Παρασκευή 3 Μαΐου 2024

Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΣ ΩΣ «ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ» ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ


Ε´ 

Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΤΗΣ ΩΣ «ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ» ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 

1. Τὸ ἀληθινὸ έπιβάλλεται μὲ τὴν παρουσία του ῾

 

Ο Κύριος ἐπιβάλλεται μὲ τὴν παρουσία Του, μὲ τὴ διαβεβαίωσι· «᾿Εγώ εἰμι» (᾿Ιω. 18, 5). 

∆ὲν ἀντιτίθεται σ᾿ αὐτοὺς ποὺ ἔρχονται νὰ Τὸν συλλάβουν σὰν ληστή. ∆ὲν ἔχει τίποτε νὰ πῆ σ᾿ αὐτοὺς ποὺ Τὸν δικάζουν. ∆ὲν ἔχει σκοπὸ οὔτε τοὺς πρώτους νὰ κτυπήση, οὔτε ἀπὸ τοὺς δεύτερους νὰ δικαιωθῆ. ᾿Αλλοῦ βρίσκεται ὁ ἀγώνας Του· Μὲ τὸν Πατέρα Του μόνον ὁμιλεῖ. 

Στὴ Γεθσημανῆ, γενόμενος ἐν ἀγωνίᾳ ἐκτενέστερον προσηύχετο. ῎Επεσε κατὰ πρόσωπον μέχρι τὴ γῆ. ῎Εφτασε ἡ παναγία Του ψυχὴ στὴ λύπη, τὴ μέχρι θανάτου. Παρεκάλεσε· 

«Πάτερ μου, εἰ δυνατόν ἐστι παρελθέτω ἀπ᾿ ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο» (Ματθ. 26, 39). 

Εἶναι πικρὸ τὸ ποτήριο τὸ ὁποῖο ἔφτασε ἡ ὥρα νὰ πιῆ· εἶναι ὅλη ἡ πίκρα τῆς ἁμαρτίας μας. 

Καὶ καταλήγει· 

«Μὴ τὸ θέλημά μου, ἀλλὰ τὸ σὸν γινέσθω» (Λουκ. 22, 42). 

Τότε τὰ πάντα ἔχουν τελειώσει. «᾿Εγείρεσθε, ἄγωμεν ἐντεῦθεν» (᾿Ιω. 14, 31). 

῞Ο,τι ἔχει νὰ κάμη ὁ καθένας, ἂς τὸ κάμη τὸ συντομότερο. ∆ὲν προκειται νὰ θιγῆ στὸ ἐλάχιστο τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ. Τὸ κάθε τι θὰ φανερώση τὴ δύναμι τῆς καταφάσεως. Τὸ ναὶ στὸ Πατρικὸ θέλημα. 

Προχωρεῖ ἐλεύθερα. Καὶ ἡ ἀλήθεια ὁμολογεῖται μὲ τὴν ἤρεμη διαβεβαίωσι τῆς παρουσίας Του· 

«᾿Εγώ εἰμι». 

Αὐτὸ ἔχει Τριαδικὴ δύναμι καὶ θεμελίωσι. 

᾿Εγὼ εἶμαι, ποὺ δὲν φοβᾶμαι τίποτε. ∆ὲν ἔχω τίποτε δικό μου σὰν σχέδιο ἢ θέλημα. 

᾿Εγὼ εἶμαι, ποὺ εἶπα· μὴ τὸ ἐμὸν ἀλλὰ τὸ σὸν γινέσθω θέλημα. 

᾿Εγὼ εἶμαι ἐλεύθερος ἀπὸ κάθε φόβο ἢ ἀγωνία. Γιατὶ ἰδοὺ ἥκω τοῦ ποιῆσαι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. 

«᾿Εγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἕν ἐσμεν» (᾿Ιω. 10, 30). 

Τὸ ᾿Αληθινὸ σώζει τὸν ἄνθρωπο, σώζει ὅλους καὶ ὅλα. ῞Οταν εἶναι βίαιο, εἶναι καὶ γαλήνιο. ῞Οταν ἔρχεται ἤρεμα, ἔχει τὴ δύναμι τῆς παντοκρατορίας. ῞Οταν εὐλογῆ, καθαίρει. ῞Οταν ρίπτη χαμαὶ τοὺς ἐρχομένους ἐναντίον του, τοὺς εὐεργετεῖ· αὐτὸ εἶναι εὐλογία καὶ θεραπεία γι᾿ αὐτούς. 

Τὸ ἴδιο καὶ ὁ ᾿Ορθόδοξος προετοιμάζεται γιὰ τὴ μαρτυρία τῆς ἀλήθειας τῆς πίστεως ὄχι συζητώντας μὲ τὴ λογικὴ τούτου τοῦ κόσμου, ὄχι τροχίζοντας τὰ σπαθιὰ τῆς ἀμύνης σὲ ἀνθρώπινη διαλεκτικὴ ἢ ἔξαψι πάθους, ἀλλὰ παίρνοντας μιὰ γεῦσι καὶ μιὰ γνῶσι ξένη στὴ «σχόλη» καὶ τὴν ἐν λευκῷ παράδοσι στὸν Θεό. «Σχολάσατε καὶ γνῶτε» (Ψαλμ. 45, 11). 

Σχολάσατε· Μείνατε σ᾿ ἐγρήγορσι πνευματική, μ᾿ ἀνοιχτὸ πρόγραμμα καὶ αἰσθήσεις, γιὰ νὰ ἀκοῦτε ποιὸ εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ σὲ κάθε στιγμή. Καὶ τὸ «γενηθήτω τὸ θέλημά Σου» νὰ εἶναι ἡ ἀσπίδα καὶ τὸ φῶς σας. 

Σ᾿ αὐτὴ τὴ νῆψι ζήτησε ὁ Κύριος νὰ μείνουν οἱ μαθητές Του, ἀγρυπνώντας μαζί Του· «Γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε» (Ματθ. 26, 41). 

᾿Εκεῖνοι δὲν τὸ κατώρθωσαν. Γι᾿ αὐτὸ καὶ μόλις ἦρθε ὁ κίνδυνος ἀντέδρασαν σπασμωδικά. ῎Εβγαλαν σπαθιά, ὅπως κάνει ἡ δειλία τοῦ κόσμου καὶ ἡ θρασύτης τοῦ ψεύδους. 

῎Εβγαλαν μαχαίρια γιὰ νὰ ὑποστηρίξουν τὸν Κύριο. ∆ὲν εἶχαν καταλάβει, βεβαρημένοι ἀπὸ τὸν ὕπνο, ὅτι Αὐτὸς -ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ- εἶναι τομώτερος ὑπὲρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον, καὶ ὅτι μὲ τὴν παρουσία Του τέμνει νέους δρόμους ζωῆς, ἀγάπης καὶ ἐλευθερίας. 

῾Ο Κύριος δὲν ἀκούει τὸν Πέτρο, καὶ δὲν κτυπᾶ τοὺς ἐρχομένους γιὰ νὰ σώση τὸ ἄτομό Του. Νίκη Του δὲν εἶναι νὰ δῆ τοὺς ἐχθρούς Του στὰ πόδια Του νεκρούς. 

∆ὲν ἔχει ἐχθρούς. ∆ὲν βλέπει τὸν ἄνθρωπο σὰν ἐχθρό Του, ἔστω καὶ ἂν ἔρχεται ἐναντίον Του. Τὸν βλέπει σὰν ἄρρωστο, μὴ γινώσκοντα τί ποιεῖ. Καὶ πεθαίνει Αὐτὸς γιὰ νὰ ζήσουν οἱ ἐχθροί Του. 

∆ὲν σκοτώνει τὸν ἄνθρωπο· κατακρίνει τὴν ἁμαρτία. ∆ὲν τὴν κατακρίνει στὸ σῶμα τοῦ ἄλλου -ἔπρεπε τότε ὅλοι νὰ πεθάνωμε (ἅγιος ᾿Αθανάσιος)- τὴν κατακρίνει ἐν τῇ Σαρκὶ Αὐτοῦ. 

᾿Αντὶ νὰ θανατώση στὴ στιγμὴ τοὺς ἐπιτιθεμένους, σωζόμενος ἀτομικὰ (πράγμα ποὺ θὰ ἦταν δική Του ἧττα), προτιμᾶ νὰ θανατωθῆ ᾿Εκεῖνος, σώζοντας στὸ διηνεκὲς τοὺς πάντας. Τοὺς πάντας, ποὺ δὲν εἶναι κάτι ξένο ἀπὸ τὸν ἑαυτό Του. Τοὺς πάντας, ποὺ ἀποτελοῦν τὴν ᾿Εκκλησία Του, ποὺ εἶναι τὸ Σῶμα Του. 

Νίκη του εἶναι ἡ σωτηρία τῶν πάντων. Σκοπός Του «ἵνα τὰ τέκνα τοῦ Θεοῦ τὰ διεσκορπισμένα συναγάγῃ εἰς ἓν» (᾿Ιω. 11, 52). «῞Ινα ἀνακεφαλαιώσῃ ἐν ἑαυτῷ τὰ πάντα» (᾿Εφεσ. 1, 10). Καὶ δι᾿ αὐτοῦ τοῦ τρόπου ὄχι μόνο τοὺς «ἐχθρούς» Του σώζει, ἀλλὰ ἐξαρθρώνει τὸ μίσος καὶ ἐξαφανίζει τὴν ἐχθρότητα. «Τὴν ἔχθραν κτείνας, ὑπερέχουσαν πάντα νοῦν εἰρήνην χαρίζεται» (Εἱρμὸς ε´ ᾠδῆς κανόνος Θεοφανείων). 

∆ιδάσκει ἄλλο τρόπο ἐπιβολῆς, ποὺ βασιλεύει στὰ πέρατα· ∆ὲν ἀπομονώνει, δὲν νεκρώνει, ἀλλὰ προσλαμβάνει καὶ θεώνει. 

῾Η ἀτομικὴ σωτηρία εἶναι μόνωσι. ῾Η θυσία, ἡ κάθοδος ἀπὸ ἀγάπη, εἶναι ἄνοδος. «῾Ο καταβὰς αὐτός ἐστι καὶ ὁ ἀναβὰς» (᾿Εφεσ. 4, 10). «Κἀγὼ ἐὰν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, πάντας ἑλκύσω πρὸς ἐμαυτὸν» (᾿Ιω. 12, 32). ῞Οταν ᾿Εκεῖνος προσφέρεται ἑκούσια ἀπὸ ἀγάπη σὲ θάνατο γιὰ νὰ σώση 836 τοὺς φίλους Του, τότε εἰσέρχεται μέσα στὸν κόσμο ἀκτίνα τρισηλίου φέγγους. Καινὸς τρόπος ζωῆς ἀναγεννᾶ τὰ πάντα. Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀρχὴ τῆς καθολικότητος, τῆς ἐνσωματώσεως τῶν πάντων ἐν Χριστῷ. «᾿Εκεῖνος ὑπὲρ ἡμῶν τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἔθηκε καὶ ἡμεῖς ὀφείλομεν ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν τὰς ψυχὰς τιθέναι» (Α´ ᾿Ιω. 3, 16). 

Τούτη εἶναι ἡ Καινὴ ᾿Εντολὴ τῆς ἀγάπης, ἡ ἀποκάλυψι τῆς φύσεώς μας, ποὺ οὐκ ἔξωθεν «ἀλλ᾿ ὁμοῦ τῇ συστάσει τοῦ ζώου τοῦ ἀνθρώπου φημὶ σπερματικός τις λόγος ἡμῖν ἐγκαταβέβληται οἴκοθεν ἔχων τὰς ἀφορμὰς τῆς πρὸς τὸ ἀγαπᾶν οἰκειώσεως»(Μ. Βασίλειος, Ρ.G. 31, 908C). Αὐτὸς εἶναι ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο ζοῦμε καὶ ὁμολογοῦμε τὴν πίστι μας. 

Τὸ πῶς ὑποστηρίζει κανεὶς καὶ ὁμολογεῖ τὴν ἀλήθεια του μαρτυρεῖ γιὰ τὸ ποιὰ εἶναι ἡ φύσι της. 

Τὸν Θεὸ πρέπει νὰ Τὸν γνωρίζωμε θεοπρεπῶς καὶ νὰ μιλοῦμε ἀνάλογα γι᾿ Αὐτόν. ῎Ετσι, μόνο αὐτοὶ ποὺ εἶναι ἐλεύθεροι ἀπὸ τὸ ἄγχος καὶ τὴ στένωσι τοῦ ἰδίου θελήματος καὶ ἔχουν παραδοθῆ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ μποροῦν νὰ κινηθοῦν ἄνετα στὸ μαρτύριο τῆς ᾿Αλήθειας, κινούμενοι σὲ χῶρο ἐλευθερίας (ἐπέκεινα τῆς ἀγωνίας), ἀπὸ τὸ ἴδιο τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. 

Οἱ παλληκαρισμοὶ τοῦ ᾿Αποστόλου Πέτρου εἶναι φάσματα παροδικά, ἀνίσχυρα στοὺς πειρασμοὺς τῆς ζωῆς. Λυγίζει τὸ παλληκάρι τὸ μεγάλο μπροστὰ σὲ μιὰ παιδίσκη. ῾Ο ληστὴς δὲν φοβήθηκε, γιατὶ ἦταν σταυρωμένος.῾Ο Πέτρος ἀρνήθηκε τὸν Χριστό, γιατὶ φοβήθηκε τὸ σταύρωμα. ᾿Ελεύθερος εἶναι ὁ σταυρωμένος. 

∆ὲν φοβᾶται ὁ νεκρὸς τὸν θάνατο. ∆ὲν χάνει κανεὶς αὐτὸ ποὺ δὲν ἔχει. 

Κανεὶς ἀσφαλισμένος δὲν μπορεῖ νὰ γνωρίση τὸν Θεό. Κανεὶς ποὺ ἀμύνεται κοσμικὰ, σὰν τὸν Πέτρο, δὲν πιστεύει. Θὰ ὁμολογήση ἀναπόφευκτα τὴν ἀλήθεια (μετ᾿ ἀναθεματισμοῦ καὶ ὅρκου) ὅτι δὲν γνωρίζει τὸν Χριστό. 

Καὶ τότε, μετὰ τὴν ἐπώδυνη αὐτὴ κένωσι καὶ αἴσθησι τῆς ὁλικῆς ἀγνοίας, θὰ ἔλθη τὸ κλάμα, ἡ συντριβή, ἡ Χάρι. Καὶ ἀπὸ ἐκεῖ θὰ ἀνατείλη ὁ ἥλιος, θὰ βλαστήση ἡ πίστι. Λιωμένος ἀπὸ τὸ πολὺ κλάμα, σὰν μωρὸ παιδί, γίνεται πάλι ὁ βράχος τῆς πίστεως. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Κύριος θὰ παραγγείλη· «Εἴπατε τοῖς μαθηταῖς καὶ τῷ Πέτρῳ». 

Κανεὶς ὁπλισμένος δὲν ἔχει νικήσει τὸν φοβο. Μόνο ὁ ἑκούσια ἔκθετος σὲ κάθε κίνδυνο ἔχει ἐν ἑαυτῷ τὸν Θεό. Γνωρίζει τὸν Θεὸ ὄντας μέσα σ᾿ Αὐτόν. 

᾿Εὰν βλέπης μπροστά σου ἐχθροὺς καὶ ἀμύνεσαι, δὲν εἶσαι ἐλεύθερος. ῾Η βασιλεία σου εἶναι ἐκ τοῦ κόσμου τούτου, τοῦ καταργουμένου. Εἶσαι δοῦλος. 

᾿Εὰν βλέπης τοὺς ἄλλους ξένους ἀπὸ σένα, ἀγνοεῖς τὸν ἑαυτό σου. 

Οἱ ᾿Ιουδαῖοι χλεύαζαν τὸν Κύριο στὸν Σταυρό· «῎Αλλους ἔσωσε, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι». ∆ὲν ἤξεραν ὅτι οἱ ἄλλοι τοὺς ὁποίους ἔσωσε ἦταν ὁ ἑαυτός Του. Αὐτὸς δὲν ἔχει ἀνάγκη σωτηρίας οὔτε ἀμύνης. Εἶναι ἡ σωτηρία καὶ ἡ ἀσφάλειά μας. 

Εἶμαι ᾿Ορθόδοξος ὁμολογητὴς σημαίνει· εἶμαι σταυρωμένος. Γίνομαι τοῖς πᾶσι τὰ πάντα γιὰ νὰ μπορέσουν οἱ πάντες νὰ κοινωνήσουν στὴ μιὰ ζωή. Γιατί, μιὰ φορὰ νὰ γεύτηκες ἀπ᾿ αὐτὴν ἀληθινά, δὲν πρόκειται ποτὲ νὰ τὴν ξεχάσης. ∆ὲν τὴ θυμᾶσαι ἁπλῶς· σὲ κατακλύζει, γίνεται πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου. 

Γίνεσαι «παράφρων» (᾿Αββᾶς ᾿Ισαάκ), γιὰ νὰ γίνουν οἱ ἄλλοι ἀδελφοί σου κοινωνοὶ τῆς ποιότητός Του. Τὰ τέκνα τοῦ προπάτορος ᾿Αδὰμ νὰ γίνουν μέτοχοι τοῦ Νέου ᾿Αδάμ, τοῦ Παραδείσου τῆς τρυφῆς καὶ τῆς τροφῆς, ποὺ μελίζεται καὶ δὲν διαιρεῖται. 

Θυσιάζομαι, ἐδῶ σημαίνει· χάνομαι στὴ ζωή, κατακλύζομαι ἀπὸ αἰωνιότητα. ῾Ο ἄλλος εἶναι ὁ ἑαυτός μου. «῾Ο ἄλλος ὁ Θεός μου» (Εὐεργετινός). 

῾Ο ᾿Ορθόδοξος, - ὁ ῞Αγιος, ἀγαπᾶ τοὺς πάντας καὶ τὰ πάντα πρὶν τὰ γνωρίση. Τὰ γνωρίζει μὲ τὴν ἀγάπη. Πλησιάζοντας τὸν ᾿Ορθόδοξο τὸν βλέπεις νὰ πονᾶ γιὰ σένα· νὰ σὲ γνωρίζη, νὰ σὲ ἀγκαλιάζη πρὶν σὲ δῆ. Νὰ σὲ ἀγαπᾶ πρὶν τὸ καταλάβης. Νὰ ἀποτελῆ ἐσώτατο ἑαυτό σου· οἰκεῖο καὶ ἄγνωστο βάθος σου, ὄχι κάτι ξένο. 

Σ᾿ αὐτὸν γνωρίζεις τὴν ἀγάπη. ῾Η ἀγάπη προηγεῖται τοῦ ἑαυτοῦ του. ῾Ο ἑαυτός του ἀναδύεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τρέφεται προσφερόμενος σ᾿ Αὐτήν· «῾Ο Θεὸς ἀγάπη ἐστὶ» (Α´ ᾿Ιω. 4, 8). 

Στὸ σημεῖο αὐτὸ τῆς θυσιαστηρίου ἀγάπης ὁ ᾿Ορθόδοξος κατὰ χάριν εἰκονίζει τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ ποὺ πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς, καὶ ποὺ προαιώνια, μυστηριακὰ αἱμάσσει ὡς τὸ ἀπὸ καταβολῆς κόσμου ἐσφαγμένον ᾿Αρνίον τῆς ᾿Αποκαλύψεως. 

