις μας, να παραμερίσουμε τους εγωισμούς και τις φιλοδοξίες μας, με τα ίδια μας τα χέρια, τα γνήσια πατριωτικά μας χέρια, να αποκαταστήσουμε την πολιτική μας ζωή, την ενότητά μας, την αμοιβαία εμπιστοσύνη μας και την αισιοδοξία για το μέλλον της πατρίδος μας, γιατί έτσι μόνο μπορούμε να ψάλλουμε τίμια και παλικαρίσια τον εθνικό μας ύμνο: «Και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά». Και με την ίδια αυτή πονεμένη ειλικρίνειά μου, χαιρετίζω όλους σας, αγαπητά τέκνα της πατρίδος και της Εκκλησίας μας εδώ στη Γερμανία, τιμιότατοι εργάτες και νοικοκυραίοι, ελλογιμώτατοι διδάσκαλοι, καθηγηταί και σπουδασταί, ευλαβέστατοι ιερείς και εξοχότατοι διπλωματικοί. Ιδιαίτερα χαιρετίζομεν και ευλογούμεν σ’ αυτή τη μεγάλη μέρα του έθνους μας τα μικρά Ελληνόπουλα των σχολείων μας εδώ στη Γερμανία, αγόρια και κορίτσια, τα Ελληνόπουλά μας, που θα αναλάβουν αύριο να συνεχίσουν την ένδοξη ελληνική μας ιστορία. Και, τέλος, με μια βαθιά ευγνωμοσύνη μακαρίζομεν τη μνήμη των ηρώων και των μαρτύρων της εθνικής μας παλιγγενεσίας, Ελλήνων και φιλελλήνων, και αναφωνούμε: «Ζήτω το ελληνικό μας Έθνος! Ζήτω ο ελληνισμός της Γερμανίας!».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου