2η ΔΕΚΑΔΑ
11… Πώς θα μπορέσει ν’ αρνηθεί τον εαυτό του ο άνθρωπος; Μόνον εάν αφήσει τα φυσικά θελήματα του και ακολουθήσει τον Χριστό. Λέει ειδικά για τα φυσικά και όχι για τα παρά φύσιν, διότι εάν κανείς αρνηθεί τα παρά φύσιν, τίποτε δικό του δεν άφησε για χάρη του Θεού. (ξ΄)12… Το φως των δαιμόνων ύστερα γίνεται σκότος. Εάν, λοιπόν, ακούς κάτι, ή σκέπτεσαι ή βλέπεις, και ταραχθεί η καρδιά σου έστω και λίγο, γνώριζε πως είναι από τους δαίμονες. (ξ΄)13… (Σε αδελφό που τον μακάρισε). Αδελφέ, τώρα με σένα εκπληρώθηκε η Γραφή που λέει «λαός μου, οἱ μακαρίζοντες ὑμᾶς, πλανῶσιν ὑμᾶς». (ξβ΄)14… Αυτός που επιθυμεί να γνωρίσει και να βαδίσει πραγματικά στον δρόμο του Χριστού, εάν δεν συμπορευθεί μαζί μ’ αυτόν που γνωρίζει καλά τον δρόμο, ποτέ δεν θα φθάσει στην πόλη. Παραμέρισε, λοιπόν, το θέλημα σου και ταπεινώσου σ’ όλη σου την ζωή, και σώζεσαι. (ξβ΄)15… Είναι γραμμένο στα γεροντικά ότι κάποτε κάποιος αδικήθηκε από αδελφό, και πήγε σε ένα Γέροντα λέγοντας ότι, «αδικήθηκα από τον τάδε και θέλω να τον εκδικηθώ». Και ο Γέροντας του είπε· «όχι παιδί μου, ας αφήσουμε στον Θεό την εκδίκηση». Καθώς είδε ότι δεν τον έπειθε, του λέει «ας κάνουμε μια προσευχή». Και κει που προσεύχονταν άρχισε ο Γέροντας να λέει «Θεέ και Κύριε, εμείς δεν έχουμε πλέον την ανάγκη σου για να φροντίζεις για μάς, διότι μόνοι μας εκδικούμεθα τους εαυτούς μας». Με τον λόγο αυτόν ο αδελφός κατανύχθηκε και λέει «συγχώρα με, Γέροντα, διότι από ’δώ και στο εξής δεν θα ξαναεκδικηθώ». (ξδ΄)16… Το «Πάτερ ημών» δόθηκε και για τους τέλειους και για τους αμαρτωλούς. Με σκοπό οι μεν τέλειοι να γνωρίσουν ποιανού παιδιά είναι, και να αγωνισθούν να μην εκπέσουν απ’ αυτήν την υιοθεσία· οι δε αμαρτωλοί να ντραπούν και να έλθουν σε μετάνοια, με το να επικαλούνται ως Πατέρα αυτόν που πολλές φορές υβρίζεται απ’ αυτούς. Προσωπική μου γνώμη είναι ότι ταιριάζει περισσότερο στους αμαρτωλούς, διότι ο λόγος «ἄφες ἡμιν τά ὀφειλήματα» ανήκει στους αμαρτωλούς. (οα΄)17… Οι ακολουθίες και τα εκκλησιαστικά άσματα είναι παράδοση και καλές για την συμφωνία όλου του λαού. Το ίδιο και στα Κοινόβια, για την συμφωνία των αδελφών. Οι δε Σκητιώτες ούτε ακολουθίες έχουν, ούτε άσματα λένε, αλλά «κατά μόνας» εργόχειρο, μελέτη και προσευχή. Όταν στέκεσαι στην ευχή, οφείλεις να παρακαλέσεις να ελευθερωθείς απ’ τον παλαιό άνθρωπο ή να λες το «Πάτερ ημών» ή και τα δύο, και μετά να ασχολείσαι με το εργόχειρο σου. Όσον αφορά στην έκταση της ευχής, όταν στέκεσαι ή όταν, κατά τον Απόστολο, εύχεσαι αδιαλείπτως, δεν είναι υποχρεωτικό να την επεκτείνεις στεκόμενος, διότι όλη την ημέρα ο νους σου στην ευχή είναι. Όταν κάθεσαι στο εργόχειρο σου, πρέπει να αποστηθίζεις ή να λες ψαλμούς.