∆ὲν εἶναι ἐλεύθερος ὅποιος δὲν ἀγαπᾶ. ῾Η ἀγάπη «ἔξω βάλλει τὸν φόβον». Κατακαίει τὰ πάντα. ᾿Ελεήμων καρδία εἶναι «καῦσις καρδίας ὑπὲρ πάσης τῆς κτίσεως, ὑπὲρ τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν ὀρνέων καὶ τῶν ζώων καὶ τῶν δαιμόνων, καὶ ὑπὲρ παντὸς κτίσματος. Καὶ ἐκ τῆς μνήμης αὐτῶν καὶ τῆς θεωρίας αὐτῶν ῥέουσιν οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ δάκρυα. ᾿Εκ τῆς πολλῆς καὶ σφοδρᾶς ἐλεημοσύνης τῆς συνεχούσης τὴν καρδίαν, καὶ ἐκ πολλῆς καρτερίας σμικρύνεται ἡ καρδία αὐτοῦ, καί οὐ δύναται βαστάξαι ἢ ἀκοῦσαι ἢ ἰδεῖν βλάβην τινὰ ἢ λύπην μικρὰν ἐν τῇ κτίσει γινομένην. Καὶ διὰ τοῦτο καὶ ὑπὲρ τῶν ἀλόγων, καὶ ὑπὲρ τῶν ἐχθρῶν τῆς ἀληθείας, καὶ ὑπὲρ τῶν βλαπτόντων αὐτὸν ἐν πάσῃ ὥρᾳ εὐχὴν μετὰ δακρύων προσφέρει, τοῦ φυλαχθῆναι αὐτοὺς καὶ ἱλασθῆναι αὐτοῖς ὁμοίως καὶ ὑπὲρ τῆς φύσεως τῶν ἑρπετῶν ἐκ τῆς πολλῆς αὐτοῦ ἐλεημοσύνης τῆς κινουμένης ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ ἀμέτρως καθ᾿ ὁμοιότητα τοῦ Θεοῦ» (᾿Αββᾶς ᾿Ισαάκ, Λογ. πα´, σελ. 306). 

Τεταμένος πάνω στὸ ξύλο τοῦ σταυροῦ ἀναπαύεται ὁ ἄνθρωπος, ὅταν αὐτὸ γίνεται σὰν προσφορὰ ἀγάπης πρὸς τοὺς ἄλλους. ∆ὲν ὑπάρχει τρόπος καὶ τόπος ποὺ ἀναπαύει τὴν ἀνθρώπινη φύσι βαθύτερα (πιὸ ἀληθινὰ καὶ θεανθρώπινα) ἀπὸ τὸ σταύρωμα καὶ τὸν σταυρό τῆς ἀγάπης. ∆ὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη παρηγοριὰ ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ὀδύνη. Τότε δὲν ὑποστηρίζει ἕνα κομμάτι. ∆ὲν τὸν ἐνδιαφέρει τὸ ἐπὶ μέρους καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ζήση στὴν κόλασι τοῦ μισοῦ καὶ τοῦ μίσους. ∆ὲν μπορεῖ νὰ δῆ τὸν ἄλλο νὰ ὑποφέρη. ᾿Αγκαλιάζει τὸ ὅλο. ῞Ολα εἶναι δικά του. Σταυρώνεται γιὰ ὅλα. Εἶναι καθολικός, ἤρεμος. 

Καὶ ἡ ᾿Ορθόδοξη εἰκόνα τῆς Σταυρώσεως τοῦ Κυρίου δὲν μᾶς παρουσιάζει τὸν πόνο κάποιου ποὺ ὑποφέρει ἀπὸ τὶς πληγὲς τῶν καρφιῶν του, ἀλλὰ φανερώνει τὴ γαλήνη τοῦ ῾Ενός, τοῦ «Βασιλέως τῆς ∆όξης», ποὺ ἀναπαύεται στὴν κατάπαυσι τῆς ἀγάπης. Βρίσκεται στὸν Σταυρὸ καθηλωμένος, προσφερόμενος ἑκούσια ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας. Καὶ αὐτὴ ἡ πρᾶξι δὲν λέγεται θάνατος, ἀλλὰ εἶναι ἀτελεύτητη ζωὴ καὶ αὔξησι. 

῞Οταν ὁ ᾿Ορθόδοξος θεολογῆ, ἐργάζεται, σταυρώνεται, «ἀπόλλυται» γιὰ νὰ ἀφήση τὸν χῶρο ἐλεύθερο γιὰ νὰ ἔλθη ᾿Εκεῖνος ποὺ σώζει ὅλους· Αὐτὴ ἡ κατοχή, ἔλευσι καὶ προσδοκία τῆς καθολικῆς σωτηρίας, ποὺ στοιχίζει τὸν θάνατο τῆς ἑαυτοῦ ψυχῆς, ἀποτελεῖ τὴν προσωπικὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ χαρίζει τὶς πραγματικές του διαστάσεις, τὴν ἀποκαραδοκούμενη παραδείσια γαλήνη, καὶ τὸν ἀναλαμβάνει στὸν χῶρο τῆς Τριαδικῆς αὐτοσυνειδησίας. 

*

«῎Ετι ἕν σοι λείπει· πάντα ὅσα ἔχεις πώλησον καὶ διάδος πτωχοῖς» (Λουκ. 18, 22). 

Αὐτὸ τὸ «ἓν» ἔτι λείπει πάντα ἀπὸ ὅλους. Αὐτὸ πρέπει νὰ κάνωμε πάντα ὅλοι μας γιὰ νὰ ζοῦμε· Νὰ πουλοῦμε ὅ,τι ἔχομε καὶ νὰ τὸ δίδωμε, νὰ τὸ χάνωμε. ῞Ο,τι βγαίνει ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ἀτέλειωτη πώλησι, προσφορά, νὰ τὸ δίνωμε στοὺς «φτωχούς». ῎Ετσι μαζεύεται θησαυρὸς ἐν οὐρανῷ. Αὐτὸν δὲν πρέπει καὶ δὲν μποροῦμε νὰ τὸν πουλήσωμε ἢ νὰ τὸν δώσωμε σὲ κανένα, γιατὶ ἀνήκει ὁλόκληρος σ᾿ ὅλους. Αὐτὸς εἶναι τὸ σύμβολο καὶ τὸ γεγονὸς τῆς ἑνότητος καὶ ἑνοποιήσεως τῶν πάντων καὶ ταυτόχρονα τῆς διαστολῆς τοῦ καθενὸς στὶς διαστάσεις τῶν πάντων. 

῾Ο ᾿Ορθόδοξος εἶναι καθολικός· Τὸ ᾿Ορθόδοξον ἀφορᾶ, ἀνακεφαλαιώνει καὶ σώζει τὸ καθ᾿ ὅλου. ∆ὲν ἀφήνει τίποτε ἔξω. ∆ιάστασί του εἶναι τὸ ἀδιάστατον τοῦ θανάτου· διάρθρωσί του εἶναι ἡ ἐλευθερία τοῦ Πνεύματος. 

Τὸ μὴ ᾿Ορθόδοξον εἶναι ἐπὶ μέρους, ἀνεπαρκές, ἀκατάστατο, προκλητικὸ καὶ παραπλανητικὸ γιὰ ὅλους. 

῾Η ᾿Εκκλησία φέρει τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ τῆς ἠρεμίας στὸ μέτωπο της (᾿Αποκ. 7, 3), φέρει τὸν Τριαδικὸ χαρακτήρα, ὡς σύστασι τῆς ζωῆς καὶ τῆς ὑπάρξεώς της. 

 Αρχιμ.Βασιλείου Γοντικάκη 
απο το βιβλίο ΕΙΣΟΔΙΚΟΝ 
στοιχεία λειτουργικής βιώσεως 
του μυστηρίου της ενότητος 
μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία 

από τις εκδόσεις: ΑΡΜΟΣ


1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

καλη Ανασταση ευχαριστουμε που μας ωφελειτε με τις αναρτησεις σας...

Δημοφιλείς αναρτήσεις