Οι σκητιώτες, αντί για Εσπερινό λένε δώδεκα ψαλμούς, και στο τέλος του καθενός αντί για δοξολογία λένε Αλληλούϊα και μια ευχή. Παρόμοια και την νύκτα λένε δώδεκα ψαλμούς, και μετά τους ψαλμούς κάθονται στο εργόχειρο. Τότε άλλος αποστηθίζει, άλλος ερευνά τους λογισμούς του και την ζωή των Αγίων Πατέρων, άλλος μελετά πέντε με οκτώ φύλλα, κι έπειτα κάθεται στο εργόχειρο. Αυτός που ψάλλει ή αποστηθίζει, οφείλει να ψάλλει εκφώνως, εάν δεν είναι κανείς πλησίον του και τον δει, ώστε να μη μάθει κανείς τι κάνει. (οδ΄)18… Όσον αφορά τον νυκτερινό ύπνο, να εύχεσαι από το βράδυ δύο ώρες, παίρνοντας ως βάση την δύση του ηλίου. Αφού δοξολογήσεις, κοιμήσου έξη ώρες. Έπειτα σήκω για να αγρυπνήσεις τις υπόλοιπες τέσσερις ώρες. Το ίδιο και το καλοκαίρι, Μόνο που το καλοκαίρι λίγο σύντομα, με λιγότερους ψαλμούς, επειδή είναι μικρές οι νύχτες. Ο ασθενής μπορεί να έχει καλοκαιρινά και χειμωνιάτικα ρούχα, για την χαυνότητα του σώματος. Αυτός που έφθασε στον λόγο του Αποστόλου, να πεινάει, να διψάει, και να είναι γυμνός, περνά τον καιρό του μ’ ένα ρούχο. (οε΄)19… Εμείς οι ταλαίπωροι και χαύνοι, που λάβαμε την εξουσία να πατάμε επάνω σε φίδια και σκορπιούς και σ’ όλη την δύναμη του εχθρού· εμείς που ακούσαμε, «ἐγώ εἰμί, μή φοβεῖσθε» εμείς που γνωρίζουμε πολύ καλά, ότι δεν αγωνιζόμαστε με την δική μας δύναμη, αλλά με την δύναμη του Θεού, ο οποίος μας ενισχύει και μας οπλίζει· εμείς λοιπόν ολιγωρούμε και αμελούμε.Και γιατί γίνεται αυτό; Επειδή δεν καθηλώθηκαν οι σάρκες μας από τον φόβο του Θεού, και ποτέ δεν συνέβη να ξεχάσουμε το φαγητό μας από την φωνή των στεναγμών μας. Γι’ αυτό και δεν έχουμε σταθερότητα, αλλά πηγαίνουμε από το ένα στο άλλο, κι από τον ένα τρόπο ζωής σ’ άλλον τρόπο. Διότι δεν δεχθήκαμε πλήρως την φωτιά που ήλθε να βάλει ο Κύριος στην γη. Αν την δεχόμασταν, αυτή θα κατέκαιγε και θ’ αφάνιζε τα αγκάθια από το νοητό χωράφι μας. Η χαυνότητα, η αμέλεια, και η φιλοσωματία μας δεν μας αφήνουν να σηκώσουμε κεφάλι. (οη΄)20… Αυτή είναι η τέλεια ταπεινοφροσύνη, το να βαστάς ύβρεις και εξευτελισμούς, και όσα έπαθε ο διδάσκαλος μας Ιησούς. Τέλεια προσευχή είναι το να μιλάς με τον Θεό απερίσπαστα, συμμαζεύοντας όλους τους λογισμούς και τις αισθήσεις που διαχέονται. Εδώ φθάνει ο άνθρωπος όταν πεθάνει για κάθε άνθρωπο και για τον κόσμο και όλα τα του κόσμου. (οθ΄)
Αγίου Βαρσανουφίου
100 Μυρίπνοα Άνθη,
από τη βίβλο του.
εκδ. Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου,
Άγιον Όρος 1990.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου